Βισουάβα Σιμπόρσκα: Μεγάλη ποίηση για τους ανυπεράσπιστους θνητούς Facebook Twitter
«Η ζωή εδώ και τώρα./ Παράσταση δίχως πρόβα./ Σώμα δίχως δοκιμή./ Κεφάλι δίχως περίσκεψη / Δεν ξέρω τον ρόλο που παίζω./ Ξέρω μόνο ότι είναι δικός μου, δεν ανταλλάσσεται».

Βισουάβα Σιμπόρσκα: Μεγάλη ποίηση για τους ανυπεράσπιστους θνητούς

0

Μικρά ανυπότακτα όντα, έντομα, παράξενα ζώα και περήφανα αγάλματα, με άλλα λόγια ένας πλούσιος κόσμος, που διαφεύγει πάντα επειδή είναι πάντα απτός, έρχεται να διακοσμήσει τη βαθιά υπαρξιακή ποίηση της Βισουάβα Σιμπόρσκα, που γλωσσικά δεν χρειάζεται σχεδόν καθόλου φτιασίδια ακριβώς επειδή μιλάει για θέματα συμπαντικά: τον έρωτα, την αγωνία της ζωής και τον θάνατο.

Με μια γλώσσα απέριττη και απλή ώστε να απευθύνεται σε όλους τους αναγνώστες, η βραβευμένη με Νόμπελ το 1996 ποιήτρια σκάλισε πάνω στις φαγωμένες από την πολιτική κυριολεξία λέξεις νοήματα παράδοξα σαν τα γλωσσικά παίγνια των φιλοσόφων και σαν τους κώδικες που ήξεραν να σπάνε όχι οι κατάσκοποι που κατέκλυσαν τη χώρα της αλλά αποκλειστικά οι ποιητές. Μόνο που τα κρυμμένα νοήματα δεν αποκάλυπταν κάποιο μυστικό μέσα στην ειρωνεία της αποσύνθεσής τους, ίσως γιατί για την ίδια ήταν πάντα προφανές ότι το σημαντικό και το σπουδαίο κρύβονται σε αυτό που είναι τώρα εδώ, στην ανθρώπινη στιγμή που χάνεται πίσω από την αιωνιότητα.

Ελάχιστοι, άλλωστε, κατάφεραν να αφουγκραστούν την παντοδυναμία που κρύβει η ζωή μέσα στη φευγαλέα πεμπτουσία της όσο αυτή η ανεπανάληπτη Πολωνή: «Η ζωή εδώ και τώρα./ Παράσταση δίχως πρόβα./ Σώμα δίχως δοκιμή./ Κεφάλι δίχως περίσκεψη / Δεν ξέρω τον ρόλο που παίζω./ Ξέρω μόνο ότι είναι δικός μου, δεν ανταλλάσσεται».

Η βαθιά της αφοσίωση στην ποίηση ως απαράμιλλη στάση ζωής την απομάκρυνε τόσο από τα κομματικά στρατόπεδα, με τα οποία είχε συμπαραταχθεί για κάποιο διάστημα μετά το όνειδος του γερμανικού φασισμού, όσο και από τα αστραφτερά λογοτεχνικά σαλόνια.
 

Γι’ αυτό και η ποίηση της Σιμπόρσκα δεν ήταν ποτέ το αποτέλεσμα ενός κυρίαρχου zeitgeist (πνεύμα των καιρών) ή μιας τάσης αλλά άντεξε στον χρόνο, δικαιώνοντας κάθε φορά την απόφαση για μια ακόμα έκδοση, όπως αυτή της πανηγυρικά συγκεντρωτικής στα ελληνικά με τον χαρακτηριστικό τίτλο Η ζωή εδώ και τώρα - Ποιήματα από τις εκδόσεις Καστανιώτη, μια ανθολογία αντάξια του ονόματός της, σε μετάφραση της Μπεάτας Ζούλκιεβιτς.

Πολυμεταφρασμένη στις γλώσσες όλου του κόσμου, ιδιαίτερα δημοφιλής στην Αμερική, με το όνομά της να εξακολουθεί να δεσπόζει, σχεδόν μια δεκαετία μετά τον θάνατο της, σε διάφορες εκδόσεις και μελέτες, αγαπημένη των Γερμανών, των Γάλλων και των Ιαπώνων, η Σιμπόρσκα δεν έπαψε να μεταφράζεται ποτέ και στην Ελλάδα (κυρίως από τον Βασίλη Καραβίτη). Αποτέλεσε, μαζί με τον Ζμπίγκνιεβ Χέρμπερτ και τον Ταντέους Ρουζέβιτς, τη λεγόμενη «αγία τριάδα της πολωνικής ποίησης», με την καρδιά της να μένει βαθιά ριζωμένη στα νοτισμένα από την υγρασία σύμπαντα της Κρακοβίας, αλλά το μυαλό της να διατηρεί αυτούσιο ένα θεωρητικό οπλοστάσιο που την έφερνε κοντά στην αρχαία Ελλάδα.

Αντίστοιχα και η ποίησή της, ακροβατώντας μεταξύ του φιλοσοφικού σκεπτικισμού και του υπαρξιακού χιούμορ, κατάφερε να διαμορφώσει τη δική της, ιδιότυπη δύναμη: διαρθρωμένη σε μια πόλη που τη δόξασαν αυτοκράτορες και που έξω από τα περίχωρά της υπάρχουν ακόμα τα απομεινάρια του Άουσβιτς, δεν αφήνει κανένα περιθώριο για ψέματα ή εξωραϊσμούς. Τα κλισέ που έφτιαξε η ανθρωπότητα για παρηγοριά ακυρώνονται από τους γεμάτους αμφιβολίες στίχους αλλά και από την ίδια την ανθρώπινη εμπειρία.

η ζωή εδώ και τώρα
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ: Βισουάβα Σιμπόρσκα, Η ζωή εδώ και τώρα, Μεταφ.: Μπεάτα Ζουλκιεβιτς, Εκδόσεις Καστανιώτη

Εξού και ότι στην κυρία που ρωτάει με εντελώς κοινότοπο τρόπο την ποιήτρια στο Λεξιλόγιο για την Πολωνία, εκείνη απαντά ότι στη χώρα της δεν κάνει καθόλου κρύο, γιατί οι ποιητές βγάζουν τα γάντια όταν το φεγγάρι θερμαίνεται.

Ο σουρεαλισμός διαπερνά τους στίχους της όχι μέσα από βαρυσήμαντες στοχαστικές απαντήσεις αλλά μέσα από την ειρωνεία και κωμικές μορφές όπως αυτές του Μπάστερ Κίτον, που αλλού εμφανίζεται ως ρωμαλέα ποιητική περσόνα. Η ίδια, άλλωστε, επέμενε στην επιτύμβια στήλη της να αναγράφεται πως «εδώ κείτεται παλιομοδίτικη σαν υποστιγμή η συγγραφέας μερικών στροφών», χωρίς να θέλει να δρέψει δάφνες. Απόδειξη ότι ένιωσε άσχημα στο άκουσμα της νίκης του βραβείου Νόμπελ, το οποίο θα προτιμούσε να είχε αποδοθεί σε κάποιον άλλον συμπατριώτη της.

Η βαθιά της αφοσίωση στην ποίηση ως απαράμιλλη στάση ζωής την απομάκρυνε τόσο από τα κομματικά στρατόπεδα, με τα οποία είχε συμπαραταχθεί για κάποιο διάστημα μετά το όνειδος του γερμανικού φασισμού, όσο και από τα αστραφτερά λογοτεχνικά σαλόνια. Σαν μια ατίθαση δραπέτισσα στην καρδιά του μεταφυσικού, σε μια χώρα που δεν ξέφυγε ποτέ από τις συμπαντικές της αλήθειες ‒καθολικισμός και σοσιαλιστικός ρεαλισμός‒, η σπουδαία Σιμπόρσκα φάνηκε να περιδιαβαίνει όλη της την παράδοση για να αποκαλύψει το σφάλμα των βεβαιοτήτων της, αρνούμενη την αλήθεια των κυρίαρχων ιδεολογιών και υπερασπιζόμενη την πολύτιμη επισφάλεια της αποδόμησής τους.

Η εμμονή στην πεπτωκυία φύση ή στη διαρκή αποτυχία, που κυριαρχεί στην ποίησή της, είναι που σε προκαλεί να προσηλωθείς, να μην ξεχνάς, να θυμάσαι τη θνητότητα που παραμονεύει παντού. Σου γεννάει την επιθυμία να ξαναδείς τη ζωή από την αρχή, αφού ο θάνατος είναι συμπαντικός και ταυτόσημος μέσα στην ανωνυμία που συνοδεύει όλους εμάς, αμαρτωλούς και αθώους, ενόχους και θνητούς.

Μόνο η ισότητα στον πόνο και τον έρωτα και η παραίτηση απ’ όλα είναι που αποδίδουν δικαιοσύνη στον θάνατο και άρα στην αλήθεια της ζωής. Γιατί ο θάνατος «δεν καταλαβαίνει από αστεία / άστρα, γέφυρες / υφαντική, εξόρυξη, γεωργία,/ κατασκευή πλοίων και ψήσιμο κέικ./ Στις συζητήσεις μας για το αύριο / παρεμβαίνει με την τελευταία του λέξη,/ εκτός θέματος»

Και αυτά η ίδια τα επεξεργάζεται με το αίσθημα της παράταιρης ευθύνης και της αμφιβολίας σαν μια παράξενη Κασσάνδρα ‒«Είμαι εγώ η Κασσάνδρα./ Κι αυτή είναι η πόλη μου κάτω από τις στάχτες»‒ που παραμονεύει απλώς για να προφητεύσει αυτό που είναι πάντοτε εκεί και να πλέξει, μέσα από εκλεπτυσμένες υφάνσεις, τα κατάλληλα ερωτήματα: «Δεν γνωρίζω τα παιχνίδια της καρδιάς / Δεν γνωρίζω τη γύμνια του πατέρα των παιδιών μου./ Δεν φαντάζομαι το Άσμα Ασμάτων / να κρύβει ένα ασαφές, γεμάτο μουντζούρες χειρόγραφο,/ Αυτά που θέλω να πω περιέρχονται σε έτοιμες προτάσεις./ Δεν χρησιμοποιώ την απελπισία γιατί δεν μου ανήκει / μου την έχουν εμπιστευτεί μόνο για τη φυλάω./ Ακόμη κι αν μου κόψεις το δρόμο,/ ακόμη κι αν με κοιτάξεις στα μάτια,/ θα σε προσπεράσω στο χείλος της πιο στενής κι απ’ την τρίχα / αβύσσου».

Σαν να υπερίπταται σχεδόν πάνω από την άβυσσο, έχοντας, ως ποιήτρια, μια προνομιακή θέση όσον αφορά τη θέαση της μοίρας των ανθρώπων, που σχεδόν της δόθηκε ως χάρη. Ξέρει ότι αποκεί τα πάντα μοιάζουν αμελητέα, αλλά τόσο ισχυρά όσο ένα χάδι, ένα ερωτικό φίλημα ή μια ανάσα. Αυτά μένουν ως απαράγραπτες αλήθειες στις μνήμες και θα μας συνοδεύσουν στον θάνατό μας, που θα επέλθει ξαφνικά, όταν η ζωή θα είναι ανυπόφορα παρούσα. 

Βισουάβα Σιμπόρσκα: Μεγάλη ποίηση για τους ανυπεράσπιστους θνητούς Facebook Twitter
H Szymborska στο σπίτι της στην Κρακοβία, το 1984. Φωτ.: Kim Manresa

Αντίστοιχα με τον Όντεν, που σε έναν διάσημο πίνακα του Μπρέγκελ έβλεπε την παντοδυναμία της ζωής τη στιγμή του θανάτου, έτσι και στις «Δυο μαϊμούδες του Μπρέγκελ», ποίημα που πρωτοέκανε γνωστό, αποδίδοντάς το στα ελληνικά, ο Ζήσιμος Λορεντζάτος, με τις δύο αποστασιοποιημένες από τα εγκόσμια μαϊμούδες να στέκονται αλυσοδεμένες στο περβάζι ενός φρουρίου που βλέπει στον γεμάτο πλοιάρια και ελεύθερα πουλιά ποταμό Σελντ, η Σιμπόρσκα διακρίνει ένα απαράμιλλο μήνυμα ζωής: «Έτσι μοιάζει το μεγάλο μου όνειρο για τις απολυτήριές μου / εξετάσεις:/ δυο μαϊμούδες κάθονται αλυσοδεμένες στο παράθυρο,/ πίσω απ’ το παράθυρο ίπταται ο ουρανός / και κάνει μπάνιο η θάλασσα./ Δίνω το μάθημα της Ιστορίας των Ανθρώπων./ Μπερδεύω τα λόγια μου και κομπιάζω».

Ο κόσμος της απουσίας φαίνεται πολύ πιο έντονα όταν μετριέται με την παντοκρατορία της ζωής που επιμένει να δηλώνει πανταχού παρούσα, ειδικά στα άδεια από την ανθρώπινη παρουσία δωμάτια, και αυτό φαίνεται περίτρανα τόσο στο «Δωμάτιο του αυτόχειρα» όσο και στο διάσημο πλέον ποίημά της «Η γάτα στο άδειο δωμάτιο». 

Γάτες, μαϊμούδες, πουλιά, ακίνητα γεράκια, διαμορφώνουν το απέραντο, βιταλιστικό σύμπαν που άνθισε στην καρδιά της ποίησης της Σιμπόρσκα, δημιουργώντας μια αίσθηση διαρκούς αναζωογόνησης, ακόμα και όταν όλα τα σκεπάζει ο θάνατος.

Αυτός ο παράδοξα ξέφρενος μυστικισμός που διαπερνά αυτόν και όχι τον άλλο κόσμο είναι που επηρέασε στην πορεία Πολωνούς ποιητές και μυθιστοριογράφους, όπως και την επίσης νομπελίστρια Τοκάρτσουκ, φτιάχνοντας μια ισχυρή παράδοση: ήδη από το «Κάλεσμα στο Γέτι» (1957), η Σιμπόρσκα είχε αποφασίσει να περάσει στον κόσμο της φύσης από αυτόν της πολιτικής, διαχωρίζοντας τη συμβολική παρουσία της. Ο ανεξάντλητος, πολύφερνος αυτός πλούτος, αυτή η βιταλιστική ενέργεια, διοχετεύονται αυτούσια στην ποίησή της και ανάγονται σε μόνιμο σύμβολο, το οποίο ύψωσε πάνω από τα βραβεία κατά την ομιλία αποδοχής του Νόμπελ, λέγοντας πως ό,τι και να σκεφτόμαστε γι’ αυτόν τον κόσμο, «για τους χώρους του, τους οποίους διαπερνά η ακτινοβολία των άστρων, των άστρων που γύρω τους ήδη άρχισαν να ανακαλύπτονται κάποιοι πλανήτες ‒ νεκροί ήδη; νεκροί ακόμα; άγνωστο: ό,τι και να σκεφτόμαστε γι’ αυτό το ατέρμονο θέατρο, για το οποίο ναι μεν έχουμε εισιτήριο, αλλά με λήξη τόσο αστεία σύντομη, περιορισμένη σε δύο αμετάκλητες ημερομηνίες: ό,τι άλλο ακόμα και να σκεφτόμαστε γι’ αυτόν τον κόσμο, αυτός είναι καταπληκτικός».

Σίγουρα αυτό ισχύει και σίγουρα γίνεται ακόμα πιο καταπληκτικός και πλουσιότερος με την ποίησή της.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου μιλούν για την αγαπημένη εκπομπή των booklovers

Οθόνες / «Βιβλιοβούλιο»: Μια διόλου σοβαροφανής τηλεοπτική εκπομπή για το βιβλίο

Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου ήταν κάποτε «ανταγωνιστές». Και πια κάνουν μαζί την αγαπημένη εκπομπή των βιβλιόφιλων, τη μοναδική που υπάρχει για το βιβλίο στην ελληνική τηλεόραση, που επικεντρώνεται στη σύγχρονη εκδοτική παραγωγή και έχει καταφέρει να είναι ευχάριστη και ενημερωτική.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Θανάσης Καστανιώτης: «Αν έκανα ένα δείπνο για συγγραφείς, δίπλα στον Χέμινγουεϊ θα έβαζα τη Ζυράννα Ζατέλη»

The Book Lovers / Θανάσης Καστανιώτης: «Αν έκανα ένα δείπνο για συγγραφείς, δίπλα στον Χέμινγουεϊ θα έβαζα τη Ζυράννα Ζατέλη»

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητάει με τον εκδότη Θανάση Καστανιώτη για την μεγάλη διαδρομή των εκδόσεών του και τη δική του, προσωπική και ιδιοσυγκρασιακή σχέση με τα βιβλία και την ανάγνωση.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Τελικά, είναι ο Τομ Ρίπλεϊ γκέι; 

Βιβλίο / Τελικά, είναι γκέι ο Τομ Ρίπλεϊ;

Το ερώτημα έχει τη σημασία του. Η δολοφονία του Ντίκι Γκρίνλιφ από τον Ρίπλεϊ, η πιο συγκλονιστική από τις πολλές δολοφονίες που διαπράττει σε βάθος χρόνου ο χαρακτήρας, είναι και η πιο περίπλοκη επειδή είναι συνυφασμένη με τη σεξουαλικότητά του.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Ο Δον Κιχώτης» του Θερβάντες: Ο θρίαμβος της λογοτεχνίας και της ανιδιοτελούς φιλίας

Σαν Σήμερα / «Ο Δον Κιχώτης» του Θερβάντες: Ο θρίαμβος της λογοτεχνίας και της ανιδιοτελούς φιλίας

Η ιστορία ενός αλλοπαρμένου αγρότη που υπερασπίζεται υψηλά ιδανικά είναι το πιο γνωστό έργο του σπουδαιότερου Ισπανού συγγραφέα, που πέθανε σαν σήμερα το 1616.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Ο Γουσταύος Κλάους στη χώρα του κρασιού: Μια γοητευτική βιογραφία του Βαυαρού εμπόρου

Βιβλίο / Γουσταύος Κλάους: Το γοητευτικό στόρι του ανθρώπου που έβαλε την Ελλάδα στον παγκόσμιο οινικό χάρτη

Το βιβλίο «Γκούτλαντ, ο Γουσταύος Κλάους και η χώρα του κρασιού» του Νίκου Μπακουνάκη είναι μια θαυμάσια μυθιστορηματική αφήγηση της ιστορίας του Βαυαρού εμπόρου που ήρθε στην Πάτρα στα μέσα του 19ου αιώνα και δημιούργησε την Οινοποιία Αχαΐα.
M. HULOT
Η (μεγάλη) επιστροφή στην Ιαπωνική λογοτεχνία

Βιβλίο / Η (μεγάλη) επιστροφή στην ιαπωνική λογοτεχνία

Πληθαίνουν οι κυκλοφορίες των ιαπωνικών έργων στα ελληνικά, με μεγάλο μέρος της πρόσφατης σχετικής βιβλιοπαραγωγής, π.χ. των εκδόσεων Άγρα, να καλύπτεται από ξεχωριστούς τίτλους μιας γραφής που διακρίνεται για την απλότητα, τη φαντασία και την εμμονική πίστη στην ομορφιά.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Κλαούδια Πινιέιρο: «Είμαι γυναίκα, συγγραφέας, μητέρα, ειλικρινής, κουρελιασμένη»

Βιβλίο / Κλαούδια Πινιέιρο: «Είμαι γυναίκα, συγγραφέας, μητέρα, ειλικρινής, κουρελιασμένη»

Παρόλο που οι κριτικοί και οι βιβλιοπώλες κατατάσσουν τα βιβλία της στην αστυνομική λογοτεχνία, η συγγραφέας που τα τελευταία χρόνια έχουν λατρέψει οι Έλληνες αναγνώστες, μια σπουδαία φωνή της λατινοαμερικανικής λογοτεχνίας και του φεμινισμού, μοιάζει να ασφυκτιά σε τέτοια στενά πλαίσια.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΟΥΛΟΣ
Κωστής Γκιμοσούλης: «Δυο μήνες στην αποθήκη»

Το πίσω ράφι / «Δυο μήνες στην αποθήκη»: Οι ατέλειωτες νύχτες στο νοσοκομείο που άλλαξαν έναν συγγραφέα

Ο Κωστής Γκιμοσούλης έφυγε πρόωρα από τη ζωή. Με τους όρους της ιατρικής, ο εκπρόσωπος της «γενιάς του '80» είχε χτυπηθεί από μηνιγγίτιδα. Με τους δικούς του όρους, όμως, εκείνο που τον καθήλωσε και πήγε να τον τρελάνει ήταν ο διχασμός του ανάμεσα σε δύο αγάπες.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Έτσι μας πέταξαν μέσα στην Ιστορία

Βιβλίο / Το φιλόδοξο λογοτεχνικό ντεμπούτο του Κώστα Καλτσά είναι μια οικογενειακή σάγκα με απρόβλεπτες διαδρομές

«Νικήτρια Σκόνη»: Μια αξιοδιάβαστη αφήγηση της μεγάλης Ιστορίας του 20ού και του 21ου αιώνα στην Ελλάδα, από τα Δεκεμβριανά του 1944 έως το 2015.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Γκρέγκορ φον Ρετσόρι: Αποχαιρετώντας μια Ευρώπη που χάνεται

Βιβλίο / Γκρέγκορ φον Ρετσόρι: Αποχαιρετώντας μια Ευρώπη που χάνεται

Ένας από τους τελευταίους κοσμοπολίτες καλλιτέχνες και συγγραφείς αυτοβιογραφείται στο αριστουργηματικό, σύμφωνα με κριτικούς και συγγραφείς όπως ο Τζον Μπάνβιλ, βιβλίο του «Τα περσινά χιόνια», θέτοντας ερωτήματα για τον παλιό, σχεδόν μυθικό κόσμο της Ευρώπης που έχει χαθεί για πάντα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
CARRIE

Βιβλίο / H Carrie στα 50: Το φοβερό λογοτεχνικό ντεμπούτο του Στίβεν Κινγκ που παραλίγο να καταλήξει στα σκουπίδια

Πάνω από 60 μυθιστορήματα που έχουν πουλήσει περισσότερα από 350 εκατομμύρια αντίτυπα μετράει σήμερα ο «βασιλιάς του τρόμου», όλα όμως ξεκίνησαν πριν από μισό αιώνα με την πρώτη περίοδο μιας ντροπαλής και περιθωριοποιημένης μαθήτριας γυμνασίου.
THE LIFO TEAM
Οι «Αρχάριοι» του Ρέιμοντ Κάρβερ, ήρωες τσακισμένοι από το κυνήγι του αμερικανικού ονείρου

Το πίσω ράφι / Οι «Αρχάριοι» του Ρέιμοντ Κάρβερ, ήρωες τσακισμένοι από το κυνήγι του αμερικανικού ονείρου

Γεννημένος στο Όρεγκον τα χρόνια που ακολούθησαν την οικονομική κρίση του '29, γιος μιας σερβιτόρας κι ενός εργάτη σε εργοστάσιο ξυλείας, ο κορυφαίος εκπρόσωπος του «βρόμικου ρεαλισμού» βίωσε στο πετσί του την αθλιότητα, τις δυσκολίες και την αποξένωση που αποτύπωσε στο έργο του.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Μιχάλης Μακρόπουλος: «Ζούμε σε μια εποχή βαθιάς μοναξιάς, μέσα σε μια θάλασσα διαδικτυακών “φίλων”».

Βιβλίο / Μιχάλης Μακρόπουλος: «Ζούμε στη βαθιά μοναξιά των διαδικτυακών μας “φίλων”»

Ο συγγραφέας και μεταφραστής μιλά για τη δύναμη της λογοτεχνίας, για τα βιβλία που διαβάζει και απέχουν απ’ όσα σήμερα «συζητιούνται», για τη ζωή στην επαρχία αλλά και για το πόσο τον ενοχλεί η «αυτοπροσωπολατρία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης».
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ