Δύο ενστάσεις για την εκστρατεία καθαρισμού της πόλης από τα γκράφιτι

Δύο ενστάσεις για την εκστρατεία καθαρισμού της πόλης από τα γκράφιτι Facebook Twitter
Φωτό: Nikos Libertas / SOOC
8

Την εβδομάδα που μας πέρασε ξεκίνησε στην Αθήνα η πολυσυζητημένη εκστρατεία κατά των γκράφιτι. Ο Δήμος Αθηναίων αποφάσισε ότι δεν πάει άλλο με την εικόνα της πόλης και ανέλαβε δράση με μπροστάρη τον ίδιο τον Γ. Καμίνη, ο οποίος δήλωσε ότι «πρέπει όλοι να συνεργαστούμε, προκειμένου να καθαρίσουμε από τη μουτζούρα την πόλη. Είναι μια εικόνα που αδικεί την Αθήνα». Η αρχή έγινε την Τρίτη 22 Μαρτίου από έναν χώρο ιδιαίτερης ιστορικής αξίας, τον περίβολο του πρώτου δημόσιου νεκροταφείου της αρχαίας Αθήνας, στον πεζόδρομο της Ερμού. Επόμενος σταθμός της πρωτοβουλίας θα είναι η Πανεπιστημίου, ενώ αργότερα θα προστεθούν και άλλοι κεντρικοί άξονες και διάφορα τοπόσημα της πόλης.


Όλα αυτά έχουν ξανασυμβεί στο παρελθόν και οι καλλιτέχνες του δρόμου έχουν βγει νικητές απ' όλους τους «πολέμους» που τους έχουν κηρύξει κατά καιρούς. Όμως αυτή τη φορά η πρωτοβουλία φαντάζει πιο σοβαρή, καθώς –προφανώς λόγω του δυσβάσταχτου οικονομικού κόστους ενός τέτοιου «πολέμου»– οι δημοτικές αρχές προσπαθούν να βάλουν στο παιχνίδι και άλλους παράγοντες, όπως ομάδες πολιτών, επιχειρηματίες, χορηγούς και απλούς κατοίκους. Για να έχουμε μια εικόνα, σύμφωνα με το φυλλάδιο που μοίρασε ο δήμος προς ενημέρωση των πολιτών, ο επαγγελματικός καθαρισμός των προσόψεων από γκράφιτι ξεκινά από 6 ευρώ το τετραγωνικό αν η επιφάνεια είναι από πλαστικό, γυαλί ή ανοξείδωτο μέταλλο και φτάνει ως και τα 20 ευρώ ανά τ.μ. αν το υλικό είναι από μάρμαρο ή πέτρα. Και φυσικά υπάρχουν περιπτώσεις που οι δράστες επανέρχονται μετά τον καθαρισμό ξανά και ξανά, οπότε το συνολικό κόστος πολλαπλασιάζεται.

Ακόμα κι αν διαχωρίσουμε τα ολοκληρωμένα έργα γκράφιτι από τα tags, δηλαδή τις βιαστικές, συνήθως μονόχρωμες υπογραφές (μια διάκριση που ευτυχώς γίνεται τώρα τελευταία), δεν μπορούμε να σταματήσουμε το φαινόμενο με καταδίκες, αφορισμούς και καταστολή.


Ιδέες όπως το «crowdfunding» και οι «υιοθεσίες κτιρίων» ακούγονται πολύ ωραίες. Όμως προκύπτουν δύο ενστάσεις. Καταρχάς, από τις πρωτοβουλίες και τις «συνέργειες» που επιδιώκει να δημιουργήσει ο δήμος φαίνεται να μένουν απέξω οι γειτονιές εκτός ιστορικού κέντρου. Δύσκολα κάποιος επιχειρηματίας ή χορηγός θα ενδιαφερθεί για έναν δρόμο στα Πατήσια ή στα Σεπόλια. Από την άλλη, όταν κάνουμε λόγο για εκπαίδευση των πολιτών και καταλήγουμε να μιλάμε μόνο για την καταπολέμηση ενός φαινομένου, αρνούμαστε ουσιαστικά να χτυπήσουμε τις ρίζες του και να το αντιμετωπίσουμε συνολικά.

Όποια άποψη κι αν έχουμε για το γκράφιτι, είναι μια μορφή τέχνης που παραδοσιακά ανθεί σε περιόδους και καταστάσεις όπως αυτή που βιώνει η Αθήνα τα τελευταία χρόνια. Στις περιφερειακές γειτονιές της πόλης κυριαρχούν το «άρρωστο» γκρίζο και μια εικόνα εγκατάλειψης που συνθέτουν έναν προκλητικό καμβά. Ακόμα κι αν διαχωρίσουμε τα ολοκληρωμένα έργα γκράφιτι από τα tags, δηλαδή τις βιαστικές, συνήθως μονόχρωμες υπογραφές (μια διάκριση που ευτυχώς γίνεται τώρα τελευταία), δεν μπορούμε να σταματήσουμε το φαινόμενο με καταδίκες, αφορισμούς και καταστολή.


Όλα καταλήγουν στην παιδεία. Οι άνθρωποι του δήμου θα μπορούσαν παράλληλα με την εκστρατεία κατά της «οπτικής ρύπανσης» να αγκαλιάσουν την τοπική κοινότητα της street art. Μπορούν να δώσουν προς βάψιμο κάποιες μεγάλες δημόσιες επιφάνειες που τώρα έχουν το μαύρο τους το χάλι, να διοργανώσουν κάποια φεστιβάλ κ.λπ. Το στοίχημα είναι να διαχωριστούν εμπράκτως οι βάνδαλοι από τους καλλιτέχνες, έχοντας κατά νου ότι οι δεύτεροι πολλές φορές ξεκινούν όπως οι πρώτοι. Καλώς ή κακώς, τα περισσότερα παιδιά που θα ενδιαφερθούν για τη street art θα ξεκινήσουν πιθανότατα από τα tags. Ένα δημιουργικό γραφείο, το Imaginary Rooms, κάνει ήδη κάτι σχετικό στα διαδραστικά εργαστήρια που διοργανώνει για μαθητές της Ε΄ και ΣΤ΄ τάξης του Δημοτικού: διερευνά τις ικανότητες και δεξιότητες των παιδιών μέσα από παραδείγματα σύγχρονων street artists. Βοηθούν τους μικρούς μαθητές να αντιληφθούν πώς η έκφραση μπορεί να εφαρμοστεί πρακτικά και να μάθουν να αγαπάνε τον εαυτό τους, την κοινωνία και το περιβάλλον. Μια τέτοιου είδους αντιμετώπιση μπορεί να αποδειχθεί πιο αποτελεσματική μακροπρόθεσμα από τα πανάκριβα «αντι-γκράφιτι» υλικά.

Το άρθρο από την έντυπη έκδοση της LIFO

Αθήνα
8

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ