Ο θρίαμβος του καλλιτέχνη επί της νομοτέλειας της φθοράς

«Τρεις ψηλές γυναίκες» του Έντουαρντ Άλμπι, στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, σε σκηνοθεσία Μπομπ Γουίλσον Facebook Twitter
Αξιοθαύμαστες αποδεικνύονται οι τρεις ηθοποιοί, η Ρένη Πιττακή, η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη και η Λουκία Μιχαλοπούλου, οι οποίες ενσαρκώνουν το γουιλσονικό όραμα με πρωτοφανή ακρίβεια, αμείωτη θέρμη και εκλεπτυσμένη πυγμή. Φωτ.: Julian Mommert
0

Τρεις γυναικείες μορφές προβάλλουν βυθισμένες στο φως της αυγής. Οι φιγούρες τους διαγράφονται ολοκάθαρα, έτσι όπως στέκονται ακίνητες με τα πομπώδη κρινολίνα και τις αφράτες κόμες τους, καθεμία σε διαφορετική απόχρωση του χάλκινου. Τα ολόλευκα πρόσωπα και η επίσημη ενδυμασία τους έρχονται σε πλήρη αντίθεση με τον ανέμελο ήχο των κυμάτων που σκάνε απαλά πίσω τους. Δεν μπορούμε να αποφανθούμε με βεβαιότητα: βρισκόμαστε «μέσα» ή «έξω»; Νερό δεν υπάρχει πουθενά, οι τρεις φιγούρες, όμως, θα μπορούσαν κάλλιστα να στέκονται στην ακροθαλασσιά. Κι αν είναι έτσι, τότε πώς δικαιολογείται τούτο το παράξενο, παραμορφωμένο ως προς τις αναλογίες του κρεβάτι που δεσπόζει στο βάθος της σκηνής;

Οι διαστάσεις του χώρου και του χρόνου τίθενται σε δοκιμασία από κάθε άποψη. Ούτε ακριβώς «μέσα» ούτε ακριβώς «έξω» αλλά σε αυτήν τη μεθόριο, όπου η συνειδητότητα εξατμίζεται, τα κραταιά τείχη του Εγώ γκρεμίζονται, οι αντιστάσεις κάμπτονται και το μυαλό παραδίδεται σε μια δίνη αναμνήσεων, συνομιλώντας με το πλήθος που κατοικεί εντός του. Ιστορίες παλιές, εικόνες θολές, σύζυγοι κι εραστές, η «μεγάλη» ζωή, η μικρή ψυχή, η επίθεση του γήρατος...

«Η πιο ευτυχισμένη στιγμή;» αναρωτιέται η μεσήλικη εκδοχή της ηρωίδας στο τέλος του έργου, για να απαντήσει πανηγυρικά στον εαυτό της: «Το τώρα! Πάντα το τώρα! Αυτή θα πρέπει να είναι η πιο ευτυχισμένη στιγμή».

Ποια είναι η σχέση των τριών γυναικών μεταξύ τους; Η ηλικιωμένη θυμάται, η μεσήλικη θυμώνει, η νεότερη αγωνιά. Σίγουρα, πάντως, μοιάζουν να γνωρίζονται καλά, έτσι όπως εκμυστηρεύονται η μία στην άλλη οικείες λεπτομέρειες της προσωπικής τους ζωής. Η μάνα-κέρβερος που παρακολουθούσε κάθε κίνηση, η άφιξη στη μεγαλούπολη, οι βραδινές έξοδοι με τυχάρπαστους νεαρούς, τα ποτά, τα χάδια, το σεξ της πρώτης φοράς, ο γάμος με τον πάμπλουτο κοντοστούπη, οι κοσμικές δεξιώσεις, τα ακριβά κοσμήματα, τα όμορφα άλογα, η απιστία, η παρακμή, η μοναξιά, το άγγιγμα του θανάτου. Όσο περισσότερο ακούμε την αναπόληση τους τόσο αντιλαμβανόμαστε ότι, επί της ουσίας, τίποτε από όλα αυτά δεν έχει σημασία: το περιεχόμενο των φράσεων, το νόημα των λεγομένων, αναιρείται στο σύμπαν του Μπομπ Γουίλσον.

Τη θέση του καταλαμβάνουν ο ρυθμός, το ύφος, το στυλ. Όλα είναι ζήτημα επιτάχυνσης και επιβράδυνσης, αναρριχήσεων και μεταπτώσεων, ολισθήσεων και επιστροφών, παύσεων και επανεκκινήσεων, άψογα ενορχηστρωμένων μοτίβων και ακολουθιών. Λέξεις, επιφωνήματα, ήχοι έκπληξης και θαυμασμού, γέλια μεγάλα και μικρά, ένα κελαρυστό ποτάμι παρασύρει το νόημα, το πνίγει, τοποθετώντας στη θέση του την αίσθηση του αδιάκοπου τιτιβίσματος, της συντονισμένης ροής, της ανόητης φλυαρίας που ξορκίζει κάθε υπαρξιακή μελαγχολία, ποδοπατά με χάρη κάθε αγωνία θανάτου, προχωρά απτόητη προς το τέλος, τραγουδώντας το πλεόνασμα της ύπαρξης έναντι του φυσικού είναι.

Έτσι έχουμε το εξής γοητευτικό παράδοξο ενώπιόν μας: σώματα ακινητοποιημένα που δονούνται από τους επιδέξιους στροβιλισμούς του χιούμορ, της ειρωνείας, της λεπτεπίλεπτης λεκτικής και κινησιολογικής ακροβασίας. Καμία αίσθηση ξεψυχίσματος και παραίτησης, πίκρας ή απόγνωσης δεν εκπέμπεται από αυτή την ενενενηντάχρονη γυναίκα, που μόλις υπέστη εγκεφαλικό.

Ο Γουίλσον αψηφά τον νατουραλισμό και την ψυχολογική «εμβάθυνση»: αντ’ αυτών, προτάσσει το θρόισμα των ταφταδένιων υφασμάτων, το λευκό μακιγιάζ, τις περίτεχνες κομμώσεις, το μειδίαμα της μαριονέτας, τη γεωμετρία των μορφών και των όγκων, τη μουσική επαναληπτικότητα των φράσεων, την εναρμόνιση των ήχων, των γραμμών, των χρωμάτων, τη γλυπτικότητα του φωτός, το τέλειο «κάδρο», τη μαγευτική και ακαταμάχητη εικαστική δύναμη του σκηνικού κόσμου που πλάθει ο Αμερικανός σκηνοθέτης εδώ και δεκαετίες, και, μάλιστα, στη δική μας περίπτωση, με ελάχιστα υλικά.

Αυτός είναι ο θρίαμβος του καλλιτέχνη –αλλά και του ανθρώπου– επί της νομοτέλειας της φθοράς και όλων των αρνητικών δυνάμεων που απειλούν να απομυζήσουν την καταφατικότητα της βούλησης, την ορμή της επιθυμίας, το σθένος της χαράς. Απέναντι στην προοπτική της βιολογικής αποσύνθεσης στέκεται η ζωογόνος δημιουργική σύνθεση, ο ρομαντισμός της φαντασίας, ο ειρμός του γέλιου, το κέφι της μεταμφίεσης, η επιλεκτική διαδικασία της σκέψης, το πνεύμα που μηχανεύεται, το σώμα που ορθώνει το ανάστημά του και διεκδικεί.   

«Τρεις ψηλές γυναίκες» του Έντουαρντ Άλμπι, στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, σε σκηνοθεσία Μπομπ Γουίλσον Facebook Twitter
Φωτ.: Julian Mommert

«Η πιο ευτυχισμένη στιγμή;» αναρωτιέται η μεσήλικη εκδοχή της ηρωίδας στο τέλος του έργου, για να απαντήσει πανηγυρικά στον εαυτό της: «Το τώρα! Πάντα το τώρα! Αυτή θα πρέπει να είναι η πιο ευτυχισμένη στιγμή». Και λίγο αργότερα –σε μια συμπύκνωση του χρόνου που μετατρέπει τις δεκαετίες σε δευτερόλεπτα, όπως ακριβώς συμβαίνει στο ιλιγγιώδες τοπίο της μνήμης μας– η ίδια γυναίκα, ενενήντα χρονών πλέον και ημιπαράλυτη, καθηλωμένη στο κρεβάτι της, θα συμφωνήσει απόλυτα με την προλαλήσασα: «Ναι. Λοιπόν. Αυτή είναι. Εσείς άλλωστε ρωτήσατε. Αυτή είναι η πιο ευτυχισμένη στιγμή. Όταν όλα έχουν τελειώσει. Όταν σταματάμε. Όταν μπορούμε να σταματήσουμε».

Το ένστικτο της ζωής αντιμάχεται το ένστικτο του θανάτου και ανακάμπτει με ανάλαφρο βηματισμό, στερεώνοντας εκ νέου την περούκα του στη θέση της. Ζητούμενο είναι να αποσπάσουμε από την επανάληψη τη διαφορά: κι αυτό ακριβώς καταφέρνει ο Γουίλσον αριστοτεχνικά. Ξανά και ξανά, ολόκληρη η παράσταση μοιάζει να επαναλαμβάνει τον εαυτό της, σε αέναους κύκλους. Κι όμως, ποτέ κανένα βλέμμα, καμία φράση, καμία κίνηση δεν επιφέρει το ίδιο αποτέλεσμα, την ίδια πανομοιότυπη αίσθηση. Αντιθέτως, στοιχειοθετεί συναρμοσμένα ένα σύμπλεγμα από παλμούς, περιστροφές, έλξεις, χορούς και ελιγμούς που αγγίζουν απευθείας τον νου, προτείνοντας έναν ρυθμό ύπαρξης, μια ατμόσφαιρα που μας κυριεύει και μας τροφοδοτεί λυτρωτικά.

Αξιοθαύμαστες αποδεικνύονται οι τρεις ηθοποιοί, η Ρένη Πιττακή, η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη και η Λουκία Μιχαλοπούλου, οι οποίες ενσαρκώνουν το γουιλσονικό όραμα με πρωτοφανή ακρίβεια, αμείωτη θέρμη και εκλεπτυσμένη πυγμή. Αδιάλειπτα σκαρφαλωμένες στην κορυφή των κυμάτων, με το σώμα τους σε καθηλωμένη εγρήγορση, όχι απλώς δεν λυγίζουν στιγμή αλλά αντιθέτως μεταδίδουν σπάνια υποκριτική ευφορία στον θεατή, αποδεικνύοντας ότι η ερμηνευτική σαγήνη μπορεί να εκδιπλωθεί ακόμη και μέσα στις πιο «ασφυκτικές» συνθήκες για τον ηθοποιό.  

Μοναδική παραφωνία της παράστασης, ο μαυροντυμένος νεαρός άνδρας που εμφανίζεται μεταξύ των δύο Πράξεων για να μας «εξηγήσει» εκ μέρους του συγγραφέα ότι το έργο αναφέρεται στη μητέρα του, ότι ποτέ δεν έμαθε πώς να είναι καλός γιος κ.ο.κ.: μια πραγματικά περιττή παρέμβαση-προσθήκη του σκηνοθέτη που υπονόμευσε, έστω φευγαλέα, τις αφαιρετικές προθέσεις του εγχειρήματος.

Δείτε εδώ περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

To νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Στο making of του Respublika: Στη Μαλακάσα φτιάχνουν μια μικρή πόλη

Respublika / Onassis Stegi / Στο making of του Respublika: Στη Μαλακάσα φτιάχνουν μια μικρή πόλη

Πώς στήνεται η τεράστια παραγωγή του Λούκας Τβαρκόβσκι, που παρουσιάζει η Στέγη στο Terra Vibe; Τι θα δούμε, τι θα βιώσουμε και γιατί η εξάωρη αυτή εμπειρία υπόσχεται να είναι μία από τις πιο ελεύθερες (και απελευθερωτικές) της ζωής μας.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
«Το πείραμά μας ήταν παρανοϊκό, αλλά μας έκανε να αισθανθούμε ελεύθεροι»

Respublika / Onassis Stegi / «Το πείραμά μας ήταν παρανοϊκό, αλλά μας έκανε να αισθανθούμε ελεύθεροι»

Ο Λούκας Τβαρκόβσκι περιγράφει όσα απροσδόκητα συνέβησαν ανάμεσα στα μέλη μιας κοινότητας ηθοποιών ώστε να προκύψει η εξάωρη παράσταση «Respublika», μια περφόρμανς που καταλήγει σε rave party, ξεκίνησε από τα δάση της Λιθουανίας και τη φέρνει η Στέγη στη Μαλακάσα.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Τόσκα

Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου 2024 / «Τόσκα»: Η ιστορία της θρυλικής όπερας του Πουτσίνι

Ανατρέχουμε στο παρασκήνιο και στα πρώτα ανεβάσματα της διάσημης όπερας του Τζάκομο Πουτσίνι, με αφορμή την παραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής που παρουσιάζεται στο Ηρώδειο, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Ιφιγένεια η εν Αυλίδι» στην Επίδαυρο: Η πρώτη συνάντηση του Τιμοφέι Κουλιάμπιν με τους ηθοποιούς

Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου 2024 / «Ιφιγένεια η εν Αυλίδι» στην Επίδαυρο: Η πρώτη συνάντηση του Τιμοφέι Κουλιάμπιν με τους ηθοποιούς

Ο σπουδαίος Ρώσος σκηνοθέτης βασίζεται σε μια σειρά ανατριχιαστικών γεγονότων του παρασκηνίου της εξουσίας και του πολέμου σε αντιστοιχία με τον αρχαίο μύθο της Ιφιγένειας και του Αγαμέμνονα και ετοιμάζει για την Επίδαυρο μια πολιτικά φορτισμένη παράσταση της «Ιφιγένειας εν Αυλίδι» του Ευριπίδη.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Κριστόφ Βαρλικόφσκι: «Διάλεξα το θέατρο για να εξαφανιστώ απ’ την κανονική ζωή»

Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου 2024 / Κριστόφ Βαρλικόφσκι: «Διάλεξα το θέατρο για να εξαφανιστώ απ’ την κανονική ζωή»

Ο κορυφαίος Πολωνός σκηνοθέτης ανοίγει το φετινό ξένο ρεπερτόριο της Πειραιώς 260 επιστρέφοντας στην Ελίζαμπεθ Κοστέλο, την αγαπημένη του λογοτεχνική ηρωίδα που δημιούργησε η πένα του νομπελίστα J.M. Coetzee, με τη συναρπαστική νέα παράσταση «Επτά μαθήματα και πέντε παραβολές».
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Το πρωτοποριακό θέατρο της Ιόλης Ανδρεάδη και του Άρη Ασπρούλη καθιερώνεται στη Νέα Υόρκη

Θέατρο / Το πρωτοποριακό θέατρο της Ιόλης Ανδρεάδη και του Άρη Ασπρούλη καθιερώνεται στη Νέα Υόρκη

Η LiFO ταξίδεψε στο Μανχάταν και παρακολούθησε από κοντά τη νέα παράσταση των Ελλήνων δημιουργών, οι οποίοι επέστρεψαν για πέμπτη συνεχή χρονιά στο φημισμένο The Tank Theater, δείχνοντας τον δρόμο για την ουσιαστική εξωστρέφεια του ελληνικού θεάτρου. Διακεκριμένοι Αμερικανοί που παρακολούθησαν την παράσταση περιγράφουν τις εντυπώσεις τους.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Η τραγική ιστορία του Βαγγέλη Γιακουμάκη γίνεται θεατρική παράσταση

Θέατρο / Η σοκαριστική ιστορία του Βαγγέλη Γιακουμάκη έγινε θεατρική παράσταση

Η παράσταση-ντοκουμέντο «801,5 μ.» βασίζεται στην υπόθεση του αδικοχαμένου φοιτητή της Γαλακτοκομικής Σχολής Ιωαννίνων και ανεβαίνει από το ΔΗΠΕΘΕ Ιωαννίνων στο Θέατρο Τζένη Καρέζη.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Η οδύνη που δεν εκλύεται

Θέατρο / Η οδύνη που δεν εκλύεται

Μέσα από μια πολυπρισματική θεατρική αφήγηση ο συγγραφέας του έργου «Το πιο όμορφο σώμα που έχει βρεθεί ποτέ σε αυτό το μέρος» επιχειρεί να αναδείξει το πολυσύνθετο τοπίο καταπίεσης και εκφοβισμού που οδηγεί σε ακραία φαινόμενα βίας.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Φωκάς Ευαγγελινός: «Με ζουρνάδες έχω μεγαλώσει, στις ντίσκο χόρευα επειδή χόρευαν γύρω μου»

Οι Αθηναίοι / Φωκάς Ευαγγελινός: «Με ζουρνάδες έχω μεγαλώσει, στις ντίσκο χόρευα»

Από τους πιο αγαπητούς χορευτές και χορογράφους της Ελλάδας, ο Φωκάς Ευαγγελινός αφηγείται την πορεία του από τις εποχές που η τέχνη του χορού δεν έχαιρε μεγάλης αναγνώρισης μέχρι σήμερα που -ευτυχώς- τα πράγματα έχουν αλλάξει πολύ.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ