Σάρα Ουόλτερς: Ξαγρυπνώντας

Σάρα Ουόλτερς: Ξαγρυπνώντας Facebook Twitter
0

Είναι γνωστό ότι τα στρατηγικά σχέδια του Χίτλερ τόσο για την κατάληψη της Βρετανίας όσο και για την κατάληψη της Ρωσίας έπαιζαν πάνω στο ζήτημα της προτεραιότητας: θα επιχειρούσε την κατάληψη της Ρωσίας αφού πρώτα θα ισοπέδωνε τη Βρετανία ή μήπως θα προηγούνταν η Ρωσία για να ακολουθήσει η Βρετανία; Προηγήθηκαν, όπως ξέρουμε, οι βομβαρδισμοί του Λονδίνου, ωστόσο ουδέποτε ο Χίτλερ θεώρησε τον αγγλικό λαό θανάσιμο αντίπαλο, για τον απλούστατο λόγο ότι οι Εγγλέζοι κρατούσαν από τα γερμανικά φύλα, ήταν δηλαδή λαός αυτάδελφος. Η φήμη ότι οι Γερμανοί πατεράδες πέθαιναν αφού πρώτα αποσπούσαν από τα παιδιά τους την υπόσχεση ότι δεν θα γίνουν έμποροι (σαν τους Βρετανούς) έχει βάση, διότι αυτό χώριζε τις δύο χώρες: οι Βρετανοί αναδείχτηκαν σε εμπόρους και θαλασσοπλόους, ενώ οι Γερμανοί σε ακατανίκητους πολεμιστές ξηράς.

Η Ουότερς γράφει για την εποχή των βομβαρδισμών του Λονδίνου, θέλοντας να συνθέσει ένα μυθιστόρημα όπου οι Γερμανοί παραμένουν άφαντοι, η άμυνα είναι αόρατη, ενώ αντίθετα η αντοχή των αμάχων δεν μπορεί να εγκαταλείψει τα μοτίβα του ειρηνικού βίου. Ας το πούμε ξεκάθαρα: δεν έχουμε να κάνουμε με ένα μυθιστόρημα πολέμου, με μια αφήγηση λαϊκής αντίστασης, ούτε καν για έρωτες εν πολέμω και για ανατροπές του ειρηνικού βίου. Ο πόλεμος διεξάγεται σε βάθος πεδίου και ουσιαστικά ουδέποτε κατονομάζεται. Τα βρετανικά αεροπλάνα δεν αναφέρονται ούτε μια φορά, όσο για το μαχητικό πνεύμα του βρετανικού λαού, δεν σχολιάζεται καθότι η αφηγήτρια έχει άλλα στο νου της: ξεκινώντας από το 1947 για να μεταβεί στο 1944 και κατόπιν στο 1941, δεν αναδεικνύει ήρωες και ηρωίδες, αλλά απλούστατα ζωντανεύει τις σχέσεις των ανθρώπων παρά τον πόλεμο. Ουσιαστικά, δηλαδή, έχουμε να κάνουμε μ’ ένα βιβλίο ειρήνης, η οποία ειρήνη κινδυνεύει ενίοτε από «τυφλά πυρά».

Γραμμένο από γυναίκα, το μυθιστόρημα εξελίσσεται κατά κανόνα μεταξύ γυναικών, υπακούει σε θηλυκά τερτίπια και αν δοξάζει κάτι, αυτό είναι, ασφαλώς, ο λεσβιακός έρως, που αντιμετωπίζεται με μέγιστο τακτ. Ακριβέστερα, δεν έχουμε να κάνουμε με ερωτική παραβατικότητα, αλλά με σχέσεις γυναικών που θεωρούνται φυσικές και αποδεκτές, καθώς μάλιστα δεν αντιμετωπίζουν αμφισβήτηση ή πολεμική. Η Ουότερς διασώζει το μαγνάδι των αισθημάτων. Όλο το βιβλίο είναι γραμμένο διπλοβελονιά, σε μακροσκελείς διαλόγους και σε εξαντλητικές αναλύσεις που γράφονται αλαφροχέρικα, επέχοντας θέση ιδιωτικού δράματος και ψυχογραφίας, η οποία κάνει την απλότητα, βαθύτητα.

«Ήταν ξαπλωμένες μες στη μπανιέρα. Ήταν το τελετουργικό τους κάθε Σάββατο πρωί. Κάθονταν εναλλάξ με την πλάτη στο λείο μέρος κι αυτή την εβδομάδα ήταν η σειρά της Τζούλια. Ήταν ξαπλωμένη με τα χέρια τεντωμένα, με το κεφάλι γερτό στο σμάλτο, τα μάτια κλειστά. Είχε μαζέψει τα μαλλιά της μ’ ένα μαντήλι, αλλά μερικές τούφες είχαν ξεγλιστρήσει, και καθώς το νερό τις μούλιαζε, κόλλαγαν σαν γύψος στο σαγόνι και τον λαιμό της. Συνοφρυωμένη, τις τράβηξε πίσω από το αυτί. Η Έλεν σάλεψε και πάλι κι έπειτα βρήκε μια σχεδόν αναπαυτική θέση και βολεύτηκε, απολαμβάνοντας επιτέλους το υπέροχο νερό που της έγλειφε τις μασχάλες, τα λαγόνια - κάθε χαραμάδα κι εσοχή του κορμιού της. Η Τζούλια άνοιξε τα μάτια κι έριξε μια φευγαλέα ματιά στα μπούτια της Έλεν. “Σαν κορίτσι του Εγκρ είσαι”, είπε με άνεση. Ήταν γεμάτη με τέτοια αμφίσημα κοπλιμέντα».

 Οι λουόμενες παραμένουν αγαπημένο θέμα της αφηγήτριας, πιθανότατα επειδή η γύμνια προϋποτίθεται άνευ οιασδήποτε βίας. «“Πολύ χαίρομαι που έχεις πόδια κι όχι ουρά, Τζούλια”. “Αλήθεια, γλυκιά μου, κι εγώ χαίρομαι”. Χαμογέλασε. Θυμήθηκε ένα ανέκδοτο. “Τι είπε ο σκούφος στο σουτιέν;”. Η Τζούλια το σκέφτηκε λίγο. “Τι;”. “Αλλάζουμε;”. Γέλασαν για την ελαφρότητα της Έλεν. “Ο αφαλός μου μού κλείνει το μάτι”, είπε η Έλεν γελώντας ακόμα».

Καθώς προσαρμόζεται στα ενδότερα της αφήγησης, ο αναγνώστης δεν αργεί να διερωτηθεί για τον λόγο που όλο αυτό το ερωτικό ανθολόγιο θα έπρεπε να συνδεθεί με το βομβαρδισμένο Λονδίνο. Αν ρίξουμε μια ματιά στην ακροτελεύτια σελίδα του βιβλίου με τις «Ευχαριστίες» προς την Υπηρεσία Μουσειακής Διαφύλαξης Ασθενοφόρων Οχημάτων του Λονδίνου, προς το προσωπικό του Μητροπολιτικού Αρχείου του Λονδίνου, προς το προσωπικό του Βασιλικού Πολεμικού Μουσείου, προς το προσωπικό του Ληξιαρχείου του Γουεστμίνστερ, της Δημοτικής Σχολής και Αρχειοθήκης του Κάμντεν, προς το Ίδρυμα για την Περίθαλψη των Θυμάτων Βασανισμού, καταλαβαίνουμε ότι τα πράγματα παίρνουν άλλη βαρύτητα. «Για το βιβλίο αυτό», γράφει η Ούοτερς, «άντλησα ιδέες και έμπνευση από πολλές πηγές, συμπεριλαμβανομένων μυθιστορημάτων και ταινιών της δεκαετίας του ‘40, καθώς και από φωτογραφίες, χάρτες ημερολόγια, γράμματα σε επίκαιρες περιγραφές καθημερινότητας στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και κατόπιν».

Έστω και με λίγο πόλεμο -από δεύτερο και τρίτο χέρι- μπορεί να στηθεί ένα μυθιστόρημα, αρκεί η φαντασία να επινοεί καταστάσεις όπως η ακόλουθη, όπου η ρήτρα της πραγματικότητας μπορεί κάλλιστα να μη μας ενδιαφέρει: «Πιρς, πολύ λυπάμαι που χαθήκαμε... Καταλαβαίνεις τι προσπαθώ να σου πω; Έμοιαζε να ‘ναι η ζωή κάποιου άλλου, όχι η δική μου. Ήταν σαν να με είχε πάρει ένα μαγικό χέρι και να με είχε αφήσει έξω από τον χρόνο - κι έπειτα να με άρπαξε πάλι και να με ξανάφερε πίσω στο ίδιο σημείο».

Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι, παρά τα πολλά πρόσωπα του βιβλίου και τα αμέτρητα συμβάντα, δεν υπάρχει κάτι που να μπορεί να λογαριαστεί ως καθοδηγητικό συμβάν. Καμιά μεγάλη πράξη, κανένας ηρωικός θάνατος, καμιά θανάσιμη συντριβή. Πάνω απ’ όλα η επιβίωση, με κάθε τρόπο και με κάθε μέσο. «Το μέρος ήταν σκιαχτικό: πιο ήσυχο, κατά κάποιον τρόπο, κι από χωράφι. Και η θέα προς τον Τάμεση, το Γουεστμίνστερ, ολάκερη μια άτσαλη καμπούρα από ακανόνιστους όγκους - θαρρείς και ο πόλεμος είχε ξεφλουδίσει το Λονδίνο, χωρίζοντάς το σε μικρά χωριουδάκια, που το καθένα υπεράσπιζε τον εαυτό του ενάντια σε άγνωστες δυνάμεις, μες στο σκοτάδι κι ολομόναχο».

Στη σελίδα 217 μαζεύουν ένα πτώμα γυναίκας ντυμένο με παντόφλες στα πόδια, αλλά ακέφαλο, και κατόπιν τον άφυλο κορμό ενός μεγαλούτσικου παιδιού με το κορδόνι της ρόμπας ακόμα τυλιγμένο γύρω από τη μέση. «Αυτά τα είχαν σκεπάσει με μια κουβέρτα. Τυλιγμένα σε ένα πλαστικό παραδίπλα υπήρχαν διάφορα κομμένα μέλη: μικρά χεράκια, ποδαράκια, ένα σαγόνι και μια χοντρουλή κλείδωση που θα μπορούσε να είναι γόνατο ή αγκώνας. Η Κέι θυμάται τα κομματάκια των νεκρών που είχαν μαζέψει με την Κόουλ, πριν από λίγο, στον κήπο της οδού Σάδερλαντ κι αισθάνθηκε την αποκρουστικότητά τους, ξαφνικά, όπως δεν την είχε αισθανθεί ως εκείνη την ώρα - τη φριχτή απαλοσύνη της ανθρώπινης σάρκας, τα ευάλωτα οστά, την αποστροφή του λιγνού λαιμού και των καρπών και των κλειδώσεων...».

Στον χώρο της φυλακής, η οποία τελικά αποδεικνύεται αργόσυρτη μηχανή κονιορτοποίησης του χρόνου, η Ουότερς θα βρει την ευκαιρία να στήσει ένα φεστιβάλ πορνολογίας.

«Λιγνή ως τον πάτο μπαίνει, μα η κοντόχοντρη χορταίνει!»

«Πέντε χρόνια στο κελί,

Αχ! Να ‘χα και τη γυναικούλα μου μαζί».

Για να συμπληρώσει κάποιος άλλος: «Τι να σε κάνει, ρε μουνί, ο κολλητός σου τη γαμεί».

«Το πεινασμένο το σκυλί

και τα σκατά του θα φάει».

«Έλα, δεν είναι και πολλά αυτά που μπορεί να σου κάνει ένας άντρας για να κλάψεις - δεν έχουν και μεγάλη φαντασία. Ή που θα σε στήσει, ή που θα σε κερατώσει, ή που θα σε χτυπήσει», κάγχασε. « Ή που θα σε γκαστρώσει».

«Σαν τη γενειάδα του παππού σου ήταν η τρύπα του μουνιού σου!».

Είδα την τρυπούλα σου, τη μαυροπερδικούλα σου, κι ήτανε σαν αρουραίος που του κόψανε το πέος!».

«Από μπρος τσιμπουκώνει τον Τσέις κι από πίσω τής τον χώνει ο Μπράουνινγκ».

«Ξέρω μια κοπέλα που άμα ντυθείς γαμπρός

Στο δίνει από πίσω, στο δίνει κι από μπρος.

Μ’ αρέσουν οι κοπέλες που δεν δίνουν φάσκελα,

Που γαμιούνται μπρούμυτα, μα προτιμούν ανάσκελα.

              Μ αρέσουν οι κοπέλες οι μελαχρινές

             που σου λένε έμπαινε! Μα δεν σου λένε βγες!».

Τις καλύτερες σελίδες, πάντως, η αφηγήτρια τις έχει φυλάξει για το τέλος. Όντως το ζεύγος Ντάνκαν-Άλεκ, οι αυτοκτόνοι με άλλα λόγια, συμπυκνώνουν με απίστευτη επιδεξιότητα και ψυχική βαθύτητα την άρνηση του πολέμου και την αποφυγή του μέσω της αυτοκτονίας. ΄Εχοντας στα χέρια του το ειδοποιητήριο υποχρεωτικής κατάταξης, ο Άλεκ παραδίδεται σε ένα αντιπολεμικό παραμιλητό. Οι γονείς τους έκαναν τον πόλεμο και τώρα θέλουν να κάνουν και τα παιδιά τον δικό τους. «Εμείς ποτέ δεν θέλαμε να πολεμήσουμε!». Κόμπο κόμπο παίρνουν την απόφαση και συζητούν τον τρόπο. «Μπορούμε να φαρμακωθούμε», λέει ο Άλεκ, «να πάρουμε αρσενικό σαν εκείνη την πουτάνα τη Μαντάμ Μποβαρί». Αλλά το πιο σημαντικό θα είναι η αποχαιρετιστήρια επιστολή.

               «Προς άπαντα ενδιαφερόμενο.

Εάν διαβάζετε αυτές τις γραμμές, σημαίνει πως οι Άλεκ Τζ.Σ. Πλέινερ και Ντάνκαν Ο. Πιρς, κάτοικοι της περιοχής Στρίτχαμ του Λονδίνου, επέτυχαν το σκοπό τους και δεν ευρίσκονται πλέον στη ζωή. Δεν εκλαμβάνουμε ελαφρώς τούτο το καθήκον. Γνωρίζουμε πως η χώρα εντός της οποίας ετοιμαζόμαστε να προσχωρήσουμε είναι “τόπος ζόφου, ανεξερεύνητος”, εκ του οποίου “ουδείς ταξιδευτής επιστρέφει”. Όμως την πράξη μας υπαγορεύει το χρέος απέναντι στους Νέους της Αγγλίας και ο θάνατός μας θα επέλθει εις το όνομα της Ελευθερίας, της Τιμιότητος και της Αλήθειας. Καλύτερα να αφαιρέσουμε μόνοι τη ζωή μας, παρά να την αφήσουμε στο έλεος των Εμπόρων του Πολέμου. Ως μοναδικό επιτάφιο ζητούμε να γραφεί το εξής: ότι όπως ο μέγας Λόρενς, “κρατήσαμε στα χέρια την πλημμύρα των ψυχών και γράψαμε τη θέλησή μας στ’ άστρα”».

Στο άλλο άκρο, η Κέι θα βρει μέσα στα ερείπια μιαν εγκλωβισμένη κοπέλα, θα την πλύνει και θα μετρήσει τους σφυγμούς της, αδυνατώντας να πιστέψει πως κάτι τόσο δροσερό και άσπιλο μπορούσε να βγει μέσα από τα χαλάσματα...

Βιβλίο
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Για τον Ομάρ Καγιάμ

Ποίηση / «Πίνε, και μη θαρρείς κουτέ, και συ πως είσαι κάτι»: Τα Ρουμπαγιάτ του Ομάρ Καγιάμ

Πεθαίνει σαν σήμερα το 1131 ο μεγάλος Ιρανός ποιητής που έγραψε αριστουργηματικά ποιήματα για τη ματαιότητα των πραγμάτων, τη μεγαλοσύνη της στιγμής και το νόμο του εφήμερου.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΝΤΑΜΟΝ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
Το πίσω ράφι/ Μαρία Πάουελ «Δεσμά αίματος»

Το πίσω ράφι / «Η ευλογία αλλά και η κατάρα που είναι η οικογένεια»

Η Μαρία Πάουελ, με τη νουβέλα της «Δεσμά αίματος», ζωντάνεψε μια βυθισμένη στη μοναξιά και κυριευμένη από πάθος γυναίκα χωρίς να μαρτυρήσει ούτε ένα από τα εξωτερικά της χαρακτηριστικά, κι εξερεύνησε ένα θέμα που ίσως δεν θα πάψει ποτέ να μας ταλανίζει, την οικογένεια.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
«Από τότε που με έφεραν εδώ, έχω πειστεί ότι έχω πεθάνει»

Βιβλίο / «Από τότε που με έφεραν εδώ, έχω πειστεί ότι έχω πεθάνει»

Το πρωτότυπο science fiction μυθιστόρημα «Οι υπάλληλοι» της Δανής Όλγκα Ράουν κερδίζει υποψηφιότητα για Booker, προβλέποντας εικόνες από τη ζωή αλλόκοτων υπαλλήλων στο μέλλον, βγαλμένες από το πιο ζοφερό παρόν.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ευάρεστος Πιμπλής: «Η ηδονή σήμερα τρομάζει – και αυτό λέει πολλά για εμάς»

Βιβλίο / Ευάρεστος Πιμπλής: «Η ηδονή σήμερα τρομάζει και αυτό λέει πολλά για εμάς»

Ο πρωτοεμφανιζόμενος συγγραφέας μιλά στη LiFO με αφορμή το βιβλίο του «Πέρα από τη συναίνεση» για μερικά από τα πιο δύσκολα ζητήματα της εποχής: τη βία μέσα στη φαντασίωση, τον νέο πουριτανισμό, τα όρια της επιθυμίας και την εύθραυστη, συνεχώς μεταβαλλόμενη έννοια του τι σημαίνει να είσαι άνδρας σήμερα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μοντ Ρουαγιέ: «Πού θα βρίσκονται σε δέκα χρόνια όλοι αυτοί που μας επιτίθενται;»

Lgbtqi+ / Μοντ Ρουαγιέ: «Πού θα βρίσκονται σε δέκα χρόνια όλοι αυτοί που μας επιτίθενται;»

Στο εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο «Τρανσφοβία» που μόλις κυκλοφόρησε στα ελληνικά, η τρανσφεμινίστρια Μοντ Ρουαγιέ επιχειρεί να καταγράψει τη νέα πραγματικότητα για την τρανς συνθήκη και τα τρανς δικαιώματα.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
H παλιά Εθνική Βιβλιοθήκη ανοίγει ξανά τις πύλες της

Αποκλειστικές φωτογραφίες / Η παλιά Εθνική Βιβλιοθήκη ανοίγει ξανά τις πόρτες της

Η LiFO μπήκε στο ιστορικό Βαλλιάνειο Μέγαρο το οποίο, μετά την ολοκλήρωση των αναγκαίων εργασιών αποκατάστασης και συντήρησης, θα υποδεχθεί ξανά το κοινό στις αρχές του 2026.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Gaslighting»: Είναι όλα στο μυαλό σου!

Βιβλίο / «Gaslighting»: Είναι όλα στο μυαλό σου!

Τι είναι το gaslighting; Το επίκαιρο και διαφωτιστικό δοκίμιο της Kέιτ Άμπραμσον αποτελεί μια διεξοδική, εις βάθος ανάλυση ενός όρου που έχει κατακλύσει το διαδίκτυο και την ποπ κουλτούρα και χρησιμοποιείται πλέον ευρέως.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Το woke στο «καναβάτσο»

Βιβλίο / Τι είναι τελικά το woke; Δύο βιβλία εξηγούν

Δύο αξιόλογα βιβλία που εστιάζουν στην πολυσυζητημένή και παρεξηγημένη σήμερα woke κουλτούρα κυκλοφόρησαν πρόσφατα στα ελληνικά, εμπλουτίζοντας μια βιβλιογραφία περιορισμένη και μάλλον αρνητικά διακείμενη.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Σκοτ Φιτζέραλντ «Ο Μεγάλος Γκάτσμπυ»

Το πίσω ράφι / «Ο Μεγάλος Γκάτσμπυ». Ένα αριστούργημα. Δίχως υπερβολή

O Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ ζωντανεύει την εκλεπτυσμένη βαρβαρότητα της αμερικανικής αστικής τάξης, το κυνήγι του αμερικανικού ονείρου και μαζί τη διάλυση μιας κολοσσιαίας ψευδαίσθησης.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Η Έλεν ντε Γουίτ έγραψε τον «Τελευταίο Σαμουράι». Χρειάστηκε 25 χρόνια για το νέο της βιβλίο

Βιβλίο / Η Έλεν ντε Γουίτ έγραψε τον «Τελευταίο Σαμουράι». Χρειάστηκε 25 χρόνια για το νέο της βιβλίο

Η μυθιστορηματική περίπτωση της Ντε Γουίτ αποδεικνύει ότι οι καλοί συγγραφείς πάντα δικαιώνονται. Και το βιβλίο της «Οι Άγγλοι καταλαβαίνουν το μαλλί», τη σπάνια ευφυΐα της.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Μαρία Μήτσορα «Ζήτα Ήτα Θήτα»

Προδημοσίευση / Μαρία Μήτσορα «Ζήτα Ήτα Θήτα»

Μια αποκλειστική πρώτη δημοσίευση από το εν εξελίξει βιβλίο «Ανθός ΜεταΝοήματος» της Μαρίας Μήτσορα, μιας αθόρυβης πλην σημαντικότατης παρουσίας στην ελληνική λογοτεχνία, που θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Πατάκη μέσα στο 2026.
THE LIFO TEAM
«Πώς αλλάζει κανείς, πώς φτάνει σε σημείο να μην αναγνωρίζει τον εαυτό του»

Το πίσω ράφι / «Πώς αλλάζει κανείς, πώς φτάνει σε σημείο να μην αναγνωρίζει τον εαυτό του»

Το μυθιστόρημα «Δαμάζοντας το κτήνος» της Έρσης Σωτηροπούλου είναι χτισμένο στην εικόνα της «μοναξιάς που μοιράζονται πολλοί άνθρωποι μαζί». Επανεκδίδεται σε λίγες μέρες από τον Πατάκη.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Μάργκαρετ Άτγουντ: «Δεν νομίζω να με αγαπούσε ο Πλάτωνας»

Βιβλίο / Μάργκαρετ Άτγουντ: «Δεν νομίζω να με αγαπούσε ο Πλάτωνας»

Μία από τις σημαντικότερες συγγραφείς της εποχής μας. Στη συνέντευξή της στη LifO δίνει (ανάμεσα σε άλλα) οδηγίες για το γράψιμο και τη ζωή, τη γνώμη της για τον Πλάτωνα αλλά και για την αξία των συμβολικών μύθων.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Σεξ, (πολλά) ναρκωτικά και rock & roll με τον Μάρτιν Σκορσέζε

Βιβλίο / Σεξ, (πολλά) ναρκωτικά και rock & roll με τον Μάρτιν Σκορσέζε

Στο νέο βιβλίο του, που κυκλοφορεί δύο χρόνια μετά τον θάνατό του, ο Ρόμπι Ρόμπερτσον, ο ηγέτης του θρυλικού συγκροτήματος The Band, μιλάει για όσα έζησε με τον διάσημο σκηνοθέτη και κολλητό του στο ηδονιστικό Χόλιγουντ της δεκαετίας του '70.
THE LIFO TEAM
Ο «Θάνατος του Βιργιλίου» και τρία ακόμα λογοτεχνικά διαμάντια

Βιβλίο / Ο «Θάνατος του Βιργιλίου» και τρία ακόμα λογοτεχνικά διαμάντια

Τα έργα-σταθμοί της λογοτεχνίας, από την υψηλή ποίηση μέχρι τη μυθοπλασία, ανέκαθεν αποτύπωναν τα ακραία σημεία των καιρών, γι’ αυτό είναι επίκαιρα. Παραθέτουμε τέσσερα αντιπροσωπευτικά παραδείγματα που βγήκαν πρόσφατα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ