Ο ΛΟΦΟΣ ΠΑΤΑΤΣΟΥ με το ομώνυμο πάρκο και απέναντι το μικρό δάσος στα Τουρκοβούνια εφάπτεται σε μία από τις πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές του Λεκανοπεδίου. Οι δύο αυτοί χώροι πρασίνου, που θα έπρεπε να δίνουν γερές ανάσες στην Κυψέλη αλλά και σε όλη την πόλη, έχουν εγκαταλειφθεί.
Το Πάρκο Πατάτσου, που κάποτε υπήρξε χώρος αναψυχής και δροσιάς, έχει μετατραπεί σε πεδίο μαρασμού. Τα λίγα δέντρα που φύτεψε ο δήμος Αθηναίων τον περασμένο Δεκέμβριο δεν ποτίστηκαν ποτέ και οι κάτοικοι μέρα με τη μέρα τα βλέπουν να ξεραίνονται.
Δίπλα, το δάσος των Τουρκοβουνίων μένει χωρίς φροντίδα και ξεκάθαρη διαχειριστική ευθύνη, μια που ο δήμος Αθηναίων και η Περιφέρεια Αττικής διαφωνούν για το ποια από τις δύο αρχές έχει την αρμοδιότητα για την εποπτεία και τη διαχείριση του χώρου. Όσο η αρμοδιότητα αναζητείται, οι δύο χώροι πρασίνου αργοπεθαίνουν.
«Δεν εμφανίζονται πια γονείς με μικρά παιδιά στο πάρκο Πατάτσου. Γιατί δεν είναι δυνατόν να παίζουν πάνω σε αποτσίγαρα και περιττώματα σκύλων, σκουπίδια, σπασμένα γυαλιά, κουτάκια από μπίρες και πλαστικά μπουκάλια. Σημειωτέον, δεν έχει προβλεφθεί κάδος ανακύκλωσης γι' αυτά».
Για τα «μελλοθάνατα δενδρύλλια και τα δύο εγκαταλελειμμένα πάρκα», όπως τα αποκαλεί, έχει κινητοποιηθεί ο Θάνος Βλαστός, ομότιμος καθηγητής του ΕΜΠ, δημιουργός της Μονάδας Βιώσιμης Κινητικότητας και κάτοικος της περιοχής. Πριν από λίγες μέρες ο Χάρης Δούκας, δήμαρχος Αθηναίων, και ο Νίκος Χαρδαλιάς, περιφερειάρχης Αττικής, καθώς και συνεργάτες τους έλαβαν επιστολή από τον καθηγητή Βλαστό, ο οποίος ευελπιστεί ότι μπορεί να βγει κάποια άκρη για να σταματήσει το σερί της εγκατάλειψης.

ομότιμος καθηγητής του ΕΜΠ, δημιουργός της Μονάδας Βιώσιμης Κινητικότητας και κάτοικος της περιοχής
Μιλώντας στη LiFO, ο κ. Βλαστός αναδεικνύει τις συνέπειες αυτής της εγκατάλειψης, καταγράφει την κατάσταση των χώρων αυτών και απευθύνει ένα ανοιχτό κάλεσμα για επαγρύπνηση, υπευθυνότητα και άμεση δράση.
Λόφος Πατάτσου: Ένα πάρκο σε απόλυτη παρακμή
«Η θέση του πάρκου, ανάμεσα στα Τουρκοβούνια και σε μια από τις πιο πυκνοκατοικημένες και κατακτημένες από αυτοκίνητα περιοχές του λεκανοπεδίου, συνεπάγεται ότι οι κάτοικοί της προσφεύγουν σε αυτό, ελπίζοντας εκεί, στα όρια του αστικού ιστού, να παίρνουν μια πρώτη ανάσα», λέει ο κ. Βλαστός. Πράγματι, όπως μας εξηγεί, «γι' αυτόν τον σκοπό, πριν από κάποιες δεκαετίες έγιναν πολύ σημαντικά έργα διαμόρφωσης, με μονοπάτια, πεζούλες, πλακοστρώσεις, φωτισμό, πλούσιο αρδευτικό δίκτυο, παγκάκια, παιδική χαρά. Υπήρχε και φύλακας».
Το πάρκο όμως στη συνέχεια εγκαταλείφθηκε: «Δεν υπάρχει πια φύλακας, δεν έχει απομείνει το παραμικρό ίχνος από την παιδική χαρά, τα παγκάκια κλέβονται μπροστά στα μάτια αδιάφορων επισκεπτών, που δεν αντιδρούν».

Όσο για την εικόνα του πρασίνου, είναι ένα τοπίο που αργοπεθαίνει: «Το σύστημα άρδευσης καταστράφηκε, δεν υπάρχει ούτε μία βρύση, το πράσινο δεν το φροντίζει κανείς. Μόνο μια χαμηλή άγρια βλάστηση αναπτύσσεται για λίγους μήνες, μέχρι να ζεστάνει ο καιρός και να ξεραθεί. Πολλά δέντρα είναι νεκρά. Ο καθαρισμός περιορίζεται, αραιά και πού, σε δεκάλεπτες εμφανίσεις υπαλλήλων του δήμου, μόνο για την αφαίρεση από τους κάδους όσων σκουπιδιών ρίχτηκαν σε αυτούς, και όχι των υπολοίπων που πετάχτηκαν κάτω», αναφέρει.
Ας είναι καλά οι εθελοντές περίοικοι, μας λέει ο κ. Βλαστός, που έχουν αναλάβει να μαζεύουν ό,τι μπορούν. Ωστόσο, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των πολιτών που κατοικούν στην περιοχή, το πάρκο για πολλούς είναι αδιάβατο: «Πέτρες είναι σκόρπιες παντού, δυσκολεύοντας το περπάτημα, ενώ για τους ηλικιωμένους το αποκλείουν. Μερικοί στήνουν με πρόχειρα υλικά μικρές παράγκες για προστασία από τη βροχή, τον αέρα, τον ήλιο και τα αδιάκριτα βλέμματα. Υπάρχει ακόμη και ένα εγκαταλελειμμένο σπίτι που καλύπτει μέρος του πάρκου», λέει.
Ένα πάρκο που το αποφεύγουν όλοι
Ο ομ. καθηγητής μάς εξηγεί ότι μετά την εγκατάλειψη ήταν επόμενο να ακολουθήσουν ανάλογες αλλαγές και στους επισκέπτες. Δεν εμφανίζονται πια γονείς με μικρά παιδιά. Γιατί δεν είναι δυνατόν να παίζουν πάνω σε αποτσίγαρα και περιττώματα σκύλων, σκουπίδια, σπασμένα γυαλιά, κουτάκια από μπίρες και πλαστικά μπουκάλια. Σημειωτέον, δεν έχει προβλεφθεί κάδος ανακύκλωσης για αυτά. Για να έρχονται τα μωρά στο πάρκο θα έπρεπε, εξάλλου, τα καροτσάκια να κυλούν, όμως το έδαφος κάθε άλλο παρά ομαλό είναι. Αυτό αφορά φυσικά και τα αναπηρικά αμαξίδια», αναφέρει.
Κρίνοντας την κατάσταση με την επιστημονική ματιά του συγκοινωνιολόγου, ο κ. Βλαστός μάς εξηγεί πως το πρόβλημα δεν είναι μόνο η κίνηση μέσα στο πάρκο αλλά και η κίνηση για την προσπέλασή του από τη γύρω περιοχή. «Οι κάτοικοι αποφεύγουν τον κανονικό δρόμο εισόδου, τη Χαρ. Μούσκου, γιατί από δρόμος γειτονιάς έχει μετατραπεί σε “αρτηρία υπερτοπικής κυκλοφορίας”. Τα πεζοδρόμια είναι πολύ στενά, ωστόσο δεν διστάζουν διάφοροι να τα στενεύουν ακόμη περισσότερο, με εμπόδια κάθε είδους. Δεν είναι ούτε συνεχή, διότι υπάρχουν τμήματα χωρίς καθόλου πεζοδρόμιο, εκεί όπου κάποια παρακείμενη οικοδομή έχει επεκταθεί και εκτός οικοπέδου. Όσοι περπατούν σ’ αυτό το σημείο, κατεβαίνουν στο οδόστρωμα νιώθοντας σύριζα δίπλα τους τα αυτοκίνητα. Όταν έρχονται από μπροστά, προλαβαίνουν να καταφεύγουν στο κενό μεταξύ διαδοχικά παρκαρισμένων αυτοκινήτων. Όταν όμως έρχονται από πίσω... αυτό δεν διαφέρει από ρώσικη ρουλέτα», υποστηρίζει.
Τα δέντρα που φυτεύτηκαν και αφέθηκαν στην τύχη τους
Τον Δεκέμβρη του 2024 ο δήμος Αθηναίων «επεφύλαξε μια ευχάριστη έκπληξη στο πάρκο. Ένα συνεργείο του δήμου φύτεψε γύρω στα 20 δέντρα: πολλοί ήλπισαν ότι χάρη σ' αυτά θα δρομολογείτο και κάποια γενικότερη λύση για το μέχρι τότε ανύπαρκτο πότισμα», εξηγεί ο κ. Βλαστός. Ωστόσο, μας λέει ότι «δεν έπεσε ούτε μία σταγόνα, ούτε καν την πρώτη μέρα της φύτευσης. Τώρα τα περισσότερα δέντρα που φυτεύτηκαν έχουν ξεραθεί. Εννοείται ότι αν δεν ποτιστούν επειγόντως, οι θερμοκρασίες του καλοκαιριού θα τους δώσουν τη χαριστική βολή».
Και προσθέτει: «Ακούγεται η δικαιολογία ότι δεν επαρκούν οι υπάλληλοι στο πράσινο, στον καθαρισμό, στη φύλαξη, στο οτιδήποτε. Μα τότε γιατί τα φύτεψαν; Δεν το ήξεραν; Δεν είχε σκεφτεί ο δήμος προηγουμένως να τους μετρήσει; Νομίζουν κάποιοι στον δήμο ότι τους ζητήθηκε να παρουσιάσουν στους επισκέπτες το θέαμα του βασανιστικού και αργού θανάτου τους;», αναρωτιέται.

Τουρκοβούνια: Το ξεχασμένο δάσος στο νοτιοδυτικό τμήμα
Απέναντι από το πάρκο Πατάτσου, στην άλλη πλευρά του περιφερειακού, είναι τα Τουρκοβούνια. «Στο νοτιοδυτικό τμήμα τους υπάρχει ένα μικρό δάσος που αναπτύσσεται σε τόξο μήκους 600 περίπου μέτρων: δάσος στα όρια της Κυψέλης! Όσοι υποσχέθηκαν να κάνουν πιο πράσινη την Αθήνα, θα έπρεπε να το προσέχουν σαν τα μάτια τους. Ωστόσο δεν έγινε ποτέ εκεί κάποια διαμόρφωση, παρά μόνον, αρκετά παλιότερα, μερικά μονοπάτια με λίγα σκαλοπάτια εδώ και εκεί, τα οποία οδηγούν στην κορυφή, στον οικισμό Παπανδρέικα», μας εξηγεί ο κ. Βλαστός.
Δήμος και Περιφέρεια διαφωνούν ως προς το ποιος από τους δύο φορείς είναι αρμόδιος για τον χώρο. «Ούτε ο δήμος ούτε η Περιφέρεια θέλουν δικό τους τον χώρο», λέει ο καθηγητής. «Ο ένας δείχνει τον άλλο. Είναι γεγονός ότι δήμοι και περιφέρειες θεωρούν κάθε δέντρο μπελά. Ένα δάσος θα είναι γι' αυτούς ακόμη μεγαλύτερος, όμως ας ελπίσουμε πως κάποιοι θα αναγνωρίσουν ότι αποτελεί και μια μεγάλη πρόκληση. Αυτοί που αποφασίζουν, γνωρίζοντας τι θα σημαίνει αυτό για τους κατοίκους, για την εικόνα και το κύρος τους, ας επιλέξουν. Δεν μπορούν να διαχειριστούν τον χώρο; Αν ήταν της αρμοδιότητάς τους θα είχαν την ευκαιρία, αν όχι να αυξήσουν, τουλάχιστον, να σώσουν το πράσινο που έχει απομείνει. Από τις κεντρικές υποσχέσεις στα εκλογικά προγράμματα, ήταν να προστεθούν κι άλλα δέντρα. Δεν έχουν όμως υποχρέωση να κρατήσουν όρθια τα δέντρα που υπάρχουν και που με τραγικούς ρυθμούς πέφτουν νεκρά;», διερωτάται.
Όπως λέει, «αυτό που ενδιαφέρει τον κάτοικο είναι η πόλη του. Η Αθήνα χρειάζεται έργα. Αν κανείς δεν θέλει τον χώρο, τουλάχιστον ας τον μοιράσουν ή ας συνεργαστούν». Υποστηρίζει ότι για τον κάτοικο η πολιτεία είναι ενιαία: «Δεν τον απασχολεί το πώς είναι χωρισμένη η πόλη και η διοίκηση, ούτε το ποια είναι τα γεωγραφικά όρια και ποιες οι αρμοδιότητες κάθε διαχειριστικού φορέα. Ο κάτοικος διακρίνει ότι χρησιμοποιούν αυτές τις λογικές για να αποφεύγουν υποχρεώσεις. Ωστόσο, οφείλουν να τα βρουν. Απέναντι στην κλιματική κρίση και στις απειλές για την επιβίωση του πλανήτη, περιμένει να αναλάβουν τις ευθύνες τους».