Ας το πούμε καθαρά: η σύλληψη των νεαρών στην Πάτρα παίχτηκε κυρίως, και από την πρώτη σχεδόν στιγμή, στα περίφημα φωτογραφικά στιγμιότυπα με την αποκάλυψη των προσώπων πάνω στο μηχανάκι. Το γεγονός δημιούργησε μια έκρηξη ενέργειας σε εκείνο το κομμάτι των σχολιαστών που είχε έλθει σε δύσκολη θέση τις προηγούμενες μέρες όταν ο κοινωνικός θυμός για τις μεγάλες καταστροφές -και ιδίως για τις πυρκαγιές στη Χίο και σε προάστια των Πατρών- στρεφόταν κατά των κυβερνητικών και κρατικών παραγόντων.
Οι φωτογραφίες των υπόπτων έγιναν δεκτές με ιαχές ανακούφισης μαζί βέβαια με ευχές ισοβίων δεσμών. Γιατί όμως; Νομίζω ότι αυτό έχει κυρίως να κάνει με ένα εικαζόμενο προφίλ και το στιλ των δυο νεαρών. Από την πρώτη στιγμή έγινε λόγος για αναρχικούς, κομμουνιστές, αντιεξουσιαστές και πάντως ανθρώπους που έδρασαν ως εμπρηστές για αποσταθεροποίηση της κυβέρνησης και βάσει σχεδίου. Συγχρόνως, το μελαχρινό των προσώπων και η «φτιαξιά» έδωσαν λαβη και σε εικασίες περί Ρομά, Πακιστανών ή άλλων «αλλοδαπών».
Εδώ κι εκεί διάβαζε κανείς σχόλια περί του κομμουνιστή δημάρχου και των τέκνων του, ως εάν ο Πελετίδης στην κορυφή και οι νεαροί με το μηχανάκι στη βάση (στα υπόγεια κατά κάποιο τρόπο) να συνέπραξαν ως δυο «δυνάμεις της ανωμαλίας» και του κακού. Η ρατσιστική, η κοινωνική και η ιδεολογική προκατάληψη έγιναν ένα φλογερό μίγμα έτοιμο να επαναλάβει τη ρητορική του 2008 περί σχεδίου αποσταθεροποίησης της χώρας.
Αν όμως η στάση των φιλοκυβερνητικών χώρων ήταν αυτή μιας τραβηγμένης από τα μαλλιά κατασκευής (για να περάσουν σε δεύτερη μοίρα τα πολιτικά ερωτήματα για το μέγεθος των καταστροφών και τις προετοιμασίες του κρατικού μηχανισμού), διακρίνω και μια αμήχανη στάση διανθισμένη με συνωμοσιολογία και σε χώρους της αριστερής αντιπολίτευσης
Στο μεταξύ, κι ενώ έχουν βγει τα ελληνικότατα επώνυμα των νεαρών και οι φήμες συνεχίζονται, δεν έχω δει ένα ρεπορτάζ που να πάει στις πηγές, να ενδιαφερθεί να μάθει για το περιβάλλον, να συλλέξει μαρτυρίες, κάτι έξω και πέρα από τις περιβόητες διαρροές της Αστυνομίας. Αναρωτιέμαι: από που προκύπτει το αναρχικό, πόσο μάλλον κάποιο ‘κομμουνιστικό’ προφίλ των συγκεκριμένων; Από ένα σκουλαρίκι, την είδηση για το χασίς και τα τσίπουρα, τα ρούχα που είναι αυτά που συναντάς σε πλήθος εικοσάρηδων σε πλατείες και δρόμους της χώρας; Κάπου είδα ότι ο ένας εικαζόμενος δράστης γράφει σε ένα προφίλ του τη λέξη freestyle. Το νόστιμο είναι πως οι επισπεύδοντες το διάβασαν free Palestine, πράγμα που εντάσσεται περίφημα στην πρωταρχική φαντασίωση (προσθέτοντας ένα επιπλέον «επιβαρυντικό» στοιχείο για την ταυτότητα του κακού).
Αν όμως η στάση των φιλοκυβερνητικών χώρων ήταν αυτή μιας τραβηγμένης από τα μαλλιά κατασκευής (για να περάσουν σε δεύτερη μοίρα τα πολιτικά ερωτήματα για το μέγεθος των καταστροφών και τις προετοιμασίες του κρατικού μηχανισμού), διακρίνω και μια αμήχανη στάση διανθισμένη με συνωμοσιολογία και σε χώρους της αριστερής αντιπολίτευσης. Απολύτως θεμιτά είναι τα ερωτήματα για την περίεργη φωτογραφία, την στιγμή που έγινε όλο αυτό, τα παραβιασμένα δικαιώματα αυτών που βγήκαν αμέσως τα πρόσωπά τους σε κοινή θέα.
Από την άλλη όμως δεν βρίσκω κανένα πρόβλημα στο να παραδεχτούμε μια άλλη πιθανότητα: ότι όντως κάποιος, έχοντας πιει μαύρο και τσίπουρα ή για λόγους ανεξιχνίαστους -και πάντως εκτός πολιτικού συλλογιστικού- μπορεί να βάλει μια φωτιά. Όπως μπορεί να σπάσει στο ξύλο τη σύντροφό του ή να ληστέψει μια κάβα (έτσι, για τη φάση) ή να κάνει κάτι ηλίθια αυτοκτονικό. Έφηβοι ή μεγαλύτεροι (τώρα πια η εφηβεία είναι συνθήκη που έχει επεκταθεί ως τα τριάντα) μπορεί να πράξουν αυτό που, με άλλους όρους, είναι ένα τεράστιο έγκλημα. Νομίζοντας ίσως ότι μια φωτιά θα μείνει περιορισμένη, αδιαφορώντας ή έχοντας θολή ιδέα για τις συνέπειες.
Μπορεί ένας τέτοιος λουμπενοποιημένος κόσμος να είναι «όργανο» άλλων δυνάμεων; Ενός παράλληλου Κράτους (όπως πιστεύει πολύς αριστερός κόσμος) ή ενός σκοτεινού αντιμητσοτακικού παρακράτους όπως λένε οι αντιδραστικοί του Κέντρου; Ιστορικά, άνθρωποι ευάλωτοι, εξαρτημένοι ή με διάφορες ποινικές εμπλοκές να τους απειλούν, έγιναν βαποράκια διαφόρων κέντρων και μηχανισμών. Μια τέτοια εκδοχή, ωστόσο, δεν μπορεί να γίνεται πρόσχημα να μην βλέπουμε το άλλο πρόβλημα. Και αυτό το πρόβλημα είναι ο μηδενισμός της καθημερινότητας, ένα στιλ ηθικής και συναισθηματικής απονέκρωσης και σκληρότητας που κερδίζει έδαφος. Μια βιαιότητα, μια σκαιότητα, ένας κυνισμός του «έτσι γιατί μπορώ». Μαζί με την πολύ εκτεταμένη και καθημερινή χρήση ουσιών, ακόμα και φτηνής (σε σχέση με το παρελθόν) κοκαΐνης και ένα σωρό συνθετικών.
Το έχω ξαναγράψει: η επέκταση μορφών «ήπιας» βαναυσότητας και καταστροφισμού είναι κάτι που πολλοί στους ριζοσπαστικούς και αριστερούς χώρους δεν θέλουν ακόμα να παραδεχτούν. Θεωρείται ηθικός πανικός ή συκοφάντηση της νεολαίας. Λες και η διαβρωτική επίδραση μιας ατομικιστικής αντικοινωνικότητας δεν είναι σοβαρό πρόβλημα για κάθε πολιτική της χειραφέτησης. Ή σαν να υπάρχουν αγιοποιημένα υποκείμενα που δεν θα μπορούσαν ποτέ να κάψουν ή να σκοτώσουν, παρά μόνο ως ενεργούμενα.
Αν όμως η ιδεολογική πρεμούρα των φιλοκυβερνητικών είναι αστήρικτη και φαιδρή (αφού η συντριπτική πλειονότητα των αναρχικών και αριστερών χώρων έχει σαφή στάση υπεράσπισης των δασών και της φύσης, σε βαθμό που να θεωρούνται και «αντιαναπτυξιακοί»), η αμηχανία και η αδυναμία να μιλήσουμε για τις νέες λαϊκές επικράτειες του μηδενισμού και της κρίσης νοήματος είναι και αυτή ανησυχητική.
Η εικόνα του «αληταρά» που φαίνεται να ανακουφίζει κάποιους, δεν υπάρχει κανένας λόγος να δημιουργεί αναστάτωση και αμηχανία σε όσους-ες θεωρούν (και σωστά) ότι οι βασικές ευθύνες για την κατάσταση της χώρας χρεώνονται στην πολιτική εξουσία και στους άλλους παράγοντες που αποφασίζουν για τους πόρους, τις υποδομές, τον προσανατολισμό των αναπτυξιακών έργων κλπ. Πέρα όμως από αυτά βρίσκει κανείς συμπεριφορές, στάσεις και «μικρές» ηθικές που επεκτείνουν τη βαρβαρότητα ή αντιθέτως καλλιεργούν ένα άλλο κοινωνικό ήθος. Η αντιπαράθεση με τον μικρό-μηδενισμό είναι μια υπόθεση βάθους που έχει τη δική της αυτοδύναμη αξία, παράλληλα με τον πολιτικό ανταγωνισμό και την αντιπολιτευτική κινητοποίηση.