ΑΠΕΡΓΙΑ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ

Ντάγκλας Στιούαρτ στη LiFO: «Ως γκέι, μεγάλωσα αόρατος στη Σκωτία της Θάτσερ»

Ντάγκλας Στιούαρτ στη LiFO: «Ήμασταν αόρατοι ως γκέι άνδρες στο περιβάλλον όπου μεγάλωσα» Facebook Twitter
Tο χιούμορ συνδέεται αναπόσπαστα με το τραύμα, δεν γίνεται αλλιώς. Φωτ.: Clive Smith
0

Η μεγαλύτερη έκπληξη των τελευταίων ετών στα αγγλικά γράμματα προέρχεται από τη Σκωτία και είναι αναμφίβολα ο Ντάγκλας Στιούαρτ: γράφοντας με τρόπο τρυφερό για θέματα που πονάνε, όπως η εργατική τάξη της πατρίδας του, της Γλασκώβης, αλλά και ο έρωτας μεταξύ αγοριών που μεγαλώνουν σε προβληματικά περιβάλλοντα, με γονείς εξαρτημένους και με διαλυμένες οικογένειες, κατάφερε να μιλήσει στην καρδιά των αναγνωστών και των κριτικών.

Το πρώτο του κιόλας μυθιστόρημα, «Σάγκι Μπέιν» (μτφρ. Σταυρούλα Αργυροπούλου), κέρδισε το 2020 το βραβείο Μπούκερ, ενώ το δεύτερο, «Ο νεαρός Μάνγκο» (μτφρ. Μιχάλης Μακρόπουλος), έδειξε να ανταποκρίνεται πλήρως στις προσδοκίες.

Σ’ αυτό περιγράφονται οι περιπέτειες της οικογένειας Χάμιλτον, που αποτελείται από μια αλκοολική μάνα, τη Μο-Μόου, τη μεσαία κόρη, Τζόντι, που έχει αναλάβει τον ρόλο της προστάτιδος, τον μεγάλο αδελφό Χάμις, ο οποίος επιδίδεται σε διάφορους χουλιγκανισμούς και κόντρες με τις αντίπαλες ομάδες των καθολικών της Γλασκώβης, και φυσικά τον 15χρονο Μάνγκο, που το όνομά του ταυτίζεται με αυτό του προστάτη της πόλης και ο οποίος θα ερωτευτεί τον νεαρό Τζέιμς, από το αντίπαλο, εχθρικό «στρατόπεδο», ένα ιδιόμορφο παιδί που περνάει τις ώρες του φροντίζοντας έναν περιστεριώνα.

«Σκέφτηκα ότι ελάχιστοι μιλούν για το τι μπορεί να σκέφτεται ένας γκέι άνδρας σε αυτό το περιβάλλον και ότι είμαστε πολύ αδικημένοι όσον αφορά αυτή την προοπτική. Ακριβώς τότε αναλογίστηκα τη δική μου θέση ως νέου σε αυτή την κοινότητα, το ότι ένιωθα αόρατος και δεν μπορούσα καν να διεκδικήσω το δικαίωμά μου στην αγάπη, δεν μπορούσα να ερωτευτώ ένα αγόρι σε μια τέτοια γειτονιά, σε αυτό το περιβάλλον».

Πρόκειται για άλλη μια τρυφερή και ταυτόχρονα σκληρή ιστορία, γραμμένη με μαεστρία από τον βραβευμένο συγγραφέα, ο οποίος μίλησε στη LiFO μέσω Skype από το σπίτι του στη Νέα Υόρκη.

— Διαβάζοντας κανείς τον «Νεαρό Μάνγκο», έρχεται αντιμέτωπος με ένα πολύ σκληρό κοινωνικό περιβάλλον και με τραυματικές σκηνές, δοσμένες, ωστόσο, με μεγάλες δόσεις τρυφερότητας. Πόσο εύκολο ήταν να κρατήσετε αυτή την ισορροπία στο βιβλίο σας;
Όποιος έχει βρεθεί κάποιο βράδυ σε παμπ στη Γλασκώβη ξέρει καλά το κλίμα, τι σημαίνει να διασκεδάζουν όλοι μαζί και ξαφνικά η βραδιά να μετατρέπεται σε κάτι πολύ σκοτεινό και αποτρόπαιο. Πρόκειται για μια συνθήκη που δείχνει την ανάγκη να βρίσκεις μια χαραμάδα μέσα στον ζόφο μέσω του χιούμορ, ώστε να μην αφήσεις την τραγωδία να σε καταπιεί ολόκληρο − και σε αυτήν ακριβώς τη συνθήκη μεγάλωσα. Οι ακραίες αυτές αντιθέσεις, επίσης, αντιστοιχούν σε μια κοινωνία που διαθέτει ισχυρά στοιχεία αυθεντικότητας αλλά και ακραίας ανισορροπίας, πολύ μακριά από την τακτοποιημένη βιτρίνα της βικτοριανής σταθερότητας που συνήθως συναντάμε σε αντίστοιχα βιβλία.

cover
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ: 
Ντάγκλας Στιούαρτ, Ο Νεαρός Μάνγκο, Μτφρ.: Μιχάλης Μακρόπουλος, εκδόσεις Μεταίχμιο

Οπότε, αν δεν έχεις ζήσει, αν δεν έχεις νιώσει στο πετσί σου και στην καρδιά σου αυτές τις αντιθέσεις, δεν μπορείς καν να διανοηθείς ότι υπάρχουν: αλλά είναι αυτές οι ακραίες μετατοπίσεις που κάνουν τη ζωή σου μεστή εμπειριών. Δεν γινόταν, επομένως, όλα αυτά να μην επηρεάσουν τον τρόπο που γράφω και, όπως σωστά λέτε, έψαχνα να βρω την ισορροπία σε αυτές τις αντιθέσεις. Το χιούμορ και η τρυφερότητα δεν ήταν παρά οι δικοί μου συγγραφικοί τρόποι για να μπορέσει ο αναγνώστης να αντέξει τις πιο σκοτεινές όψεις του βιβλίου. Στη Σκωτία συνηθίζουμε να λέμε −δεδομένου ότι το Εδιμβούργο ήταν ανέκαθεν το μεσοαστικό κέντρο και η Γλασκώβη το εργατικό− ότι μπορεί κανείς να κάνει μεγαλύτερη πλάκα σε μια κηδεία στη Γλασκώβη παρά σε γάμο στο Εδιμβούργο. Είναι μια μεγάλη αλήθεια: με μια έννοια η Γλασκώβη είναι το πιο διασκεδαστικό μέρος του κόσμου.

Για να μιλήσω, όμως, ειλικρινά, το χιούμορ συνδέεται αναπόσπαστα με το τραύμα, δεν γίνεται αλλιώς. Απλώς τα αγόρια στη Γλασκώβη δεν αναλογίζονται τα τραύματά τους γιατί τους έμαθαν ότι δεν έχουν δικαίωμα να το κάνουν. Οπότε το χιούμορ είναι ο πιο αποτελεσματικός μηχανισμός για να δηλώσουν κάτι πολύ αληθινό και τόσο διαπεραστικό ψυχικά. Ας μην ξεχνάμε ότι οι πρωταγωνιστές του βιβλίου προέρχονται ακριβώς από ένα τέτοιο στωικό, ας το πούμε έτσι, μέρος, ως προς την έκφραση των συναισθημάτων, στον βαθμό που τόσο οι άνδρες όσο και οι γυναίκες έχουν μάθει να μην εκφράζουν τον βαθύτερο πόνο τους, ούτε να αυτοοικτίρονται: έχουν πάντα την τάση να λένε στον εαυτό τους «σήκω, μη δειλιάζεις, μην το βάζεις κάτω».

Εκεί όπου μεγάλωσα όλα αυτά ήταν απλώς καθημερινότητα. Μιλάμε για ανθρώπους που δεν μπορούσαν να εκφράσουν τον φόβο τους παρότι έπαιζαν καθημερινά με τον θάνατο, κάνοντας απερίγραπτα επικίνδυνα επαγγέλματα, σε ναυπηγεία, σε οικοδομές, θέτοντας ανά πάσα στιγμή τη ζωή τους σε κίνδυνο και παρ’ όλα αυτά τα έφερναν όλα αδιαμαρτύρητα εις πέρας. Όχι επειδή ήταν δυνατοί, αλλά επειδή δεν επιτρεπόταν να νιώσουν ευάλωτοι.

Ντάγκλας Στιούαρτ στη LiFO: «Ήμασταν αόρατοι ως γκέι άνδρες στο περιβάλλον όπου μεγάλωσα» Facebook Twitter
Αν δει κανείς τη Γλασκώβη από απόσταση, και όχι όπως τη βίωσα εγώ, είναι μια ωραία πόλη με ένα από τα μεγαλύτερα πανεπιστήμια στον κόσμο. Μάλιστα, μεγάλωσα πολύ κοντά σε αυτό, σχεδόν σε απόσταση αναπνοής, αλλά δεν πέρασα την πύλη του παρά μόνο στα 22 μου χρόνια. Στο στιγμιότυπο ο Stuart παραλαμβάνει το τιμητικό πτυχίο του μαζί με την ολυμπιονίκη Laura Muir στο Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης. Φωτ.: Getty Images/ Ideal Image

— Ωστόσο, παρότι ο νεαρός ήρωάς σας, ο Μάνγκο, οικειοποιείται αυτά τα χαρακτηριστικά, δηλαδή ξέρει ότι δεν επιτρέπεται να δείξει δειλία, δείχνει μια βαθιά καλοσύνη ακόμα και όταν παρεκτρέπεται σε βίαιες πράξεις. Προτιμάει, όπως λέει και η αδελφή του, να επιστρέφει το καλό στους ανθρώπους.
Ναι, είναι αλήθεια αυτό. Είναι τρωτός σε σημείο που οι γύρω του το θεωρούν πολύ ύποπτο. Αν, όμως, το καλοσκεφτεί κανείς, η ευθραυστότητα και η καλοσύνη είναι τα πιο τολμηρά και γενναία στοιχεία που μπορεί να διαθέτει ένα αγόρι το οποίο μεγαλώνει σε αυτό το περιβάλλον, καθώς αυτομάτως τον μετατρέπουν σε αντικείμενο εκμετάλλευσης και τον καθιστούν θηλυπρεπή στα μάτια των γύρω. Και αυτό, για ένα αγόρι σαν τον Μάνγκο, μοιάζει επικίνδυνο.

Επομένως, όταν έγραφα το βιβλίο, συνειδητοποιώντας ότι προέρχομαι από μια μεγάλη λογοτεχνική παράδοση με αμέτρητα βιβλία που περιγράφουν όλα αυτά τα κοινωνικά ζητήματα ή μιλούν για το περιβάλλον του βιομηχανικού κέντρου της Γλασκώβης και τις εξεγέρσεις, αντιλήφθηκα ότι εστίαζαν πάντα στην πλευρά της ετεροφυλοφιλικής συνθήκης, μιλώντας από την πλευρά του στρέιτ άνδρα, για τις κρυφές του αγωνίες, την καταπίεση από τους γονείς και τον πατέρα. Σε έναν βαθμό είναι λογικό, αφού πρόκειται για μια πατριαρχική κοινωνία και όλα περιστρέφονται γύρω από τη στρέιτ συνθήκη: από τα κλειστά κλαμπ του ποδοσφαίρου και τα ανδρικά στέκια έως τις κουβέντες μεταξύ ανδρών.

Ωστόσο, σκέφτηκα ότι ελάχιστοι μιλούν για το τι μπορεί να σκέφτεται ένας γκέι άνδρας σε αυτό το περιβάλλον και ότι είμαστε πολύ αδικημένοι όσον αφορά αυτή την προοπτική. Ακριβώς τότε αναλογίστηκα τη δική μου θέση ως νέου σε αυτή την κοινότητα, το ότι ένιωθα αόρατος και δεν μπορούσα καν να διεκδικήσω το δικαίωμά μου στην αγάπη, δεν μπορούσα να ερωτευτώ ένα αγόρι σε μια τέτοια γειτονιά, σε αυτό το περιβάλλον. Οπότε ένιωσα την ανάγκη να γράψω για κάτι που δεν είχα, να μιλήσω για το τι σήμαινε να είσαι γκέι σε ένα μέρος όπου ακόμα και οι στρέιτ έπρεπε να δείχνουν δυνατότεροι κι από τα πρότυπα που επέβαλε αυτό το στενό περιβάλλον για αυτούς.

— Είναι σημαντικό γιατί με την ιστορία του Μάνγκο και του Τζέιμς ταυτίζονται πολλά αγόρια που νιώθουν, για αντίστοιχους λόγους, ότι δεν έχουν φωνή. Φαντάζομαι πολλά αγόρια σε απομακρυσμένα μέρη της Ελλάδας να βρίσκουν καταφύγιο στις σελίδες του βιβλίου.
Να σας μιλήσω ειλικρινά: πολλοί στρέιτ μού εξέφρασαν τον ενθουσιασμό τους γιατί έχει τύχει να μεγαλώσουν σε τέτοιο πατριαρχικό περιβάλλον και ταυτίζονται. Ο καθένας έχει τους δικούς του λόγους να νιώθει μειονότητα.

— Ωστόσο, το βιβλίο εστιάζει σε έναν πολύ ρομαντικό έρωτα μεταξύ δυο αγοριών που, για να είμαι ειλικρινής, μου έφερε στο νου την ιστορία του «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» από πολλές απόψεις. Ακόμα και από την άποψη του ποιητικού στοιχείου που δείχνει να αντισταθμίζει τις πιο σκληρές περιγραφές.
Αυτό που προσπάθησα να κάνω είναι να ανιχνεύσω τη λανθάνουσα ποίηση ακόμα και στις πιο δύσκολες συνθήκες, με τρόπο έμμεσο, όχι τόσο κραυγαλέο. Μου αρέσει η ένταση των πραγμάτων και των συναισθημάτων και σίγουρα έχετε δίκιο όταν λέτε ότι η ιστορία σάς θύμισε «Ρωμαίο και Ιουλιέτα» από πολλές απόψεις, ακόμα και από το γεγονός ότι αυτά τα αγόρια ζουν σε υπερυψωμένες κατοικίες, οπότε πάντα υπάρχει ένα μπαλκόνι και ένα παράθυρο όπου βλέπουμε να εξελίσσονται αντίστοιχες σκηνές.

Επίσης, αμφότεροι μεγαλώνουν σε ένα ακραία διχασμένο περιβάλλον, με απόλυτο μίσος: μπορεί να μην προέρχονται από πλούσια σπίτια και από αστικό περιβάλλον, αλλά οι οικογένειές τους έχουν διαμορφώσει έναν συγκεκριμένο τρόπο ζωής, ενώ οι ίδιοι πηγαίνουν σε συγκεκριμένα σχολεία και ζουν σε καθορισμένα θεσμικά πλαίσια, τα οποία προσπαθούν να τους χωρίσουν και να τους κρατήσουν με κάθε τρόπο μακριά τον έναν από τον άλλο. Αλλά και εδώ παρεισφρέει ένα παραμυθένιο και ποιητικό στοιχείο, και αυτό έχει να κάνει με την ίδια τη φύση του περιστεριώνα, όπου βρίσκεται ο Τζέιμς, καθώς εκτός από μαγικό μέρος και ιδανικό καταφύγιο, φαίνεται ταυτόχρονα να έχει πολλά από τα στοιχεία του ίδιου ως χαρακτήρα: απέξω μοιάζει απρόσιτος και πολύ στέρεος, ενώ ουσιαστικά πρόκειται για ένα εγκαταλελειμμένο οίκημα.

Ταυτόχρονα είναι μια καλή κατασκευή που μπορεί να κρύβεται από τα αδιάκριτα βλέμματα, αφού περιβάλλεται από το φυσικό στοιχείο και μοιάζει με προσωπικό κάστρο, αλλά ουσιαστικά είναι εκτεθειμένος ως δημόσιος χώρος. Επίσης, είναι ένα μέρος γεμάτο πουλιά, τα οποία κάποια στιγμή απελευθερώνονται και αφήνονται να πετάξουν στον ουρανό. Ουσιαστικά πρόκειται για μια μεταφορά για την ελευθερία αλλά και την αρρενωπότητα: μιλάει για τον ανδρικό χαρακτήρα, που σημαίνει ότι τέτοιου είδους αγόρια διαθέτουν αυτή την αδιαπέραστη, σκληρή συγκρότηση, αλλά στο εσωτερικό έχουν μια κρυμμένη τρυφερότητα. Μόνο και μόνο το γεγονός ότι ο ίδιος ο Τζέιμς ενδιαφέρεται για κάτι τόσο μικρό και πιο αδύναμο από εκείνον, όπως είναι τα πουλιά, δείχνει ότι διαθέτει το καλύτερο στοιχείο που μπορεί να έχει ένας άνθρωπος.

Οπότε, επέλεξα συνειδητά αυτά τα χαρακτηριστικά για τον Τζέιμς γιατί σίγουρα ταιριάζουν με την ταυτότητα μιας ιστορίας που έχει αναλογίες με τους εφήβους του «Ρωμαίος και Ιουλιέτα», όπως πολύ σωστά επισημαίνετε. Αν το σκεφτείτε, και τα δυο μου βιβλία έχουν να κάνουν με αυτό το θέμα, με την ανάγκη και την επιθυμία των ανθρώπων να αγαπηθούν πάση θυσία και με κάθε τρόπο. Είτε πρόκειται για την αγάπη της μητέρας είτε των δυο αγοριών, αυτό που τελικά επιδιώκουν οι πρωταγωνιστές είναι η αγάπη που αντέχει παρά τις δυσκολίες. Γιατί η αγάπη αξίζει τα πάντα. Και αυτή είναι που τους μεταμορφώνει.

Ντάγκλας Στιούαρτ στη LiFO: «Ήμασταν αόρατοι ως γκέι άνδρες στο περιβάλλον όπου μεγάλωσα» Facebook Twitter
Διάβασα όσο περισσότερα βιβλία μπορούσα και κάπου εκεί στα 32 κατάλαβα ότι ήθελα να γίνω συγγραφέας. Φωτ.: Clive Smith

— Φαίνεται, όμως, να υπάρχει μια αντίθεση μεταξύ του περιστεριώνα, που είναι μέρος ελευθερίας, και των σπιτιών τους, που μοιάζουν φυλακές, όπως αντιθέσεις υπάρχουν και στους ίδιους. Εν ολίγοις, έχει κανείς την αίσθηση ότι μέσα στους πρωταγωνιστές σας συνυπάρχουν το καλό και το κακό, καθώς ακόμα και οι πιο σκληροί χαρακτήρες, όπως ο Χάμις, αποδεικνύονται διαφορετικοί και καλοί στο τέλος. Είναι ο δικός σας τρόπος να μείνετε μακριά από διδακτικού τύπου μηνύματα;
Η αλήθεια είναι ότι ο σκοπός της λογοτεχνίας δεν είναι να στέλνει μηνύματα ηθικής. Αυτό που ήθελα κατά κύριο λόγο να δείξω στον «Νεαρό Μάνγκο» είναι την πολυπλοκότητα της ζωής και των χαρακτήρων: δεν είναι τυχαίο ότι η Τζόντι, που φαινομενικά είναι ο πιο καλός χαρακτήρας στο βιβλίο, με την έννοια ότι αγαπάει βαθιά τον αδελφό της και τον συντρέχει στο τέλος, φαίνεται τελικά ότι είναι ικανή για ακραία προδοσία. Αλλά είναι άνθρωπος και άρα επιρρεπής στα πιο ετερόκλητα και αντιφατικά πράγματα.

Αντίστοιχα ο Χάμις, που είναι το κατεξοχήν σύμβολο της τοξικής αρρενωπότητας, που ασκεί βία και επιβάλλεται με τη βία και ουσιαστικά είναι το alpha male −αλλά και τόσο κοντός που μοιάζει με ένα είδος Ναπολέοντα που προσπαθεί να επιβληθεί στο πεδίο της μάχης−, στο τέλος του βιβλίου βλέπουμε να δείχνει την πιο καλή και ουσιαστική πλευρά της αρρενωπότητας και του ηρωισμού, που είναι η θυσία. Εν ολίγοις, επειδή κρίνει ότι έτσι πρέπει να συμπεριφέρονται οι άνδρες, τελικά αποδεικνύει στην πράξη πόσο πραγματικά και ουσιαστικά αγαπάει τον αδελφό του. Οπότε ναι, έχετε δίκιο, είναι όλα πολύπλοκα όσον αφορά την ανθρώπινη φύση.

Για να είμαι ειλικρινής, τρέφω μια αγάπη προς τον Χάμις, γιατί είναι προϊόν του περιβάλλοντος που τον ανέθρεψε: κανείς δεν του έδωσε την ευκαιρία να μορφωθεί, ούτε είχε πρόσβαση σε κάτι ανώτερο, ούτε πίστεψε ποτέ κανείς πραγματικά σε αυτόν. Μπορεί κατ’ ουσίαν να εκφράζει οποιονδήποτε τύπο άνδρα που μεγαλώνει σε τέτοια περιβάλλοντα. Και αυτή είναι η αντίθεση ανάμεσα στα δυο βιβλία μου, το «Σάγκι Μπέιν» και τον «Νεαρό Μάνγκο»: Ο Σάγκι μεγάλωσε σε μια κοινωνία που μοιάζει να είναι αιφνιδιασμένη από τον θατσερισμό, ο οποίος συνέτριψε τον κόσμο, αιφνιδιάζοντάς τον, ενώ ο Μάνγκο μεγαλώνει σε μια κοινωνία που είναι ήδη συντετριμμένη και που δεν έχει να ελπίζει σε τίποτα. Μοιάζει, μάλιστα, παραδομένη στο σκεπτικό της απόλυτης αναλγησίας, που έχει να κάνει με τη λογική που λέει «εφόσον κανείς δεν ενδιαφέρεται για τίποτα, γιατί να ενδιαφέρομαι εγώ να γίνω καλύτερος;».

Μοιάζει με το περιβάλλον που περιέγραψε πολύ εύστοχα ο Ίρβιν Γουέλς στα βιβλία του, αλλά έχει κάποιες διαφοροποιήσεις από γενιά σε γενιά. Σάμπως ο θατσερισμός να έχει καταστρέψει τα πάντα, κάνοντας τις αντιθέσεις ακόμα πιο έντονες. Είναι ειρωνικό αν αναλογιστεί κανείς ότι η Γλασκώβη είναι από τη μια η επιτομή της πολυτέλειας, καθώς μερικά από τα πιο πολυτελή κρουαζιερόπλοια, όπως το «Queen Elisabeth ΙΙ», έχουν κατασκευαστεί εκεί, και από την άλλη η εργατική της τάξη βιώνει τις πλέον ακραίες συνθήκες στο νησί.

— Διαβάζοντας το βιβλίο έχω την αίσθηση ότι εκτός από ρομαντικό στόρι μοιάζει με ένα επικό ποίημα για δυο τραγικά πρόσωπα σε περιβάλλον πολέμου, κατά τα πρότυπα άλλων ερωτευμένων, όπως ο Αχιλλέας και ο Πάτροκλος. Δεν είναι έτσι;
Κατά κάποιον τρόπο έχετε δίκιο. Είναι όντως τραγικοί ήρωες ο Μάνγκο και ο Τζέιμς, γιατί αγωνίζονται για την αγάπη σε πολεμικά περιβάλλοντα. Αν το σκεφτείτε, οι άνδρες του βιβλίου είναι μαχητές που μεγαλώνουν βιώνοντας αντίστοιχη ανάγκη για επιβολή, νίκη και αναγνώριση, ειδικά επειδή ξέρουν ότι δεν έχουν τίποτα άλλο, καμία άλλου είδους κυριαρχία, κανένα δικαίωμα στην εξουσία. Δεν έχουν πρόσβαση σε ανώτατα αξιώματα ούτε μπορούν να ελέγξουν κάποια αρχή, όπως η αστυνομία ή η Εκκλησία, και έτσι ξεσπούν αυτή τους την ανάγκη για επιβολή με έναν συγκεκριμένο τρόπο.

Ταυτόχρονα, όμως, και αυτό είναι κάτι που το επισημαίνω στους κριτικούς, μέσα σε αυτήν τη συνθήκη δεν ξεχνούν ποτέ να διασκεδάζουν. Τους ενδιαφέρει το αποτύπωμα που αφήνουν σε αυτή την κλειστή κοινότητα, να είναι πρώτοι στην ομάδα τους, αλλά ταυτόχρονα θέλουν να επικοινωνήσουν, να αγγίξουν και να αγγιχτούν και το κάνουν άγαρμπα μέσω της πάλης. Με έναν παράξενο τρόπο, είναι σαν να αναζητούν το δικό τους νησί, γιατί η φτώχεια διαμορφώνει την ανάγκη να βρεις ένα νησί και μια επικράτεια όπου ουσιαστικός κυρίαρχος θα είσαι μόνο εσύ.

— Ευτυχώς που χάρη σε εσάς μαθαίνουμε πολλά για αυτές τις αντιθέσεις και τις δυο όψεις του βασιλικού της παρελθόντος και του εργατικού της παρόντος. Η Σκωτία έχει αναδείξει απόλυτα και τις δυο πτυχές, έτσι δεν είναι;
Νομίζω ότι ο κόσμος δεν έχει συνειδητοποιήσει ότι η εργατική τάξη της Σκωτίας είναι η λιγότερο εκπροσωπούμενη φωνή στη λογοτεχνία, στο σινεμά και γενικότερα στις τέχνες. Μεγάλωσα με βιβλία που μιλούσαν διαρκώς για τη μεσοαστική βρετανική τάξη, ακόμα και βιβλία που θεωρούσαμε σχεδόν ιερά, όπως η queer «Βίβλος» «Η γραμμή της ομορφιάς» του Άλαν Χόλινγκχερστ (μτφρ. Ιλάειρα Διονυσοπούλου, Καστανιώτης), αλλά ελάχιστα από αυτά έχουν αναφορές στην εποχή της Θάτσερ, που άφησε τόσους γκέι ανθρώπους πραγματικά στο έλεος του Θεού, χωρίς προστασία ή περίθαλψη, αφού ήταν τόσοι που πέθαναν από AIDS χωρίς καμία βοήθεια, περνώντας στο περιθώριο της Ιστορίας.

Όλα αυτά δεν πρέπει να τα ξεχνάμε, ειδικά τώρα που τόσα βιβλία και σειρές −δείτε, για παράδειγμα το «Στέμμα»− προσπαθούν να δείξουν μια πιο εξωραϊσμένη όψη της Θάτσερ, μιλώντας για μια δυναμική, σιδηρά κυρία. Στην πραγματικότητα δεν ήταν παρά ένας φρικτός άνθρωπος και πολύ σκληρή με όλες τις κοινωνικές ομάδες. Κατ' ουσίαν δεν ήταν η ηρωίδα καμίας από αυτές, αφού προκάλεσε ανυπολόγιστες ζημιές σε ένα ολόκληρο έθνος. Απεμπόλησε και κατέστρεψε οποιαδήποτε υποδομή διέθετε το βρετανικό κράτος.

Οπότε αυτό που θέλω να δείξω με το βιβλίο είναι ότι δεν μπορεί κανείς να μεγαλώνει σε ένα τέτοιο συντετριμμένο κοινωνικά περιβάλλον και να μην παρασύρεται από τις πιο σκοτεινές όψεις της κοινωνίας. Σταδιακά αναγκάζεται να λειτουργήσει εκτός νόμου για να επιβιώσει. Εξού και ότι η αίσθηση που έχω μεγαλώνοντας σε τέτοια περιβάλλοντα είναι πως μπορείς να δεις τους πιο υπέροχους ανθρώπους να κάνουν τα πιο ακραία πράγματα.

— Εσείς, αλήθεια, πώς καταφέρατε να ξεφύγετε;
Αν δει κανείς τη Γλασκώβη από απόσταση, και όχι όπως τη βίωσα εγώ, είναι μια ωραία πόλη με ένα από τα μεγαλύτερα πανεπιστήμια στον κόσμο. Μάλιστα, μεγάλωσα πολύ κοντά σε αυτό, σχεδόν σε απόσταση αναπνοής, αλλά δεν πέρασα την πύλη του παρά μόνο στα 22 μου χρόνια. Ενώ ήταν ακριβώς δίπλα στο φτωχικό περιβάλλον όπου έμενα, δεν είχα καν διανοηθεί ότι μπορώ να το επισκεφτώ. Αυτό το ζήτημα είναι τόσο ψυχολογικό όσο και κοινωνικό και ταξικό, καθώς σε κάνει αυτομάτως να θέτεις στον εαυτό σου το ερώτημα κατά πόσο ανήκεις εκεί ώστε να το επισκεφθείς. Έχεις, εν ολίγοις, την αίσθηση ότι όλοι σε κοιτάνε και ότι αν βρεθείς σε κάποιον από τους χώρους του πανεπιστημίου θα πρέπει από ενοχή να πληρώσεις ή να αγοράσεις κάτι, ακριβώς επειδή νιώθεις ξένο σώμα.

Αυτή ακριβώς την αίσθηση έχει και ο Μάνγκο καθώς, όπως εγώ, δεν είχε τύχει να πάει ποτέ στην εξοχή, παρότι ήταν λίγα χιλιόμετρα έξω από την πόλη. Και εγώ πριν τα 17 μου χρόνια δεν είχε τύχει ποτέ να επισκεφθώ τη φύση μακριά από τη Γλασκώβη γιατί δεν ήξερα τι να κάνω εκεί. Κανείς δεν μου είχε πει ότι είναι απολαυστικό να ανεβαίνεις έναν λόφο ή ότι μπορείς να αντλήσεις χαρά χαζεύοντας απλώς τη φύση. Οπότε μέρος του ταξιδιού μου ως ενήλικα ήταν να εξερευνήσω και να περπατήσω στη φύση στη Σκωτία και να ανακαλύψω την ίδια μου τη χώρα ή μέρη που δεν ήταν προσβάσιμα μέχρι τότε.

— Σχετικά με αυτό, ένας δικός μας ποιητής που έχει αποτελέσει σύμβολο και για τους γκέι, ο Καβάφης, έλεγε «η πόλις θα σε ακολουθεί», που σημαίνει ότι δεν ξεφεύγεις τελικά από τον τόπο σου, ό,τι και αν κάνεις.
Ναι, γιατί μπορεί να ζεις και να πας παντού, αλλά αμέσως κάποιος θα αντιληφθεί από πού προέρχεσαι − και εσείς φαίνεται ότι είστε Ελληνίδα. Ακόμα και τώρα, στην Αμερική όπου ζω τα τελευταία χρόνια, αντιλαμβάνομαι πόσο διαφορετικές προσλαμβάνουσες έχω από τον Αμερικανό άνδρα μου στο πώς αντιλαμβάνομαι τη φύση ή τη δημοκρατία, γιατί μεγαλώσαμε σε διαφορετικά περιβάλλοντα.

— Πότε ακριβώς αντιληφθήκατε ότι θέλετε να γίνετε συγγραφέας ή μάλλον, καλύτερα, πότε τολμήσατε να ονειρευτείτε ότι θέλετε να γίνετε συγγραφέας;
Σχετικά όψιμα, παρότι ανέκαθεν υπήρξα φανατικός αναγνώστης. Κανείς, βέβαια, γύρω μου δεν με ωθούσε στην ανάγνωση όταν ήμουν μικρός, αφού δεν υπήρχαν πουθενά βιβλία, με αποτέλεσμα να θελήσω, με τρόπο μανιακό, να καλύψω το χαμένο έδαφος όταν έκλεισα τα 17. Διάβασα όσο περισσότερα βιβλία μπορούσα και κάπου εκεί στα 32 κατάλαβα ότι ήθελα να γίνω συγγραφέας. Είχα σκεφτεί προηγουμένως να σπουδάσω φιλολογία γιατί αγαπούσα πολύ τη λογοτεχνία, αλλά με απέτρεψαν οι δάσκαλοι στο σχολείο γιατί ήξεραν ότι δεν μπορούσα να το στηρίξω οικονομικά και ότι δεν ήταν μια δουλειά που θα με βοηθούσε να ζήσω.

Δεδομένου μάλιστα ότι ήμουν δημιουργικός και μου άρεσε να καταπιάνομαι με διάφορες χειροτεχνίες, σκέφτηκα ότι θα ήταν καλό να ασχοληθώ με τα υφάσματα και έτσι έπιασα δουλειά σε εργοστάσιο. Ταυτόχρονα έκανα διάφορες ασκήσεις στη γραφή και κάπου στα 32 βρέθηκα να πειραματίζομαι ταυτόχρονα με διαφορετικά συγγραφικά είδη. Όμως, πιο συνειδητά άρχισα να αφοσιώνομαι στη γραφή όταν ξεκίνησα να γράφω το «Σάγκι Μπέιν», παράλληλα με την καριέρα μου, που έδειχνε να πηγαίνει εξαιρετικά καλά. Τότε έγινα διευθυντής σε έναν μεγάλο όμιλο, το Banana Republic.

— Οπότε εγκαταλείψατε μια μεγάλη καριέρα για χάρη της γραφής;
Ναι, όταν τα εγκατέλειψα όλα ήμουν ο αντιπρόεδρος της Kate Spade, οπότε όντως άφησα πίσω μου 20 χρόνια επιτυχημένης δουλειάς. Όταν, μάλιστα, ανακοίνωσα ότι θα πάρω άδεια για να αποσυρθώ, σε ένα τραπέζι με συνεργάτες και φίλους, θεώρησαν ότι είμαι τρελός − άσε που πίστευαν ότι, όταν έλεγα «γράφω ένα βιβλίο», εννοούσα πως σχεδιάζω το εξώφυλλο! Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί ότι το εννοώ κυριολεκτικά.

— Το «Σάγκι Μπέιν» πότε το τελειώσατε;
Μου πήρε δέκα χρόνια και το έγραφα κρυφά από όλους − μόνο ο άνδρας μου το ήξερε. Παράλληλα, παρακολουθούσα σεμινάρια δημιουργικής γραφής, που ήταν το δικό μου κρυφό, μυστικό μέρος. Το βιβλίο, στην ολοκληρωμένη του μορφή, το τελείωσα στα 42 και εκδόθηκε όταν έκλεισα τα 44, ενώ εν τω μεταξύ είχε προλάβει να απορριφθεί από 20 εκδοτικούς οίκους! Κάθε φορά, όμως, ήθελα να ξέρω τον λόγο και από εκεί καταλάβαινα ότι πρόκειται για κάτι ιδιαίτερο, που πηγαίνει κόντρα στις τάσεις, και ότι είναι γραμμένο όπως το ήθελα εγώ και όχι όπως επιθυμούσαν οι εκδότες: αυτό από μόνο του έδειχνε ότι πρόκειται για κάτι διαφορετικό, ίσως και μοναδικό, καθώς το απέρριπταν όλοι για τους ίδιους λόγους.

cover
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ: Ντάγκλας Στιούαρτ, Σάγκι Μπέιν, Μτφρ.: Σταυρούλα Αργυροπούλου, εκδόσεις Μεταίχμιο

Καταλάβαινα, λοιπόν, ότι έπρεπε να πάω κόντρα και να επιμείνω. Επιπλέον, για μένα η γραφή ήταν ένα πολύτιμο καταφύγιο που είχα κερδίσει όλα αυτά τα χρόνια, όχι γιατί επιδίωκα συγγραφική καριέρα, αλλά γιατί το είχα ανάγκη, αφού ήταν κάτι που προερχόταν από μέσα μου. Ήθελα να επιστρέφω σε αυτό τον χώρο της αθωότητας, σε αυτόν τον προσωπικό θάλαμο αντήχησης (echo chamber) που είναι πραγματικά τόσο δυνατός αλλά και τόσο απαραίτητος.

— Παρά, όμως, τις απορρίψεις, δεν συμβιβαστήκατε.
Μάλλον επειδή οι προσωπικές μου προσδοκίες από το βιβλίο ήταν μεγάλες.

— Το βραβείο Μπούκερ, αλήθεια, το περιμένατε;
Νομίζω ούτε εγώ ούτε οι υπόλοιποι γύρω μου, γι’ αυτό τρελάθηκα όταν το άκουσα. Ίσως, πάλι, οι φίλοι μου προτιμούσαν να μου λένε ότι αρκεί που έφτασα εκεί, για να μην απογοητευτώ σε περίπτωση που δεν το πάρω, για να κρατάνε χαμηλά τις προσδοκίες. Και η αλήθεια είναι ότι σε εποχές που επικρατούσε το κίνημα του #MeToo και του #blacklivesmatter, δεν μπορούσα να φανταστώ ότι επικρατέστερος στη λίστα μπορεί να είναι ένας λευκός άνδρας.

— Να περιμένουμε σύντομα το νέο σας βιβλίο; Δουλεύετε πάνω σε κάτι αυτό τον καιρό;
Μόλις χτες έστειλα το χειρόγραφο στον εκδοτικό οίκο, οπότε να μια είδηση για εσάς. Ξέρετε, επειδή εξέδωσα για πρώτη φορά στα 44, που θεωρείσαι μεγάλος για να εκδώσεις πρώτη φορά, δεν θέλω να χάνω χρόνο χωρίς να γράφω. Επίσης, έχω συσσωρευμένο κεφάλαιο, όσον αφορά τις βιωμένες ιστορίες που θα μπορούσα να αφηγηθώ, και αυτό νομίζω ότι είναι τελικά το προνόμιο τού να γράφεις σε μεγαλύτερη ηλικία, όταν τα πράγματα έχουν ωριμάσει και κατασταλάξει μέσα σου. Δεν θέλω να αποκαλύψω περισσότερα όσον αφορά το περιεχόμενο και τον τίτλο του βιβλίου, αλλά ελπίζω να αρέσει στο κοινό. Ελπίζω, επίσης, να τα πούμε, κάποια στιγμή από κοντά στην Ελλάδα, ένα μέρος που πάντα μου λέει πολλά. 

ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ «Ο ΝΕΑΡΟΣ ΜΑΝΓΚΟ» ΕΔΩ

ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ «ΣΑΓΚΙ ΜΠΕΪΝ» ΕΔΩ

Βιβλίο
0

ΑΠΕΡΓΙΑ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Μαρία Κατσικαδάκου-Cyber: Μια ξεχωριστή ΛΟΑΤΚΙ+ περσόνα με πολλές ιδιότητες

Portraits 2024 / Μαρία Κατσικαδάκου-Cyber: «Nα είμαστε πιο αλληλέγγυοι, να μην τρωγόμαστε μεταξύ μας για ασημαντότητες»

Το βιωματικό βιβλίο-ντοκουμέντο «Μια Λεσβιακή ζωή» (εκδ. Ροδακιό) που κυκλοφόρησε φέτος το καλοκαίρι είναι πραγματικός θησαυρός καθώς αποτελεί ένα σπάνιο όσο και πολύτιμο τεκμήριο λεσβιακής ορατότητας
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο ιερός και βλάσφημος συγγραφέας Πέδρο Αλμοδόβαρ

Βιβλίο / Ο ιερός και βλάσφημος συγγραφέας Πέδρο Αλμοδόβαρ

Για πρώτη φορά κυκλοφορούν ιστορίες από το αρχείο του Πέδρο Αλμοδόβαρ με τον τίτλο «Το τελευταίο όνειρο», από τις αρχές της δεκαετίας του ’60 μέχρι σήμερα, συνδέοντας το ιερό με το βέβηλο, το φανταστικό με το πραγματικό και τον κόσμο της καταγωγής του με τη λάμψη της κινηματογραφίας.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου μιλούν για την αγαπημένη εκπομπή των booklovers

Οθόνες / «Βιβλιοβούλιο»: Μια διόλου σοβαροφανής τηλεοπτική εκπομπή για το βιβλίο

Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου ήταν κάποτε «ανταγωνιστές». Και πια κάνουν μαζί την αγαπημένη εκπομπή των βιβλιόφιλων, τη μοναδική που υπάρχει για το βιβλίο στην ελληνική τηλεόραση, που επικεντρώνεται στη σύγχρονη εκδοτική παραγωγή και έχει καταφέρει να είναι ευχάριστη και ενημερωτική.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Θανάσης Καστανιώτης: «Αν έκανα ένα δείπνο για συγγραφείς, δίπλα στον Χέμινγουεϊ θα έβαζα τη Ζυράννα Ζατέλη»

The Book Lovers / Θανάσης Καστανιώτης: «Αν έκανα ένα δείπνο για συγγραφείς, δίπλα στον Χέμινγουεϊ θα έβαζα τη Ζυράννα Ζατέλη»

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητάει με τον εκδότη Θανάση Καστανιώτη για την μεγάλη διαδρομή των εκδόσεών του και τη δική του, προσωπική και ιδιοσυγκρασιακή σχέση με τα βιβλία και την ανάγνωση.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Τελικά, είναι ο Τομ Ρίπλεϊ γκέι; 

Βιβλίο / Τελικά, είναι γκέι ο Τομ Ρίπλεϊ;

Το ερώτημα έχει τη σημασία του. Η δολοφονία του Ντίκι Γκρίνλιφ από τον Ρίπλεϊ, η πιο συγκλονιστική από τις πολλές δολοφονίες που διαπράττει σε βάθος χρόνου ο χαρακτήρας, είναι και η πιο περίπλοκη επειδή είναι συνυφασμένη με τη σεξουαλικότητά του.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Ο Δον Κιχώτης» του Θερβάντες: Ο θρίαμβος της λογοτεχνίας και της ανιδιοτελούς φιλίας

Σαν Σήμερα / «Ο Δον Κιχώτης» του Θερβάντες: Ο θρίαμβος της λογοτεχνίας και της ανιδιοτελούς φιλίας

Η ιστορία ενός αλλοπαρμένου αγρότη που υπερασπίζεται υψηλά ιδανικά είναι το πιο γνωστό έργο του σπουδαιότερου Ισπανού συγγραφέα, που πέθανε σαν σήμερα το 1616.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Ο Γουσταύος Κλάους στη χώρα του κρασιού: Μια γοητευτική βιογραφία του Βαυαρού εμπόρου

Βιβλίο / Γουσταύος Κλάους: Το γοητευτικό στόρι του ανθρώπου που έβαλε την Ελλάδα στον παγκόσμιο οινικό χάρτη

Το βιβλίο «Γκούτλαντ, ο Γουσταύος Κλάους και η χώρα του κρασιού» του Νίκου Μπακουνάκη είναι μια θαυμάσια μυθιστορηματική αφήγηση της ιστορίας του Βαυαρού εμπόρου που ήρθε στην Πάτρα στα μέσα του 19ου αιώνα και δημιούργησε την Οινοποιία Αχαΐα.
M. HULOT
Η (μεγάλη) επιστροφή στην Ιαπωνική λογοτεχνία

Βιβλίο / Η (μεγάλη) επιστροφή στην ιαπωνική λογοτεχνία

Πληθαίνουν οι κυκλοφορίες των ιαπωνικών έργων στα ελληνικά, με μεγάλο μέρος της πρόσφατης σχετικής βιβλιοπαραγωγής, π.χ. των εκδόσεων Άγρα, να καλύπτεται από ξεχωριστούς τίτλους μιας γραφής που διακρίνεται για την απλότητα, τη φαντασία και την εμμονική πίστη στην ομορφιά.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Κλαούδια Πινιέιρο: «Είμαι γυναίκα, συγγραφέας, μητέρα, ειλικρινής, κουρελιασμένη»

Βιβλίο / Κλαούδια Πινιέιρο: «Είμαι γυναίκα, συγγραφέας, μητέρα, ειλικρινής, κουρελιασμένη»

Παρόλο που οι κριτικοί και οι βιβλιοπώλες κατατάσσουν τα βιβλία της στην αστυνομική λογοτεχνία, η συγγραφέας που τα τελευταία χρόνια έχουν λατρέψει οι Έλληνες αναγνώστες, μια σπουδαία φωνή της λατινοαμερικανικής λογοτεχνίας και του φεμινισμού, μοιάζει να ασφυκτιά σε τέτοια στενά πλαίσια.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΟΥΛΟΣ
Κωστής Γκιμοσούλης: «Δυο μήνες στην αποθήκη»

Το πίσω ράφι / «Δυο μήνες στην αποθήκη»: Οι ατέλειωτες νύχτες στο νοσοκομείο που άλλαξαν έναν συγγραφέα

Ο Κωστής Γκιμοσούλης έφυγε πρόωρα από τη ζωή. Με τους όρους της ιατρικής, ο εκπρόσωπος της «γενιάς του '80» είχε χτυπηθεί από μηνιγγίτιδα. Με τους δικούς του όρους, όμως, εκείνο που τον καθήλωσε και πήγε να τον τρελάνει ήταν ο διχασμός του ανάμεσα σε δύο αγάπες.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Έτσι μας πέταξαν μέσα στην Ιστορία

Βιβλίο / Το φιλόδοξο λογοτεχνικό ντεμπούτο του Κώστα Καλτσά είναι μια οικογενειακή σάγκα με απρόβλεπτες διαδρομές

«Νικήτρια Σκόνη»: Μια αξιοδιάβαστη αφήγηση της μεγάλης Ιστορίας του 20ού και του 21ου αιώνα στην Ελλάδα, από τα Δεκεμβριανά του 1944 έως το 2015.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Γκρέγκορ φον Ρετσόρι: Αποχαιρετώντας μια Ευρώπη που χάνεται

Βιβλίο / Γκρέγκορ φον Ρετσόρι: Αποχαιρετώντας μια Ευρώπη που χάνεται

Ένας από τους τελευταίους κοσμοπολίτες καλλιτέχνες και συγγραφείς αυτοβιογραφείται στο αριστουργηματικό, σύμφωνα με κριτικούς και συγγραφείς όπως ο Τζον Μπάνβιλ, βιβλίο του «Τα περσινά χιόνια», θέτοντας ερωτήματα για τον παλιό, σχεδόν μυθικό κόσμο της Ευρώπης που έχει χαθεί για πάντα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ