Μπορεί «το καλύτερο σεξ που έκανες ποτέ» να σε καταστρέψει αν αφεθείς τελείως; Πόσο πιθανό είναι η αναζήτηση της υπέρτατης ηδονής να καταλήξει σε μια προσωπική αλλά και συλλογική, εν μέρει, τραγωδία; Αν αποφασίσεις να ανοίξεις παρτίδες με τα chems, τι χρειάζεται οπωσδήποτε να προσέχεις;
Ο Π. έχει αϋπνίες και νευρικά ξεσπάσματα ύστερα από chemsex. Το χειρότερο, όμως, είναι το «άδειασμα» που νιώθει, πάει καιρός που δεν βρίσκει ευχαρίστηση σε τίποτα έξω από «αυτό». Ήδη έχει προβλήματα στη δουλειά του, ακόμα και στις φιλικές του σχέσεις εξαιτίας της συμπεριφοράς του. Ξέρει τι φταίει, το παλεύει, αλλά «είναι ζόρι».
Ο Σ. μου λέει ανήσυχος για έναν ακόμα γνωστό του που μαθεύτηκε πως «έφυγε» από ανακοπή ύστερα από ένα sex party διαρκείας.
Ο Η., έχοντας φτάσει στα όριά του ύστερα από τέσσερα χρόνια τακτικής χρήσης, κατέφυγε σε ψυχολόγους και συμβούλους απεξάρτησης. Ενάμιση χρόνο μετά είναι «καθαρός», αλλά ακόμα δυσκολεύεται να συνευρεθεί ερωτικά χωρίς chems. Δεν του κάνει καν κέφι, νιώθει κιόλας ότι «γέρασε» πρόωρα, βλέποντας τον εαυτό του στον καθρέφτη.
Η χρήση ουσιών πριν και κατά τη διάρκεια της ερωτικής επαφής δεν είναι βέβαια κάτι καινούργιο ιστορικά, ούτε αφορά μόνο τη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα. Πολλοί άνθρωποι, ανεξαρτήτως φύλου και σεξουαλικού προσανατολισμού, χρησιμοποιούν είτε περιστασιακά είτε πιο συχνά διαφόρων ειδών ψυχοδραστικές ουσίες με σκοπό να ενισχύσουν ή να βελτιώσουν τις σεξουαλικές τους επιδόσεις.
Ο Γ. φρίκαρε όταν, έχοντας συνέλθει από τις καταχρήσεις που έκανε σε μια ερωτική συνεύρεση με chems, ανακάλυψε στο σώμα του σημάδια κακοποίησης τα οποία δεν έχει ιδέα πώς προέκυψαν – ίσως δεν έπρεπε να ενδώσει στην πίεση ενός εφήμερου εραστή να πιει «λίγο παραπάνω να χαλαρώσει», αλλά ήταν τόσο γοητευτικός, κι έπειτα, τι θα μπορούσε να πάει στραβά;
Ο Ν., πάλι, έχει να λέει για εκείνη τη φορά που ο άνθρωπος με τον οποίο έκλεισε sex date με chems «κουβάλησε» άλλους τρεις και επέμενε να συνευρεθούν όλοι μαζί. Αρνήθηκε, διαπληκτίστηκαν έντονα και φοβισμένος κάλεσε την αστυνομία, συγκεκριμένα το Τμήμα Αντιμετώπισης Ρατσιστικής Βίας που θεωρούσε πιο «friendly». Τελικά τον άφησαν να φύγει από εκείνο το σπίτι. Αργότερα έμαθε ότι στο ίδιο Τμήμα έχουν επίσης απευθυνθεί για βιασμούς και άλλες παραβιαστικές συμπεριφορές στο πλαίσιο τέτοιων «συνεδριών», παρότι περιστατικά σαν αυτά δεν είναι δική του αρμοδιότητα. Ας σημειωθεί εδώ ότι η αστυνομία γενικά δεν ασχολείται πλέον με τη χρήση αλλά μόνο με την κατοχή και το εμπόριο παράνομων ουσιών, ούτε προβαίνει σε κατ’ οίκον έρευνες χωρίς ένταλμα. Σε περιπτώσεις, τώρα, θανάτων από ουσίες γενικά σχηματίζεται αρχικά δικογραφία για το ενδεχόμενο ανθρωποκτονίας και ακολουθεί ιατροδικαστική και τοξικολογική εξέταση. Η τελευταία αναφέρει μεν το αίτιο θανάτου, αλλά όχι τις συνθήκες, εφόσον, δε, η ανθρωποκτονία αποκλειστεί, η σορός παραδίδεται στους οικείους.

Τι γίνεται, όμως, σε περίπτωση που κάποιος χρήστης chems χρειαστεί νοσηλεία; Με τον Ευαγγελισμό που επικοινώνησα δεν έχουν καταγραφεί τέτοιου τύπου εισαγωγές σε ΜΕΘ, στα Επείγοντα, ωστόσο έχουν υπάρξει τέτοια περιστατικά. Το ίδιο ισχύει και για το νοσοκομείο Σωτηρία: «Μας έχουν έρθει στα Επείγοντα άτομα σε ψυχοδιεγερτική κατάσταση στα οποία και δόθηκαν οι πρώτες βοήθειες, χωρίς να χρειαστούν νοσηλεία. Όχι, δεν γίνεται κάποια καταγραφή, καλό όμως θα ήταν να ενεργοποιηθούν στο πεδίο τα Ιατρεία Σεξουαλικής Υγείας, να ξεκινήσει επίσης η παροχή PrEP στους ενδιαφερόμενους που έχει μεν εγκριθεί, αλλά δεν έχει προχωρήσει. Είναι επιπλέον σημαντικό να τονιστεί ότι ο ασθενής ή το/τα πρόσωπο/-α που τον συνοδεύουν οφείλουν να ενημερώσουν επακριβώς τους γιατρούς για το είδος των ουσιών που καταναλώθηκαν ώστε να παρασχεθεί η κατάλληλη αγωγή, όπως ισχύει για κάθε ανάλογο περιστατικό», λέει η λοιμωξιολόγος Βησσαρία Σακκά, διευθύντρια ΕΣΥ και μέλος του Δ.Σ. της Ελληνικής Εταιρείας Μελέτης και Αντιμετώπισης του AIDS (ΕΕΜΑΑ).
Τοτέμ και ταμπού
«Το chemsex είναι η μεγαλύτερη τραγωδία που πλήττει την queer κοινότητα μετά την επιδημία του HIV/AIDS», υποστηρίζει ο Ignacio Labayen de Inza, συνιδρυτής της λονδρέζικης οργάνωσης Controlling Chemsex. Η Controlling Chemsex είναι μία από τις δομές παροχής υποστήριξης που έχουν δημιουργηθεί τα τελευταία χρόνια σε μεγάλα αστικά κέντρα όπως το Λονδίνο, το Παρίσι και το Βερολίνο, όπου το φαινόμενο έχει λάβει μεγάλες διαστάσεις, παρότι οι χρήστες εξακολουθούν να είναι μια μειοψηφία μέσα στη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα. Αυτήν, όμως, κατεξοχήν απασχολεί για μια σειρά λόγους που δεν σχετίζονται με συγκεκριμένες σεξουαλικές προτιμήσεις αλλά με κοινωνικά, ψυχολογικά και πολιτισμικά ακόμη αίτια.
Ακόμα κι αν βρίσκει κανείς υπερβολική τη ρήση αυτή του Labayen –η χρήση ουσιών σίγουρα διαφέρει από μια μεταδοτική λοίμωξη– καθώς και άλλων που «χτυπάνε καμπανάκια» καιρό τώρα για τους κινδύνους που εγκυμονεί αυτή η πρακτική όταν καταλήγει ανεξέλεγκτη, είναι γεγονός ότι το chemsex παραμένει σε μεγάλο βαθμό ένα θέμα ταμπού. Αφενός πολλοί «απέξω», ακόμα και μέσα στις ίδιες τις πληθυσμιακές ομάδες αναφοράς, το εκλαμβάνουν με όρους ηθικού πανικού, αφετέρου πολλοί απ’ όσους εμπλέκονται σε αυτό το αντιμετωπίζουν ως ένοχο μυστικό που μόνο σε συγκεκριμένες περιστάσεις και με συγκεκριμένα άτομα θα μοιραστούν. Κι αυτό οφείλεται τόσο στο ότι πρόκειται για παράνομες ουσίες όσο και στο στίγμα και στην αυτοενοχοποίηση που βιώνουν πολλοί χρήστες και που γίνεται πιο αφόρητη για ανθρώπους που δεν διατηρούν καλή σχέση με τον εαυτό τους και τα θέλω τους. Όπως, εξάλλου, συμβαίνει και με τις δομές και τα δίκτυα απεξάρτησης που αφορούν εξαρτημένους από την ηρωίνη, αρκετοί από τους πιο δραστήριους συμβούλους και ακτιβιστές στο πεδίο υπήρξαν και οι ίδιοι πρώην χρήστες.
Σε τι διαφέρει το chemsex από την «απλή» χρήση ουσιών και τι το κάνει ελκυστικό;
Γενικά μιλώντας, η χρήση ουσιών πριν και κατά τη διάρκεια μιας ερωτικής επαφής δεν είναι βέβαια κάτι καινούργιο ιστορικά, ούτε αφορά μόνο τη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα. Πολλοί άνθρωποι, ανεξαρτήτως φύλου και σεξουαλικού προσανατολισμού, χρησιμοποιούν είτε περιστασιακά είτε πιο συχνά διαφόρων ειδών ψυχοδραστικές ουσίες με σκοπό να ενισχύσουν ή να βελτιώσουν τις σεξουαλικές τους επιδόσεις. Τι είναι, λοιπόν, αυτό που διαφοροποιεί το chemsex και γιατί έχει συνδεθεί εδώ και τουλάχιστον δύο δεκαετίες με τον ΛΟΑΤΚΙ+ πληθυσμό και ειδικά τους γκέι άνδρες (ή, συμπεριληπτικότερα, τους άνδρες που κάνουν σεξ με άνδρες-ΑΣΑ, άσχετα με το πώς αυτοπροσδιορίζονται), καθώς επίσης με bi, τρανς και non binary άτομα;

«Είναι πράγματι δύσκολο να οριστεί τι ακριβώς σημαίνει chemsex και αυτό είναι και ερευνητικά ένα πρόβλημα. Το πεδίο της queer σεξουαλικότητας και η διασταύρωσή του με τη χρήση ουσιών δεν μπορεί να καλυφθεί με έναν συγκεκριμένο και ποσοτικοποιήσιμο ορισμό», λέει ο δρ. Αντώνης Πούλιος, κλινικός ψυχολόγος, MSc, PhD, ψυχαναλυτής και επιστημονικός συνεργάτης της Θετικής Φωνής.
Σύμφωνα, εξάλλου, με τον ερευνητή και ακτιβιστή Ντέιβιντ Στιούαρτ, ο οποίος εισήγαγε τον όρο «chemsex» και υπήρξε πρωτοπόρος στο πεδίο της ψυχοκοινωνικής στήριξης ανθρώπων εθισμένων σε αυτή την πρακτική στη Βρετανία, το chemsex δεν χαρακτηρίζει απαραίτητα ούτε τη λήψη συγκεκριμένων ουσιών ούτε μια άλφα συμπεριφορά αλλά τον τρόπο που αυτό λειτουργεί μέσα σε μια συγκεκριμένη ομάδα ανθρώπων. Πρόκειται κατά βάση για ένα mindset, μια κατάσταση του μυαλού, όπως συμφωνεί και ο δρ. Πούλιος: «Σχετίζεται επίσης με τις διασταυρούμενες καταπιέσεις που βιώνει αυτή η συγκεκριμένη ομάδα ανθρώπων, το στίγμα, τις διακρίσεις, τα αισθήματα ενοχής, την οροθετικότητα, τα στερεότυπα μέσα κι έξω από την κοινότητα κ.λπ.».
Για κάποιους ανθρώπους στο φάσμα του queerness, το chemsex είναι ένα μέσο διαχείρισης των ιδιαίτερων καταπιέσεων που βιώνουν, και αυτό είναι που διαφοροποιεί σημαντικά τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα που κάνουν χρήση ουσιών κατά την ερωτική συνεύρεση από τα αντίστοιχα στρέιτ: «Καθένας και καθεμιά μπορεί, βέβαια, να πειραματιστεί με το σεξ, η αντίληψη όμως ότι όλοι άνθρωποι είναι ίδιοι και πρέπει να αντιμετωπίζονται το ίδιο είναι καθαρά νεοφιλελεύθερη, καθώς ο κόσμος δεν εξίσου δίκαιος για όλους. Η σεξουαλικότητα είναι διαφορετικό διακύβευμα για κάθε άνθρωπο ξεχωριστά και ειδικά για εκείνους των οποίων τον τρόπο ζωής η κοινωνία δεν αναγνωρίζει ως αποδεκτό, ορθό, υγιή και πρέποντα. Για έναν ετεροκανονικό, cis στρέιτ άνδρα π.χ., εμπειρίες όπως το chemsex –τουλάχιστον έτσι όπως το βιώνει ένας γκέι άνδρας με πολύ διαφορετική συγκρότηση υποκειμενικότητας– είναι απλώς εκτός θέματος. Ο δεύτερος είναι, επομένως, πολύ πιο διαθέσιμος να πειραματιστεί με τρόπους απόλαυσης, ουσίες και εμπειρίες», θα πει ο δρ. Πούλιος.

Από κει και πέρα, ναι, παίζει ρόλο και το είδος της σεξουαλικής επαφής και η ανδρική, κυρίως, ανατομία που μπορεί να ευνοεί τέτοιες πρακτικές αλλά και οι προσδοκίες που έχει το ίδιο το άτομο για τον εαυτό του και τους άλλους· προσδοκίες που πολλές φορές είναι στερεoτυπικές κατασκευές όπως οι σεξουαλικοί ρόλοι –με τον παθητικό να θεωρείται υποδεέστερος ακόμα και μέσα στην γκέι κοινότητα–, οι αντοχές που «καλείται» να επιδείξει το άτομο, ο σεξισμός, τα πρότυπα ομορφιάς, οι «macho» αναπαραστάσεις που πιθανόν έχει για την αρρενωπότητα και μαζί η ανάγκη του ανήκειν, ο φόβος της απόρριψης κ.λπ. Η άρση των αναστολών και η αυξημένη αυτοπεποίθηση που παρέχει προσωρινά στον χρήστη η λήψη μιας ουσίας και η πεποίθηση ότι έτσι θα γίνει περισσότερο επιθυμητός ή/και αποδεκτός σε κάποιους άλλους ανθρώπους ή περιβάλλοντα παίζουν επίσης μεγάλο ρόλο, όπως συμβαίνει αντίστροφα όταν κάποιες φορές καταφεύγουν στις ουσίες αυτές ως υποκατάστατα άνθρωποι που αντιδρούν στα παραπάνω στερεότυπα.
Η «αγία τριάδα» των chems, οι κίνδυνοι της κατάχρησης και γιατί ούτε η δαιμονοποίηση βοηθά
Όμως για ποιες ουσίες κυρίως μιλάμε; Στην Ευρώπη ως chemsex ορίζεται το σεξ που περιλαμβάνει τη χρήση τριών κατά κύριο λόγο ουσιών, της κρυσταλλικής μεθαμφεταμίνης (crystal meth, ice, Tina), της μεφεδρόνης (M-CAT, meow) και του G (GHB/GBL). Σε αυτές πολλοί συμπεριλαμβάνουν και την κεταμίνη, την κοκαΐνη και το MDMA. Άλλωστε υπάρχουν χρήστες που λαμβάνουν κατά περίσταση μία ή περισσότερες από αυτές τις ουσίες μαζί με κάποιες ή όλες τις τρεις «βασικές». Άλλοι, πάλι, τις συνδυάζουν με φάρμακα για στυτική ενίσχυση, poppers ή/και αλκοόλ. Όλα τα παραπάνω μπορούν βέβαια να χρησιμοποιηθούν και σε παρεΐστικο πλαίσιο ή ως «party drugs», δεν ταυτίζονται δηλαδή απαραίτητα με το σεξ, παρότι σίγουρα σε προδιαθέτουν.
Ορισμένοι θεωρούν ότι το chemsex αφορά μόνο την ενέσιμη χρήση ουσιών (slamming), αυτή όμως η πρακτική, η οποία ενέχει και τα μεγαλύτερα ρίσκα, είναι απλώς η πιο hardcore πλευρά του. Το αίσθημα ευφορίας, οι οξυμένες αισθήσεις, η ανεβασμένη αυτοπεποίθηση, η άρση των αναστολών, ο πολλαπλασιασμός της ηδονής και των αντοχών είναι που κάνουν τόσο δημοφιλείς αυτές τις ουσίες. Το εγκεφαλικό, η ανακοπή, οι καρδιακές αρρυθμίες, η αφυδάτωση, το κώμα (ειδικά με το G), τα ψυχωτικά επεισόδια, οι τάσεις αυτοχειρίας και, βεβαίως, ο εθισμός συνιστούν τους μεγαλύτερους κινδύνους από την κατάχρησή τους, που μπορεί να οδηγήσουν κάποτε στο μοιραίο. Δεν είναι όμως μόνο υγειονομικής φύσης οι απειλές, πολλοί μακροχρόνιοι χρήστες καταλήγουν μόνοι, άνεργοι, ψυχολογικά και οικονομικά κατεστραμμένοι, δεν σπανίζουν εξάλλου οι υποτροπές όπως και οι παραβιαστικές και άλλες σκαιές συμπεριφορές σε βάρος ερωτικών συντρόφων.
Η crystal meth συγκεκριμένα είναι εξαιρετικά εθιστική και η «παγίδα» εδώ είναι ότι το στερητικό σύνδρομο δεν προκαλεί σωματικά συμπτώματα αλλά εκφράζεται με ένα συναισθηματικό «άδειασμα» που σε αποδιοργανώνει γενικότερα και που μόνο η εκ νέου χρήση καλύπτει προσωρινά. Στην ενέσιμη ειδικά μορφή της, ο χρήστης αναπτύσσει αμέσως ανοχή, με συνέπεια να χρειάζεται τη δεύτερη κιόλας φορά να αυξήσει τη δόση, με ό,τι συνεπάγεται αυτό. Όπως εξάλλου συμβαίνει και με εξαρτημένους από άλλες ουσίες, σαν την ηρωίνη π.χ., εύκολα μπορεί κάποιο άτομο που σταμάτησε τα chems να τα ξαναρχίσει αν βρεθεί «ξεκρέμαστο» και χωρίς στήριξη.

Όπως λένε οι περισσότεροι ειδικοί και ακτιβιστές που δουλεύουν στο πεδίο, το ζήτημα δεν είναι να προσπαθήσεις να πείσεις κάποιον να μην καταναλώσει κάποια ουσία αλλά να τον ενημερώσεις σωστά για τους κινδύνους και το πώς μπορεί να έχει λιγότερες βλαβερές επιπτώσεις, καθώς και να τον στηρίξεις και να τον κατευθύνεις αν αποφασίσει να ξεκόψει. «Η μείωση βλάβης κατηγορείται ότι κανονικοποιεί τη χρήση, όμως στην ουσία προστατεύει από τα ρίσκα που ενέχει μια τέτοια συμπεριφορά, αυξάνοντας τις πιθανότητες να μη χάσει κάποιος τον έλεγχο και κάνοντάς τον θετικότερο στο να αναζητήσει στήριξη αν βρεθεί σε δύσκολη φάση. Ενθαρρύνει επίσης τη δημιουργία δικτύων αλληλοϋποστήριξης και τη συμμετοχή σε αυτά», λέει ο δρ. Πούλιος·που μαζί με τον Γιώργο Παπαδοπετράκη, υπεύθυνο κοινοτικών προγραμμάτων και σύμβουλο εξαρτήσεων στη Θετική Φωνή, έχουν δημοσιεύσει για τον σκοπό αυτό σειρά εκλαϊκευμένων άρθρων για τη μείωση της βλάβης από το chemsex. Στο πλαίσιο αυτό, η Θετική Φωνή κυκλοφόρησε το booklet «Κατανοώντας το chemsex» που είναι διαθέσιμο online. Σε κάθε περίπτωση, λέει o δρ. Πούλιος, καλό είναι να αποφεύγουμε τη χρήση οποιωνδήποτε ουσιών, νόμιμων ή παράνομων, όταν δεν νιώθουμε καλά ψυχολογικά. Σημασία έχει επίσης να σκεφτόμαστε αν και κατά πόσο μας αξίζει μια ζωή μέσα στην εξάρτηση.
Προσκλήσεις για chemsex parties που μπορεί να διαρκέσουν από μία μέρα έως τρία και βάλε εικοσιτετράωρα απαντώνται συχνά σε ψηφιακές πλατφόρμες όπως το Grindr και το Scruff, ακόμα και το Tinder, με τους ενδιαφερόμενους να αναφέρουν στις προτιμήσεις τους φράσεις όπως «into/not into chems» και να χρησιμοποιούν κάποιες φορές συγκεκριμένα σύμβολα ή λέξεις-κλειδιά. Υπάρχουν, φυσικά, και ζευγάρια που πειραματίζονται με chems, μη φανταστεί ωστόσο κανείς ότι όλοι οι χρήστες βιώνουν μια διαρκή σεξουαλική έκσταση με τον/τους σύντροφο/συντρόφους τους· συχνά περνούν ώρες ολόκληρες «κολλημένοι» σε εφαρμογές γνωριμιών ή σε πορνο-sites. Στη Βρετανία, η οργάνωση Conrtrolling Chemsex διατηρεί προφίλ σε τέτοιες εφαρμογές με στόχο την ενημέρωση σε πραγματικό χρόνο.
Η έρευνα της Θετικής Φωνής
Ο Σύλλογος Οροθετικών Ελλάδας - Θετική Φωνή, σε συνεργασία με τις Μονάδες Ειδικών Λοιμώξεων (ΜΕΛ) του ΠΓΝ «Αττικόν» και του ΓΝΑ «Λαϊκό», καθώς και με το Εργαστήριο Κλινικής Έρευνας: Υποκειμενικότητα και Κοινωνικός Δεσμός του Πανεπιστημίου Αθηνών, διεξήγαγε την πρώτη έρευνα που εστίασε στη σεξουαλικοποιημένη χρήση ουσιών στην Ελλάδα. Στην έρευνα αυτή, η οποία δημοσιεύτηκε τον Μάρτιο του 2022 στο επιστημονικό περιοδικό «International Journal of Sexual Health», συμμετείχαν 485 άτομα ωφελούμενα από τα Checkpoints Αθήνας και Θεσσαλονίκης, καθώς και από τα συνεργαζόμενα στην έρευνα ΜΕΛ. Σύμφωνα με τα ευρήματα, το 28% έχει εμπειρία χρήσης μη νόμιμων ουσιών στο σεξ, ενώ το 20,4% αναφέρθηκε ειδικά στο chemsex. Από αυτούς, το 42,7% χρησιμοποιεί ουσίες τουλάχιστον μία φορά μηνιαίως, ενώ το 76,3% συνδυάζει διαφορετικές ουσίες. Επιπλέον, οι συμμετέχοντες που εμπλέκονται με chems συχνά ζουν με HIV ή έχουν διαγνωστεί με ΣΜΝ το τελευταίο εξάμηνο. Η κύρια πληθυσμιακή κατηγορία αφορά άνδρες 30-40 ετών. Τα οροθετικά άτομα δεν ανέφεραν διαφοροποίηση στη συχνότητα χρήσης αλλά βιώνουν πιο σοβαρές επιπτώσεις σε σχέση με όσα δεν ζουν με HIV. Ωστόσο, λίγοι αναλογικά δήλωσαν ότι η χρήση chems τούς δημιουργεί προβλήματα.

Η Θετική Φωνή είναι ο κατεξοχήν φορέας που μέσω του Athens Checkpoint προσφέρει υπηρεσίες συμβουλευτικής και μείωσης βλάβης σε επίπεδο ομοτίμων (peers), διαθέτοντας εκπαιδευμένους συμβούλους. Δεν παρέχει απεξάρτηση, ιατρικές υπηρεσίες ή ψυχοθεραπεία, καθοδηγεί όμως και σε αυτά τα θέματα. Το αισιόδοξο είναι ότι ένας ολοένα μεγαλύτερος αριθμός ατόμων επικοινωνεί αναζητώντας συμβουλές και στήριξη. «Το ChemSex Support ξεκίνησε να λειτουργεί το 2019 ως μια δωρεάν υπηρεσία του Checkpoint, σχεδιασμένη από και για άτομα της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας. Μέχρι στιγμής έχουν απευθυνθεί στην υπηρεσία μας 118 άτομα, ενώ έχουν πραγματοποιηθεί περισσότερες από 1.300 συνεδρίες. Υπάρχει ένα αυξανόμενο ενδιαφέρον, ενώ πέρσι τον Σεπτέμβριο ξεκίνησαν και οι εβδομαδιαίες ομάδες αλληλοβοήθειας, ενισχύοντας έτσι τη συλλογική διάσταση της υποστήριξης που είναι ιδιαίτερα σημαντική», λέει ο Γιώργος Παπαδοπετράκης: «Από τα άτομα που συμμετέχουν στο πρόγραμμα, το 25% σταματά τη χρήση, το 35% κάνει ελεγχόμενη χρήση, το 20% δεν ολοκληρώνει το πρόγραμμα και, τέλος, το 10% είναι φίλοι, σύντροφοι ή συγγενείς χρηστών», συμπληρώνει.
Κι αν κάποιος αναζητήσει βοήθεια που ξεπερνά τα όρια μιας συμβουλευτικής; Στην Ελλάδα υπάρχουν, δυστυχώς, ελάχιστα πράγματα σχετικά με την παροχή υπηρεσιών σε άτομα που εμπλέκονται με το chemsex, ακόμα όμως και σε χώρες όπου υπάρχει μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση, όπως η Βρετανία, τα πράγματα δεν είναι πολύ καλύτερα, οι υφιστάμενες δομές δεν επαρκούν, ενώ ούτε στο δικό τους ΕΣΥ υπάρχει κάποια πρόβλεψη. «Αυτό που καταρχάς χρειάζεται είναι να εστιάσουμε περισσότερο στο πώς φροντίζουμε εαυτόν αφενός αλλά και το ένα το άλλο τα άτομα που μοιραζόμαστε κοινά χαρακτηριστικά στο πλαίσιο μιας νοητής, έστω, κοινότητας», λέει ο δρ. Πούλιος.
Εκτός, όμως, από τα ζητήματα σωματικής και ψυχικής υγείας παρατηρούνται επίσης σεξουαλικές παραβιάσεις και κακοποιήσεις, βιασμοί, καταστρατήγηση της συναίνεσης και σκαιώδεις γενικότερα συμπεριφορές που μερικές φορές δεν γίνονται καν αντιληπτές ως τέτοιες, καθώς συμβαίνουν πράγματα που συνήθως δεν συζητιούνται καν μέσα στη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα. Εννοείται ότι αυτές δεν χαρακτηρίζουν όλες τις ερωτικές συνευρέσεις με χρήση chems ούτε είναι λύση η δαιμονοποίηση χρηστών και πρακτικών, αλλά η ενδυνάμωση των κοινοτήτων.

Οι άνθρωποι που δραστηριοποιούνται στο πεδίο γενικά αποφεύγουν –και ορθά– την πρόκληση ηθικού πανικού, τη δαιμονοποίηση και τον στιγματισμό προσώπων και συμπεριφορών, δεδομένου ότι έτσι κι αλλιώς δεν θα εξυπηρετούσαν σε τίποτα, μπορεί απεναντίας να είχαν αρνητικό αντίκτυπο: «Καλό είναι να είμαστε αρκετά νηφάλιοι και να αποφεύγουμε τις απόλυτες κρίσεις – είναι μάλλον προτιμότερο να κατανοήσουμε πώς λειτουργεί όλο αυτό. Παρότι υπάρχουν πράγματι σοβαροί κίνδυνοι αν η κατάσταση ξεφύγει, χρειάζεται προσοχή στο πώς επισημαίνονται, καθώς η δαιμονοποίηση της χρήσης ουσιών έχει συχνά αναχθεί σε δούρειο ίππο του κοινωνικού ελέγχου», λέει ο δρ. Πούλιος. Ένα πρώτο καλό παράδειγμα είναι, θα πει, η ταύτιση των χρηστών ηρωίνης με χρήστες που έχουν καταλήξει να περιθωριοποιηθούν στον δρόμο, που, παρότι είναι η πιο ορατή κατηγορία εξαρτημένων, αποτελεί μια μικρή μειοψηφία στο γενικό σύνολό τους. Ένα άλλο, ο ηθικός πανικός που προκάλεσε η εμφάνιση της «ευλογιάς των πιθήκων» (mpox), οπότε στοχοποιήθηκαν οι ομαδικές σεξουαλικές συνευρέσεις γκέι ανδρών, χωρίς να υπολογιστεί ότι ο γκέι πληθυσμός είναι πολύ πιο εξοικειωμένος με τον έλεγχο της σεξουαλικής του υγείας, άρα είναι αναμενόμενο τα περισσότερα κρούσματα να εντοπίζονται σε αυτή την κοινωνική ομάδα.
Το πρόβλημα με την ακρίβεια στη συλλογή στοιχείων
Σύμφωνα με στοιχεία που αναδημοσιεύει η ViiV Healthcare, οργανισμός που ειδικεύεται στις αντιτρετροϊκές θεραπείες, το ποσοστό των χρηστών αγγίζει το 32% επί του συνόλου στη Βρετανία έναντι 23% στην Ισπανία και 19% στην Ελλάδα, ενώ στις ΗΠΑ αγγίζει το 30% σε κάποιες Πολιτείες. Οι θάνατοι φέρονται να ανέρχονται στο 15% επί του συνόλου των χρηστών σύμφωνα με το Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας των ΗΠΑ, η Μητροπολιτική Αστυνομία του Λονδίνου ισχυρίζεται ότι μόνο πέρσι –μια «χρονιά-ρεκόρ»– καταγράφηκαν κατά μέσο όρο τρεις θάνατοι τον μήνα που σχετίζονται με chems, το λονδρέζικο ΕΚΑΒ δέχεται, λέει, τουλάχιστον μία κλήση μηνιαίως για τέτοιες περιπτώσεις, το νοσοκομείο King’s College αναφέρει ότι ένα στα τρία περιστατικά κατάχρησης ή ovedose ουσιών που περιθάλπει συνδέεται, πλέον, με το chemsex. Όμως ούτε στη Βρετανία ούτε αλλού υπάρχουν απόλυτα τεκμηριωμένες καταγραφές για νοσηλείες ή θανάτους που σχετίζονται με τo chemsex (συνήθως μπαίνουν στη γενική κατηγορία «δηλητηρίαση από ναρκωτικά»), συν ότι οι ίδιες οι υπηρεσίες δεν είναι πάντα ενήμερες γι’ αυτές τις ουσίες.
Είναι έπειτα δύσκολο να διαπιστωθεί αν ένας άνθρωπος που έκανε chems «έφυγε» από υπερβολική δόση κάποιας ουσίας είτε από μια μείξη ουσιών που προκάλεσε εγκεφαλικό ή ανακοπή ή επιδείνωσε προϋπάρχοντα παθολογικά αίτια. Τα στοιχεία που δίνονται, επομένως, ακόμα και σε χώρες όπου υπάρχει μεγαλύτερη δραστηριοποίηση στο πεδίο είναι σχετικά, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν έχουν πραγματική βάση: «Καλό είναι να μην εστιάζουμε μόνο στους θανάτους γιατί υπάρχουν κι άλλες πλευρές στο ζήτημα, που αξίζει να φωτιστούν. Δεν χρειάζεται να “πρέπει” να πεθαίνουμε για να αναγνωρίσει η κοινωνία μια υγειονομική πρόκληση ως τέτοια, όπως συνέβη με την επιδημία του HIV/AIDS», σημειώνει ο δρ. Πούλιος που βρίσκει κάπως άστοχη την αντίληψη ότι «πρόκειται για τη μεγαλύτερη υγειονομική κρίση της γκέι κοινότητας από την εποχή που εμφανίστηκε ο HIV», χωρίς να υποβιβάζει τη σοβαρότητα του προβλήματος για ένα κομμάτι της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας.

Το δίκτυο AIDS Action Europe, ακριβώς λόγω της ένδειας σχετικών υπηρεσιών και της έλλειψης γνώσεων σε θέματα εθισμού στο chemsex, ξεκίνησε αυτοβούλως εκπαιδεύσεις στο πεδίο. Ο δρ. Αντώνης Πούλιος επιλέχθηκε να φτιάξει το εγχειρίδιο αυτής της εκπαίδευσης για το chemsex και τη μείωση βλάβης που πλέον διατίθεται σε 14 γλώσσες, εκπαίδευσε επιπλέον ο ίδιος τριάντα άτομα από διάφορες χώρες. Τα στοιχεία του εγχειριδίου που συλλέχθηκαν με ερωτηματολόγια φτάνουν μέχρι το 2022, περιλαμβάνουν βέλτιστες πρακτικές και προτείνουν τρόπους ενημέρωσης και εκπαίδευσης στην πράξη. Αν κάτι μπορεί να συναχθεί από τις ως τώρα έρευνες είναι ότι τα ποσοστά των ανθρώπων που επιδίδονται σε chemsex παραμένουν μάλλον σταθερά, δεν έχουμε δηλαδή κάποια θεαματική αύξηση ούτε στην Ελλάδα ούτε διεθνώς. Υπάρχει, εντούτοις, μια διαφοροποίηση αναφορικά με τις εργαστηριακά κατασκευασμένες ουσίες και το πώς είναι πιθανό να επιδρούν ή να αλληλεπιδρούν με άλλες ουσίες ή φάρμακα τα αντιρετροϊκά π.χ., καθώς αλλάζει κάθε τόσο η σύνθεσή τους. Και ενώ η γενική γραμμή μείωσης βλάβης είναι παρόμοια, κάποιες παράγωγες ουσίες μπορεί να είναι πολύ πιο ισχυρές από τις αρχικές και να κλιμακώνονται γρηγορότερα προς μια ψύχωση.
HIV και chems
Σε κάθε περίπτωση, τα chems θεωρούνται συνυπεύθυνα για αυξημένους δείκτες HIV λοίμωξης και άλλων σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων (ΣMN), καθώς η χρήση προφυλακτικού περνά συχνά σε δεύτερη μοίρα, είναι επιπλέον πιο πιθανό να βγει ή να σπάσει λόγω της έντασης και της διάρκειας των επαφών. Ωστόσο, γεγονός είναι –κι εδώ συμφωνούν όλοι οι ερευνητές‒ ότι δεν πρέπει να συγχέουμε τη συνάφεια με την αιτιότητα, πρόκειται ουσιαστικά για μια «διασταύρωση προκλήσεων» κατά τον Στιούαρτ, είτε ζει κάποιος με τον HIV είτε όχι. Χρειάζεται, επιπλέον, να είμαστε πολύ προσεκτικοί ώστε να μην οδηγηθούμε σε λάθος συμπεράσματα που επαυξάνουν το στίγμα.

«Η επιδημία του HIV τραυμάτισε σοβαρά την γκέι κοινότητα, προκαλώντας τεράστιο φόβο για τον έρωτα και το σεξ. Αυτό το τραύμα μεταφέρθηκε και στις νεότερες γενιές. Η έλευση του chemsex συνέπεσε με την εμφάνιση της αποτελεσματικής αγωγής για την HIV λοίμωξη, η οποία έγινε πλέον χρόνια και ελεγχόμενη. Αυτό οδήγησε σε μια νέα, τρόπον τινά, σεξουαλική επανάσταση, καθώς η άρση των αναστολών “βοηθά” στο να ξεπερνά κανείς τους όποιους φόβους του, πολλές φορές και την ανάγκη της χρήσης προφυλακτικού. Αυξάνεται έτσι ο κίνδυνος μετάδοσης HIV και άλλων ΣΜΝ, ενώ δεν είναι ασυνήθιστο άτομα με HIV που επιδίδονται σε chemsex να ξεχνούν την ημερήσια αγωγή τους», λέει ο παθολόγος Κωνσταντίνος Πρωτοπαπάς, επιστημονικός συνεργάτης στη Δ’ Παθολογική Κλινική του ΠΓΝ «Αττικόν». Σημαντικό ρόλο έπαιξε και η έλευση των εφαρμογών γνωριμιών, συνεχίζει, καθώς, μέσω αυτών, μπορεί κανείς να βρει εύκολα και άμεσα ερωτικούς συντρόφους χωρίς καν να μετακινηθεί, όπως και να αποκτήσει πρόσβαση σε ουσίες: «Τα βιβλιογραφικά δεδομένα δείχνουν ότι τα άτομα που ζουν με HIV ή λαμβάνουν PrEP κάνουν συχνότερα chemsex, είναι επιπλέον πιθανό κάποια αντιρετροϊκά φάρμακα να αλληλεπιδρούν με ορισμένες από αυτές τις ουσίες, κάτι που μπορεί να αποδειχθεί σοβαρό ‒ εξ αυτού υπάρχουν νοσηλείες σε ΜΕΘ αλλά και θάνατοι που οφείλονται σε υπερδοσολογία».
Πολλά ακόμα θα μπορούσαν να γραφτούν για το chemsex, ωστόσο λίγο θα άλλαζαν τη γενική εικόνα. Αν κάτι αξίζει να προσθέσουμε, ως κατακλείδα, είναι αυτό στο οποίο συμφωνούν όλοι οι συνομιλητές μου, καθώς και όλοι όσοι δραστηριοποιούνται στο πεδίο, ότι έχει μεγάλη σημασία να αγαπάμε και άρα να προσέχουμε τον εαυτό μας, την κοινότητά μας και κάθε άτομο με το οποίο συνευρισκόμαστε, γιατί, στην τελική, άνθρωποι «σαν κι εμάς καμωμένοι» δεν έχουμε παρά ο ένας τον άλλον.