Πώς η ανάβαση στο Έβερεστ κατέληξε από ηρωικό κατόρθωμα σε μαζική μπίζνα

Πώς η ανάβαση στο Έβερεστ κατέληξε από ηρωικό κατόρθωμα σε μαζική μπίζνα Facebook Twitter
Εικόνα από την αποστολή του Έντμουντ Χίλαρι στο Έβερεστ, Μάρτιος 1953. Φωτ.: Getty Images/ Ideal Image
0

ΕΙΝΑΙ ΔΥΣΚΟΛΟ ΝΑ διανοηθεί κανείς σήμερα πόσο μνημειώδης ήταν η κατάκτηση του Έβερεστ το 1953, όταν ο Έντμουντ Χίλαρι έγινε ο πρώτος άνθρωπος που πάτησε στην κορυφή του, μαζί με τον Σέρπα οδηγό του Τένσινγκ Νοργκέι. Δεκατέσσερις προηγούμενες απόπειρες είχαν αποτύχει να κατακτήσουν την ύψους 8.848,86 μέτρων «κορυφή του κόσμου» στα σύνορα Νεπάλ και Κίνας. Οι αποστολές ήταν στρατιωτικής κλίμακας, απαιτώντας πολυπληθείς ομάδες και τόνους προμηθειών. Όταν η είδηση έγινε γνωστή στο Λονδίνο την ώρα της στέψης της βασίλισσας Ελισάβετ, μεταδόθηκε από ηχεία κατά μήκος της διαδρομής της μεγάλης παρέλασης της βασίλισσας.

Το νέο βιβλίο του δημοσιογράφου Will Cockrell που έχει τίτλο Everest, Inc.: The Renegades and Rogues who Built an Industry at the Top of the World αφηγείται το πώς αυτά τα δυσθεώρητα και θανατηφόρα ύψη έχουν πλέον κατακτηθεί, σύμφωνα με μια πρόσφατη καταμέτρηση, 11.966 φορές από 6.664 άτομα.

Η συντριπτική πλειονότητα αυτών των αναβατών είναι πελάτες που πληρώνουν εξαψήφια ποσά για το προνόμιο να οδηγηθούν στο βουνό με σχοινιά, αναπνέοντας εμφιαλωμένο οξυγόνο που έχουν αποθηκεύσει άλλοι, αφού περάσουν αρκετές εβδομάδες διαμονής σε μια εκτεταμένη πόλη που λειτουργεί ως καταυλισμός χιλιάδων ανθρώπων που διαβιούν σε συνθήκες πολυτέλειας.

Ορισμένοι μάλιστα από τους πιο «εκλεκτούς» πελάτες αρχίζουν τον εγκλιματισμό εβδομάδες νωρίτερα σε ειδικές πλαστικές φούσκες που παραδίδονται στα σπίτια τους. Πρόσφατα, μεταξύ αυτών που ανέβηκαν στην κορυφή ήταν κάποιοι τυφλοί, δύο 13χρονοι, αρκετοί εβδομηντάρηδες, ακόμη και άτομα που έχουν υποστεί διπλό ακρωτηριασμό.

Μόνο το 1993, περισσότεροι ορειβάτες έφτασαν στην κορυφή μέσα σε μια σεζόν απ' ό,τι στα 26 χρόνια μετά την πρώτη ανάβαση.

Δεν έγινε αμέσως η κατάκτηση του Έβερεστ τόσο εύκολα εξαγοράσιμη όσο μια κρουαζιέρα στην Καραϊβική. Για πολλά χρόνια μετά το 1953, το βουνό παρέμεινε μια μοναδική δοκιμασία αλπικής ικανότητας και αντοχής. Αυτό το συγκλονιστικά δύσκολο αθλητικό κατόρθωμα που δεν μπορούσε να αγοραστεί με χρήματα κατέληξε όμως τελικά άλλο ένα εμπόρευμα.

Το Everest, Inc. είναι ένας εύστοχος τίτλος, ακριβώς επειδή η ιστορία που αφηγείται είναι τελικά επιχειρηματική – πώς οι δυτικοί οδηγοί αναρρίχησης μετέτρεψαν το Έβερεστ από ένα κατόρθωμα θέλησης και ικανότητας σε μια υπόθεση logistics.

Πώς η ανάβαση στο Έβερεστ κατέληξε από ηρωικό κατόρθωμα σε μαζική μπίζνα Facebook Twitter
Oυρές αναβατών στο Έβερεστ. Φωτ.: Getty Images/ Ideal Image

Η τεχνολογία έκανε το οξυγόνο ελαφρύτερο και πιο αξιόπιστο, με πολύ υψηλότερους ρυθμούς ροής, και τον άστατο καιρό του βουνού πιο προβλέψιμο. Οι αύξηση των καταυλισμών όλο και πιο ψηλά επέτρεψε περισσότερη ξεκούραση στους πιο αδύναμους ορειβάτες. Οι αυτόχθονες Σέρπα, που προηγουμένως χρησιμοποιούνταν ουσιαστικά ως μεταφορείς σε μεγάλο υψόμετρο, έγιναν ειδικευμένοι αλπινιστές – ένας από αυτούς μάλιστα, ο Κάμι Ρίτα Σέρπα, έχει ανέβει στην κορυφή 29 φορές. Μόνο το 1993, περισσότεροι ορειβάτες έφτασαν στην κορυφή μέσα σε μια σεζόν απ' ό,τι στα 26 χρόνια μετά την πρώτη ανάβαση.

Φυσικά, ο θάνατος πάντα καραδοκούσε. Στην αρχή της δεκαετίας του ‘80, περισσότεροι άνθρωποι είχαν πεθάνει προσπαθώντας να ανέβουν στην κορυφή απ' όσους τα είχαν καταφέρει. Για ένα συγκεκριμένο είδος ανθρώπου, αποδεικνύεται ότι δεν υπάρχει μεγαλύτερη γοητεία. Ο θάνατος των οκτώ αναβατών κατά τη διάρκεια της σεζόν του 1996, ένα γεγονός που καλύφθηκε εξαντλητικά από το είδος των περιοδικών για τα οποία γράφει ο Cockrell –μεταξύ των οποίων το Outside και το Men's Journal– και στη συνέχεια στο βιβλίο του Jon Krakauer Into Thin Air, ενίσχυσε τη δημοτικότητα της ανάβασης.

«Για κάποιους πελάτες, η πιθανότητα του θανάτου είναι μια ευκαιρία για αναγέννηση», γράφει ο Cockrell. «Όλες οι εκδρομές μας έγιναν ανάρπαστες μετά [τους θανάτους του 1996]», του είπε ένας οδηγός. «Ένιωθα ότι θα μπορούσα να πουλήσω ένα πετραδάκι από το Έβερεστ για δεκαπέντε χιλιάρικα».

Είναι τελικά θετικό πράγμα αυτή η εξέλιξη της ανάβασης; Ως συγγραφέας ενός βιβλίου για τη βιομηχανία οδηγών που έφερε αυτή την αλλαγή, ο Cockrell απαντά «ναι». Το  Έβερεστ εξακολουθεί να είναι το ψηλότερο βουνό του κόσμου, με ό,τι αυτό συνεπάγεται – κίνδυνο, αγώνα, μια βαθιά εμπειρία (όσο μειωμένη κι αν είναι) που διαρκεί εβδομάδες, μια θέα ασύλληπτη. Γιατί να μην έχει κανείς την ευκαιρία να το βιώσει αυτό;

Είναι δύσκολο όμως, κοιτάζοντας όλες αυτές τις φωτογραφίες με τους πελάτες που στοιβάζονται στην πλαγιά του βουνού σε τεράστιες ουρές, να μη σκεφτεί κανείς «τι αηδία». Να μη σκεφτεί ότι κάτι θεμελιώδες για την εξερεύνηση και την περιπέτεια και την ανθρώπινη εμπειρία έχει χαθεί οριστικά, ότι αυτό που εξαγόρασαν οι στριμωγμένοι αναβάτες είναι κάτι τόσο πολύ διαφορετικό από την ίδια την ιδέα του, ώστε να το καθιστά χωρίς νόημα.

Υπάρχει ωστόσο και ένα πρόσφατο κομμάτι της ιστορίας του Έβερεστ που είναι αναμφισβήτητα θετικό: η σταδιακή αφύπνιση των ίδιων των Σέρπα για τον ρόλο και τις ικανότητές τους –και για τη μακρόχρονη εκμετάλλευσή τους– στο βουνό. Σε μια ιστορία άρρηκτα συνυφασμένη με την αποικιοκρατία και την αυτοκρατορία, το Έβερεστ έχει γίνει τελικά μια επιχείρηση που αφορά κυρίως το Νεπάλ. Οι πέντε μεγαλύτερες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στο βουνό ανήκουν, στελεχώνονται και καθοδηγούνται πλέον από Νεπαλέζους. Αν κάποιος πρόκειται να βγάλει λεφτά από την εκμετάλλευση αυτού του φοβερού κάποτε εμβλήματος, ας είναι τουλάχιστον οι ντόπιοι.

Με στοιχεία από The Washington Post

Ταξίδια
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Ποιος λοιπόν, δεν θέλει να μείνει στον παράδεισο;»

Γειτονιές της Ελλάδας / «Ποιος δεν θέλει να μείνει στον Παράδεισο;»

Ο Άγγελος Δημητρακόπουλος άφησε την Αθήνα και εγκαταστάθηκε με τη γυναίκα του σε ένα μικρό ορεινό χωριό στα Βαρδούσια, δουλεύοντας στο παραδοσιακό παντοπωλείο τους και κάνοντας «ό,τι ηρεμεί την ψυχούλα τους».
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
«Φεύγαμε από τη Βίτσα και κλαίγαμε, γιατί ξέραμε ότι θα αργούσαμε να ξαναπάμε»

Γειτονιές της Ελλάδας / «Φεύγαμε από τη Βίτσα και κλαίγαμε, γιατί ξέραμε ότι θα αργούσαμε να ξαναπάμε»

Ο Τάσος Ανέστης άφησε πίσω του τις πισίνες και τους παιδότοπους της Αθήνας και μετακόμισε σε ένα Ζαγοροχώρι για να μεγαλώσουν τα παιδιά του με μυρωδιές του δάσους και βόλτες στα ποτάμια και τα βουνά.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Οδοιπορικό στην Τουρκία: Βαδίζοντας στα χνάρια του Αινεία

Ταξίδια / Τσανάκαλε, Αρχαία Τροία, Καταρράκτες Sütüven. Ένα οδοιπορικό στην Τουρκία

Από τον εντυπωσιακό ναό του Απόλλωνα Σμινθέα στο Γκιουλπινάρ μέχρι τον χολιγουντιανό Δούρειο Ίππο στο Τσανάκαλε, η Τουρκία ξεδιπλώνει έναν απολαυστικό χάρτη γεμάτο μύθο και… καλοκαιρινές εκπλήξεις.
ΚΟΡΙΝΑ ΦΑΡΜΑΚΟΡΗ
Σε ένα μικρό χωριό στο Ζαγόρι έχουν γυριστεί 60 ταινίες μικρού μήκους

Γειτονιές της Ελλάδας / Σε ένα μικρό χωριό στο Ζαγόρι έχουν γυριστεί 60 ταινίες μικρού μήκους

Η Βαγγελιώ Ρετάλη μιλά για το Zagoriwood, ένα φεστιβάλ που για λίγες μέρες κάθε καλοκαίρι μετατρέπει τα ήσυχα Κάτω Πεδινά σε επίκεντρο κινηματογραφικής συνάντησης και δημιουργίας.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Νάπολη: Γιορτάζοντας τη χαρά της ζωής στη σκιά του Βεζούβιου

Nothing Days / Νάπολη: Γιορτάζοντας τη χαρά της ζωής στη σκιά του Βεζούβιου

Ένα «ανοιξιάτικο» τριήμερο σε μία πόλη που ξέρει από φυσικές καταστροφές αλλά ξέρει και να υμνεί τη ζωή, και μία μεγάλη βόλτα στην Πομπηία και στο Ερκολάνο. Από το αρχαίο «fast food» στις σύγχρονες γεύσεις της ναπολιτάνικης κουζίνας.
M. HULOT
Ο Δημήτρης και ο Κερέμ κάνουν πράξη την ελληνοτουρκική φιλία

Ταξίδια / Ο Δημήτρης και ο Κερέμ κάνουν πράξη την ελληνοτουρκική φιλία

Ο ένας Έλληνας, ο άλλος Τούρκος. Δύο άνθρωποι που γνωρίστηκαν, έγιναν φίλοι και αποφάσισαν να δημιουργήσουν έναν χώρο που να αποτυπώνει όλα όσα τους συνδέουν − και όχι όσα τους χωρίζουν. Το «Meraki Café» στην Κωνσταντινούπολη. 
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Μπορεί να μην είναι ρόδινα τα πράγματα στην επαρχία, αλλά και πού είναι;»

Γειτονιές της Ελλάδας / «Μπορεί να μην είναι ρόδινα τα πράγματα στην επαρχία, αλλά και πού είναι;»

Η Ευγενία Μαστοράκη άφησε την Αθήνα για την Οκτωνιά, ένα μικρό, γραφικό χωριό στην Εύβοια, όπου ζει με τον σύζυγό της και τα δυο τους παιδιά. Της λείπουν πολλά πράγματα, αλλά εκεί ανασαίνει καλύτερα.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Η επαρχία έχει ανάγκη όλους εκείνους που κάθε Χριστούγεννα, Πάσχα ή καλοκαίρι επιστρέφουν στους τόπους τους και λένε: «Τι ωραία θα ήταν να γυρνούσα μόνιμα»

Γειτονιές της Ελλάδας / «Η κατάσταση στο Μεσολόγγι σήμερα είναι δύσκολη αλλά και ελπιδοφόρα»

Ο Αλέξανδρος Παναγιωτόπουλος επέστρεψε στο Μεσολόγγι και δημιούργησε την ομάδα Messolonghi by Locals με στόχο να επαναφέρει στο προσκήνιο την αξία τού να μένεις, να ζεις και να δημιουργείς στον τόπο σου.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
«Η παλιά Ελλάδα που νομίζαμε πως χάθηκε ζει ακόμα σε τόπους σαν τη Νίσυρο»

Γειτονιές της Ελλάδας / «Στη Νίσυρο οι άνθρωποι δουλεύουν - αλλά υπάρχει χρόνος και για την ψυχή»

Τη στιγμή που η Καλαμάτα άρχισε να του θυμίζει την Αθήνα, ο Σταύρος Παναγιωτόπουλος μετακόμισε σε έναν τόπο όπου δεν χρειάζεται να περιμένει τις διακοπές, μια και έχει το καλοκαίρι έξω από την πόρτα του.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Οδοιπορικό στη «Στέγη του Κόσμου», το Θιβέτ

Ταξίδια / Οδοιπορικό στη «Στέγη του Κόσμου», το Θιβέτ

Σ’ αυτόν τον τόπο, ανάμεσα σε πανύψηλες χιονοσκέπαστες κορφές και απύθμενες χαράδρες, ο χρόνος και ο χώρος διαστέλλονται, ενώ στους απέραντους αγριότοπους όπου κατοικεί ο Θεός επιζεί ακόμα η γαλήνη ενός χαμένου παραδείσου.
ΣΤΕΛΙΟΣ ΒΑΡΒΑΡΕΣΟΣ