Όταν ο Βασίλης Αλεξάκης είχε αφηγηθεί τη ζωή του στη LIFO Facebook Twitter
Άλλαξε η σχέση μου με την Αθήνα αφού αγόρασα αυτό το υπόγειο στο Κολωνάκι. Ο πατέρας μου ήθελε να αγοράσω ένα καμαράκι στην Αθήνα και επέμενε. Δεν είχε άδικο. Φωτο: Σπύρος Στάβερης/LIFO

Όταν ο Βασίλης Αλεξάκης είχε αφηγηθεί τη ζωή του στη LIFO

0

Γεννήθηκα τα Χριστούγεννα του '43. Ο πατέρας μου ήταν ηθοποιός στο Θέατρο Τέχνης, συμμετείχε μάλιστα και στην πρώτη παράσταση του θεάτρου με τον Κουν. Έπαιξαν την Αγριόπαπια του Ίψεν μαζί με τον Διαμαντόπουλο. Μετά, που δεν έβγαινε, έπιασε δουλειά σε μια ασφαλιστική εταιρεία.

• Στην Καλλιθέα οι περισσότεροι δρόμοι και η λεωφόρος Θησέως δεν ήταν ασφαλτοστρωμένοι. Ήταν έρημοι και αυτοκίνητα είχαν μόνο οι πολύ πλούσιοι. Παίζαμε μπάλα στον δρόμο και κάναμε τριπλούν στο περιθώριο της ασφάλτου, όπου μαζευόταν αρκετή άμμος από τις βροχές. Η περιοχή είχε δυο πολύ ωραία τραμ, ένα κίτρινο κι ένα πράσινο, που ανέβαιναν τη λεωφόρο Θησέως και κατέληγαν μπρoστά από την Ακαδημία Αθηνών. Εκεί κατέβαινα γιατί πήγαινα με το τραμ στο σχολείο, στη Λεόντειο, στο νούμερο 1 της οδού Σίνα, εκεί που είναι τώρα το Οφθαλμιατρείο.

Ήταν καλό σχολείο η Λεόντειος. Είχα συμμαθητές τον Βαγγέλη Παπαθανασίου -τον βοηθούσα, μάλιστα, στα μαθηματικά- και τον Λουκιανό Κηλαηδόνη, τον οποίο τον έδιωξαν γιατί ήταν ανεπίδεκτος και «φθοροποιό στοιχείο». Θυμάμαι, την ημέρα που πήρα το απολυτήριό μου, ζήτησαν να εκφωνήσω τον αποχαιρετιστήριο λόγο από τους μαθητές προς τους καθηγητές.

Αφού έβγαλα αυτό το λογύδριο, κι ενώ περίμενα να πάρω το λεωφορείο για να γυρίσω στη Νέα Φιλαδέλφεια –εκεί μέναμε τότε-, ορκίστηκα στον εαυτό μου να μην ξεχάσω ποτέ ότι, πέρα από τα θετικά και τα ευχάριστα, για μένα κατά βάση το σχολείο ήταν μια φυλακή.

Το θέμα της γλώσσας υπάρχει σε όλα μου τα βιβλία και σε όλη μου τη ζωή. Αισθανόμουν ένα βάρος. Μήπως θα ήταν φρονιμότερο για έναν συγγραφέα να έχει μια γλώσσα αντί για δύο; Η απόφαση που πήρα ήταν ότι είναι πλεονέκτημα και όχι μειονέκτημα κι ότι η ταυτότητά μου ήταν αυτή και ήταν ανοιχτή και συμπεριλάμβανε όλα τα ταξίδια που είχα κάνει, τη γέννησή μου στην Ελλάδα, την παραμονή μου στη Γαλλία. Δεν πρέπει να απλοποιούμε την ταυτότητά μας, αντίθετα να την εμπλουτίζουμε.

• Από μικρός ήθελα να γίνω συγγραφέας, απλώς είχα επίγνωση του ότι έπρεπε να βγάλω χρήματα κι έτσι διάλεξα τη δημοσιογραφία επειδή ήταν πιο κοντά στο επάγγελμα του συγγραφέα. Πήρα μια υποτροφία για να φύγω έξω. Έφυγα 17 χρόνων με καράβι από τον Πειραιά - όλοι κλαίγαμε. Αφενός σ' αυτή την ηλικία είναι κανείς μικρός, αφετέρου ήταν μεγάλο το ταξίδι – τότε ήταν μεγάλη περιπέτεια, σαν ένα παιδί 17 χρόνων να πηγαίνει στην Αυστραλία σήμερα. Τρεις μέρες ταξίδευα για να φτάσω στη Λιλ, στη βόρεια Γαλλία.

• Στη Λιλ ήταν χάλια. Μου έλειπε η Ελλάδα, η μάνα μου, ένιωθα τη μελαγχολία του μετανάστη σε βαθμό απίστευτο. Από την άλλη μεριά, δεν συμπαθούσα τους Γάλλους, κρατούσα μια απόσταση από όλους, ακόμα και από τους συμφοιτητές μου. Τότε δεν είχαμε ούτε τηλέφωνα. Πήγαινα μια φορά τον μήνα στο κεντρικό ταχυδρομείο για να πάρω την οικογένειά μου τηλέφωνο.

Έμεινα εκεί τρία χρόνια, μάλλον γιατί καταλάβαινα ότι μάθαινα πράγματα που δεν θα είχα την ευκαιρία να μάθω αλλιώς, και μάθαινα και μια γλώσσα. Το πλήρωσα πανάκριβα όμως, γιατί έχω σημαδευτεί διά βίου από αυτά τα τρία κωλοχρόνια στη Λιλ. Ήταν απελπιστικά μεγάλη η μοναξιά μου. Μετά, πήγα για λίγο στο Παρίσι να δω τι γίνεται κι άρχισα να πουλάω κάποια αρθράκια και κάποια σκίτσα σε περιοδικά.

• Γύρισα στην Ελλάδα για να πάω φαντάρος. Υπηρετούσα στην Τηλεόραση Ενόπλων Δυνάμεων - την ιστορία της θητείας μου τη διηγήθηκε εν μέρει ο Νίκος Περάκης στη Λούφα και Παραλλαγή. Ήμασταν ο Περάκης, ο Τάκης ο Γιαννόπουλος, ο μοντέρ, ο Θανάσης Αρβανίτης που είναι ηχολήπτης, ο Μανώλης Μαριδάκης που κάνει ντεκόρ, ο Δημήτρης Αυγερινός, ο σκηνοθέτης.

Πήρανε όλους εμάς που ξέραμε από τηλεόραση να δουλέψουμε. Ποιος έπαιζε εμένα στην ταινία; Θυμάσαι έναν τύπο που γράφει συνέχεια σε μια γραφομηχανή κι έχει μια ξένη γκόμενα; Ε, αυτός ήμουν. Με έπαιξε ο Γιάννης Χατζηγιάννης, που ήρθε μάλιστα εδώ να δει πώς μιλούσα και πώς κινούμαι.

• Μετά τον στρατό βρέθηκα στο Παρίσι. Ήταν αμέσως μετά τον Μάιο του '68. Βρήκα ένα Παρίσι ανθηρό, ανοιχτό, με χιούμορ και διάθεση αμφισβήτησης. Δεν είχα γνωριμίες, δεν είχα χρήματα, δεν είχα τίποτα. Με φιλοξενούσε ένας φίλος μου σ' ένα καμαράκι δύο επί δύο. Τηλεφώνησα 24 χρόνων άγνωστος στη «Monde» και τους είπα ότι θέλω να κάνω κριτική βιβλίου.

Δεν μου το έκλεισαν, με ρώτησαν μόνο τι έχω κάνει και μου έκλεισαν ραντεβού με τη διευθύντρια της ενότητας του βιβλίου της εφημερίδας. Σκέψου ότι ήμουν ένα παιδί από την Ελλάδα και η «Monde» ήταν η εγκυρότερη εφημερίδα της εποχής. Η διευθύντρια μού ζήτησε δοκιμαστικά μια κριτική 15 γραμμών για ένα βιβλίο 500 σελίδων. Ήταν ενός μεγάλου μυθιστοριογράφου και ορειβάτη που λεγόταν Roger Frison-Roche.

Μου πήρε τρεις μέρες να το γράψω, το έδωσα, δημοσιεύτηκε κι έτσι άρχισα να δουλεύω σε αυτή την εφημερίδα. Η συνεργασία μας κράτησε 20 χρόνια. Είχα την αίσθηση ότι κάθε φορά περνούσα τις εξετάσεις της ζωής μου, ότι κάθε κριτική που έγραφα ήταν και μια μάχη και ότι επρεπε να κερδίσω την επιβίωσή μου.

Υπηρετούσα στην Τηλεόραση Ενόπλων Δυνάμεων - την ιστορία της θητείας μου τη διηγήθηκε εν μέρει ο Νίκος Περάκης στη Λούφα και Παραλλαγή. Πήρανε όλους εμάς που ξέραμε από τηλεόραση να δουλέψουμε. Ποιος έπαιζε εμένα στην ταινία; Θυμάσαι έναν τύπο που γράφει συνέχεια σε μια γραφομηχανή κι έχει μια ξένη γκόμενα; Ε, αυτός ήμουν.

• Παντρεύτηκα τη γυναίκα μου που ήταν Γαλλίδα και κάναμε και δυο παιδιά. Σταμάτησα να γράφω ελληνικά. Φεύγοντας από την Ελλάδα, είχα πάρει και μια ελληνική γραφομηχανή. Την έβλεπα κλεισμένη μες στο κουτί και με στενοχωρούσε. Την έβγαζα και με έπιανε μια απίστευτη μελαγχολία, βλέποντας τα γράμματα της ελληνικής αλφαβήτου που δεν χρησιμοποιούσα πια. Ξεκίνησα να γράφω μυθιστορήματα στα γαλλικά. Το Sandwich, τα Κορίτσια του Σίτυ Μπουμ-Μπουμ, γράφτηκαν στα γαλλικά περίπου την ίδια περίοδο που γεννήθηκαν και τα παιδιά μου.

• Μου ήταν αδιανόητο να σκεφτώ ότι τα βιβλία μου θα δημοσιεύονταν στην Ελλάδα την εποχή της χούντας. Σκέψου ότι το δεύτερο μυθιστόρημά μου, Τα κορίτσια του Σίτυ Μπουμ-Μπουμ, αρχίζει με την προκλητική φράση: «Να σας πω το πρόβλημά μου... Δεν γαμάω αρκετά». Όταν έπεσε η χούντα, ήθελα σοβαρά να δω τι θα γίνει με τα ελληνικά μου.

Μετά από προσπάθεια κάποιων ετών, έγραψα το Τάλγκο, ήταν το πρώτο μου βιβλίο που έγραψα κατευθείαν στα ελληνικά. Ήταν δύσκολο, είχα ξεσυνηθίσει να γράφω ελληνικά. Το ύφος μου το είχα βρει στα γαλλικά. Χρειάστηκε να κάνω μεγάλη προσπάθεια, να διαβάσω εφημερίδες και βιβλία. Έπεσα με τα μούτρα στον Ταχτσή και στον Τσίρκα.

• Στην αρχή έγινε ένα μπέρδεμα. Δεν ξέρανε πού να με κατατάξουν. Με είχαν για Γάλλο και μετά έγραψα ένα βιβλίο στα ελληνικά. Τώρα πια γράφω και στις δυο γλώσσες. Το αποφάσισα ότι έτσι θα έκανα, ειδικά αφού έγραψα κι ένα αυτοβιογραφικό κείμενο, το Παρίσι-Αθήνα, μερικά χρόνια αργότερα.

Το θέμα της γλώσσας υπάρχει σε όλα μου τα βιβλία και σε όλη μου τη ζωή. Αλλά είχα πρόβλημα. Κανείς δεν πίστευε ότι είμαι ξένος, στις κριτικές μου έγραφαν ότι είμαι γαλλικής καταγωγής και σκεφτόμουν ότι είμαι ένας προδότης. Αισθανόμουν ένα βάρος. Μήπως να διαλέξω μια γλώσσα; Μήπως θα ήταν φρονιμότερο για έναν συγγραφέα να έχει μια γλώσσα αντί για δύο;

Η απόφαση που πήρα ήταν ότι είναι πλεονέκτημα και όχι μειονέκτημα κι ότι η ταυτότητά μου ήταν αυτή και ήταν ανοιχτή και συμπεριλάμβανε όλα τα ταξίδια που είχα κάνει, τη γέννησή μου στην Ελλάδα, την παραμονή μου στη Γαλλία. Δεν πρέπει να απλοποιούμε την ταυτότητά μας, αντίθετα να την εμπλουτίζουμε.

• Άλλαξε η σχέση μου με την Αθήνα αφού αγόρασα αυτό το υπόγειο στο Κολωνάκι. Ο πατέρας μου ήθελε να αγοράσω ένα καμαράκι στην Αθήνα και επέμενε. Δεν είχε άδικο. Με έπεισε, λέγοντάς μου: «Ξέρεις, υπάρχει και μια λεμονιά στον κήπο».

• Σκέφτομαι και γράφω και στις δυο γλώσσες. Σε ποια γλώσσα ονειρεύομαι; Εξαρτάται από τα πρόσωπα που βλέπω. Αν είναι Γάλλοι, μιλάνε γαλλικά, αν είναι Έλληνες, ελληνικά.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΑΥΤΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΙΣ 14.4.2011

Οι Αθηναίοι
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Αλεξάνδρα Λαδικού: «Η κριτική, ως επί το πλείστον, είναι κατευθυνόμενη. Μα είναι όλα επιτυχίες;»

Οι Αθηναίοι / Αλεξάνδρα Λαδικού: «Δεν νοσταλγώ τίποτα. Πέρασα και ωραία και καλά»

Ξεκίνησε από τα καλλιστεία, για μία ψήφο δεν στέφθηκε Μις Κόσμος, έπαιξε δίπλα στον Κουν, υπήρξε μούσα του Τάκη Κανελλόπουλου, αλλά κυρίως του Ανδρέα Βουτσινά. Στα 92 της ακόμα οδηγεί και παρακολουθεί θέατρο, ελπίζοντας πάντα να βρει καλά στοιχεία, ακόμα και σε κακές παραστάσεις.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Νίκος Ζιώγαλας

Μουσική / Νίκος Ζιώγαλας: «Δεν ξέρεις ποτέ πώς θα τα φέρει η ζωή, να είσαι ευγενικός, να παλεύεις για την καλοσύνη»

Aπό πολύ νωρίς, η μουσική τον χτύπησε στο δόξα πατρί, μπήκε σε αυτό το τριπ και δεν βγήκε ποτέ. «Σαν star του σινεμά», «Πάρε με απόψε πάρε με», «Βασιλική», «Βέροια, Θεσσαλονίκη, Αθήνα», «Πέρασε η μπόρα» και για πολλά ακόμα τραγούδια ευθύνεται ο τραγουδιστής και τραγουδοποιός που σήμερα αφηγείται τη ζωή του στη LifO
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
O Δημήτρης Γκιώνης, οι ένδοξες μέρες της «Ελευθεροτυπίας» και το σημερινό μιντιακό σούπερ μάρκετ

Οι Αθηναίοι / O Δημήτρης Γκιώνης, οι ένδοξες μέρες της «Ελευθεροτυπίας» και το σημερινό μιντιακό σούπερ μάρκετ

Ο 81χρονος δημοσιογράφος και συγγραφέας που για δεκαετίες διηύθηνε τις πολιτιστικές σελίδες της Ελευθεροτυπίας, αφηγείται τη συναρπαστική καριέρα του στη LiFO
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Ανδρέας Κούρκουλας: «Η μεγάλη απειλή είναι να γίνει η πόλη ένα μεγάλο ξενοδοχείο»

ADM 2025: The Urban Issue / Ανδρέας Κούρκουλας: «Η μεγάλη απειλή είναι να γίνει η πόλη ένα μεγάλο ξενοδοχείο»

Γεννήθηκε στο Χαλάνδρι, ζει στον Λυκαβηττό. Από την απόρριψη του κατεστημένου και την πίστη στη χωρική εμπειρία έως τις προκλήσεις της Αθήνας και το μέλλον των νέων δημιουργών, ο διακεκριμένος αρχιτέκτονας μιλά με πάθος για την ουσία, τις ευκαιρίες και τις πληγές της σύγχρονης πόλης.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μιχάλης Ρέππας: «Θέλω να διασκεδάζω. Πέρασα τα 65 και έχει αρχίσει να μη με νοιάζει»

Οι Αθηναίοι / Μιχάλης Ρέππας: «Θέλω να διασκεδάζω. Πέρασα τα 65 και έχει αρχίσει να μη με νοιάζει»

«Τρεις Χάριτες», «Βίρα τις Άγκυρες», «Δις εξαμαρτείν», «Safe Sex», «Το Κλάμα βγήκε από τον Παράδεισο», «Μπαμπάδες με ρούμι». Λίγοι μας έχουν κάνει να γελάσουμε τόσο τα τελευταία 30 χρόνια όσο ο Μιχάλης Ρέππας. Ο ηθοποιός, συγγραφέας και σκηνοθέτης που εξαιτίας του «το Τζέλα Δέλτα δεν είχε φουγάρα» αφηγείται τη ζωή του στη LifO.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Βασίλης Λαμπρινουδάκης: Ο αρχαιολόγος πίσω από το νέο μουσείο της Επιδαύρου

Οι Αθηναίοι / Βασίλης Λαμπρινουδάκης: Ο αρχαιολόγος πίσω από το νέο μουσείο της Επιδαύρου

Από τις ανασκαφές στην Επίδαυρο και τη Νάξο, ο ομότιμος καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας αφηγείται μια ζωή αφιερωμένη στην ανάδειξη της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Και όπως λέει, το πιο πολύτιμο εύρημα δεν ήταν αρχαιολογικό – ήταν η γυναίκα του.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Fotis Benardo: «Εξάγουμε πολιτισμό, αλλά στην Ελλάδα δεν μας το αναγνωρίζουν»

Μουσική / Fotis Benardo: «Κανένα ΑΙ δεν μπορεί να εκφράσει αυτά που νιώθω, ούτε αυτά που έχω περάσει»

Είναι ο ντράμερ των Nightfall. Έκανε τη μουσική όχημα για τα ταξιδέψει σε ολόκληρο τον κόσμο. Μοιράστηκε τη σκηνή με θρύλους της μουσικής όπως οι Black Sabbath, οι Iron Maiden οι Kiss και οι Motorhead. Πιστεύει πολύ στη νέα μουσική σκηνή της Ελλάδας και ότι ο άνθρωπος θέλει άνθρωπο και όχι ΑΙ. Είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
M. HULOT
ΕΠΕΞ Ελένη Σαράντη

Γεύση / Ελένη Σαράντη: «Κυνήγησα πράγματα που τελικά δεν είχαν σημασία»

Μετά από μια δύσκολη στιγμή, κατάλαβε πως η μόνη επιβράβευση που μετρά δεν είναι τα αστέρια, αλλά το “φάγαμε καταπληκτικά”. Όταν την αποκαλούν σεφ, απαντά απλά: «Εγώ μαγειρεύω». Η υπερήφανη μαγείρισσα που προκαλεί ουρές στην οδό Σαλαμίνος, στον Κεραμεικό, είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Eddie Dark: «Γράφω μουσική επειδή έχω σιχαθεί τα πάντα»

Μουσική / Eddie Dark: «Γράφω μουσική επειδή έχω σιχαθεί τα πάντα»

Από μικρός ένιωθε αποσυνάγωγος. Πιστεύει ότι τα κόμικς είναι η μόνη μορφή τέχνης που είναι τελείως αφιλτράριστη και πιστεύει ότι η γενιά του θα μείνει στην ιστορία ως η γενιά που έχασε τα καλά πράγματα στο τσακ. Ο μουσικός Eddie Dark είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
M. HULOT
Κώστας Σπαθαράκης, εκδότης.

Κώστας Σπαθαράκης / Κώστας Σπαθαράκης: «Δεν έχουμε αφηγήσεις για τις ερωτικές μας σχέσεις, για τα νιάτα μας»

Για τον άνθρωπο πίσω από τις εκδόσεις αντίποδες, το μεγαλύτερο όφελος ήταν ότι, ενώ του άρεσε να είναι χωμένος μέσα στα βιβλία – μια μοναχική και ίσως ναρκισσιστική συνήθεια –, στην πορεία έμαθε να τη μετατρέπει σε εργαλείο κοινωνικότητας και επαφής με τους γύρω του.
M. HULOT
Μαρία Κωνσταντάρου: «Ερωτεύτηκα αληθινά στα 58»

Οι Αθηναίοι / Μαρία Κωνσταντάρου: «Δεν παίζω πια γιατί δεν υπάρχουν ρόλοι για την ηλικία μου»

Μεγάλωσε χωρίς τη μάνα της, φώναζε «μαμά» μια θεία της, θυμάται ακόμα τις παιδικές της βόλτες στον βασιλικό κήπο. Όταν είπε πως θέλει να γίνει ηθοποιός, ο πατέρας της είπε «θα σε σφάξω». Η αγαπημένη ηθοποιός που έπαιξε σε μερικές από τις σημαντικότερες θεατρικές παραστάσεις αλλά και ταινίες της εποχής της είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τζόυς Ευείδη

Οι Αθηναίοι / Τζόυς Ευείδη: «Φαίνομαι πολύ κουλ; Μπα, ρόλος είναι»

Αν της είχαν κάνει στο θέατρο όσες επαγγελματικές προτάσεις είχε ως σερβιτόρα, θα ήταν η Βουγιουκλάκη – όπως λέει. Κι αν και συχνά αυτολογοκρίνεται, δεν κρύβεται πίσω από τις λέξεις. Είναι μια αγαπητή κωμική ηθοποιός, που κάποτε ήθελε να παίξει δραματικούς ρόλους. Και είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
ΕΠΕΞ ΧΛΟΗ ΟΜΠΟΛΕΝΣΚΙ: Σκηνογράφος-ενδυματολόγος του θεάτρου και της όπερας

Οι Αθηναίοι / Χλόη Ομπολένσκι: «Τι είναι ένα θεατρικό έργο; Οι δυνατότητες που δίνει στους ηθοποιούς»

Ξεκίνησε την καριέρα της ως βοηθός της Λίλα ντε Νόμπιλι, υπήρξε φίλη του Γιάννη Τσαρούχη, συνεργάστηκε με τον Κάρολο Κουν και τον Λευτέρη Βογιατζή, δούλεψε με τον Φράνκο Τζεφιρέλι και, για περισσότερο από 20 χρόνια, με τον Πίτερ Μπρουκ. Η διεθνούς φήμης σκηνογράφος και ενδυματολόγος Χλόη Ομπολένσκι υπογράφει τα σκηνικά και τα κοστούμια στην «Τουραντότ» του Πουτσίνι και αφηγείται τη ζωή της στη LiFO.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Κατερίνα Βαγενά: «Δεν καταλαβαίνω γιατί φερόμαστε λες και το να μεγαλώνεις είναι αρρώστια»

Οι Αθηναίοι / «Δεν έκανα την Κιμωλία για τα λεφτά αλλά για να δείξω αυτό που είμαι»

Eίναι η ιδιοκτήτρια της Κιμωλίας, του art café που έγινε σημείο αναφοράς στην Πλάκα. Δηλώνει αυτοδίδακτη στα πάντα και πιστεύει στη δύναμη των ανθρώπων να ξαναγεννιούνται. Η Κατερίνα Βαγενά είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΛΑΣΚΑΡΙΝΑ ΛΙΑΚΑΚΟΥ
Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Οι Αθηναίοι / Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Η εκτέλεση του Μπελογιάννη τον έκανε αριστερό. Η αυτοκτονία του Νίκου Πουλαντζά, μπροστά στα μάτια του, τον καθόρισε. Ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, ένας από τους σημαντικότερους διανοούμενους της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, αφηγείται το προσωπικό του ταξίδι και την πνευματική περιπέτεια μιας ολόκληρης εποχής, από τη διανόηση του Παρισιού μέχρι τους δρόμους της πολιτικής και τις αίθουσες των πανεπιστημίων.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Γκίκας Ξενάκης

Γκίκας Ξενάκης / «Έχω κάνει λάθη – δούλεψα πολύ με τον εαυτό μου για να τους σέβομαι όλους στην κουζίνα»

Μεγαλώνοντας στη Θήβα, αγάπησε το φρέσκο ψάρι, τα άγρια χόρτα και τις ταπεινές συνταγές. Αν και είχε αρχικά πολύ κακή εικόνα για τους μάγειρες, εξελίχθηκε σε σεφ για τον οποίο –όπως είπε ο Επίκουρος– μπορούσε να καταλάβει κανείς ένα πιάτο του με κλειστά τα μάτια. Ο «τιμονιέρης» της κουζίνας του Aleria, Γκίκας Ξενάκης, είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Γιώργος Βότσης: «Κάποτε δεν χρειαζόταν να δώσεις ορισμό για το τι εστί αναρχικός»

Οι Αθηναίοι / Γιώργος Βότσης: «Κάποτε δεν χρειαζόταν να δώσεις ορισμό για το τι εστί αναρχικός»

Για τις Αρχές ήταν «τρομοκράτης» και «αρχηγός» της 17Ν, ενώ για την Αριστερά «προβοκάτορας». Σήμερα δηλώνει αντιστασιακός εκ φύσεως και πιστεύει ότι η «Ελευθεροτυπία» της δικής του εποχής δεν μπορεί να ξαναβγεί. Ο θρυλικός δημοσιογράφος αφηγείται την πολυτάραχη ζωή του.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Εβελίνα Παπούλια: «Δεν μου χαρίστηκε τίποτα»

Oι Αθηναίοι / Εβελίνα Παπούλια: «Δεν μου χαρίστηκε τίποτα»

«Μην παίξεις ποτέ κωμωδία», της είχαν πει, αλλά τελικά το ευρύ κοινό τη λάτρεψε ως Μαρίνα Κουντουράτου. Όταν αποφάσισε να ερμηνεύσει τον ρόλο μιας τρανς γυναίκας, της είπαν «θα καταστραφείς». Ήταν πάντα τολμηρή και άφοβη. Και είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Η Ελλάδα που πρωτοείδα ήταν βουτηγμένη στη φτώχεια» ή «Γνώρισα/πρόλαβα μια Ελλάδα ανέγγιχτη και αναλλοίωτη». ή «Οι άνθρωποι στα νησιά δεν γνώριζαν καν τι σημαίνει τουρίστας»

Οι Αθηναίοι / «Τώρα η γλώσσα του Οδυσσέα είναι η γλώσσα μου. Και το Αιγαίο είναι η θάλασσά μου»

Γεννημένος στο Σικάγο, η αληθινή αλλαγή στη ζωή του ήρθε όταν ταξίδεψε για πρώτη φορά στα ελληνικά νησιά και την Αθήνα το 1954. Αποτύπωσε φωτογραφικά «τα χρόνια της ελπίδας σε μια Ελλάδα ανέγγιχτη και αναλλοίωτη». Σήμερα, εκφράζει την ανησυχία του για τα όμορφα τοπία της και τις γειτονιές, όπως η Πλάκα, που «είναι γεμάτες από καταστήματα με σουβενίρ». Ο φιλέλληνας φωτογράφος Ρόμπερτ Μακέιμπ είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ