Πέισιενς Γκρέι Facebook Twitter
Η Πέισιενς Γκρέι στο Spigolizzi, στα μέσα της δεκαετίας του ’90. (Φωτο: Doris Schiuma, από το βιβλίο «Fasting and Feasting» του Adam Federman).

Η μυθιστορηματική ζωή της Πέισιενς Γκρέι, μιας από τις σπουδαιότερες Αγγλίδες συγγραφείς φαγητού

0

Την έχουν χαρακτηρίσει «γαλαζοαίματη επαναστάτρια», «μάγισσα», «ιέρεια της μαγειρικής», κι άλλα πολλά, δικαίως ή αδίκως, αυτό που έχει σημασία είναι ότι, παρότι η Πέισιενς Γκρέι είναι από τις σπουδαιότερες συγγραφείς φαγητού της Βρετανίας, δεν έγινε ποτέ τόσο γνωστή όσο οι άλλες σύγχρονές της «κουζινογράφοι» όπως η Elizabeth Davis, ή οι Αμερικανίδες M.F.K. Fisher και Julia Child –οι οποίες με τα χρόνια έγιναν θρύλοι. Κι έπρεπε να πεθάνει για να γραφτεί μια βιογραφία της που φώτισε αρκετά σημεία της ζωής της, όχι μόνο την μοναδικότητά της και την ευφυΐα της, αλλά και τις σκοτεινές πλευρές της που την έκαναν προσιτή και ανθρώπινη. Διαβάζοντας το «Fasting and Feasting» του Adam Federman –ο οποίος μάζεψε από προσωπικό ενδιαφέρον τις επιστολές της και χύμα υλικό από το αρχείο του γιου της, στο σπίτι που έζησε για περισσότερα από 30 χρόνια με τον άντρα που αγάπησε, τον Βέλγο ζωγράφο, γλύπτη και ποιητή Norman Mommens, στη νότια Ιταλία, σε ένα απομονωμένο χωριό της Απουλίας, και τα έβαλε σε μία λογική σειρά για να συνθέσει το στόρι της ζωής της- καταλαβαίνεις γιατί δεν μοιάζει με καμία άλλη συγγραφέα φαγητού.


«Υποθέτω ότι υπάρχει κάτι παράλογο στον ισχυρισμό ότι μια συγγραφέας που οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν ακούσει είναι μία από τις πιο σημαντικές συγγραφείς για φαγητό των τελευταίων 50 χρόνων» λέει ο Adam Federman σε μια συνέντευξή του το 2017, τη χρονιά που συμπληρώνονταν 100 χρόνια από τη γέννησή της Γκρέι. «Η Πέισιενς και το “Honey from a Weed” κατέχουν μια ιδιαίτερη θέση στον κόσμο της μαγειρικής βιβλιογραφίας. Το βιβλίο θεωρείται ένα από τα καλύτερα βιβλία για φαγητό που έχουν γραφτεί ποτέ, κι ωστόσο η Πέισιενς παραμένει εντελώς άγνωστη. Η Πέισιενς έγραψε για φαγητό και τις απόψεις της για το φαγητό που σήμερα έχουν γίνει mainstream και αποτελεί έκπληξη που δεν είναι περισσότερο γνωστή. Συναντώ συνεχώς ανθρώπους που λένε ότι το “Honey from a Weed” τους άλλαξε τη ζωή. Αυτό είναι κάτι που δεν ακούς συχνά για βιβλία μαγειρικής».

Η Patience έγινε τροφοσυλλέκτης από επιλογή, αφήνοντας πίσω της τον πολιτισμό και τις ανέσεις για να ζήσει τα τελευταία τριάντα χρόνια της ζωής της σε ένα αγροτόσπιτο χωρίς ρεύμα και ζεστό νερό, όπως ακριβώς και οι χωρικοί γείτονές της, μένοντας πιστή στα υλικά που της πρόσφερε η κάθε εποχή, φυτά, ζώα και ψάρια, μαθαίνοντας μέχρι το τέλος της ζωής της πώς να χρησιμοποιεί όλα όσα την περιτριγυρίζουν.


Το «Honey from a Weed», το magnus opus της, μπορεί συγκριθεί περισσότερο με τα βιβλία του Πάτρικ Λη Φέρμορ και τη λογοτεχνία του Ντ. Χ. Λώρενς, παρά με τα βιβλία μαγειρικής της ίδιας εποχής (και κάθε εποχής). H Γκρέι –που το όνομά της ήταν «υπομονή»- παραμένει μια καλτ φιγούρα στο χώρο των food writers, με έργο και προσωπικότητα που δεν μπήκαν ποτέ σε καλούπια και δεν έπαιξαν με τους κανόνες, κανενός είδους. Δεν έγινε ποτέ πρώτο όνομα, ωστόσο, τα τελευταία χρόνια το ενδιαφέρον για τα βιβλία της έχει αυξηθεί κατακόρυφα. Διάσημοι σεφ αλλά και άνθρωποι που ενδιαφέρονται για τα βιβλία για το φαγητό –και όχι μόνο για τα βιβλία με συνταγές- άρχισαν να εκτιμούν το ρόλο που έπαιξε στην διαμόρφωση της οικιακής κουζίνας μετά τον πόλεμο, αλλά και το foraging, την αναζήτηση τροφής στη φύση που έγινε τάση τα τελευταία χρόνια στα πανάκριβα εστιατόρια. Και όχι, ούτε ο René Redzepi, ούτε ο Virgilio Martínez Véliz ήταν πρωτοπόροι, ούτε ο η φιλοσοφία του Fergus Henderson για το μαγείρεμα κάθε μέρους ενός ζώου, ακόμα και τα πιο ταπεινά, ήταν κάτι που τού ήρθε με επιφοίτηση. Η Patience έγινε τροφοσυλλέκτης από επιλογή, αφήνοντας πίσω της τον πολιτισμό και τις ανέσεις για να ζήσει τα τελευταία τριάντα χρόνια της ζωής της σε ένα αγροτόσπιτο χωρίς ρεύμα και ζεστό νερό, όπως ακριβώς και οι χωρικοί γείτονές της, μένοντας πιστή στα υλικά που της πρόσφερε η κάθε εποχή, φυτά, ζώα και ψάρια, μαθαίνοντας μέχρι το τέλος της ζωής της πώς να χρησιμοποιεί όλα όσα την περιτριγυρίζουν. Και εκτός από μοναδική συγγραφέας, ήταν και εξαιρετική μαγείρισσα.  

Πέισιενς Γκρέι γιος Facebook Twitter
Με τον γιό της, Νίκολας, το 1944.


Η ζωή της Πέισιενς Γκρέι ήταν περιπετειώδης και άγρια. Τόσο άγρια, που αν την συγκρίνεις με της Elizabeth Davis, για την οποία έχουν γραφτεί τουλάχιστον δύο πολυσέλιδες βιογραφίες σε μεγάλους εκδοτικούς, η ζωή της Elizabeth φαίνεται εντελώς πεζή και βαρετή. Αυτός είναι, ίσως, ένας λόγος που η Davis απεχθανόταν την Γκρέι. Ωστόσο, οι ζωές του είχαν πολλά κοινά. Και οι δύο προέρχονταν από τη μεγαλοαστική τάξη της Βρετανίας, μεγάλωσαν σε τεράστια σπίτια όπου το παιδικό φαγητό το σέρβιραν υπηρέτριες, και ήταν ευφυείς, έντονα ανεξάρτητες, πολυταξιδεμένες, όμορφες και με προσωπική ζωή αρκετά ασαφή. Μέχρι να κυκλοφορήσουν οι βιογραφίες τους, ελάχιστοι ήξεραν λεπτομέρειες για τη ζωή τους. Ο άλλος λόγος που η Davis την αντιπαθούσε ήταν αυτό που κατάφερε η Πέισιενς Γκρέι τη δεκαετία του ’50: να κάνει -ως απόλυτο outsider- μεγαλύτερες πωλήσεις με το πρώτο της βιβλίο «Plats du Jour» από το «A Book of Mediterranean Food» της Davis, το οποίο είχαν υποδεχτεί όλοι με διθυράμβους. Παρότι η Davis κυκλοφόρησε πρώτη το βιβλίο της το 1950, το «Plats du Jour», που κυκλοφόρησε το 1957, έγινε το πιο καλοπουλημένο βιβλίο φαγητού των ’50s στη Βρετανία.

Βέβαια, η βιβλιογραφία της Πέισιενς Γκρέι είναι πολύ μικρή, σε σχέση με της Elizabeth Davis, μόλις πέντε βιβλία, και το στόρι των κυκλοφοριών τους είναι πονεμένη ιστορία. Μέχρι να βγει το δεύτερο βιβλίο της, το περίφημο «Honey from a Weed: Fasting and Feasting in Tuscany, Catalonia, the Cyclades and Apulia», πέρασαν σχεδόν τριάντα χρόνια (το έγραφε πάνω από μια εικοσαετία) και, αν δεν είχε ενδιαφερθεί ο Alan Davidson, δεν θα είχε κυκλοφορήσει ποτέ. Κανείς δεν το ήθελε.


Η ιστορία της Γκρέι ξεκινάει στο αγροτικό Surrey το 1917. Ήταν η δεύτερη από τις τρεις κόρες της Olive και του Hermann Stanham, που γεννήθηκε σε μια αγροτική έπαυλη στο Shackleford, ένα ειδυλλιακό σπίτι με γήπεδο του τένις και γρασίδι, όπου έπιναν τσάι το καλοκαίρι. Υψηλή κοινωνία, μέχρι που ο πατέρας της τα έχασε όλα από κακοδιαχείριση. Η φάρμα γουρουνιών που είχε φαλίρισε και η οικογένεια μετακόμισε στο Σάσεξ, αποχαιρετώντας τη μεγάλη ζωή. Η Γκρέι, ανήσυχο πνεύμα και πεισματάρα, πήγε στο Λονδίνο στη θεία της την Ντόντο και γράφτηκε στο Queen’s College, περνώντας με την οικογένεια της θείας της ακόμα και τις διακοπές της. Ήταν άριστη μαθήτρια και στα 16 κατάφερε να μπει στο πανεπιστήμιο, αλλά ο πατέρας της τής απαγόρεψε να παρακολουθήσει τα μαθήματα, με τη δικαιολογία ότι ήταν πολύ μικρή. Επέμενε να επιστρέψει στο Σάσεξ, αλλά η ατίθαση Πέισιενς, κόντρα στις διαταγές του, πήγε στη Βόνη, στη Γερμανία, για να σπουδάσει στην αρχή Οικονομικά και στη συνέχεια Ιστορία της Τέχνης. Για ένα χρόνο έμεινε σε ένα αστεροσκοπείο του 17ου αιώνα μαζί με έναν καθηγητή αστρονομίας και τη σύζυγό του. Για να ξεφύγει από το καταθλιπτικό περιβάλλον του αστεροσκοπείου, περπατούσε στην πόλη και μελετούσε την μπαρόκ αρχιτεκτονική. Επιστρέφοντας στο Λονδίνο ξεκίνησε να σπουδάζει στο London School of Economics, με καθηγητή τον Χιου Γκάιτσκελ, τον μετέπειτα αρχηγό του Εργατικού Κόμματος.

Πέισιενς Γκρέι νέα Facebook Twitter
1959, την εποχή που ήταν αρχισυντάκτρια στον Observer. (Φωτο: David Sim, από το βιβλίο «Fasting and Feasting» του Adam Federman).
Πέισιενς Γκρέι με την Peggy Angus Facebook Twitter
Η Πέισιενς Γκρέι με την Peggy Angus, στα τέλη της δεκαετίας του ’50, όταν το «Plats du Jour» ήταν το πιο καλοπουλημένο βιβλίο μαγειρικής της δεκαετίας. (Φωτο: Monica Pidgeon, από το βιβλίο «Fasting and Feasting» του Adam Federman).


Η μυθιστορηματική ζωή της ξεκινάει το 1938, μετά την αποφοίτησή της, όταν ταξίδεψε με μία από τις αδερφές της στην ανατολική Ευρώπη με υποτροφία των Κουάκερων, που ήθελαν να προωθήσουν τις φιλικές σχέσεις με τους Ρουμάνους. Όσο οι αδερφές ήταν στη Ρουμανία πέθανε η βασίλισσα Μαρία και η χλιδάτη τελετή την ημέρα της κηδείας της έγινε η αφορμή για να γράψει η Πέισιενς το πρώτο της δημοσιογραφικό κομμάτι σε μία εφημερίδα του Βουκουρεστίου. Ο εκδότης της εφημερίδας ενθουσιάστηκε τόσο με την Πέισιενς που γέμισε το δωμάτιο του ξενοδοχείου της με αρωματικούς κρίνους. Στη συνέχεια έπαθε ψύχωση μαζί της. Η Πέισιενς τρομοκρατήθηκε και το έσκασε με το μονοπλάνο ενός Ρουμάνου πρίγκηπα που πέταξε πάνω από τη Μαύρη Θάλασσα.

Μόλις επέστρεψε στο Λονδίνο, το 1939, ξεκίνησε να δουλεύει ως μεταφράστρια στο Υπουργείο Εξωτερικών, από όπου απολύθηκε όταν ξέσπασε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος «επειδή είχε επαφές με πολλούς ξένους». Στη συνέχεια πήγε στο Συμβούλιο Τεχνών όπου «τα έφτιαξε» με έναν παντρεμένο με παιδιά, προκαλώντας μέγα σκάνδαλο. Ο Thomas Gray δεν την παντρεύτηκε ποτέ, παρόλο που απέκτησαν μαζί δύο παιδιά, τον Νίκολας και την Μιράντα. Για λόγους τιμής η Γκρέι αποφάσισε να υιοθετήσει το επώνυμό του (με μονομερή πράξη που ανακοινώθηκε στην London Gazette το 1941). Κατά τη διάρκεια του πολέμου η Πέισιενς εγκατέλειψε τον Thomas -επειδή την απάτησε με μια φίλη της- και μετακόμισε στο αγροτόσπιτο που είχε η μητέρα της σε ένα μικρό χωριό στο South Downs, χωρίς νερό, ηλεκτρικό και τηλέφωνο. Μεγάλωσε τα παιδιά μόνη της. Το μόνο που της έμεινε από τον Thomas ήταν η γνώση να φτιάχνει μολότοφ (ο τότε σύντροφός της εκπαίδευε τους πολίτες να φτιάχνουν βόμβες για να πολεμούν τους Γερμανούς) και μία ακόμα εγκυμοσύνη, ένα κοριτσάκι που μόλις το γέννησε το έδωσε για υιοθεσία. Εκείνη η περίοδος ήταν η χειρότερη της ζωής της, γιατί το μωρό αρρώστησε και έπρεπε να το πάρει πίσω και να το θηλάσει, για να μην πεθάνει. Μόνη, με τα αεροπλάνα να βομβαρδίζουν πάνω από το κεφάλι της και να παιδιά της να υποφέρουν χωρίς φαγώσιμα, έκανε ό,τι μπορούσε, αλλά δεν κατάφερε να το σώσει. Το ζευγάρι που είχε υιοθετήσει το μωρό, δεν επέτρεψε στην Γκρέι να πάει στην κηδεία.


Η Πέισιενς ήταν απίστευτα δυνατή γυναίκα. Ξαναγύρισε στο Λονδίνο το 1947 και έπιασε δουλειά στο γραφείο ενός διάσημου designer, του F.H.K. Henrion, όπου γνώρισε την Primrose Boyd, με την οποία το 1954-55 έγραψε το «Plats du Jour». Άφησε τα παιδιά στη μάνα της (τα παιδιά αποκαλούσαν τη γιαγιά «μαμά», ενώ την Πέισιενς τη φώναζαν με το όνομά της) και γύρισε με την Primrose σε όλες τις χώρες της Μεσογείου, δοκιμάζοντας φαγητά και μαζεύοντας συνταγές. Λίγα χρόνια αργότερα, όταν ήταν τα παιδιά της ήταν 15 και 16, τα έστειλε από την Ιταλία στο Λονδίνο, μόνα τους και ασυνόδευτα. Ήταν κάτι αδιανόητο για εκείνη την εποχή.   

Norman Momments και η Πέισιενς Γκρέι Facebook Twitter
Ο Norman Momments και η Πέισιενς Γκρέι στο σπίτι τους στην Απουλία της νότιας Ιταλίας τον Φεβρουάριο του 1992, όπου έζησαν τα τελευταία 30 χρόνια της ζωής τους. (Φωτο: Grace di Napoli, από το βιβλίο «Fasting and Feasting» του Adam Federman).


Την περίοδο που δούλευε στον Henrion, μετακόμισε σε μια Βικτωριανή έπαυλη στο Hampstead Heath, όπου η κουζίνα ήταν μία μικρή εσοχή και το τραπέζι ένα ξύλινο ράφι στον τοίχο. Έμενε στο δωμάτιο με τα μπιλιάρδα. Εκεί μέσα η Πέισιενς έγινε δεινή μαγείρισσα. Η ανάγκη (η φτώχια δηλαδή) την έκαναν να μάθει όλα τα φυτά και τα άγρια υλικά που τρώγονταν στο δάσος και την εξοχή της περιοχής, αλλά και τρόπους να τα μετατρέπει σε νόστιμα πιάτα. Έμαθε να αναγνωρίζει τα μανιτάρια και κάθε χορταράκι που φύτρωνε ακόμα και στις άκρες των δρόμων και στους κήπους ως αγριόχορτο. Οι συνταγές του «Plats de Jour» ήταν απλές και εύκολες, από μουσακά και ρατατούι μέχρι μπακαλιάρο με γάλα, λιτά πιάτα με ζυμαρικά, σαλάτες, αλλά και τυριά και φρέσκα φρούτα, υλικά που δεν συνήθιζαν οι Άγγλοι στο καθημερινό φαγητό τους. Το «Plats du Jour» βγήκε από την Penguin σε φτηνή έκδοση και η επιτυχία του ήταν τεράστια. Πούλησε πάνω από 100.000 αντίτυπα σε τρία χρόνια και έδωσε στην Γκρέι την ευκαιρία να βρει την επόμενη δουλειά της: αρχισυντάκτρια στο γυναικείο παράρτημα του Observer. Ήταν η πρώτη γυναίκα που έγινε αρχισυντάκτης. Κι εκεί που τα θέματα ήταν για το πλέξιμο, «πώς να φορέσετε σωστά το κραγιόν» και «πώς να διορθώσετε τον πόντο που έφυγε από το καλσόν», άρχισε να δημοσιεύει άρθρα για την ευρωπαϊκή τέχνη, το design, την κοινωνία, «θέματα για να μάθουν οι γυναίκες και όχι για να αποκτήσουν αγαθά». Έμεινε σε αυτή τη θέση μέχρι το 1962, τέσσερα χρόνια, μέχρι που ο νέος διευθυντής βρήκε την ύλη πολύ προχωρημένη για γυναίκες –οι οποίες «θα έπρεπε να ενδιαφέρονται για ψώνια και μαγειρική».

Norman Momments και η Πέισιενς Γκρέι Facebook Twitter
Ο Norman Momments και η Πέισιενς Γκρέι στο σπίτι τους στην Απουλία της νότιας Ιταλίας, με τον Bernard Hickey.


Την ίδια χρονιά γνώρισε τον γλύπτη Norman Momments. Τον ερωτεύτηκε τρελά και ένα χρόνο αργότερα έφυγαν μαζί για την Ελλάδα, τη Νάξο, όπου μετακόμισε ο Momments για να βρει καλής ποιότητας μάρμαρο. Από τη Νάξο ξεκινάει μια οδύσσεια περιπλανήσεων που τους έφερε από τις Κυκλάδες στην Τοσκάνη, από την Καταλονία στο Βενέτο και από εκεί στην Απουλία, πάντα σε μέρη που είχαν άριστης ποιότητας μάρμαρο για να φτιάχνει τα έργα του. Το 1970 μετακόμισαν στον τελευταίο σταθμό τους, σε μια ερειπωμένη θολωτή αποθήκη σε μια φάρμα με πρόβατα, που ονομαζόταν Spigolizzi. Αποφάσισαν να ζήσουν την υπόλοιπη ζωή τους εκεί, χωρίς ηλεκτρικό, χωρίς τηλέφωνο, χωρίς ζεστό νερό και χωρίς ανέσεις, ακριβώς όπως ζούσαν και οι τριγύρω χωρικοί, αγρότες και κτηνοτρόφοι. Η ζωές τους ήταν απόλυτα εξαρτημένες από τις καιρικές συνθήκες, τις εποχές, τα φρούτα και τα λαχανικά αλλά και τα άγρια φυτά, τα ζώα, τα μανιτάρια της φύσης. Το Spigolizzi –όπου το ρεύμα πήγε το 1991- έγινε το σπίτι τους μέχρι το θάνατό τους. Οι συνθήκες στο Spigolizzi ήταν πολύ δύσκολες, ακραίες, με ψύχος το χειμώνα και καύσωνα το καλοκαίρι. Ωστόσο, οι πρωτόγονες συνθήκες και η αγριότητα της φύσης έμαθαν στην Πέισιενς και τον Norman «πώς να ζουν αληθινά». Επέλεξαν έναν τόπο που δεν είχε αλοιώσει η πρόοδος με κανέναν τρόπο. «Η ιερότητα των υλικών και η έλλειψη αφθονίας σε κάνουν να έχεις μια φιλοσοφική σχέση με το φαγητό» γράφει η Πέισιενς. «Στον κύκλο της χρονιάς που καθορίζουν τα στοιχεία της φύσης, όλα είναι πολύτιμα». Στην εξοχή της Ιταλίας έμαθαν τι σημαίνει οικονομία και να αξιοποιούν τα πάντα, ακόμα και τα πιο μικρά και ασήμαντα. Και στο Spigolizzi έκαναν τέχνη, έκαναν γιορτές φιλοξενώντας αμέτρητο κόσμο, έγραψαν, μελέτησαν, μαγείρεψαν και τάισαν ορδές φίλων, περαστικών, γνωστών και αγνώστων.  


Το «Honey from the Weed» ξεκίνησε να γράφεται στην Νάξο, ολοκληρώθηκε μετά από είκοσι χρόνια στην Απουλία, και περιέχει το απόσταγμα της εμπειρίας της Γκρέι με το ταπεινό φαγητό. Οι συνταγές που περιγράφει –μέσα από ιστορίες- δεν είναι απλοϊκές, δείχνουν γνώση και ο τρόπος που προσεγγίζει την τοπική κουζίνα είναι αυθεντικός και ειλικρινής. Χωρίς πολλές παρεμβάσεις. Παρόλο που σήμερα ακούγεται απίστευτο, η Πέισιενς δυσκολεύτηκε πολύ να βρει εκδότη για το βιβλίο. Δεν ήξερε κανείς τι να κάνει με ένα βιβλίο που περιείχε συνταγές όπως την ψητή αλεπού «που της έδωσε ένας αναρχικός στην Καρράρα» («το κουφάρι» γράφει, «πρέπει να μείνει σε τρεχούμενο νερό για τρεις μέρες πριν το μαγειρέψεις»). Το 1986 ο Alan Davidson (ο οποίος είχε κυκλοφορήσει ήδη εμβληματικά βιβλία όπως το «Mediterranean Seafood» και το 1999 κυκλοφόρησε το «Oxford Companion to Food») πήρε το ρίσκο να κυκλοφορήσει το “Honey from a Weed” στον μικρό εκδοτικό που είχε ιδρύσει, τον Prospect Books.


Το βιβλίο έγινε η δεύτερη εκδοτική επιτυχία της Γκρέι και δεν σταμάτησε ποτέ να εκδίδεται στη Βρετανία, από το 1986. Σήμερα θεωρείται ένα από τα πιο σημαντικά αγγλόφωνα βιβλία για φαγητό που έχουν εκδοθεί ποτέ.

Πέισιενς Γκρέι Facebook Twitter
1988, η Πέισιενς Γκρέι δίνει συνέντευξη στον Derek Cooper, για το BBC. (από το αρχείο του Nicolas Gray, φωτογραφία από το βιβλίο «Fasting and Feasting» του Adam Federman).


«Το “Honey from the Weed” αντανακλούσε τη ζωή που η Πέισιενς και ο σύντροφός της είχαν ζήσει σε όλη τη Μεσόγειο» λέει ο Adam Federman. «Συνδυάζει την προσωπική αφήγηση με συνταγές, συλλογισμούς για τα τοπία και περιγραφές, μαζί με “εσωτεριστικά” ζητήματα όπως την αναρχία και την Καρράρα. Πάνω από όλα, όμως, αποτελεί πιθανόν τον πιο ολοκληρωμένο και αξιόλογο οδηγό για τα φαγώσιμα άγρια φυτά και μανιτάρια της Μεσογείου. Και αυτό το κάνει με έναν συγκριτικό τρόπο, που είναι πραγματικά μοναδικός. Περιλαμβάνει ελληνικές, καταλάνικες, ιταλικές, αγγλικές λέξεις για αυτά τα φυτά και τα μανιτάρια, ακόμη και λέξεις από την γραικάνικη διάλεκτο, έτσι έχεις μια γενική αίσθηση για τη σχέση ανάμεσα σε αυτά τα ποικίλα φαγώσιμα και τις χώρες που έζησε η Πέισιενς και για τις συνθήκες που πέρασε τη ζωή της».


Όταν αγόρασαν το σπίτι στην Απουλία ήταν εγκαταλειμμένο και ζούσαν μέσα πρόβατα και μοσχάρια, δεν είχε πόρτες και παράθυρα και το μόνο που υπήρχε για να ζεσταθούν ήταν ένα τζάκι. Το επισκεύασαν και έζησαν αρμονικά με το περιβάλλον και τους γείτονες για 30 χρόνια. Δεν σταμάτησαν ποτέ να μαθαίνουν από τους ντόπιους: πώς να σφάζουν τα ζώα, πώς να φτιάχνουν λουκάνικα, πώς να μαζεύουν άγρια χόρτα και μανιτάρια, βότανα και φρούτα, πώς να καλλιεργούν τις ελιές, πώς να βράζουν τα φασόλια με την πανάρχαια τεχνική της Ιταλίας, σε πήλινα σκεύη πάνω στη φωτιά. Έμαθαν να χρησιμοποιούν κάθε μέρος του ζώου, μαγειρεύοντας από τα εντόσθια μέχρι τα πόδια και τα αυτιά, να χρησιμοποιούν μυρωδικά ως αντίδοτο στην κατάθλιψη, καυτερές πιπεριές, καρπούς και σπόρους που δεν είχαν φανταστεί ότι μπορεί να τρώγονται.   


Τη δεκαετία του ’60 η Πέισενς Γκρέι έγραψε τα απομνημονεύματά της για την Ελλάδα, για τον έναν χρόνο που έμεινε στη Νάξο με τον σύντροφό της –με τον οποίο παντρεύτηκαν το 1994. Κανείς, όμως, δεν ήθελε να εκδώσει το βιβλίο. Έπρεπε να περάσουν 35 χρόνια για να εκδώσει ο Macmillan το "Ring Doves and Snakes". Το 1989. Σήμερα είναι το πιο σπάνιο βιβλίο της, καταργημένο και πανάκριβο.

Το τελευταίο της βιβλίο για φαγητό, το "The Centaur's Kitchen: A Book of French, Italian, Greek & Catalan Dishes for Ships' Cooks on the Blue Funnel Line" δεν πρόλαβε να το δει στα βιβλιοπωλεία, κυκλοφόρησε το 2006, έναν χρόνο μετά τον θάνατό της. Περιέχει μια μελέτη για το φαγητό που σέρβιραν στα εμπορικά πλοία της Blue Funnel Line, μαζί με συνταγές.  


Ο Norman Momments πέθανε το 2000. Η Πέισιενς τον ακολούθησε πέντε χρόνια αργότερα, το 2005, χορτασμένη από εμπειρίες και χωρίς κανένα απωθημένο. Είχε ζήσει ακριβώς τη ζωή που είχε επιλέξει.  

Πέισιενς Γκρέι Billiardroom Facebook Twitter
Η Πέισιενς Γκρέι στο γραφείο της στο Billiardroom, δεκαετία του ’50.
Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Diane Kochylas standing

Οι Αθηναίοι / Νταϊάνα Κόχυλα: «Μετά τον Covid θα είμαστε λυσσασμένοι για ζωή»

H δημοφιλής συγγραφέας, μαγείρισσα και παρουσιάστρια του «My Greek Table», που προβάλλεται στη δημόσια τηλεόραση της Αμερικής, στο Amazon Prime και στο Cosmote History, μιλά για τις εμπειρίες της, που πάντα ήταν μοιρασμένες μεταξύ Νέας Υόρκης και Ελλάδας.
M. HULOT
Η πιο κλασική συνταγή για ταραμοσαλάτα έρχεται από την Άνδρο

Γεύση / Η πιο κλασική συνταγή για ταραμοσαλάτα έρχεται από την Άνδρο

«Δεν είναι αυτή η μέρα για fine dining συνταγές»: Η Κατερίνα Ρεμούνδου, μαγείρισσα στο παραδοσιακό καφενείο του «Ζοζέφ» στην Άνδρο, δίνει την πιο απλή, αυθεντική και νόστιμη συνταγή για ταραμοσαλάτα.
ΔΩΡΑ ΜΑΣΤΟΡΑ
Ο Άντι Γουόρχολ και το πιο αστείο και σπάνιο βιβλίο μαγειρικής που γράφτηκε ποτέ

Βιβλίο / Ο Άντι Γουόρχολ και το πιο αστείο και σπάνιο βιβλίο μαγειρικής που γράφτηκε ποτέ

Ο Άντι Γουόρχολ και η Σούζι Φράνφουρτ έφτιαξαν το βιβλίο μαγειρικής «Wild Raspberries» πριν γίνει πολύ διάσημος, σε μια εποχή που εκείνος και οι φίλοι του παρωδούσαν την υψηλή γαστρονομία.
THE LIFO TEAM

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Μικρή μου, ας τους αφήσουμε αυτούς τους κερατάδες τους καλόγερους»

Lifo Videos / «Μικρή μου, ας τους αφήσουμε αυτούς τους κερατάδες τους καλόγερους»

Η Αγλαΐα Παππά διαβάζει ένα απόσπασμα από τις βέβηλες και αμφιλεγόμενες «120 Μέρες των Σοδόμων» του Μαρκησίου ντε Σαντ, ένα βιβλίο αναγνωρισμένο πλέον ως αξεπέραστο λογοτεχνικό αριστούργημα και χαρακτηρισμένο ως «εθνικός θησαυρός» της Γαλλίας.
THE LIFO TEAM
Το «προπατορικό αμάρτημα» του Τζο Μπάιντεν

Βιβλίο / Ποιο ήταν το θανάσιμο σφάλμα του Τζο Μπάιντεν;

Ένα νέο βιβλίο για τον πρώην Πρόεδρο αποτελεί καταπέλτη τόσο για τον ίδιο όσο και για τη δουλοπρεπή κλίκα πιστών και μελών της οικογένειάς του, που έκαναν το παν για να συγκαλύψουν τον ραγδαίο εκφυλισμό της γνωστικής του ικανότητας.
THE LIFO TEAM
ΕΠΕΞ Συγγραφείς/ Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου

Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου / 8 Έλληνες συγγραφείς ξαναγράφουν τους μύθους και τις παραδόσεις

Η Λυσιστράτη ερμηνεύει τις ερωτικές σχέσεις του σήμερα, η Ιφιγένεια διαλογίζεται στην παραλία και μια Τρωαδίτισσα δούλα γίνεται πρωταγωνίστρια: 8 σύγχρονοι δημιουργοί, που συμμετέχουν με τα έργα τους στο φετινό Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, συνομιλούν με τα αρχαία κείμενα και συνδέουν το παρελθόν με επίκαιρα ζητήματα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τζούντιθ Μπάτλερ: «Θέλουμε να ζήσουμε με ανοιχτή ή με κλειστή καρδιά;»

Τζούντιθ Μπάτλερ / «Θέλουμε να ζήσουμε με ανοιχτή ή με κλειστή καρδιά;»

Μια κορυφαία προσωπικότητα της σύγχρονης παγκόσμιας διανόησης μιλά στη LiFO για τo «φάντασμα» της λεγόμενης ιδεολογίας του φύλου, για το όραμα μιας «ανοιχτόκαρδης κοινωνίας» και για τις εμπειρίες ζωής που της έμαθαν να είναι «ένας άνθρωπος ταπεινός και ταυτόχρονα θαρραλέος».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ντίνος Κονόμος

Βιβλίο / «Ο κύριος διευθυντής (καλό κουμάσι) έχει αποφασίσει την εξόντωσή μου…»

Ο Ντίνος Κονόμος, λόγιος, ιστοριοδίφης και συγγραφέας, υπήρξε συνεχιστής της ζακυνθινής πνευματικής παράδοσης στον 20ό αιώνα. Ο συγγραφέας Φίλιππος Δ. Δρακονταειδής παρουσιάζει έργα και ημέρες ενός ανθρώπου που «δεν ήταν του κόσμου τούτου».
ΦΙΛΙΠΠΟΣ Δ. ΔΡΑΚΟΝΤΑΕΙΔΗΣ
Η ζωή του Καζαντζάκη σε graphic novel από τον Αλέν Γκλικός

Βιβλίο / Ο Νίκος Καζαντζάκης όπως δεν τον είχαμε ξαναδεί σε ένα νέο graphic novel

Ο ελληνικής καταγωγής Γάλλος συγγραφέας Αλέν Γκλικός καταγράφει την πορεία του Έλληνα στοχαστή στο graphic novel «Καζαντζάκης», όπου ο περιπετειώδης και αντιφατικός φιλόσοφος και μυθιστοριογράφος ψυχαναλύεται για πρώτη φορά και συστήνεται εκ νέου στο ελληνικό κοινό.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πετρίτης»: Το πιο γρήγορο πουλί στον κόσμο και η άγρια, αδάμαστη ομορφιά του

Ηχητικά Άρθρα / Πετρίτης: Το πιο γρήγορο πουλί στον κόσμο και η άγρια, αδάμαστη ομορφιά του

Ο Τζoν Άλεκ Μπέικερ αφιέρωσε δέκα χρόνια από τη ζωή του στην παρατήρηση ενός πετρίτη και έγραψε ένα από τα πιο ιδιαίτερα βιβλία της αγγλικής λογοτεχνίας – μια από τις σημαντικότερες καταγραφές της άγριας ζωής που κινδυνεύει να χαθεί για πάντα. Κυκλοφόρησε το 1967 αλλά μόλις τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια οι κριτικοί και το κοινό το ανακάλυψαν ξανά.
M. HULOT
Μπενχαμίν Λαμπατούτ: «Ας μην αφήνουμε τον Θεό στους πιστούς» 

Βιβλίο / Μπενχαμίν Λαμπατούτ: «Αν αξίζει ένα πράγμα στη ζωή, αυτό είναι η ομορφιά»

Εν όψει της εμφάνισής του στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, στις 21 Μαΐου, ο Λατινοαμερικανός συγγραφέας-φαινόμενο Μπενχαμίν Λαμπατούτ μιλά στη LiFO για τον ρόλο της τρέλας στη συγγραφή, τη σχέση επιστήμης και λογοτεχνίας και το μεγαλείο της ήττας – και δηλώνει ακόμα φανατικός κηπουρός και εραστής της φύσης.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Το πίσω ράφι/ Άντονι Μπέρτζες: «Έρνεστ Χέμινγουεϊ»

Το Πίσω Ράφι / Ο Χέμινγουεϊ ήταν ένας φωνακλάς νταής αλλά κι ένας σπουδαίος συγγραφέας του 20ού αιώνα

Η βιογραφία «Έρνεστ Χέμινγουεϊ - Μια ζωή σαν μυθοπλασία» του Βρετανού συγγραφέα Άντονι Μπέρτζες αποτυπώνει όχι μόνο την έντονη και περιπετειώδη ζωή του κορυφαίου Αμερικανού ομοτέχνου του αλλά και όλο το εύρος της αντιφατικής προσωπικότητάς του.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
21η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης

Βιβλίο / 21η ΔΕΒΘ: Εξωστρέφεια και καλύτερη οργάνωση αλλά μένουν ακόμα πολλά να γίνουν

Απολογισμός της 21ης ΔΕΒΘ που πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά υπό την αιγίδα του νεοσύστατου ΕΛΙΒΙΠ. Σε ποιο βαθμό πέτυχε τους στόχους της και ποια στοιχήματα μένει ακόμα να κερδίσει;
ΚΟΡΙΝΑ ΦΑΡΜΑΚΟΡΗ
Η ποίηση όχι μόνο αλλάζει τον κόσμο, τον δημιουργεί» ​​​​​​/Μια νέα ανθολογία ελληνικής queer ποίησης μόλις κυκλοφόρησε στα ισπανικά /11 Έλληνες ποιητές σε μια νέα ισπανική queer ανθολογία /Queer ελληνική ποίηση σε μια νέα δίγλωσση ισπανική ανθολογία

Βιβλίο / Μια Ισπανίδα καθηγήτρια μεταφράζει ελληνική queer ποίηση

Η María López Villalba, καθηγήτρια Νέων Ελληνικών στο Πανεπιστήμιο της Μάλαγα, μετέφρασε 11 ελληνικά ποιήματα, σε μια πρόσφατη ανθολογία που προσφέρει στο ισπανόφωνο κοινό την ευκαιρία να γνωρίσει τη σύγχρονη ελληνική queer –και όχι μόνο– ποίηση.
M. HULOT
«Κανείς δεν μας επέβαλε να έχουμε όλοι μια μονστέρα στο σαλόνι»

Βιντσέντζο Λατρόνικο / «Κανείς δεν μας επέβαλε να έχουμε όλοι μια μονστέρα στο σαλόνι»

Ο Ιταλός συγγραφέας και υποψήφιος για το βραβείο Booker, Βιντσέντζο Λατρόνικο, μιλά στη LIFO για το πολυσυζητημένο βιβλίο του «Τελειότητα», στο οποίο αποτυπώνει την αψεγάδιαστη αλλά ψεύτικη ζωή μιας ολόκληρης γενιάς ψηφιακών νομάδων στην Ευρώπη, καθώς και τη μάταιη αναζήτηση της ευτυχίας στην ψηφιακή εποχή.
M. HULOT
Μεσσαλίνα: Ακόλαστη μέγαιρα ή πολύ έξυπνη για την εποχή της;

Ηχητικά Άρθρα / Μεσσαλίνα: Ακόλαστη μέγαιρα ή πολύ έξυπνη για την εποχή της;

Το όνομά της έχει συνδεθεί με την εικόνα μιας αδίστακτης, σεξουαλικά ακόρεστης και επικίνδυνης γυναίκας. Ένα νέο βιβλίο, όμως, έρχεται να αμφισβητήσει αυτή τη στερεοτυπική αφήγηση και να φωτίσει μια διαφορετική εκδοχή της ιστορίας της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Rene Karabash

Βιβλίο / Rene Karabash: «Θέλω πίσω τη γυναικεία δύναμη που μου στέρησαν οι άνδρες»

Η Βουλγάρα συγγραφέας Rene Karabash μιλά για το μυθιστόρημά της «Ορκισμένη», που τιμήθηκε με το βραβείο Ελίας Κανέτι, και στο οποίο εστιάζει στην ιστορία των «ορκισμένων παρθένων» γυναικών των Βαλκανίων που επέλεξαν να ζήσουν ως άνδρες.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Δυο γυναίκες συγγραφείς αποκαλύπτουν τα κρυφά μυστικά της γραφής

Βιβλίο / Όλες οι γυναίκες του κόσμου στο νέο βιβλίο της Αμάντας Μιχαλοπούλου

Στο «Μακρύ ταξίδι της μιας μέσα στην άλλη», η μητρότητα γίνεται ο συνδετικός κρίκος που ενώνει όλες τις μητέρες και όλες τις κόρες με τις γυναίκες της Ιστορίας που θαυμάσαμε, αλλά και τις ανώνυμες «Παναγίες» που κράτησαν στους ώμους τους τα βάρη της ανθρωπότητας.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Βιβλίο / «Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Στο νέο του βιβλίο, «Lost Things Found», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Hyper Hypo, ο εικαστικός φωτογράφος Αντώνης Θεοδωρίδης εξερευνά τον μαγικό κόσμο της υπαίθριας αγοράς του Ελαιώνα.
ΙΩΝΑΣ ΚΑΛΛΙΜΑΝΗΣ
Ντιντιέ Εριμπόν: «Καιρός για ένα κίνημα των ηλικιωμένων!»

Ντιντιέ Εριμπόν / Ντιντιέ Εριμπόν: «Να πάψουμε να βλέπουμε τους ηλικιωμένους ως κοινωνικούς παρίες»

Από τους σημαντικότερους και πιο επιδραστικούς σύγχρονους Γάλλους στοχαστές, ο Ντιντιέ Εριμπόν συνδύασε στα βιβλία του τα δύσκολα βιώματα της νεότητάς του με μια εμπεριστατωμένη, αλλά και εικονοκλαστική, κοινωνικοπολιτική «ακτινογραφία» της γαλλικής κοινωνίας. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ