ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΙΣ

ΒΓΑΛΕ ΑΠΟ ΜΕΣΑ ΣΟΥ Ο,ΤΙ ΚΡΥΒΕΙΣ Ή ΦΟΒΑΣΑΙ ΝΑ ΠΑΡΑΔΕΧΤΕΙΣ.
 
 

Όλοι έχουμε πράγματα που θέλουμε να τα βγάλουμε από μέσα μας. Αλλά διστάζουμε να τα παραδεχτούμε ακόμα και στους πιο κοντινούς μας ανθρώπους. Όμως, αμαρτία εξομολογημένη, αμαρτία δεν είναι...

ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΣΕ ΙΑΤΡΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ Ή ΕΙΝΑΙ ΕΚΤΟΣ ΤΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΤΗΣ ΣΤΗΛΗΣ ΔΕΝ ΕΓΚΡΙΝΟΝΤΑΙ
ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΟΥ
3.9.2025 | 15:19

Η ανάμνηση του πατέρα μου

Δεν τα πήγαινα ποτέ καλά με τον πατέρα μου για πολλούς λόγους αλλά ο κυριότερος ήταν ότι είχε μεγαλώσει από μικρός με ορισμένες νοοτροπίες και απόψεις που δεν θα τις έλεγε κάποιος απλά "συντηρητικές" ή "παραδοσιακές" αλλά "απόλυτες" χωρίς να θέλω να υπερβάλω και να το πάω στο κοινωνικό-πολιτικό που σίγουρα αριστερό δεν τον έλεγες να το πω εμμέσως πλην σαφώς. Αν ζούσε ακόμα και τον άκουγε κανείς να συζητάει με κάποιον άλλον συνεπιβάτη στα αστικά λεωφορεία, θα τον χαρακτήριζε ως σεξιστή, μισογύνη, ομοφοβικό και ρατσιστή. Δεν εργάστηκε ούτε 1 μέρα στη ζωή του, η εργασία του ήταν καλλιτέχνης όμως όχι το είδος του παραγωγικού καλλιτέχνη που θα κάνει πίνακες, θα βάζει στόχο π.χ. να τελειώνει τουλάχιστον 3-4 πίνακες τον μήνα ώστε να τους πουλάει σε γκαλερί και συλλέκτες ώστε να συμβάλλει οικονομικά στις ανάγκες του σπιτιού, αλλά εκείνου του μποεμ που όποτε του καπνίσει θα πιάσει τα πινέλα, και είτε ζωγραφίσει για πολύ ώρα ή για λίγη, στο τέλος θα ανοίξει καμιά μπύρα και θα ανάψει κανένα πουράκι και θα ξεχαστεί στο ενδιάμεσο σταθμό μεταξύ των ονειροπολήσεων και της πραγματικότητας. Ποτέ δεν τον πίεσε η μητέρα μου να βιαστεί να τελειώσει κάποιο έργο (ήταν της άποψης ότι η τέχνη δεν είναι με χρονοδιάγραμμα και δεν μπορείς απλά να ζωγραφίσεις ολόκληρο πίνακα μέσα σε μισή ωρίτσα όπως στη σειρά του Bob Ross -τον οποίον ο πατέρας μου ειρωνευόταν και θεωρούσε "κατώτερο καλλιτέχνη" με τον ίδιο τρόπο που ο Άντυ Γουόρχολ ειρωνευόταν την εμπορευματοποίηση της pop art κουλτούρας στα '60s, αυτό το "γρήγορο για τις ανάγκες των καταναλωτών"- ) και τις περισσότερες φορές ακόμα και όταν πουλούσε κάποιο έργο του (που 9 στις 10 φορές ήταν σε γνωστό-φίλο του ή γνωστό-φίλο της μητέρα μου και περισσότερο τα αγόραζαν ως χάρη ένεκεν της κοινωνικής σχέσης που τους έδενε -και καλής θέλησης- και όχι τόσο για την ίδια την συναισθηματική-αισθητική αξία του εκάστοτε πίνακα, η οποία ήταν περιορισμένων δυνατοτήτων και ποτέ δεν θα έβγαζε αρκετά ώστε να καθιερωθεί σε κάποιο κύκλο αναγνωρισμένων καλλιτεχνών) τουλάχιστον τα μισά χρήματα έφευγαν σε δώρα (σε εμένα δηλαδή που ως παιδί ζητούσα ό,τι είχαν και τα άλλα παιδιά αλλά μέσα σε λογικά πλαίσια) , σε ποτά (δεν ήταν αλκοολικός όμως έπινε κάθε μέρα από κάτι) , σε πουράκια, κτλπ, και τα άλλα μισά τα έδινε με τέτοιο στόμφο στη μητέρα μου (της οποία η δουλειά -όχι με υψηλή αμοιβή αλλά σταθερή και σίγουρη- ως λογίστρια σε αρχιτεκτονικό γραφείο έφερνε τα περισσότερα χρήματα στο σπίτι) σαν να της αποδείκνυε κάθε φορά πόσο ικανός καλλιτέχνης είναι και πόσο πολύ τον σέβονται όλοι. Η μητέρα μου έχασε την εργασία της κατά την διάρκεια της κρίσης και ο πατέρας μου άρχισε να πίνει πιο συχνά, γενικά αποξενώθηκε από εμάς. Έπειτα από λίγο καιρό ζήτησε διαζύγιο και της το έδωσε και πήγε να μείνει στο σπίτι των γονιών του και εγώ έμενα με την μητέρα μου που πήρε την κηδεμονία (αφού και άνεργος ήταν αλλά και είχε διάφορα ξεσπάσματα οργής, μανιοκατάθλιψη, γενικά ήταν με τις μέρες του). Χαθήκαμε εμείς μεταξύ μας (αμοιβαίο φαντάζομαι, ούτε εγώ προσπαθούσα να επικοινωνώ πέρα από τα απολύτως βασικά και σε γιορτές, ούτε και αυτός έκανε κάποια προσπάθεια, δεν ρωτούσε τι κάνω στη ζωή μου κτλπ) και μετά από ένα διάστημα παντρεύτηκε μία γυναίκα στην μισή του ηλικία περίπου (50κάτι αυτός τότε, 27 εκείνη). Το γιατί και το πως, δεν το έμαθα ποτέ. Αυτό που έμαθα, κατόπιν της διαθήκης του (η οποία δεν με όριζε ως μοναδικό κληρονόμο αλλά μερικό, επειδή τα 3/4 τα άφησε στην γυναίκα αυτή) και μέσω μερικών γραμμάτων σε στυλ ημερολογίου που βρήκα σε ένα συρτάρι στο σπίτι του (το οποίο μου άφησε και το πούλησα) ήταν πως την γυναίκα αυτή την γνώρισε όσο ήταν ακόμα με την μητέρα μου και πριν να βγει το διαζύγιο. Μας έλεγε τόσα χρόνια ψέμματα (ότι δεν έχει να πληρώνει την διατροφή, όταν η μητέρα μου έκανε 2 εργασίες για να τα βγάζουμε πέρα όπως-όπως) και με την γυναίκα αυτή έκανε ζωάρα, είχε φωτογραφίες από ταξίδια και διακοπές. Έμαθα επίσης πως είχε κάτι οικόπεδα των γονιών του σε ένα ξεχασμένο χωριό κάπου στην Ήπειρο, τα οποία ναι μεν ήταν σε δυσπρόσιτη περιοχή, όμως είχε καταφέρει να βρει αγοραστή και τα χρήματα (κλάσης δεκάδες χιλιάδες ευρώ) τα ξόδεψε όλα χωρίς να μας δώσει τίποτα και όχι μόνο αυτό αλλά είχε πάρει και δάνεια από τράπεζες και τοκογλύφους για να ξεχρεώσει κάτι αγορές που έκανε για τα μάτια της καλής του, και επειδή πέρασαν σε εμένα, έπρεπε εγώ να ταλαιπωρηθώ να πουλήσω το σπίτι του που μου άφησε ώστε ίσα-ίσα να ξεχρεώσω αυτους τους ανθρώπους οι οποίοι από ένα σημείο και μετά άρχισαν να δείχνουν τα δόντια τους και να απειλούν. Αυτό το "άλλος πληρώνει την νύμφη" κάπως έτσι που λέει η λαϊκή παροιμία, αυτό έζησα εγώ. Φυσικά, η γυναίκα εξαφανίστηκε όταν πέθανε (ρωτήσαμε για αυτήν, δεν την ήξερε κανείς, ούτε καν στη κηδεία του δεν ήρθε) και φυσικά ποτέ δεν εξομολογήθηκα στην μητέρα μου το περιεχόμενο των γραμμάτων εκείνου του συρταριού. Τα έκοψα σε χίλια κομματάκια και τα πέταξα σε 5 διαφορετικούς κάδους, τόσο πολύ ένιωσα την ανάγκη να ξεχάσω τα όσα διάβασα. Καλύτερα να τον θυμάται ως "τεμπέλη, ανεύθυνο, άνεργο καλλιτέχνη και μονίμως μες στα νεύρα" παρά "άπιστο σύζυγο" επειδή καλώς ή κακώς, η μητέρα μου δεν προχώρησε στη ζωή της και πλέον έχει μόνο εμένα που προσπαθώ όσο μπορώ να την βοηθάω...
2
 
 
 
 
σχόλια

Και η μητέρα σου πώς και τόσα χρόνια δεν ήξερε τίποτα από όλα αυτά ; Κοιμόταν τον "ύπνο του δικαίου" ;
Δε μπορεί να κρύβει από όλους για χρόνια τόσα περιουσιακά στοιχεία όπως γράφεις, φορολογική δήλωση δεν έκανε ;
Οτιδήποτε και να σου αφήσει μέσω διαθήκης, πρέπει καταρχήν να είναι στο όνομά του.
Χώρια που θα μπορούσες να κάνεις κανονικότατα προσβολή της διαθήκης ως παιδί του εφόσον σε αδικούσε...
Κάτι μου λέει να μην πιστέψω απολύτως τίποτα από όλα αυτά και δε θα μπω στον κόπο να εξηγήσω επιμέρους το γιατί.
Το μόνο που θα πω, είναι ότι και άνεργος να είναι κάποιος, ο νόμος τον υποχρεώνει όπως ξέρω να δίνει διατροφή αν τεθεί ως θέμα στα δικαστήρια και εκδικαστεί συγκεκριμένο ποσό.
Όσο για την ανεργία δε λαμβάνεται υπόψη, παρά μόνο ίσως ως προς το ύψος της διατροφής που θα του οριστεί. Και εάν δεν την καταβάλει κάθε μήνα, έχει μέχρι και ποινικές επιπτώσεις.
Έχω διαβάσει μία παραπλήσια εξομολόγηση κάποιους μήνες πίσω.

ΑΘΗΝΑ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Scroll to top icon