Μπαίνω αισίως στα 10 χρόνια που γηροκομώ τους δικούς μου. Ξεκίνησε αρκετά νωρίς όλο αυτό, κάτι που ήταν μεγάλοι, που δεν πρόσεχαν, που είμαι μοναχοπαίδι. Τώρα νιώθω πως έχω χάσει όλη μου τη ζωή. Μόλις πήρα πτυχίο και γύρισα στο πατρικό ανέλαβα τη μάνα μου, τώρα που πέθανε και είπα (τί ντροπή) πως ίσως ανασάνω λίγο ξεπέσε και ο πατέρας μου. Δεν αντέχω άλλο αλλά ξέρω πως έχω πολύ δρόμο ακόμα. Είμαι κουρασμένει ψυχικά, δεν θυμάμαι την τελευταία φορά που έκανα όνειρα, η τελευταία μου σχέση ήταν στο πανεπιστήμιο, έχω χρόνια να βγω έξω ένα Σάββατο και οι τοίχοι του σπιτιού με πνίγουν. Είμαι κουρασμένη και σωματικά, γιατί τόσα χρόνια σηκώνω, πλένω, φροντίζω ανθρώπους δύο φορές το βάρος μου χωρίς να κάνω ένα διάλειμμα. Ζηλεύω όλους τους ανθρώπους γύρω μου, τους ζηλεύω στο μετρό όταν πηγαίνω στη δουλειά ή και στο δρόμο όταν τους βλέπω στο μπαλκόνι. Θα έπρεπε να είναι τιμή μου, είναι και υποχρέωση γιατί παιδιά δεν έχω... αλλά πότε να κάνω; Παλιά ήθελα οικογένεια αλλά τώρα, αν υποθέσουμε πως προλάβαινα, δεν βλέπω το λόγο. Γιατί, για να υποφέρουν κι αυτά όπως εγώ; Ντρέπομαι που νιώθω έτσι, αλλά δεν μπορώ να κάνω αλλιώς. Θα έπρεπε να έχω μια δική μου ζωή, κάποτε πίστευα (εφηβική αφέλεια) πως είχα ένα μέλλον μπροστά μου τώρα που το βλέπω με τρομάζει, είναι μαύρο και μοναχικό. Τρέμω στην ιδέα πως θα το συναντήσω.