Ο Κώστας Νούρος είχε βρει έναν συγκλονιστικό τρόπο να εκφράσει τον καημό του

Ο Κώστας Νούρος είχε βρει έναν συγκλονιστικό τρόπο να εκφράσει τον καημό του Facebook Twitter
1

Τον Κώστα Μασσέλο ή Νούρο τον άκουσα πρώτη φορά να τραγουδάει έναν ανατριχιαστικό αμανέ του 1929 που έλεγε:


Πνοή πλέον δεν μ’ άφησες και στήθος για ν’ αντέξω
γιατί εσύ με τυρρανείς, δίχως εγώ να φταίξω

Κι αυτόν εδώ που είναι ακόμα πιο σπαρακτικός.

Αν ήξευρες τον πόνο μου και μέσα την καρδιά μου
θα κλαίγανε τα μάτια σου πιότερο απ’ τα δικά μου

Και μετά την «Δολοφόνισσα» -που νομίζω ότι κανείς άλλος δεν έχει πει έτσι.

Οι πληροφορίες που μπορείς να βρεις για τον Κώστα Νούρο σε διάφορα μπλογκ που ασχολούνται με το ρεμπέτικο δεν είναι λίγες, αλλά αυτές που αφορούν την προσωπική του ζωή είναι αρκετά συγκεχυμένες. Σε κάποιο μπλογκ, μάλιστα, ένας θαυμαστής του κάνει σχολιασμό στίχο-στίχο του τραγουδιού «Ούζο» που γίνεται ο καμβάς για να στηθεί ολόκληρη ανάλυση για την ερωτική του ζωή και τον καημό που τον συνόδευε μέχρι το τέλος της ζωής του. Όποιος κι αν ήταν ο καημός του, αυτό που έχει σημασία είναι ότι είχε βρει έναν συγκλονιστικό τρόπο να τον εκφράσει.

Ο Κώστας Νούρος γεννήθηκε το 1892 στην ενορία Νταραγάτσι της Σμύρνης και επειδή έχασε πολύ νωρίς [από δυο χρονών] τη μητέρα του από τύφο, ανέλαβε να τον μεγαλώσει η νεοκόρισσα του νεκροταφείου απέναντι από το σπίτι τους, η Χατζη-Αθανασώ. Έτσι από μικρός αρχίζει να ψέλνει στις εκκλησίες της περιοχής του. Επίσης από πολύ μικρός, μόλις τέλειωσε το δημοτικό, άρχισε να δουλεύει σε διάφορα εργοστάσια ως εργάτης. Το 1910 πήγε στο Άγιο Όρος, στη Μονή Βατοπεδίου, για να μονάσει, αλλά άντεξε μόνο μερικές μέρες και γύρισε πίσω στη Σμύρνη. Το τραγούδι το ξεκίνησε επίσημα στα 19, δίπλα στον Παναγιώτη Φούντα ή Τατάρη, στην ταβέρνα του Γεραλέξη στην Πούντα.

«Μετά την επιτυχία του εκεί, τραγούδησε στα καλύτερα μαγαζιά της Σμύρνης, στην Τερψιθέα, δίπλα στου Χατζηφράγκου, στο Ασανσέρ, στο Καρατάσι, στον Νικόλα του Τζίτζικα έξω απ΄τη Σμύρνη, στου Μιχάλη του Χαβούτη και αλλού. Σε περιοδεία στο Αϊδίνι το 1911 παντρεύεται την πρώτη του γυναίκα, την Καλλιόπη Σιντιρλάλα, που πέθανε όμως μετά από τρία χρόνια (1914), εικοσιενός μόλις ετών. Στις 15 Οκτωβρίου του 1915 παντρεύεται τη δεύτερη γυναίκα του, τη Μαρία Καστανά από το Κερατοχώρι».

«O Κώστας Μαρσέλος ή Νούρος ήταν φημισμένος τραγουδιστής πριν έρθει εδώ, από τη Σμύρνη [Τάσος Σχορέλης, Ρεμπέτικη Ανθολογία, Τόμος Γ, σελ. 55 (αποσπάσματα από συζήτηση με την Αγγελική Παπάζογλου)]. «Ήταν παλικάρι και καλό παιδί παρά το ελάττωμά του [σημ. το οποίο δεν κατονομάζεται]. Πριν το 1914 τον κυνήγησαν γιατί πούλαγε λαχεία του στόλου στη Σμύρνη. Τότε πήγε και κρύφτηκε στο Κερατοχώρι, γιατί εκεί δεν τόλμαγε να πλησιάσει Τούρκος γιατί θα γινότανε μάχη. Οι τρατάρηδες, βλέπεις, ήταν νταήδες. Οι Τούρκοι δεν πάτησαν ποτέ το χωριό τους. Τον κρύψανε λοιπόν και τον φευγάτησαν στην Ελλάδα. Όταν έφτασε εδώ πήγε στο Άγιο Όρος για καλόγερος, αλλά μετά από λίγο έφυγε. Όπως στη Σμύρνη έτσι κι εδώ άφησε εποχή. Μαζί του ο Βαγγέλης (εννοεί τον Βαγγέλη Παπάζογλου, σύζυγό της) δούλεψε μαζί του πολλές φορές…».

«Με την πρώτη του εμφάνιση σε κέντρο καταπλήσσει και συγκινεί τους πάντες γύρω του. Πολύ σύντομα η φήμη του ξεπερνά τις γειτονιές και ξαπλώνεται σ” όλη τη Μικρά Ασία, όπου υπήρχε Ελληνισμός. Ήταν το αηδόνι που τους μάγευε, «Το αηδόνι της Σμύρνης». Όταν η Τουρκία μπήκε στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, και επειδή κλείναν τα κέντρα της Σμύρνης, αποφάσισε να πάει στην Θεσσαλονίκη όπου και βρίσκει αμέσως δουλειά στο «Λούνα Παρκ» και στου «Θανάση του Κατσαρού». Το 1918 μετά την ανακωχή επιστρέφει στη Σμύρνη και δουλεύει με τον Δραγάτση (Ογδοντάκη). Η Καταστροφή του ’22 τον βρίσκει να τραγουδάει στην Τερψιθέα. Οι θαυμαστές του τού βγάζουν Γαλλικό διαβατήριο κι έτσι φεύγει για Μυτιλήνη, Θεσσαλονίκη, και τέλος Πειραιά, στο Πασαλιμάνι. Τραγουδάει σε μαγαζιά και καμπαρέ, και το 1926 (πρώιμη μηχανική δισκογραφία) γραμμοφωνεί μια σειρά αμανέδες που αναδεικνύουν όλες τις εκφραστικές και φωνητικές του δυνατότητες. Αυτό ήταν μόνο η αρχή, γιατί συνεχίζει με τραγούδια Μικρασιατών, όπως του Παναγιώτη Τούντα, του Σκαρβέλη, του Μαρίνου, του Ασίκη, του παλιού του φίλου Ογδοντάκη κ.ά. Γύρω στα εκατό γραμμοφωνημένα τραγούδια ίσαμε το 1935, και κάθε νύχτα πάλκο στις γειτονιές του Πειραιά ως το πρωί. Το 1934 (1933;) είναι κι αυτός ανάμεσα στους κορυφαίους ενός Σμυρνέικου πάλκου στη μάντρα του Σαραντόπουλου, στην Ανάσταση του Πειραιά (Δραπετσώνα). Mυθικό σχήμα, όπου εκτός από τον Στελλάκη, τον Κάβουρα, τον Ογδοντάκη και άλλους, συμμετέχει και ο Σπύρος Περιστέρης, που γίνεται την ίδια χρονιά διευθυντής της Οντεόν, και προφανώς τους εγκαταλείπει. Είναι κι αυτό ίσως ένα κλειδί, για να καταλάβουμε πως ήρθαν τα μπουζούκια να καλύψουν την έλλειψη του μαντολίνου πού ’φυγε μαζί με τον Περιστέρη, να συνυπάρξουν για μια βδομάδα με τους Σμυρνιούς, κι ύστερα να τους αντικαταστήσουν πλήρως. Είναι σίγουρα η σημαντικότερη ιστορική στιγμή του ρεμπέτικου, που σημαδεύει την αλληλεπίδραση των δύο μεγάλων ποταμιών του τραγουδιού αυτού (Σμυρνέικο-Πειραιώτικο) αλλά και τη μεταβίβαση της εξουσίας στους πειραιώτικους μπουζουκομπαγλαμάδες που ακολούθησε. Το 1917 χάνει τη μονάκριβη κόρη του [και σε σαράντα μέρες και τη γυναίκα του] και φεύγει για τη Σάμο. Ο πόλεμος του 40 τον βρίσκει στην Κοκκινιά σε ηλικία 48 χρονών. Βρίσκει το κουράγιο και στρατεύεται για την «ψυχαγωγία» των στρατιωτών. Το 1943 ξανά στη Σάμο, και στους βομβαρδισμούς περνά με τις βάρκες στο Κουσάντασι, πρόσφυγας και μόνος ξανά στη ζωή του. Κατεβαίνει στην Παλαιστίνη και από εκεί στη Γάζα, όπου αρχίζει να τραγουδάει σε διάφορες ψυχαγωγικές εκδηλώσεις του Στρατού. Το τέλος του πολέμου το 1945 τον βρίσκει στο Κάιρο όπου μένει τραγουδώντας. Επιστρέφει στην Ελλάδα και συνεχίζει μεροδούλι μεροφάι πάνω στα πάλκα μέχρι τα εβδομήντα του χρόνια, που αποσύρεται κουρασμένος και πικραμένος, μόνος (παρ” όλους τους δυο του γάμους) και ξεχασμένος από γνωστούς και φίλους.

«Το 1962 αποφάσισε να σταματήσει το τραγούδι και να πάρει τη σύνταξή του. Ήταν πικραμένος κι ένιωθε αδικημένος γιατί τα χρήματα της σύνταξής του δεν έφταναν για να ζήσει. Τα υπόλοιπα 10 χρόνια θα τα περάσει μεταξύ σπιτιού και του «καφενείου των Φιλάθλων».

Αφήνει την τελευταία του πνοή στις 26 Μαϊου 1972, σε ηλικία 80 χρονών στην οδό Γρεβενών 33 στη Νίκαια, (δηλαδή στην Κοκκινιά).

Είναι περίεργο πως ο Σχορέλης δεν τον θυμήθηκε, στην πρώτη εκείνη προσπάθεια αναβίωσης στη δεκαετία του ’60. Ο Ηλίας Πετρόπουλος όμως βρέθηκε στο προσκεφάλι του τις τελευταίες στιγμές. Όταν ο Νούρος ήταν πια σε κώμα.

[Από το βιβλίο "Ρεμπέτικο, Το Τραγούδι των Ελλήνων" (Θέσια Παναγιώτου-Κώστας Φέρρης), πηγή]

1

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

105’ με τον Rack

Μουσική / Rack: «Έχω φάει σφαλιάρες γιατί τις ζήταγα, αλλά η ζωή μου πλέον έχει αλλάξει»

Γιος του Λεκτικού Επεξεργαστή και με καριέρα που εκτοξεύτηκε νωρίς, ο δημοφιλής ράπερ έχει αλλάξει ρότα. Στα 25 του, πιο ήρεμος από ποτέ, απολαμβάνει μια φήμη που έφτασε μέχρι το Χόλιγουντ.
M. HULOT
Στην Κόνιτσα, σε ένα τριήμερο γλέντι με ρουμανικό fusion, ποντιακά και ηπειρώτικα

Μουσική / Στην Κόνιτσα, σε ένα τριήμερο γλέντι με ρουμανικό fusion, ποντιακά και ηπειρώτικα

Το ακριτικό διαβαλκανικό φεστιβάλ του Christopher King και της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση ξεσήκωσε για άλλη μια χρονιά άτομα κάθε ηλικίας και καταγωγής με παραδοσιακή μουσική απρόσμενη και συναρπαστική.
M. HULOT
Η ποίηση του Οδυσσέα Ελύτη που έγινε λαϊκό ορατόριο από τον Μίκη Θεοδωράκη

Συμφωνική Μουσική - Ιστορίες / Η ποίηση του Οδυσσέα Ελύτη που έγινε λαϊκό ορατόριο από τον Μίκη Θεοδωράκη

Η Ματούλα Κουστένη διερευνά τη σχέση του ποιητή με τον συνθέτη, την αφετηρία της δημιουργίας του μεγάλου έργου «Άξιον Εστί» και την πορεία του μέχρι την πρώτη ηχογράφηση.
ΜΑΤΟΥΛΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ
Κι όμως, πέρασε μισός αιώνας από την αυγή των Talking Heads

Βιβλίο / Κι όμως, πέρασε μισός αιώνας από την αυγή των Talking Heads

Τέτοιες μέρες πριν από πενήντα χρόνια, το γκρουπ έκανε το ντεμπούτο του στην σκηνή του θρυλικού κλαμπ CBGB στη Νέα Υόρκη, κι ένα νέο βιβλίο ακολουθεί την πορεία τους από τις πρώτες τους ημέρες μέχρι το είδος εκείνο της επιτυχίας που συνήθως έρχεται με τα δικά της προβλήματα
THE LIFO TEAM
Νανά Τράντου: «Οι συναυλίες δεν θα πεθάνουν ποτέ, είναι μια εμπειρία»

Μουσική / Νανά Τράντου: «Οι συναυλίες δεν θα πεθάνουν ποτέ, είναι μια εμπειρία»

Η artistic και managing director της High Priority Promotions, η μόνη γυναίκα με αυτήν τη θέση στην Ελλάδα, μιλά για τις συναυλίες, τη μουσική σήμερα, τις αλλαγές σε καλλιτέχνες και κοινό και το Memory Corner με τα ιδιαίτερα vintage ρούχα, την άλλη μεγάλη της αγάπη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Q Lazzarus: Tο τραγικό στόρι του θρυλικού κομματιού «Goodbye Horses».

Μουσική / Q Lazzarus: Tο τραγικό στόρι του θρυλικού κομματιού «Goodbye Horses»

Για χρόνια η Q Lazzarus του «Goodbye Horses», μία από τις πιο αδικημένες ερμηνεύτριες στην ιστορία της ποπ μουσικής, παρέμενε μια μυστηριώδης φιγούρα, τώρα όμως ένα μουσικό ντοκιμαντέρ φωτίζει τη ζωή της.
ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΠΑ
Eddie Dark: «Γράφω μουσική επειδή έχω σιχαθεί τα πάντα»

Μουσική / Eddie Dark: «Γράφω μουσική επειδή έχω σιχαθεί τα πάντα»

Από μικρός ένιωθε αποσυνάγωγος. Πιστεύει ότι τα κόμικς είναι η μόνη μορφή τέχνης που είναι τελείως αφιλτράριστη και πιστεύει ότι η γενιά του θα μείνει στην ιστορία ως η γενιά που έχασε τα καλά πράγματα στο τσακ. Ο μουσικός Eddie Dark είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
M. HULOT
Ερμής

Μουσική / Ermis: «Το τρέμολο του μπουζουκιού ήταν ο αγαπημένος μου ήχος από νιάνιαρο»

O περιζήτητος νέος συνθέτης που έχει συνεργαστεί με τον Good Job Nicky, τη Μαρίνα Σάττι, τη Χάρις Αλεξίου και τον Sidarta επαναπροσδιορίζει τον ήχο του μπουζουκιού και της κλασικής μουσικής με σεβασμό και τόλμη.
M. HULOT
Άξιζαν κάτι καλύτερο τα «100 Χρόνια Ελληνικής Δισκογραφίας»

Daily / Άξιζαν κάτι καλύτερο τα «100 Χρόνια Ελληνικής Δισκογραφίας»

Τα δώδεκα επεισόδια της ομώνυμης σειράς βρίσκονται στο Ertflix, η παρακολούθηση της σειράς όμως υπονομεύεται συχνά από την συμβατική και στεγνή προσέγγιση, και η στημένη παρουσία της Χάρις Αλεξίου στο ρόλο της παρουσιάστριας-αφηγήτριας δεν βοηθάει.  
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
«Πολυαγαπημένη μου Βίβιαν»: Στο φως η επιστολή που έγραψε ο Μάλκολμ ΜακΛάρεν στην Βίβιαν Γουέστγουντ λίγο πριν τον θάνατό του

Μουσική / Η επιστολή μεταμέλειας του Μάλκολμ ΜακΛάρεν προς τη Βίβιαν Γουέστγουντ, λίγο πριν τον θάνατό του

Τα αποκαλυπτήρια μιας επιστολής γεμάτης μετάνοια αλλά και πικρία, την οποία έγραψε –αλλά δεν έστειλε ποτέ– ο διαβόητος μάνατζερ των Sex Pistols προς την πρώην σύντροφο και συνοδοιπόρο του.
THE LIFO TEAM
APON: «Δεν είναι θέμα συγκυριών, είναι θέμα αξίας το αν θα ξεχωρίσεις μέσα στο χάος της σημερινής μουσικής»

Μουσική / APON: «Όταν πήγα να δειγματίσω τα πρώτα μου τραγούδια, γελάγανε»

Η πρωτοφανής επιτυχία ενός νεαρού τραγουδοποιού που με το πρώτο άλμπουμ του προκαλεί πανδαιμόνιο στο ραδιόφωνο και στις μουσικές πλατφόρμες, ενώνοντας μουσικά ένα ετερόκλητο κοινό κάθε ηλικίας.
M. HULOT

σχόλια

1 σχόλια
Εξαιρετικό άρθρο και τραγούδια Mr Hulot. Δε γνώριζα τον Κώστα Νούρο και έπαθα πλάκα με το δεύτερο αμανέ. Μακάρι να γράψετε κι άλλα άρθρα για το ρεμπέτικο στη lifo.