Έπρεπε να βάλει το χέρι του ο νονός της νέας αμερικανικής κωμωδίας Τζαντ  Άπατοου, ο οποίος, ως παραγωγός, προφανώς ενθάρρυνε τα φαρσικά στοιχεία και άφησε το χιούμορ να ξεχυθεί πέρα από τις κολλώδεις περιοχές της κλαψιάρικης ανησυχίας για την εύρεση του σωστού γαμπρού, την επιλογή του υπέροχου νυφικού και της τετραώροφης τούρτας. Οι Φιλενάδες κατορθώνουν να είναι σάτιρα όλων των αισθηματικών κομεντί που ασχολούνται με το θέμα, την προπαρασκευή και την επερχόμενη υστερία, και ταυτόχρονα μια ντελικάτη ματιά στην ψυχολογία μιας μεγαλοκοπέλας, που έχει μείνει στο ράφι, και της καλύτερής της φίλης, η οποία έχει τη χαρά και την ανησυχία της μελλόνυμφης αλλά και την ευτυχή ατυχία να πέσει στα χέρια μιας καινούργιας φίλης, πλούσιας και ψηλομύτας, η οποία έχει αναλάβει τα έξοδα και την οργάνωση ενός μπαράζ εκδηλώσεων που προηγούνται μιας ονειρικής τελετής (καλή η Ρόουζ Μπερν).

Πρωταγωνίστρια είναι η Άνι, μια ωραία αλλά σβησμένη γυναίκα, κοντά στα 40, πονετική και καλή φίλη, κατά τ’ άλλα ατυχήσασα στα επαγγελματικά (ο φούρνος της φαλίρισε) αλλά και στα προσωπικά - ο γκόμενός της την παράτησε κι έχει γίνει σεξουαλική σύντροφος ενός πλούσιου ωραίου, που τη χρησιμοποιεί μόνο για εβδομαδιαία ακροβατικά στο κρεβάτι, και τον υποδύεται ο Τζον Χαμ απ’ το τηλεοπτικό saga «Mad Men». Βλέποντας πως η μοναδική άγκυρα στη ζωή της, η φίλη της που παντρεύεται, γίνεται βορά στα καλοβαμμένα νύχια της Έλεν, το χάνει με πάταγο και σχεδόν καταστρέφει όλες τις συναντήσεις που έχουν οι παράνυφες, από την πρόβα νυφικού μέχρι το εργένικο ταξίδι τους στο Λας Βέγκας και την ψηλομύτικη ανταλλαγή των δώρων.

Σε όλες τις μεγάλες σκηνές επικρατεί χάος, αντίστοιχο του Hangover, με πολλή πλάκα κι ενίοτε χοντρά αστεία, ανακουφιστικά αν αναλογιστεί κανείς τις νερόβραστες καταστάσεις που έχουμε δει μέχρι τώρα σε chick flicks. Επειδή, όμως, το έργο έχει γραφτεί από γυναίκες με πείρα στην τηλεοπτική και τη θεατρική κωμωδία (την πρωταγωνίστρια Κρίστεν Γουίγκ του «Saturday Night Live» και την Αν Μαμόλο απ’ τον θίασο του Λος Άντζελες, Groundlings), η ευθύνη είναι μοιρασμένη και η παρατήρηση της γυναικείας ψυχοσύνθεσης είναι ατόφια, χωρίς μελοδραματισμούς και σαχλότητα, πάντα με κωμικό προσανατολισμό.

Η Γουίγκ είναι η αποκάλυψη στον πρώτο της πρωταγωνιστικό ρόλο, μια ηθοποιός πλήρης και ευάλωτη, δραματικά αστεία, λεπτή και αυτοσαρκαστική, κάτι ανάμεσα σε Γκόλντι Χον και Κάρολ Λόμπαρντ, με δικό της αέρα - πού κρυβόταν τόσα χρόνια; Αλλά και η Μάγια Ρούντολφ, κι αυτή σταθερή αξία στο «Saturday Night Live», πρωταγωνίστρια στο συμπαθές αλλά ατυχές Away we go του Σαμ Μέντες, είναι εδώ η τέλεια φίλη, πονετική, ανθρώπινη, αδύναμη, ευγενική, επιρρεπής στην ευτυχία, θολωμένη από την προσωρινή καλοπέραση του παντρολογήματος κι εκρηκτική όταν περνάει τελείως σε δεύτερη μοίρα.

Οι Φιλενάδες δίνουν πίστωση στο είδος της αισθηματικής κωμωδίας γάμου (ακόμη και οι άντρες ισορροπούν σε ειλικρίνεια προθέσεων, με τον Κρις Ο’ Ντόουντ στον ρόλο του Ιρλανδού αστυνομικού με την καρδιά του Σαμαρείτη και τον Τζον Χαμ ως συμφεροντολόγο fuck buddy). Και για να μην ξεχνιόμαστε, το φινάλε δεν προδίδει το concept του αμερικανικού γάμου. Ωστόσο, η επίγευση μοιάζει πιο αληθινή.