ΤΑ ΑΠΟΚΟΣΜΑ ΕΚΜΑΓΕΙΑ των θυμάτων της έκρηξης του Βεζούβιου το 79 μ.Χ. σκιαγραφούν μια ερημική εικόνα της καταστροφής που προκάλεσε το ηφαίστειο στις αρχαίες πόλεις κοντά στη σημερινή Νάπολη. Η Πομπηία μετατράπηκε σε μια χρονοκάψουλα 2.000 ετών, όταν η πόλη καλύφθηκε από στρώματα τέφρας και πυροκλαστικών ροών. Τους τελευταίους δύο αιώνες, οι αρχαιολόγοι έχουν σταδιακά «ξεσκεπάσει» την Πομπηία και το γειτονικό Ερκολάνο (Herculaneum), εντοπίζοντας καθημερινά κατάλοιπα της ρωμαϊκής τέχνης, αρχιτεκτονικής και διατροφής. Ωστόσο, λιγότερη προσοχή έχει δοθεί στα αντικείμενα που λείπουν από τις πόλεις, και στους ανθρώπους που τα μετέφεραν καθώς διέφευγαν από την καταστροφική ισχύ του Βεζούβιου.
«Στην Πομπηία έχουν βρεθεί τόσo πολλά πράγματα… Δεν μπορείτε καν να φανταστείτε όλα τα αντικείμενα που έχουν ανασυρθεί. Έχω βρεθεί στις αποθήκες και έχω βρει δεκάδες χιλιάδες χάλκινα αντικείμενα. Είναι απλώς εκπληκτικό».
Ο Στίβεν Τακ, καθηγητής κλασικών σπουδών στο Πανεπιστήμιο Μαϊάμι του Οχάιο, χρησιμοποίησε ιστορικά και αρχαιολογικά δεδομένα για να ανακαλύψει τα ίχνη των ανθρώπων που ξανάρχισαν τη ζωή τους και επανίδρυσαν τις κοινότητές τους μετά τη διαφυγή τους από τον Βεζούβιο. Στο νέο του βιβλίο που έχει τίτλο Escape from Pompeii: The Great eruption of Mount Vesuvius and its survivors (Απόδραση από τον Πομπηία: Η μεγάλη έκρηξη του Βεζούβιου και οι επιζώντες) θέτει νέα ερωτήματα σχετικά με την Πομπηία και εξετάζοντας με καινοτόμους τρόπους τα στοιχεία, το Escape from Pompeii αποδεικνύει την επιβίωση πολλών κατοίκων της μετά την έκρηξη. Ρίχνει επίσης νέο φως στη ζωή τους, πριν και μετά την έκρηξη, και προσφέρει νέα συμπεράσματα σχετικά με τον ρωμαϊκό κόσμο και την ανταπόκρισή του σε απίστευτα δεινά.

«Συνειδητοποίησα ότι κανείς δεν είχε γράψει για τους διασωθέντες, εν μέρει επειδή κανείς δεν μπορούσε να βρει έναν τρόπο να ανακαλύψει αυτούς τους ανθρώπους», λέει ο Στίβεν Τακ μιλώντας για το βιβλίο του στο Live Science. «Μου πήρε χρόνια να βρω μια μεθοδολογία, μέσω της ταυτοποίησης ονομάτων και περιουσιακών στοιχείων, για να αποδείξω ότι πολλοί άνθρωποι έφυγαν, στη συνέχεια να βρω πού πήγαν και μετά να μπορέσω να κάνω κάποιες ερωτήσεις γι' αυτούς. Έχουμε αυτές τις υπέροχες επιστολές του Πλινίου του Νεότερου, ο οποίος βρισκόταν γύρω στα 60 χιλιόμετρα βόρεια του ηφαιστείου και παρακολουθούσε τα γεγονότα να εκτυλίσσονται, που μας λένε ότι η έκρηξη ξεκίνησε περίπου στη μία το μεσημέρι, με το πάνω μισό του βουνού να εκτοξεύεται στον ουρανό. Στη συνέχεια, καθώς η βαρύτητα υπερισχύει της δύναμης της έκρηξης, η τέφρα άρχισε να πέφτουν. Αυτή η φάση διήρκεσε περίπου 18 ώρες. Ξεκίνησε αργά και στη συνέχεια εντάθηκε καθώς το εκρηκτικό υλικό κατέβαινε. Έτσι, για τις πρώτες 18 ώρες υπάρχει μεγάλη ποσότητα τέφρας και ελαφρόπετρας που αρχίζει να συσσωρεύεται σε περιοχές όπως η Πομπηία που βρίσκονται νοτιοανατολικά του ηφαιστείου, επειδή οι άνεμοι την ωθούν προς αυτή την κατεύθυνση».

«Στο Ερκολάνο όμως, η αδελφή πόλη της Πομπηίας, που βρίσκεται δυτικά του ηφαιστείου, δεν πήγε σχεδόν καθόλου τέφρα και ελαφρόπετρα. Από τη μία το μεσημέρι μέχρι τις 6 ή 7 το επόμενο πρωί μόνο λίγη τέφρα έπεσε στην πόλη. Έπρεπε βεβαίως οι κάτοικοί του να αντιμετωπίσουν τους πολλούς σεισμούς κατά τη διάρκεια της έκρηξης, είχαν όμως περίπου 18 ώρες στη διάθεσή τους για να φύγουν πριν από την τρίτη έκρηξη, η οποία κατέστρεψε ολοσχερώς την πόλη. Λίγες ώρες αργότερα, μια τέταρτη έκρηξη ισοπέδωσε την Πομπηία. Ο Πλίνιος ο Νεότερος μας λέει επίσης ότι ο θείος του είδε την έκρηξη από τη βίλα τους και αρχικά σχεδίαζε να πάει να την ερευνήσει ως επιστημονικό φαινόμενο, μέχρι που έλαβε ένα μήνυμα ότι κάποιοι χρειάζονταν διάσωση. Έτσι ξεκίνησε μια μαζική επιχείρηση διάσωσης εκ μέρους του κράτους με τον βασικό κορμό του ρωμαϊκού στόλου».

«Στην Πομπηία έχουν βρεθεί τόσο πολλά πράγματα… Δεν μπορείτε καν να φανταστείτε όλα τα αντικείμενα που έχουν ανασυρθεί. Έχω βρει στις αποθήκες δεκάδες χιλιάδες χάλκινα αντικείμενα. Είναι απλά εκπληκτικό. Αλλά όταν αρχίζει κανείς να μελετά τον χώρο, διαπιστώνει ότι πολλά πράγματα δεν βρίσκονται στη θέση τους. Για παράδειγμα, σχεδόν κάθε σπίτι και εμπορικό κτίριο είχε έναν βωμό αφιερωμένο στους θεούς – στους θεούς του σπιτιού ή στους θεούς της επιχείρησης. Σύμφωνα με τις μετρήσεις μου, υπήρχαν τουλάχιστον 738 βωμοί σε σπίτια και καταστήματα. Αντικείμενα όμως βρέθηκαν μόνο σε 18 από αυτά. Αυτό σημαίνει ότι σχεδόν το 98% των βωμών είναι άδειοι. Κάποια από αυτά τα αντικείμενα –συνήθως αγαλματίδια των θεών– έχουν βρεθεί στα σώματα ανθρώπων που ανακαλύφθηκαν κοντά στις πύλες της Πομπηίας. Άλλοι τα πήραν μαζί τους φεύγοντας».

«Εξετάζοντας τα στοιχεία για τα πράγματα που οι άνθρωποι ήθελαν να πάρουν μαζί τους, συνειδητοποιείς ότι είχαν πράγματι χρόνο να πάρουν μαζί τους αντικείμενα αξίας, αντικειμενικής ή προσωπικής, όπως τα οικιακά τους ειδώλια, και να βρουν μέσα μεταφοράς για τη διαφυγή τους. Τα πλεούμενα, τα άλογα, τα μουλάρια και τα γαϊδούρια έχουν εξαφανιστεί. Ο Πλίνιος μας λέει ότι όταν άρχισε να πέφτει η τέφρα και η ορατότητα έγινε εξαιρετικά δυσχερής, οι άνθρωποι περιπλανιούνταν στους δρόμους φωνάζοντας τις οικογένειές τους – οι άνδρες τις γυναίκες τους και οι γυναίκες τα παιδιά τους. Υποψιάζομαι ότι η συντριπτική πλειονότητα των κατοίκων κατάφερε να ξεφύγει, επειδή στην πραγματικότητα έχουμε πολύ λίγα λείψανα: 1.200 στην Πομπηία και 300 στο Ερκολάνο, που δεν είναι πολλά, δεδομένου ότι ο συνολικός πληθυσμός των δύο πόλεων ήταν πιθανότατα γύρω στα 40.000 άτομα».
Με στοιχεία από το Live Science