ΓΙΑΤΙ ΤΟΣΟΙ ΠΟΛΛΟΙ ΑΠΟ ΕΜΑΣ τους γονείς δίνουμε προτεραιότητα στο να έχει το κάθε παιδί το δικό του δωμάτιο; Τον τελευταίο μισό αιώνα, η πρακτική αυτή που έχει επεκταθεί καθώς οι άνθρωποι αποκτούν λιγότερα παιδιά, έχει γίνει αυτό που η κοινωνιολόγος Annette Lareau του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια αποκαλεί «κανονιστικό ιδεώδες» – κάτι που πολλοί επιδιώκουν, αλλά δεν μπορούν όλοι να το επιτύχουν. Ακόμη και μεταξύ των γονέων των οποίων τα παιδιά μοιράζονται δωμάτια, πάνω από το 70 τοις εκατό δηλώνουν ότι θα επιθυμούσαν να μπορούν να προσφέρουν στο καθένα το δικό του, σύμφωνα με έρευνα του 2022.
Δεδομένης αυτής της αντίληψης, θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι ο χώρος, η ιδιωτικότητα και η ελευθερία που προσφέρουν τα ατομικά δωμάτια είναι καλύτερα για τα παιδιά. Αλλά αυτό δεν είναι απαραίτητα αλήθεια. Πανεπιστημιακοί ερευνητές που μελετούν την οικογενειακή ζωή δηλώνουν ότι δεν γνωρίζουν καμία έρευνα που να δείχνει πώς αυτός ο παράγοντας μπορεί να επηρεάσει την ανάπτυξη των παιδιών.
Η αυτονομία που αποκτούν τα παιδιά όταν έχουν το δικό τους υπνοδωμάτιο δεν είναι απόλυτη. Και για ορισμένα παιδιά και εφήβους, το να περνούν πολύ χρόνο μόνα τους στο δωμάτιό τους μπορεί να αποβεί ακόμη και εις βάρος των ευκαιριών που έχουν για οικειότητα, συμβιβασμό και εξερεύνηση – όλα βασικά συστατικά της ενηλικίωσης.
Από τα τέλη του 19ου αιώνα, τα δημοφιλή εγχειρίδια για την ανάπτυξη της παιδικής ηλικίας άρχισαν να συνιστούν τον διαχωρισμό των παιδιών, υποστηρίζοντας ότι με αυτόν τον τρόπο θα έδιναν σε κάθε παιδί «μια ανεξαρτησία μέσα στην οικογένεια» που θα του έχτιζε χαρακτήρα και θα το προετοίμαζε για την ενηλικίωση.
Το να μένει ένα παιδί μόνο του στο δικό του δωμάτιο δεν είναι όσο συνηθισμένο ίσως νομίζουμε, τόσο ιστορικά όσο και σε μεγάλο μέρος του υπόλοιπου σύγχρονου κόσμου. Πριν από τον 19ο αιώνα, ολόκληρες οικογένειες, συμπεριλαμβανομένων των υπηρετών και άλλων συγγενών, συχνά κοιμόντουσαν στον ίδιο χώρο. Αλλά από τα τέλη του 19ου αιώνα, τα δημοφιλή εγχειρίδια για την ανάπτυξη της παιδικής ηλικίας άρχισαν να συνιστούν τον διαχωρισμό των παιδιών, υποστηρίζοντας ότι με αυτόν τον τρόπο θα έδιναν σε κάθε παιδί «μια ανεξαρτησία μέσα στην οικογένεια» που θα του έχτιζε χαρακτήρα και θα το προετοίμαζε για την ενηλικίωση.
Παρόλο που δεν υπάρχουν πολλά στοιχεία που να υποστηρίζουν την ιδέα του χτισίματος χαρακτήρα, τα ατομικά δωμάτια σίγουρα έχουν τα πλεονεκτήματα τους, πέρα από την ανεξαρτησία που προσφέρουν. Τα παιδιά σε ξεχωριστούς χώρους μπορεί να τσακώνονται λιγότερο και, σύμφωνα με σχετικές έρευνες, να κοιμούνται καλύτερα. Οι ξεχωριστοί χώροι έχουν ιδιαίτερο νόημα για τα αδέλφια με μεγάλες ηλικιακές διαφορές.
Και ο «μοναχικός» χρόνος στο δωμάτιο μπορεί να βοηθήσει στην ψυχολογική ανάπτυξη. Ένα παιδί μπορεί να τον χρησιμοποιήσει για να διαβάσει, να γράψει ή απλώς να σκεφτεί. Πιο θεμελιωδώς, η διαρρύθμιση δίνει στα παιδιά τον έλεγχο του περιβάλλοντός τους. Τα παιδιά μπορούν να ανάβουν ή να σβήνουν τα φώτα, να παίζουν μουσική ή όχι και να επιλέγουν τις αφίσες και τα καλύμματα του κρεβατιού τους, χωρίς τη συγκατάθεση του αδελφού ή της αδελφής τους.
Αλλά αυτή η εξουσία είναι περιορισμένη. Ο όποιος βαθμός ελευθερίας εμπεριέχεται στο ατομικό δωμάτιο υπάρχει μόνο εντός των τεσσάρων αυτών τοίχων. Στις μέρες μας, τα παιδιά επιτρέπεται να περνούν ελάχιστο χρόνο χωρίς επίβλεψη έξω από το σπίτι. Πολλοί γονείς δεν αισθάνονται άνετα να αφήνουν τα παιδιά τους να περιφέρονται ελεύθερα, επειδή είτε φοβούνται για την ασφάλειά τους είτε ανησυχούν για την κρίση των άλλων γονιών.
Το υπνοδωμάτιο μπορεί πλέον να είναι το μόνο μέρος όπου ένα παιδί ή ένας έφηβος μπορεί να υπάρξει έξω από το βλέμμα των ενηλίκων. Ορισμένα παιδιά μπορεί να περνούν πολύ χρόνο απομονωμένα εκεί μέσα, συνδεόμενα με τον έξω κόσμο κυρίως μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Όπως μας λέει η παιδαγωγός και συγγραφέας Michaeleen Doucleff, «οι έφηβοι αισθάνονται πιο μοναχικοί από ποτέ, κι όμως εμείς τους μαντρώνουμε ακόμα περισσότερο στον δικό τους χώρο».
Χάνονται δεσμοί τόσο μέσα όσο και έξω από το σπίτι, ζώντας με αυτόν τον τρόπο. Σε παγκόσμιο επίπεδο, ο κανόνας είναι τα μικρά παιδιά να κοιμούνται στα δωμάτια των γονέων τους ή τα αδέλφια να μοιράζονται τα δωμάτια. «Σύμφωνα με πολλές κουλτούρες, το να μοιράζονται το δωμάτιο τα παιδιά μπορεί να τα βοηθήσει να εξελιχθούν καλύτερα», λέει η Doucleff. Και, στην πορεία, η συγκατοίκηση τα προετοιμάζει για να μοιραστούν αργότερα ένα υπνοδωμάτιο με μελλοντικούς συμφοιτητές, συντρόφους ή ακόμη και με απλούς φίλους. Τα κοινά δωμάτια εξακολουθούν να είναι συνηθισμένα στους κοιτώνες των κολεγίων. Αλλά πλέον, πολλά πανεπιστήμια αντιμετωπίζουν πρωτοετείς φοιτητές που δεν είχαν ποτέ πριν συγκάτοικο και δεν θέλουν να αποκτήσουν.
Το να μένει κανείς με το αδελφάκι του στο ίδιο δωμάτιο δεν θα τον προετοιμάσει ποτέ πλήρως για μια ευρύτερη ζωή εκτός σπιτιού, ειδικά αν και οι δύο βυθίζονται στα τηλέφωνά τους όταν βρίσκονται στον χώρο. Ούτε βεβαίως από την άλλη έχει αποδειχτεί με κάποιο τρόπο ότι τα ατομικά υπνοδωμάτια μπορεί να είναι πραγματικά επιζήμια. Αλλά οι ευρύτερες αλλαγές στην παιδική ηλικία (περισσότερη ιδιωτικότητα και, ενδεχομένως, περισσότερη κοινωνική απομόνωση και άγχος) εγείρουν ενδιαφέροντα ερωτήματα σχετικά με το ρόλο που παίζουν τα ατομικά υπνοδωμάτια των παιδιών. Πολλά από τα καλύτερα πράγματα στην εφηβεία συμβαίνουν πέρα από τις κλειστές πόρτες ενός υπνοδωματίου, όχι πίσω από αυτές.
Με στοιχεία από The Atlantic