Βισουάβα Σιμπόρσκα: Μεγάλη ποίηση για τους ανυπεράσπιστους θνητούς Facebook Twitter
«Η ζωή εδώ και τώρα./ Παράσταση δίχως πρόβα./ Σώμα δίχως δοκιμή./ Κεφάλι δίχως περίσκεψη / Δεν ξέρω τον ρόλο που παίζω./ Ξέρω μόνο ότι είναι δικός μου, δεν ανταλλάσσεται».

Βισουάβα Σιμπόρσκα: Μεγάλη ποίηση για τους ανυπεράσπιστους θνητούς

0

Μικρά ανυπότακτα όντα, έντομα, παράξενα ζώα και περήφανα αγάλματα, με άλλα λόγια ένας πλούσιος κόσμος, που διαφεύγει πάντα επειδή είναι πάντα απτός, έρχεται να διακοσμήσει τη βαθιά υπαρξιακή ποίηση της Βισουάβα Σιμπόρσκα, που γλωσσικά δεν χρειάζεται σχεδόν καθόλου φτιασίδια ακριβώς επειδή μιλάει για θέματα συμπαντικά: τον έρωτα, την αγωνία της ζωής και τον θάνατο.

Με μια γλώσσα απέριττη και απλή ώστε να απευθύνεται σε όλους τους αναγνώστες, η βραβευμένη με Νόμπελ το 1996 ποιήτρια σκάλισε πάνω στις φαγωμένες από την πολιτική κυριολεξία λέξεις νοήματα παράδοξα σαν τα γλωσσικά παίγνια των φιλοσόφων και σαν τους κώδικες που ήξεραν να σπάνε όχι οι κατάσκοποι που κατέκλυσαν τη χώρα της αλλά αποκλειστικά οι ποιητές. Μόνο που τα κρυμμένα νοήματα δεν αποκάλυπταν κάποιο μυστικό μέσα στην ειρωνεία της αποσύνθεσής τους, ίσως γιατί για την ίδια ήταν πάντα προφανές ότι το σημαντικό και το σπουδαίο κρύβονται σε αυτό που είναι τώρα εδώ, στην ανθρώπινη στιγμή που χάνεται πίσω από την αιωνιότητα.

Ελάχιστοι, άλλωστε, κατάφεραν να αφουγκραστούν την παντοδυναμία που κρύβει η ζωή μέσα στη φευγαλέα πεμπτουσία της όσο αυτή η ανεπανάληπτη Πολωνή: «Η ζωή εδώ και τώρα./ Παράσταση δίχως πρόβα./ Σώμα δίχως δοκιμή./ Κεφάλι δίχως περίσκεψη / Δεν ξέρω τον ρόλο που παίζω./ Ξέρω μόνο ότι είναι δικός μου, δεν ανταλλάσσεται».

Η βαθιά της αφοσίωση στην ποίηση ως απαράμιλλη στάση ζωής την απομάκρυνε τόσο από τα κομματικά στρατόπεδα, με τα οποία είχε συμπαραταχθεί για κάποιο διάστημα μετά το όνειδος του γερμανικού φασισμού, όσο και από τα αστραφτερά λογοτεχνικά σαλόνια.
 

Γι’ αυτό και η ποίηση της Σιμπόρσκα δεν ήταν ποτέ το αποτέλεσμα ενός κυρίαρχου zeitgeist (πνεύμα των καιρών) ή μιας τάσης αλλά άντεξε στον χρόνο, δικαιώνοντας κάθε φορά την απόφαση για μια ακόμα έκδοση, όπως αυτή της πανηγυρικά συγκεντρωτικής στα ελληνικά με τον χαρακτηριστικό τίτλο Η ζωή εδώ και τώρα - Ποιήματα από τις εκδόσεις Καστανιώτη, μια ανθολογία αντάξια του ονόματός της, σε μετάφραση της Μπεάτας Ζούλκιεβιτς.

Πολυμεταφρασμένη στις γλώσσες όλου του κόσμου, ιδιαίτερα δημοφιλής στην Αμερική, με το όνομά της να εξακολουθεί να δεσπόζει, σχεδόν μια δεκαετία μετά τον θάνατο της, σε διάφορες εκδόσεις και μελέτες, αγαπημένη των Γερμανών, των Γάλλων και των Ιαπώνων, η Σιμπόρσκα δεν έπαψε να μεταφράζεται ποτέ και στην Ελλάδα (κυρίως από τον Βασίλη Καραβίτη). Αποτέλεσε, μαζί με τον Ζμπίγκνιεβ Χέρμπερτ και τον Ταντέους Ρουζέβιτς, τη λεγόμενη «αγία τριάδα της πολωνικής ποίησης», με την καρδιά της να μένει βαθιά ριζωμένη στα νοτισμένα από την υγρασία σύμπαντα της Κρακοβίας, αλλά το μυαλό της να διατηρεί αυτούσιο ένα θεωρητικό οπλοστάσιο που την έφερνε κοντά στην αρχαία Ελλάδα.

Αντίστοιχα και η ποίησή της, ακροβατώντας μεταξύ του φιλοσοφικού σκεπτικισμού και του υπαρξιακού χιούμορ, κατάφερε να διαμορφώσει τη δική της, ιδιότυπη δύναμη: διαρθρωμένη σε μια πόλη που τη δόξασαν αυτοκράτορες και που έξω από τα περίχωρά της υπάρχουν ακόμα τα απομεινάρια του Άουσβιτς, δεν αφήνει κανένα περιθώριο για ψέματα ή εξωραϊσμούς. Τα κλισέ που έφτιαξε η ανθρωπότητα για παρηγοριά ακυρώνονται από τους γεμάτους αμφιβολίες στίχους αλλά και από την ίδια την ανθρώπινη εμπειρία.

η ζωή εδώ και τώρα
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ: Βισουάβα Σιμπόρσκα, Η ζωή εδώ και τώρα, Μεταφ.: Μπεάτα Ζουλκιεβιτς, Εκδόσεις Καστανιώτη

Εξού και ότι στην κυρία που ρωτάει με εντελώς κοινότοπο τρόπο την ποιήτρια στο Λεξιλόγιο για την Πολωνία, εκείνη απαντά ότι στη χώρα της δεν κάνει καθόλου κρύο, γιατί οι ποιητές βγάζουν τα γάντια όταν το φεγγάρι θερμαίνεται.

Ο σουρεαλισμός διαπερνά τους στίχους της όχι μέσα από βαρυσήμαντες στοχαστικές απαντήσεις αλλά μέσα από την ειρωνεία και κωμικές μορφές όπως αυτές του Μπάστερ Κίτον, που αλλού εμφανίζεται ως ρωμαλέα ποιητική περσόνα. Η ίδια, άλλωστε, επέμενε στην επιτύμβια στήλη της να αναγράφεται πως «εδώ κείτεται παλιομοδίτικη σαν υποστιγμή η συγγραφέας μερικών στροφών», χωρίς να θέλει να δρέψει δάφνες. Απόδειξη ότι ένιωσε άσχημα στο άκουσμα της νίκης του βραβείου Νόμπελ, το οποίο θα προτιμούσε να είχε αποδοθεί σε κάποιον άλλον συμπατριώτη της.

Η βαθιά της αφοσίωση στην ποίηση ως απαράμιλλη στάση ζωής την απομάκρυνε τόσο από τα κομματικά στρατόπεδα, με τα οποία είχε συμπαραταχθεί για κάποιο διάστημα μετά το όνειδος του γερμανικού φασισμού, όσο και από τα αστραφτερά λογοτεχνικά σαλόνια. Σαν μια ατίθαση δραπέτισσα στην καρδιά του μεταφυσικού, σε μια χώρα που δεν ξέφυγε ποτέ από τις συμπαντικές της αλήθειες ‒καθολικισμός και σοσιαλιστικός ρεαλισμός‒, η σπουδαία Σιμπόρσκα φάνηκε να περιδιαβαίνει όλη της την παράδοση για να αποκαλύψει το σφάλμα των βεβαιοτήτων της, αρνούμενη την αλήθεια των κυρίαρχων ιδεολογιών και υπερασπιζόμενη την πολύτιμη επισφάλεια της αποδόμησής τους.

Η εμμονή στην πεπτωκυία φύση ή στη διαρκή αποτυχία, που κυριαρχεί στην ποίησή της, είναι που σε προκαλεί να προσηλωθείς, να μην ξεχνάς, να θυμάσαι τη θνητότητα που παραμονεύει παντού. Σου γεννάει την επιθυμία να ξαναδείς τη ζωή από την αρχή, αφού ο θάνατος είναι συμπαντικός και ταυτόσημος μέσα στην ανωνυμία που συνοδεύει όλους εμάς, αμαρτωλούς και αθώους, ενόχους και θνητούς.

Μόνο η ισότητα στον πόνο και τον έρωτα και η παραίτηση απ’ όλα είναι που αποδίδουν δικαιοσύνη στον θάνατο και άρα στην αλήθεια της ζωής. Γιατί ο θάνατος «δεν καταλαβαίνει από αστεία / άστρα, γέφυρες / υφαντική, εξόρυξη, γεωργία,/ κατασκευή πλοίων και ψήσιμο κέικ./ Στις συζητήσεις μας για το αύριο / παρεμβαίνει με την τελευταία του λέξη,/ εκτός θέματος»

Και αυτά η ίδια τα επεξεργάζεται με το αίσθημα της παράταιρης ευθύνης και της αμφιβολίας σαν μια παράξενη Κασσάνδρα ‒«Είμαι εγώ η Κασσάνδρα./ Κι αυτή είναι η πόλη μου κάτω από τις στάχτες»‒ που παραμονεύει απλώς για να προφητεύσει αυτό που είναι πάντοτε εκεί και να πλέξει, μέσα από εκλεπτυσμένες υφάνσεις, τα κατάλληλα ερωτήματα: «Δεν γνωρίζω τα παιχνίδια της καρδιάς / Δεν γνωρίζω τη γύμνια του πατέρα των παιδιών μου./ Δεν φαντάζομαι το Άσμα Ασμάτων / να κρύβει ένα ασαφές, γεμάτο μουντζούρες χειρόγραφο,/ Αυτά που θέλω να πω περιέρχονται σε έτοιμες προτάσεις./ Δεν χρησιμοποιώ την απελπισία γιατί δεν μου ανήκει / μου την έχουν εμπιστευτεί μόνο για τη φυλάω./ Ακόμη κι αν μου κόψεις το δρόμο,/ ακόμη κι αν με κοιτάξεις στα μάτια,/ θα σε προσπεράσω στο χείλος της πιο στενής κι απ’ την τρίχα / αβύσσου».

Σαν να υπερίπταται σχεδόν πάνω από την άβυσσο, έχοντας, ως ποιήτρια, μια προνομιακή θέση όσον αφορά τη θέαση της μοίρας των ανθρώπων, που σχεδόν της δόθηκε ως χάρη. Ξέρει ότι αποκεί τα πάντα μοιάζουν αμελητέα, αλλά τόσο ισχυρά όσο ένα χάδι, ένα ερωτικό φίλημα ή μια ανάσα. Αυτά μένουν ως απαράγραπτες αλήθειες στις μνήμες και θα μας συνοδεύσουν στον θάνατό μας, που θα επέλθει ξαφνικά, όταν η ζωή θα είναι ανυπόφορα παρούσα. 

Βισουάβα Σιμπόρσκα: Μεγάλη ποίηση για τους ανυπεράσπιστους θνητούς Facebook Twitter
H Szymborska στο σπίτι της στην Κρακοβία, το 1984. Φωτ.: Kim Manresa

Αντίστοιχα με τον Όντεν, που σε έναν διάσημο πίνακα του Μπρέγκελ έβλεπε την παντοδυναμία της ζωής τη στιγμή του θανάτου, έτσι και στις «Δυο μαϊμούδες του Μπρέγκελ», ποίημα που πρωτοέκανε γνωστό, αποδίδοντάς το στα ελληνικά, ο Ζήσιμος Λορεντζάτος, με τις δύο αποστασιοποιημένες από τα εγκόσμια μαϊμούδες να στέκονται αλυσοδεμένες στο περβάζι ενός φρουρίου που βλέπει στον γεμάτο πλοιάρια και ελεύθερα πουλιά ποταμό Σελντ, η Σιμπόρσκα διακρίνει ένα απαράμιλλο μήνυμα ζωής: «Έτσι μοιάζει το μεγάλο μου όνειρο για τις απολυτήριές μου / εξετάσεις:/ δυο μαϊμούδες κάθονται αλυσοδεμένες στο παράθυρο,/ πίσω απ’ το παράθυρο ίπταται ο ουρανός / και κάνει μπάνιο η θάλασσα./ Δίνω το μάθημα της Ιστορίας των Ανθρώπων./ Μπερδεύω τα λόγια μου και κομπιάζω».

Ο κόσμος της απουσίας φαίνεται πολύ πιο έντονα όταν μετριέται με την παντοκρατορία της ζωής που επιμένει να δηλώνει πανταχού παρούσα, ειδικά στα άδεια από την ανθρώπινη παρουσία δωμάτια, και αυτό φαίνεται περίτρανα τόσο στο «Δωμάτιο του αυτόχειρα» όσο και στο διάσημο πλέον ποίημά της «Η γάτα στο άδειο δωμάτιο». 

Γάτες, μαϊμούδες, πουλιά, ακίνητα γεράκια, διαμορφώνουν το απέραντο, βιταλιστικό σύμπαν που άνθισε στην καρδιά της ποίησης της Σιμπόρσκα, δημιουργώντας μια αίσθηση διαρκούς αναζωογόνησης, ακόμα και όταν όλα τα σκεπάζει ο θάνατος.

Αυτός ο παράδοξα ξέφρενος μυστικισμός που διαπερνά αυτόν και όχι τον άλλο κόσμο είναι που επηρέασε στην πορεία Πολωνούς ποιητές και μυθιστοριογράφους, όπως και την επίσης νομπελίστρια Τοκάρτσουκ, φτιάχνοντας μια ισχυρή παράδοση: ήδη από το «Κάλεσμα στο Γέτι» (1957), η Σιμπόρσκα είχε αποφασίσει να περάσει στον κόσμο της φύσης από αυτόν της πολιτικής, διαχωρίζοντας τη συμβολική παρουσία της. Ο ανεξάντλητος, πολύφερνος αυτός πλούτος, αυτή η βιταλιστική ενέργεια, διοχετεύονται αυτούσια στην ποίησή της και ανάγονται σε μόνιμο σύμβολο, το οποίο ύψωσε πάνω από τα βραβεία κατά την ομιλία αποδοχής του Νόμπελ, λέγοντας πως ό,τι και να σκεφτόμαστε γι’ αυτόν τον κόσμο, «για τους χώρους του, τους οποίους διαπερνά η ακτινοβολία των άστρων, των άστρων που γύρω τους ήδη άρχισαν να ανακαλύπτονται κάποιοι πλανήτες ‒ νεκροί ήδη; νεκροί ακόμα; άγνωστο: ό,τι και να σκεφτόμαστε γι’ αυτό το ατέρμονο θέατρο, για το οποίο ναι μεν έχουμε εισιτήριο, αλλά με λήξη τόσο αστεία σύντομη, περιορισμένη σε δύο αμετάκλητες ημερομηνίες: ό,τι άλλο ακόμα και να σκεφτόμαστε γι’ αυτόν τον κόσμο, αυτός είναι καταπληκτικός».

Σίγουρα αυτό ισχύει και σίγουρα γίνεται ακόμα πιο καταπληκτικός και πλουσιότερος με την ποίησή της.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Κώστας Σπαθαράκης, εκδότης.

Κώστας Σπαθαράκης / Κώστας Σπαθαράκης: «Δεν έχουμε αφηγήσεις για τις ερωτικές μας σχέσεις, για τα νιάτα μας»

Για τον άνθρωπο πίσω από τις Εκδόσεις Αντίποδες το πιο μεγάλο του όφελος είναι ότι ένας άνθρωπος που του άρεσε να είναι χωμένος μες στα βιβλία του, σε μια μοναχική και ίσως ναρκισσιστική συνήθεια, στην πορεία έμαθε να το  μετατρέπει σε εργαλείο κοινωνικότητας και επαφής με τους ανθρώπους.
M. HULOT
Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού

Βιβλίο / Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: «Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού»

Ο πολυβραβευμένος Κολομβιανός συγγραφέας μιλά στη LiFO για τη βία που στοιχειώνει τη χώρα του, τη δύναμη της λογοτεχνίας να ανασύρει όσα κρύβει η Ιστορία, αλλά και για την αρχαιοελληνική φιλοσοφία ως σταθερή επιρροή του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
H Gen Z όχι μόνο διαβάζει αλλά συγχρόνως αλλάζει και την ίδια την έννοια της ανάγνωσης

Βιβλίο / Η Gen Z δεν διαβάζει απλώς· επαναπροσδιορίζει την ανάγνωση

Οι εκπρόσωποι αυτής της γενιάς λατρεύουν την απόδραση, παίρνουν την λεγόμενη fan fiction τόσο σοβαρά όσο και τη λίστα Booker, αναβιώνουν κλασικά βιβλία από την Τζέιν Όστεν έως τον Ντοστογιέφσκι και μοιράζονται ιστορίες στις δικές τους κοινότητες.
THE LIFO TEAM
Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Βιβλίο / Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Ο Πέρσιβαλ Έβερετ έγραψε ένα άκρως επίκαιρο, δεδομένων των τελευταίων ημερών, βιβλίο, που ταυτόχρονα φιλοδοξεί να καταστεί κλασικό, για τον ρατσισμό και τη χαμένη ανθρωπιά, και κέρδισε το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας των ΗΠΑ και το Πούλιτζερ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη, κιθαρίστα και σκιτσογράφο Κώστα Μπέζο, που ξαναγράφει την ιστορία της Ελλάδας πριν από το 1940

Βιβλίο / «Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη Κώστα Μπέζο

Τη δεκαετία του ’30 άνθισε στην Ελλάδα ένα μουσικό είδος «διαφυγής» από τη σκληρή πραγματικότητα, οι χαβάγιες. Ο Κώστας Μπέζος, αινιγματική μορφή μέχρι πρόσφατα και σημαντικός ρεμπέτης και σκιτσογράφος, έγραψε μια ανείπωτη ιστορία, διαφορετική από αυτή που η επίσημη ιστορία έχει καταγράψει για την εποχή του Μεσοπολέμου.  
M. HULOT
Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Βιβλίο / Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Η Καταλανή συγγραφέας, που έχει εξελιχθεί σε σημείο αναφοράς της σύγχρονης queer λογοτεχνίας, μεταφράζεται παγκοσμίως και τη θαυμάζει ο Αλμοδόβαρ, μιλά στη LiFO για το τι σημαίνει να ζεις ελεύθερα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΠΕΞ Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Βιβλίο / Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Το πρώτο βιβλίο του Φάνη Παπαδημητρίου είναι μια συγκινητική εξομολόγηση για το ατύχημα στα 19 του που τον καθήλωσε σε αμαξίδιο, την πάλη του με τον τζόγο και τον αγώνα που έδωσε να ξαναφτιάξει τη ζωή του «μετά το τσουνάμι που ήρθε και τα σάρωσε όλα».
M. HULOT
«Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Το πίσω ράφι  / «Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Πιστή στην κλασική μορφή του μυθιστορήματος, αλλά ταυτόχρονα ανατρεπτική και μεταμοντέρνα, η καυστική σάτιρα του Τζόναθαν Κόου για τη βρετανική άρχουσα τάξη των αρχών της δεκαετίας του ’90 διαβάζεται μονορούφι.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
ΕΠΕΞ Γυναικείες φωνές από διαφορετικά μέρη του κόσμου

Βιβλίο / Από τη Μαλαισία μέχρι το Μεξικό: 5 νέα βιλία που αξίζει να διαβάσετε

5 συγγραφείς από διαφορετικά σημεία του πλανήτη χαράζουν νέους δρόμους στη λογοτεχνία. Ανάμεσά τους, η Τζόχα Αλχάρθι που κέρδισε το Booker και η βραβευμένη με Πούλιτζερ Κριστίνα Ριβέρα Γκάρσα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ποιοι ήταν οι αληθινοί «σκλάβοι» της ηδονής στην Αρχαία Ρώμη;

Αρχαιολογία / Ποιοι ήταν οι αληθινοί «σκλάβοι» της ηδονής στην Αρχαία Ρώμη;

Η διακεκριμένη ιστορικός Mary Beard στο βιβλίο της «Οι Ρωμαίοι Αυτοκράτορες. Οι ηγεμόνες του αρχαίου ρωμαϊκού κόσμου», παρουσιάζει τη ζωή και το έργο των αυτοκρατόρων μέσα από ανεκδοτολογικές αφηγήσεις και συναρπαστικές λεπτομέρειες, που θυμίζουν απολαυστικό μυθιστόρημα. Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα κεφάλαια εστιάζει στον ρόλο των δούλων, τόσο στην καθημερινή ζωή όσο και στη σεξουαλική ζωή των Ρωμαίων αυτοκρατόρων.
M. HULOT
Τα μικρά ανεξάρτητα βιβλιοπωλεία ενώνουν τις δυνάμεις τους

Βιβλίο / Τα μικρά ανεξάρτητα βιβλιοπωλεία ενώνουν τις δυνάμεις τους

Από την Αμοργό ως την Αλεξανδρούπολη και από την Ξάνθη ως τη Μυτιλήνη, τα μικρά βιβλιοπωλεία αποκτούν για πρώτη φορά συλλογική φωνή. Βιβλιοπώλες και βιβλιοπώλισσες αφηγούνται τις προσωπικές τους ιστορίες, αλλά και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Μικρή μου, ας τους αφήσουμε αυτούς τους κερατάδες τους καλόγερους»

Lifo Videos / «Μικρή μου, ας τους αφήσουμε αυτούς τους κερατάδες τους καλόγερους»

Η Αγλαΐα Παππά διαβάζει ένα απόσπασμα από τις βέβηλες και αμφιλεγόμενες «120 Μέρες των Σοδόμων» του Μαρκησίου ντε Σαντ, ένα βιβλίο αναγνωρισμένο πλέον ως αξεπέραστο λογοτεχνικό αριστούργημα και χαρακτηρισμένο ως «εθνικός θησαυρός» της Γαλλίας.
THE LIFO TEAM