H Αθήνα ποτέ δεν υπήρξε πρωτεύουσα της μόδας. Χωρίς βιομηχανία πρώτων υλών και βιώσιμα ατελιέ, το όνειρο αυτό ξεθώριασε μετά από κάμποσες φρούδες επανεκκινήσεις. Κι ενώ ο τόπος μας εξήγαγε έμπνευση – την αρχαία Ελλάδα ως πρώτη διδάξασα του μινιμαλισμού και το Βυζάντιο ως προπομπό του μπαρόκ, οι εγχώριοι δημιουργοί αναζητούσαν επί χρόνια ένα ευρωπαϊκό διαβατήριο, χωρίς ωστόσο να έχουν πιστοποιήσει πρώτα την ταυτότητά τους. Έτσι, μεταξύ γκρίνιας, εμμονών και ανταγωνισμού από τα department stores, οι περισσότεροι Έλληνες σχεδιαστές παγιδεύτηκαν στο να σχεδιάζουν νυφικά και εμφανίσεις για ντόπια celebrities.
Ωσότου μια χούφτα brands και fashion insiders πήραν την απόφαση να χτίσουν πάνω στα αχαρτογράφητα νερά της «ελληνικότητας» και να μιλήσουν με όρους σύγχρονου design και marketing γι’ αυτό που θα μπορούσε να είναι το ελληνικό προϊόν στη διεθνή μόδα. Είναι τα brands που αφύπνισαν τη χειροποίητη δημιουργικότητα, διοχετεύοντας τέχνες και τεχνικές σε υψηλού προφίλ σύγχρονα προϊόντα, τα οποία προωθήθηκαν μέσα από πλατφόρμες ηλεκτρονικού εμπορίου και μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Έμπνευσή τους δεν στάθηκε πάντα η αρχαία Ελληνίδα θεά και η δωρική αρχιτεκτονική, το ύφος, δηλαδή, που χαρακτήρισε το έργο διεθνών σχεδιαστών του 19ου και του 20ού αιώνα όπως ο Paul Poiret, ο Mariano Fortuny και η Madame Gres ή, αργότερα, ο Gianni Versace, o Romeo Gigli και ο Αlexander McQueen. Η εγχώρια απόδοση της ελληνικότητας αντλεί και από τη λαϊκή παράδοση, τη μεσογειακή φύση και την αίσθηση του ελληνικού καλοκαιριού.
Η κλασική Ελλάδα, η ελληνική μυθολογία και ο πλούτος της χειρωνακτικής παράδοσης διαμόρφωσε τη Zeus σε μια ετικέτα διεθνών προοπτικών που τις διεκδικεί ήδη με το νέο της κατάστημα-μπιζού στην Astir Marina, ανάμεσα σε ζηλευτή παρέα κορυφαίων brands.
Χάρη στην ηθική και παραγωγική ώθηση αυτών των «ελληνότροπων» brands, μικρές οικοτεχνίες, υφάντρες και κεντήστρες, κεραμίστες και δερματάδες αλλά και δημιουργοί που ασχολούνται με τη βαφή και τα τυπώματα στο ύφασμα έγιναν οι νέοι ήρωες σε μια Ελλάδα που κινδύνευε να χάσει την ψυχή της από την ξενομανία και τα τουριστικά κλισέ.
Οι πρωτεργάτες
Τους μύθους των πιο πετυχημένων από αυτές τις ελληνικές επωνυμίες τους έχουμε χιλιοδιαβάσει.

Το Grecian Style, δυο δεκαετίες μετά το διεθνές του λανσάρισμα από τη Σοφία Κοκοσαλάκη, εκπροσωπείται πλέον εκτός συνόρων από τη Zeus + Dione, την προσωποπαγή ετικέτα της Μιμίκας Κολοτούρα που με στρατηγική και επιμονή, αμπαλαρισμένη με ανεμελιά και χαμόγελο, συνέθεσε ένα ιδιότυπο ελληνικό brand, κομμένο πάνω σε μεταξωτά υφάσματα ειδικά υφασμένα στο Σουφλί και στηριγμένο σε δίκτυα τεχνιτών που οργανώθηκαν σε διεθνή πρότυπα παραγωγής στο Άργος, το Μέτσοβο, τις Κυκλάδες και την Κρήτη. Η κλασική Ελλάδα, η ελληνική μυθολογία και ο πλούτος της χειρωνακτικής παράδοσης διαμόρφωσε τη Zeus −χάρη και στο εκλεπτυσμένο άγγιγμα του σχεδιαστή Marios Schwab εδώ και μια πενταετία− σε μια ετικέτα διεθνών προοπτικών που τις διεκδικεί ήδη με το νέο της κατάστημα-μπιζού στην Astir Marina, ανάμεσα σε ζηλευτή παρέα κορυφαίων brands. Η Μιμίκα Κολοτούρα, ακροβατώντας παράτολμα ανάμεσα στο φολκλόρ και την αστική κομψότητα, δείχνει να έχει εγκατασταθεί μέσα σε μια μικρή κοινότητα Ελλήνων επιχειρηματιών της μόδας που διαμόρφωσαν ένα αναγνωρίσιμο στυλ με αίσθηση Ελλάδας, σύγχρονο με την εποχή τους – μετά τα prints του Γιάννη Τσεκλένη, τα μποέμ καφτάνια του Γιάννη Γαλάτη και τον σοφιστικέ μινιμαλισμό του Δημήτρη Παρθένη, το κουκουλάρικο μεταξωτό με τη σπαθωτή ύφανση της Μιμίκας αγαπιέται, συζητιέται και ταξιδεύει εκτός συνόρων. Η τελευταία της Resort 2025 συλλογή δείχνει κιόλας ότι εξελίσσεται, συνομιλώντας με νέες τεχνικές και υφάσματα, όπως η διάφανη οργάντζα.


Στον πολύπαθο στην Ελλάδα τομέα των αξεσουάρ, η Callista των Ελένης Κωνσταντινίδου και Σήλιας Σιγάλου παίζει από το 2013 χωρίς αντίπαλο, έχοντας συνθέσει ένα αναγνωρίσιμο ύφος, στο οποίο συνυπάρχει το διαχρονικό με το μοντέρνο και ο ακατέργαστος χαρακτήρας του χειροποίητου με τη φινέτσα της σύγχρονης πολυτέλειας. Οι τσάντες Callista με τις χαρακτηριστικές ραφές και τα πλεγμένα χερούλια, όπως και μια σειρά επιλεγμένων αξεσουάρ, όλα δημιουργημένα από τεχνίτριες στην Ελλάδα, ξεπερνούν τις εφήμερες τάσεις και μιλούν για την παράδοση που βασίζεται στη γνώση και τη βιώσιμη ανάπτυξη. Ένα νέο κατάστημα-ναυαρχίδα στη Βουκουρεστίου στις αρχές του 2025 και μια ολοκαίνουρια μπουτίκ στρατηγικά τοποθετημένη στην αριστερή όχθη του Παρισιού, στη Rue des Pères, επισφραγίζουν τη σταθερή ανάπτυξη της Callista στην αγορά των Made in Greece crafts που επικοινωνούν τη συνέχεια της ελληνικής δημιουργικότητας διεθνώς. Κι όλα αυτά, διακριτικά και ηθικά, με αληθινή πίστη σε μια πολυτέλεια με ελληνικά χαρακτηριστικά.


H Ancient Greek Sandals τόλμησε να συνδέσει τον σύγχρονο σχεδιασμό με τις χειροποίητες τεχνικές του τόπου μας και την ελληνική μυθολογία, προτείνοντας το σανδάλι των θεών (πιο συγκεκριμένα του φτερωτού Ερμή) σε ένα διεθνές κοινό. Πίσω από το brand, η Χριστίνα Μαρτίνη, με την εμπειρία της ως σχεδιάστριας παπουτσιών για τους οίκους Balenciaga και Louis Vuitton, και ο Νικόλας Μίνογλου, με οικονομικό background και οικογενειακή επιχείρηση υποδηματοποιίας. Το εγχείρημα ξεπέρασε τις προσδοκίες τους, μετατρέποντας το ως τότε έντεχνο τουριστικό σανδάλι σε ποθητό αξεσουάρ πόλης. Χάρη στην AGS, το φυσικό δέρμα σε όλες τις πιθανές τεχνικές επεξεργασίας του (τυπωμένο ανάγλυφα ή με θερμοτυπία, διάτρητο, κεντημένο, πλεγμένο σαν δαντέλα ή κοτσίδα) καταχωρήθηκε στο σημερινό λεξιλόγιο του στυλ, ταξιδεύοντας την ελευθερία και την απλότητα του ελληνικού καλοκαιριού σε κόκκινα χαλιά και ευρωπαϊκές μητροπόλεις. Για το φετινό καλοκαίρι, τα AGS συνδέουν και πάλι την παράδοση της ελληνικής δεξιοτεχνίας με τη διακριτική κομψότητα, με πολύ αγαπημένα μας τα χειροποίητα σανδάλια από χρωματιστά σχοινιά και τα φωτεινά jellies.



Αφετηρία του Ancient Greek Kallos στάθηκε το ιδανικό της ομορφιάς στους κλασικούς χρόνους. Το αφήγημα, όμως, της ετικέτας που ίδρυσαν οι Στέλλα και Λαμπρινή Σταύρου το 2014 εμπλουτίστηκε και με στοιχεία από τη λαογραφία, τη φύση και την αρχιτεκτονική της Ελλάδας, συνθέτοντας έναν ελκυστικό προορισμό για τις γυναίκες που επιλέγουν την παράδοση μόνο όταν αμπαλάρεται κομψά και σύγχρονα. Με έδρα τη Θεσσαλονίκη, μια πόλη με αναξιοποίητες προοπτικές στο πολυτελές retail, το Ancient Kallos στράφηκε στις διεθνείς αγορές, πετυχαίνοντας να εδραιωθεί ως ένα ελληνικό όνομα στο διεθνές resort wear, σε καταστήματα όπως το Le Bon Marché (Παρίσι), το Mandolin (Μαϊάμι) και το Ounass (Ντουμπάι) ή η μπουτίκ του ξενοδοχείου W στις Μαλδίβες. H αισθητική του brand ορίζεται από μακριά καφτάνια σε silk cotton, μπλούζες με μανίκι-καμπάνα, top με κεντήματα και διάτρητες (κοφτές) λεπτομέρειες και μια ήσυχη χρωματική παλέτα. Όλα τα προϊόντα φτιάχνονται βάσει παραγγελιών, από φυσικά υλικά (λινό, βαμβάκι και μετάξι), με κεντημένες λεπτομέρειες –πάντα σε σταυροβελονιά– και σχέδια εμπνευσμένα από τόπους και μύθους ελληνικούς. Αυτό το καλοκαίρι, το brand γιορτάζει τη δέκατη επέτειό του με μια συλλογή που, εκτός από κλασικά resort wear σύνολα, προτείνει και λινά υπόλευκα φορέματα σε γραμμή Α με φλοράλ τύπωμα από αλθαίες και ανεμώνες. Στην ίδια γενέθλια συλλογή περιλαμβάνονται και τρία δερμάτινα σανδάλια σε συνεργασία με την Ancient Greek Sandals, κεντημένα σε μαύρες, μπορντό και nude αποχρώσεις, καθώς και μια διάφανη, χρυσή μπαλαρίνα.


To Sun of a Beach, που δημιούργησαν οι Μελίνα Πίσπα και Έλλη Ρούντου το 2012 για να γιορτάσουν την περιπέτεια του ελληνικού καλοκαιριού –τους τόπους, το φως, την ακατέργαστη ομορφιά, τη θάλασσα–, ταυτίστηκε με τη ζωή στην παραλία, σε Ελλάδα και Μεσόγειο, κερδίζοντας ένα σταθερό, ενθουσιώδες κοινό που δεν διανοείται τις διακοπές του χωρίς τα προϊόντα του: τις signature αφράτες πετσέτες, τις τσάντες και τα αξεσουάρ παραλίας από πετσετέ ύφασμα (σήμα κατατεθέν του brand), τα μαγιό και τα ρούχα, όλα από φίνο βαμβάκι και λινό. Η χειροποίητη κατασκευή, τα φιλικά προς το περιβάλλον υλικά και η τοπική παραγωγή ολοκληρώνουν τη θετική εικόνα του brand. Το φετινό καλοκαίρι βρίσκει το Sun of a Beach παραδομένο στην ένταση της μεσσηνιακής Μάνης, την οποία αποτυπώνει με την έντονα μονοχρωματική συλλογή «Mani Journeys», σε αποχρώσεις καλαμποκιού, φωτεινού μπλε, πράσινου του γουασάμπι και ώχρας. Από τις αρχές Ιουνίου, η αισιόδοξη καλοκαιρινή αύρα του brand εγκαταστάθηκε στην αριστερή όχθη του Παρισιού, στο εκλεκτικό γαλλικό πολυκατάστημα Le Bon Marché, που συμπεριέλαβε το Sun Of A Beach στις προτάσεις του για το καλοκαίρι, αφιερώνοντάς του μια κεντρική βιτρίνα (επί της οδού Rue de Sèvres) με το σύνθημα «You are the Sun Super Yellow» και ένα ευρύχωρο corner στο ισόγειο.
Niche Greece: Curating κάτω από τον ήλιο

To Apoella της Χριστίνας Πλακόπιτα, μια επωνυμία με ψυχή ελληνική αλλά προσανατολισμένη σε μια διεθνή αντίληψη για το στυλ της αναψυχής, αποτελεί το πρώτο ολοκληρωμένο εγχείρημα resortwear στην Ελλάδα. Με καταστήματα σε κοσμοπολίτικους ξενοδοχειακούς προορισμούς της χώρας μας – στην Κρήτη και την Κέρκυρα, τη Χαλκιδική και τη Μεσσηνία, η Apoella προτείνει ένα αβίαστο lifestyle παραλίας σε ένα υψηλών απαιτήσεων κοινό που αντιλαμβάνεται τις διακοπές σαν ένα κινηματογραφικό ταξίδι κάπου στη Μεσόγειο. Ο κόσμος του brand –αυθεντικός, εκλεκτικός και ανέμελος– περιστρέφεται γύρω από τη χαρά του καλοκαιριού, συγκεντρώνοντας μια επιλογή ελληνικών ρούχων και αξεσουάρ αλλά και διεθνείς σχεδιαστές που έχουν ταυτιστεί με το resortwear. Στην παρουσίαση της συλλογής «Phos» S/S 2025 στην Αθήνα, στις αρχές Ιουνίου, η Apoella γιόρτασε δίπλα στη θάλασσα τα συστατικά και τους συνεργάτες που συνέθεσαν την ταυτότητά της: σε ένα φυσικό pop-up στην παραλία του Αστέρα, φτιαγμένο με φυσικά υλικά και υφές σαν διαμπερές bungalow, ένα εκλεκτικό μείγμα προϊόντων Zeus+Dione, Ancient Greek Sandals, Maggoosh και Antonia Karra καθρέφτισε το ελεύθερο πνεύμα και το προσωπικό γούστο της γυναίκας που την εμπνεύστηκε, πριν από 11 χρόνια. Η Χριστίνα παθιάζεται με τα ταξίδια, την αυθεντικότητα, τη γλυκιά ζωή στο Αιγαίο, τους ανάλαφρους αρχιτεκτονικά χώρους και την τέχνη. Τα Apoella της θα μπορούσαν να βρίσκονται στα Χάμπτονς ή στο Μαϊάμι, σαν κάψουλες ομορφιάς και δημιουργικότητας. Ρίζωσαν, ευτυχώς, στην Ελλάδα, προσελκύοντας τη διεθνή τους πελατεία εδώ!

Η Αναστασία Τσουρεκά αντιδρά στο άκουσμα του όρου concept store. Είναι αλήθεια πως αυτού του τύπου η αγοραστική εμπειρία –η cool εναλλακτική στη μαζική μόδα και τις πολυτελείς μπουτίκ στα τέλη των ’00s− δεν εκφράζει πια την εποχή. Αλλά και η ίδια η high-end πολυτέλεια, παρότι οικείος χώρος για την Αναστασία λόγω της οικογενειακής επιχείρησης Luisa World, φαντάζει στα μάτια της ανεπαρκής, κλονισμένη από μια νέα πραγματικότητα πολλαπλών κρίσεων. Αναζητώντας τα συστατικά της νέας πολυτέλειας, βιωματικής και εξατομικευμένης, που θα μπορούσε να απευθυνθεί σε ένα κοινό που αναζητά πιο αισθαντικές εμπειρίες, η Αναστασία δημιούργησε τη Λουίζα By Luisa World. Μια πλατφόρμα παρουσίασης και ανάδειξης μικρών συλλογών με ελληνική ταυτότητα, ένα hub για πειραματισμούς και καλλιτεχνική καθοδήγηση, μια ευκαιρία δικτύωσης με άλλα brands, εγχώρια και διεθνή, η Λουίζα της Αναστασίας Τσουρεκά, φωλιασμένη από τα τέλη του 2023 στην έμπειρη αγκαλιά του Luisa World, συγκατοικεί online με τον κόσμο της πολυτελείας, τρέφεται, όμως, από την ταπεινότητα της χειρωνακτικής δουλειάς στην Ελλάδα. Στην ουσία, η πρωτοβουλία αυτή αντιπροσωπεύει μια μετατόπιση στον χώρο της πολυτέλειας, από την αυθεντία των mega brands στη γοητεία της προσωπικής ετικέτας. Η «καραμέλα» της ελληνικής κληρονομιάς φαίνεται να αποκτά στη Λουίζα ένα σύγχρονο και χειροπιαστό περιεχόμενο, πέρα από κλισέ και έντεχνες προσεγγίσεις, γεννώντας ελπίδα για την αγορά της μόδας στην Ελλάδα και, γιατί όχι, την εξαγωγή της. Στη δεύτερη χρονιά του Λουίζα by Luisa World καταστήματος στο ξενοδοχείο Odera Tinos, μια προσεκτικά επιλεγμένη χούφτα ελληνικών brands προσφέρει ένα εντυπωσιακό δείγμα καινοτομίας και αργής μόδας που εμπνέεται από τον ελληνικό πολιτισμό: καπέλα Savapile, κοσμήματα Ysso και Eileen Pappas, υφασμάτινες δημιουργίες Aphilo, ρούχα και αξεσουάρ από το Αριστοτέχνημα του Άρη Τζονευράκη στο Άργος, μαγιό και beachwear Stefania Frangista, γυαλιά ηλίου Faos, αντικείμενα και προϊόντα του 10ΑΜ Apotheke, είδη για το τραπέζι της Crini & Sophia, ρούχα της Nevro, δερμάτινες δημιουργίες Di Gaia… Tο ίδιο μείγμα θα φιλοξενείται στο εποχιακό pop-up του brand στο Maison Bardot της Αντιπάρου.

Την Evi Grintela τη γνώρισα ως Εύη Καρατζά σε μεγάλο εκδοτικό όμιλο την εποχή που το lifestyle ζούσε το όνειρό του. Προερχόμενη από μια γενιά που έζησε τις μεγάλες συγκινήσεις της μόδας στα ’80s και τα ’90s, η Εύη εργάστηκε σε retail περιβάλλον και γυναικείους τίτλους περιοδικών σε θέσεις στυλίστριας, διευθύντριας μόδας και συμβούλου, αναπτύσσοντας τα χαρακτηριστικά που μετέφερε στο προσωπικό της brand: ευρηματικότητα, ενθουσιασμό, αντοχές και μια ειδίκευση στην πολυτέλεια. Η περίοδος μετά τη μεγάλη κρίση στην Ελλάδα τη βρήκε, όπως πολλούς επαγγελματίες του κλάδου, άστεγη και σε υπαρξιακή ενδοσκόπηση. Η έμφυτη θετική της διάθεση, ενισχυμένη από την αγάπη της για τη vintage αισθητική, την οδήγησε στην περιπέτεια ενός προσωπικού brand που αναβάθμισε το ανδρικό πουκάμισο αρχικά σε φόρεμα και εν συνεχεία σε πολυτελή προσθήκη μιας καλοκαιρινής γκαρνταρόμπας. Το shirt dress της –από εξαιρετικές ποπλίνες και λινά, φτιαγμένα σε κορυφαίο εργοστάσιο του Como, μονόχρωμα, με ρίγες ή custom floral μοτίβα– έγινε το διαβατήριό της σε μια ανταγωνιστική διεθνή αγορά. Από τα e-shops των Bergdorf Goodman, Harvey Nichols και Farfetch ως δεκάδες φυσικές μπουτίκ σε Ελλάδα, Ελβετία, Γαλλία, Ιαπωνία, ΗΠΑ και Μαλδίβες, η μόδα της Evi Grintela εκφράζει την αντίληψη μιας κομψότητας χωρίς φιοριτούρες, που «ντύνει» τη γυναίκα με άνεση και δυναμισμό. Διόλου τυχαία, η πρωταρχική έμπνευση για το brand της υπήρξε το shirt dress, το δανεικό πουκάμισο από την αντρική ντουλάπα που πρότεινε το 1971 ο Yves Saint Laurent, ταρακουνώντας την έννοια της καθωσπρέπει θηλυκότητας.