«Η Μαστοράκη είναι όλων – η Τζένη δεν ξέρω»

Αποχαιρετισμοί στη Τζένη Μαστοράκη Facebook Twitter
Τίμος Μπατινάκης, Πορτρέτο της Τζένης Μαστοράκη, χαλκογραφία (taille douce) σε 23 αντίτυπα. Μοιράστηκε από τη Μαγιού Τρικεριώτη, στο μνημόσυνο της ποιήτριας, στις 29 Αυγούστου 2024, σε όσους την αγαπούσαν.
0

Ανάκατα ρούχα στην ίδια βαλίτσα

«Δεν σε δίνουμε ακόμη, να του πεις». Αυστηρή «μαμά», προστατευτική φίλη. Γεμάτη χιούμορ –μεσαιωνικό γκρενά και μοντερνιστικό μαύρο–, είχε εκείνο τον δικό της τρόπο, της αναγεννησιακής κλειδοκράτορος, να τοποθετεί τα γεγονότα και τα αισθήματα στις πραγματικές τους διαστάσεις. Ακόμα κι αν έπρεπε να μεγεθύνει ή να απομειώσει ολοφάνερα την ευτυχία και τον πόνο – κι όχι απαραίτητα με αυτήν τη σειρά.

Από τις 30 Ιουλίου, εκείνη την ανεπίστροφη ώρα των 20:12 (ή των 19:59, στον δικό της χωροχρόνο), η Τζένη (Μαστοράκη) έκανε μνήμες τις αναμνήσεις μας. Έχουν περάσει ημέραι τεσσαράκοντα –ως άγιοι τεσσαράκοντα μάρτυρες του πένθους– κι ακόμη η τόσο βαθιά μου λύπη τσαλαβουτάει στα νερά της φίλης που εξεδήμησε και της σπουδαιότερης μεταπολεμικής ποιήτριας που είχαμε την ευλογία να γράψει στη γλώσσα μας.

Έτσι συμβαίνει, όμως, όταν τα μεγάλα «χαίρε» ταξιδεύουν σε μια βαλίτσα που έχει μέσα ανάκατα τα ρούχα της Τζένης και της Μαστοράκη· είναι πιο περίπλοκη, ενίοτε απόκρημνη και βραχώδης, η ανηφόρα όταν έχεις αγκαζέ μια μαμαφίλη και ένα εθνικό κεφάλαιο· όταν κουδουνίζει στο κεφάλι σου το «δεν σε δίνουμε ακόμη, να του πεις», κάθε που γνώριζα κάποιον λίγο... καλύτερα, και ο αντίλαλος που επιστρέφει σαν ιστορία για τα βαθιά, ψιθυρίζοντας «κανείς δεν ξέρει τι να γίνονται οι πλέον δυσεύρετοι, αυτοί που ως ελεεινοί κλεπταποδόχοι, αυτομόλοι, κυκλοφορούν ανάμεσά μας».

«Τι λες, πουλάκι μου;». Στατιστικά και μόνο, αυτή θα ήταν η απάντησή της για όλα τούτα και για τόσα άλλα που λέμε, νεκρολογούμε, αναμημνίσκουμε και σκαλίζουμε άμα τη εκδημία της. Αν υπάρχει κι άλλος κόσμος πλην του μάταιου τούτου, αν υπάρχει έστω μια τόση δα ελπίδα αναστάσεως, θα λέει, ως φίλη προς φίλον, «τι λες, μωρό μου; Επί 75 χρόνια την έβγαλα με ψιλολόγια. Δικαιούμαι μια υπερπαραγωγή». Ξανά και ξανά. Μεσαιωνικά γκρενά και μοντερνιστικά μαύρη στον καρκίνο.

Βέβαια, ως ποιήτρια – παρότι αγέρωχα κρυμμένη στον πλανήτη των φίλων, της Μαγιούς και της Αλίνας– είναι πέρα από μνήμες και αναμνήσεις (κι αυτό μπορεί να καθιστά όλο αυτό το κείμενο εξόχως περιττό). Πέραν, ακόμα ακόμα, και από τις δικές της εντολές και επιθυμίες. Η Μαστοράκη είναι όλων – η Τζένη δεν ξέρω. Το έργο της θα παραμείνει εις τους αιώνας των αιώνων, θέλει-δεν θέλει, ορειβασία με σπαρμένες κορυφές και καταφύγια «μιας άνοιξης δαιμονικής, σαν καταδίωξη που τελειώνει σε ποτάμιες όχθες, γλυκό λαχάνιασμα, σιωπή». 

Δημήτρης Αθηνάκης

Μια ορφική τριακάδα για την Τζένη Μαστοράκη

Τζένη μου,

το σκαρίφημα αυτού του επιμνημόσυνου αποχαιρετισμού είναι οφειλή, συγγνώμη και συγχώρεση ημών των ζωντανών που σε συνοδέψαμε επτά μήνες βαστώντας το χέρι σου στο πηγαινέλα του μονοπατιού, που άλλοτε προπορευόμενοι το τειχίζαμε με προεκτάσεις οξυγόνου και συνδετικά κι άλλοτε η ίδια ξηλώνοντας τ’ αόρατα τοιχία, γκρεμιζόσουν και φώναζες βοήθεια.

Ωστόσο, επειδή με δίδαξες να μην υπερβάλλω κι ο κόσμος ηδονίζεται από τις υπερβολές, πρέπει να μου επιτρέψεις να πω μάλλον υπερβολικά λόγια παρηγοριάς, για τη Μαγιού και την Αλίνα, τον Μενέλαο (Καραμαγγιώλη), την Ισαβέλλα, την Ίντα, τον Νίκο Παΐσιο –τον γιατρό σου–, τον αδερφό σου με όλες τις γκόθικ ιστορίες που μου διηγήθηκες, την Ευτυχία (Παναγιώτου) και τον Δημήτρη (Αθηνάκη)˙ τους νεκρούς ποιητές σου, τον Γιάννη (Κοντό) και τον Χριστόφορο (Λιοντάκη), που έχουν πιάσει πρώτη θέση θεωρείο στο υπερώο του ουρανού και μας κοιτάζουν παραξενευμένοι, μα και για όσους από τους ζωντανούς έχουν το θάρρος να σ’ αντικρίζουν στο υψηλότερο βάθρο της ποίησης. Γνωρίζω, κανείς δεν είναι τόσο καλός, θα μου ’λεγες, όπως άλλωστε συνήθιζες καθισμένη στην πολυθρόνα του νοσοκομειακού θαλάμου να μου υπενθυμίζεις, μεταξύ σχολίων ποιητικής επικαιρότητας που σ’ έπληττε και μιας άτυπης συνεργασίας που είχαμε αναπτύξει σε θέματα ποιότητας και ασφάλειας ασθενών, λέγοντάς μου καθημερινά με το νι και με το σίγμα τις κινήσεις του προσωπικού.

Έτσι η σχέση μας από ποιητική έγινε περισσότερο προσωπική, ωσότου ανέλαβα τον άτυπο ρόλο των υπογραφών σε κάθε εισαγωγή και εξιτήριό σου, τον ρόλο ενός υποτιθέμενου γιου ώστε να μην μας ρωτούν πολλές λεπτομέρειες, προκειμένου να σε παραλαμβάνω και να σε παραδίδω στο ταξί με τη μαγική μαύρη βαλίτσα που χρειαζόσουν ώρες να προετοιμάσεις.

Εντωμεταξύ, κάποιοι νομίζουν πως ήσουν ένας κανονικός άνθρωπος που αρρώστησε με καρκίνο πνευμόνων και ακολούθησε το θεραπευτικό πλάνο, όμως δεν συνέβη έτσι. Ήσουν η ποιήτρια Τζένη Μαστοράκη, η «Δαιμονία» του Γ.Π. Σαββίδη που μετά τις «Ιστορίες για τα βαθιά» και το «Μ’ ένα στεφάνι φως» είχες μια πλήρη σύμπτωση ποιητικού και υπαρκτικού είναι. Κι ενώ ήσουν η Τζένη της οδού Επτανήσου, ήσουν και η σκοτεινή οικοδέσποινα ενός κόσμου που παραμένει άγνωστος για πολλούς, ωστόσο πολύ ταχτικά αναδύεται, είτε σαν ονειρική πλάνη είτε σαν εφιάλτης, μέσα από το συλλογικό ασυνείδητο.

Είμαι βέβαιος πια, ήσουν η επισκέπτρια εκείνης της χώρας που ενώ κανείς δεν μπορεί να βεβαιώσει με τεκμήρια την ύπαρξη ή την ανυπαρξία της, μας παρέδωσες τα κλειδιά της. Και το ήξερα από την πρώτη στιγμή και αφού το γνώριζα, δεν χρειάστηκε να μου κρύβεις τίποτα.

Έχω σημειώσει όλες μας τις συζητήσεις στα ημερολόγιά μου. Ο χρόνος θα μ’ οδηγήσει να τις ανωνυμοποιήσω, αφού ζωντανοί που δεν τ’ αξίζουν δεν δικαιούνται να γίνονται παραπληρωματικοί ήρωες σε σημαντικές ιστορίες κι ίσως κάποτε να τις διηγηθώ˙ αστικοί μύθοι με ηθική, δράκους, τέρατα, μάγισσες, ήττες και δημιουργικές μεταφορές. Συνοδοιπόρος στην αρρώστια σου, έγινα μάρτυρας μικρών θαυμάτων, γνωρίζοντας επιτέλους έναν άνθρωπο χορτασμένο και από τη ζωή και από την ποίηση.

Σήμερα, στην Αγία Ζώνη, στην αρχή του άξονα της οδού Επτανήσου, σου ζητώ συγγνώμη αν σε πόνεσα αυτούς τους επτά μήνες με τις βελόνες και τους χειρισμούς μου, και παρόλο που ο Μενέλαος, ο κλειδοκράτορας, λείπει, τον επικαλούμαι για να σου αποκαλύψω πως την ημέρα του θανάτου σου, πριν από την εξόδιο ακολουθία, συναντήσαμε τον τελευταίο αποστάτη. Ένας άγγελος είχε στρώσει τα βιβλία του καθισμένος στο πλατύσκαλο της πολυκατοικίας σου. Σκεφτήκαμε πως ήταν κάποιος από τους ανθρώπους που συνήθως βοηθούσες. Μετά από δυο εβδομάδες, κάθισε στο πλατύσκαλο του Σελέκτ˙ έκτοτε δεν τον ξαναείδαμε. Είναι ο τελευταίος αποστάτης (σου) κι επειδή θυμάμαι τη συμβουλή σου δεν θα συλλαβίσω τ’ όνομα˙ μας δίδαξες τις συνέπειες.

Στις 28.6.2024 ονειρεύτηκα το κίτρινο σπίτι του Βαν Γκονγκ στην Αρλ˙ δεν είμαι βέβαιος˙ έτσι ένιωσα. Ξύπνησα, κάπνισα και ξάπλωσα ξανά. Δεν ήθελα να πάω στο νοσοκομείο. Το ίδιο πρωί, με τον Παΐσιο, πήραμε την απόφαση να σε ενημερώσουμε για τα άσχημα νέα της αξονικής˙ η νόσος δεν ανταποκρινόταν στις θεραπείες. Εμφανώς ηττημένοι, καθίσαμε απέναντί σου και δίχως περιστροφές σου είπαμε ένα μάλλον συνηθισμένο για εμάς τους νοσοκομειακούς ωραιοποιημένο ποίημα και πολλά ναι-μεν-αλλά. Κι όμως βρήκες το θάρρος και μας ρώτησες: —Ώς εδώ ήτανε, λοιπόν; Λυπάμαι που κουραστήκατε, που με φορτωθήκατε τόσους μήνες δίχως αποτέλεσμα.

Ακολούθησε ο μήνας της μεγάλης ζέστης. Αγωνίστηκες, μα μας νίκησε όλους μαζί ο Πνιγαλίων σου. Στο νοσοκομείο αποφεύγω να περάσω από τον διάδρομο του δωματίου σου, κι ενώ δεν κλείσαμε σαράντα μέρες, έκανες τα μαγικά σου, και να ’μαστε 27+1 μέρες από την ώρα μηδέν, εδώ στην Αγία Ζώνη, έναν σεληνιακό μήνα μετά, εκτελώντας μια ορφική τριακάδα. Καθαρμός για σένα, όπως σού πρέπει και σού αρμόζει. Ή μήπως ό,τι επίτασσε το ορφικό έλασμα που βρέθηκε στους Θούριους: «Πέταξα έξω από τον δεινό βαρυπενθή (κύκλο) και όρμησα προς το ποθητό στεφάνι με βήμα ταχύ».

Δεν θα πω τίποτα άλλο. Με ξέρεις πως αντιλαμβάνομαι διαφορετικά το ποιητικό σου έργο, δεν χρειάζονται τα λόγια μου κι όσοι έχουν αυτιά ήδη κατάλαβαν τι βάρος ασήκωτο κουβαλούσες απ’ όταν κατάφερες τη σύμπτωση ποιητικού και υπαρκτικού είναι.

Στη Μαγιού, την όμορφη κόρη σου, θα πω να θυμάται πως όλοι εμείς οι ποιητές κλέψαμε τη μαμά της και πρέπει να μας συγχωρήσει, αλλά έτσι συμβαίνει με τις σκοτεινές οικοδέσποινες στις μεσαιωνικές ιστορίες.

― Και στους ζωντανούς, να σε μνημονεύουνε.

Γιάννης Αντιόχου

Μια φάρσα

Μου είναι δύσκολο να μιλήσω σε παρελθόντα χρόνο. Δεν έχω τη σωματική αίσθηση κάποιου τετελεσμένου γεγονότος. Δεν θέλω να μάθω τι σημαίνει το «δεν είναι πια μαζί μας» ο άνθρωπος που αγαπάμε, που κουβαλάμε, έστω και ερήμην του.   

Ας στραφώ τότε σε κάτι πιο εύκολο χωρίς τόσες αρνήσεις μαζεμένες. Στα κείμενά της, τη σωσίβια λέμβο μου. (Ερήμην της τελείως.) Με αφορμή μνημόσυνο για τον Γιάννη Ρίτσο στο Γαλλικό Ινστιτούτο, τον Φεβρουάριο του 1992, η Τζένη Μαστοράκη σημείωνε ότι είναι καλύτερα να λες ιστορίες μετά, «πολύ αργά μέσα στη νύχτα όχι στους άγρυπνους, αλλά σ’ εκείνους που κοιμήθηκαν». Θα ήθελα κι εγώ να πω μια ιστορία για ένα κορίτσι που κρατούσε σφιχτά, σαν ατόφια ζωή, τους στίχους της, αλλά που δεν πρόλαβε να διασχίσει το δέος της απέναντι στην πιο σπουδαία σύγχρονη ποιήτρια, η οποία προτιμούσε να συζητά για καθημερινά πράγματα και να ανταλλάζει ηλεκτρονικά μηνύματα.  

Διαβάζω εκείνα τα μηνύματα και λέω ευτυχώς το τέλος δεν έχει ούτε σήμερα συμβεί, τέτοιο φως δεν χωράει μεταμέλειες, μπορώ να της γράψω, να τη ρωτήσω για όσα έμειναν εκκρεμή. Κανένας δεν κοιμήθηκε για πάντα.

Ο θάνατος της Τζένης Μαστοράκη, αν συνέβη, συμβαίνει in media res, στο μέσο της υπόθεσης, όπως και στο «Στεφάνι» της. Εφόσον με τη δική της ανάπαυση ψυχής ανοίγει τώρα νέο κύκλο αγάπης ανάμεσα σε έως πρόσφατα αγνώστους και στέλνει το διαβόητο τέλος στην αρχή αυτής της ιστορίας που κάποτε θα ειπωθεί ολόκληρη.

Η δημόσια σεμνότητά της, η οποία άγγιξε τις παρυφές μιας πολύχρονης σιωπής, ήταν δυσανάλογη με το μέγεθος των ποιητικών και μεταφραστικών της δώρων και τόσο διαφορετικής υφής από τη μητρική γενναιοδωρία της που δεν υπολόγιζε κούραση. Αλλά με κάποιο τρόπο όλα έδεναν με τα εξεταστικά μάτια της που τα αγκάλιαζαν τα πάντα μαύρα μακριά της μαλλιά.

Η Τζένη Μαστοράκη όσα λόγια δούλευε με τα χέρια ή με τα χείλη της τα μετέγραφε σε κρυστάλλινα ελληνικά. Για τα ποιήματα δεν χωράει εδώ να πω. Και ποιος μεταφράζει ένα βιβλίο δύο φορές; Δεν έχω συναντήσει ποτέ τέτοια ελληνικά που να εκπέμπουν συγχρόνως έγνοια, τόλμη, ευρυχωρία, μεγαλείο. Και κάτι άλλο: ένταση, αίσθημα. Αυτά τα ελληνικά είναι η φωνή της, και όσο την άκουγες τόσο τη μάθαινες και συνήθιζες στις εκπλήξεις της. «Άσε το να κρυώνει και να πονάει. Μόνο έτσι γίνεται». Αυτά τα πυκνά προτρεπτικά λόγια μού είπε όταν έχασα τον παππού μου.

Μια τέτοια μέρα όπως τη σημερινή χρειάζομαι όμως το «γελαστό μνημόσυνό» της, έτσι το ονόμασε η ίδια, κι ας νόμιζε πως δεν το κατόρθωσε, στο τελευταίο της κείμενο, που δημοσίευσε στη Νέα Εστία το 2017, με αφορμή την ποιητική γενιά της. Κείμενο για τους δύο δικούς της φίλους και ποιητές, τους δύο που της λείπουν, τον Γιάννη Κοντό και τον Βασίλη Στεριάδη. Ένα μνημόσυνο γεμάτο πλάκες, εσωτερικά γλωσσικά αστεία, αδελφική φιλία, χάχανα μέχρι δακρύων. Να νιώθεις ότι είσαι εκεί στο πάρτι του ονείρου της.

Φέρνω έτσι το βλέμμα στις φωτογραφίες όπου η Τζένη γελάει. Αγαπώ ειδικά εκείνη στην οποία έχει λυθεί στα γέλια και κρύβει το πρόσωπο με το αριστερό της χέρι. Το χέρι που κρατάει το τσιγάρο.   

Επειδή κάποια στιγμή δεν αντέχω να γελώ μέσα στη λύπη, θα φανταστώ ότι μου μιλάει, λέει κάτι τρυφερό, μην κλαις, μικρό μου, και ότι ύστερα θα σκεπάσει τους δισταγμούς μου με πρωτοφανή διαγγέλματα, σαν εκείνο που περιλάμβανε και την αναγγελία της αρρώστιας της. Σταλμένο σε άλλους δύο παραλήπτες, έκλεινε με την προτροπή: «Να μ’ αγαπάτε μακριά απ’ τα ποιήματα, χωρίς τα ποιήματα. Κυρίως ΧΩΡΙΣ αυτά, που δεν τα θέλω ούτε για ορντέβρ ούτε για εντάφιον». Τόσο ηχηρά είναι τα λόγια, νιώθω πως μας γράφει τώρα από την Επτανήσου, σκέφτομαι ό,τι λέω και κάνουμε πως γελάμε και οι τρεις.

Όσα κι αν είναι τα στάδια της άρνησης, του πένθους και όλων των τυποποιήσεων της θνητότητας και της θλίψης, η Τζένη, η Τζένη Μαστοράκη, θα με περιμένει στο Σελέκτ της Φωκίωνος με τα πτι φουρ, τα αυθεντικά, και θα μου λέει, ναι, αυτό θα λέει: «Όλα φάρσες είναι, πουλάκι μου. Δεν είναι;»

Ευτυχία Παναγιώτου

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

«Ένα στεφάνι φως» για την Τζένη Μαστοράκη (1949-2024): Ζωή βγαλμένη από τους στίχους

Απώλειες / «Ένα στεφάνι φως» για την Τζένη Μαστοράκη (1949-2024): Ζωή βγαλμένη από τους στίχους

Η σπουδαία ποιήτρια και μεταφράστρια, που συνέδεσε το όνομά της με την ελληνική μετάφραση του «Φύλακα στη σίκαλη» του Σάλιντζερ, ήταν ένας άνθρωπος γενναιόδωρος, ενθουσιώδης και πολυτάλαντος.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Το «προπατορικό αμάρτημα» του Τζο Μπάιντεν

Βιβλίο / Ποιο ήταν το θανάσιμο σφάλμα του Τζο Μπάιντεν;

Ένα νέο βιβλίο για τον πρώην Πρόεδρο αποτελεί καταπέλτη τόσο για τον ίδιο όσο και για τη δουλοπρεπή κλίκα πιστών και μελών της οικογένειάς του, που έκαναν το παν για να συγκαλύψουν τον ραγδαίο εκφυλισμό της γνωστικής του ικανότητας.
THE LIFO TEAM
ΕΠΕΞ Συγγραφείς/ Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου

Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου / 8 Έλληνες συγγραφείς ξαναγράφουν τους μύθους και τις παραδόσεις

Η Λυσιστράτη ερμηνεύει τις ερωτικές σχέσεις του σήμερα, η Ιφιγένεια διαλογίζεται στην παραλία και μια Τρωαδίτισσα δούλα γίνεται πρωταγωνίστρια: 8 σύγχρονοι δημιουργοί, που συμμετέχουν με τα έργα τους στο φετινό Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, συνομιλούν με τα αρχαία κείμενα και συνδέουν το παρελθόν με επίκαιρα ζητήματα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τζούντιθ Μπάτλερ: «Θέλουμε να ζήσουμε με ανοιχτή ή με κλειστή καρδιά;»

Τζούντιθ Μπάτλερ / «Θέλουμε να ζήσουμε με ανοιχτή ή με κλειστή καρδιά;»

Μια κορυφαία προσωπικότητα της σύγχρονης παγκόσμιας διανόησης μιλά στη LiFO για τo «φάντασμα» της λεγόμενης ιδεολογίας του φύλου, για το όραμα μιας «ανοιχτόκαρδης κοινωνίας» και για τις εμπειρίες ζωής που της έμαθαν να είναι «ένας άνθρωπος ταπεινός και ταυτόχρονα θαρραλέος».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ντίνος Κονόμος

Βιβλίο / «Ο κύριος διευθυντής (καλό κουμάσι) έχει αποφασίσει την εξόντωσή μου…»

Ο Ντίνος Κονόμος, λόγιος, ιστοριοδίφης και συγγραφέας, υπήρξε συνεχιστής της ζακυνθινής πνευματικής παράδοσης στον 20ό αιώνα. Ο συγγραφέας Φίλιππος Δ. Δρακονταειδής παρουσιάζει έργα και ημέρες ενός ανθρώπου που «δεν ήταν του κόσμου τούτου».
ΦΙΛΙΠΠΟΣ Δ. ΔΡΑΚΟΝΤΑΕΙΔΗΣ
Η ζωή του Καζαντζάκη σε graphic novel από τον Αλέν Γκλικός

Βιβλίο / Ο Νίκος Καζαντζάκης όπως δεν τον είχαμε ξαναδεί σε ένα νέο graphic novel

Ο ελληνικής καταγωγής Γάλλος συγγραφέας Αλέν Γκλικός καταγράφει την πορεία του Έλληνα στοχαστή στο graphic novel «Καζαντζάκης», όπου ο περιπετειώδης και αντιφατικός φιλόσοφος και μυθιστοριογράφος ψυχαναλύεται για πρώτη φορά και συστήνεται εκ νέου στο ελληνικό κοινό.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πετρίτης»: Το πιο γρήγορο πουλί στον κόσμο και η άγρια, αδάμαστη ομορφιά του

Ηχητικά Άρθρα / Πετρίτης: Το πιο γρήγορο πουλί στον κόσμο και η άγρια, αδάμαστη ομορφιά του

Ο Τζoν Άλεκ Μπέικερ αφιέρωσε δέκα χρόνια από τη ζωή του στην παρατήρηση ενός πετρίτη και έγραψε ένα από τα πιο ιδιαίτερα βιβλία της αγγλικής λογοτεχνίας – μια από τις σημαντικότερες καταγραφές της άγριας ζωής που κινδυνεύει να χαθεί για πάντα. Κυκλοφόρησε το 1967 αλλά μόλις τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια οι κριτικοί και το κοινό το ανακάλυψαν ξανά.
M. HULOT
Μπενχαμίν Λαμπατούτ: «Ας μην αφήνουμε τον Θεό στους πιστούς» 

Βιβλίο / Μπενχαμίν Λαμπατούτ: «Αν αξίζει ένα πράγμα στη ζωή, αυτό είναι η ομορφιά»

Εν όψει της εμφάνισής του στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, στις 21 Μαΐου, ο Λατινοαμερικανός συγγραφέας-φαινόμενο Μπενχαμίν Λαμπατούτ μιλά στη LiFO για τον ρόλο της τρέλας στη συγγραφή, τη σχέση επιστήμης και λογοτεχνίας και το μεγαλείο της ήττας – και δηλώνει ακόμα φανατικός κηπουρός και εραστής της φύσης.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Το πίσω ράφι/ Άντονι Μπέρτζες: «Έρνεστ Χέμινγουεϊ»

Το Πίσω Ράφι / Ο Χέμινγουεϊ ήταν ένας φωνακλάς νταής αλλά κι ένας σπουδαίος συγγραφέας του 20ού αιώνα

Η βιογραφία «Έρνεστ Χέμινγουεϊ - Μια ζωή σαν μυθοπλασία» του Βρετανού συγγραφέα Άντονι Μπέρτζες αποτυπώνει όχι μόνο την έντονη και περιπετειώδη ζωή του κορυφαίου Αμερικανού ομοτέχνου του αλλά και όλο το εύρος της αντιφατικής προσωπικότητάς του.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
21η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης

Βιβλίο / 21η ΔΕΒΘ: Εξωστρέφεια και καλύτερη οργάνωση αλλά μένουν ακόμα πολλά να γίνουν

Απολογισμός της 21ης ΔΕΒΘ που πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά υπό την αιγίδα του νεοσύστατου ΕΛΙΒΙΠ. Σε ποιο βαθμό πέτυχε τους στόχους της και ποια στοιχήματα μένει ακόμα να κερδίσει;
ΚΟΡΙΝΑ ΦΑΡΜΑΚΟΡΗ
Η ποίηση όχι μόνο αλλάζει τον κόσμο, τον δημιουργεί» ​​​​​​/Μια νέα ανθολογία ελληνικής queer ποίησης μόλις κυκλοφόρησε στα ισπανικά /11 Έλληνες ποιητές σε μια νέα ισπανική queer ανθολογία /Queer ελληνική ποίηση σε μια νέα δίγλωσση ισπανική ανθολογία

Βιβλίο / Μια Ισπανίδα καθηγήτρια μεταφράζει ελληνική queer ποίηση

Η María López Villalba, καθηγήτρια Νέων Ελληνικών στο Πανεπιστήμιο της Μάλαγα, μετέφρασε 11 ελληνικά ποιήματα, σε μια πρόσφατη ανθολογία που προσφέρει στο ισπανόφωνο κοινό την ευκαιρία να γνωρίσει τη σύγχρονη ελληνική queer –και όχι μόνο– ποίηση.
M. HULOT
«Κανείς δεν μας επέβαλε να έχουμε όλοι μια μονστέρα στο σαλόνι»

Βιντσέντζο Λατρόνικο / «Κανείς δεν μας επέβαλε να έχουμε όλοι μια μονστέρα στο σαλόνι»

Ο Ιταλός συγγραφέας και υποψήφιος για το βραβείο Booker, Βιντσέντζο Λατρόνικο, μιλά στη LIFO για το πολυσυζητημένο βιβλίο του «Τελειότητα», στο οποίο αποτυπώνει την αψεγάδιαστη αλλά ψεύτικη ζωή μιας ολόκληρης γενιάς ψηφιακών νομάδων στην Ευρώπη, καθώς και τη μάταιη αναζήτηση της ευτυχίας στην ψηφιακή εποχή.
M. HULOT
Μεσσαλίνα: Ακόλαστη μέγαιρα ή πολύ έξυπνη για την εποχή της;

Ηχητικά Άρθρα / Μεσσαλίνα: Ακόλαστη μέγαιρα ή πολύ έξυπνη για την εποχή της;

Το όνομά της έχει συνδεθεί με την εικόνα μιας αδίστακτης, σεξουαλικά ακόρεστης και επικίνδυνης γυναίκας. Ένα νέο βιβλίο, όμως, έρχεται να αμφισβητήσει αυτή τη στερεοτυπική αφήγηση και να φωτίσει μια διαφορετική εκδοχή της ιστορίας της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Rene Karabash

Βιβλίο / Rene Karabash: «Θέλω πίσω τη γυναικεία δύναμη που μου στέρησαν οι άνδρες»

Η Βουλγάρα συγγραφέας Rene Karabash μιλά για το μυθιστόρημά της «Ορκισμένη», που τιμήθηκε με το βραβείο Ελίας Κανέτι, και στο οποίο εστιάζει στην ιστορία των «ορκισμένων παρθένων» γυναικών των Βαλκανίων που επέλεξαν να ζήσουν ως άνδρες.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Δυο γυναίκες συγγραφείς αποκαλύπτουν τα κρυφά μυστικά της γραφής

Βιβλίο / Όλες οι γυναίκες του κόσμου στο νέο βιβλίο της Αμάντας Μιχαλοπούλου

Στο «Μακρύ ταξίδι της μιας μέσα στην άλλη», η μητρότητα γίνεται ο συνδετικός κρίκος που ενώνει όλες τις μητέρες και όλες τις κόρες με τις γυναίκες της Ιστορίας που θαυμάσαμε, αλλά και τις ανώνυμες «Παναγίες» που κράτησαν στους ώμους τους τα βάρη της ανθρωπότητας.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Βιβλίο / «Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Στο νέο του βιβλίο, «Lost Things Found», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Hyper Hypo, ο εικαστικός φωτογράφος Αντώνης Θεοδωρίδης εξερευνά τον μαγικό κόσμο της υπαίθριας αγοράς του Ελαιώνα.
ΙΩΝΑΣ ΚΑΛΛΙΜΑΝΗΣ
Ντιντιέ Εριμπόν: «Καιρός για ένα κίνημα των ηλικιωμένων!»

Ντιντιέ Εριμπόν / Ντιντιέ Εριμπόν: «Να πάψουμε να βλέπουμε τους ηλικιωμένους ως κοινωνικούς παρίες»

Από τους σημαντικότερους και πιο επιδραστικούς σύγχρονους Γάλλους στοχαστές, ο Ντιντιέ Εριμπόν συνδύασε στα βιβλία του τα δύσκολα βιώματα της νεότητάς του με μια εμπεριστατωμένη, αλλά και εικονοκλαστική, κοινωνικοπολιτική «ακτινογραφία» της γαλλικής κοινωνίας. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Κεχαγιάς

Βιβλίο / «Το να εκδίδεις βιβλία στην Ελλάδα είναι σαν να παίζεις στο καζίνο»

Η Γεννήτρια είναι ένας νέος εκδοτικός οίκος αφιερωμένος στη σύγχρονη λογοτεχνία. Ο εκδότης της, συγγραφέας και μεταφραστής, Παναγιώτης Κεχαγιάς, μιλά για τις δυσκολίες και τις χαρές του εγχειρήματος, για το πώς σκοπεύει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μιας ιδιαίτερα ανταγωνιστικής αγοράς, καθώς και για τους πρώτους τίτλους που ετοιμάζεται να εκδώσει.
M. HULOT
Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Οι Αθηναίοι / Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Η εκτέλεση του Μπελογιάννη τον έκανε αριστερό. Η αυτοκτονία του Νίκου Πουλαντζά, μπροστά στα μάτια του, τον καθόρισε. Ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, ένας από τους σημαντικότερους διανοούμενους της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, αφηγείται το προσωπικό του ταξίδι και την πνευματική περιπέτεια μιας ολόκληρης εποχής, από τη διανόηση του Παρισιού μέχρι τους δρόμους της πολιτικής και τις αίθουσες των πανεπιστημίων.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ