Πειραιάς: Το λίκνο της παλιάς μαγκιάς

Πειραιάς: Το λίκνο της παλιάς μαγκιάς Facebook Twitter
5

Δοκιμασμένος σε πολλά αφηγηματικά είδη –βιογραφία, μυθιστόρημα, διήγημα, δοκίμιο, θέατρο– ο Χαριτόπουλος αναδείχτηκε σε συγγραφέα που γνωρίζει από πρώτο χέρι πώς να αξιοποιήσει το υλικό του, πώς να καταστήσει το άμεσο βίωμά του κοινή υπόθεση και, κυρίως, να είναι «εκεί», στο γραπτό, όταν γράφει, και να είναι «αλλού» όταν διαβάζεται. Το Εκ Πειραιώς χαρακτηρίζεται από τον ίδιο μυθιστόρημα. Ουσιαστικά, βέβαια, έχουμε να κάνουμε με μια συναρπαστική περιγραφή του Πειραιά της δεκαετίας του ’50, την οποία βίωσε ο ίδιος και συνάμα, δίκην βιωματικού φροντιστηρίου, τον έπλασε ως άνθρωπο. Το βίωμα, όπως ξέρουμε, σπανίζει, ενώ αντίθετα τα βιβλία δίνουν την τελική μορφή στον άνθρωπο. Άνθρωπος με βαθύ ένστικτο, ο Χαριτόπουλος επινοεί την περσόνα ενός παιδιού (που ασφαλώς είναι ο ίδιος) και πασχίζει να αφηγηθεί τον κόσμο του λιμανιού και των περιχώρων, τόσο με παιδική όσο και με υπερώριμη ματιά.

Το τέχνασμα είναι βαρύτιμο γιατί η ζωή δεν βιώνεται από ένα μεταλλασσόμενο εγώ, αλλά από πολλά εγώ και εποχές, οπότε ο αφηγητήςεπιτυγχάνει κάτι τιμαλφές: μιλάει για το παιδί και για τον πειραιώτικο κόσμο όντας μάρτυρας και συνάμα απών. Άλλωστε, σημειώνοντας ότι η διαδρομή της αφήγησης καλύπτει την κρίσιμη εικοσαετία της νεότητας, ουσιαστικά ομολογεί ότι μόνο μετά τα εξήντα –όπου λίγο-πολύ βρίσκουμε όλοι ταβάνι– μπορεί κανείς να μιλήσει για τα νεανικά του χρόνια.

Για την οικογένεια δεν μιλάει ο αφηγητής. Όχι γιατί όλες οι οικογένειες λίγο-πολύ μοιάζουν, αλλά επειδή η διαφορά με τον έξω κόσμο είναι το βάλσαμο που σου αποκαλύπτει τον εαυτό σου. Από την πρώτη κιόλας σελίδα το οχτάχρονο κατεβαίνει –πρώτη φορά μόνο του–για να δει από πού έρχονται τα φέρετρα «με τα λείψανα των στρατιωτών που σκοτώθηκαν στην Κορέα». Ο δρόμος περνάει μέσα από τα Μανιάτικα, όπου συχνά βγαίνουν μαχαίρια. «Η μανιάτικη τιμή και υπόληψη απαιτεί αμείλικτη σοβαρότητα σε όλα γιατί είναι άντρες σοϊλίδες, πρίγκιπες του βυζαντινού θρόνου στην καταγωγή και το βαστάνε αιώνες τώρα, σαν πρίγκιπες φέρονται και το απαιτούν να τους φέρεσαι και ας μην έχουν δεύτερο παντελόνι να βάλουν. Τα αστεία και τα πειράγματα, ακόμα και μεταξύ φίλων ή συγγενών, είναι λίγα και μετρημένα, δεν ξέρεις πώς θα το πάρει ο άλλος, μια άστοχη κίνηση, μια παραπανίσια κουβέντα είναι αρκετή για να φάει η μούρη σου χώμα, όποιος και να ‘σαι, αφού είναι γνωστό πως “ο Μανιάτης νηστεύει την Παρασκευή το λάδι, αλλά τον λαδά τον σκοτώνει”».

Πειραιάς: Το λίκνο της παλιάς μαγκιάς Facebook Twitter
#quote#

Το τέχνασμα του Χαριτόπουλου είναι περίπλοκο: βάζει το παιδί στη θέση του παρόντος, μιλάει σαν μεγάλος, αλλά το παιδί συνεχίζει να είναι παιδί. Το λιμάνι, πάντως, είναι το βασίλειο των Μανιατών. Προτού να τελειώσει το δημοτικό, το παιδί θα προλάβει να κάνει τα τρία βασικά: να μπλέξει σε αληθινό καβγά με αίματα, να φιλήσει ένα κορίτσι και να δει τον Ολυμπιακό στη Μάντρα.

Θα πρέπει να θυμίσουμε ότι ο Πειραιάς δεν έμοιαζε με την Αθήνα. Επί Φραγκοκρατίας και Τουρκοκρατίας αναφέρεται ως Πόρτο Λεόνε και από τους Τούρκους ως Αρσλάν Λιμάν (λιμάνι του λιονταριού, το οποίο μετέφερε ο Μοροζίνι στη Βενετία). Ακόμα και κατά την Επανάσταση, η περιοχή ήταν περίπου ακατοίκητη και η ναυτιλιακή κίνηση περιορισμένη. Οι πρόσφυγες, εσωτερικού και εξωτερικού, κατέφθασαν μετά.

Με άλλα λόγια, μόνο πρόσφυγες είχε το λιμάνι και ο Περαίας φτωχολογιά που βρήκε τσίγκο ή κεραμίδι να σκεπάσει το κεφάλι της και να διεκδικήσει τα δικαιώματά της. Εξού και η αγριότητα και οι τσαμπουκάδες. Ο αδικημένος και φτωχός δεν ανέχεται καμιά αδικία. Παίρνει τον νόμο στα χέρια του γιατί δίκιο δεν βρίσκει.

Εκεί, άλλωστε, βρήκαν τρόπο να φωλιάσουν οι μάγκες. «Τα λίκνα της παλιάς μαγκιάς του Πειραιά ήταν τα αμαρτωλά στέκια της Λεύκας, οι τεκέδες της Δραπετσώνας και οι σπηλιές της Πειραϊκής. Στα τρία όρια, δηλαδή, της παλιάς πόλης πριν από τους Μικρασιάτες πρόσφυγες, ανατολικο-δυτικο-νότιο, βρήκαν καταφύγιο οι παραμεθόριοι, οι νταήδες, τα Μεγάλα Μαχαίρια και τα κάθε λογής αλάνια, μακριά από τα βλέμματα των νοικοκυραίων και του μπασκιναριού». Στου Παπαστράτου δουλεύουν πάνω από 3.000 εργάτες και οι εργοδότες έχουν φιλότιμο, πληρώνουν καλά μεροκάματα και νοιάζονται τους ανθρώπους τους. Αυτοί ξεκίνησαν το δώρο εορτών προπολεμικά (μηνιάτικο Χριστουγέννων) και συνέχισαν μετά τον πόλεμο (με μηνιάτικο του Πάσχα). Αυτοί έκαναν πράγματα ανήκουστα. Την πρώτη Παιδική Στέγη στην Αγία-Σοφία, κάθε χρόνο πάντρευαν είκοσι εργάτριες στην αυλή του εργοστασίου, καλύπτοντας όλα τα έξοδα.

Πειραιάς: Το λίκνο της παλιάς μαγκιάς Facebook Twitter

Γέννημα-θρέμμα Πειραιώτης, ο συγγραφέας δεν αφήνει ψίχα να πέσει κάτω. Μπορεί να έχει ιδιαίτερη αδυναμία (δηλαδή θαυμασμό) για τους μάγκες, τους Μανιάτες, τους νταϊλήδες, τους μαχαιροβγάλτες, τους νταβάδες, αλλά εκείνο που τον συνεπαίρνει είναι το σκληρό ήθος που δεν λογαριάζει τίποτα, γιατί δεν έχει τίποτε άλλο να περηφανευτεί: αν ενδώσει, χάθηκε. Εξίσου, όμως, με τα αντριλίκια τον συγκινούν και οι ζητιάνοι και οι μαυροφορεμένες που επινοούν δυστυχίες για να κλέψουν κάποιο πορτοφόλι. Κάποια ζητιάνα δείχνει τη φωτογραφία μιας ευτυχισμένης οικογένειας και οδύρεται ότι τους εσφαξαν οι κομμουνιστές, άλλος παριστάνει τον μουγγό και μοιράζει κάρτες που γράφουν ότι του έκοψαν στα «Σεπτεμβριανά» οι Τούρκοι τη γλώσσα. Να μην ξεχνάμε και τον αόμματο που κάποια βόμβα πήρε φως στην Αλβανία και στη θέση των ματιών έχει όντως δυο παγωμένους άσπρους βολβούς (που με ένα σκαμπίλι χωροφυλακίστικο οι κόρες των ματιών του επανέρχονται αυτομάτως). «Όλα μπορείς να τα δεις και να τα κάνεις στον Πειραιά, όλα έκτος από ένα, να κάνεις τον ζόρικο.

 

»Δεν υπήρξε πιο άγρια πόλη για πενήνταεξήντα χρόνια πριν από τον Δεύτερο Πόλεμο. Τα γκανγκστεριλίκια, τα πιστολίδια, τα μπουνίδια και τα μαχαιρώματα που βλέπουμε στις ταινίες, εκείνη την εποχή στον Πειραιά συνέβαιναν στην πραγματικότητα. Όλοι κουβάλαγαν πιστόλι, αν ήθελαν τη ζωή τους, ακόμα και οι νοικοκυραίοι κοιμόντουσαν με το όπλο κάτω απ’ το μαξιλάρι, και τις νύχτες ξέσπαγαν αληθινές μάχες μεταξύ συμμοριών, νταήδων, λαθρεμπόρων, σωματεμπόρων, ενώ η αστυνομία μέτραγε ανήμπορη κάθε νύχτα “άνω των τριάντα πυροβολισμών ανά πέντε λεπτά”». Στο λιμάνι υπάρχει χρήμα και η θάλασσα ξεβράζει ένα τσούρμο ξένους τυχοδιώκτες, λαθρεμπόρους, γκάνγκστερ, καλλιτέχνιδες, μαφιόζους, διεθνείς απατεώνες, άσπρα, μαύρα, κίτρινα ρεμάλια που η ανθρώπινη ζωή γι’ αυτούς δεν αξίζει σέντσι, γίνονται αχταρμάς με τους ντόπιους, τους μαθαίνουν νέα κόλπα, μπαίνουν στα δικά τους ή αλληλοσκοτώνονται πάνω στις λοβιτούρες».

Ο Τσιτσάνης άνοιξε τα μάτια στους μπούφους: «Γιατί ρωτάτε να σας πω, αφού σας είναι πια γνωστό / όταν συμβεί στα πέριξ φωτιές να καίνε / πίνουν οι μάγκες αργιλέ».

Στη Δραπετσώνα οι τεκέδες ήταν αβέρτα. Με τους πρόσφυγες απλώθηκαν σε Σταθμό, Βούρλα, Χιώτικα, Μπουταίικα, Γκρεμό, Μπαρουτάδικο, Ανάσταση κ.λπ. Ο τεκές του Καπλάνη είχε αναρτημένη απέξω την πιο μοβόρικη σημαία, ένα άσπρο ματωμένο πουκάμισο... Όσο για τα οικεία ήθη, «γυναίκα, πούστης και πρεζάκιας δεν μπαίνουν σε τεκέ». Ο ρεμπέτης, γράφει ο Χαριτόπουλος, δεν ήταν μάγκας. «Μπορεί να ήταν ξηγημένος, γουστόζος, έξω καρδιά, χρυσή παρέα, αλλά, εκτός ορισμένων, στα ζόρικα ήταν κότα, δεν είχε το ειδικό βάρος του μάγκα, τη σοβαρότητα, τη συνέπεια και τα κουράγια. Το ρεμπέτικο σινάφι έφερνε περισσότερο στα αλάνια, στην μποέμικη ζωή, στα σπουργίτια των μεγάλων πόλεων που ζούσαν ελεύθερα με το λίγο, ρεμπεσκέδες, ένα πουτσαρά μπουλούκι ή ρεμπέτ ασκέρι όπως τους αποκαλούσαν περιφρονητικά οι νοικοκυραίοι, μακριά από κοινωνικούς καταναγκασμούς κι ευθύνες, άστατοι, άσωτοι, ευαίσθητοι, ονειροπαρμένοι, σελέμηδες, κάνα μεροκάματο, λίγο αγαπητιλίκι, καμιά ψιλοκλοπή, όχι άγριες καταστάσεις, μικρές ποινές φυλάκισης, απόφευγαν τα μαλώματα και τους καβγάδες, και αυτά που πραγματικά τους ενδιέφεραν ήταν διασκέδαση, μαυράκι και γυναίκες». Το μπουζούκι μεταξύ τους λεγόταν « ζητιανόξυλο»....

 

Η γοητεία του βιβλίου, που παραμένει αμείωτη σε κάθε της πτυχή (το ζήτημα των γυναικών το αφήσαμε στην άκρη για να το χαρεί ο αναγνώστης με τον δικό του τρόπο), και όταν ο οχτάχρονος ανακαλύπτει τα βιβλία, μειώνεται σημαντικά. Ενώ έως εκείνη τη στιγμή ζούσε ένα όνειρο, παρακολουθώντας τα ζοριλίκια των μεγάλων από το προφυλακτικό παραπέτασμα της ηλικίας, τώρα οφείλει να μπει στον χορό. Αρχίζει, μάλιστα, η εκλογή των τίτλων με τη βοήθεια του πρόθυμου βιβλιοπώλη. Στις τελευταίες σελίδες ο αναγνώστης παρακολουθεί το παιδί που βρήκε κι άλλο δρόμο για να πορευτεί, έχοντας συνάμα την εντύπωση ότι τον σεργιάνισαν σ’ έναν κόσμο μυθικών θαυμάτων.

Ο Χαριτόπουλος έγραψε μια εκδοχή της βιογραφίας του, ξεναγώντας τον αναγνώστη του σε μια σκληρή πόλη. Αφού η εσωτερικότητα του καθενός μας είναι εσωτερικευμένη εξωτερικότητα, ο βίος μιας πόλης, η ιστορία της, το ποιόν των ανθρώπων της και οι επικρεμάμενοι κίνδυνοι αποτελούν υπερπολύτιμο υλικό για μια πένα που δεν χάνει την ευκαιρία να μεταμορφωθεί σε θαυματοποιό.

Γειασάν!

 

Πειραιάς: Το λίκνο της παλιάς μαγκιάς Facebook Twitter

Βιβλίο
5

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ντιντιέ Εριμπόν: «Καιρός για ένα κίνημα των ηλικιωμένων!»

Ντιντιέ Εριμπόν / Ντιντιέ Εριμπόν: «Να πάψουμε να βλέπουμε τους ηλικιωμένους ως κοινωνικούς παρίες»

Από τους σημαντικότερους και πιο επιδραστικούς σύγχρονους Γάλλους στοχαστές, ο Ντιντιέ Εριμπόν συνδύασε στα βιβλία του τα δύσκολα βιώματα της νεότητάς του με μια εμπεριστατωμένη, αλλά και εικονοκλαστική, κοινωνικοπολιτική «ακτινογραφία» της γαλλικής κοινωνίας. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Κεχαγιάς

Βιβλίο / «Το να εκδίδεις βιβλία στην Ελλάδα είναι σαν να παίζεις στο καζίνο»

Η Γεννήτρια είναι ένας νέος εκδοτικός οίκος αφιερωμένος στη σύγχρονη λογοτεχνία. Ο εκδότης της, συγγραφέας και μεταφραστής, Παναγιώτης Κεχαγιάς, μιλά για τις δυσκολίες και τις χαρές του εγχειρήματος, για το πώς σκοπεύει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μιας ιδιαίτερα ανταγωνιστικής αγοράς, καθώς και για τους πρώτους τίτλους που ετοιμάζεται να εκδώσει.
M. HULOT
Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Οι Αθηναίοι / Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Η εκτέλεση του Μπελογιάννη τον έκανε αριστερό. Η αυτοκτονία του Νίκου Πουλαντζά, μπροστά στα μάτια του, τον καθόρισε. Ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, ένας από τους σημαντικότερους διανοούμενους της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, αφηγείται το προσωπικό του ταξίδι και την πνευματική περιπέτεια μιας ολόκληρης εποχής, από τη διανόηση του Παρισιού μέχρι τους δρόμους της πολιτικής και τις αίθουσες των πανεπιστημίων.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Βιβλίο / Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Δεν υπάρχει μελέτη για τον ελληνικό εθνικισμό που να μην έχει αναφορές στο έργο της. Η επανακυκλοφορία του βιβλίου της «Το “Πρότυπο Βασίλειο” και η Μεγάλη Ιδέα» από τις εκδόσεις Νήσος συνιστά αναμφίβολα εκδοτικό γεγονός.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Νίκος Μπακουνάκης: «Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, ούτε είσαι θεός» ΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

Νίκος Μπακουνάκης / Νίκος Μπακουνάκης: «Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, ούτε είσαι θεός»

Ο πρόεδρος του ΕΛΙΒΙΠ, στην πρώτη του συνέντευξη, μιλά στη LIFO για τους στόχους και τις δράσεις του ιδρύματος και για το προσωπικό του όραμα για το βιβλίο. Ποιος ο ρόλος των μεταφράσεων στην πολιτιστική διπλωματία και πώς θα αυξηθεί η φιλαναγνωσία; 
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τζόναθαν Κόου

I was there / Τζόναθαν Κόου: «Το να είσαι κυνικός δείχνει τεμπελιά στη σκέψη»

Ο διάσημος Βρετανός συγγραφέας βρέθηκε στην Αθήνα και μίλησε για τη συγγραφή ως «πολυτέλεια για λίγους», την εκλογή Τραμπ ως «έκφραση απόγνωσης» και τη «woke» κουλτούρα ως πράξη ενσυναίσθησης.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Πολ Όστερ (1947-2024): Ο Mr. Vertigo των ονειρικών μας κόσμων

Σαν σήμερα  / Πολ Όστερ: «Οι χαμένες ευκαιρίες αποτελούν μέρος της ζωής στον ίδιο βαθμό με τις κερδισμένες»

Σαν σήμερα 30 Απριλίου, το 2024 πεθαίνει ο σπουδαίος Αμερικανός συγγραφέας και μετρ της σύμπτωσης, που κατάφερε να συνδυάσει την προοπτική των άπειρων φανταστικών κόσμων με το ατελείωτο κυνήγι των ευκαιριών και τη νουάρ ατμόσφαιρα με τα πιο ανήκουστα αυτοβιογραφικά περιστατικά.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ηλίας Μαγκλίνης: «Η ανάκριση»

Το Πίσω Ράφι / «Γιατί δεν μου μιλάς ποτέ για τον εφιάλτη σου, μπαμπά;»

Η «Ανάκριση» του Ηλία Μαγκλίνη, ένα από τα πιο ενδιαφέροντα πεζά των τελευταίων χρόνων, φέρνει σε αντιπαράθεση έναν πατέρα που βασανίστηκε στη Χούντα με την κόρη του που «βασανίζεται» ως περφόρμερ στα χνάρια της Μαρίνα Αμπράμοβιτς.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Πέντε κλασικά έργα που πρέπει κανείς να διαβάσει

Βιβλίο / 5 κλασικά βιβλία που κυκλοφόρησαν ξανά σε νέες μεταφράσεις

Η κλασική λογοτεχνία παραμένει εξαιρετικά επίκαιρη, κι αυτό το αντιλαμβάνεται κανείς ανατρέχοντας στους τίτλους της πρόσφατης βιβλιοπαραγωγής και σε έργα των Τζόις, Κουτσί, Κάφκα, Αντρέγεφ και Τσβάιχ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Τάσος Θεοφίλου: «Η φυλακή είναι το LinkedΙn των παρανόμων» ή «Το πορνό και το Κανάλι της Βουλής είναι από τα πιο δημοφιλή θεάματα στη φυλακή»

Βιβλίο / Τάσος Θεοφίλου: «Όταν μυρίζω μακαρόνια με κιμά θυμάμαι τη φυλακή»

Με αφορμή το βιβλίο-ντοκουμέντο «Η φυλακή», ο Τάσος Θεοφίλου μιλά για την εμπειρία του εγκλεισμού, για τον αθέατο μικρόκοσμο των σωφρονιστικών ιδρυμάτων –μακριά απ’ τις εικόνες που αναπαράγουν σειρές και ταινίες– και για το πώς η φυλακή λειτουργεί σαν το LinkedIn των παρανόμων.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Michel Gaubert: Ο dj που βάζει μουσικές στα σημαντικότερα catwalks

Βιβλίο / Michel Gaubert: Ο dj που βάζει μουσικές στα σημαντικότερα catwalks

Chanel, Dior και πολλοί ακόμα οίκοι υψηλής ραπτικής «ντύνουν» τα shows τους με τη μουσική του. Στο «Remixed», την αυτοβιογραφία-παλίμψηστο των επιρροών και των εμμονών του, ο ενορχηστρωτής της σύγχρονης catwalk κουλτούρας μας ξεναγεί σε έναν κόσμο όπου μουσική και εικόνα γίνονται ένα.
ΣΤΕΛΛΑ ΛΙΖΑΡΔΗ
Ρωμανός ο Μελωδός: Ο ουρανόθρεφτος ποιητής του Θείου Δράματος

Βιβλίο / Ρωμανός ο Μελωδός: Ο ουρανόθρεφτος ποιητής του Θείου Δράματος

Λίγοι είναι οι ποιητικά γραμμένοι εκκλησιαστικοί στίχοι που δεν φέρουν τη σφραγίδα αυτού του ξεχωριστού υμνωδού και εκφραστή της βυζαντινής ποιητικής παράδοσης που τίμησαν οι σύγχρονοί μας ποιητές, από τον Οδυσσέα Ελύτη μέχρι τον Νίκο Καρούζο.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Τα 5 πιο σημαντικά βιβλία του Μάριο Βάργκας Λιόσα

Βιβλίο / Τα 5 πιο σημαντικά βιβλία του Μάριο Βάργκας Λιόσα

Η τελευταία μεγάλη μορφή της λατινοαμερικάνικης λογοτεχνίας που πίστευε πως «η λογοτεχνία μπορεί να αλλάξει την πραγματικότητα» έφυγε την Κυριακή σε ηλικία 89 ετών. Ξεχωρίσαμε πέντε από τα πιο αξιόλογα μυθιστορήματά του.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ

σχόλια

3 σχόλια
Δεν εχω διαβασειτο βιβλιο & δεν ξερω σε ποια εποχη & σε ποιες συνοικιες του Πειραια αναφερεται.Παντως ο Πειραιας δεν ειναι ενας ,πολιτικα,οικονομικα,αθλητικα ,κ.τ.λ.Στην Παλια Κοκκινια ας πουμε η πλειοφηφια ειναι αριστερη σε αντιθεση με τα δεξια Μανιατικα.Επισης λογω προσφυγο-γειτονιας εχει πολλους ΑΕΚτσηδες σε αντιθεση με τις υπολοιπες γειτονιες του Πειραια.
Μακάρι να ανήκαν στο παρελθόν όλα αυτά, αλλά δυστυχώς εξακολουθούν και υπάρχουν και σήμερα. Όλοι οι κατά καιρούς βουλευτές του Πειραια (από τον Ανδριανόπουλο έως το Μαντούβαλο και το Μιχαλολάκο) είχαν τη στήριξη των Μανιάτικων. Από παλιά υφίσταται ένα ισχυρό νήμα που συνδέει μαχαιροβγάλτες, νονούς της νύχτας, φασιστοειδή, την πολιτική εξουσία και τον Ολυμπιακό (τα πρωτοπαλίκαρα της Θ7 είναι από αυτή την περιοχή). Πραγματικά σιχαμένος εσμός.