ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ 11 αιτήσεις που έκοψε η Αποκεντρωμένη Διοίκηση Μακεδονίας-Θράκης πριν από μερικές μέρες είναι η αδειοδότηση για αιολικό σταθμό σε έκταση στην οποία υλοποιείται έργο αναδάσωσης και στην οποία έχουν φυτευτεί πάνω από 48.000 δενδρύλλια. »
Το ενδιαφέρον για την κατασκευή Αιολικών Σταθμών Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΑΣΠΗΕ) στον Έβρο βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα και πολλές από τις αιτήσεις αδειοδότησης που έχουν υποβληθεί αφορούν εκτάσεις που επλήγησαν από τις καταστροφικές πυρκαγιές του 2022 και του 2023.
Η πρόσφατη απόφαση της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης –που, ως υπηρεσία, έχει την αρμοδιότητα να δίνει εγκρίσεις για αιολικά έργα κατηγορίας Α2 (5 έως 50 MW)– να απορρίψει 11 αιτήσεις για αιολικά έργα, 6 σε καμένες περιοχές και 5 στις γειτονικές άκαυτες δασικές εκτάσεις υψηλής οικολογικής σημασίας, αποκαλύπτει τις αντιφάσεις μιας αδειοδοτικής διαδικασίας που εξελίσσεται χωρίς σαφές θεσμικό πλαίσιο.
Το Εθνικό Πάρκο Δάσους Δαδιάς-Λευκίμης-Σουφλίου έχει πληγεί σοβαρά από τις πυρκαγιές του 2022 και του 2023, που κατέκαψαν συνολικά 942.000 στρέμματα, εκ των οποίων τα 810.000 ήταν δασικές εκτάσεις.
Κι αυτό γιατί, ειδικά για τον πυρόπληκτο Έβρο, υπήρξαν δεσμεύσεις από το αρμόδιο υπουργείο Περιβάλλοντος και πραγματοποιήθηκαν ενέργειες με στόχο η περιοχή να αντιμετωπιστεί διαφορετικά. Σκοπός ήταν να μπει φρένο σε οικονομικές δραστηριότητες των οποίων η ανάπτυξη ενδέχεται να βλάψει την προστατευόμενη ορνιθοπανίδα και τα φυσικά οικοσυστήματα του Εθνικού Πάρκου Δάσους Δαδιάς-Λευκίμης-Σουφλίου. Το πάρκο έχει πληγεί σοβαρά από τις πυρκαγιές του 2022 και του 2023, που κατέκαψαν συνολικά 942.000 στρέμματα, εκ των οποίων τα 810.000 ήταν δασικές εκτάσεις.
Η Εταιρεία Προστασίας Βιοποικιλότητας της Θράκης, μια οργάνωση με ενεργή παρουσία δεκαετιών στην περιοχή, υποστηρίζει «ότι η αναστάτωση που έχει προκληθεί σχετικά με την περιβαλλοντική αδειοδότηση των αιολικών σταθμών στον Έβρο και στη Ροδόπη μετά τις πυρκαγιές του 2022 και του 2023 θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί αν το υπουργείο Περιβάλλοντος δεν κωλυσιεργούσε και είχε πράξει τα δέοντα, ρυθμίζοντας νομοθετικά το ζήτημα της αδειοδότησης αιολικών σταθμών στον Έβρο και στη Ροδόπη. Αντ’ αυτού, έχει περιοριστεί σε προφορικές ανακοινώσεις, χωρίς καμία νομική βάση, ενώ έχει ήδη στα χέρια του όλη την πληροφορία που χρειάζεται για τη νομοθετική ρύθμιση η οποία θα διασφαλίσει την αποκατάσταση των καμένων φυσικών οικοσυστημάτων από απειλές όπως οι αιολικοί σταθμοί».
Ποια είναι όμως αυτή η πληροφορία που ισχυρίζεται η οργάνωση ότι υπάρχει και μπορεί να λύσει τα χέρια του αρμόδιου υπουργείου; Ο Λευτέρης Καψάλης, επιστημονικός συνεργάτης της Εταιρείας Προστασίας Βιοποικιλότητας της Θράκης, μας εξηγεί ότι πρόκειται για την «τεκμηριωμένη πρόταση εννέα περιβαλλοντικών οργανώσεων, η οποία στάλθηκε στο υπουργείο ήδη από τον Οκτώβριο του 2023 και παραμένει αναπάντητη. Όπως επίσης και η μελέτη που ανακοίνωσε το υπουργείο Περιβάλλοντος, βάσει της οποίας θα καθόριζε τους όρους και τις προϋποθέσεις για τη συνέχιση της αδειοδότησης αιολικών σταθμών. Αυτή η μελέτη ολοκληρώθηκε από τον Ιούλιο του 2024 και από τότε παραμένει “στα συρτάρια” του υπουργείου, χωρίς να έχει καν κοινοποιηθεί στις αρμόδιες υπηρεσίες», όπως λέει.
Πράγματι, στις 26 Σεπτεμβρίου του 2023 ο τότε υπουργός Περιβάλλοντος, Θεόδωρος Σκυλακάκης, είχε ανακοινώσει ότι με εντολή δική του αναστέλλεται για περίοδο έως και ενός έτους η υλοποίηση έργων και εργασιών «οι οποίες, αν και είναι επιτρεπτές επεμβάσεις από τις διατάξεις της δασικής και λοιπής νομοθεσίας, είναι δυνατόν, λόγω της φύσης τους, να επιφέρουν δυσμενείς συνέπειες στην ευνόητα, πλέον, ευαίσθητη οικολογικά χλωρίδα και πανίδα της εν λόγω περιοχής, έως την ολοκλήρωση σχετικής μελέτης, που θα ανατεθεί άμεσα και θα διερευνήσει στοχευμένα το θέμα αυτό». Όπως υπογραμμιζόταν στην ίδια ανακοίνωση, «λόγω της πολύ μεγάλης έκτασης της συγκεκριμένης πυρκαγιάς, απαιτείται ιδιαίτερη πρόνοια σε ό,τι αφορά την προστασία της πανίδας και της χλωρίδας του συγκεκριμένου δασικού οικοσυστήματος. Κάτι που οδηγεί το ΥΠ.ΕΝ. να υιοθετήσει την (προβλεπόμενη και από το ευρωπαϊκό δίκαιο) αρχή της προφύλαξης στη συγκεκριμένη περίπτωση». Το ίδιο είχε ισχυριστεί ο τέως υπουργός απαντώντας στη Βουλή, στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού ελέγχου: ότι το τι μέλλει γενέσθαι όσον αφορά τη συνέχιση ή μη της περιβαλλοντικής αδειοδότησης στην περιοχή θα βασιστεί σε επιστημονική μελέτη που θα εκπονηθεί.
Η μελέτη αυτή ανατέθηκε από τον Οργανισμό Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής (ΟΦΥΠΕΚΑ), τον εποπτευόμενο φορέα του υπουργείου που έχει την ευθύνη διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών, στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κρήτης του Πανεπιστημίου Κρήτης. Όπως μας εξηγεί ο Λ. Καψάλης, η μελέτη «ολοκληρώθηκε τον Ιούλιο του 2024, προτείνοντας την αναστολή των αιολικών σταθμών (καθώς και άλλων έργων) στην καμένη έκταση και στις γειτονικές άκαυτες περιοχές, που όμως αποτελούν κατάλληλα ενδιαιτήματα για τα αρπακτικά πουλιά. Έως και σήμερα η μελέτη δεν έχει αναρτηθεί δημόσια και δεν έχει κοινοποιηθεί στις αρμόδιες υπηρεσίες που γνωμοδοτούν ή αποφασίζουν για την αδειοδότηση των αιολικών σταθμών».
Λίγο μετά την εξαγγελία του υπουργείου Περιβάλλοντος για την ετήσια αναστολή και την εκπόνηση επιστημονικής μελέτης που θα έβαζε το πλαίσιο για την οικονομική δραστηριότητα στον Έβρο είχε εκδοθεί εγκύκλιος της Γενικής Διεύθυνσης Δασών του υπουργείου με την οποία ζητούσε από τα αρμόδια δασαρχεία να γνωμοδοτούν αρνητικά στις Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων που αφορούν τις άδειες αιολικών σταθμών στην περιοχή.
Η αρνητική γνωμοδότηση των δασικών υπηρεσιών, όμως, δεν είναι δεσμευτική, όπως ούτε και η προφορική δέσμευση της πολιτικής ηγεσίας, η οποία δεν επαρκεί για να διασφαλιστεί η προστασία των ευαίσθητων περιοχών του Έβρου. Η αδειοδοτούσα αρχή είναι υποχρεωμένη να εξετάζει τους φακέλους έργων αποκλειστικά βάσει της κείμενης νομοθεσίας και όχι με βάση εξαγγελίες ή μη δεσμευτικά έγγραφα. Αυτό επισημάνθηκε και από εννέα περιβαλλοντικές οργανώσεις, που την ίδια περίοδο, στις 27 Οκτωβρίου του 2023, έστειλαν επείγουσα επιστολή στο ΥΠ.ΕΝ., στην οποία καταγράφονται συγκεκριμένες και τεκμηριωμένες προτάσεις για την ανάταξη και την προστασία των δασικών εκτάσεων που επλήγησαν από τις καταστροφικές πυρκαγιές.
Οι περιβαλλοντικές οργανώσεις αναγνώρισαν την εγκύκλιο της Γενικής Διεύθυνσης Δασών ως ένα θετικό βήμα προς την κατεύθυνση της προστασίας των πληγεισών περιοχών. Ωστόσο, εξέφρασαν επιφυλάξεις ως προς την επάρκειά της, επισημαίνοντας ότι η εγκύκλιος, αν και καλεί τις Δασικές Υπηρεσίες να αναστείλουν την έκδοση γνωμοδοτήσεων ή πράξεων για έργα ΑΠΕ, δεν συνιστά νομικά δεσμευτική απαγόρευση της αδειοδοτικής διαδικασίας: «Είναι, λοιπόν, κρίσιμης σημασίας να ληφθούν κατάλληλα και στοχευμένα νομοθετικά μέτρα που θα διασφαλίζουν ασφάλεια δικαίου τόσο για τους επενδυτές όσο και για τις αρμόδιες υπηρεσίες και όλους τους εμπλεκόμενους φορείς και θα συμβάλλουν ουσιαστικά και έμπρακτα στη διατήρηση και αποκατάσταση των προστατευτέων ειδών ορνιθοπανίδας και των ενδιαιτημάτων τους, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις της χώρας μας βάσει των οδηγιών 92/43/ΕΟΚ για τους οικοτόπους και 2009/147/ΕΕ για τα άγρια πτηνά», ανέφεραν χαρακτηριστικά στην επιστολή τους.
Οι οργανώσεις ζήτησαν από το αρμόδιο υπουργείο να αναστείλει με νομοθετική ρύθμιση για τουλάχιστον τρία χρόνια τα δυνητικά επιβλαβή έργα (όχι τα ωφέλιμα) και τις δραστηριότητες εντός των καμένων εκτάσεων και, ειδικότερα για τα έργα αιολικής ενέργειας, την αναστολή τους και στις παρακείμενες, κρίσιμες για τα πουλιά, περιοχές του Έβρου και της Ροδόπης.
Το θέμα έκτοτε παραμένει στάσιμο και «εν τω μεταξύ οι επενδυτές συνεχίζουν να σχεδιάζουν τα έργα τους και να συσσωρεύουν δεκάδες αιτήσεις για περιβαλλοντική αδειοδότηση, για τις οποίες η διοίκηση και οι αρμόδιες υπηρεσίες πρέπει να αποφανθούν, χωρίς όμως να έχουν καμία κατεύθυνση από το υπουργείο», αναφέρει ο Λ. Καψάλης και προσθέτει: «Χαιρετίζουμε αυτές τις πολύ θετικές για το φυσικό περιβάλλον του Έβρου αποφάσεις της Αποκεντρωμένης Διοίκησης και περιμένουμε ότι σύντομα θα πράξει το ίδιο και για τους υπόλοιπους 11 αιολικούς σταθμούς της δανέζικης εταιρείας για τους οποίους η διαδικασία της αδειοδότησης παραμένει ανοιχτή, καθώς και για αντίστοιχες αιτήσεις που ενδεχομένως θα υποβληθούν στο μέλλον. Ελπίζουμε πως στο μεταξύ θα κινητοποιηθεί το υπουργείο Περιβάλλοντος και δεν θα συνεχίσει να αφήνει τις αποκεντρωμένες υπηρεσίες να “βγάζουν το φίδι από την τρύπα” σε τόσο κρίσιμα ζητήματα!».
Κάποια από τα σχεδιαζόμενα αιολικά έργα προβλέπεται να εγκατασταθούν εντός Ζώνης Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ) του δικτύου Natura 2000. Οι ΖΕΠ αποτελούν περιοχές όπου, σύμφωνα με την ευρωπαϊκή και εθνική νομοθεσία, θα πρέπει να διασφαλίζεται η διατήρηση των ειδών της άγριας ορνιθοπανίδας και των οικοτόπων τους. Για τον καθορισμό των χρήσεων γης και των επιτρεπόμενων δραστηριοτήτων σε τέτοιες περιοχές απαιτείται η εκπόνηση Ειδικής Περιβαλλοντικής Μελέτης (ΕΠΜ) και στη συνέχεια η έκδοση σχετικού Προεδρικού Διατάγματος.
Παρότι η Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη για την περιοχή έχει εγκριθεί ήδη, το απαραίτητο Προεδρικό Διάταγμα που θα καθορίζει το νομικό καθεστώς προστασίας και τις επιτρεπόμενες χρήσεις δεν έχει εκδοθεί ακόμα. Οι άνθρωποι της Εταιρείας Προστασίας Βιοποικιλότητας της Θράκης εκτιμούν ότι ενδεχομένως «το θεσμικό αυτό κενό επιχειρείται να αξιοποιηθεί από ορισμένες εταιρείες, οι οποίες προχωρούν σε αιτήσεις για έργα ακόμη και εντός περιοχών που, με βάση το περιεχόμενο την ΕΠΜ, θα έπρεπε να τελούν υπό αυστηρό καθεστώς προστασίας».
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται από την οργάνωση, «η Αποκεντρωμένη Διοίκηση αποφάσισε να σταματήσει την προβληματική χωροθέτηση αιολικών σταθμών της συγκεκριμένης εταιρείας, η οποία αδιαφορεί για την καμένη έκταση και τις επιπτώσεις των αιολικών σταθμών στην αποκατάσταση των φυσικών οικοσυστημάτων. Η εταιρεία αδιαφορεί ακόμη και για την εγκεκριμένη Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη, καθώς πολλά από τα έργα της προτείνει να εγκατασταθούν εντός Ζωνών Προστασίας της Φύσης, στις οποίες δεν επιτρέπεται η εγκατάστασή τους».
Φέτος το καλοκαίρι η Εταιρεία Προστασίας Βιοποικιλότητας της Θράκης έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για 5 αιολικούς σταθμούς που σχεδιάζονταν στην καμένη περιοχή του Έβρου (2 αιολικοί σταθμοί) και στις γειτονικές άκαυτες περιοχές (3 αιολικοί σταθμοί). Μάλιστα, ένας από αυτούς σχεδιαζόταν ακριβώς πάνω σε έκταση στην οποία υλοποιείται έργο αναδάσωσης και στην οποία φυτεύτηκαν ήδη περίπου 48.000 δενδρύλλια. «Χαρακτηριστικό είναι ότι όλοι οι αιολικοί σταθμοί ανήκουν στην ίδια εταιρεία (τη δανέζικη European Wind Farms), η οποία σχεδιάζει συνολικά 217 ανεμογεννήτριες στον Έβρο, οι περισσότερες από τις οποίες έχουν υποβληθεί ήδη για περιβαλλοντική αδειοδότηση», αναφέρουν.
Το αιολικό δυναμικό στον Έβρο θεωρείται ιδιαίτερα ισχυρό, γεγονός που εξηγεί και το τεράστιο ενδιαφέρον για την κατασκευή ΑΣΠΗΕ στην περιοχή. Η έντονη παρουσία θερμικών ρευμάτων, που οφείλεται στο ανάγλυφο του τοπίου, αποτελεί βασικό κίνητρο για τους επενδυτές. Ωστόσο, τα ίδια αυτά ανοδικά ρεύματα αέρα είναι ζωτικής σημασίας για την επιβίωση και τις μετακινήσεις των μεγαλόσωμων αρπακτικών πουλιών, όπως ο μαυρόγυπας. Με τη βοήθεια αυτών των θερμικών ρευμάτων, τα αρπακτικά μπορούν και ανεβαίνουν σε ύψος χωρίς να καταναλώνουν ενέργεια στο φτερούγισμα, κάνοντας πιο εύκολη την αναζήτηση τροφής. Παράλληλα, μ’ αυτόν τον τρόπο μπορούν να διατηρούν την ενέργειά τους κατά την περίοδο της μετανάστευσης.