Απεργία την Πρωτομαγιά

Αγαπητή γνωστή, δέξου τις ειλικρινείς ευχές μου να εγκλιματιστείς όσο το δυνατόν πιο γρήγορα και ανώδυνα, μιας και σε καταλαβαίνω, έχοντας βρεθεί σε αντίστοιχη θέση αλλά από την ανάποδη:Ήρθα στην Αθήνα από την επαρχία στα 35 μου, για να ζήσω κι εγώ με τον σύντροφο μου. Ήρθα παρέα μ'ένα βαρύτατο πένθος και πάντα θα λέω πόσο με βόλεψε η ανωνυμία της Αθήνας, όταν έβγαινα και δε χρειαζόταν να περιπλανιέμαι με το άγχος μη με δει κανένας γνωστός να σέρνω τα πόδια μου ή να κλαίω, ή που δε χρειαζόταν ν'απαντήσω στην ερώτηση "τι κάνεις;" γιατί δεν ήθελα να πω καλά, ούτε τυπικά. Από την άλλη, η γειτονιά μου μεγάλωσε ο άντρας μου είναι πιο 1960 πεθαίνεις, ήμουν το νέο αίμα για τους παλιούς γειτόνους των πεθερικών, όμως είτε έλειπα όλη μέρα, είτε δεν έβγαινα για μέρες από το σπίτι. Τα πεθερικά που ζουν πια επαρχία, σε κάθε επαφή μας, με ρωτούσαν αν είδα τον τάδε και τον δείνα, προσπαθώντας να καταλάβουν αν μιλάω με τη γειτονιά, κι το δικό μου μυαλό δεν μπορούσε να χωρέσει το ότι αφού όλοι με ξέρουν και έχουν πλήρη ενημέρωση για τη ζωή μου, γιατί δεν με καλωσορίζουν, γιατί δεν με συλλυπούνται, γιατί δεν με αγκαλιάζουν. Δεν μπορούσα να δω τότε ότι εγώ δεν έδινα χιλιοστό χώρου για οποιαδήποτε επαφή, όμως είχα να συνηθίσω τη νέα μου ζωή, εν μέσω πένθους, οπότε μάλλον δεν υπήρχε χώρος στο μυαλό μου. Δεν έχω συνηθίσει μέχρι σήμερα, 3 χρόνια μετά, ούτε την ανωνυμία, αυτή την αίσθηση δηλαδή ότι όσες φορές και να συναντηθείς με κάποιον, άγνωστος θα παραμείνει, ούτε το κλειδαμπάρωμα της γειτονιάς μόλις δύσει ο ήλιος, ούτε τις μόνιμα κατεβασμένες τέντες, ούτε την υπερένταση της πόλης.Συνήθισα όμως τη γειτονιά, την αδιάκριτη οικογένεια απέναντι που κρυφοκοιτάει από τις κουρτίνες και σε κάθε καλημέρα αδημονεί να μάθει αλλά και να εξομολογηθεί τα πάντα. Εκτίμησα επίσης την αδιακρισία τους πέρυσι το Πάσχα, όταν μας τηλεφώνησε άλλη γειτόνισσα, για να μας πει ότι ο μπαμπάς της αδιάκριτης οικογένειας διαπίστωσε ότι είχαμε ξεχάσει το καλοριφέρ ανοιχτό και ρωτούσε αν μπορεί να μπει στην αυλή για να σβήσει τον λέβητα, αφού εμείς ήμασταν 5 ώρες μακριά. Σκέφτηκα να του έδινα όταν θα επιστρέφαμε, ένα βάζο γλυκό για να τον ευχαριστήσουμε που μας γλίτωσε κάτι λίτρα πετρελαίου, αλλά κατέληξα ότι ένα ευχαριστώ, ατομικά από εμένα και από τον άντρα μου, ήταν αρκετό. Στον τόπο μου πιθανότατα να τον τραπέζωνα βέβαια, αλλά ο κάθε τόπος έχει τις δικές του νοοτροπίες. Πάρε για παράδειγμα το χωριό του πεθερού μου, που το χειμώνα έχει 7 κατοίκους, εκ των οποίων μόνο οι 2 μιλάνε μεταξύ τους, μάνα και γιος. Τώρα που το σκέφτομαι, ούτε αυτούς τους είδα να μιλάνε. :P
Σχολιάζει ο/η