ΔΕΝ ΑΠΕΧΕΙ ΝΟΜΙΖΩ ΠΟΛΥ από την πραγματικότητα η ιδέα ότι μια αποστολή του αλγόριθμου είναι και να «τσιγκλάει» τον χρήστη, στέλνοντας φορτικά μηνύματα που μπορεί και να τον θυμώσουν, να τον φτάσουν σε σημείο βρασμού για να σχολιάσει, μπαίνοντας με αυτό τον τρόπο στο παιχνίδι. Το βασικό είναι να μη μείνεις αμέτοχος, να παρασυρθείς με κάτι από όλα όσα σε πολιορκούν ζητώντας την αντίδρασή σου. Με την τεράστια βελτίωση στην εξατομίκευση των διαφημιστικών προσκλήσεων, κάποιος μάλιστα μπορούσε να πιστέψει δυο εξίσου ανησυχητικές εκδοχές: είτε ότι όντως «τον καταδιώκουν» είτε, ακόμα χειρότερα, ότι τον θεωρούν και σπουδαίο και γι’ αυτό τον έχουν από κοντά όλες αυτές οι «προωθητικές ενέργειες» που τον παρενοχλούν. Υποθέτω ότι οι προγραμματιστές των εταιρειών δεν έχουν κανένα πρόβλημα ούτε με τις ψευδαισθήσεις ούτε και με τις τυχόν αφελείς σκέψεις του όποιου χρήστη. Ακόμα και οι παράνοιες, οι εμμονές, οι σαλεμένες υποθέσεις και τα απίθανα σενάρια που παράγονται και καταναλώνονται καθημερινά αποτελούν πολύτιμο καύσιμο της συνολικής μηχανής. Αυτό που προέχει είναι να βρισκόμαστε σε συνεχή ροή. Με την κάθε του κίνηση, με την εκδήλωση των προτιμήσεών του –κυρίως όμως με τη μεταβλητότητα, τη διάχυση και τους μοριακούς αποπροσανατολισμούς του– ο χρήστης –εμείς– επικυρώνει τη λειτουργία του πεδίου, ανεξάρτητα από το αν θα ασκήσει κριτική ή αν θα επιδοθεί σε αποθεωτικά σχόλια, αν αμφισβητεί ή συναινεί.
Γιατί όμως αυτός ο πρόλογος; Έχοντας λείψει για μια εβδομάδα σε τόπο με προβλήματα σύνδεσης στο διαδίκτυο και επιστρέφοντας στην καυτή πόλη (αυτήν τη φορά έχουμε όντως καύσωνα), ένα συγκεκριμένο διαφημιστικό φυτρώνει επίμονα στην οθόνη μου, κάθε φορά που ανοίγω το λάπτοπ. Αφορά δυο-τρεις εφαρμογές που υπόσχονται απόκρυψη της χρήσης του Chatgpt για τη δημιουργία φοιτητικών εργασιών. Είναι συγκεκριμένα βίντεο που φέρουν μια δόση «σουρεαλιστικού» χιούμορ, πολύ φτηνού κατά βάση, με θέμα το ξεγέλασμα του καθηγητή. Ωραία ειρωνεία: στη ροή ενός καθηγητή πανεπιστημίου εμφανίζονται επιτακτικά βίντεο που το κύριο περιεχόμενό τους είναι πώς να ξεγελάσει κανείς τον «καθηγητή», κάποιον/-α που υποτίθεται πως θα ελέγξει τις εργασίες, εντοπίζοντας αν προέρχονται από Τεχνητή Νοημοσύνη ή αν πρόκειται για έργα των φοιτητών.
Για πρώτη φορά στην ιστορία της αστικής κοινωνίας, μία και μοναδική αρχή, το αξίωμα της αποτελεσματικότητας, φαίνεται να διαλύει δίχως αιδώ όλες τις άλλες «αρετές» ή έστω να τις υποβιβάζει ως απομεινάρια του παρελθόντος.
Έχω την εντύπωση ότι από το 2023 τα αντίστοιχα μηνύματα για παρόμοιες εφαρμογές έχουν αυξηθεί κατακόρυφα. Έχει συγκροτηθεί ένας ευρύς υποτομέας της «οικονομίας της γνώσης» που το κύριο αντικείμενό του είναι «πώς να μη γράψετε κάτι εσείς και, παρ’ όλα αυτά, να έχετε καλά αποτελέσματα». Αυτός ο τομέας κινείται σε μεγάλο βαθμό με ένα αφανές, διεθνικό δίκτυο ατόμων που έχουν αναλάβει να εξανθρωπίσουν τις μάλλον ξύλινες ή αναγνωρίσιμες αποκρίσεις των bots για λογαριασμό χιλιάδων χρηστών που ψάχνουν πιο πειστικά εργαλεία εξαπάτησης σε εκπαιδευτικές διαδικασίες. Ένα πολυεθνικό διανοούμενο προλεταριάτο εργάζεται για να δώσει ανθρώπινο πρόσωπο στα κείμενα της Τεχνητής Νοημοσύνης. Δεν είναι πια μυστικό ότι η ιστορία αυτή εμπλέκει ένα πλήθος ανθρώπων που βρίσκονται μέσα ή γύρω από εκπαιδευτικά ιδρύματα, σχολικές και πανεπιστημιακές αίθουσες, σε σημείο ώστε και να το συζητούμε είναι πια passe. Συμβαίνει εδώ και καιρό, είναι μέσα στη ζωή, τελεία και παύλα. Αν όμως επανέρχομαι στο θέμα δεν είναι γιατί, λόγου χάρη, τυχαίνει να «τραυματίζει» τον ακαδημαϊκό μου ναρκισσισμό, αλλά γιατί διακρίνω εδώ πράγματα που πιστεύω πως έχουν προοπτικά επιπτώσεις και σε εκείνους/-ες που δεν έχουν καμιά σχέση με τις «φοιτητικές εργασίες» ή τις δασκαλικές αγωνίες. Στο κάτω-κάτω η ηθική του χρήστη και η ιδιότητα ενός δημοκρατικού πολίτη είναι πια πράγματα που έρχονται το ένα να συναντήσει και να σφιχταγκαλιάσει το άλλο.
Διαπιστώνω επίσης ότι στα σχόλια κάτω από τα βίντεο προώθησης το 80 τοις εκατό γράφει «υπέροχα», «τέλεια» και άλλα αντίστοιχα ενθουσιώδη. Μικρό μέρος των χρηστών διαμαρτύρεται μόνο για το γεγονός πως η εφαρμογή δεν παρέχεται δωρεάν και κάποιοι τρίτοι, λιγότεροι όμως, καυτηριάζουν, με το ηθικό επιχείρημα υπέρ του τίμιου φοιτητικού μόχθου, την υπόθεση. Τα πλέον εγκωμιαστικά από τα σχόλια φέρουν κυρίως ονόματα που δείχνουν καταγωγή από χώρες του παγκόσμιου Νότου ή της Ασίας, πολύ λιγότερες πρωτοκοσμικές και «δυτικές» υπογραφές και πρόσωπα. Αναρωτιέμαι αν αυτό έχει κάποια αλήθεια ή αν πρόκειται για ψεύτικα προφίλ fake χειροκροτητών που έχουν «κληθεί» να εκπροσωπήσουν την παγκόσμια διαφορετικότητα και τη δημοκρατική/συμπεριληπτική φύση του διαφημιζόμενου προϊόντος. Δεν μπορεί να ξέρει κανείς.
Κάτι άλλο όμως με κεντρίζει να ασχοληθώ με το συγκεκριμένο είδος παροχής: μαζί με τις συγκεκριμένες τεχνολογικές και συμπεριφορικές μετατροπές, έχει προχωρήσει πολύ η ανατροπή στο συμβατικό ηθικό αφήγημα της επίτευξης. Τώρα καλούνται ανοιχτά τόσοι άνθρωποι να συμμετέχουν σε μια προφανή απάτη για να έχουν το επιθυμητό αποτέλεσμα. Κάτι που έμενε κυρίως «μεταξύ φίλων», κάπως σκιασμένο, κοινό μυστικό ή φήμη, κάτι που μέχρι πρόσφατα είχε εν πολλοίς χαρακτήρα επιλήψιμο και πάντως όχι για να το διαφημίζει κανείς φόρα παρτίδα, γίνεται επιδεικτική πρόταση. Παίρνει τη μορφή νομιμοποιημένης απεύθυνσης και απενοχοποιημένης επιλογής μεταξύ πλήθους άλλων επιλογών.
Στα βίντεο είναι πολύ χαρακτηριστική η φιγούρα του «καθηγητή». Μοιάζει πραγματικά με υστερικό νευρόσπαστο που δείχνει εξοργισμένο και μάλλον απελπισμένο. Μπορεί να γελάσεις μαζί του/της, αν και η αναπαράσταση παραπέμπει σε μεταμφιέσεις τύπου Δελφινάριο ή πρόχειρων βίντεο μαθητών στο TikTok. Δεν θα μείνω εδώ όμως στη φάρσα του «καθηγητή» των διαφημιστικών. Δεν είναι αυτό το θέμα μου, ούτε ήταν ποτέ κίνητρο σοβαρής κριτικής σε τέτοια φαινόμενα η επαγγελματική δυσφορία και ανασφάλεια. Αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι η ανατροπή του εδραίου αφηγήματος το οποίο την ίδια στιγμή, επισήμως και θεσμικώς, εξακολουθεί να βρίσκεται σε ισχύ: μιλώ για το ηθικό αφήγημα που επιβραβεύει, όπως λένε, τη «σκληρή δουλειά», δοξάζει την ατομική προσπάθεια, τη συνέπεια και, φυσικά, την αριστεία ως ύψιστη αρετή. Για πρώτη φορά λοιπόν στην ιστορία της αστικής κοινωνίας, μία και μοναδική αρχή, το αξίωμα της αποτελεσματικότητας, φαίνεται να διαλύει δίχως αιδώ όλες τις άλλες «αρετές» ή έστω να τις υποβιβάζει ως απομεινάρια του παρελθόντος. Το να επιτύχεις το αποτέλεσμα, το να «φτάσεις», το να πάρεις, τελικά, τον βαθμό γίνεται καθολική νόρμα, αδιαφορώντας πλέον για τα μέσα, τους τρόπους και τις τεχνικές που χρησιμοποίησες για να αυξήσεις την ατομική σου απόδοση. Η μεγιστοποίηση μετρήσιμων αποτελεσμάτων δεν είναι μια πλευρά ανάμεσα σε άλλες: γίνεται βασίλισσα μέσα σε μια χαοτική αγορά ομοιωμάτων και ψεύτικων (και, εν τέλει, πολύ αληθινών, αφού το αποτέλεσμα μετράει) επιτυχιών και θριάμβων.
Αποτελεσματικότητα και αποδόσεις. Αυτό, άλλωστε, θα απαντήσει κάποια στιγμή ένας από τους ενθουσιώδεις οπαδούς της εφαρμογής στον «ενάρετο» επικριτικό συνομιλητή κάτω από το βίντεο: έχω τόσο πολλές εξετάσεις μπροστά μου, θα πει, που δεν βρίσκω χρόνο ούτε διάθεση να δαπανήσω για μια γραπτή εργασία. Καθετί λοιπόν που μπορεί να υπηρετήσει το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα γίνεται νόμιμο με όλες τις σημασίες του όρου: νόμιμο από τη σκοπιά του ποινικού νόμου (κανένας δεν παρενοχλεί την οικονομία της πλατφόρμας, ούτε το πάρτι των όλο και πιο αποχαλινωμένων apps) και επίσης νόμιμο και με την οπτική του καλώς εννοούμενου συμφέροντος ενός ατόμου που πρέπει, πάνω από όλα, να συσσωρεύσει τίτλους στη ζωή του.
Και λοιπόν, θα αναρωτηθεί κανείς; Το ότι ο Καντ και οι καντιανοί οπαδοί της ηθικής προσταγής θα αυτοκτονούσαν τελετουργικά μαθαίνοντας αυτά τα νέα από τον κόσμο μας δεν μας λέει και πολλά πράγματα για να βγάλουμε κάποιο συμπέρασμα. Μπορεί εξάλλου να εστιάσει κανείς σε διαφορετικές πλευρές, σχετικοποιώντας: στην οικονομία της παραπλάνησης και στην αποδοχή της αλλά και στη συνεχή συναρμογή πολλών ανάλογων τεχνημάτων στην καθημερινότητά μας. Μπορούμε ασφαλώς να απορήσουμε για το μελλοντικό τίμημα της απεμπλοκής των χρηστών από κάποια πρωτόκολλα της γνώσης ή και να ανησυχήσουμε λίγο παραπάνω για το τι σημαίνει μια εργασία σε ιατρικό θέμα που βαθμολογήθηκε καλά ακολουθώντας έναν τέτοιο δρόμο, εργασία που θα μπορούσε, μαζί με άλλες ανάλογες πατέντες, να φέρει κάποιον άσχετο στη θέση ενός επαγγελματία υγείας ο οποίος αποφασίζει για ζητήματα ζωής και θανάτου. Αλλά και γι’ αυτά υπάρχει ήδη η απάντηση, και από τους ίδιους πάνω-κάτω παράγοντες: μια άλλη τεχνολογική εφαρμογή μπορεί να ελαχιστοποιήσει τα ανθρώπινα λάθη στη διάγνωση, στον υπολογισμό, στη μελέτη. Οπότε, δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας. Μπορεί κάποιος να περνάει με εργασίες ελέω Τεχνητής Νοημοσύνης, αλλά κάποια στιγμή θα ελέγχεται από άλλο app για τα ενδεχόμενα λάθη ή τις γκάφες που θα οφείλονται στις αγορασμένες υπηρεσίες delivery απαντήσεων για τις οποίες δεν έχει ιδέα.
Αυτό που αξίζει όμως να σκεφτούμε και να επιμείνουμε στη σημασία του είναι, όπως είπαμε, η πλήρης υπονόμευση του παραδοσιακού ηθικού αφηγήματος. Ή μάλλον ότι η διάβρωση και το ξήλωμα της γνωστής ηθικής της προσπάθειας και της αλήθειας συνυπάρχει με την ιδεολογική της σκλήρυνση. Όσο περισσότερο διάφορες κερδοσκοπικές τεχνολογίες γελοιοποιούν στην πράξη τον μύθο της αριστείας και της «διακεκριμένης» ατομικής προσπάθειας τόσο πιο φανατικά και υποκριτικά επιστρέφουν αυτά τα συνθήματα στην τρέχουσα τεχνοκρατική-διαχειριστική ιδεολογία. Όσο περισσότερο μηδενιστική γίνεται η πρακτική στο ρευστό πεδίο των χρηστών και των επιθυμιών τόσο περισσότερο κυκλωνόμαστε όλοι από μια ρητορική περί αξιών περίπου όμοια με αυτήν που ακουγόταν από τις ελίτ τον δέκατο ένατο αιώνα. Όσο πιο πολύ αδειάζει η γνώση από έναν πυρήνα δεσμευτικών σχέσεων που της έδιναν υπόσταση τόσο πιο φιλόδοξη γίνεται η φλυαρία για τη μια ή την άλλη μορφή σούπερ νοημοσύνης. Τελικά, η ίδια η νοημοσύνη εμφανίζεται με την παράδοξη μορφή ενός εξυπηρετικού αυτοματισμού που μας βγάζει από τον κόπο να σκεφτόμαστε πολύ. Νοήμονα συστήματα μάς παρέχουν τη δυνατότητα εξόδου από το βάρος της προσωπικής κρίσης και της ευθύνης του λάθους. Ένας ανέμελος δανεισμός από μια Τράπεζα που μερικοί τη φαντάζονται ως θεότητα και μυστικιστική χορηγό νοημάτων. Όπως πια το να αποθηκεύεις εμπειρία/-ες γίνεται αυτοσκοπός, έτσι και το να χειρίζεσαι μια νοημοσύνη που δεν σε διαπερνά και κατά βάθος σε αφήνει αδιάφορο γίνεται ένας τρόπος για να κόβεις δρόμο προς το πλησιέστερο αποτέλεσμα ή την επόμενη αξιολόγηση.
Θα έλεγε κανείς ότι είναι η θεοποίηση της αποτελεσματικότητας, των προσόντων και των τίτλων που φέρνει μαζί της έναν πειρασμό για εξαπάτηση. Είναι η υπερσυσσώρευση «καθηκόντων» στις νεοφιλελεύθερες γραφειοκρατίες μας που ενθαρρύνει, αν δεν προκαλεί ευθέως, την απόδραση των ατόμων μέσω μηχανισμών εξαπάτησης των άλλων και αυτοεξαπάτησης. Κάποτε λέγονταν ότι η αρχή «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» είναι ίδιον των ολοκληρωτικών συστημάτων. Μια ανάλογη λογική φαίνεται όμως να διατρέχει και τις δικές μας κοινωνίες ως όλο και πιο αποδεκτό σχήμα ζωής, με πρόσχημα τον τεχνολογικό και κοινωνικό μονόδρομο. Είμαστε μάλιστα στην αρχική φάση αυτής της ηθικής (αντ)επανάστασης, στη φάση όπου δεσπόζει ένας συνδυασμός τιμωρητικής ηθικολογίας και κυνικής ελευθεριότητας. Αυτός ο συνδυασμός είναι στην ουσία ο χημικός τύπος της κυρίαρχης ιδεολογίας και της διπλής γλώσσας με την οποία ένα άτομο προσκαλείται να μην είναι βλάκας (άρα να κλέψει ό,τι μπορεί) και συγχρόνως να συμπληρώνει άπειρα έντυπα αξιολόγησης υπό την απειλή κάποιας ποινής.