Ο Σίντνεϊ ζητάει από την Κορίν να ταξιδέψει στη Νέα Υόρκη. Της προσφέρει ένα αεροπορικό εισιτήριο και την περιμένει στην κορυφή του εμβληματικού Empire State Building, χωρίς να είναι σίγουρος αν εκείνη θα έρθει. Εκεί που πίνει τον καφέ του, συναντά μια κοπέλα, η οποία μόλις έχει εγκαταλείψει αναίμακτα τον «αναίσθητο» εραστή της, ανακαλύπτοντας πως δεν μπορεί άλλο να ανέχεται την έλλειψη δέσμευσης και πραγματικής αγάπης.

Όπως ακριβώς και στο Πριν Το Ξημέρωμα και τοΠριν Το Ηλιοβασίλεμα του Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ, το Περιμένοντας στη Νέα Υόρκηείναι η περπατητή περιήγηση ενός αγοριού και ενός κοριτσιού σε μια μεγάλη πόλη, με έμφαση στη ρομαντική πλευρά, στα αστικά απόνερα της μεγάλης και λουξ ζωής, στο μπλα μπλα και κυρίως στο κράτημα στα συναισθήματα των δύο πρωταγωνιστών.

Βέβαια υπάρχουν και διαφορές σ'αυτό το boy meets girl story σε σχέση με την αισθηματική οδύσσεια της Ζιλί Ντελπί και του Ίθαν Χοκ. Παρακολουθούμε σε ασπρόμαυρο φλασμπάκ τη σχέση της Έιμι με τον άπιστο φίλο της, στην αρχή της ταινίας. Το γεγονός οτι η ταινία γυρίστηκε εξ ολοκλήρου στην Αμερική (οι ηθοποιοί μιλούν αγγλικά) αλλά συνελήφθη και εκτελέστηκε από Σουηδό σκηνοθέτη και σεναριογράφο, τον Γιοακίμ Χέντεν, με το σουηδικό συνεργείο του, της δίνει μια περίεργη πατίνα, σαν να είναι μια ευρωπαϊκή ταινία σε άλλη γλώσσα κι από άλλη εποχή. Οι ηθοποιοί δεν καταφεύγουν σε υστερίες και μούτες, με τίμημα μια έλλειψη πειστικής συναισθηματικής έκφρασης, ειδικά από τη μονόχορδη πρωταγωνίστρια Άνι Γουντς.

Με απλές και απαλές χειρονομίες, χωρίς το στιλιζαρισμένο και αυτοαναφορικό μελό της Νόρα Έφρον και το υπερδιαλογικό κοντράρισμα του Λινκλέιτερ, το Περιμένοντας στη Νέα Υόρκη είναι ένα πισωγύρισμα στις βασικές αξίες της ουτοπικής αγάπης: ακολούθησε την καρδιά σου, μην κάνεις δεύτερες σκέψεις, μην ευτελιστείς σε εγωιστικούς υπολογισμούς και ο πραγματικός, ο δυνατός ο έρωτας θα σου προκύψει από τη θεία στιγμή. Με αποτέλεσμα ο Σίντνεϊ να είναι ένα φαινόμενο ρομαντικού αρσενικού, ένα ανύπαρκτο είδος στρέιτ άνδρα, που δεν γνωρίζει την ύπαρξη των κομπιούτερ και των κινητών (ενώ προφανώς έχει οικονομική άνεση), και να κυκλοφορεί με πολαρόιντ, στιλό και χαρτί, γράφοντας ερωτικές επιστολές σε μια εκ προοιμίου χαμένη περίπτωση - μπροστά του, η αθώα Έιμι φαίνεται κορίτσι του δρόμου και νιώθει και ψιλοένοχη για την περπατημένη συμπεριφορά της.

Στη σύμβαση του αχρονικού ρομάντσου, το φιλμ με το παλιομοδίτικο neogrungy σάουντρακ (Τόρι Άμος και ξερό ψωμί, με πολλά ακόμη διάσπαρτα τραγούδια που συνέθεσαν και εκτέλεσαν Σκανδιναβοί και Σκανδιναβές που δεν γνωρίζουμε), παγώνει τη λογική, προσφέροντας μόνο κάποιες τρυφερές και καλόκαρδες σκηνές.