Στο πιο ψηλό σημείο της Αχαΐας, εκεί όπου τα σύννεφα γλιστρούν στις πλαγιές του Χελμού και το χιόνι κάποτε έδινε ζωή στην οικονομία των Καλαβρύτων, μια νέα εποχή ανατέλλει. Όχι με χιονοπέδιλα, αλλά με σκηνές, κιθάρες, καπνούς από υπαίθριες καντίνες και τον ήχο του κόσμου που επιστρέφει στη φύση. Το Helmos Mountain Festival δεν είναι πια μόνο ένα φεστιβάλ. Αποτελεί κι ένα υπόδειγμα για το πώς ένας ορεινός προορισμός μπορεί να μεταμορφωθεί σε πολυθεματικό πόλο έλξης για 12 μήνες τον χρόνο.
Ο διευθυντής του χιονοδρομικού κέντρου Καλαβρύτων και καλλιτεχνικός διευθυντής του φεστιβάλ, Αλέξης Άγριος, που εδώ και πέντε χρόνια ζει και εργάζεται στο βουνό, θυμάται πολύ καθαρά την αρχή: «Όταν ξεκίνησα, είχαμε κλείσει με κρατική εντολή, λόγω Covid. Τα έσοδα ήταν μηδενικά. Η επιχείρηση επιβίωσε με κάποιες κρατικές επιχορηγήσεις που δικαιούμασταν, οι οποίες όμως εν συνεχεία έπρεπε να επιστραφούν. Ήταν σαν να παίζεις στα χαμένα. Σταθήκαμε όμως όρθιοι».
Όρθιοι και «κλιματικά» τυχεροί. Γιατί, όπως θυμάται, την αμέσως επόμενη χρονιά η εικόνα αντιστράφηκε πλήρως: «Άνοιξε η αγορά και είχαμε μία από τις καλύτερες τουριστικές χρονιές. Έπεσε πολύ χιόνι εκείνη τη χρονιά, οπότε κάναμε ρεκόρ επισκεψιμότητας, ρεκόρ εισιτηρίων. Το μεγαλύτερό μας ρεκόρ ήταν 66.000 εισιτήρια, και εκείνη τη χρονιά κάναμε 95.000 σε 3,5 μήνες, δηλαδή μιλάμε για αύξηση 33%. Κάναμε την καλύτερη χρονιά από τότε που άνοιξε το χιονοδρομικό κέντρο, το 1989».
«Καταφέραμε να έχουμε την καλοκαιρινή περίοδο 100% πληρότητα, από εκεί που είχαμε 10%. Υπάρχει τεράστια διαφορά και για τα μέρη της ευρύτερης περιοχής, τη Ζαρούχλα, την Περιστέρα, την Αιγιάλεια, την Κλειτορία. Η γύρω ομορφιά δίνει επιπλέον κίνητρο στον επισκέπτη για βόλτα».

Αλλά αυτή η ευφορία δεν κράτησε για πολύ. Το χιόνι, ο μεγάλος πρωταγωνιστής, απουσίαζε παντελώς την επόμενη χρονιά. «Είχαμε καλοκαιρινά Χριστούγεννα. Αντί για 7.000 άτομα την ημέρα, είχαμε 200. Τότε, έπρεπε να αποφασίσουμε τι μπορούμε να κάνουμε».
Κάπου εκεί, στο ψάξιμο για την επόμενη ημέρα, έγινε η συνάντηση με έναν συνεργάτη που του άλλαξε τον τρόπο σκέψης. «Μου είπε: “Να κάνουμε ένα φεστιβάλ στο βουνό;”. Τον κοίταξα και του είπα “Ρε συ, θα τρέχει ο κόσμος στο βουνό και στο κρύο για φεστιβάλ;”. Και μου είπε ότι υπάρχουν χιλιάδες άτομα που θα το έκαναν αυτό».
Έτσι ξεκίνησε το Helmos Mountain Festival. Μια ιδέα που γεννήθηκε πάνω στην κουβέντα, υλοποιήθηκε με το άγχος και τον φόβο της πρώτης χρονιάς και τελικά έσκασε σαν έκρηξη ενθουσιασμού στα social media, στα camping forums, στα στόματα των μουσικών. «Ήρθαμε σε επαφή με την εταιρεία παραγωγής Novel Vox. Ταιριάξαμε αμέσως. Το πρώτο φεστιβάλ οργανώθηκε σε μόλις τρεις μήνες. Ξεκινήσαμε επαφή τέλη Μαρτίου και το φεστιβάλ έγινε 1-3 Ιουνίου. Περιμέναμε 4.000 άτομα και ήρθαν 10.000. Με μηδενική διαφήμιση».
Το πώς διαδόθηκε είναι σχεδόν αστικός μύθος. «Οι καλλιτέχνες ανακοίνωσαν τις καλοκαιρινές τους περιοδείες και όλοι έβαζαν μέσα τον Χελμό. Τον Χελμό δεν τον ήξερε κανείς, με αποτέλεσμα να τον ψάχνουν όλοι, να γίνει τάση και μετά viral».
«Μεγάλωσα σε αυτό το βουνό μέχρι τα 18»

Πίσω από το φεστιβάλ υπήρχε όμως ήδη μια προσωπική σχέση με το βουνό. «Είχα μια σχολή χιονοδρομίας στο χιονοδρομικό κέντρο Καλαβρύτων και ένα κατάστημα εστίασης στην Πάτμο, το οποίο έχω και σήμερα. Τη σχολή, για ευνόητους λόγους, την πούλησα. Κάνω σκι από τεσσάρων χρονών. Μεγάλωσα σε αυτό το βουνό μέχρι τα 18. Έχω εκπαιδευτεί και στο εξωτερικό. Ήξερα τι σημαίνει Χελμός και τι δυνατότητες έχει».
Και πράγματι, με το Helmos Mountain Festival άλλαξαν όλα. «Είμαστε το μοναδικό χιονοδρομικό στην Ελλάδα που λειτουργεί και μετά τη χειμερινή περίοδο. Δημιουργούμε μια καινούργια τάση. Αντί να έχουμε την Ελλάδα ως προορισμό μόνο το καλοκαίρι, δημιουργούμε νέους προορισμούς στα βουνά μας. Ζωντανεύουν όλοι αυτοί οι προορισμοί. Εμπράκτως, το χιονοδρομικό μέχρι και πριν από το φεστιβάλ είχε έναν κύκλο εργασιών 1.300.000 ευρώ. Τώρα έχουμε καταφέρει να ξεπεράσουμε τα 4 εκατ. ευρώ».
Και αυτό δεν είναι απλώς ένας αριθμός. «Καταφέραμε να έχουμε την καλοκαιρινή περίοδο 100% πληρότητα, από εκεί που είχαμε 10%. Υπάρχει τεράστια διαφορά και για τα μέρη της ευρύτερης περιοχής, τη Ζαρούχλα, την Περιστέρα, την Αιγιάλεια, την Κλειτορία. Η γύρω ομορφιά δίνει επιπλέον κίνητρο στον επισκέπτη για βόλτα».


Ο πρώτος καιρός ήταν γεμάτος εκπλήξεις. «Θυμάμαι ότι πριν το Πάσχα ανεβάσαμε 1.000 εισιτήρια. Εγώ ήμουν στην Πάτμο. Με παίρνει η εταιρεία που διαχειρίζεται τα εισιτήρια μετά από 40 λεπτά και μου λέει πως εξαντλήθηκαν. Εγώ δεν ήξερα τι να κάνω. Λέω “βάλε άλλα 1.000”. Σε μία ώρα έγινε το ίδιο. Να μη στα πολυλογώ, σε έξι ημέρες πουλήθηκαν 6.000 εισιτήρια».
Και όλα αυτά ενώ «την πρώτη χρονιά είχαμε βροχές και λάσπη. Δεν φαντάζεσαι πόσο χαρούμενος ήταν ο κόσμος. Δεν τους ένοιαξε καν. Θυμάμαι την τελευταία ημέρα, στην τελευταία εμφάνιση του Γιάννη Χαρούλη. Ανέβηκα, είδα πόσο κόσμο έχουμε και συνειδητοποίησα όλο αυτό που συμβαίνει. Μας δημιούργησε τρελές προσδοκίες».
Τι άλλαξε τη δεύτερη χρονιά στο Helmos Mountain Festival

Η επιτυχία του πρώτου φεστιβάλ δεν άφηνε περιθώρια για δισταγμούς. «Πέρυσι ήμασταν πιο προετοιμασμένοι», λέει. «Έγινε πιο αργά μέσα στο καλοκαίρι, είχαμε περισσότερο ήλιο, καλύτερες συνθήκες. Είχαμε θετικό feedback από όλους. Από μόνο του έγινε θεσμός, κάτι που περιμένει πια όλη η περιοχή».
Το μέγεθος της διοργάνωσης ήταν εντυπωσιακό. «Εργάζονται 700 άτομα, από τον έλεγχο των εισιτηρίων και τους ηχολήπτες μέχρι το στήσιμο του stage και τον έλεγχο των σκηνών. Έχουμε food plaza με 14 καντίνες με διαφορετικό φαγητό, όπου μπορείς να συμμετάσχεις ακόμα και σε κυνήγι τρούφας, να τη μαγειρέψεις με τους σεφ και να τη φας σε ένα κριθαρότο, για παράδειγμα». Πέρα από τη μουσική, οι δραστηριότητες ήταν πολυάριθμες. «Μπορείς να κάνεις βόλτα με άλογο, zipline, γιόγκα, βόλτα με αναβατήρα. Τα πάντα!».
Το Helmos Mountain Festival λειτουργεί πλέον ως οδηγός για μια συνολικότερη τουριστική μετάβαση: «Προσπαθούμε να πάμε προς τη 12μηνη λειτουργία και να μετατρέψουμε το χιονοδρομικό σε πολυθεματικό πάρκο τεσσάρων εποχών. Το φεστιβάλ μάς έδειξε τον δρόμο γι’ αυτό».


Οι προκλήσεις παραμένουν. «Ένα μεγάλο πρόβλημα που προσπαθούμε να επιλύσουμε είναι η αναμονή στους χώρους υγιεινής. Όταν έχεις τόσο μεγάλο κατασκηνωτικό κοινό, δεν μπορείς να προβλέψεις 100% τις ανάγκες. Φέτος διπλασιάζουμε τις τουαλέτες και τις ντουζιέρες. Θέλουμε ο κόσμος να νιώθει σαν να είναι στο σπίτι του».
Ταυτόχρονα, ενσωματώνεται σταδιακά και η διεθνής μουσική. «Γινόμαστε το πρώτο επαρχιακό φεστιβάλ που κάνει άνοιγμα στην ξένη μουσική. Φέτος, για παράδειγμα, θα έχουμε Dub FX, Nouvelle Vague, Alborosie & Shegen Clan. Δείχνουμε τι σκεφτόμαστε να κάνουμε τα επόμενα χρόνια».
Και με τα σκουπίδια τι γίνεται; Για τον Αλέξη Άγριο και όλη την ομάδα του Helmos Mountain Festival, η οικολογική συνείδηση δεν είναι σύνθημα, είναι εφαρμογή. «Ο δήμος μερίμνησε εξαρχής, είχαμε δύο απορριμματοφόρα μόνιμα στις εγκαταστάσεις. Συνεργαστήκαμε με τη Μονάδα Επεξεργασίας Λυμάτων του Δήμου Καλαβρύτων. Τα λύματα συλλέγονταν σε δεξαμενές και εν συνεχεία περνούσαν από επεξεργασία. Συνεργαστήκαμε με τη We4all και άλλους χορηγούς ώστε να ανακυκλώσουμε χαρτί, πλαστικό και γυαλί. Ο ίδιος ο κόσμος μάζευε και ανακύκλωνε τα απορρίμματά του».

Και επιπλέον: «Τα άτομα της We4all έμπαιναν μετά από κάθε συναυλία, μάζευαν τα μεταλλικά απορρίμματα, αυτά ανακυκλώθηκαν, πουλήθηκαν και κάναμε δωρεά σε μια μονάδα απροστάτευτων ανηλίκων στην περιοχή των Καλαβρύτων».
Όμως δεν είναι μόνο οι αριθμοί ή τα logistics. Είναι το κοινό. «Ο κόσμος του φεστιβάλ μεριμνά για όσους έρχονται για πρώτη φορά, γεγονός που δείχνει και την παιδεία των κατασκηνωτών. Πολλές φορές βλέπεις άτομα να δίνουν σε άλλους πράγματα που τους περισσεύουν. Οι συνθήκες είναι δυσκολότερες από την πόλη, οπότε έρχονται πιο κοντά».
Τι αλλαγές περιμένουμε φέτος - Το όραμα για τα επόμενα χρόνια

Φέτος θα δοκιμάσουν κάτι ακόμα πιο φιλόδοξο. «Θα κάνουμε έναν μουσικό μαραθώνιο, όπου ο κόσμος θα ξεκινήσει την Παρασκευή, θα φύγει τη Δευτέρα και θα απολαύσει μουσική χωρίς διακοπή. Θα δώσουμε την ευκαιρία στον κόσμο να ανέβει στην κορυφή του Χελμού, στα 2.340 μέτρα. Η ανάβαση με τον αναβατήρα κρατά μόλις επτά λεπτά. Η θέα είναι συγκλονιστική».
Ακόμα και το μοντέλο του εισιτηρίου μελετήθηκε. «Φέτος ξεκινήσαμε νωρίς την ανακοίνωση των εισιτηρίων, ώστε να έχει χρόνο ο κόσμος να προετοιμαστεί. Ανεβάσαμε τον αριθμό σε 11.000. Δεν θα αυξηθεί. Είναι ένας αριθμός στον οποίο ο κόσμος θα περάσει καλά και η εγκατάσταση δεν θα επιβαρυνθεί. Αυτό θέλουμε να είναι το ταβάνι. Δεν θέλουμε να δημιουργήσουμε κάτι μαζικό. Θέλουμε να δημιουργήσουμε όμορφες εμπειρίες. Αν δούμε τεράστια ζήτηση, απλά θα κάνουμε και δεύτερο φεστιβάλ».
Το βλέμμα κοιτά και έξω από τη χώρα. «Σκεφτόμαστε να κάνουμε ένα ταξίδι σε αντίστοιχα φεστιβάλ του εξωτερικού, ώστε κάθε φορά να γινόμαστε καλύτεροι».

Το ζητούμενο είναι ξεκάθαρο: «Θέλουμε να πετύχουμε τον εξής στόχο: να μην κοιτάει ο κόσμος ποιοι τραγουδάνε. Να έρχονται για το φεστιβάλ και να ξέρουν ότι θα περάσουν τέλεια».
Και ίσως τελικά το πιο ειλικρινές στοιχείο αυτής της ιστορίας να βρίσκεται σε αυτό που είπε ο Αλέξης Άγριος στην αρχή: «Το πρώτο πράγμα που κάναμε ήταν να το οραματιστούμε. Μετά, να το σχεδιάσουμε. Ποιο σημείο των εγκαταστάσεων θα χρησιμοποιήσουμε, αλλά και τι διαφορετικό θα δει ο κόσμος από εμάς. Είμαστε ένα ορεινό φεστιβάλ υπαίθριων δραστηριοτήτων, αναψυχής και μουσικής. Δεν θέλαμε να πουν “απλώς ένα μουσικό φεστιβάλ”. Θέλαμε να το κάνουμε και δεν μας ένοιαζε αν θα μπούμε μέσα. Αυτό ήταν και το πνεύμα της εταιρείας παραγωγής. Κοινός στόχος ήταν η ψυχαγωγία του κόσμου. Και τελικά όλα έγιναν καλύτερα απ’ ό,τι περιμέναμε».