«Χαμένοι στη μετάφραση», είκοσι χρόνια μετά

Το «Χαμένοι στη Μετάφραση» της Σοφία Κόπολα έγινε 20 χρονών Facebook Twitter
Η αίσθηση που θέλει να μεταδώσει το «Χαμένοι στη Μετάφραση» είναι εκείνη της μοναξιάς, του μη ανήκειν, αλλά και της λαχτάρας για την καταπολέμησή τους, της επιγενόμενης ανάγκης να (επι)κοινωνηθούν αυτά τα συναισθήματα.
0

Σαν σήμερα πριν από είκοσι χρόνια έκανε την πρεμιέρα τoυ στο φεστιβάλ του Telluride το «Χαμένοι στη μετάφραση» της Σοφία Κόπολα. Η ταινία έκανε τον γύρο των φεστιβάλ, αποσπώντας θετικές κριτικές, προβλήθηκε και στο διαγωνιστικό πρόγραμμα των Νυχτών Πρεμιέρας, και μάλιστα απέσπασε  την πρώτη Χρυσή Αθηνά στην ιστορία του αθηναϊκού φεστιβάλ – εκείνη τη χρονιά καθιερώθηκε το βραβείο.

Λίγοι περίμεναν ότι η ταινία θα έφτανε μέχρι τα Όσκαρ, φεύγοντας με εκείνο του Πρωτότυπου Σεναρίου, και μάλλον κανείς δεν φανταζόταν ότι θα χτυπούσε την ευαίσθητη χορδή τόσων σινεφίλ και ότι η αγάπη των τελευταίων γι’ αυτή θα θέριευε μέσα στα χρόνια, ούτε ότι θα έφτανε να αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του κινηματογραφικού κανόνα του 21ου αιώνα.

Η Σοφία Κόπολα είχε ήδη κερδίσει τον πρώτο γύρο απέναντι στους δύσπιστους, για τους οποίους ήταν μέχρι τότε το «κορίτσι του μπαμπά», ένα «nepo baby», όπως θα λέγαμε σήμερα, και η «πηγή της καταστροφής» του «Νονού 3». Αυτή η πρώτη νίκη της ήρθε χάρη στις «Αυτόχειρες Παρθένους», την κινηματογραφική μεταφορά του ομώνυμου μυθιστορήματος του Τζέφρι Ευγενίδη. Στο πρωτογενές υλικό υπάρχει μια δριμεία κριτική του αμερικανικού συντηρητισμού, οι φορείς του οποίου καταπνίγουν την πρωτοβουλία και την ιδιαιτερότητα, και όταν αναπόφευκτα συμβαίνει η τραγωδία, την αποδίδουν σε εξωγενή «πειρασμό», σε «ατυχές περιστατικό», στην «ατομική ευθύνη».

Για τη «δύσκολη» δεύτερη ταινία της λοιπόν –τη λέμε δύσκολη επειδή o εκάστοτε σκηνοθέτης καλείται να αποδείξει ότι δεν στάθηκε τυχερός την πρώτη φορά– η σχεδόν τριαντάχρονη τότε δημιουργός άντλησε έμπνευση από προσωπικά της βιώματα. Τον καιρό μετά τον «Νονό», όταν έψαχνε ακόμα τι «θα γίνει όταν μεγαλώσει», μετακόμισε στο Τόκιο και αυτή η εμπειρία της στάθηκε αφορμή για να προχωρήσει στη συγγραφή του σεναρίου που θα γινόταν το «Χαμένοι στη μετάφραση».

Η Κόπολα ιχνηλατεί την ευθεία γραμμή που ενώνει τις πέντε αδελφές Λίσμπον, αφουγκράζεται τη μελαγχολία τους, αναθέτοντας στους Air να κεντήσουν αρμοστά γλυκόπικρες indie συνθέσεις, και αναδεικνύει μέσω των κάδρων και του τόνου αυτό που δυσκολεύονται να κατανοήσουν οι ενήλικες, πια, αρσενικοί αφηγητές. Αν θες να ανακαλύψεις τον συνδετικό κρίκο μεταξύ του ντεμπούτου και της δεύτερης ταινίας της, θα τον εντοπίσεις ακριβώς σε αυτή την αδυναμία των τελευταίων να «μεταφράσουν» τις αδερφές Λίσμπον.

Το «Χαμένοι στη Μετάφραση» της Σοφία Κόπολα έγινε 20 χρονών Facebook Twitter
Την εποχή μετά τον «Νονό», όταν έψαχνε ακόμα τι «θα γίνει όταν μεγαλώσει», μετακόμισε στο Τόκιο και αυτή η εμπειρία της στάθηκε αφορμή για να προχωρήσει στη συγγραφή του σεναρίου που θα γινόταν το «Χαμένοι στη μετάφραση».

Για τη «δύσκολη» δεύτερη ταινία της λοιπόν –τη λέμε δύσκολη επειδή o εκάστοτε σκηνοθέτης καλείται να αποδείξει ότι δεν στάθηκε τυχερός την πρώτη φορά– η σχεδόν τριαντάχρονη τότε δημιουργός άντλησε έμπνευση από προσωπικά της βιώματα. Την εποχή μετά τον «Νονό», όταν έψαχνε ακόμα «τι θα γίνει όταν μεγαλώσει», μετακόμισε στο Τόκιο και αυτή η εμπειρία της στάθηκε αφορμή για να προχωρήσει στη συγγραφή του σεναρίου που θα γινόταν το «Χαμένοι στη μετάφραση». Ο ένας κεντρικός χαρακτήρας του σεναρίου είναι μια γυναίκα που διανύει την τρίτη δεκαετία της ζωής της και, σωστά μαντέψατε, ακόμα δεν ξέρει τι θα γίνει όταν μεγαλώσει.

Έχει ακολουθήσει τον φωτογράφο σύζυγό της στο Τόκιο για μια πολυήμερη φωτογράφισή του και περνά την περισσότερη μέρα μόνη της. Ο δεύτερος χαρακτήρας είναι ένας μεσήλικας χολιγουντιανός σταρ, παντρεμένος, σε κρίση ηλικίας, που βρίσκεται εκεί για να βγάλει πολλά και γρήγορα λεφτά διαφημίζοντας το γιαπωνέζικο ουίσκι Suntory – fun fact: μια τέτοια διαφήμιση είχε κάνει και ο πατέρας της με τον Κουροσάβα στα '80s.

Για τον ρόλο του δεύτερου η Κόπολα επέλεξε τον Μπιλ Μάρεϊ, τον οποίο πολιορκούσε ασφυκτικά για έναν χρόνο, καθώς δεν μπορούσε να φανταστεί άλλον στη θέση του. Ο θρύλος, μάλιστα, θέλει τον Μπιλ Μάρεϊ να συμφωνεί προφορικά όταν τελικά συναντήθηκαν από κοντά, αλλά να μην έχει υπογράψει συμβόλαιο, με αποτέλεσμα η παραγωγή να έχει μεταφερθεί στο Τόκιο, τα γυρίσματα να είναι έτοιμα να ξεκινήσουν και η Κόπολα να περιμένει ανήσυχη μέχρι τελευταία στιγμή, φοβούμενη ότι ο Αμερικανός σταρ τελικά δεν θα εμφανιστεί. Στον ρόλο της πρώτης, που ως ένα σημείο αποτελεί και avatar της ίδιας, επέλεξε την ανερχόμενη τότε Σκάρλετ Γιόχανσον. Και έπεσε διάνα, δεν μπορείς να φανταστείς άλλους ηθοποιούς στη θέση των δυο τους.

Το «Χαμένοι στη Μετάφραση» της Σοφία Κόπολα έγινε 20 χρονών Facebook Twitter
Κατά το πρώτο ημίωρο η Κόπολα μας συστήνει την κατάσταση των χαρακτήρων και την αδυναμία τους να ενσωματωθούν σε μια ξένη πόλη, να συγχρονιστούν με τους ρυθμούς της, να κατανοήσουν την κουλτούρα της.

Ο ακόμα άγουρος μαγνητισμός της Σκάρλετ και τα ενστικτώδη ερμηνευτικά τικ δείχνουν έναν άνθρωπο μη κατασταλαγμένο, αποπροσανατολισμένο, αλλά πρόθυμο να αρπάξει τη ζωή από τα κέρατα με την πρώτη ευκαιρία – μόνο που δεν ξέρει πότε και πώς. Το πολυκαιρισμένο πρόσωπο και το κουρασμένο, πλην με σπινθηροβόλες εξάρσεις βλέμμα του Μπιλ Μάρεϊ δεν αναπαριστούν απλά αλλά μεταφέρουν σχεδόν βιωματικά την κρίση ηλικίας, μα και τη θέληση για έξοδο από αυτή, χώρια που οι αυτοσχεδιαστικές του ικανότητες αναβαθμίζουν τα κωμικά επεισόδια, χωρίς τα οποία θα ήταν αδύνατη η μετάδοση της αίσθησης της χαρμολύπης – ή, τουλάχιστον, του πρώτου συνθετικού της.

Δεν χρησιμοποιήσαμε τυχαία τη λέξη «αίσθηση». Βλέπεις, υπάρχουν κλασικές αφηγηματικές ταινίες, με σφιχτοδεμένη πλοκή, που θέλουν να αφηγηθούν μια ιστορία με αρχή, μέση και τέλος, υπάρχουν δράματα χαρακτήρα, υπάρχουν ταινίες δοκιμιακού τύπου, που επιβεβαιώνουν τη θεωρία της επονομαζόμενης κάμερας-στιλό και, έπειτα, υπάρχουν και ταινίες που επιχειρούν να μεταδώσουν κινηματογραφικά μια αίσθηση, ταινίες που απευθύνονται πρωτίστως στο θυμικό.

Το «Χαμένοι στη μετάφραση» ανήκει σε αυτές τις τελευταίες και η αίσθηση που θέλει να μεταδώσει είναι εκείνη της μοναξιάς, του μη ανήκειν αλλά και της λαχτάρας για την καταπολέμησή τους, της επιγενόμενης ανάγκης να (επι)κοινωνηθούν αυτά τα συναισθήματα. Το διαχρονικά viral αρχικό πλάνο με το ροζ see-through εσώρουχο της Γιόχανσον δεν αποτελεί απλώς ένα φετιχιστικό κάδρο, μας πληροφορεί με το καλημέρα ότι η επιθυμία της ηρωίδας να αποκαλυφθεί, να φανερωθεί το εσωτερικό της, έχει γίνει επιτακτική.

Το «Χαμένοι στη Μετάφραση» της Σοφία Κόπολα έγινε 20 χρονών Facebook Twitter
Το διαχρονικά viral αρχικό πλάνο με το ροζ see-through εσώρουχο της Γιόχανσον δεν αποτελεί απλώς ένα φετιχιστικό κάδρο. Η λειτουργία του είναι να μας πληροφορήσει με το καλημέρα ότι η επιθυμία της ηρωίδας να αποκαλυφθεί, να φανερωθεί το εσωτερικό της, έχει γίνει επιτακτική.

Κατά το πρώτο ημίωρο η Κόπολα μας συστήνει την κατάσταση των χαρακτήρων και την αδυναμία τους να ενσωματωθούν σε μια ξένη πόλη, να συγχρονιστούν με τους ρυθμούς της, να κατανοήσουν την κουλτούρα της. Οι neon φωτισμοί του Τόκιο μοιάζουν γοητευτικοί, πλην αφιλόξενοι. Το κεφάλι του Μπιλ Μάρεϊ ξεχωρίζει λόγω ύψους μέσα στο ασανσέρ, το μέρος όπου οι δυο χαρακτήρες θα βρεθούν για πρώτη φορά στο ίδιο πλάνο, αν και η γνωριμία τους θα έρθει αργότερα, στο 31ο λεπτό. Αυτό που θα αναπτυχθεί μεταξύ τους στη συνέχεια δεν είναι ακριβώς μια ερωτική σχέση, αν και ο ερωτισμός υφέρπει και από ένα σημείο κι έπειτα γίνεται έκδηλος.

Θα δεις την ταινία να μνημονεύεται από μερικούς ως μια σημαντική προσθήκη στα «καταραμένα ρομάντζα» του σινεμά, μα στην πραγματικότητα αυτή η σύντομη συνάντηση ανάμεσα στη Σάρλοτ και στον Μπομπ Χάρις δεν αποτελεί μια μικρή ερωτική ιστορία που, όπως συμβαίνει συνήθως, έπεσε θύμα κακού timing. Η γνωριμία τους έρχεται ακριβώς στο σωστό timing, καθώς αυτό που αναζητούν αμφότεροι είναι η επικοινωνία, θέλουν να «μεταφράσουν» τον άλλο και να «μεταφραστούν» οι ίδιοι.

Το «Χαμένοι στη Μετάφραση» της Σοφία Κόπολα έγινε 20 χρονών Facebook Twitter
Το κεφάλι του Μπιλ Μάρεϊ ξεχωρίζει λόγω ύψους μέσα στο ασανσέρ, το μέρος όπου οι δυο χαρακτήρες θα βρεθούν για πρώτη φορά στο ίδιο πλάνο, αν και η γνωριμία τους θα έρθει αργότερα, στο 31ο λεπτό.

Και, φυσικά, επικοινωνία δεν είναι μόνο η γλώσσα. Επικοινωνία μπορεί να είναι μια εμφατική σιωπή στο ασανσέρ. Ένα βλέμμα όλο νόημα την ώρα που επιχειρείς να τα φέρεις βόλτα με το «More than this» των Roxy Music στο karaoke – δύσκολο εγχείρημα. Θα μπορούσε να έχει επιλεγεί οποιοδήποτε άλλο τραγούδι για τη σκηνή, μα έπρεπε να είναι αυτό, ένας ύμνος στην ακαταμάχητη σαγήνη της στιγμής – «more than this, you know there’s nothing, more than this, tell me one thing», λέει το δίστιχο. Επικοινωνία μπορεί να είναι μια αλά nouvelle vague απόδραση με τα χέρια πιασμένα, μέσα από arcade θαλάμους και φλιπεράκια και τα συριστικά μπλιμπλίκια τους και κατεύθυνση μια νυχτερινή αστική θάλασσα από αυτοκίνητα και φθορίζοντες φωτισμούς.

Μπορεί να είναι μια από κοινού παρακολούθηση της φελινικής «Ντόλτσε Βίτα» στο δωμάτιο ενός ξενοδοχείου, έστω και με γιαπωνέζικους υπότιτλους – λίγα πράγματα είναι πιο ρομαντικά από το να μοιράζεσαι μια ταινία με κάποιον. Μπορεί, τέλος, να είναι και ένα φευγαλέο, αμήχανο φιλί που αμφιταλαντεύτηκε μεταξύ μάγουλου και στόματος, μεταξύ κενού και αποβάθρας. Και, φυσικά, μια αγκαλιά κι ένας ψίθυρος στο πλήθος.

Το «Χαμένοι στη Μετάφραση» της Σοφία Κόπολα έγινε 20 χρονών Facebook Twitter
Πολύ μελάνι χύθηκε γι' αυτό το περιβόητο στιγμιότυπο λίγο πριν από το τέλος, όπου δεν ακούγεται τι ψιθυρίζει στο αυτί της Γιόχανσον ο Μπιλ Μάρεϊ.

Πολύ μελάνι χύθηκε γι' αυτό το περιβόητο στιγμιότυπο λίγο πριν από το τέλος, όπου δεν ακούγεται τι ψιθυρίζει στο αυτί της Γιόχανσον ο Μπιλ Μάρεϊ. Αν διαβάσεις την ιστορία πίσω από αυτή την ιδέα, θα ανακαλύψεις ότι προέκυψε μεταγενέστερα, στο δωμάτιο του μοντάζ. Κάποιοι προσπάθησαν (και τα κατάφεραν) να απομονώσουν και να βελτιώσουν τον ήχο και να αποκαλύψουν το μυστικό, κάποιοι το θεώρησαν εξαρχής μια εξυπνάδα, ένα ανούσιο αίνιγμα με στόχο να προκαλέσει συζητήσεις και να εξασφαλίσει τη συνέχεια της ταινίας μετά το πέρας της προβολής.

Θα μας επιτρέψετε να πάρουμε τις αποστάσεις μας και από τους μεν και από τους δε. Στα μάτια μας, ό,τι κι αν ειπώθηκε μεταξύ των δύο ηρώων, δεν προορίζεται για τα αδιάκριτα αυτιά μας. Ίσως επειδή κάποια πράγματα (πρέπει να) λέγονται μόνο σε εκείνον που μπόρεσε να τα ξεκλειδώσει, αλλιώς καλύτερα να ειπωθούν στην τρύπα ενός πέτρινου μνημείου και να αφεθούν να χορταριάσουν, όπως στο «In the mood for love» του Γουόνγκ Καρ Βάι. Το μυστικό ανήκει στη Σάρλοτ και στον Μπομπ και το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε γι’ αυτούς είναι να το αφήσουμε αμετάφραστο, να τους χαρίσουμε αυτήν τη στιγμή ιδιωτικότητας και οικειότητας – διαφορετικά θα σήμαινε ότι όλη αυτή την ώρα δεν τους είχαμε «μεταφράσει» σωστά.

Δεν έχουμε ιδέα τι απέγιναν οι δυο ήρωες μετά το τέλος της ταινίας, αν ξαναβρέθηκαν ποτέ, αν είναι μαζί, αν είναι χώρια, δεν ξέρουμε τι δουλειά κάνει η Σάρλοτ ή αν το χαλί στο γραφείο του Μπομπ έχει χρώμα βουργουνδί. Ξέρουμε μόνο ότι συναντήθηκαν την κατάλληλη ώρα, στη σωστή στιγμή, στο σωστό μέρος, ώστε να βοηθήσουν ο ένας τον άλλο να βρουν τον δρόμο τους και να μη νιώθουν πια «χαμένοι» – έστω και πρόσκαιρα. Και ξέρουμε ότι το Τόκιο, που στις πρώτες σκηνές φάνταζε ανοίκειο, στο τέλος της ταινίας έχει γίνει πια ζεστό, το νιώθουμε δικό μας, περίπου σαν σπίτι μας, ακριβώς επειδή μοιραστήκαμε μια σειρά από ανθρώπινες εμπειρίες στους δρόμους του μαζί με τους δυο ήρωες.

Και κάποιοι θελήσαμε (και εξακολουθούμε να θέλουμε) να ταξιδέψουμε σ’ αυτό χάρη στην ταινία. Η οποία, όσο μεγαλώνουμε και την επισκεπτόμαστε ξανά, μας αγγίζει βαθύτερα, είτε γιατί πλήθυναν οι περιπτώσεις που ταξιδέψαμε μόνοι στο μεταξύ είτε γιατί έχουν πολλαπλασιαστεί οι φορές που χαθήκαμε κι εμείς στη μετάφραση, σωρεύτηκαν αντίστοιχες περίοδοι. Και, ευτυχώς, η Σάρλοτ και ο Μπομπ ήταν (και θα είναι)  πάντα εκεί για να μας βοηθήσουν να αναγνωρίσουμε και να εκτιμήσουμε όλους τους περαστικούς αγίους μας, εκείνους που πέρασαν για λίγο από τη ζωή μας και ίσως να μην ήρθαν τη στιγμή και με τη μορφή που θέλαμε και αναζητούσαμε δραματικά, αλλά με εκείνη που, στο τέλος της μέρας, χρειαστήκαμε περισσότερο.

Το «Χαμένοι στη Μετάφραση» της Σοφία Κόπολα έγινε 20 χρονών Facebook Twitter
Δεν έχουμε ιδέα τι απέγιναν οι δυο ήρωες μετά το τέλος της ταινίας, αν ξαναβρέθηκαν ποτέ, αν είναι μαζί, αν είναι χώρια, δεν ξέρουμε τι δουλειά κάνει η Σάρλοτ ή αν το χαλί στο γραφείο του Μπομπ έχει χρώμα βουργουνδί.

Κι όσο για τη σκηνοθέτιδα, κατά κάποιον τρόπο κατάφερε με αυτή την ταινία να δικαιώσει στον πραγματικό κόσμο το όνειρο του κινηματογραφικού πατέρα της Μάικλ Κορλεόνε – και, φυσικά, του βιολογικού της πατέρα. Για να παραφράσουμε τη γνωστή ατάκα από τον «Νονό 3», μετά το «Χαμένοι στη μετάφραση», όταν ακούνε Κόπολα, δεν σκέφτονται μόνο το όνομα Φράνσις Φορντ. Και αυτό το κέρδισε με το σπαθί της, μεταφράζοντας τις σκέψεις της, τις ανησυχίες της και τις εμπειρίες της σε αγνό, ανθρώπινο, προσωπικό σινεμά. Δικό της και δικό μας.

Lost in Translation Trailer

Η ταινία «Χαμένοι στη μετάφραση» προβάλλεται σε ειδική προβολή την Τετάρτη 30 Αυγούστου στις 20:15 στον κινηματογράφο Άνεσις, σε συνεργασία με την κοσμαγάπητη σινεφιλική σελίδα «ο Χρήστος δεν μένει πια εδώ».

Οθόνες
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ντέπυ Γοργογιάννη: «Ο intimacy coordinator θα ενταχθεί και στη δική μας κουλτούρα»

Θέατρο / Πώς γυρίζουμε σήμερα μια σκηνή βιασμού;

Το θέατρο και ο κινηματογράφος διεθνώς επανεξετάζουν τον τρόπο με τον οποίο στήνονται οι ερωτικές και βίαιες σκηνές: μέχρι ποιο σημείο μπορεί να εκτεθεί ένα σώμα; Η Ντέπυ Γοργογιάννη εξηγεί τον ρόλο του intimacy coordinator και τον τρόπο που τίθενται τα όρια.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Πριν από το break, ο Γιώργος Λάνθιμος τα λέει όλα

Οθόνες / Γιώργος Λάνθιμος: «Το θέμα είναι πώς ξαναβρίσκεις τη χαρά»

Παραδέχεται πως η δημιουργία ενός έργου τέχνης δεν είναι μια ανώδυνη διαδικασία. Και πως χρειάζεται ένα διάλειμμα. Πήρε στάση απέναντι σε όσα συμβαίνουν στη Γάζα γιατί «Αν είσαι άνθρωπος με οποιαδήποτε ενσυναίσθηση, δεν μπορείς να μη μιλήσεις». Λίγο πρίν την κυκλοφορία της ταινίας Βουγονία που σκηνοθετεί, ο Γιώργος Λάνθιμος μίλησε στη LifO.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Θανάσης Βαλτινός: Η νουβέλα «Η Κάθοδος των Εννιά» του διακεκριμένου συγγραφέα

Οθόνες / «Η Κάθοδος των Εννιά»: Η διάσημη νουβέλα του Θανάση Βαλτινού

Πεθαίνει σαν σήμερα ο διακεκριμένος Έλληνας συγγραφέας. Αυτή είναι η ιστορία ενός από τα εμβληματικότερα βιβλία του και η βραβευμένη μεταφορά της στον κινηματογράφο, το 1984, από τον Χρίστο Σιοπαχά.
ΦΩΝΤΑΣ ΤΡΟΥΣΑΣ
Η Ιζαμπέλ Ιπέρ έπαιξε σε 120 ταινίες. Σε αυτές τις 10 ξεπέρασε τον εαυτό της

Οθόνες / Η Ιζαμπέλ Ιπέρ έπαιξε σε 120 ταινίες. Σε αυτές τις 10 ξεπέρασε τον εαυτό της

Με αφορμή το αφιέρωμα που ετοίμασε το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για μία από τις σπουδαιότερες ηθοποιούς της εποχής μας, επιλέγουμε 10 ταινίες της, στις οποίες έχει αποτυπωθεί η τεράστια υποκριτική της δυναμική και η ικανότητά της να μεταμορφώνεται εσωτερικά με κάθε ρόλο.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Βιμ Βέντερς: Τι θα δούμε στο μεγάλο αφιέρωμα που έρχεται στη Στέγη

Οθόνες / Βιμ Βέντερς: Τι θα δούμε στο μεγάλο αφιέρωμα που έρχεται στη Στέγη

Ένα μοναδικό μεγάλο αφιέρωμα στον σπουδαίο δημιουργό για ένα τριήμερο σε όλους τους χώρους της Στέγης, με προβολές των ταινιών του, ένα masterclass και μια συζήτησή του με την Αφροδίτη Παναγιωτάκου στην Κεντρική Σκηνή.
M. HULOT
Steve Blame: «Το σημαντικότερο πράγμα στη ζωή είναι να παραμένεις καλός άνθρωπος»

Οθόνες / Steve Blame: «Το σημαντικότερο πράγμα στη ζωή είναι η καλοσύνη»

Υπήρξε από τις πιο αναγνωρίσιμες διεθνώς τηλεοπτικές περσόνες, όντας ο κεντρικός παρουσιαστής του MTV. Σήμερα ο 66χρονος τηλεοπτικός παραγωγός, συγγραφέας και σεναριογράφος ζει πλέον μόνιμα στην Αθήνα, όμως ο έρωτας με την Ελλάδα κρατάει από πολύ παλιά. Ο Steve Blame αφηγείται τη ζωή του στη LifO.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Oι 10 Καλύτερες Ελληνικές Ταινίες των ‘20s μέχρι τώρα

Η λίστα / Oι 10 καλύτερες ελληνικές ταινίες των '20s μέχρι τώρα

Ποιες ελληνικές ταινίες της τρέχουσας δεκαετίας έχουν ξεχωρίσει μέχρι στιγμής; Ρωτήσαμε 20 κριτικούς κινηματογράφου, ανθρώπους του ευρύτερου κινηματογραφικού χώρου και αθεράπευτους σινεφίλ και σας παρουσιάζουμε το top 10 που προέκυψε μέσα από το συναρπαστικό, σύνθετο μωσαϊκό του σύγχρονου ελληνικού σινεμά.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
«Η αλήθεια είναι πως δεν μπορώ να εξηγήσω απόλυτα γιατί επιστρέφω διαρκώς εκεί»

Γειτονιές της Ελλάδας / «Επιστρέφοντας, μπορεί να πιάσουμε πάλι το νήμα»

Ο σκηνοθέτης Δημήτρης Κουτσιαμπασάκος μας μιλά για το χωριό όπου γεννήθηκε, το Αρματολικό στη νότια Πίνδο, αλλά και για το νέο του ντοκιμαντέρ, «Τα τέρματα του Αυγούστου», που διαδραματίζεται εκεί.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης έχει τα πιο ψαγμένα αφιερώματα

Οθόνες / Το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης έχει τα πιο ψαγμένα αφιερώματα

Από μια ρετροσπεκτίβα στην Ιζαμπέλ Ιπέρ μέχρι έναν πλήρη οδηγό του έργου του Γιώργου Τσεμπερόπουλου και από το spotlight στον Μαρσέλ Πανιόλ μέχρι μια ανατρεπτική ματιά στην έννοια του plot twist, οι θεματικές ενότητες του φεστιβάλ διατηρούν αμείωτο το ενδιαφέρον μας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Γιούλη Τσαγκαράκη: «Κάθε σπίτι έχει τον δικό του Νετανιάχου, τον δικό του Τραμπ»

Οθόνες / Γιούλη Τσαγκαράκη: Η θεία Σταματίνα από τις «Σέρρες» του Γιώργου Καπουτζίδη μιλά στη LifO

Η ταλαντούχα ηθοποιός με τον ρόλο της ίντερσεξ θείας έσπασε ταμπού και άνοιξε ξανά μια σειρά συζητήσεων για το φύλο, την LGBTQI+ κοινότητα, τα ανθρώπινα δικαιώματα. Πώς ετοιμάστηκε για το ρόλο; Πώς βλέπει τις αντιδράσεις;
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Τι θα δούμε στο 66ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης

Σινεμά / Τι θα δούμε στο 66ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης

Η νέα ταινία της Ιζαμπέλ Ιπέρ, φιλμ που έρχονται από τις Κάννες, πρεμιέρες, οι μικρού μήκους του Γιώργου Τσεμπερόπουλου και οι ελληνικές συμμετοχές των διαγωνιστικών τμημάτων είναι μερικοί από τους λόγους που θα μας στείλουν και φέτος στις αίθουσες του αγαπημένου κινηματογραφικού θεσμού.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Το αμερικανικό σινεμά δίνει τη μία μάχη μετά την άλλη

Pulp Fiction / Το αμερικανικό σινεμά δίνει τη μία μάχη μετά την άλλη

Προτροπή για αντίσταση ή παραίνεση για τρομοκρατία; Το αριστούργημα του Πολ Τόμας Άντερσον «Μια μάχη μετά την άλλη», οι εξαιρετικές πρόσφατες αλληγορίες «Weapons» και «Eddington», αλλά και οι αξέχαστες κινηματογραφικές αναφορές τους απασχολούν τον Θοδωρή Κουτσογιαννόπουλο και τον αρχισυντάκτη της LiFO Γιάννη Πανταζόπουλο.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Επιτρέπεται να θαυμάζουμε σήμερα τη Λένι Ρίφενσταλ;

Ιδέες / Επιτρέπεται να θαυμάζουμε σήμερα τη Λένι Ρίφενσταλ;

Με αφορμή το νέο ντοκιμαντέρ για μια από τις πιο αμφιλεγόμενες προσωπικότητες του 20ού αιώνα, ξαναθυμόμαστε τι είχαν απαντήσει στη LiFO οι Πέπη Ρηγοπούλου, Θωμάς Μοσχόπουλος, Δημήτρης Στεφανάκης, Θάνος Παπακωνσταντίνου, Πάνος Κούτρας και Θεόφιλος Τραμπούλης.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ