Ανάμεσα στο επίσημο αντίο του Demna από τον Balenciaga και τα αποκαλυπτήρια της νέας Celine του Michael Rider, ο ερχομός του Glenn Martens στον οίκο Margiela δεν προσπεράστηκε σαν μία ακόμα αλλαγή καρέκλας στη μόδα. Αντίθετα, αναγνωρίστηκε ως ένα σπάνιο στιγμιότυπο αχαλίνωτου ταλέντου στη διεθνή μόδα αλλά και ως μια ηχηρή δήλωση επανασύνδεσης με τη φιλοσοφία του Martin Margiela – τη μόδα ως έναν εννοιολογικό τόπο όπου συγκατοικούν πειραματικά υλικά και αντίθετα μεταξύ τους αισθητικά στοιχεία.
«Θέλω να προσπαθήσω να μιλήσω για τα ρούχα με την ελπίδα ότι αυτά –και όχι τα πρόσωπα των μοντέλων ή κάποιοι διάσημοι– θα φέρουν clicks στα social», σχολίαζε ο ίδιος λίγες μέρες πριν από την επίδειξη στο Vogue Business, εκφράζοντας την ελπίδα ότι τα ρούχα του θα αφυπνίσουν την επιθυμία σε ένα νέο είδος πελάτη couture. Μια επιδεικτική πολυτέλεια «όπως ένα πανάκριβο, κεντημένο στο χέρι φόρεμα δεν θα ταίριαζε στον οίκο του Margiela. Θα βρούμε μια άλλη φόρμουλα χλιδής, πιο αναιδή, για το αρχετυπικό κοινό που έχουμε στον νου μας», έλεγε. Και το κατάφερε ήδη από την παρθενική του «artisanal» συλλογή, την εκδοχή υψηλής ραπτικής του Maison Margiela, που από το 2006 έχει ενταχθεί στην Εβδομάδα Υψηλής Ραπτικής στο Παρίσι.
Αυτό που αντικρίσαμε την Τετάρτη το βράδυ ήταν μια ευλογία για το μέλλον της μόδας. Τραχύτητα και φινέτσα, μελαγχολία και ευφορία, μνήμες και αυθεντικές ιδέες… Τόσες αντιθέσεις δεμένες μεταξύ τους με εικονοκλαστική μαεστρία σε μια luxe πρόταση φτιαγμένη από πλαστικό, τούλι, λαμέ και ανακλαστικά υλικά.
Ξεθωριασμένα trompe l’oeil τυπώματα λουλουδιών και ζώων με αναφορές σε ζωγραφικά έργα του 16ου και 17ου αιώνα προσέδιδαν βάθος σε ρούχα που συχνά έμοιαζαν με μουσειακά κομμάτια τα οποία ανασύρθηκαν κομματιασμένα από τα αρχεία και συναρμολογήθηκαν σε νέα μορφή.
Βασική χειρονομία της συλλογής υπήρξαν οι σιλουέτες χωρίς πρόσωπο, κρυμμένες πίσω από μάσκες που κάλυπταν τα πρόσωπα των μοντέλων, ένα παλιό theme του Martin Margiela που μετά την πρώτη του εμφάνιση, το 1989, επέστρεφε συχνά στο έργο του ως στοιχείο μοναχικότητας αλλά κυρίως επειδή ο δημιουργός ήθελε να κατευθύνει το βλέμμα του θεατή στο ρούχο. Οι μάσκες του Martens –από ασφυξιογόνο πλαστικό, ανακυκλωμένο μέταλλο, λεπτή δαντέλα ή βαρύ κέντημα– παρέπεμπαν άλλοτε σε νεκρικές καλύπτρες και άλλοτε σε τελετουργικά προσωπεία. Ωστόσο δεν συμβόλιζαν μια μόδα προσκολλημένη σε κάτι παρελθοντικό ή ξεπερασμένο. Λειτούργησαν ως εύρημα που συσχέτιζε τη νέα εποχή του Maison Margiela με ένα στοιχείο του μύθου της, το οποίο την ίδια στιγμή «έσβηνε» τα έντονα ίχνη των προηγούμενων δημιουργών, για να αφήσει χώρο στην εκρηκτική έμπνευση του Martens.

Η κληρονομιά του «αόρατου» Martin Margiela που το 2009 παρέδωσε τον οίκο του, χωρίς ποτέ να τον εγκαταλείψει απόλυτα, χαιρετίστηκε συμβολικά από αυτές τις μάσκες, ενώ το χρέος στον John Galliano που σχεδίαζε για το Maison Margiela επί 10 χρόνια (2014-2024), αποχαιρετώντας τον με μια αξεπέραστη ωδή στο tailoring και στη φαντασία της μόδας, πέρσι τον Ιανουάριο, ξεπληρώθηκε με τους κορσέδες και τα σκοτεινά ρομαντικά looks. Οι σκιές, όμως, των σπουδαίων masters τους οποίους διαδέχθηκε δεν αφάνισαν τον Martens. Τα ρούχα του ήταν υπέροχα και έφεραν το δικό του στίγμα.
Η επίδειξη άνοιξε με μια ενοχλητική εικόνα: γλυπτικές τουαλέτες από πολυμερές πλαστικό (PVC) και αντίστοιχες μάσκες, που μέσα τους τα μοντέλα ασφυκτιούσαν. Την πρόκληση ακολούθησε μια ονειρική εικόνα: τρία φορέματα από παλαιωμένο, τσαλακωμένο σατέν duchess με ενσωματωμένες μεταλλικές ίνες που μιμούνταν την τραχύτητα της ανακύκλωσης, ενώ ανέδιδαν χλιδή και εκζήτηση. Αξεπέραστο το look 10, ένα ογκώδες φόρεμα με όψη ακατέργαστου ορυκτού (ή κινούμενου αμμόλοφου) που παρέπεμπε σε ένα πράσινο couture βραδινό τοτ οποίο είχε σχεδιάσει ο Martens για την HC τοu Gaultier.




Από εκεί και πέρα, το show εξελίχθηκε με έναν καταιγισμό ιδεών, ακραίων σε σύλληψη και εφαρμογή, χωρίς ζύγισμα και φραγμό!
Ξεθωριασμένα trompe l’oeil τυπώματα λουλουδιών και ζώων με αναφορές σε ζωγραφικά έργα του 16ου και 17ου αιώνα πρoσέδιδαν βάθος σε ρούχα που συχνά έμοιαζαν με μουσειακά κομμάτια που ανασύρθηκαν κομματιασμένα από τα αρχεία και συναρμολογήθηκαν σε νέα μορφή. Οι τυλιγμένες σε ζέρσεϊ πέπλα φιγούρες στην αρχή της επίδειξης και οι κουκουλοφόρες σιλουέτες με μανδύες θύμιζαν αγίους και gargoyles, τις τερατόμορφες υδρορροές στις προσόψεις γοτθικών κτιρίων. Τα τυπώματα στα υφάσματα μετέφεραν νεκρές φύσεις Φλαμανδών ζωγράφων. Ανακυκλωμένα δερμάτινα τζάκετ και φούστες έμοιαζαν φτιαγμένα από ξεκολλημένα κομμάτια μπαρόκ ταπετσαρίας, παντελόνια περάστηκαν με άσπρη μπογιά και διακοσμήθηκαν με ζωηρές πινελιές, φτερά και απλικέ λουλούδια κεντήθηκαν σχεδόν σε όλα τα looks…
«Ο Martin λειτούργησε σαν σχολή που άλλαξε τον τρόπο που σκεφτόμαστε τη μόδα», ανέφερε ο Martens σε μια συνέντευξη στο «Another Magazine» το 2018. «Οι Γιαπωνέζοι προηγήθηκαν λίγο, αλλά στην Ευρώπη πρώτος ο Margiela πρόβαλε την άποψη ότι τα ρούχα δεν χρειάζεται να ακολουθούν μια κλασική δομή. Αντίκρισε την ένδυση εννοιολογικά και την ομορφιά διαφορετικά, με μια νοοτροπία που επηρέασε το σύνολο της μόδας. Ήμουν κι εγώ παιδί της γενιάς του Margiela», δήλωνε πριν από λίγες μέρες ο Martens στον Luke Leitch.




Κι ενώ τώρα, ως καλλιτεχνικός διευθυντής του brand, θα νομιμοποιούνταν να αντιγράψει τον δάσκαλο, καταφεύγοντας στην ιδέα της ρέπλικας που πρώτος ο Margiela εισήγαγε στη μόδα, ο Martens δεν ενέδωσε στον πειρασμό της αναπαραγωγής κλασικών κομματιών Margiela. Ίσως γιατί συνειδητοποίησε ότι αυτό το έχουν κάνει ήδη άτυπα σχεδόν όλοι οι σχεδιαστές. Πρόσφατα ομολόγησε πως όταν ανέλαβε τον οίκο και ζήτησε να του φέρουν κομμάτια αρχείου που ως τότε είχε δει μόνο σε βιβλία συνειδητοποίησε ότι τα έχει κοπιάρει ο ίδιος στο παρελθόν, όταν σχεδίαζε για το Y/Project. «Το γενετικό υλικό του Margiela έχει κυριολεκτικά λεηλατηθεί από άλλους οίκους, συνειδητά ή μη. Η δική μου πρόκληση είναι να ανακτήσω με χάρη τα συστατικά του και να βρω τον δικό μου δρόμο με αυτά», κατέληξε.
Ανάμεσα σε άλλα, o Glenn Martens αξιοποίησε και τον κώδικα της καταγωγής, τη «βελγοσύνη» που μοιράζεται με τον ιδρυτή του οίκου. «Το Βέλγιο δεν είναι η πιο όμορφη χώρα στον κόσμο. Εμείς οι Βέλγοι είμαστε αναγκασμένοι να ψάχνουμε την ομορφιά στο αναπάντεχο: να μετατρέπεις σε πολυτελές αντικείμενο μια πλαστική τσάντα (όπως ο Martin) ή να βάζεις δίπλα-δίπλα αηδιαστικά χρώματα, και να σου αποκαλύπτεται κάτι όμορφο (όπως ο Dries Van Noten)», έχει πει. Έτσι, στην πρώτη του δουλειά για τον οίκο η έμπνευση ήρθε από τη Φλάνδρα και την Ολλανδία (τόποι καταγωγής του Margiela), αλλά και την Μπριζ, όπου μεγάλωσε.




Aν μιλάμε για μνήμες, έχει ενδιαφέρον να σημειώσουμε πως η τύχη τα έφερε έτσι ώστε ο Martin Margiela να έχει εργαστεί ως βοηθός του Jean Paul Gaultier πριν δημιουργήσει τη δική του ετικέτα στις αρχές των '90s και ο Glenn Martens να έχει μυηθεί στην υψηλή χειροποίητη μόδα στον ίδιο οίκο, όταν ο Gaultier τον προσκάλεσε να δημιουργήσει μια guest συλλογή HC το 2022.
Η συλλογή του Martens ήταν ανατριχιαστική και καθηλωτική, έξοχο δείγμα μιας στοιχειωμένης ομορφιάς που πρόβαλλε μέσα από στρώσεις υλικών και ιστορικών αναφορών. Και αναμφίβολα ήταν couture, στο πνεύμα του Margiela, όπου όλα κρίνονται από τα υλικά και την τελετουργική τους σύνθεση σε μια μόδα που τολμά να είναι «άσχημη».
Ο Glenn Martens μας μάγεψε και μας παρηγόρησε ότι υπάρχει ακόμα κάτι καινούργιο να ειπωθεί στη μόδα.
Maison Margiela Haute Couture | Fall/Winter 2025/26