«Θείος Βάνιας»: Ανατέμνοντας το πιο οικείο από τα έργα του Τσέχοφ

θείος βάνιας Facebook Twitter
O Αντόν Τσέχοφ διαβάζει το κείμενο στον θίασο του Θεάτρου Τέχνης της Μόσχας το 1899.
0

Το 1898 και 1899 παρουσιάζονται στο κοινό της Μόσχας από το Θέατρο Τέχνης τα έργα του Αντόν Τσέχοφ «Ο Γλάρος» και «Ο θείος Βάνιας» αντίστοιχα. 

Ο «Θείος Βάνιας», που ο Τσέχοφ χαρακτηρίζει «Σκηνές από τη ζωή στο χωριό σε τέσσερις πράξεις», θεωρείται ένα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας δραματολογίας. Ένας λόγος για τον οποίο ξεχωρίζει ανάμεσα στα σημαντικά θεατρικά που έγραψε ο συγγραφέας στο τέλος της ζωής του είναι ότι αποτελεί το μοναδικό από τα ύστερα έργα του που δημοσιεύτηκε πριν παρουσιαστεί και το μοναδικό που ανέβηκε πρώτα στην επαρχία και μετά έκανε τη μητροπολιτική του πρεμιέρα.

Οι Ρώσοι είχαν αρχίσει να αγαπούν τον «Θείο Βάνια» ακόμα και προτού η μυθική παράσταση του Στανισλάβσκι για το Θέατρο Τέχνης της Μόσχας σφραγίσει την επιτυχία του τον Οκτώβριο του 1899, δύο ολόκληρα χρόνια μετά την πρώτη παράσταση στο μακρινό Ροστόφ, στο Ντον. 

Ο «Θείος Βάνιας» είναι μια ιστορία χαρακτήρων που βρίσκονται μεταξύ παράδοσης και μεταμόρφωσης, προσωπικής απομόνωσης και συλλογικής δράσης, ανάμεσα στο δέλεαρ του έρωτα και την ασφάλεια του καθήκοντος.

Η συγκίνηση του Γκόρκι

Τον προηγούμενο χρόνο ο Μαξίμ Γκόρκι είχε γράψει στον Τσέχοφ για να του πει ότι είχε παρακολουθήσει μια παράσταση στο Νίζνι Νόβγκοροντ κλαίγοντας με λυγμούς.

Αγαπητέ μου Αντόν Πάβλοβιτς,

 … Τις προάλλες παρευρέθηκα σε μια παράσταση του «Θείου Βάνια». Κοίταζα τη σκηνή του θεάτρου και... έβαλα τα κλάματα σαν καλή κυρά, μόλο που δεν είμαι διόλου νευρικός. Γύρισα στο σπίτι μου σαστισμένος και συγκλονισμένος από το έργο σας σάς έγραψα ένα μακροσκελές γράμμα και... μετά το έσκισα.

Αδύνατο να περιγράψει κανείς με σαφήνεια τι ξυπνάει το έργο σας στα μύχια της ψυχής. Βλέποντας όμως τους ήρωές σας πάνω στη σκηνή, είχα την αίσθηση ότι μ’ έκοβε ολάκερο ένα μαλακό πριόνι: τα δόντια του μπήγονταν κατευθείαν στην καρδιά κι εκείνη από τον πόνο σφιγγόταν, βογγούσε, ξεσκιζόταν….

τσέχωφ γκόρκι Facebook Twitter
Ο Αντόν Τσέχοφ με τον Μαξίμ Γκόρκι

Ένα σύνολο δυστυχισμένων χαρακτήρων

Έχοντας κυκλοφορήσει το 1897, ο «Θείος Βάνιας» έγινε γρήγορα το αγαπημένο έργο των ερασιτεχνικών θεατρικών συλλόγων και χιλιάδες θεατρόφιλοι σε όλη τη χώρα είδαν παράστασή του πριν από τον ίδιο τον συγγραφέα του.

Έχοντας μεγαλώσει στο απομακρυσμένο Ταγκανρόγκ, ο Τσέχοφ γνώριζε από πρώτο χέρι πόσο απελπιστική μπορεί να είναι η ζωή στην επαρχία και μέχρι τότε είχε γράψει πολλές ιστορίες για ευφυείς, αλλά αποπροσανατολισμένους ανθρώπους που μοιάζουν να υποφέρουν άδικα ή χωρίς να καταλαβαίνουν το γιατί. Στον «Θείο Βάνια» δημιούργησε επί σκηνής ένα σύνολο δυστυχισμένων χαρακτήρων, στους οποίους πολλοί άνθρωποι ένιωσαν για πρώτη φορά ότι έβλεπαν μια αντανάκλαση του εαυτού τους. 

Λίγα χρόνια νωρίτερα, το 1887, είχε ανέβει στη σκηνή του Θεάτρου Κορς στη Μόσχα το έργο του «Ιβάνοφ», το οποίο δέχτηκε αντικρουόμενες κριτικές. Αυτό το γεγονός έκανε τον Ρώσο συγγραφέα να μη δώσει σε επαγγελματικό θίασο το δεύτερο θεατρικό του έργο, τον «Δαίμονα του δάσους». Όμως μια δεκαετία αργότερα παρουσίασε τον «Θείο Βάνια», που προέκυψε μετά από εκτεταμένη επεξεργασία του αυτού του έργου. 

Κατά τη διάρκεια αυτής της αναθεωρητικής διαδικασίας, εκτός από τη μείωση του αριθμού των προσώπων επήλθε και η αλλαγή του αρχικού ευτυχισμένου τέλους προς μια πιο διφορούμενη, λιγότερο οριστική λύση. 

Ο κριτικός Ντόναλντ Ρέιφιλντ παρουσίασε μελέτες που υποδηλώνουν ότι ο Τσέχοφ αναθεώρησε τον «Δαίμονα του δάσους» κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του στο νησί Σαχαλίνη, μια αποικία φυλακών στην ανατολική Ρωσία, το 1891, όπου μελέτησε τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης των καταδίκων.

Μια άλλη θεωρία θέλει τον Τσέχοφ να ολοκληρώνει τον «Θείο Βάνια» στο μικρό κτήμα του στην ύπαιθρο της Μόσχας, όπου, μεταξύ άλλων, είχε φυτέψει δέντρα, είχε περιθάλψει αγρότες και είχε γίνει φίλος με τον Πιοτρ Κούρκιν, έναν ιδεαλιστή νεαρό γιατρό του ζέμστβο (το ζέμστβο ήταν ένας θεσμός τοπικής αυτοδιοίκησης που δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια της μεγάλης μεταρρύθμισης του 1861, η οποία πραγματοποιήθηκε στην αυτοκρατορική Ρωσία από τον Αλέξανδρο Β'), με τον οποίο είχε συνεργαστεί κατά τη διάρκεια της επιδημίας χολέρας του 1892. Ο Κούρκιν, ο οποίος εισήγαγε τον γεωγραφικό παράγοντα στη μελέτη των ασθενειών και δάνεισε τους χάρτες του στην παραγωγή του Θεάτρου Τέχνης της Μόσχας, ήταν μία από τις κύριες εμπνεύσεις για τον γιατρό Αστρόφ, ένα από τα πρωταγωνιστικά πρόσωπα του έργου.

ΕΠΕΞ Θείος Βάνιας Facebook Twitter
Ο Κονσταντίν Στανιλάβσκι ως Αστρόφ στην παραγωγή του Θεάτρου Τέχνης της Μόσχας το 1899.

Δράμα και κωμωδία μαζί

Η υπόθεση είναι γνωστή σχεδόν σε όλους. Ο Ιβάν, γνωστός και ως θείος Βάνιας, αγωνίζεται απελπισμένα να διαχειριστεί το οικογενειακό κτήμα μαζί με την ανύπαντρη ανιψιά του, τη Σόνια, που υπομένει σιωπηλά τον ανεκπλήρωτο έρωτά της για τον τοπικό γιατρό. Και οι δυο δουλεύουν σκληρά και ζουν φτωχικά και στερημένα για να στέλνουν όλα τα έσοδα στον πατέρα της Σόνια, που τον θεωρούν ως έναν εξαιρετικά καλλιεργημένο άνθρωπο, τρομερών πνευματικών ικανοτήτων.

Όταν ο πατέρας της Σόνιας και γαμπρός του Ιβάν έρχεται να περάσει μερικές μέρες στο κτήμα μαζί με τη νέα και όμορφη δεύτερη γυναίκα του, ο Βάνιας επιτέλους συνειδητοποιεί ότι ο άνδρας της συγχωρεμένης αδελφής του είναι ένας βαρετός, εγωιστής, αχάριστος και ματαιόδοξος ηλικιωμένος άνδρας. Ένας κενός άνθρωπος που δεν ενδιαφέρεται παρά μόνο για τον εαυτό του. Αδιαφορεί για το κτήμα, την κόρη του, τον γαμπρό, τους κόπους, τις θυσίες, τις στερήσεις των άλλων.

βανιας
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ: Άντον Τσέχωφ, Ο θείος Βάνιας, Κάπα Εκδοτική

Η πίκρα πλημμυρίζει τον Βάνια, ο οποίος αποχαιρετά με θλίψη όλα αυτά τα χρόνια που πήγαν χαμένα σε μια αυταπάτη, σε μια εσφαλμένη εκτίμηση. Η νέα γυναίκα του πληκτικού και άπληστου κύριου καθηγητή, η πανέμορφη Έλενα, πεθαίνει από ανία στη ρωσική εξοχή και ταυτόχρονα ανάβει φωτιές στις ανδρικές μαραμένες ψυχές. 

Η ιδιοφυΐα του Τσέχοφ βρήκε την κορυφαία της έκφραση μέσα από τα θεατρικά του έργα, εκεί όπου συνυπάρχουν το δράμα και η κωμωδία. Στον συγγραφέα Α. Σερεμπρόφ Τιχόνοφ, ο Τσέχοφ γράφει: «Λέτε πως κλάψατε στα έργα μου. Εγώ, όμως, δεν τα έγραψα γι' αυτό. Εγώ ήθελα να πω τίμια στους ανθρώπους: κοιταχτείτε, κοιτάξτε πόσο άσκημα και πληκτικά ζείτε όλοι σας». 

Συνεπής, είρων, ειλικρινής, ιδιοφυής, ο Τσέχοφ υποστήριζε ότι σκοπός της λογοτεχνίας είναι η απόλυτη, η τίμια αλήθεια, κάτι που επιδίωξε σε όλο του το έργο. Αντικειμενικός, λιτός, καίριος, σαρκάζει τη βλακεία, την έπαρση, την αμάθεια, την ψευτιά, τη σκληρότητα, ενώ δείχνει τη συμπάθειά του στους αφανείς ήρωες που δούλεψαν, κουράστηκαν, εξοντώθηκαν και στερήθηκαν τις χαρές της ζωής.

Η διαχείριση ενός οικογενειακού κτήματος αποτελεί τον πυρήνα γύρω από τον οποίο αναπτύσσεται μια ιστορία για τα οράματα που διαψεύστηκαν, τις ιδέες που προδόθηκαν, τα πάθη που άδοξα σβήστηκαν και τις ανθρώπινες σχέσεις που χτίζονται για να γκρεμιστούν, σε ένα συγκλονιστικά σύγχρονο σχόλιο για την «ατάραχη» ζωή της επαρχίας που αλλοτριώνει σε βάθος και καταρρακώνει ανθρώπους και συνειδήσεις. 

Θείος Βάνιας 1899 Facebook Twitter
Σκηνή από τον «Θείο Βάνια», Πράξη Ι, Θέατρο Τέχνης της Μόσχας, 1899 (η Όλγα Κνίπερ ως Έλενα, δεξιά)

Οι καινοτομίες του Τσέχοφ

Ο Τσέχοφ βλέπει την αλληλοκαταστροφή των χαρακτήρων ως ένα μικρό οικοσύστημα που συμβολίζει την εσκεμμένη καταστροφή της φύσης. Αυτό συνέβαινε προτού όλοι μας αποκτήσουμε έντονη επίγνωση της κλιματικής καταστροφής. Σήμερα το έργο του Τσέχοφ έχει αποκτήσει νέες διαστάσεις. Η αγάπη του γιατρού Αστρόφ για το δάσος υπερισχύει κάθε άλλης αγάπης στο έργο. Μερικά από τα πιο όμορφα λόγια που ακούγονται προέρχονται από εκείνον και αφορούν την αγάπη του για το παρθένο τοπίο και την ιδέα της κατά το δυνατό διατήρησης του φυσικού κόσμου. Ο περιβαλλοντικός ακτιβισμός του ήρωα ευθυγραμμίζεται με τον προσωπικό σκεπτικισμό του Τσέχοφ απέναντι στην αχαλίνωτη εκβιομηχάνιση της Ρωσίας και τη νοσταλγία του για την ψυχολογική ελευθερία και αυτονομία που παρείχαν κάποτε τα άγρια τοπία της χώρας του.

Όταν παρουσιάστηκε ο «Θείος Βάνιας», η λεπτή και δραματική εναλλαγή της διάθεσης των ηρώων του Τσέχοφ απείχαν έτη φωτός από τα κλισέ του συμβατικού θεάτρου της Ρωσίας. Ο Τσέχοφ έγραψε ένα έργο που δεν είναι τραγωδία ούτε φάρσα, με ασήμαντους ανθρώπους που φαινομενικά έρχονται και φεύγουν τυχαία, αφού προηγουμένως έχουν κάνει αδιάφορες συζητήσεις που πάντα εκφυλίζονται σε καβγάδες.

Στα χέρια του το θεατρικό έργο αλλάζει οριστικά· έχει δημιουργήσει ένα δράμα με ραφές και συρραφές που δεν πρέπει να δει κανείς. Ασχολείται με τα αινίγματα της ανθρώπινης ύπαρξης, με την οποία όλοι μπορούμε να ταυτιστούμε, είναι τόσο επίκαιρα σήμερα όσο και τη δεκαετία του 1890 και μακριά από τις εγωκεντρικές ανησυχίες της διανόησης του τέλους του δέκατου ένατου αιώνα. 

Ίσως γι’ αυτό το κοινό της Μόσχας, στην αρχή, όπως και οι θεατές του έργου στην Ευρώπη, όταν πρωτοπαρουσιάστηκε, δεν ήξεραν ακριβώς τι αισθάνονταν. «Πού είναι το δράμα; Σε τι συνίσταται; Δεν οδηγεί πουθενά!» παραπονέθηκε ο Λέων Τολστόι.

Ποιοι ήταν αυτοί οι χαρακτήρες που ζούσαν σε ένα μισοερειπωμένο κτήμα στη ρωσική ύπαιθρο με αδύναμους οικογενειακούς δεσμούς, ενδιαφέρον για τα μέτρια έσοδά του και πάθη που έμοιαζαν πολύ χλιαρά για να τους συνδέουν; Γιατί ήταν όλοι μαζί; Γιατί ο συνδυασμός είναι ουσιώδης στον Τσέχοφ, περισσότερο από τα πάθη και τις ερωτικές ίντριγκες. Και ας είναι μόνη παρηγοριά του Βάνια το πάθος του για τη Έλενα, με την οποία είναι ερωτευμένος και ο Αστρόφ, και ας κρατά η ανεκπλήρωτη φύση αυτής της επιθυμίας και τους δυο άνδρες σε εγρήγορση. 

Ο Τσέχοφ ήταν μόλις τριάντα έξι ετών όταν ολοκλήρωσε τον «Θείο Βάνια» και γνώριζε ότι ο ίδιος δεν θα έφτανε ποτέ τα πενήντα. Σε ένα γράμμα στον καλύτερό του φίλο Alexei Suvorin εκείνη την εποχή, του εκμυστηρεύτηκε ότι έβηχε αίμα.

Έξι μήνες αργότερα, μια αιμορραγία στους πνεύμονες επιβεβαίωσε τη φυματίωση που θα τον σκότωνε πριν από τα τεσσαρακοστά πέμπτα γενέθλιά του. Έγραψε τον «Θείο Βάνια» έχοντας επίγνωση της θνητότητάς του και αυτό λέει πολλά για όσα ακούγονται στο έργο. Ο ίδιος αξιοποίησε στο έπακρο τη σύντομη ζωή του, αφιερώνοντάς τη στη φιλανθρωπία, στην οικολογία και στη σκληρή δουλειά για να τιμήσει τα δημιουργικά του χαρίσματα και τις ηδονιστικές αναζητήσεις. 

Θείος Βάνιας Facebook Twitter
Ο Αντόν Τσέχοφ το 1902

Το πιο οικείο από τα έργα του

Γράφοντας έργα για τον πόνο που προκύπτει όταν οι άνθρωποι που έχουν προσκολληθεί στις συνήθειες και στις αυταπάτες τους αναγκάζονται να αντιμετωπίσουν μια πραγματικότητα που τους διαψεύδει, ήλπιζε να ενθαρρύνει το αυτάρεσκο κοινό του να ζει κάθε μέρα σαν να ήταν η τελευταία του. Όπως έγραψε κάποτε σε ένα γράμμα του: «Παρ' όλες τις προσπάθειές μου να είμαι σοβαρός, δεν τα καταφέρνω – σε μένα το σοβαρό εναλλάσσεται πάντα με το τετριμμένο».

«Τον Τσέχοφ τον διασκέδαζε ιδιαιτέρως να δημιουργεί όλες τις ποικιλίες αυτού του προπολεμικού, προεπαναστατικού χαρακτήρα. Αυτοί οι άνθρωποι δεν ονειρεύονταν. Δεν εξουσίαζαν. Χαλούσαν τις ζωές τους και τις ζωές των άλλων, ήταν ανόητοι, αδύναμοι, ανεπαρκείς, υστερικοί. Αλλά ο Τσέχοφ λέει, "ευλογημένη η χώρα που παράγει αυτόν τον τύπο ανθρώπου". Έχαναν ευκαιρίες, απέφευγαν τη δράση, ξενυχτούσαν σχεδιάζοντας κόσμους που δεν μπορούσαν να χτίσουν. Αλλά από μόνη της η ύπαρξη τέτοιων ανθρώπων, γεμάτων τόση θέρμη, τόση φλογερή απάρνηση, τόση αγνότητα πνευματική, τόση ηθική ανύψωση, και μόνο το γεγονός πως τέτοιοι άνθρωποι έζησαν και πιθανά ακόμα ζούνε κάπου, κάπως, μέσα στην ανελέητη Ρωσία, είναι μια υπόσχεση ότι θα 'ρθουν καλύτερες μέρες για όλο τον κόσμο – ίσως γιατί ανάμεσα στους νόμους της φύσης ο πιο θαυμαστός είναι η επιβίωση του αδύναμου», γράφει ο Βλαντίμιρ Ναμπόκοφ. 

Ο «Θείος Βάνιας» είναι μια ιστορία χαρακτήρων που βρίσκονται μεταξύ παράδοσης και μεταμόρφωσης, προσωπικής απομόνωσης και συλλογικής δράσης, ανάμεσα στο δέλεαρ του έρωτα και την ασφάλεια του καθήκοντος. Ο Τσέχοφ ασχολείται με αυτό που θα μπορούσε να ονομαστεί «χαμένη ζωή». Οι άνθρωποι της ιστορίας του ζουν μέσα στον λήθαργο, την πλήξη και τη λύπη για τη μη ικανοποιητική ζωή τους.

Λυπούνται για τα γηρατειά τους, θρηνούν για τα χρόνια που σπατάλησαν στην αγγαρεία, θλίβονται για τις χαμένες αγάπες και συλλογίζονται πικρά τι θα μπορούσε να είχε γίνει αν η μοίρα τους ήταν διαφορετική. Υποφέρουν έτσι από ένα αίσθημα απώλειας, χωρίς να γνωρίζουν ακριβώς τι έχουν χάσει, ενώ οι προσωπικοί τους προβληματισμοί ξεπηδούν μέσα από την καθημερινότητα, δίνοντας τη θέση τους σε χείμαρρους δυστυχούς ενδοσκόπησης. «Είσαι πιο ψυχρός και από τον διάβολο με τους ανθρώπους», έγραψε ο Γκόρκι στον Τσέχοφ με αφορμή τον «Βάνια». «Είσαι τόσο αδιάφορος γι' αυτούς, όσο το χιόνι, μια χιονοθύελλα».

Ωστόσο ο «Θείος Βάνιας» θεωρείται από πολλούς το πιο οικείο από τα έργα του Τσέχοφ, ίσως γιατί ο θεατής αναγνωρίζει τη συναισθηματική πραγματικότητα μιας οικογένειας. Ο συγγραφέας θα μπορούσε να είναι ένας από το κοινό επειδή έβλεπε τόσο αποστασιοποιημένα τους άλλους όσο και τον εαυτό του. Πώς θα μπορούσε να μην το κάνει; Ασθενής στο μεγαλύτερο μέρος της σύντομης ζωής του, ήταν ένας γιατρός που δεν μπορούσε να θεραπεύσει τον εαυτό του. Ήταν μια κατάσταση της οποίας την ειρωνεία καταλάβαινε.

θειος βάνιας καραντζάς Facebook Twitter
Φωτογραφία από τον «Θείο Βάνια» σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά που θα ανέβει στο θέατρο Προσκήνιο.

«Ή είμαι κανένας επηρμένος βλάκας ή ένας οργανισμός πραγματικά ικανός να γίνει καλός συγγραφέας. Ό,τι γράφουν τώρα δεν μου αρέσει, το βαριέμαι, αλλά βρίσκω συγκινητικά και ενδιαφέροντα όσα έχω εγώ στο μυαλό μου κι έτσι συμπεραίνω πως κανένας δεν κάνει ό,τι πρέπει και μόνο εγώ ξέρω το μυστικό για το τι θα έπρεπε να γίνει. Μα το πιο ωραίο είναι ότι όλοι οι συγγραφείς πιθανόν να σκέπτονται το ίδιο. Άλλωστε σ’ όλα αυτά τα προβλήματα κι ο διάολος χάνει τα πασχάλια!» γράφει. 

Το μοτίβο της αποξένωσης, που αναφέρεται τόσο στην αποξένωση του ατόμου από τους άλλους όσο και από τον εαυτό του, είναι κεντρικό για την κατανόηση του τρόπου με τον οποίο οι χαρακτήρες του «Θείου Βάνια» κατανοούν τα αντίστοιχα προβλήματά τους, με τον Τσέχοφ να μεταφέρει σύνθετες ιδέες όχι μόνο μέσω του κειμένου αλλά και μέσω του υποκειμένου.

«Ο Τσέχοφ είχε το δικό του έργο να επιτελέσει, παρότι ορισμένοι κριτικοί έγραφαν ότι υπηρετούσε την “καθαρή τέχνη”, τον συνέκριναν μάλιστα με ανέμελο πουλί που πετάει από κλαρί σε κλαρί. Προκειμένου να καθορίσω με δύο λέξεις την τάση του, θα πω το εξής: ο Τσέχοφ ήταν ο βάρδος της απελπισίας. Επίμονα, θλιμμένα, μονότονα, κατά τη διάρκεια όλης της εικοσιπενταετούς λογοτεχνικής του δραστηριότητας, ο Τσέχοφ δεν έκανε παρά ένα και μόνο πράγμα: να σκοτώνει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τις ελπίδες των ανθρώπων. Σε τούτο, κατ’ εμέ, έγκειται η ουσία του έργου του», γράφει ο Λεφ Σεστόφ. 

«Ρωτάτε τι είναι η ζωή», έγραψε στην Όλγα Κνίπερ λίγους μήνες πριν από τον θάνατό του. «Αυτό είναι σαν να ρωτάς τι είναι το καρότο. Ένα καρότο είναι ένα καρότο και δεν υπάρχει τίποτε άλλο να μάθεις».

Πηγές:
Άντον Τσέχοφ, Αλληλογραφία, μτφρ. Μέλπω Αξιώτη, Εκδόσεις Κέδρος, 1968
Λεφ Σεστόφ, Αντόν Τσέχοφ: Δημιουργία εκ του μηδενός, μτφρ. Νάγια Παπασπύρου, εκδ. Ροές, 2014
Μαξίμ Γκόρκι - Άντον Τσέχωφ, Αλληλογραφία, μτφρ. Μαρία Τσάτσου, επιμέλεια Ελένη Βελνίδου, Εκδόσεις Printa - Εκ βαθέων, 2007
Vladimir Nabokov, Lectures on Russian Literature, Mariner Books, 2002. Μτφρ. Γκέλυ Καλαμπάκα (από το πρόγραμμα του «Θείου Βάνια» σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά, θέατρο Προσκήνιο, 2022)






 

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Γιατί πρέπει να διαβάζουμε τους Ρώσους, σύμφωνα με τον Ναμπόκοφ

Δοκίμιο / Γιατί πρέπει να διαβάζουμε τους Ρώσους, σύμφωνα με τον Ναμπόκοφ

Στα απολαυστικά «Μαθήματα για τη ρωσική λογοτεχνία» (παραδόσεις για το έργο των Γκόγκολ, Γκόρκι, Ντοστογέφσκι, Τουργκένιεφ και Τσέχοφ) του Βλαντίμιρ Ναμπόκοφ μαθαίνουμε γιατί οι σπουδαίοι Ρώσοι του 19ου αιώνα είναι οι πραγματικά πρωτοπόροι στην ιστορία της λογοτεχνίας.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Όλα όσα ζήσαμε στο 79ο Φεστιβάλ της Αβινιόν: από το «La Distance» του Ροντρίγκες έως τη μεγάλη επιτυχία του Μπανούσι

Θέατρο / Όλα όσα ζήσαμε στο 79ο Φεστιβάλ της Αβινιόν

Οι θερμές κριτικές της «Liberation» και της «Le Monde» για το «ΜΑΜΙ» του Μπανούσι σε παραγωγή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση είναι απλώς μια λεπτομέρεια μέσα στις απανωτές εκπλήξεις που έκρυβε το πιο γνωστό θεατρικό φεστιβάλ στον κόσμο.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Κωνσταντίνος Ζωγράφος: Ο «Ορέστης» του Τερζόπουλου

Θέατρο / Κωνσταντίνος Ζωγράφος: «Ο Τερζόπουλος σου βγάζει τον καλύτερό σου εαυτό»

Ο νεαρός ηθοποιός που πέρυσι ενσάρκωσε τον Πυλάδη επιστρέφει φέτος ως Ορέστης. Με μια ήδη πλούσια διαδρομή στο θέατρο δίπλα σε σημαντικούς δημιουργούς, ετοιμάζει ένα νέο έργο εμπνευσμένο από το Νεκρομαντείο του Αχέροντα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Μάλιστα κύριε Ζαμπέτα»: Αξίζει η παράσταση για τον «μάγκα» του ελληνικού πενταγράμμου;

The Review / «Μάλιστα κύριε Ζαμπέτα»: Αξίζει η παράσταση για τον «μάγκα» του ελληνικού πενταγράμμου;

Με αφορμή την παράσταση γι’ αυτόν τον αυθεντικό δημιουργό που τις δεκαετίες του 1950 και του 1960 μεσουρανούσε, ο Χρήστος Παρίδης και η Βένα Γεωργακοπούλου σχολιάζουν τον αντίκτυπό του στο κοινό σήμερα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Οιδίπους Τύραννος» και «Οιδίπους επί Κολωνώ» του Σοφοκλή: Η άνοδος, πτώση και η αποθέωση

Αρχαίο Δράμα Explained / «Οιδίπους Τύραννος» και «Οιδίπους επί Κολωνώ» του Σοφοκλή: Η άνοδος, η πτώση και η αποθέωση

Τι μας μαθαίνει η ιστορία του Οιδίποδα, ενός ανθρώπου που έχει τα πάντα και τα χάνει εν ριπή οφθαλμού; Η κριτικός θεάτρου Λουίζα Αρκουμανέα επιχειρεί μια θεωρητική ανάλυση του έργου του Σοφοκλή.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Αλίκη Βουγιουκλάκη: Στη ζωή έσπαγε τα ταμπού, στο θέατρο τα ταμεία

Θέατρο / Αλίκη Βουγιουκλάκη: Πώς έσπαγε τα ταμεία στο θέατρο επί 35 χρόνια

Για δεκαετίες έχτισε, με το αλάνθαστο επιχειρηματικό της ένστικτο, μια σχέση με το θεατρικό κοινό που ακολουθούσε υπνωτισμένο τον μύθο της εθνικής σταρ. Η πορεία της ως θιασάρχισσας μέσα από παραστάσεις-σταθμούς και τις μαρτυρίες συνεργατών της.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Νίκος Καραθάνος: «Εμείς είμαστε οι χώρες, τα κείμενα, οι πόλεις, εμείς είμαστε οι μύθοι»

Θέατρο / Νίκος Καραθάνος: «Εμείς είμαστε οι χώρες, τα κείμενα, οι πόλεις, εμείς είμαστε οι μύθοι»

Στον πολυαναμενόμενο «Οιδίποδα» του Γιάννη Χουβαρδά, ο Νίκος Καραθάνος επιστρέφει, 23 χρόνια μετά, στον ομώνυμο ρόλο, ακολουθώντας την ιστορία από το τέλος προς την αρχή και φωτίζοντας το ανθρώπινο βάθος μιας τραγωδίας πιο οικείας απ’ όσο νομίζουμε.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ένα δώρο που άργησε να φτάσει

Θέατρο / «Κοιτάξτε πώς φέρονταν οι αρχαίοι στους ξένους! Έτσι πρέπει να κάνουμε κι εμείς»

Ένα δώρο που έφτασε καθυστερημένα, μόλις είκοσι λεπτά πριν το τέλος της παράστασης - Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για το «ζ-η-θ, ο Ξένος» σε σκηνοθεσία Μιχαήλ Μαρμαρινού.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Η Κασσάνδρα της Έβελυν Ασουάντ σημάδεψε το φετινό καλοκαίρι

Θέατρο / Η Κασσάνδρα της Έβελυν Ασουάντ σημάδεψε την «Ορέστεια»

Η «Ορέστεια» του Θεόδωρου Τερζόπουλου συζητήθηκε όσο λίγες παραστάσεις: ενθουσίασε, προκάλεσε ποικίλα σχόλια και ανέδειξε ερμηνείες υψηλής έντασης και ακρίβειας. Ξεχώρισε εκείνη της Έβελυν Ασουάντ, η οποία, ως Κασσάνδρα, ερμήνευσε ένα αραβικό μοιρολόι που έκανε πολλούς να αναζητήσουν το όνομά της. Το φετινό καλοκαίρι, η παράσταση επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη, στους Δελφούς και στο αρχαίο θέατρο Φιλίππων.
M. HULOT
Η Λίνα Νικολακοπούλου υπογράφει και σκηνοθετεί τη μουσικοθεατρική παράσταση «Χορικά Ύδατα»

Θέατρο / «Χορικά Ύδατα»: Ο έμμετρος κόσμος της Λίνας Νικολακοπούλου επιστρέφει στη σκηνή

Τραγούδια που αποσπάστηκαν από το θεατρικό τους περιβάλλον επιστρέφουν στην πηγή τους, σε μια σκηνική τελετουργία γεμάτη εκπλήξεις που φωτίζει την τεράστια καλλιτεχνική παρακαταθήκη της στιχουργού.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Το ημέρωμα της στρίγγλας»: Ήταν ο Σαίξπηρ μισογύνης;

The Review / «Το ημέρωμα της στρίγγλας»: Ήταν ο Σαίξπηρ μισογύνης;

Γιατί εξακολουθεί να κερδίζει το σύγχρονο κοινό η διάσημη κωμωδία του Άγγλου βάρδου κάθε φορά που ανεβαίνει στη σκηνή; Ο Χρήστος Παρίδης και η Βένα Γεωργακοπούλου συζητούν με αφορμή την παράσταση που σκηνοθετεί η Εύα Βλασσοπούλου.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Darkest White»: Ένα σύμπαν που εξερευνά την ανθεκτικότητα και τη δύναμη της γυναίκας 

Θέατρο / «Darkest White»: Ο εμφύλιος από την πλευρά των χαμένων

Το έργο της Δαφίν Αντωνιάδου που θα δούμε στο Φεστιβάλ Αθηνών, εξερευνά μέσω προσωπικών και ιστορικών αναμνήσεων και μέσα από την ανθεκτικότητα και τη δύναμη της γυναικείας παρουσίας, ιστορίες εκτοπισμού και επιβίωσης. 
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Beytna: Μια παράσταση χορού που είναι στην ουσια ένα τραπέζι με φίλους

Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας / Beytna: Μια παράσταση χορού που είναι στην ουσία ένα τραπέζι με φίλους

Ο σπουδαίος λιβανέζος χορευτής και χορογράφος Omar Rajeh, επιστρέφει με την «Beytna», μια ιδιαίτερη περφόρμανς με κοινωνικό όσο και γαστριμαργικό αποτύπωμα, που θα παρουσιαστεί στο πλαίσιο του φετινού 31ου Διεθνούς Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Η νύφη και το «Καληνύχτα, Σταχτοπούτα»

Θέατρο / Η Καρολίνα Μπιάνκι παίρνει το ναρκωτικό του βιασμού επί σκηνής. Τι γίνεται μετά;

Μια παράσταση-περφόρμανς που μέσα από έναν εξαιρετικά πυκνό και γοητευτικό λόγο, ένα κολάζ από εικόνες, αναφορές, εξομολογήσεις, όνειρα και εφιάλτες μάς κάνει κοινωνούς μιας ακραίας εμπειρίας, χωρίς να σοκάρει.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Ακούγεσαι Λυδία, Ακούγεσαι ίσαμε το στάδιο

Επίδαυρος / «Ακούγεσαι, Λυδία, ίσαμε το στάδιο ακούγεσαι»

Κορυφαίο πρόσωπο του αρχαίου δράματος, συνδεδεμένη με εμβληματικές παραστάσεις, ανατρέχει σε δεκαπέντε σταθμούς της καλλιτεχνικής της ζωής στην Επίδαυρο και αφηγείται προσωπικές ιστορίες, επιτυχίες και ματαιώσεις, εξαιρετικές συναντήσεις και συνεργασίες, σε μια πορεία που αγγίζει τις πέντε δεκαετίες.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Ούρλιχ Ράσε και το παρασκήνιο της ιστορίας της Ισμήνης

Θέατρο / Η σκηνή του Ούρλιχ Ράσε στριφογύριζε - και πέταξε έξω την Ισμήνη

Στην παράσταση που άνοιξε την Επίδαυρο, ο Γερμανός σκηνοθέτης επέλεξε να ανεβάσει μια Αντιγόνη χωρίς Ισμήνη. Η απομάκρυνση της Κίττυς Παϊταζόγλου φωτίζει τις λεπτές –και άνισες– ισορροπίες εξουσίας στον χώρο του θεάτρου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Θάνος Παπακωνσταντίνου μέσα στη γοητεία και στον τρόμο του Δράκουλα

Πρώτες Εικόνες / Dracula: Η υπερπαραγωγή που έρχεται το φθινόπωρο στην Αθήνα

Ο Θάνος Παπακωνσταντίνου μιλά αποκλειστικά στη LiFO για την πιο αναμενόμενη παράσταση της επερχόμενης σεζόν, για τη διαχρονική γοητεία του μύθου που φαντάστηκε ο Μπραμ Στόκερ στα τέλη του 19ου αιώνα, για το απόλυτο και το αιώνιο μιας ιστορίας που, όπως λέει, τον «διαλύει».
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ερωτευμένος με τον Κρέοντα

Θέατρο / Ο Rasche αγάπησε τον Κρέοντα περισσότερο από την Αντιγόνη

«Η εκφορά του λόγου παραδίδεται αμαχητί σε μια άκρατη δραματικότητα, σε ένα υπερπαίξιμο, σε μια βεβιασμένη εμφατικότητα, σε έναν στόμφο παλιακό που θα νόμιζε κανείς πως έχει εξαλειφθεί πλέον. Η σοβαροφάνεια σε όλο το (γοερό) μεγαλείο της». Έτσι ξεκίνησε φέτος η Επίδαυρος.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ