Η πρώτη μαρτυρία για το Χορό του Ζαλόγγου προέρχεται από τον αξιωματικό του Αλή πασά, Σουλεϊμάν αγά, αυτόπτη μάρτυρα του περιστατικού. Το αφηγήθηκε στον εξισλαμισμένο Γάλλο μισθοφόρο Ιμπραήμ Μανσούρ Εφέντι, ο οποίος τη συμπεριέλαβε σε βιβλίο του που κυκλοφόρησε στο Παρίσι το 1828 με τις αναμνήσεις του από την Αυλή του Αλή Πασά. Σύμφωνα με τη μαρτυρία αυτή, οι γυναίκες «πιάστηκαν από τα χέρια κι άρχισαν ένα χορό, που τα βήματά του τα κινούσε ένας ασυνήθιστος ηρωισμός και οι αγωνία τού θανάτου τόνιζε το ρυθμό του...Στο τέλος των επωδών, οι γυναίκες βγάζουν μία διαπεραστική και μακρόσυρτη κραυγή, που ο αντίλαλός της σβήνει στο βάθος ενός τρομακτικού γκρεμού, όπου ρίχνονται μαζί με όλα τα παιδιά τους.» (Samson Cerfberr (Ibrahim Mansur Effendi), "Mémoires sur la Grèce et l'Albanie Pendant le Gouvernement d'Ali-Pacha", Paris, J.N. Barba, 1828;)Το γεγονός αυτό επίσης κατέγραψε ο Πρώσος περιηγητής και διπλωμάτης Jakob Bartholdy, που έτυχε την εποχή εκείνη (1803-1804) να βρίσκεται στα Ιωάννινα. Η έστω και πολύ περιληπτική αναφορά του στο γεγονός κρίνεται περισσότερο αντικειμενική, δεδομένου ότι δεν ήταν και τόσο ευνοϊκός προς τους εξεγερμένους, ούτε όμως και με τον Αλή Πασά. Αυτό ωστόσο δεν τον εμπόδισε να τονίσει τη γενναιότητα των Σουλιωτών, αλλά και την αγριότητα των τμημάτων του Αλή Πασά. Στην αναφορά του εκείνη στο έργο του «Bruchstücke zur nähern Kenntniss des heutigen Griechenlands, gesammelt auf einer Reise … im Jahre 1803-1804.», (δημοσιεύτηκε στη γερμανική το 1805, και σε γαλλική μετάφραση το 1807), σημειώνει (σε ελεύθερη μετάφραση): «Καμιά εκατοστή απ’ αυτούς τους δυστυχισμένους είχαν αποτραβηχτεί βόρεια της Πρέβεζας στο Μοναστήρι του Ζαλόγγου. Τους επιτέθηκαν εκεί θεωρώντας ότι τάχα αυτή η τοποθεσία, πράγματι ισχυρή, θα μπορούσε να τους προσφέρει ένα νέο τόπο μόνιμης διαμονής, όπου και η σφαγή που ακολούθησε υπήρξε φρικτή. Τριάντα εννέα γυναίκες γκρεμίστηκαν από τα βράχια με τα παιδιά τους που μερικά ακόμη βύζαιναν.» (Jakob Ludwig Salomon Bartholdy, "Bruchstücke zur nähern Kenntniss des heutigen Griechenlands, gesammelt auf einer Reise … im Jahre 1803-1804.", Erster Theil. Mit neun illum. Kupfern (von Gropius) mit Vignetten und Musikbeilagen. Berlin, 1805)Σημειώνεται η αναφορά για "39" γυναίκες που "γκρεμίστηκαν" με τα παιδιά τους, χωρίς να διασαφηνίζεται αν ήταν αυτοκτονία, ή θηριωδία. Προσέξτε το "η σφαγή που ακολούθησε υπήρξε φρικτή" δηλαδή το ότι "39 γυναίκες γκρεμίστηκαν από τα βράχια". Ο Bartholdy λοιπόν, αφήνει να υπονοηθεί ότι επρόκειτο περί σφαγής και όχι αυτοκτονίας. Πουθενά δεν αναφέρει για χορό. Περισσότερο λεπτομερώς το κατέγραψε ο Άγγλος στρατιωτικός, περιηγητής και αρχαιολόγος, William Martin Leake, από πληροφορίες που συνέλεξε το 1805, ως αντιπρόσωπος της Αγγλίας στα Ιωάννινα, τις οποίες συμπεριέλαβε στο σύγγραμμά του "Travels in Northern Greece". Στην αναφορά του αυτή σημειώνει: «Περίπου 100 οικογένειες είχαν αποτραβηχτεί στο μέρος αυτό από το Σούλι και την Κιάφα, με συνθήκες και ζούσαν στο λόφο ανενόχλητες ώσπου έπεσε το Κούγκι. Τότε επειδή τάχα η περιοχή αυτή ήταν περισσότερη οχυρή ξαφνικά τους επιτέθηκαν με διαταγή του Βεζίρη. Όταν η κατάσταση έγινε απελπιστική ο Κίτσος Μπότσαρης και ένα τμήμα του διέφυγαν. Από τους υπολοίπους, 150 σκλαβώθηκαν και 25 κεφάλια στάλθηκαν στον Αλβανό Μπουλούκμπαση στην Καμαρίνα που διεύθυνε τις επιχειρήσεις, 6 άνδρες και 22 γυναίκες ρίχτηκαν από τα βράχια από το ψηλότερο σημείο του γκρεμνού, προτιμώντας έτσι παρά να πέσουν ζωντανοί στα χέρια των εχθρών τους. Πολλές γυναίκες που είχαν παιδιά, τις είδαν να τα ρίχνουν με δύναμη προτού εκείνες κάνουν το μοιραίο πήδημα.» (William Martin Leake, "Travels in Northern Greece", Λονδίνο: 1835, vol. A΄, p. 246;)Σε αυτή την αναφορά γίνεται σαφής λόγος για αυτοκτονία και βρεφοκτονία, ενώ προστίθενται 6 άνδρες, ο δε αριθμός των γυναικών περιορίζεται στις 22, χωρίς να γίνεται και εδώ αναφορά για χορό. Σημειώνεται όμως ότι το σύγγραμμα αυτό δημοσιεύτηκε 33 χρόνια αργότερα, το 1835, επί Βασιλείας του Όθωνα. Tο 1815 ο Sir Henry Holland εκδίδει σύγγραμμα με εντυπώσεις του από την Ελλάδα, κάνοντας επιγραμματικά λόγο μόνο για τη βρεφοκτονία στο σχετικό περιστατικό: «...λέγεται σαν πραγματική ιστορία, πως μια ομάδα Σουλιώτισσες, μαζεύτηκαν σ΄ ένα από τα κοντινά στο Σαράι βάραθρα και έριξαν εκεί τα βρέφη τους για να μη γίνουν σκλάβοι του εχθρού.» (Sir Henry Holland, "Travels in the Ionian Isles, Albania, Thessaly, Macedonia, &c: During the Years 1812 and 1813", Longman, Hurst, Rees, Orme, and Brown, 1815, p. 450;)Σ' αυτή την αναφορά του περιστατικού, αναφέρεται μόνο η βρεφοκτονία. Με το όνομα Σαράι φέρεται ένα παλαιό πυργόκαστρο που υπήρχε στη περιοχή, κοντά στη Μονή του Ζαλόγγου.Ας δούμε και την αναφορά του Χριστόφορου Περραιβού, αν και ο Περραιβός φανερά γράφει τα έργα του μέσα σε ένα εθνικό-φαντασιακό πλαίσιο. Το 1815, έξι χρόνια πριν την επανάσταση του 1821, δημοσιεύεται και η πρώτη ελληνική αναφορά στο περιστατικό που περιλαμβάνεται στη δεύτερη έκδοση της "Ιστορίας του Σουλίου και της Πάργας" του Χριστόφορου Περρραιβού που τυπώθηκε στη Βενετία, που αποτελεί και την πρώτη ουσιαστικά ελληνική πηγή του γεγονότος. Όταν, σύμφωνα με αυτήν, τα στρατεύματα του Αλή απέτυχαν και την φορά αυτή να αιχμαλωτίσουν τους Σουλιώτες που όδευαν προς την Πάργα, και παρά τις συνομολογήσεις που είχαν κάνει μαζί τους, αφού ξεκουράστηκαν επί τριήμερο, επιτέθηκαν ξαφνικά στο Ζάλογγο όπου διαβιούσαν όσοι Σουλιώτες είχαν συνθηκολογήσει νωρίτερα με τον Αλή Πασά, αναφέροντας σχετικά:«Αι γυναίκες δε κατά την δευτέραν ημέραν βλέπουσαι ταύτην τη κτηνώδη περίστασιν, εσυνάχθησαν έως εξήκοντα, επάνω εις έναν πετρώδη κρημνόν. Εκεί εσυμβουλεύθησαν και απεφάσισαν ότι καλύτερα να ριφθούν κάτω από τον κρημνόν διά να αποθάνουν, πάρεξ να παραδοθούν διά σκλάβες εις χείρας των Τούρκων. Όθεν αρπάξαντες με τας ιδίας των χείρας τα άκακα και τρυφερά βρέφη, τα έρριπτον κάτω εις τον κρημνόν. Έπειτα αι μητέρες πιάνοντας η μία με την άλλη τα χέρια τους άρχισαν και εχόρευαν, χορεύουσαι δε επηδούσαν ευχαρίστως μίαν κατόπιν της άλλης από τον κρημνόν. Μερικαί όμως δεν απέθανον, επειδή έπιπτον επάνω εις τα παιδία των και τους συντρόφους, των οποίων τα σώματα ήταν καρφωμένα πάνω εις τες μυτερές πέτρες του κρημνού.» (Χριστόφορος Περραιβός, "Ιστορίας του Σουλίου και της Πάργας", β εκδ., Αθήνα, 1857;)Σε αυτή την ελληνική καταγραφή του περιστατικού σημειώνεται αφενός ο αριθμός των γυναικών, στο περίπου, "έως 60", και ότι προηγουμένως "εσυμβουλεύθησαν", και αποφάσισαν συνειδητά να ρίξουν τα βρέφη τους απ’ τον γκρεμό και στη συνέχεια τους εαυτούς τους. Και ενώ αναφέρεται εδώ πρώτη φορά ο "χορός", δεν προσδιορίζεται η ημερομηνία. Στην επόμενη έκδοση του έργου αυτού, το 1857, απαλείφθηκε η αναφορά στον χορό.Το 1820 ο Γάλλος περιηγητής François Pouqueville που διέμενε 10 και πλέον χρόνια στην αυλή του Αλή Πασά, εκδίδει τους 3 πρώτους τόμους του έργου του "Travels in Epirus, Albania, Macedonia, and Thessaly". Στον 3ο τόμο περιλαμβάνει το επεισόδιο ως ακολούθως (ελεύθερη απόδοση):«...τις γυναίκες τις γκρέμισαν από τα ύψη των βουνών στις αβύσσους του Αχέροντα, τα παιδιά πουλήθηκαν στα παζάρια.» ("Travels in Epirus, Albania, Macedonia, and Thessaly", vol. 3, London: Printed for Sir Richard Phillips and Co, 1820))Εδώ γίνεται σαφής αναφορά για θηριωδία και όχι για βρεφοκτονία ούτε και για αυτοκτονία. Τον επόμενο όμως χρόνο που εκδίδονται οι άλλοι τόμοι περιλαμβάνεται το γεγονός με περισσότερη λεπτομέρεια:«Ηρωικό θάρρος εξήντα γυναικών, που κινδύνευαν να παραδοθούν στη σκλαβιά των Τούρκων. Ρίχνουν τα παιδιά τους πάνω στους πολιορκητές σαν να ήταν πέτρες έπειτα, πιάνοντας το τραγούδι του θανάτου και κρατώντας η μιά το χέρι της άλλης, ρίχτηκαν στο βάθος της αβύσσου, όπου τα κομματιασμένα πτώματα των παιδιών τους δεν άφηναν μερικές να συναντήσουν το Χάρο, όπως θα το ήθελαν.» (François Pouqueville, “Voyage dans la Grece”, Paris, Didot, 1821;)Στη νεότερη αυτή αναφορά περιλαμβάνεται πλέον ο χορός 60 γυναικών, καθώς και η βρεφοκτονία και αυτοκτονία τους, που ταυτίζεται με την αναφορά του Περραιβού, με επιπλέον μια σημείωση ημερομηνίας στο περιθώριο: 22 Δεκεμβρίου 1803.Το 1823 ο Γάλλος ιστορικός ακαδημαϊκός και σπουδαίος φιλέλληνας Κλωντ Φωριέλ συγκεντρώνει τα υπομνήματα των τραγουδιών που θα εκδώσει το επόμενο καλοκαίρι του 1824. Σ' αυτά ο Φωριέλ αναφερόμενος στη 2η μέρα εκείνης της μάχης φαίνεται ν' ακολουθεί πιστά τον Περραιβό προσθέτοντας πολλές παραστατικές λεπτομέρειες:«..ήταν ακόμα αβέβαιη, όταν εξήντα γυναίκες, βλέποντας πως στο τέλος θα σκοτώνονταν οι δικοί τους, μαζεύονται σ' ένα απότομο ψήλωμα στον γκρεμό, που στη μία πλευρά του ανοιγόταν ένα βάραθρο και στο βάθος του το ρέμα άφριζε ανάμεσα στους μυτερούς βράχους που γέμιζαν τις όχθες και τη κοίτη του. Εκεί αναλογίζονται τι έχουν να κάνουν, για να μη πέσουν στα χέρια των Τούρκων, που τους φαντάζονται κιόλας να τις κυνηγούν. Αυτή η απελπισμένη συζήτηση στάθηκε σύντομη, και η απόφαση που ακολούθησε ήταν ομόγνωμη. Οι περισσότερες απ' αυτές τις γυναίκες ήταν μητέρες, αρκετά νέες, και είχαν μαζί τα παιδιά τους, άλλες στο βυζί ή στην αγκαλιά, άλλες τα κρατούσαν από το χέρι. Η κάθε μια πήρε το δικό της, το φίλησε για τελευταία φορά και το έριξε ή το έσπρωξε γυρνώντας το κεφάλι στον διπλανό γκρεμό. Όταν δεν είχαν πια παιδιά να γκρεμίσουν, πιάστηκαν από τα χέρια και άρχισαν ένα χορό, γύρω - γύρω, όσο πιο κοντά γινόταν στην άκρη του γκρεμού και η πρώτη απ' αυτές, αφού χόρεψε μια βόλτα φτάνει στην άκρη, ρίχνεται και κυλιέται από βράχο σε βράχο ως κάτω στο φοβερό βάραθρο. Ωστόσο ο κύκλος, ή ο χορός συνεχίζει να γυρνάει, και σε κάθε βόλτα μια χορεύτρια αποκόβεται με τον ίδιο τρόπο, ως την εξηκοστή. Λένε πως από κάποιο θαύμα, μία απ' αυτές τις γυναίκες δεν σκοτώθηκε πέφτοντας.» (Claude Fauriel, "Chants populaires de la Grece moderne," Paris 1824-25, vol. A’, p. 277-278;)Στα αλβανικά υπάρχει ένας γνωστός χορός/τραγούδι που αναφέρεται στο γεγονός αυτής της μαζικής αυτοκτονίας, το ‘Vaji i Zallogut’ (Χορός του Ζαλλόγγου):Moskua në këmbë, foshnjën përdhe ka lënë,Qëllon a s’qëllon kjo grua, deli grua,Pushka top gjithçka zhurit."Vështrojuni një çikë more, si jeni bërë meit!"Edhe muret u bënë hi, po Dhespua përherë në këmbë,Nuseve ç’u thërret, me zë e me gjëmë."Skllave të turkut bija, a mund të bëhemi ne?Pas meje, mori nuse, vendin e kemi atje!"Στα ελληνικά σημαίνει: «Η Μόσχω άμεσα άφησε το μωρό της στο έδαφος, χτυπάει πολύ δυνατά αυτή η γυναίκα, αυτή η γενναία γυναίκα, το όπλο της σαν κανόνι φοβίζει τον καθένα. ‘κοιτάξτε λιγάκι βρε, πώς γίνατε χλωμοί!’ Και οι τοίχοι έγιναν στάχτη, πάντα στέκεται στα πόδια της, Φωνάζει στις νύφες, με φωνή και με ουρλιαχτά ‘Κορίτσια, μπορούμε να γίνουμε σκλάβες των Τούρκων εμείς; Πίσω από μένα ω βρε νύφες (κορίτσια), το μέρος μας είναι εκεί κάτω (στον γκρεμό)!’»Ένα παραδοσιακό τραγούδι για το γεγονός αυτό, υπάρχει και στα ελληνικά, το ‘Έχε γεια καημένε κόσμε’ (Lamtumirë botë e varfër). Στην Ελλάδα διδάσκουν στα σχολεία αυτό το τραγούδι στους μαθητές, ως το τραγούδι που υποτίθεται ότι χόρεψαν οι Σουλιώτισες, χωρίς ποτέ να κάνουν όμως την οποιαδήποτε αναφορά στην καταγωγή των Σουλιοτών, και χωρίς ποτέ να πουν ότι αν και το γεγονός του πεσίματος από τον γκρεμό είναι πραγματικό, το τραγούδι αυτό ωστόσο είναι κατά πολύ μεταγενέστερο, και δεν χορεύτηκε ποτέ από τις γυναίκες του Σουλίου.«Στην προεπαναστατική περίοδο, ο Αλή Πασάς των Ιωαννίνων στη βορειοδυτική Ελλάδα επιτέθηκε στα χωριά του Σουλίου (1792-1804). Οι κάτοικοι τους, ορθόδοξοι Αλβανοί, αντιστάθηκαν δυναμικά, και οι γυναίκες έπαιξαν έναν σημαντικό ρόλο.» (Bernard A. Cook, Women and war: a historical encyclopedia from antiquity to the present, (2006), vol. 1, p. 255)Ας δούμε την «Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης» του George Finlay, σε μετάφραση Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη και έκδοση της Βουλής των Ελλήνων. Το δεύτερο κεφάλαιο του Πρώτου βιβλίου (Τα προ της Επαναστάσεως Συμβάντα) έχει τίτλο «Οι Αλβανοί». Εκεί δαβάζουμε τα εξής:«Οι ιδιοτελείς Σουλιώται οίτινες είχον συνάψει χωριστάς συνθήκας μετά του Αλή-πασσά - ο Βότσαρης, Κουτσονίκας και Παλάσκας - ουδέν άλλο επέτυχον ειμή όνειδος εκ της εγκαταλείψεως των συμπατριωτών των. Είχον εκλέξει προς διαμονήν των το Ζάλογγο, επί υποσχέσει προστασίας, πλην ο Αλής, ευθύς ως έλαβε κατοχήν της Κιάφας, έπεμψε σώμα στρατού δια να τους προσβάλη εξάπινα. Περί τα εκατόν πεντήκοντα πρόσωπα συνελήφθησαν και απήχθησαν εις δουλείαν. Εικοσιπέντε άνδρες εφονεύθησαν υπερασπιζόμενοι εαυτούς, έξ(ι) δε άνδρες και εικοσιδύο γυναίκες έρριψαν εαυτούς κατά κρημνού όπισθεν του χωρίου, όπως μη πέσουν εις χείρας του απανθρώπου διώκτου των. Αλβανοί στρατιώται επιστρέψαντες εις Ιωάννινα διηγήθησαν ότι είδον πολλάς νεαράς γυναίκας να ρίπτωσι τα παιδία των από του βράχου, και είτα να ρίπτωνται κάτω αυταί. Τα σώματα τεσσάρων παιδίων ευρέθησαν κάτω. Ο Βότσαρης επέτυχε να συναθροίση περί τα διακόσια πρόσωπα, και δια της αντιστάσεως την οποία αντέταξε μετά των συντρόφων του κατά των εχθρών ηδυνήθη να διαφύγει.»Στο ίδιο βιβλίο αναφέρεται ότι οι Σουλιώτες ήσαν κλάδος των Τσάμηδων, όπως αναφέραμε ξανά.
Σχολιάζει ο/η