Γρανίτα από εθνοκάθαρση

Από τη Νάκμπα στη νοσταλγία της ευρωκεντρικής αθωότητας – Γρανίτα από εθνοκάθαρση Facebook Twitter
Αραβικές οικογένειες εγκαταλείπουν τη Γιάφα, 1948.
0

Η παραθαλάσσια πόλη της Γιάφα (Jaffa), στα αραβικά Ιάφα (Yafa), ήταν κάποτε ένα από τα πιο σημαντικά πολιτισμικά και οικονομικά κέντρα της Παλαιστίνης με έναν αραβικό πληθυσμό που, πριν από το 1948, ανερχόταν στους 75.000 κατοίκους. Κατά τη Νάκμπα, η παραστρατιωτική Λέχι ανατίναξε με παγιδευμένο φορτηγό την περίφημη Seraya –το «Μεγάλο Σαράι» της τοπικής διοίκησης του Αραβικού Συμβουλίου– και λίγους μήνες αργότερα η ακροδεξιά Ιργκούν του Μεναχέμ Μπέγκιν (που μετά το ’48 ενσωματώθηκε στον IDF) εξαπέλυσε ευρεία βομβιστική επίθεση επί των άμαχων Αράβων της πόλης.

Ο φόβος για μια ενδεχόμενη επανάληψη της σφαγής του Ντέιρ Γιασίν που είχε συμβεί μόλις δύο εβδομάδες νωρίτερα (πάλι από την Ιργκούν) οδήγησε σε πανικό και ομαδική φυγή. Μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα οι μισοί κάτοικοι είχαν εγκαταλείψει τις εστίες τους με ό,τι μπορούσαν να κουβαλήσουν σε τρεις βαλίτσες, ενώ το αμέσως επόμενο διάστημα, άλλοι 20.000 έφυγαν με βάρκες και καΐκια – κατά τραγικά ειρωνικό τρόπο, το συγκεκριμένο κομμάτι του πληθυσμού κατέπλευσε στη Λωρίδα της Γάζας, αποτελώντας τους προγόνους κάποιων από τους σημερινούς μαρτυρικούς κατοίκους της.

Η δεκαετία του ’60 βλέπει τη Γιάφα να γίνεται ένα από τα ξέγνοιαστα διασκεδαστήρια του Τελ Αβίβ. Τα χαμηλά νοίκια έχουν φέρει φοιτητές και νεαρούς μποέμ και η πρόσφατη τραυματική ιστορία κρύβεται κάτω απ’ την απολιτίκ μοκέτα και τις ποπ αφίσες μιας νέας τουριστικής ανάπτυξης.

Στις 14 Μαΐου 1948 η πόλη πέφτει στα χέρια της ισραηλινής Χαγκάνα που επί μέρες ληστεύει και βανδαλίζει τα χιλιάδες άδεια σπίτα και δημόσια κτίρια της Γιάφα. Οι 3.800 Άραβες που παρέμειναν στην πόλη συγκεντρώθηκαν διά της βίας στη γειτονιά-γκέτο του Ατζάμι όπου και έζησαν υπό καθεστώς στρατιωτικού νόμου και αυστηρού διαχωρισμού πίσω από συρματοπλέγματα. Βάσει, δε, του διαβόητου Absentee Property Law (που αποτελεί θεμέλιο λίθο της εποικιστικής πολιτικής του νεοσύστατου τότε κράτους του Ισραήλ) σε κάθε σπίτι που έμεινε «άδειο» μετεγκαταστάθηκε σταδιακά κάποια εβραϊκή οικογένεια. Τα αραβικά και οθωμανικά κτίσματα της πόλης, τα θέατρα και οι κινηματογράφοι της είτε καταστράφηκαν είτε άλλαξαν ολοκληρωτικά χρήση, οι δρόμοι και οι πλατείες μετονομάστηκαν, οι μεγάλοι κήποι με τις περίφημες πορτοκαλιές αφέθηκαν στην τύχη τους. Μέχρι τα μέσα της επόμενης δεκαετίας, η Γιάφα είχε προσαρτηθεί πολεοδομικά στο ευρύτερο Τελ Αβίβ και είχε γίνει το λιμάνι και η παραλία του, με τις πρώην αραβικές της γειτονιές να έχουν πλέον φήμη φτωχικής και επικίνδυνης περιοχής.

Από τη Νάκμπα στη νοσταλγία της ευρωκεντρικής αθωότητας – Γρανίτα από εθνοκάθαρση Facebook Twitter
Τα ερείπια του Mamilla έξω από την Πύλη της Γιάφα, 1948.
Από τη Νάκμπα στη νοσταλγία της ευρωκεντρικής αθωότητας – Γρανίτα από εθνοκάθαρση Facebook Twitter
Αραβικές οικογένειες εγκαταλείπουν τη Γιάφα, 1948.

Η δεκαετία του ’60 βλέπει τη Γιάφα να γίνεται ένα από τα ξέγνοιαστα διασκεδαστήρια του Τελ Αβίβ. Τα χαμηλά νοίκια έχουν φέρει φοιτητές και νεαρούς μποέμ, και η πρόσφατη τραυματική ιστορία κρύβεται κάτω απ’ την απολιτίκ μοκέτα και τις ποπ αφίσες μιας νέας τουριστικής ανάπτυξης. Το «παλιό λιμάνι», κάποτε πνεύμονας της παλαιστινιακής εμπορικής δραστηριότητας, μετατρέπεται σε αναβαθμισμένο αξιοθέατο, το ιστορικό τζαμί της Μαχμουντίγια και ο Πύργος του Ρολογιού γίνονται τα καλοδιατηρημένα δείγματα κάποιου απροσδιόριστου εξωτικού παρελθόντος χωρίς καμία οργανική επαφή με τις κοινότητες που μέχρι πρόσφατα ζούσαν γύρω τους και τα χρησιμοποιούσαν, τα παμπάλαια εσπεριδοειδή ξεριζώνονται μαζικά ώστε να γίνει χώρος για πολυτελή ξενοδοχεία. Η Γιάφα προσλαμβάνει το λευκό αφηγηματικό χρώμα της ισραηλινής ριβιέρας, έξω από πολέμους, διωγμούς, τραγωδίες – και προσμείξεις.

Από τη Νάκμπα στη νοσταλγία της ευρωκεντρικής αθωότητας – Γρανίτα από εθνοκάθαρση Facebook Twitter
Η δεκαετία του ’60, το «παλιό λιμάνι» της Γιάφα, κάποτε πνεύμονας της παλαιστινιακής εμπορικής δραστηριότητας, μετατρέπεται σε αναβαθμισμένο αξιοθέατο. Φωτ.: Claude Jacoby/ullstein bild via Getty Images/Ideal Image

Άλμα στον χρόνο: 1978. Μια ηττημένη στο Βιετνάμ λευκή Αμερική κινείται σε παθολογικό mode νοσταλγίας για τα χρυσά ’50s, βλέποντας «Happy Days» και «Grease», μια εξιδανίκευση της αθώας εποχής πριν από «όλα αυτά», δηλαδή πριν από το ’68, πριν από την Κούβα και τα κινήματα του Τρίτου Κόσμου, πριν από το Civil Rights Movement και τον Μάλκολμ και το οριστικό τέλος του φυλετικού διαχωρισμού. Κλείνει τα αυτιά της και φωνάζει «λαλαλα» παρακολουθώντας Φόνζι, κι αυτός της αρκεί όσο περιμένει τον ριγκανισμό. Ο τελευταίος θα φέρει τη μετεξέλιξη του συγκεκριμένου είδους «teen movie» που θέλει τους εφήβους αιώνια κολλημένους στο 1956 και στον Έλβις Πρίσλεϊ και στα ντόνατς, προς ένα ακόμη πιο προβληματικό υπο-είδος επιτρεπτής μικροαστικής παρέκκλισης: την teen «σεξοκωμωδία». 

Και τι σχέση έχουν όλα αυτά με τη Γιάφα; Έχουν. Γιατί το 1978, τρία ολόκληρα χρόνια πριν από το πρώτο «Porky’s» (που εξιστορεί, ακριβώς, τις σεξο-περιπέτειες κάποιων λυκειακών all-american λούζερς που ψάχνουν να φασωθούν κάποτε στο 1954), η νέα Ριβιέρα του Τελ Αβίβ γίνεται το ντεκόρ της ταινίας-φαινόμενο του ισραηλινού σινεμά, της μεγαλύτερής του εμπορικής επιτυχίας όλων των εποχών, της «Γρανίτας από λεμόνι» («Lemon Popsicle»). Στην αφίσα διαβάζουμε ακριβώς αυτό: «I was only 17, she was only 16. It was summer, we were on the beach listening to Elvis and the moon was full. It was 1958…». Και ήταν στην ακτογραμμή της Γιάφα.

Παρακαλώ, κανένα πρόβλημα με το σεξ, κανένα πρόβλημα με την κωμωδία, με τη σεξοκωμωδία, τα «teen movies», τις παραλίες και τις γρανίτες. Θέλετε και Έλβις; Άντε, και τον Έλβις. Το θέμα είναι προφανώς η Γιάφα, η Παλαιστίνη, η εθνοκάθαρση και το σύστημα ιδεολογικών αναπαραστάσεων που την καθιστούν ταυτόχρονα προφανή και αόρατη. Δηλαδή χωνέψιμη. Ας τις δούμε λίγο.

Από τη Νάκμπα στη νοσταλγία της ευρωκεντρικής αθωότητας – Γρανίτα από εθνοκάθαρση Facebook Twitter
Στην αφίσα της ταινίας-φαινόμενο του ισραηλινού σινεμά, της μεγαλύτερής του εμπορικής επιτυχίας όλων των εποχών, της «Γρανίτας από λεμόνι», διαβάζουμε: «I was only 17, she was only 16. It was summer, we were on the beach listening to Elvis and the moon was full. It was 1958…». Και ήταν στην ακτογραμμή της Γιάφα.

Η ευρωκεντρική νοσταλγία του σκηνοθέτη Μπόαζ Ντάβιντσον είναι ήδη αξιοπερίεργη ΕΝΤΟΣ των εβραϊκών κοινοτήτων του Ισραήλ, καθώς η παρέα των τριών αγοριών (των Μπέντζι, Μπόμπι και Χιούι) είναι αποκλειστικά ασκεναζίτικη, δηλαδή ευρωπαϊκή – το μη ευρωπαϊκό εβραϊκό στοιχείο (Μισραχίτες, Σεφαραδίτες κ.ά.) απουσιάζει απ’ τo σενάριο, είτε στους πρωταγωνιστικούς ρόλους, είτε στους δεύτερους, είτε ενδυματολογικά, είτε συμπεριφορικά, είτε στο Τελ Αβίβ, είτε στην παραλία, είτε οπουδήποτε. Οι ρίζες των πρωταγωνιστών δεν αναφέρονται ποτέ ρητά, όμως η κλασική smart Sabra προφορά τους προδίδει τον κανονιστικό Ασκεναζίτη έφηβο της εποχής. Το σύμπαν της «Γρανίτας» είναι ομογενοποιημένα λευκό και «ξέγνοιαστο» ΩΣ λευκό κατά τα πρότυπα ακριβώς των «Happy Days», «Grease» και λοιπών υπερατλαντικών υποδειγμάτων. Τα κορίτσια που κυνηγάνε οι τρεις φίλοι είναι όλα καστανόξανθα, ο παγωτατζής, η ναυαγοσώστρια, οι πάντες· η δε μουσική της ταινίας κινείται σε συχνότητες Μπιλ Χάλεϊ / Πολ Άνκα / Μπόμπι Βίντον, παραβλέποντας τελείως τα μισραχίτικα «λαϊκά» που βασίλευαν τότε ως συλλογικό άκουσμα.

Ο μοναδικός χαρακτήρας που παρουσιάζει ίσως μη ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά, κάπως μεσανατολικά, ενδεχομένως μισραχίτικα με υπερβολικό μέικαπ και σπαστά εβραϊκά (η μητρική γλώσσα των Μισραχίμ είναι τα αραβικά), είναι η νυμφομανής sex worker Στέλλα (στο σενάριο: «Stella the whore») που αποπλανεί και τους τρεις φίλους – ένας χαρακτήρας-ορισμός των κατά Έντουαρντ Σαΐντ οριενταλιστικών στερεοτύπων περί σαγηνευτικών και ανήθικων γυναικών της Ανατολής. Κατά τα άλλα, όλα, τα έπιπλα, τα φαγητά, τα κουρέματα, τα πάρτι, οι γαλάζιες σχολικές στολές, είναι Δύση. Για «Άραβες» (δηλαδή για Παλαιστίνιους), προφανώς ούτε λόγος. Δεν υπάρχουν κι ούτε υπήρξαν ποτέ. Η περιγραφική ευρω-νοσταλγία της «Γρανίτας» δεν είναι ούτε ρομαντική ούτε τυχαία: είναι σκληροπυρηνικά αντιδραστική και εντάσσεται πλήρως στο νεο-αποικιακό αφήγημα του πολιτισμένου «προκεχωρημένου θύλακα». Και η αναφορά στα ισραηλινά ’50s ως μια εποχή αθωότητας (δηλαδή μια απλή ξεπατικωτούρα των αμερικανικών ’50s) δεν έχει τίποτα το ανώδυνο. Ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι οι ΗΠΑ πριν από το Βιετνάμ ήταν όντως μια πιο «αθώα» κοινωνία στην εικονογραφία της οποίας αυτές μπορούν να ανατρέχουν συμβολικά από καιρό σε καιρό ως έναν χαμένο παράδεισο, το αμαρτωλό «Βιετνάμ» του Ισραήλ είναι ακριβώς η Νάκμπα –η ίδια του η γενεσιουργός πράξη–, πράγμα που καθιστά κάθε αναπαράσταση του έτους 1958 σαν εποχή «ξεγνοιασιάς» μια καραμπινάτη έκφραση ιστορικού ρεβιζιονισμού.

«Lemon Popsicle» (1978) Trailer

Η Εβραιο-ιρακινή ιστορικός μετα-αποικιακών σπουδών Έλα Σοχάτ (Ella Shohat), στο εξαιρετικό της «Ο Σιωνισμός από την οπτική γωνία των εβραϊκών θυμάτων του» (1988), αφιερώνει μεγάλο μέρος της μελέτης της στη συντριβή του ανατολίτικου χαρακτήρα των γηγενών πληθυσμών της Παλαιστίνης μετά το ’48 –τόσο των Αράβων όσο και των Μισραχιτών Εβραίων– στις αναπαραστάσεις του λαϊκού ισραηλινού κινηματογράφου. Από το μιλιταριστικό «Hill 24 doesn’t answer» (1955) μέχρι την κλασική κωμωδία «Sallah Shabati» (1964), το ανατολίτικο στοιχείο σκιαγραφείται ως κάτι το αποκλειστικά προβληματικό, ιστορικά στάσιμο, μη αναμορφώσιμο και πολλές φορές βρόμικο ή συμβολικά μιαρό. Και πες ότι είναι «παλιά» αυτά. Σαν να λέμε παλιό καλό αντιδραστικό σινεμά τύπου Τζον Γουέιν. Το ’78 όμως δεν είναι «παλιό», αντιθέτως είναι πάρα πάρα πολύ μοντέρνο και αιρετικό στις αναπαραστάσεις του, αν αναλογιστεί κανείς την ασύλληπτη κινηματογραφική σοδειά του 1975-1980 τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη. Γι’ αυτό και η νοσταλγική «καθαρότητα» του Ντάβιντσον λειτουργεί σαν υποδόριος ιδεολογικός αναχρονισμός.

Από τη Νάκμπα στη νοσταλγία της ευρωκεντρικής αθωότητας – Γρανίτα από εθνοκάθαρση Facebook Twitter
Οι ρίζες των πρωταγωνιστών δεν αναφέρονται ποτέ ρητά, όμως η κλασική smart Sabra προφορά τους προδίδει τον κανονιστικό Ασκεναζίτη έφηβο της εποχής.

Η τρομερή εμπορική επιτυχία της «Γρανίτας» καταμαρτυρά μια συλλογική βούληση μυθοποίησης της πρώτης δεκαετίας του ισραηλινού κράτους ως μιας εποχής πολιτισμικής ενότητας και συνοχής. Αποφεύγοντας να περιγράψει έστω και ακροθιγώς τους Άραβες ή τους Μισραχίτες, όχι μόνο δεν αντιπαρέρχεται το ιστορικό πρόβλημα των διωγμών, αλλά άθελά της στοιχειοθετεί με έμφαση τον συστημικό ρατσισμό της εποχής στην οποία διαδραματίζεται (1958) και ταυτόχρονα τον θεωρεί απολύτως δικαιολογημένο κατά την εποχή που γυρίζεται (1978). Τα αποστειρωμένα και χαζοσέξι ’50s δεν είναι παρά ένα βαρύτατο cool-washing, με τη νοσταλγία ως πλυντήριο σκληρής και καταγεγραμμένης ιστορικής βίας.

Κι είναι αυτή ίσως η βουβή εκδίκηση της καταπατημένης Γιάφα. Ότι οι Παλαιστίνιοι είναι που ήπιαν την τελευταία κανονική λεμονάδα απ’ τα λεμόνια των δικών τους κήπων μια μέρα του ’48, πριν τους αφήσουν στους Ευρωπαίους που από γούστο προτίμησαν τις κατεψυγμένες γρανίτες.

Αρχαιολογία & Ιστορία
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

«Είμαι Ισραηλινός, κι αυτό λειτουργεί πια ως ετυμηγορία» 

Οπτική Γωνία / «Είμαι Ισραηλινός, κι αυτό λειτουργεί πια ως ετυμηγορία» 

Ο θεατρικός σκηνοθέτης Guy Ben-Aharon, που βρέθηκε πρόσφατα στην Αθήνα, γράφει στη LiFO για την απόρριψη που βιώνει τόσο στην πατρίδα του όσο και στο εξωτερικό ως Ισραηλινός που υποστηρίζει την ελευθερία της Παλαιστίνης. 
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Dr. Zeina Jallad: «Ονειρεύομαι ένα μέλλον όπου τη ζωή των παιδιών μας δεν θα την ορίζει το γεγονός ότι υποφέρουν αλλά ότι ευημερούν»

Οπτική Γωνία / Zeina Jallad: «Ονειρεύομαι έναν ουρανό χωρίς πυραύλους και drones»

Η διευθύντρια του Κέντρου Μελετών Παλαιστινιακής Γης και καθηγήτρια στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο της Βηρυτού μιλά στη LiFO για την αποτυχία του διεθνούς δικαίου και το «sumud» ως καθημερινή εξέγερση απέναντι στην εξόντωση.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
To μίσος για τους άλλους…

Οπτική Γωνία / To μίσος για τους άλλους

Για τους περισσότερους η αλήθεια δεν έχει ιδιαίτερη σημασία. Eίδαν κάπου μια εικόνα που εξυπηρετεί το προσωπικό τους αφήγημα, το οποίο συνήθως προσεγγίζεται με συναισθηματικούς όρους, όπου κυριαρχεί το μίσος, κι αυτό τους αρκεί.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΕΛΑΚΗΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Δεσποτόπουλος και το αθηναϊκό όνειρο του μοντερνισμού

Ιστορία μιας πόλης / Ο Δεσποτόπουλος και το αθηναϊκό όνειρο του μοντερνισμού

Από το Ωδείο Αθηνών έως τη Σουηδία της εξορίας, ο Ιωάννης Δεσποτόπουλος δεν υπήρξε μόνο ένας σπουδαίος αρχιτέκτονας, αλλά και ένας διανοούμενος που οραματίστηκε μια πιο δημοκρατική, λειτουργική και πολιτισμένη πόλη. Ποια είναι η παρακαταθήκη του στη σύγχρονη Ελλάδα; Η Αγιάτη Μπενάρδου μιλά με τον Λουκά Μπαρτατίλα.
ΑΓΙΑΤΗ ΜΠΕΝΑΡΔΟΥ
Τι σήμαινε να είσαι ψυχικά ασθενής στην αρχαία Αθήνα;

Ιστορία μιας πόλης / Τι σήμαινε να είσαι ψυχικά ασθενής στην αρχαία Αθήνα;

Πώς κατανοούσαν οι αρχαίοι Έλληνες την ψυχική ασθένεια; Ήταν θεϊκή τιμωρία, παθολογία του σώματος ή ένα υπαρξιακό βάρος που αποτυπωνόταν στη λογοτεχνία και στο θέατρο; Η Αγιάτη Μπενάρδου συνομιλεί με τον Γιώργο Καζαντζίδη, Αναπληρωτή Καθηγητή Λατινικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Πατρών, για τον τρόπο με τον οποίο η αρχαιοελληνική κοινωνία εξηγούσε, απεικόνιζε και αντιμετώπιζε τις ψυχικές διαταραχές.
ΑΓΙΑΤΗ ΜΠΕΝΑΡΔΟΥ
«Army of Lovers», όπως «Στρατός Εραστών»

Οθόνες / «Army of Lovers»: Μια ταινία για τα ζευγάρια εραστών του Ιερού Λόχου

Ο σκηνοθέτης Λευτέρης Χαρίτος εξηγεί πώς αποφάσισε να θίξει ένα θέμα που για αιώνες θεωρείται ταμπού: τις ερωτικές σχέσεις μεταξύ αντρών στην Αρχαία Ελλάδα, ακόμη και στο πεδίο της μάχης.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Μεταλλεία του Λαυρίου: Ένα συναρπαστικό κεφάλαιο της ιστορίας του Λεκανοπεδίου

Ιστορία μιας πόλης / Μεταλλεία του Λαυρίου: Ένα συναρπαστικό κεφάλαιο της ιστορίας του Λεκανοπεδίου

Κάτω από την επιφάνεια της Λαυρεωτικής κρύβεται ένας λαβύρινθος από υπόγειες στοές και μυστικά που συνδέονται με τη δύναμη της αρχαίας Αθήνας. Η Αγιάτη Μπενάρδου συζητά με τον γεωλόγο Μάρκο Βαξεβανόπουλο.
ΑΓΙΑΤΗ ΜΠΕΝΑΡΔΟΥ
Η Αθήνα της Μαρίας Κάλλας: Η πόλη που την πλήγωσε αλλά και τη διαμόρφωσε

Ιστορία μιας πόλης / Η Αθήνα της Κάλλας: Η πόλη που την πλήγωσε αλλά και τη διαμόρφωσε

Ποιος ήταν ο δεσμός της Μαρίας Κάλλας με την Αθήνα; Η Αγιάτη Μπενάρδου συνομιλεί με τον Βασίλη Λούρα, δημιουργό του ντοκιμαντέρ «Μαίρη, Μαριάννα, Μαρία: Τα άγνωστα ελληνικά χρόνια της Κάλλας».
ΑΓΙΑΤΗ ΜΠΕΝΑΡΔΟΥ
Στα άδυτα του Γεντί Κουλέ με τα άνθη του κακού

Αρχαιολογία & Ιστορία / «Είμαστε στον τάφο βρε παιδιά, θέλετε να μπούμε ακόμη βαθύτερα;»

Τον Οκτώβρη του 1933, ο αστυνομικός ρεπόρτερ της εφημερίδας «Ακρόπολις», Ε. Θωμόπουλος, επισκέφθηκε τις φυλακές του Γεντί Κουλέ στη Θεσσαλονίκη, περιηγήθηκε στο εσωτερικό τους και μίλησε με κατάδικους και μελλοθάνατους.
ΤΑΣΟΣ ΘΕΟΦΙΛΟΥ
ΔΟΥΝΕΙΚΑ

Ρεπορτάζ / Σκάνδαλο παιδεραστίας στα Δουνέικα: Το αποκρουστικό πρόσωπο της «αγίας» ελληνικής κοινωνίας

Η υπόθεση παιδεραστίας στα Δουνέικα, ένα χωριό 900 κατοίκων κοντά στην Αμαλιάδα, τη δεκαετία του ’80, φέρνει στο φως όχι μόνο τα φρικιαστικά εγκλήματα «ευυπόληπτων πολιτών», αλλά και τη συνωμοσία της σιωπής και την υποκρισία που επικρατεί σε κλειστές κοινωνίες.
ΝΙΚΟΣ ΤΣΕΦΛΙΟΣ
Διάλογος Μηλίων-Αθηναίων: Μαθήματα εξωτερικής πολιτικής από το 416 π.Χ

Ιστορία μιας πόλης / Διάλογος Μηλίων-Αθηναίων: Μαθήματα εξωτερικής πολιτικής από το 416 π.Χ

Γιατί ο Διάλογος Μηλίων και Αθηναίων είναι τόσος σημαντικός για το έργο του Θουκυδίδη; Ποια ήταν η αθηναϊκή αντίληψη για τη δύναμη και τη δικαιοσύνη; Η Αγιάτη Μπενάρδου συνομιλεί με τον Σπύρο Ράγκο, καθηγητή αρχαίας ελληνικής φιλολογίας και φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Πατρών, για όσα αποκαλυπτικά μάς λέει ακόμα και σήμερα ο διάλογος.
ΑΓΙΑΤΗ ΜΠΕΝΑΡΔΟΥ
Η μοναχική διαδρομή του πρώτου Ευρωπαίου φιλέλληνα

Αρχαιολογία & Ιστορία / Ο πρώτος Ευρωπαίος φιλέλληνας και η άγνωστη ιστορία του

Ο Γερμανός ιστορικός Μαρτίνος Κρούσιος πέρασε το μεγαλύτερο μέρος του 16ου αιώνα μελετώντας την Ελλάδα της οθωμανικής κατοχής –τη γλώσσα, τα έθιμα, τα ρούχα, τα τραγούδια– χωρίς να φύγει ποτέ από την πατρίδα του.
THE LIFO TEAM
Η Αθήνα της Πηνελόπης Δέλτα

Ιστορία μιας πόλης / Η Αθήνα της Πηνελόπης Δέλτα

Ποια είναι η σημασία του μυθιστορήματος «Οι Ρωμιοπούλες»; Με ποιο τρόπο αποτυπώθηκε η Αθήνα στη ζωή και το έργο της Πηνελόπης Δέλτα; Η Αγιάτη Μπενάρδου συνομιλεί με τον ιστορικό Τάσο Σακελλαρόπουλο, υπεύθυνο των Ιστορικών Αρχείων του Μουσείου Μπενάκη, για τη σχέση της συγγραφέως με την πόλη που τη σημάδεψε.
ΑΓΙΑΤΗ ΜΠΕΝΑΡΔΟΥ
Μια επίσκεψη στο Ψυχιατρείο Θεσσαλονίκης το 1932 / «Γέλια καμπάνιζαν σαν καγχασμοί του Σατανά!» / Φρίκη και ανθρώπινα ράκη στο Ψυχιατρείο Θεσσαλονίκης το 1932

Αρχαιολογία & Ιστορία / «Γέλια καμπάνιζαν σαν καγχασμοί του Σατανά!»: Στο Ψυχιατρείο Θεσσαλονίκης το 1932

Τα dirty '30s & late '20s «ακολουθούν» τον δημοσιογράφο Χρήστο Εμ. Αγγελομάτη στο Ψυχιατρείο Θεσσαλονίκης το 1932 και διασώζουν εικόνες αποτροπιασμού που δύσκολα περιγράφονται. Παρά «τις άναρθρες κραυγές» και «τα στριγκά ξεφωνητά» που άκουσε στην είσοδο, ο ρεπόρτερ πέρασε την πύλη. Τι αντίκρισε;
DIRTY '30S & LATE '20S
Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Βιβλίο / Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Δεν υπάρχει μελέτη για τον ελληνικό εθνικισμό που να μην έχει αναφορές στο έργο της. Η επανακυκλοφορία του βιβλίου της «Το “Πρότυπο Βασίλειο” και η Μεγάλη Ιδέα» από τις εκδόσεις Νήσος συνιστά αναμφίβολα εκδοτικό γεγονός.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ποιον θεωρούσαν «άσχημο» στην αρχαία Αθήνα;

Ιστορία μιας πόλης / Υπήρχαν και «άσχημα» αγαλματίδια στην αρχαία Αθήνα

Μικρά αγαλματίδια ή γλυπτά λατρευτικού ή θρησκευτικού συνήθως χαρακτήρα, που απεικονίζουν ανθρώπινες ή ζωικές μορφές: τα ειδώλια. Είναι όλα oμοιόμορφα ή υπάρχουν και ενδιαφέρουσες, συχνά αναπάντεχες, διαφοροποιήσεις; H Αγιάτη Μπενάρδου συνομιλεί με την Αναστασία Μεϊντάνη.
ΑΓΙΑΤΗ ΜΠΕΝΑΡΔΟΥ
Η ιστορία του κούρου Αριστοδίκου που στάθηκε ορόσημο της ελληνικής τέχνης

Αρχαιολογία / Κούρος Αριστόδικος: Ένα άγαλμα ορόσημο στην αρχαία ελληνική Τέχνη

Το άγαλμα, λίγο μεγαλύτερο του φυσικού μεγέθους, έχει ύψος 1,95 μ., είναι σμιλεμένο σε παριανό μάρμαρο, χρονολογείται από τους μελετητές γύρω στα 510-500 π.Χ., αποτελεί το τελευταίο δείγμα της μεγάλης σειράς των αττικών κούρων και αποκαλύπτει ποιες ήταν οι ταφικές συνήθειες στην Αθήνα εκείνης της εποχής.
THE LIFO TEAM
Ποιοι ήταν οι μαυραγορίτες της Κατοχής και πώς λειτουργούσαν;

Ιστορία μιας πόλης / Ποιοι ήταν οι μαυραγορίτες της Κατοχής;

Πώς ήταν η καθημερινότητα στην Αθήνα της γερμανικής Κατοχής; Ποιες στρατηγικές ανέπτυξαν οι Αθηναίοι για να επιβιώσουν; Πώς και πού έβρισκαν τρόφιμα; Πώς επηρέασε η παρουσία των κατακτητών τις μετακινήσεις των κατοίκων της πόλης; H Αγιάτη Μπενάρδου συνομιλεί με τον Μενέλαο Χαραλαμπίδη για την καθημερινή ζωή στην κατοχική Αθήνα.
ΑΓΙΑΤΗ ΜΠΕΝΑΡΔΟΥ