Αλεξάνδρα Παντελάκη: «Βλέποντας τη νέα γενιά, κατηγορώ τον εαυτό μου που δεν ήμουν θαρραλέα»

Αλεξάνδρα Παντελάκη Facebook Twitter
Ήμουν πέντε χρονών όταν είδα την πρώτη παράσταση –τα πόδια μου δεν έφταναν στο πάτωμα– και έμεινα άναυδη γιατί αυτοί που έπαιζαν ήταν δίπλα μου σχεδόν, μπορούσα να τους πιάσω, ήταν ζωντανοί. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO
0

Γεννήθηκα και μεγάλωσα στους Αμπελόκηπους. Η γιαγιά μου, που μεγάλωσε στην Κωνσταντινούπολη, στον χορό της Ροβερτείου γνώρισε τον παππού μου. Της ζήτησε μια μπούκλα από τα μαλλιά της – μετά την παντρεύτηκε. Ήταν πολύ νέοι. Ο παππούς μου είχε τα ανθρακωρυχεία του Ζόνγκουλντακ. Όταν παντρεύτηκαν, ξεκίνησαν να κάνουν ταξίδια ανά την Ευρώπη. Η γιαγιά μου γέννησε τη μια της κόρη στο Τιρόλο, τη δεύτερη στο Παρίσι και τη μαμά μου στις Κάννες. Ο παππούς μου έπαθε φυματίωση και πέθανε 28 ετών, αφήνοντας πίσω του μια 24χρονη χήρα, πανέμορφη, με τρία παιδιά που μεγάλωναν με Πρωσίδες νταντάδες, μαθαίνοντας γαλλικά και γερμανικά και ταξιδεύοντας με ένα βαγόνι αποσκευές και προσωπικό.

• Όταν ήρθαν στην Ελλάδα, μετά το 1922, χτιζόταν η πολυκατοικία αυτή όπου μένω, γωνία Σίνα και Σκουφά, όπου η γιαγιά αγόρασε έναν όροφο. Τα παιδιά πήγαν στην Αηδονοπούλου, σε σχολείο προοδευτικών καθηγητών. Η θεία μου επαναστάτησε. Τα έφτιαξε με τον καθηγητή της, Μιχάλη Αναστασίου, που ήταν ξάδελφος του Καζαντζάκη, και τον παντρεύτηκε – το έσκασε από το σπίτι. Η μητέρα μου πήγε στο δημόσιο και αργότερα, μαζί με την αδελφή της, γράφτηκαν κρυφά στο πανεπιστήμιο, στη Φιλοσοφική.

Η γενιά μου είχε τον αφέντη σκηνοθέτη. Σήμερα υπάρχει μια γενιά που θαυμάζω στο ελληνικό θέατρο και βλέποντάς την κατηγορώ τον εαυτό μου που δεν ήμουν τολμηρή, δεν ήμουν θαρραλέα.

• Ο Καζαντζάκης ήταν με έναν τρόπο προστάτης τους. Εκεί έκαναν παρέα με αριστερούς, η μάνα μου ήταν συμφοιτήτρια με τον Λορεντζάτο, κάνανε παρέα με τον Βουρνά και τον Δρακόπουλο. Γίνεται η δικτατορία του Μεταξά και ο πόλεμος και η μαμά μου οργανώνεται στο ΕΑΜ, αρχίζει η παρανομία. Καθοδηγητής της ήταν ένας όμορφος άντρας σαν τον Γκάρι Κούπερ, ο πατέρας μου. Αντίθετα με τη μάνα μου, είχε μεγαλώσει σε απόλυτη φτώχεια, είχε πάει μέχρι την Γ’ Δημοτικού σε νυχτερινό και ήταν μαραγκός. Έχω ακόμα τα εργαλεία του, πάω και τα μυρίζω στο βαλιτσάκι του το ξύλινο.

Αλεξάνδρα Παντελάκη Facebook Twitter
Αυτήν τη συνθήκη, «όλοι μαζί παλεύουμε», τη νοσταλγώ πολύ. Ήταν μέσα στη δικτατορία που τα θέατρα ήταν ελάχιστα και είχαμε έναν αρχηγό πολύ χαρισματικό που ακολουθούσαν όλοι.

• Οι γονείς μου είναι η επιτομή της ελληνικής αριστεράς: η αρχόντισσα και ο αλήτης. Η μητέρα μου μιλούσε με γαλλική προφορά, με το ρο, αλλά δεν τον περιφρονούσε που ήταν αμόρφωτος. Όταν είπαν στη γιαγιά μου ότι θα παντρευτούν, εκείνη απάντησε ότι δεν την αφορά το θέμα. Η μάνα μου, που ήταν χρυσοχέρα, βούτηξε τότε δυο σεντόνια, τα έκανε ταγέρ και πήγαν στην εκκλησία. Έμεναν σε ένα υπόγειο, στο Βατραχονήσι, με χώμα για πάτωμα και μετά πήγαν στη Δημητσάνας, στους Αμπελόκηπους, υπόγειο πάντα. Είχαν οργανώσει τη ζωή τους φτωχικά, αλλά αγαπιόντουσαν. Εγώ είμαι μοναχοκόρη και μοναχοπαίδι, γιατί δεν τους έπαιρνε για άλλο παιδί. Πήγα από ενός έτους στην Παπαστράτειο Στέγη και εκεί σωζόμασταν κάπως, τρώγαμε κάτι οβομαλτίνες αμερικανικές και τέτοια. Πήρα τα χρώματα των γονιών μου χιονάτη, γάτα γαλανομάτα με έλεγαν και με κορόιδευαν.

• Ο πατέρας μου ήθελε να πάω σε καλό σχολείο, έτσι πήγα στο Μαράσλειο. Ήμουν αστέρι, αλλά και παιδί που μεγάλωνε μένοντας στο σπίτι μόνο ατέλειωτες ώρες. Πρότειναν στον πατέρα μου να πάει να δουλέψει μαραγκός στο Υπόγειο του Ορφέα, στο θέατρο Τέχνης. Κάποια στιγμή του είπε ο Κουν «δεν έχω να σε πληρώσω» και ο πατέρας μου του ζήτησε να βλέπουμε οικογενειακώς τις παραστάσεις. Αυτό ήταν η καταστροφή του πατέρα μου, χωρίς να το ξέρει. Ήμουν πέντε χρονών όταν είδα την πρώτη παράσταση –τα πόδια μου δεν έφταναν στο πάτωμα– και έμεινα άναυδη γιατί αυτοί που έπαιζαν ήταν δίπλα μου σχεδόν, μπορούσα να τους πιάσω, ήταν ζωντανοί. Η παράσταση ήταν ο Καλός άνθρωπος του Σετσουάν με τη Βέρα Ζαβιτσιάνου. Τρελάθηκα, αυτό ήταν κάτι μαγικό. Από τότε ζητούσα να πηγαίνω συνεχώς σε αυτό το μέρος. Μετά είδα την Ανδόρα, με τη Μάγια Λυμπεροπούλου – ακόμα θυμάμαι τα λόγια που έλεγε. Σιγά-σιγά μου μπήκε το μικρόβιο. Είδα τα Νέα Παιδιά και επειδή έπαιζαν νέα παιδιά εκεί ένιωσα ότι μπορούσα να το κάνω κι εγώ, χωρίς να έχω ιδέα τι σημαίνει αυτό.

• Επειδή μεγάλωνα μόνη μου, όλα αυτά τα έπλαθα με τη φαντασία μου και τα έπαιζα μπροστά στον καθρέφτη και σε ένα φανταστικό κοινό. Βλέπαμε και σινεμά και ερωτεύτηκα τη Μελίνα Μερκούρη, την ωραιότερη γυναίκα του κόσμου, και τραγουδούσα τα τραγούδια που έλεγε. Νομίζω πως από τότε έγινα μπάσα, προσπαθούσα να μιμηθώ τη φωνή της. Πήγαινα στο Γαλλικό Ινστιτούτο και άρχισα να μαθαίνω και ρωσικά – ήθελε ο πατέρας μου να σπουδάσω στη Ρωσία. Συγχρόνως αρχίζουν οι καβγάδες των γονιών μου για την ανατροφή μου. Είπα ότι θα γίνω ηθοποιός και εκεί πέφτει η πρώτη σφαλιάρα, και η δεύτερη και η τρίτη. Ξύπνησε μέσα του ο σταλινικός. Μια φορά έκανα κοπάνα και πήγαμε με την Τζούλια Τσιακίρη να δούμε στο θέατρο Αλεξανδράκη-Γεωργούλη το Σινικό Τείχος. Μας έπιασε ο πατέρας μου, πήγε να με σκοτώσει, «θεατρίνα δεν θα γίνεις». Άρχισε πόλεμος κανονικός, έπεφτε ξύλο. Η Μάγια έλεγε «άλλο να θέλεις κι άλλο να νομίζεις ότι θέλεις». Εγώ ήθελα πολύ.

Αλεξάνδρα Παντελάκη Facebook Twitter
Στιγμιότυπο από την θεατρική παράσταση Δον Καμίλο (1981).

• Ο πατέρας μου χρησιμοποίησε το χειρότερο επιχείρημα. Χωρίς να ξέρει ότι κάνει έγκλημα, είπε, «πού θα πας να γίνεις ηθοποιός με αυτό το σώμα;». Αυτό ήταν πολύ βαρύ, μου δημιούργησε πελώρια κόμπλεξ, νόμιζα ότι είμαι τέρας. Με έτρωγε το σαράκι αυτό για χρόνια, μου στέρησε πολλά. Έλα όμως που γνώρισα τον θίασο Βαχτάγκοφ που ήρθε στον Ελληνορωσικό Σύνδεσμο και είδα κάτι γυναίκες χοντρές σαν να έχουν βγει από τη λαϊκή, που στη σκηνή μεταμορφώνονταν και έλαμπαν. Αυτό μου έδωσε κουράγιο.

• Γίνεται η δικτατορία, δεν πήγα να σπουδάσω στη Ρωσία, αλλά πήγα στη Γαλλική Φιλολογία, μπήκα από τους πρώτους. Μέσα στη δικτατορία είχαμε Γάλλους καθηγητές, μεγαλοφυείς, κάναμε Μπέκετ και Καμί, άνοιγε το μυαλό, δεν το μετάνιωσα ποτέ που πήγα και πανεπιστήμιο. Όπως όλοι σχεδόν στην εποχή μου, πήγα να δώσω κρυφά σε δραματική σχολή, δηλαδή στον Κουν. Δίνω εξετάσεις, δεν μπαίνω. Τότε έλεγαν ή Κουν ή τίποτα, αλλά δε το ’βαλα κάτω. Πήγα στη Σχολή Σταυράκου που είχε θεατρικό τμήμα. Καθηγητές μας ήταν η Αναστασία Πανταζοπούλου, ο Καμπανέλλης. Μια μέρα εμφανίζεται στην τάξη ένας πολύ ωραίος άντρας συνοδευόμενος από μια καλλονή, τη Σοφία Σπυράτου. Ήταν ο Γιώργος Μιχαηλίδης. Είχε κλείσει μέσα στη χούντα το Θέατρο Νέας Ιωνίας και έκανε τις πρόβες του σε μια αίθουσα της σχολής με την ομάδα του. Κυκλοφορούσε η φήμη ότι υπάρχει ένα θέατρο που χτίζουν με τα χέρια τους. Ήταν το Ανοιχτό Θέατρο, το πρώτο, εκεί που είναι σήμερα το θέατρο της Αρβανίτη – προηγουμένως ήταν γκαράζ.

• Πήγαινα και έβλεπα τις πρόβες τους και εκεί γνώρισα ένα πολύ αδύνατο παιδάκι που καθόταν σε μια γωνία, που ήταν ο Λευτέρης Βογιατζής. Είχα μεγάλη χαρά γιατί ο Μιχαηλίδης με πήρε στην ομάδα του. Το πρωί πηγαίναμε και χτίζαμε μόνοι μας το θέατρο, με τα χέρια μας. Αυτήν τη συνθήκη, «όλοι μαζί παλεύουμε», τη νοσταλγώ πολύ. Ήταν μέσα στη δικτατορία που τα θέατρα ήταν ελάχιστα και είχαμε έναν αρχηγό πολύ χαρισματικό που ακολουθούσαν όλοι. Κάναμε την πρώτη παράσταση κι εγώ καβάλησα τότε και λίγο το καλάμι, έλεγα «ποια σχολή; Είμαι στην καλύτερη ομάδα». Αργότερα ο Μιχαηλίδης μας εγκατέλειψε, είπε «θα βρω ένα θέατρο που θα χωράει τα οράματά μου», έτσι διαλύθηκε το Ανοιχτό κι εγώ έμαθα ότι οι ομάδες διαλύονται γιατί κάποια μέρα ο αρχηγός «το φοράει στραβά» και η έννοια της ομάδας δεν υπάρχει ποτέ, το θέατρο είναι ενός ανδρός αρχή, μας το ’λεγε ο Κατσέλης.

Αλεξάνδρα Παντελάκη Facebook Twitter
Στην παράσταση του Εθνικού Θεάτρου Ο Σέντζας (2003), στον ρόλο της Περμαθούλας μαζί με τον Τάκη Χρυσικάκο. Φωτ.: Αρχείο του Εθνικού Θεάτρου

• Στον Μιχαηλίδη γνωριστήκαμε καλά με τον Λευτέρη και γίναμε πολύ φίλοι. Δεν υπήρχε υποψία τότε ότι θα γίνει σκηνοθέτης. Ό,τι ξέρω στη ζωή μου μου το ’μαθε αυτό το παιδί, όχι ως σκηνοθέτης, το τονίζω, ως ηθοποιός και ως άνθρωπος. Δεν έχει σχέση με αυτό που ξέρετε όλοι, αυτός ο άνθρωπος ήταν η χαρά της ζωής, με το χιούμορ και τις γνώσεις του. Χωρίς να μου κουνήσει το δάχτυλο, μου άνοιγε ένα παράθυρο στον κόσμο, στη λογοτεχνία, στον κινηματογράφο. Ήταν μέρος της οικογένειάς μου και ο άνθρωπος που άφησε όσο κανένας το αποτύπωμά του πάνω μου.

• Μου είπε η Άννα Κοκκίνου να τελειώσω μια σχολή της προκοπής, πήγα και τελείωσα τη σχολή Κατσέλη. Άκουσα τότε ότι ο Κουν ζητούσε ηθοποιούς. Έπαιρνε μόνο από την Κατσέλη, όχι από άλλες. Μπροστά σε ένα ψυγείο έκανα οντισιόν, επί μια εβδομάδα. Κάποια στιγμή με πήρε τηλέφωνο και είπα «ποιος μαλάκας μού κάνει πλάκα», δεν πίστευα ότι θα με πάρει. Όταν πήγα, λοιπόν, όλες οι ηθοποιοί έλεγαν σχεδόν έντρομες «σιωπή, σιωπή, μη μιλάς εδώ». Εγώ δεν είχα προλάβει να πω καλημέρα. Για να μη λέμε ανοησίες, όταν έκανε πρόβα ο Κουν ήταν κάτι αδιανόητο, χαλάλι η μούγκα. Η Ελεονώρα Σταθοπούλου και ο Νίκος Μαστοράκης ήταν τα αγαπημένα παιδιά του Κουν τότε, τα διώξανε με τον τρόπο τους. Ο μόνος που δεν φοβόταν ήταν ο Νίκος. Τότε γνωρίσαμε και ένα παιδί με γυαλιά, καλό ηθοποιό, διανοούμενο, με γοητευτικό πνεύμα, τον Βασίλη Παπαβασιλείου.

• Όπως πάντα, θέατρο σημαίνει σεζόν και ανεργία. Τέλειωσε η παράσταση στον Κουν, ο πατέρας μου μου έλεγε «τέλειωσε το παραμύθι, να διοριστείς», η μάνα μου έλεγε «πρόσεξε να είσαι ανεξάρτητη και να μη μείνεις άνεργη».

• Κυκλοφορούσα απελπισμένη. Ήμουν στην πλατεία Κάνιγγος και είδα μια επιγραφή «Καλλιτεχνικό Γραφείο». Δεν ήξερα τι σήμαινε, αλλά μπήκα και είπα «είμαι νέα ηθοποιός». Αυτό το γραφείο έκανε κωμωδίες με τον Φραγκίσκο Μανέλλη, μπουλούκι στα ξεφτίσματα – με πήραν. Οι διανοούμενοι φίλοι μου μου έλεγαν «είσαι τυχερή, θα πας στα μπουλούκια». Να σου πω την αλήθεια; Ο Μανέλλης ήταν ένας άγιος άνθρωπος. Ήμουν είκοσι χρονών, πληρωνόμουν, ζούσα από τη δουλειά μου. Εκτός από αυτό έκανα και επιθεώρηση μαζί του με την Κάτια Αθανασίου που ήταν διάσημη από το «Λούνα Παρκ και το πέντε κρίκοι ένα τάλιρο». Πήγαμε στην Κύπρο και εκεί γνώρισα αυτό που λέγεται «παράσταση ρουλεμάν». Παίζαμε 6-8, 8-10, 10-12 συνεχώς, δεν βγαίναμε από τη σκηνή, κατουρούσαμε σε κάτι κουτιά από Φυτίνη. Ο θεατής έμπαινε, έβγαινε κι έβλεπε όποιο νούμερο ήθελε.

Αλεξάνδρα Παντελάκη Facebook Twitter
Αυτό που καθόρισε τη ζωή μου είναι αυτοί οι στίχοι του Ρίλκε στα Γράμματα σε έναν νέο ποιητή που του λέει «… θα πεθάνετε, αν δεν κάνετε αυτήν τη δουλειά; Αν δεν είναι να πεθάνετε, παρατήστε τα τώρα». Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO

• Όταν επέστρεψα στην Αθήνα, άρχισα να παίζω από δω και από κει. Τελικά πήγα στη Θεσσαλονίκη, έδωσα οντισιόν στον Ευαγγελάτο και με πήραν – πρώτη φορά θα έφευγα από το σπίτι μου να ζήσω αλλού. Ο Ευαγγελάτος ήταν ο καλύτερος διευθυντής που πέρασε από το ΚΘΒΕ, ένας μεγαλοφυής διευθυντής, απίστευτα ευγενής, είχε καταπληκτική σχέση με τους τεχνικούς. Έκανε στο ΚΘΒΕ παιδικό θέατρο και όπερα. Πριν υπάρξουν τα ΔΗΠΕΘΕ έκανε παράρτημα Θράκης και παράρτημα Δράμας.

• Όταν ήμουν εκεί, πέθανε η μάνα μου, πολύ νέα. Στο νοσοκομείο, στα τελευταία της, είπε στον πατέρα μου: «Θέλω να μου ορκιστείς ότι δεν θα της ξανακάνεις κουβέντα για το θέατρο». Και εκείνος της το ορκίστηκε.

• Σε αυτήν τη δουλειά, αν δεν είσαι ερωτευμένος μαζί της, δεν μένεις. Αυτό που καθόρισε τη ζωή μου είναι αυτοί οι στίχοι του Ρίλκε στα Γράμματα σε έναν νέο ποιητή που του λέει «… θα πεθάνετε, αν δεν κάνετε αυτήν τη δουλειά; Αν δεν είναι να πεθάνετε, παρατήστε τα τώρα». Το ίδιο ισχύει και για το θέατρο. Είναι τόσο δύσκολη, αχάριστη και ψυχοφθόρα δουλειά, που αν δεν αισθάνεσαι ότι θα πεθάνεις χωρίς αυτή, άσ’ τα και κάνε κάτι άλλο να περάσεις καλά στη ζωή σου.

• Όταν επέστρεψα στην Αθήνα, άνοιξα μια μέρα την εφημερίδα και διάβασα ότι ιδρύεται η Σκηνή που έκαναν οι φίλοι μου, οι άνθρωποι που εγώ τους είχα γνωρίσει. Το έμαθα από την εφημερίδα. Μέχρι σήμερα νιώθω απογοήτευση, πληγώθηκα πολύ, δεν έχω εξήγηση γι’ αυτό. Ένιωσα ότι δεν αξίζω να είμαι εκεί πέρα, ότι είμαι ένα μηδενικό. Σκέφτηκα ότι δεν κάνω για τόσο μεγάλα πράγματα. Τότε ζούσαμε πιστεύοντας ότι την ιστορία τη γράφουν οι παρέες, ήταν που είχα πάντα τις ομάδες στο μυαλό μου, δεν είχα πάρει το μάθημα. Αλλά υπήρχε ένα ένστικτο που μου έλεγε «δεν θα εγκαταλείψεις το θέατρο» – ευτυχώς που υπήρχε αυτό μέσα μου, γιατί ήμουν και πολύ τρομαγμένη.

• Ο Λευτέρης ήταν για μένα ο πατέρας από τον οποίο περίμενα επιβεβαίωση. Από εκείνον και μόνο την ήθελα, είχα εναποθέσει όλη την ανασφάλειά μου στα χέρια του. Ήταν λάθος μου γιατί πίστευα ότι έτσι θα καθάριζα με το παρελθόν μου, μέγα λάθος. Έμαθα με σκληρό τρόπο ότι στη δουλειά αυτή πρέπει να μην κολλάς αλλά να είσαι ανοιχτός και ευέλικτος. Υπήρχε και κάτι άλλο: ο Λευτέρης ήταν άλλος άνθρωπος ως σκηνοθέτης και άλλος εκτός σκηνής, ένα γοητευτικό πνεύμα – εγώ ήξερα καλά το δεύτερο.

Αλεξάνδρα Παντελάκη Facebook Twitter
Για μένα μια δεύτερη καριέρα ξεκίνησε με τις «Άγριες Μέλισσες», που άλλαξαν την ιστορία της τηλεόρασης. Πήραν όλο τον κόσμο του θεάτρου και τον έβαλαν στα σπίτια του κόσμου.

• Να πούμε κάτι για την εποχή: όλοι πλήρωναν τότε μικρά και μεγάλα θέατρα. Για ανθρώπους σαν εμένα που βιοπορίζονται με την τέχνη τους είναι πολύ σοβαρό. Αλλά όταν έφτανα στο αμήν κάτι συνέβαινε κι έτσι χτύπησε μια μέρα το τηλέφωνο η Μάγια Λυμπεροπούλου και μου ζήτησε να την ακολουθήσω στο ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας. Μου φέρθηκε άψογα. Η Μάγια ήταν σπουδαία, ανεπανάληπτη, αλλά ξεροκέφαλη. Ένα λάθος έκανε, που δεν έφερε τις παραστάσεις στην Αθήνα, έλεγε «θα έρθουν στην Πάτρα να τις δουν». Δεν ήρθανε. Και όταν τέλειωσε η ιστορία με το ΔΗΠΕΘΕ ήρθαμε πάλι στην Αθήνα, φτου και από την αρχή.

• Μου πήρε καιρό να καταλάβω ότι δεν πάει έτσι το θέατρο, με φίλους – όσο πιο φίλοι είμαστε τόσο το χειρότερο. Όταν τους έχεις δει με τα σώβρακα, δεν θέλουν να είσαι από κάτω και να τους σκηνοθετείς, δεν αρέσει αυτό. Είναι σοφό να κρατάς απόσταση, αλλιώς πικραίνεσαι άδικα. Αφού, λοιπόν, δεν ήμουν με αυτούς που ήθελα, έφυγα και δούλεψα σε πολλά ΔΗΠΕΘΕ. Έπρεπε πάντα να δουλεύω και εκεί έκανα ένα λάθος, έπαιρνα ό,τι μου έδιναν, δεν είχα την πολυτέλεια να κάτσω άνεργη, να περιμένω κάτι καλύτερο.

Αλεξάνδρα Παντελάκη Facebook Twitter
Στιγμιότυπο από την τηλεοπτική σειρά «Ο Παράδεισος των Κυριών» μαζί με την ηθοποιό Σμαράγδα Αδαμοπούλου.

• Όταν τέλειωσε και αυτή η ιστορία, άρχισα να χτυπάω τις πόρτες της τηλεόρασης, να ζητάω δουλειά. Έκανε ο Κοκκινόπουλος την «Ανατομία», ξεκίνησα, άρχισα να εξοικειώνομαι με το μέσο και βέβαια έμεινα έκπληκτη γιατί στην τηλεόραση δεν προγκάνε, δεν μιλάνε άσχημα, καμία σχέση με το θέατρο που οι σκηνοθέτες, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, πουλούσαν εξουσία, δεν είχαν εμπιστοσύνη στους ηθοποιούς και αισθάνονταν αμφισβητούμενοι. Ωστόσο, αν στην τηλεόραση δεν παίξεις στη μεγάλη επιτυχία, δεν προχωράς εύκολα. Εγώ την είχα αυτή την τύχη, να παίξω με τον Μπέζο στο «Ευτυχισμένοι μαζί», και δεν έχω λόγια για τη συνέπεια, τη γενναιοδωρία, για όλα. Αυτός μας έμαθε το τάιμινγκ στην κωμωδία, έτσι λάτρεψα την τηλεόραση και μετά από αυτό άρχισα να κυκλοφορώ, να με αναγνωρίζουν και να έχω προτάσεις.

cover
To νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

• Για μένα μια δεύτερη καριέρα ξεκίνησε με τις «Άγριες Μέλισσες» που άλλαξαν την ιστορία της τηλεόρασης. Πήραν όλο τον κόσμο του θεάτρου και τον έβαλαν στα σπίτια του κόσμου. Συνεχίζεται αυτή η ιστορία στον «Παράδεισο των κυριών». Πιστεύω ακράδαντα πως σε βοηθάει πολύ υποκριτικά όταν κάνεις τηλεόραση όχι μόνο για να πάρεις τα λεφτά, γιατί δεν έχεις καιρό να κάνεις λογοκρισία στον εαυτό σου, ορμάς εδώ και τώρα.

• Η γενιά μου είχε τον αφέντη σκηνοθέτη. Σήμερα υπάρχει μια γενιά που θαυμάζω στο ελληνικό θέατρο και βλέποντάς τους κατηγορώ τον εαυτό μου που δεν ήμουν τολμηρή, δεν ήμουν θαρραλέα. Και καμαρώνω που μέσα σε εκατοντάδες ομάδες κάποιες είναι θαυμαστές. Βλέπω παραστάσεις και λέω «τα σκίζω τα πτυχία μου», πολύ θα ήθελα να δουλέψω μαζί τους. Νοσταλγώ την εποχή που πιστεύαμε, το μόνο που κρατάω ακόμα είναι το διάβασμα. Μου φαίνεται αδιανόητο να περάσει μέρα χωρίς διάβασμα, είναι η βασική μου αγάπη, παλιές και νέες αναγνώσεις.

• Το πιο σημαντικό που έχει συμβεί στη ζωή μου το αφήνω για το τέλος. Είναι η γνωριμία μου με τον Τάκη Τζίφα, τον άντρα μου. Μέχρι 47 ετών δεν είχα κάνει καμία σχέση στη ζωή ισότιμη, δεν είχα συμβιώσει με κανέναν. Με τον Τάκη αρχίσαμε να μιλάμε το 1998 και αυτή η συζήτηση συνεχίζεται. Είναι ζωγράφος, άνθρωπος που ζει μέσα στη μουσική, απίθανος γνώστης, πολύ πιο έξυπνος από μένα, μοναχικός στην τέχνη του, που με έκανε να ανακαλύψω έναν άνθρωπο που δεν ήξερα ότι υπάρχει μέσα μου. Με έκανε να αγαπήσω τον εαυτό μου, με φρόντισε όσο κανένας, έμαθα την εμπιστοσύνη, την ηρεμία και την αυτοπεποίθηση. Το σπουδαιότερο στη ζωή μου σήμερα είναι να κρατάω το χέρι του και να βαδίζουμε μαζί.

Η Αλεξάνδρα Παντελάκη παίζει στην τηλεοπτική σειρά «Ο παράδεισος των κυριών» (Δευτ.-Παρ. 20:00, Alpha)

Ευχαριστούμε το μπαρ Jazz In Jazz (Δεινοκράτους 4, 210 722 5246) για τη φιλοξενία της φωτογράφισης.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

To νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Αργύρης Ξάφης: «Η φράση “πάμε κι ό,τι γίνει” είναι ενδεικτική μιας νοοτροπίας που μας έχει γαμήσει σε αυτή τη χώρα σε κάθε επίπεδο»

Θέατρο / Αργύρης Ξάφης: «Να μου προτείνουν τι; Να αναλάβω το Εθνικό; Δεν με ενδιαφέρει»

Το «Πιο όμορφο σώμα που έχει βρεθεί ποτέ σε αυτό το μέρος» είναι από τις πιο επιτυχημένες παραστάσεις της σεζόν και με την ευκαιρία βρεθήκαμε με τον Αργύρη Ξάφη στο θέατρο Θησείο.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Τι συμβαίνει με το Θεατρικό Μουσείο;

Θέατρο / Τι συμβαίνει με το Θεατρικό Μουσείο;

Η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, μιλά για τις εργασίες μεταστέγασής του στην οικία Αλεξάνδρου Σούτσου, για την πολύτιμη αρχειακή συλλογή αλλά και για το τι αναμένεται να γίνει με τα καμαρίνια σπουδαίων ηθοποιών.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Περιμένοντας τον Γκοντό του Θεόδωρου Τερζόπουλου

Θέατρο / «Περιμένοντας τον Γκοντό»: Ο Θεόδωρος Τερζόπουλος ανατρέπει όσα γνωρίζαμε για το αριστούργημα του Μπέκετ

Ένα ταξίδι, μια παράσταση, μια συνάντηση με τον σημαντικότερο εν ζωή Έλληνα σκηνοθέτη: από το Μιλάνο στην Αθήνα, από το Piccolo Teatro στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, το «Περιμένοντας τον Γκοντό» του Θεόδωρου Τερζόπουλου προσφέρει μια ριζοσπαστική ανάγνωση του έργου του Μπέκετ.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Σαν πλοίο που ναυάγησε, σα νούφαρο που μάδησε

Κριτική Θεάτρου / Σαν πλοίο που ναυάγησε, σαν νούφαρο που μάδησε

Επιχειρώντας να αποδώσει τη «φαινομενικά ασύνδετη μορφή ενός ονείρου που υπακούει στη δική του λογική», όπως αναφέρει ο Στρίνμπεργκ στο «Ονειρόδραμα», η Γεωργία Μαυραγάνη επέλεξε να μιλήσει για το ίδιο το θέατρο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
42' με τον Βασίλη Βηλαρά

Θέατρο / Βασίλης Βηλαράς: «Το θέατρο είναι ένα ομοφοβικό και χοντροφοβικό επάγγελμα»

Στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου και στον «Καταποντισμό» ο ηθοποιός και σκηνοθέτης φέρνει στο φως μαρτυρίες από την γκέι Ελλάδα της Μεταπολίτευσης μέσα από επιστολές που στάλθηκαν στο περιοδικό ΑΜΦΙ, το πρώτο μέσο που άρθρωσε δημόσια λόγο στην Ελλάδα για την εμπειρία των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Καύσωνας: Το όνειρο και ο εφιάλτης του ελληνικού καλοκαιριού σε μια παράσταση

Θέατρο / Καύσωνας: Το όνειρο και ο εφιάλτης του ελληνικού καλοκαιριού σε μια παράσταση

Βασισμένος σε διηγήματα της Βίβιαν Στεργίου, μέσα από αποσπασματικές αφηγήσεις χαρακτηριστικών συμπεριφορών ντόπιων, τουριστών και expats, ο σκηνοθέτης Γιάννης Παναγόπουλος διερευνά τη μεταβατική φάση από τα ’90s μέχρι το 2020, μιλώντας για την πραγματικότητα της γενιά του -των millennials- στην παράσταση που ανεβαίνει στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Οι γριές που μαζεύουν την τσουκνίδα», μάγισσες και μαγείρισσες της μυστικής Θεσσαλίας

Θέατρο / «Οι γριές που μαζεύουν την τσουκνίδα», οι μάγισσες και οι μαγείρισσες της μυστικής Θεσσαλίας σε μια παράσταση

Με έμπνευση από τη θεσσαλική λαογραφία και σε σύγχρονη σκηνική φόρμα, ο Κωνσταντίνος Ντέλλας σκηνοθετεί μια παράσταση για τις αόρατες γυναίκες της παράδοσης, αποκαλύπτοντας την κοινωνική απομόνωση, τον παραγκωνισμό τους, ακόμα και την απόκρυψη του γυναικείου σώματος.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ράνια Σχίζα: «Να γουστάρεις, αυτό είναι το κέρδος. Μόνο έτσι προχωράς στη ζωή»

Θέατρο / Ράνια Σχίζα: «Να γουστάρεις, αυτό είναι το κέρδος. Μόνο έτσι προχωράς στη ζωή»

Μια ηθοποιός με λεπτές ποιότητες, εξαιρετικές συνεργασίες, επιμονή και πάθος μιλά για την επιλογή της να δώσει προτεραιότητα στην οικογένειά της σε πολλές φάσεις της καριέρας της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ