— Ποιες θα είναι οι συνέπειες ενός πυρηνικού πολέμου;
Η εισαγωγή της πυρηνικής ενέργειας στους εξοπλισμούς άλλαξε ριζικά τη φύση του πολέμου. Ένας πυρηνικός πόλεμος δεν μπορεί να περιοριστεί σε μία μόνο χώρα, προϋποθέτει τη συμμετοχή δύο ή περισσότερων πυρηνικών κρατών, καθώς ένα μη πυρηνικό κράτος δεν έχει ουσιαστικά τη δυνατότητα ανταπάντησης. Η στρατηγική ενός τέτοιου πολέμου προβλέπει την άμεση στοχοποίηση των πυρηνικών οπλοστασίων του αντιπάλου, βάσεις, σιλό πυραύλων, πυρηνικά υποβρύχια και πλοία, αεροπορικές δυνάμεις.
Σκοπός είναι η πρόληψη αντιποίνων, με επιθέσεις που επιδιώκουν να καταστρέψουν τη δυνατότητα ανταπόδοσης πριν ενεργοποιηθεί. Παρ’ όλα αυτά, η πραγματικότητα είναι ότι πυρηνικά αντίποινα –έστω και με καθυστέρηση– θα υπάρξουν και από τις δύο πλευρές. Αν δεν υπάρξει άμεση διακοπή των πρώτων επιθέσεων, η πυρηνική σύγκρουση θα κλιμακωθεί, οδηγώντας σε αμοιβαία καταστροφή. Οι εννέα χώρες που σήμερα διαθέτουν πυρηνικά όπλα έχουν συνολικά χιλιάδες κεφαλές – μερικά εκ των οποίων μπορούν να φέρουν πολλαπλές πυρηνικές κεφαλές ισχύος εκατομμυρίων τόνων ΤΝΤ.
«Η εμπειρία της Φουκουσίμα δείχνει πώς η αμέλεια και η υποτίμηση των κινδύνων, για λόγους κόστους, οδηγούν σε τραγωδίες».
Σε περίπτωση γενικευμένου πολέμου, είναι πιθανόν να εμπλακούν και άλλες πυρηνικές δυνάμεις, προκαλώντας παγκόσμια καταστροφή. Τα ραδιενεργά νέφη που θα προκύψουν θα εξαπλωθούν παγκόσμια, καταστρέφοντας όχι μόνο τις εμπλεκόμενες χώρες αλλά και κάθε ελπίδα επιβίωσης για τους εναπομείναντες πληθυσμούς. Θα πρόκειται για μια πραγματική «αυτοκτονία της ανθρωπότητας». Παρά τις προσπάθειες διαφάνειας, ο ακριβής αριθμός πυρηνικών όπλων κάθε χώρας παραμένει κρατικό απόρρητο.

καθηγητής Πυρηνικής Φυσικής
Οι ΗΠΑ, για παράδειγμα, για χρόνια δημοσιοποιούσαν στοιχεία για τα πυρηνικά τους αποθέματα, αλλά από το 2019 αυτή η πρακτική διακόπηκε και έκτοτε εφαρμόζεται αποσπασματικά. Αντίστοιχα, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ρωσία περιόρισαν την πρόσβαση σε σχετικά δεδομένα, ακόμα και εκείνα που υποχρεούνται να κοινοποιούν βάσει διεθνών συμφωνιών, όπως η συνθήκη New START. Ωστόσο, με συνδυασμό ιστορικών δεδομένων, δημόσιων πηγών και διαρροών, οι ειδικοί συνεχίζουν να παράγουν τεκμηριωμένες εκτιμήσεις για το μέγεθος και τη διάταξη των πυρηνικών οπλοστασίων. Η αβεβαιότητα όμως παραμένει μεγάλη και τόσο η αβεβαιότητα όσο και η ύπαρξη αυτών των οπλοστασίων συνεχίζουν να απειλούν την παγκόσμια ασφάλεια.
— Πόσο προετοιμασμένες είναι οι κοινωνίες, και ειδικά η Ευρώπη, για να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες ενός πυρηνικού πλήγματος, είτε άμεσου είτε έμμεσου (π.χ. ραδιενέργεια, κλιματικές αλλαγές, οικονομική κατάρρευση);
Η ετοιμότητα της Ευρώπης να αντιμετωπίσει τις συνέπειες ενός πυρηνικού πλήγματος παραμένει σε μεγάλο βαθμό ανεπαρκής. Παρά την ύπαρξη συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης και αμυντικών στρατηγικών, δεν υπάρχει κοινή ευρωπαϊκή πολιτική για την αντιμετώπιση ενός πυρηνικού σεναρίου. Οι σύγχρονες κοινωνίες, μη έχοντας βιώσει τέτοιου είδους καταστροφές, δεν είναι ουσιαστικά προετοιμασμένες. Σε κάποιες χώρες, η προετοιμασία περιορίζεται στην ύπαρξη παλαιών καταφυγίων και αποθεμάτων ειδών πρώτης ανάγκης, και αυτά μόνο για περιορισμένο χρονικό διάστημα. Αλλά τέτοιου είδους μέτρα θα ήταν ελάχιστα αποτελεσματικά, εκτός κι αν οι επιπτώσεις του πλήγματος ήταν εξαιρετικά περιορισμένες – κάτι μάλλον απίθανο στην περίπτωση χρήσης σύγχρονων πυρηνικών όπλων.
Ένα πραγματικό πυρηνικό πλήγμα προκαλεί τριπλή καταστροφή, μέσω του ωστικού κύματος, της υπερβολικής θερμότητας και της ραδιενέργειας. Οι ζημιές είναι εκτεταμένες και αφορούν το τοπικό και παγκόσμιο επίπεδο. Τα υπάρχοντα καταφύγια, κατάλοιπα της εποχής του Ψυχρού Πολέμου, δεν παρέχουν ουσιαστική προστασία σε περίπτωση εκτεταμένης ραδιενεργού μόλυνσης. Λειτουργούν περισσότερο ως ψευδαίσθηση ασφάλειας παρά ως πραγματικές λύσεις. Πέρα από τις άμεσες απώλειες σε ανθρώπινες ζωές, υπάρχει και ο κίνδυνος του λεγόμενου «πυρηνικού χειμώνα»: οι εκρήξεις προκαλούν τεράστιες ποσότητες καπνού και σωματιδίων που εμποδίζουν την ηλιακή ακτινοβολία να φτάσει στην επιφάνεια της Γης. Αυτό οδηγεί σε απότομη πτώση της θερμοκρασίας και ψύξη της επιφάνειας της γης, καταστροφή της αγροτικής παραγωγής, επισιτιστική κρίση και κοινωνική κατάρρευση – υπό την προϋπόθεση ότι θα υπάρχουν ακόμη επιζώντες. Σε αυτό το πλαίσιο, η μόνη ουσιαστική προετοιμασία είναι η πρόληψη, μέσω διπλωματίας, διεθνών συμφωνιών και αποτροπής της χρήσης τέτοιων όπλων. Οι συνέπειες ενός πυρηνικού πλήγματος είναι τόσο ακραίες, ώστε η αποφυγή του αποτελεί όχι μόνο ηθική, αλλά και πρακτική αναγκαιότητα για τη διατήρηση της ζωής και του πολιτισμού μας.
— Επανήλθε στην επικαιρότητα η χρήση της πυρηνικής ενέργειας; Πιστεύετε ότι η Ελλάδα μπορεί να γίνει χώρα-παραγωγός;
Τα τελευταία χρόνια, το πυρηνικό λόμπι προσπαθεί να αναθερμάνει την κατασκευή πυρηνικών αντιδραστήρων, προβάλλοντας την ανάγκη περιορισμού των ρύπων από τα συμβατικά εργοστάσια. Η αλήθεια, όμως, είναι πιο σύνθετη. Πάνω από 300 από τους περίπου 430 υφιστάμενους πυρηνικούς αντιδραστήρες παγκοσμίως έχουν γεράσει και πρέπει να κλείσουν, να διαλυθούν και να μετατραπούν σε ελεγχόμενα πεδία αποβλήτων – μια διαδικασία πανάκριβη, επικίνδυνη και χρονοβόρα. Ταυτόχρονα, η ραγδαία ανάπτυξη της ΑΙ απαιτεί πολύ μεγάλα ποσά ηλεκτρικής ενέργειας για την τροφοδοσία των ηλεκτρονικών υπολογιστών που τη διαχειρίζονται και όχι τόσο για να τροφοδοτούν με ρεύμα την ηλεκτρική κίνηση των οχημάτων, όπως πιστεύεται. Για να καλύψουν αυτό το ενεργειακό κενό προωθούνται οι λεγόμενοι Μικροί Αρθρωτοί Αντιδραστήρες (SMR). Είναι μικρότερης ισχύος και θεωρητικά φθηνότεροι, με δυνατότητα μεταφοράς και γρήγορης συναρμολόγησης. Η Ε.Ε. τους παρουσιάζει ως ενδιάμεση λύση και «συμπλήρωμα» στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ). Ωστόσο, οι στόχοι για μηδενικές εκπομπές ρύπων το 2030 δεν μπορούν να επιτευχθούν με τους SMR, γιατί δεν είναι ακόμη ούτε δοκιμασμένοι ούτε λειτουργικοί. Οι σχεδιασμοί αυτοί βασίζονται κυρίως σε υποσχέσεις, χωρίς εμπειρικά δεδομένα. Οι SMR, παρότι πιο μικροί, εξακολουθούν να παράγουν απόβλητα, να απαιτούν αποσυναρμολόγηση και να έχουν αβέβαιο βαθμό ασφάλειας και οικονομικής βιωσιμότητας.
Για χώρες όπως η Ελλάδα, που δεν έχουν πυρηνικά εργοστάσια, υπάρχει ακόμη η δυνατότητα να τα αποφύγουν εντελώς. Ο υδάτινος πλούτος, η ηλιακή και η αιολική ενέργεια, κυρίως στα νησιά, είναι σημαντικά αποθέματα προς αξιοποίηση. Οι υποστηρικτές της πυρηνικής ενέργειας στη χώρα μας δεν γνωρίζουν πως το πυρηνικό knowhow στην Ελλάδα είναι ανύπαρκτο. Επικαλούνται τις δραστηριότητες του ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΥ και του αντιδραστήρα μαζί με το προσωπικό που τον διαχειριζόταν. Όμως δεν γνωρίζουν πως από το 2002 ο αντιδραστήρας έκλεισε (δυο χρόνια πριν τους ολυμπιακούς αγώνες στην Αθήνα για λόγους ασφαλείας, όπως ειπώθηκε) και από τότε δεν επαναλειτούργησε. Σήμερα, 23 χρόνια μετά, βρίσκεται στη διαδικασία αποδόμησης. Το καύσιμο ουράνιο και τα πυρηνικά απόβλητα έχουν απομακρυνθεί και επίκειται η διάλυση ολόκληρου του κτιρίου. Είναι αυτονόητο πως το προσωπικό του μετά από τόσα χρόνια δεν υπάρχει αφού το αντικείμενό τους καταργήθηκε.
— Όσον αφορά τον παράγοντα ασφάλεια;
Η εμπειρία της Φουκουσίμα δείχνει πώς η αμέλεια και η υποτίμηση των κινδύνων, για λόγους κόστους, οδηγούν σε τραγωδίες. Παρόμοιοι κίνδυνοι ισχύουν και για τους SMR, καθώς κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί το πραγματικό επίπεδο ασφάλειας πριν από τη μαζική χρήση τους. Η μελέτη Rasmussen (WASH-1400, 1975) υπολόγιζε αμελητέες πιθανότητες πυρηνικού ατυχήματος. Ωστόσο, η πραγματικότητα διέψευσε τις στατιστικές, με χαρακτηριστικά ατυχήματα σε Three Mile Island, Τσερνόμπιλ και Φουκουσίμα.
— Η πυρηνική τεχνολογία έχει δύο όψεις;
Η πυρηνική τεχνολογία δεν είναι μονοσήμαντη. Από τη μια πλευρά, έχουμε βομβαρδισμούς, αντιδραστήρες, πλουτώνιο, στρατιωτικά προγράμματα. Από την άλλη, υπάρχουν ιατρικές, βιομηχανικές, γεωργικές και πολιτιστικές εφαρμογές που ωφελούν την κοινωνία. Η διαφορά βρίσκεται στη φιλοσοφία χρήσης: όταν επιβάλλεται μαζικά, εξυπηρετεί ισχύ και κέρδος. Όταν προσφέρεται εθελοντικά στον πολίτη (π.χ. στην ιατρική), λειτουργεί προς όφελος της κοινωνίας. Οι συγκρίσεις των πυρηνικών ατυχημάτων με αεροπορικά ή με ατυχήματα από ηλεκτροπληξία είναι αντιεπιστημονικές και ανήθικες. Ένα πυρηνικό ατύχημα έχει επιπτώσεις διάρκειας αιώνων, μεγάλων εκτάσεων ραδιενεργού μόλυνσης με διεθνείς συνέπειες σε περιβάλλον και υγεία, όπως απέδειξε το Τσερνόμπιλ, και ο κύκλος τους δεν κλείνει όπως σε ένα συμβατικό ατύχημα, λόγω της μακράς διάρκειας της ραδιενέργειας. Η πυρηνική ενέργεια, παρά την υψηλή απόδοση, συνοδεύεται από τεράστιους κινδύνους, κρυφά κόστη και μακροχρόνιες εξαρτήσεις. Οι προσδοκίες για φτηνή και ασφαλή ενέργεια διαψεύστηκαν. Η κοινωνία καλείται να επιλέξει: θα επιτρέψει τη μαζική επιβολή μιας τεχνολογίας υψηλού ρίσκου ή θα αναζητήσει εναλλακτικές που υπηρετούν τον άνθρωπο και όχι το κέρδος;
— Τι γνωρίζουμε για τα πυρηνικά απόβλητα;
Ένας πυρηνικός αντιδραστήρας, μικρός ή μεγάλος, δεν λειτουργεί μόνος του. Απαιτεί ένα ολόκληρο δίκτυο βοηθητικών μονάδων, από την εξόρυξη του ουρανίου μέχρι τη διαχείριση των αποβλήτων – καθεμία με δικούς της κινδύνους και ραδιενεργά κατάλοιπα. Ο κύκλος του πυρηνικού καυσίμου υπόκειται στις πιο κάτω διαδικασίες: εξόρυξη, καθαρισμός, εμπλουτισμός, επεξεργασία-κατασκευή καυσίμου, λειτουργία και αποσυναρμολόγηση του αντιδραστήρα, επανεπεξεργασία καυσίμου έως και την τελική αποθήκευση. Ακόμη και ο ίδιος ο αντιδραστήρας, μετά τη λήξη της ζωής του (περίπου 40 χρόνια), μετατρέπεται σε ραδιενεργό απόβλητο εξαιτίας του φαινομένου της νετρονικής ενεργοποίησης των στοιχείων του. Παρόμοια κατάλοιπα συσσωρεύονται και στην παραγωγή πυρηνικών όπλων. Τα πυρηνικά απόβλητα ταξινομούνται ανάλογα με τη ραδιενέργεια που εκπέμπουν και τη διάρκεια ζωής τους και είναι το καύσιμο που έχει χρησιμοποιηθεί σε αντιδραστήρες και προϊόντα επανεπεξεργασίας, ισότοπα πλουτωνίου με πολύ υψηλή ενεργότητα, απόβλητα χαμηλής ενεργότητας και κατάλοιπα εξόρυξης. Η επικινδυνότητα των αποβλήτων εξαρτάται όχι μόνο από την ποσότητα ραδιενεργού υλικού αλλά και από τον χρόνο ημιζωής. Πολλά ισότοπα, όπως το πλουτώνιο-239 (με ημιζωή 24.000 έτη), παραμένουν ενεργά και επικίνδυνα για χιλιάδες χρόνια. Η χρήση της πυρηνικής ενέργειας κρύβει ανεξέλεγκτους και διαρκείς κινδύνους, με τεράστιο κόστος και ανυπολόγιστες περιβαλλοντικές συνέπειες. Το πυρηνικό απόβλητο δεν είναι ένα περιορισμένο τεχνικό ζήτημα αλλά ένα διαχρονικό πολιτικό, οικονομικό και ηθικό πρόβλημα που η κοινωνία οφείλει να αντιμετωπίσει με επίγνωση και αποφασιστικότητα.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.