Ο Λακαριέρ, αυτός ο «ξένος» που εκτίμησε βαθιά τη φτωχική πλευρά του ελληνικού καλοκαιριού

ΕΠΕΞ Λακαριέρ Facebook Twitter
Στο Πόρτο Γερμενό. Φωτ.: Ζακ Λακαριέρ
0

«Έκανα το πρώτο μου ταξίδι στην Ελλάδα στα 1947 και το τελευταίο το φθινόπωρο του 1966. Η τελευταία εικόνα μου: ένα νησί του Αιγαίου άδεντρο, μ’ ένα μοναδικό χωριό, τοπίο απογυμνωμένο, με τη μιζέρια και την ομορφιά συναρμοσμένες σα δυο πλαγιές του ίδιου λόφου. Μιζέρια και ομορφιά…» Έτσι ξεκινά να αφηγείται ο Ζακ Λακαριέρ, o Γάλλος ελληνιστής και συγγραφέας, μεταφραστής, δοκιμιογράφος και διανοούμενος ταξιδευτής, προσεκτικός και τρυφερός παρατηρητής της Eλλάδας, λάτρης των τόπων και των ταπεινών ανθρώπων της, τα ταξίδια του σε αυτήν στο Ελληνικό Καλοκαίρι (μτφρ. Ιωάννα Χατζηνικολή, εκδόσεις Χατζηνικολή).

Γεννήθηκε στη Λιμόζ το 1925 και σπούδασε Φιλοσοφία και Λογοτεχνία. Στο λύκειο, τα μαθήματα ελληνικών τον «έμπασαν εξαρχής στην καρδιά ενός άλλου κόσμου, ενώ αργότερα προστέθηκε η ανακάλυψη της μυθολογίας, ενός κόσμου φανταστικού όπου το καθετί βρισκόταν στον αντίποδα της καθημερινής ζωής». Σε αντίθεση με τους μύθους, η ιστορία, η λογοτεχνία και η φιλοσοφία της Ελλάδας δεν του πρόσφεραν παρά μια σειρά από απατηλές εικόνες: κολόνες, ερείπια και «όντα ακίνητα» που τα κοσμούσαν. Πάντως, ως παιδί, ονειρευόταν συχνά την Ελλάδα.

Ο Λακαριέρ ταξίδεψε στη χώρα απ’ άκρη σ’ άκρη, όχι στις πόλεις, αλλά στα χωριά και στα βουνά και στις θάλασσες και στα νησιά. Την έμαθε μέσα από τους ανθρώπους του μόχθου, τον κόσμο της φτωχολογιάς και του χωριού μέσα σε συνθήκες απόλυτης ελευθερίας.

Έφτασε στην Ελλάδα το 1947, στην καρδιά του Εμφυλίου, και όσα αντίκρισε έδιωξαν για πάντα τις ιδανικές και κατασκευασμένες εικόνες της εφηβείας του, ωστόσο του έδειξαν πως η χώρα εξακολουθούσε να υπάρχει. Το πρώτο του ταξίδι εδώ το έκανε ως ερασιτέχνης ηθοποιός με τον θίασο του Antique Theâtre της Σορβόνης· έπαιξαν Πέρσες και Αγαμέμνονα στην Αθήνα και την Επίδαυρο, όπου χιλιάδες χωριάτες ήρθαν από κάθε γωνιά της Πελοποννήσου για να δουν μια παράσταση παιγμένη στα γαλλικά!

ΕΠΕΞ Λακαριέρ Facebook Twitter
Ο Λακαριέρ ταξίδεψε στη χώρα απ’ άκρη σ’ άκρη, όχι στις πόλεις, αλλά στα χωριά και στα βουνά και στις θάλασσες και στα νησιά.

Σαν σε αρχαία γιορτή κάθονταν κάτω από τα πεύκα για το σπουδαίο γεγονός: το θέατρο λειτουργούσε – εκτός από μια παράσταση που είχε ανεβάσει η Σορβόννη το 1936 για πρώτη φορά μετά από 25 αιώνες. Ταξίδεψε στους Δελφούς που βρίσκονταν στα χέρια του ΕΛΑΣ, σε έναν τόπο έρημο, παραδομένο στα φαντάσματα της Ιστορίας, και από αυτό το αλλόκοτο ταξίδι κατάλαβε ότι ο πόλεμος που διεξαγόταν ήταν πιο άγριος και δολοφονικός από εκείνον μεταξύ Ελλήνων και Τρώων και απαλλάχθηκε από «την οπτασία των λιθαριών».

Ο Λακαριέρ ταξίδεψε στη χώρα απ’ άκρη σ’ άκρη, όχι στις πόλεις, αλλά στα χωριά και στα βουνά και στις θάλασσες και στα νησιά. Την έμαθε μέσα από τους ανθρώπους του μόχθου, τον κόσμο της φτωχολογιάς και του χωριού μέσα σε συνθήκες απόλυτης ελευθερίας. Γνώρισε τα μπουζούκια και τα ρεμπέτικα, τον Σπαθάρη, τους ποιητές και τους συγγραφείς, τον Σεφέρη, τον Ελύτη, τον Σινόπουλο, τον Ταχτσή, τον Πλασκοβίτη, τον Βασιλικό, τον Πεντζίκη – κάποιους τους μετέφρασε υποδειγματικά και κατάλαβε ότι οι ποιητές, από την εποχή του Σολωμού, προσφέρουν, ο καθένας στη γλώσσα του, τα δώρα της δημιουργίας τους σαν μαγικά ξόρκια. Κατάλαβε τη γλώσσα μας όσοι λίγοι «μη Έλληνες». 

Αποφάσισε να επιστρέψει στην Ελλάδα το 1950, χωρίς λεφτά, κάνοντας οτοστόπ από την Αβινιόν, με έναν τρόπο ανεπανάληπτο, πλαγιάζοντας πολλές φορές τη νύχτα στο ύπαιθρο, τρώγοντας μαύρο ψωμί, ελιές και ντομάτα ή ως φιλοξενούμενος των ντόπιων. Ταξίδεψε στα ερειπωμένα μοναστήρια των Μετεώρων με τις σκιές των φαντασμάτων και έφτασε στο Άγιο Όρος, την άχρονη νησίδα όπου τίποτα δεν μεταβαλλόταν.

Η πυκνότητα και η ροή της αφήγησής του για το μέρος αυτό, στο οποίο ταξίδεψε τρεις φορές, είναι σχεδόν εξαντλητική. Εκεί ανακάλυψε το αθωνίτικο ψωμί, ερημίτες σαν τον Νικώνιο με συναρπαστικά βιογραφικά, τις οσμές από λιβάνι, κουζίνα και απόπατο, τη γεύση του καλού κρασιού. Έζησε περιστατικά με μοναχούς που πήγαν να τον κουτουπώσουν, γέλια και κρυφά δράματα μέσα στο μισόφωτο των κελιών – έτσι ανακάλυψε την αγνοημένη εναπομείνασα βυζαντινή Ελλάδα.

ΕΠΕΞ Λακαριέρ Facebook Twitter
Φωτογραφία του Jacques Lacarrière από την έκθεση «Η Ελλάδα μέσα από τον φακό του Ζακ Λακαριέρ» που έγινε το 2008 στο Μουσείο Μπενάκη.

Έφτασε στην Κρήτη, λαθρεπιβάτης, άφραγκος πάντα, και πήρε τον δρόμο για την Κνωσό, χωρίς να ρίξει μια ματιά στο Ηράκλειο. Οι τουρίστες ήταν ανύπαρκτοι, κοιμόταν στους εξώστες του ανακτόρου, έτρωγε τα φιλέματα του φύλακα, έμαθε κάθε γωνιά του παλατιού σαν να ξεφύλλιζε ένα βιβλίο. Ένιωσε ευτυχής, έμαθε τη γλώσσα των ανασκαφών και ενός κόσμου πολύ διαφορετικού από τον ελληνικό.

Ήταν ο πρώτος επισκέπτης της Φαιστού μεταπολεμικά, ο πρώτος που έφτασε στα χωριά και γνώρισε, εκτός από τους τόπους, άντρες που δεν ανήκαν στη θάλασσα, περήφανους και αφέντες, γυναίκες ξυπόλυτες, μαυροντυμένες, ζαρωμένες από τον ήλιο και το μεροδούλι, τα κατσικίσια τυριά, τα γιγάντια άστρα της νύχτας, τις μυρωδιές της τραγίλας και του ρετσινιού. Για τον Λακαριέρ σφάξανε «μια εκατόχρονη σκληρή σαν πέτρα γίδα» και ο φίλος του ο Αντώνης του μαγείρεψε έναν αετό που δεν είχε καμία σχέση με τους αετούς της Ίδης οι οποίοι πίνουν νερό από τον πάγο που στεφανώνει τη βουνοκορφή του.

Μετέφρασε τον Κρητικό του αυστηρού Πρεβελάκη και έγραψε ότι η Κρήτη αργότερα έγινε ένας τόπος πολύ διαφορετικός από εκείνον που είχε γνωρίσει, τόπος όπου δίνουν ραντεβού αποβλακωμένοι τουρίστες, και ότι η «τουριστική ανάπτυξη» σε απομονώνει από κάθε σημαδιακή συνάντηση και σωτήρια εμπειρία. Μέσα στα δυστυχισμένα χωριά και στις τόσο φτωχές, μα ζεστές φαμίλιες ο Λακαριέρ μπόρεσε να ελευθερωθεί από τον τόπο της γέννησής του και τον πλαστό ομφάλιο λώρο, εκεί άρχισε τη μαθητεία του ως αληθινός ταξιδιώτης, δίνοντας στη λέξη έναν αξιομνημόνευτο ορισμό: «… Είναι αυτός που στον κάθε τόπο που διασχίζει, με μόνες τις συναντήσεις των άλλων και την αναγκαία λησμονιά του εαυτού του, ξαναπιάνει να γεννιέται από την αρχή».

Οκτώ χρόνια μετά την πρώτη του εμφάνιση στην Επίδαυρο το 1947 ως ερασιτέχνη ηθοποιού, ξανάπαιξε εκεί, μόνο που πλέον οι θεατές δεν έρχονταν με γαϊδούρια αλλά με πούλμαν. Έλειπε η ατμόσφαιρα που είχε ζήσει, η σιωπή των χιλιάδων χωρικών που παρακολουθούσαν, στο φως της μέρας, με κρατημένη ανάσα, κάθε κίνηση των ηθοποιών, μια εμπειρία που θα ’πρεπε να δοκιμάσει μια φορά στη ζωή του κάθε ηθοποιός.

ΕΠΕΞ Λακαριέρ Facebook Twitter
Φιλάρετος μοναχός Καρουλιώτης (1872-1962). Φωτογραφίες του Jacques Lacarrière (1954).

Ο Λακαριέρ ταξίδεψε στις Μυκήνες και στην Αρκαδία και στα σκοτεινά νερά της Στυγός, γνώρισε τις αναιμικές γιαγιάδες, τους πελιδνούς χωρικούς, τους κοιλαράδες παπάδες, χαρακτηριστικές μορφές αυτών των τόπων. Δεν ήταν ο εκκεντρικός ταξιδιώτης, ο αστός που είδε την Ελλάδα ως χώρα εξωτική, ταξίδεψε κατάστρωμα γιατί δεν είχε ποτέ λεφτά. Δεν συνεργαζόταν με εκδοτικό οίκο, δεν του πλήρωνε κανένα ινστιτούτο τα προς το ζην, η ζωή και οι δραστηριότητές του δεν δεσμεύονταν από κανέναν και από τίποτα.

Τα δοκίμια που δημοσίευσε είναι πάνω απ’ όλα η έκφρασή του, όχι η αντικειμενική μελέτη ενός συγκεκριμένου χώρου μάθησης. Έτσι κατάφερε να ζωγραφίσει και να αποδώσει ενωμένη τη χώρα μας με μαβιά και γαλάζια και πολλά γκρίζα και λευκό από τα κρινάκια της Κνωσού. Κάτεχε τη γλώσσα μας και την αισθάνθηκε. Λόγω της έλλειψης χρημάτων γνώρισε, όπως έγραψε, την Ελλάδα όπως «οι ίδιοι οι Έλληνες τη ζούνε και την τριγυρίζουν, μαζί τους, δίπλα τους και μέσα στα σπίτια τους».

cover
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ: Ζακ Λακαριέρ, Το Ελληνικό Καλοκαίρι, Μτφρ.: Ιωάννα Χατζηνικολή, Εκδόσεις Χατζηνικολή

Αδιάφορος για τις υλικές ανέσεις, συνεχίζει «ακόμα και σήμερα, αν ήταν να πληρώσω την ομορφιά ή την αλήθεια με τούτο το τίμημα θα κοιμόμουν στην ύπαιθρο και θα τρεφόμουν με ελιές όσο καιρό έπρεπε. Είναι ο σκοπός, ο μόνος σκοπός που δεν πρέπει να χάσετε από τα μάτια a fortiori όταν πρόκειται για ταξίδια».

Ένιωσε τους τόπους και είδε και την άλλη όψη τους, πέρα από την «τουριστική», την Ανάφη των εξόριστων, την Πάτμο –ιδανικό μέρος για συνέδριο μελλοντολογίας–, την αφιλόξενη Σέριφο και τις πάμφτωχες Σίκινο και Φολέγανδρο, το ζωγραφισμένο νεραϊδένιο χωριό της Χίου, τη Σαλαμίνα, το θαύμα το ελληνικό μιας ζωής που κρατιέται μπουκιά με μπουκιά και γουλιά με γουλιά και επιβιώνει. «Το θαύμα ενός τόπου όπου τα παιδιά που παίζουν μ’ ένα καβούρι εξακολουθούν να λένε “χαροπαλεύει”». 

Το βιβλίο του, αν και εντάσσεται στην ταξιδιωτική λογοτεχνία, φέρει την κουλτούρα του, έτσι όπως τη βίωσε, «… εκεί που αυτό που ονομάζουμε γνώση είναι εσωτερική μετάλλαξη τω κυττάρων, σωματική μάθηση, σπλαχνική, των συγκινήσεων και των τραγουδιών του σώματος…». Διάβασε Κόντογλου, ένα αληθινό άνθρωπο του Βυζαντίου που κατά λάθος βρέθηκε στην εποχή μας, και γνώρισε τον Πεντζίκη, «άνθρωπο όλων των εποχών», όπως τον αποκαλεί, ένα βυζαντινό σουρεαλιστή.

Αυτό που στάθηκε πιο αποκαλυπτικό στα ελληνικά καλοκαίρια του Λακαριέρ ήταν τα ρεμπέτικα, η ατμόσφαιρα, τα ανώνυμα πρόσωπα, φορτηγατζήδες και ψαράδες και συμπότες σε κάποιον καφενέ άθλιο αλλά αλησμόνητο. «… Όλο αυτό με το μπαστάρδεμα του τουρισμού που μεταμφιέστηκε σε κατεψυγμένους αστακούς και τρομακτικούς λογαριασμούς και πιάτα που σπάζουν με βαριεστημένα ώπα! Δεν είναι το ρεμπέτικο που πέθανε. Πέθανε μια εποχή και μια συγκεκριμένη αλήθεια».

Ήταν ένας τυχερός ταξιδευτής ο Λακαριέρ· η Ελλάδα, ως άλλη Ιθάκη, του «έδωσε τ’ ωραίο ταξίδι». Είδε έναν τόπο ρημαγμένο και με τις αισθήσεις, ψυχικά, ανακάλυψε την ομορφιά, την άλλη χώρα τη σιωπηλή, στο περιθώριο της Ιστορίας, χαρτογράφησε με γενναιότητα και χιούμορ πάθη και λάθη και αρετές, έγραψε ένα προφητικό βιβλίο. Δεν έζησε για να δει ότι αυτά που έγραψε για τους ανόητους τουρίστες έγιναν πραγματικότητα, κανένας δεν αναγνωρίζει πια κανέναν τόπο.

Ο «αναπαλλοτρίωτος» άξονας αυτής της χώρας που περιγράφει δεν υπάρχει πια. Είναι σαν αγκάθι βουτηγμένο σε μέλι αυτό το βιβλίο, μια βίβλος της μεταπολεμικής περιόδου, ένα παλίμψηστο μιας Ελλάδας όπου υποκριτικά θρηνούμε ό,τι χάθηκε, ενώ υπήρξαμε νωθροί θεατές της διάλυσής της. Ο Λακαριέρ, αυτός ο «ξένος», με σοφία και συναίσθηση εκτίμησε βαθιά και χαιρόταν τόσο τη γλώσσα των ποιητών όσο και τα φτωχικά τσαρδάκια. Αυτό που του δόθηκε πλουσιοπάροχα, η ατόφια, άδολη φιλοξενία μας, το επιστρέφει μέσα από το Ελληνικό Καλοκαίρι, ένα απαραίτητο βιβλίο Ιστορίας, λαογραφίας, κοινωνιολογίας, ένα χρονικό μιας εποχής που σκεπάστηκε και λησμονήθηκε από τις σκόνες της ανάπτυξης.

ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΔΩ

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ένας ύμνος για την γκέι αγάπη και τη φιλία σε έναν κόσμο όπου θερίζει το Aids

Βιβλίο / Ο ξεχασμένος «Κωνσταντίνος» του Παναγιώτη Ευαγγελίδη κυκλοφορεί ξανά

Ένας ύμνος για την γκέι αγάπη και τη φιλία σε έναν κόσμο που τον θερίζει το AIDS. Μια τολμηρή ματιά την Αθήνα των ’90s μέσα από το απελπισμένο στόρι δύο γκέι εραστών. Ο «Κωνσταντίνος» του Παναγιώτη Ευαγγελίδη ήταν εκτός κυκλοφορίας για τρεις σχεδόν δεκαετίες. Σε λίγες μέρες κυκλοφορεί ξανά.
M. HULOT
Μαρκ Μπρέι: «Είναι δύσκολο να είσαι αντιφασίστας σήμερα στις ΗΠΑ»

Βιβλίο / Μαρκ Μπρέι: «Είναι δύσκολο να είσαι αντιφασίστας σήμερα στις ΗΠΑ»

Ο ιστορικός και συγγραφέας του βιβλίου «Antifa», που εγκατέλειψε πρόσφατα οικογενειακώς τις ΗΠΑ εξαιτίας απειλών που δέχτηκε για τη ζωή του, μιλά για την αμερικανική πολιτική σκηνή και για το αντιφασιστικό κίνημα σήμερα.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Νόρμαν Μέιλερ «Μάγισσα τέχνη»

Το πίσω ράφι / Νόρμαν Μέιλερ: «Οι καλλιτέχνες δίνουν όρκο να είναι εγωιστές. Ειδάλλως, δεν θα γίνει τίποτα»

Ο Αμερικανός συγγραφέας ξεκίνησε μη μπορώντας να συντάξει μια πρόταση, αλλά με το πρώτο του μυθιστόρημα ξεχώρισε. Έκτοτε διαβάστηκε, αμφισβητήθηκε, προκάλεσε κι έμεινε ως το τέλος διαυγής και θαρραλέος.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Εμμανουήλ Καραλής: Πολλοί είναι δίπλα σου στα μετάλλια, στο χειροκρότημα και στη λάμψη, αλλά μετά οι προβολείς σβήνουν

Οι Αθηναίοι / Manolo: «Πολλοί είναι δίπλα σου στα μετάλλια, αλλά μετά οι προβολείς σβήνουν»

Έχει μάθει να περνά τον πήχη, να ξεπερνά τους φόβους και να καταρρίπτει στερεότυπα. Θεωρεί ότι η ζωή του αθλητή μοιάζει πολύ με τη ζωή του μοναχού. Ο πρωταθλητής στο άλμα επί κοντώ αφηγείται τη ζωή του και μιλά για τα παιδικά του χρόνια, τις όμορφες και δύσκολες στιγμές, την ψυχική του υγεία, τον έρωτα, την πίστη και την αγάπη που τον κρατούν όρθιο.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Τι ήξερε ο Παζολίνι;

Βιβλίο / Τι ήξερε ο Παζολίνι;

Πενήντα χρόνια μετά την άγρια δολοφονία του, οι προγνώσεις του για τον φασισμό είναι πιο επείγουσες από ποτέ, σημειώνει η Βρετανίδα συγγραφέας Ολίβια Λέινγκ, το νέο βιβλίο της οποίας περιστρέφεται γύρω από τη δημιουργία του «Σαλό (120 Μέρες στα Σόδομα)».
THE LIFO TEAM
Μαύρη, λεσβία, μητέρα, πολεμίστρια, ποιήτρια, καρκινοπαθής

Βιβλίο / Μαύρη, λεσβία, μητέρα, πολεμίστρια, ποιήτρια, καρκινοπαθής

Η διάσημη συγγραφέας Όντρι Λορντ αντιμετώπισε τη διάγνωσή της με το θάρρος και το ακτιβιστικό πνεύμα που πάντα τη διέκρινε: Τα «Ημερολόγια Καρκίνου» δεν είναι μια «καταγραφή δακρύων μόνο» αλλά και μια κραυγή οργής εναντίον της καταπίεσης που βιώνουν οι γυναίκες.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Η Μάργκαρετ Άτγουντ στο μονοπάτι του πένθους

Βιβλίο / Η Μάργκαρετ Άτγουντ στο μονοπάτι του πένθους

Σ’ ένα απόσπασμα από τα απομνημονεύματά της με τίτλο «Book of Lives: A Memoir of Sorts», που προδημοσιεύει η «Guardian», η διάσημη συγγραφέας περιγράφει τον τρόπο που βίωσε την απώλεια του επί μισό αιώνα συντρόφου της Γκρέαμ Γκίμπσον το 2019.
THE LIFO TEAM
«Intermezzo»: Το βιβλίο της Σάλι Ρούνεϊ που έσπασε όλα τα αναγνωστικά ρεκόρ

Βιβλίο / «Intermezzo»: Το βιβλίο της Σάλι Ρούνεϊ που έσπασε όλα τα αναγνωστικά ρεκόρ

Σε λίγες μέρες κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη το πολυαναμενόμενο νέο βιβλίο της Ιρλανδής συγγραφέως, που έχει κάνει ρεκόρ πωλήσεων και αναγνωσιμότητας. Καταγράφουμε τις πρώτες εντυπώσεις από την ανάγνωσή του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Άμιτι Γκέιτζ «Ο καλός πατέρας»

Το πίσω ράφι / Έχουν και οι ψεύτες τη χάρη τους. Στα μυθιστορήματα τουλάχιστον

Ο «Καλός πατέρας» της Άμιτι Γκέιτζ πραγματεύεται την κατασκευή της ανθρώπινης ταυτότητας, τον άρρηκτο δεσμό γονιού και παιδιού και τη μεταναστευτική εμπειρία, θίγοντας όψεις του αμερικανικού ονείρου.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
«Σπίτι από ζάχαρη»: Το δίκτυο των ανθρώπινων σχέσεων στο μυθιστόρημα της Τζένιφερ Ίγκαν

Βιβλίο / Πώς θα ήταν αν μπορούσαμε να βιώσουμε ξανά όσα ζήσαμε στο παρελθόν;

Το «Σπίτι από ζάχαρη» είναι ένα πολυεπίπεδο μυθιστόρημα με στοιχεία επιστημονικής φαντασίας που διερευνά τους κινδύνους της ψηφιακής εποχής, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα την αξία της μνήμης και της σύνδεσης.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Θανάσης Βαλτινός: Η νουβέλα «Η Κάθοδος των Εννιά» του διακεκριμένου συγγραφέα

Οθόνες / «Η Κάθοδος των Εννιά»: Η διάσημη νουβέλα του Θανάση Βαλτινού

Πεθαίνει σαν σήμερα ο διακεκριμένος Έλληνας συγγραφέας. Αυτή είναι η ιστορία ενός από τα εμβληματικότερα βιβλία του και η βραβευμένη μεταφορά της στον κινηματογράφο, το 1984, από τον Χρίστο Σιοπαχά.
ΦΩΝΤΑΣ ΤΡΟΥΣΑΣ
Καρολίνα Μέρμηγκα: «Οι συγγραφείς προχωράμε με αναμμένη δάδα στη σκοτεινή σπηλιά της λογοτεχνίας»

Βιβλίο / Καρολίνα Μέρμηγκα: «Όταν γράφουμε για αληθινούς ανθρώπους, πρέπει να σεβόμαστε τη μνήμη τους»

Η καταξιωμένη συγγραφέας ιστορικών μυθιστορημάτων Καρολίνα Μέρμηγκα μάς μιλάει για τη δύναμη της τέχνης, για το λογοτεχνικό της εργαστήρι αλλά και για τη χαρά της να μεταφράζει Χίλαρι Μαντέλ, τα βιβλία της οποίας επανακυκλοφορούν από τις εκδόσεις Ψυχογιός.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Πόσο διαβάζεται σήμερα ο Νίκος Καζαντζάκης;

Βιβλία και Συγγραφείς / Πόσο διαβάζεται σήμερα ο Νίκος Καζαντζάκης;

Πεθαίνει σαν σήμερα ο συγγραφέας Νίκος Καζαντζάκης. Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητάει με την Έρη Σταυροπούλου, ομότιμη καθηγήτρια Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, για τον συγγραφέα του «Αλέξη Ζορμπά» και την αντοχή του έργου του.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Στέφαν Τσβάιχ

Το πίσω ράφι / Σε πείσμα όσων περιφρόνησαν τα έργα του Τσβάιχ, η απήχησή τους ακόμα να κοπάσει

Οι ήρωες του Αυστριακού συγγραφέα ταλανίζονται συνήθως από μια αβάσταχτη εσωτερική πίεση, αντικατοπτρίζοντας τη δική του πεισιθάνατη διάθεση. Αυτήν ακριβώς την αίσθηση αποπνέει η συλλογή διηγημάτων του «Αμόκ».
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Marwan Kaabur: «Αγωνιζόμαστε και στον αραβικό κόσμο για δικαιώματα κι ελευθερίες, αλλά προκρίνουμε τον δικό μας τρόπο, στο πλαίσιο της δικής μας κουλτούρας»

Lgbtqi+ / Κι όμως υπάρχουν και «αραβικά καλιαρντά»!

Λίγο πριν από την αθηναϊκή παρουσίαση της αγγλόφωνης έκδοσης του «Queer Arab Glossary» μιλήσαμε με τον συγγραφέα του Marwan Kaabur, για τα «αραβικά καλιαρντά», την ομοφυλοφιλία και την queer συνθήκη στον αραβικό κόσμο, το «pink washing», αλλά και τη συχνά παρεξηγημένη πρόσληψή τους από τη Δύση.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Tα συγκλονιστικά Ημερολόγια Καρκίνου της Όντρι Λορντ και άλλα 4 βιβλία που διαβάζουμε τώρα

Βιβλίο / Tα συγκλονιστικά Ημερολόγια Καρκίνου της Όντρι Λορντ και άλλα 4 βιβλία που διαβάζουμε τώρα

Πέντε αποκαλυπτικά βιβλία για τις γυναίκες με καρκίνο, για τον κόσμο, τα σκουπίδια ακόμα και για τη μακρινή Ιαπωνία ξεχωρίζουν ανάμεσα στις εκδόσεις της πρόσφατης βιβλιοπαραγωγής καλύπτοντας ένα μεγάλο εύρος θεμάτων και ενδιαφερόντων.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Δύο άγνωστες φωτογραφίες του Ρεμπό από τη γαλλική Κομμούνα

Βιβλίο / Δύο άγνωστες φωτογραφίες του Ρεμπό από τη γαλλική Κομμούνα

Σαν σήμερα γεννήθηκε το 1854 ο Αρθούρος Ρεμπό. Ο ποιητής, μουσικός και μπλόγκερ Aidan Andrew Dun έπεσε τυχαία σε δύο εντελώς άγνωστες φωτογραφίες, βγαλμένες στην Place Vendôme, και βρέθηκε μπροστά σε μια μεγάλη έκπληξη: ο έφηβος Αρτίρ Ρεμπό, όπως δεν τον έχουμε ξαναδεί.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ