Βραβείο Φωτογραφίας στο περσινό Φεστιβάλ Βερολίνου για το αδιάκοπο μονοπλάνο του Σεμπάστιαν Σίπερ, που για πρώτη φορά καταγράφεται σε μια ταινία μεγάλου μήκους με πραγματικό τρόπο και όχι με τον κλεμμένο, αλλά τόσο επιτυχημένο, του Άλφρεντ Χίτσκοκ στη Θηλειά και του Αλεχάνδρο Ινιάριτου στο Birdman. Η ηρωίδα Βικτώρια, μια Μαδριλένα στο Βερολίνο, συναντά έξω από το καφέ μπαρ όπου εργάζεται μια παρέα από 4 νέους άνδρες και όσο περνάει η νύχτα, μπλέκει στα προβλήματα και τις ποινικά κολάσιμες εκκρεμότητές τους. Ο τρόπος που ο σκηνοθέτης φέρνει συναισθηματικά κοντά τη Βικτώρια με έναν από τους άνδρες, τον Σόνε, και κυρίως αποτυπώνει την προθυμία της να ξεφύγει από τη ρουτίνα, να νιώσει κάτι παραπάνω σε μια ξένη πόλη, να ερωτευθεί, να εξομολογηθεί και να ρισκάρει, με όσα θα προκύψουν στην προσπάθεια της ευρύτερης συντροφιάς να διασκεδάσει και να παραβιάσει τον νόμο, είναι εντυπωσιακά μύχιος για γύρισμα με μία μόνο κάμερα, χωρίς επιμελημένα κοντινά, ταιριαστή μουσική και το απαραίτητο μοντάζ. Δυστυχώς, η μεγάλη διάρκεια (138 λεπτά) ενισχύει την αίσθηση της... εντύπωσης εις βάρος της ουσίας: από ένα σημείο κι έπειτα, τα απρόοπτα είναι τόσο πολλά, που παραπέμπουν σε μια μέρα συμβολική της παραβατικότητας και των συνεπειών της. Συνεπώς, ή η ταινία θα έπρεπε να είναι μικρότερη ή το σενάριο πιο αραιό σε πλοκή. Η Γερμανική Ακαδημία έσπευσε να ανταμείψει τη Βικτώρια με 6 βραβεία, προφανώς αναγνωρίζοντας τη μοναδικότητα του επιτεύγματος, Και ως επίτευγμα θα μείνει στη μνήμη.