Η σπουδαία περίπτωση του Χούλιο Κορτάσαρ

Η σπουδαία περίπτωση του Χούλιο Κορτάσαρ Facebook Twitter
Έχοντας μπροστά του διαρκώς σκηνές από τον Μπος αλλά και την κόλαση του Μπλέικ ‒πανταχού παρών και στα διηγήματά του‒, ο Αργεντινός δεν φοβάται να αφήσει, όπως ο Αντονέν Αρτό, στα χειρόγραφά του τα καψίματα με τσιγάρα εν είδει εξορκισμού.
0


ΑΡΚΕΙ ΜΙΑ ΜΟΝΟ ΠΕΤΡΑ για να κινηθεί το σύμπαν, αυτή που ο Ευριπίδης αποκαλούσε «μαγνητική» και ο κόσμος «ηράκλεια», μια πέτρα που μεταδίδει μαγνητική δύναμη στα πράγματα και τους χαρίζει κίνηση. Πρόκειται για τον λόγο που κινούνται τα όντα, σύμφωνα με έναν από τους πρώιμους διαλόγους του Πλάτωνα, τον Ίωνα, όταν ο φιλόσοφος ένιωθε ακόμα πάνω του ζεστή την ανάσα των ποιητών, των σοφιστών και αγαπούσε τις παραδοξότητες του Ηράκλειτου.

Αντίστοιχα, ο Κορτάσαρ, παίρνοντας δικαιωματικά την πέτρα που ξέρει ότι του κληροδότησε, αντί για τους πεσσούς, ο αγαπημένος του Ηράκλειτος, αποφασίζει να παίξει το δικό του κουτσό, «το παιχνίδι που παίζεται με μιαν αμάδα, που πρέπει να τη σπρώχνεις με τη μύτη του παπουτσιού. Υλικά: ένα πεζοδρόμιο, μια αμάδα, ένα παπούτσι κι ένα όμορφο σχεδιάγραμμα με κιμωλία, κατά προτίμηση ζωγραφιστή. Ψηλά είναι ο Ουρανός, χαμηλά η Γη, είναι πολύ δύσκολο να φτάσεις με την αμάδα στον Ουρανό, σχεδόν πάντα κάνεις λάθος στον υπολογισμό και η αμάδα βγαίνει έξω απ' το σχεδιάγραμμα», αλλά, από την άλλη, αρκεί η επιδεξιότητα στην ισορροπία ανάμεσα στο τίποτα και τον Ουρανό, στην τυχαιότητα και τη μοίρα, για να ανακαλύψεις το δικό σου «κιμπούτς του πάθους», ένα «χάος τσέπης» ή ένα ολάκερο δίχτυ από λέξεις που ήξερε να στήνει σαν ιστό αράχνης ο Αργεντινός συγγραφέας, περιπλέκοντας κεφάλαια και ιστορίες.

Δεν απαιτεί προηγούμενες γνώσεις και βεβαιότητες από τον αναγνώστη, αφού εδώ πατάσσονται η διαλεκτική, οι επιστήμες, η πολιτειολογία αλλά και η φιλοπαίγμονα διάθεση που επιτάσσει ένα παιχνίδι σαν το κουτσό. Τι άλλο είναι η γραφή, εξάλλου; Ένα ατέρμονο παιχνίδι και μια ανοιχτή περιπέτεια, μια υπόθεση όπου «οι χαρακτήρες υπερτερούν της πλοκής» και η έκφραση αντιπαρατίθεται στη μοίρα, χωρίς την «καταναγκαστική κράτηση στις διάφορες κλίμακες του δραματικού, του ψυχολογικού, του σατιρικού ή του πολιτικού».

Τι άλλο είναι η γραφή, εξάλλου; Ένα ατέρμονο παιχνίδι και μια ανοιχτή περιπέτεια, μια υπόθεση όπου «οι χαρακτήρες υπερτερούν της πλοκής» και η έκφραση αντιπαρατίθεται στη μοίρα, χωρίς την «καταναγκαστική κράτηση στις διάφορες κλίμακες του δραματικού, του ψυχολογικού, του σατιρικού ή του πολιτικού».

Είναι, επομένως, βασικό όχι μόνο να διαβάσεις το Κουτσό αλλά να αφεθείς στο παιχνίδι: στο μπρος πίσω της ανάγνωσης ‒από 73ο κεφάλαιο στο 1ο κ.ο.κ.‒ που προτείνει ο ίδιος ο συγγραφέας και όχι χωρίς λόγο, αφού το τελευταίο μέρος του μυθιστορήματος, το οποίο μπλέκεται, σύμφωνα με αυτή την παράδοξη ανάγνωση, με το πρώτο, ουσιαστικά συνιστά ένα τεράστιο υπερκείμενο στην κυρίως δράση, έναν διαρκή σχολιασμό του alter ego του Κορτάσαρ ‒εκτός από τον κεντρικό πρωταγωνιστή Ολιβέιρα‒, του επονομαζόμενου Μορελί, της περιπέτειας της γραφής, με ισχυρές ενδιάμεσες δόσεις από τα διαμάντια που στόλισαν το απέραντο έργο της έκφρασης (από αναφορές στον Μπέκετ και στον Σελίν μέχρι αποσπάσματα από Λόουρι και Καμπασέρες).

cover
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΗΝ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ:
​​​​​​Χούλιο Κορτάσαρ, Κουτσό, Μτφρ.: Αχιλλέας Κυριακίδης, εκδόσεις Opera

Στο εκπληκτικό Κουτσό που σκηνοθέτησε με δαιμονική μαεστρία ο Αργεντινός συγγραφέας, χτυπώντας τα όρια της γραφής στο πιο χαμηλό της υπογάστριο και στην πιο δαιμονισμένη της ονείρωξη, και που απέδωσε ιδανικά ο Αχιλλέας Κυριακίδης για τις εκδόσεις opera, αφουγκραζόμενος κάθε ικμάδα, ακόμα και παρενέργειας του λόγου, αναζητούνται ο προορισμός του πρωταγωνιστή και οι απαρχές της ίδιας της έκφρασης. «Για να γράφεις πρέπει να είσαι σίγουρος ότι έχεις ζήσει» ακούγεται σε μια κρίσιμη στιγμή, ωστόσο αυτό δεν γίνεται χωρίς δημιουργία.

Γι' αυτό ο πρωταγωνιστής Οράσιο Ολιβέιρα περιπλανιέται στους δρόμους του Παρισιού όχι σαν μοναχικός καταραμένος μπιτ, όπως πολλοί θα νόμιζαν, αλλά σαν ένας άλλος Γκαρθιλάσο ντε λα Βέγκα, ένας ξεπεσμένος κυνικός πρίγκιπας, μπαρόκ νεφεληγερέτης με τζαζ ακούσματα, με μεταφυσικού τύπου εμμονές και ονειρικές ικανότητες, αναζητώντας το ανώφελο της ομορφιάς είτε στον έρωτα είτε στη λογοτεχνία.

Δεν είναι καταραμένος, εφόσον επιστρέφει, μετά το Παρίσι, ως συνεπής Οδυσσέας στην αρχική πατρίδα, την Αργεντινή, ούτε μποέμ, όπως τα υπόλοιπα μέλη της Λέσχης του Φιδιού, στην οποία ανήκει αρχικά: γιατί απέναντι σε ένα Παρίσι, όπου «οι άνθρωποι κάνουν όλη την ώρα έρωτα και μετά τηγανίζουν αυγά και βάζουν δίσκους του Βιβάλντι», εκείνος βλέπει τις «σκουριασμένες άκρες από τους σωλήνες, τα πόδια των περιστεριών, τα σύρματα με τα οποία φτιάχνει γλυπτά», όπως εξομολογείται η αγαπημένη του Μάγα σε μία από τις πιο συγκλονιστικές σκηνές του βιβλίου.

Σε αντίθεση, όμως, με την ερωμένη του, Μάγα, που της αρέσει να δρα αυθόρμητα, αυτοσχεδιάζοντας, και όχι να στοχάζεται, ο Οράσιο Ολιβέιρα επιζητεί με κάθε παράδοξο τρόπο την πραγματική δημιουργία, αποκωδικοποιώντας σχολαστικά ως ιδανικός voyant ‒βλέπε Ρεμπό‒ κάθε απτή, φευγαλέα λεπτομέρεια: «Όπως κάτι όνειρα όπου στο περιθώριο ενός ασήμαντου συμβάντος μαντεύουμε ένα πιο βαρύ φορτίο που δεν καταφέρνουμε πάντα να αποκρυπτογραφήσουμε».

Τα όνειρα έχουν εδώ κεντρική σημασία, με τρόπο όχι φροϊδικό αλλά εντελώς αντίθετο, διαδραματίζοντας ενεργό ρόλο στην εξέλιξη της πλοκής και αποτελώντας ουσιαστικό μέρος της. Ίσως να πρόκειται για τον τρόπο που έχει ο Κορτάσαρ να δίνει σάρκα και οστά στη μεταφορά ή να γίνεται ο ιδανικός μύστης που ξέρει ότι το φανταστικό είναι το πλέον πραγματικό για τη λογοτεχνία.

Το βλέπουμε και στα παράδοξα, ονειρικά διηγήματα που περιλαμβάνονται στην εκπληκτική συλλογή Ποσό αγαπάμε την Γκλέντα ‒όπως η απίστευτη Ιστορία με αράχνες ή τα Αποκόμματα Τύπου‒, και πάλι από την οpera, με την υπογραφή του Κυριακίδη, ιστορίες που κλείνουν μοναδικά το μάτι στον Μπόρχες και στον Πόου και εναλλάσσουν τα όνειρα με τα πιο ακραία, βίαια πραγματικά γεγονότα. Αυτό το aegri somnia, στο οποίο άλλωστε εντρυφά ο Κορτάσαρ, με μανία, και πανηγυρικά, επαναφέροντας το ρομαντικό αλλά και γκοθ στοιχείο παλαιότερων συγγραφέων που παρέμεναν για χρόνια στο σκοτάδι, διαπερνά τον κορμό των ιστοριών, μετατρέποντας κάλλιστα τόσο τα διηγήματά του όσο και το Κουτσό σε ένα ολοζώντανο θρίλερ-περιπέτεια ανάκτησης του κόσμου της γραφής.

cover
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ:
Χούλιο Κορτάσαρ, Πόσο αγαπάμε την Γκλέντα, Μτφρ.: Αχιλλέας Κυριακίδης, εκδόσεις Opera

Κάτι που καταφέρνει, τελικά, φτάνοντας τα όρια της ανώφελης γι' αυτόν ομορφιάς και της αποτρόπαιης έκφρασης στα άκρα, θυμίζοντας αρκετά Μπολάνιο: χαρακτηριστική η σκηνή στο Κουτσό με τον θάνατο του μικρού Ροκαμαδούρ ‒απόδειξη ότι ο Κορτάσαρ ξεμπερδεύει από νωρίς με την αθωότητα‒, την εντελώς «βρόμικη» σκηνή της ερωτικής συνεύρεσης με την κλοσάρ αλλά και το εντελώς σαρκαστικό «φτύσιμο» της ομορφιάς μέσω του Φερλινγκέτι, παραφράζοντας τον Μποντλέρ: «Κι όμως έχω πλαγιάσει με την ομορφιά/ με τον δικό μου τρόπο τον αλλόκοτο/ κι είχα και μια-δυο ανεχόρταγες σκηνές μαζί της στο κρεβάτι μου/ κι έτσι χύθηκαν από μέσα μου ένα-δυο ποιήματα ακόμα/ πάνω στον κόσμο αυτόν που είναι σαν πίνακας του Μπος».

Έχοντας μπροστά του διαρκώς σκηνές από τον Μπος αλλά και την κόλαση του Μπλέικ ‒πανταχού παρών και στα διηγήματά του‒, ο Αργεντινός δεν φοβάται να αφήσει, όπως ο Αντονέν Αρτό, στα χειρόγραφά του τα καψίματα με τσιγάρα εν είδει εξορκισμού. Πόσο τον ευγνωμονούμε γι' αυτό, όπως και για το ότι μέσα από αυτή την αποδόμηση κατάφερε να φτάσει σε μια ελεατική συμφιλίωση που δεν έχουμε ξαναδεί στη λογοτεχνία:

«Τι ψάχνεις; Τι ψάχνεις; Επανάλαβέ το δεκαπέντε χιλιάδες φορές, σαν σφυριές στον τοίχο. Τι ψάχνεις; Τι είν' αυτή η συμφιλίωση, χωρίς την οποία η ζωή δεν θα 'ταν παρά μια κακόγουστη φάρσα; (...) Πρέπει να 'ναι κάτι έμφυτο, χωρίς να πρέπει να θυσιαστεί το μολύβι στο χρυσάφι, το σελοφάν στο κρύσταλλο, το λιγότερο στο περισσότερο: αντίθετα, το παράλογο απαιτεί το μολύβι ν' αξίζει όσο το χρυσάφι, το περισσότερο να εμπεριέχεται στο λιγότερο. Μια αλχημεία, μια μη ευκλείδεια γεωμετρία, μια up to date απροσδιοριστία για τις νοητικές λειτουργίες και τους καρπούς τους. Δεν πρόκειται για ανύψωση, αυτό το παλιό ιδεώδες που η Ιστορία το 'χει διαψεύσει, ένα σάπιο καρότο που δεν ξεγελά ούτε το γαϊδούρι: ούτε για τελειοποίηση, για επιρροή, για σωτηρία, για επιλογή, για ελεύθερη βούληση, για μετάβαση από το άλφα στο ωμέγα. Είσαι ήδη στο ωμέγα. Όλα είναι ήδη εκεί. Η πιστολιά είναι ακόμα στο πιστόλι: μόνο που εσύ, αντί να τραβήξεις τη σκανδάλη, κουνάς το χέρι για να σταματήσεις το λεωφορείο ή κάτι τέτοιο».

Κοίτα, απλώς ‒θα λέγαμε εμείς‒, πώς θα αντιδράσεις, στο χέρι σου είναι το μερικό, το τέλειο ή το άπαν. Αλλά «πάμε τώρα γιατί θα μας αμολήσουν κάνα κυνηγόσκυλο».

ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ «ΚΟΥΤΣΟ» ΕΔΩ

ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ «ΠΟΣΟ ΑΓΑΠΑΜΕ ΤΗΝ ΓΚΛΕΝΤΑ» ΕΔΩ

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO

 Το νέο τεύχος της LIFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΚΥΡΙΑΚΗ Τα (πολύτιμα) μαθήματα λογοτεχνίας του Κορτάσαρ

Βιβλίο / Τα (πολύτιμα) μαθήματα λογοτεχνίας του Κορτάσαρ

Μιλώντας στους φοιτητές του Πανεπιστήμιου του Μπέρκλεϊ στα «Μαθήματα Λογοτεχνίας», ο Χούλιο Κορτάσαρ αναζητά τις καταστατικές αρχές της λογοτεχνίας πάντα με μαύρο χιούμορ, ρυθμό και μπόλικες δόσεις ερωτισμού.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Βιβλίο / Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Ο Πέρσιβαλ Έβερετ έγραψε ένα άκρως επίκαιρο, δεδομένων των τελευταίων ημερών, βιβλίο, που ταυτόχρονα φιλοδοξεί να καταστεί κλασικό, για τον ρατσισμό και τη χαμένη ανθρωπιά, και κέρδισε το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας των ΗΠΑ και το Πούλιτζερ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη, κιθαρίστα και σκιτσογράφο Κώστα Μπέζο, που ξαναγράφει την ιστορία της Ελλάδας πριν από το 1940

Βιβλίο / «Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη Κώστα Μπέζο

Τη δεκαετία του ’30 άνθισε στην Ελλάδα ένα μουσικό είδος «διαφυγής» από τη σκληρή πραγματικότητα, οι χαβάγιες. Ο Κώστας Μπέζος, αινιγματική μορφή μέχρι πρόσφατα και σημαντικός ρεμπέτης και σκιτσογράφος, έγραψε μια ανείπωτη ιστορία, διαφορετική από αυτή που η επίσημη ιστορία έχει καταγράψει για την εποχή του Μεσοπολέμου.  
M. HULOT
Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Βιβλίο / Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Η Καταλανή συγγραφέας, που έχει εξελιχθεί σε σημείο αναφοράς της σύγχρονης queer λογοτεχνίας, μεταφράζεται παγκοσμίως και τη θαυμάζει ο Αλμοδόβαρ, μιλά στη LiFO για το τι σημαίνει να ζεις ελεύθερα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΠΕΞ Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Βιβλίο / Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Το πρώτο βιβλίο του Φάνη Παπαδημητρίου είναι μια συγκινητική εξομολόγηση για το ατύχημα στα 19 του που τον καθήλωσε σε αμαξίδιο, την πάλη του με τον τζόγο και τον αγώνα που έδωσε να ξαναφτιάξει τη ζωή του «μετά το τσουνάμι που ήρθε και τα σάρωσε όλα».
M. HULOT
«Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Το πίσω ράφι  / «Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Πιστή στην κλασική μορφή του μυθιστορήματος, αλλά ταυτόχρονα ανατρεπτική και μεταμοντέρνα, η καυστική σάτιρα του Τζόναθαν Κόου για τη βρετανική άρχουσα τάξη των αρχών της δεκαετίας του ’90 διαβάζεται μονορούφι.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
ΕΠΕΞ Γυναικείες φωνές από διαφορετικά μέρη του κόσμου

Βιβλίο / Από τη Μαλαισία μέχρι το Μεξικό: 5 νέα βιλία που αξίζει να διαβάσετε

5 συγγραφείς από διαφορετικά σημεία του πλανήτη χαράζουν νέους δρόμους στη λογοτεχνία. Ανάμεσά τους, η Τζόχα Αλχάρθι που κέρδισε το Booker και η βραβευμένη με Πούλιτζερ Κριστίνα Ριβέρα Γκάρσα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ποιοι ήταν οι αληθινοί «σκλάβοι» της ηδονής στην Αρχαία Ρώμη;

Αρχαιολογία / Ποιοι ήταν οι αληθινοί «σκλάβοι» της ηδονής στην Αρχαία Ρώμη;

Η διακεκριμένη ιστορικός Mary Beard στο βιβλίο της «Οι Ρωμαίοι Αυτοκράτορες. Οι ηγεμόνες του αρχαίου ρωμαϊκού κόσμου», παρουσιάζει τη ζωή και το έργο των αυτοκρατόρων μέσα από ανεκδοτολογικές αφηγήσεις και συναρπαστικές λεπτομέρειες, που θυμίζουν απολαυστικό μυθιστόρημα. Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα κεφάλαια εστιάζει στον ρόλο των δούλων, τόσο στην καθημερινή ζωή όσο και στη σεξουαλική ζωή των Ρωμαίων αυτοκρατόρων.
M. HULOT
Τα μικρά ανεξάρτητα βιβλιοπωλεία ενώνουν τις δυνάμεις τους

Βιβλίο / Τα μικρά ανεξάρτητα βιβλιοπωλεία ενώνουν τις δυνάμεις τους

Από την Αμοργό ως την Αλεξανδρούπολη και από την Ξάνθη ως τη Μυτιλήνη, τα μικρά βιβλιοπωλεία αποκτούν για πρώτη φορά συλλογική φωνή. Βιβλιοπώλες και βιβλιοπώλισσες αφηγούνται τις προσωπικές τους ιστορίες, αλλά και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Μικρή μου, ας τους αφήσουμε αυτούς τους κερατάδες τους καλόγερους»

Lifo Videos / «Μικρή μου, ας τους αφήσουμε αυτούς τους κερατάδες τους καλόγερους»

Η Αγλαΐα Παππά διαβάζει ένα απόσπασμα από τις βέβηλες και αμφιλεγόμενες «120 Μέρες των Σοδόμων» του Μαρκησίου ντε Σαντ, ένα βιβλίο αναγνωρισμένο πλέον ως αξεπέραστο λογοτεχνικό αριστούργημα και χαρακτηρισμένο ως «εθνικός θησαυρός» της Γαλλίας.
THE LIFO TEAM
Το «προπατορικό αμάρτημα» του Τζο Μπάιντεν

Βιβλίο / Ποιο ήταν το θανάσιμο σφάλμα του Τζο Μπάιντεν;

Ένα νέο βιβλίο για τον πρώην Πρόεδρο αποτελεί καταπέλτη τόσο για τον ίδιο όσο και για τη δουλοπρεπή κλίκα πιστών και μελών της οικογένειάς του, που έκαναν το παν για να συγκαλύψουν τον ραγδαίο εκφυλισμό της γνωστικής του ικανότητας.
THE LIFO TEAM
ΕΠΕΞ Συγγραφείς/ Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου

Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου / 8 Έλληνες συγγραφείς ξαναγράφουν τους μύθους και τις παραδόσεις

Η Λυσιστράτη ερμηνεύει τις ερωτικές σχέσεις του σήμερα, η Ιφιγένεια διαλογίζεται στην παραλία και μια Τρωαδίτισσα δούλα γίνεται πρωταγωνίστρια: 8 σύγχρονοι δημιουργοί, που συμμετέχουν με τα έργα τους στο φετινό Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, συνομιλούν με τα αρχαία κείμενα και συνδέουν το παρελθόν με επίκαιρα ζητήματα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τζούντιθ Μπάτλερ: «Θέλουμε να ζήσουμε με ανοιχτή ή με κλειστή καρδιά;»

Τζούντιθ Μπάτλερ / «Θέλουμε να ζήσουμε με ανοιχτή ή με κλειστή καρδιά;»

Μια κορυφαία προσωπικότητα της σύγχρονης παγκόσμιας διανόησης μιλά στη LiFO για τo «φάντασμα» της λεγόμενης ιδεολογίας του φύλου, για το όραμα μιας «ανοιχτόκαρδης κοινωνίας» και για τις εμπειρίες ζωής που της έμαθαν να είναι «ένας άνθρωπος ταπεινός και ταυτόχρονα θαρραλέος».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ