Τα τρένα που περνούν (και δεν ξαναγυρνούν)

Τα τρένα που περνούν (και δεν ξαναγυρνούν) Facebook Twitter
Μια ατελείωτη σειρά μικρών και μεγάλων εξομολογήσεων ολοκληρώνει τον χρόνο παραμονής της Λουκίας στο loft του Μιχάλη. Φωτ.: Χρήστος Συμεωνίδης
0

Πρώτα η μάνα, στη συνέχεια η «κολλητή», μετά ο πρώην, και τελευταίο το «μικρό»: όπως τα φαντάσματα των Χριστουγέννων –αλλοτινών, τωρινών και μελλοντικών– επισκέπτονται τον γέρο Σκρουτζ του Ντίκενς για να του διδάξουν ένα πολύτιμο μάθημα, έτσι και οι τέσσερις αυτοί ήρωες του Γεράσιμου Ευαγγελάτου επισκέπτονται τον Μιχάλη στο μοδάτο loft του, λίγες μέρες προτού ο κεντρικός ήρωας γίνει σαράντα πέντε ετών.

Άρτι αφιχθείσα από την κυριακάτικη Λειτουργία, σκαστή από τον σύζυγό της, η Μητέρα εισβάλλει μ’ ένα ποτήρι φυσικό χυμό στο χέρι και πολλά αφύσικα ερωτήματα στα χείλη. Γιατί έχεις κόκκινα μάτια; Γιατί δεν ξέρω τους φίλους σου; Γιατί δεν πουλάς αυτήν εδώ την τρώγλη; Γιατί δεν τα φτιάχνεις με τη Λουκία; Εξοικειωμένος με το ανακριτικό στυλ της, ο Μιχάλης παραμένει ψύχραιμος και ασυγκίνητος σε όλες τις επιθέσεις νοιαξίματος που εκείνη εξαπολύει εναντίον του. «Μεγαλώνεις και πρέπει να σοβαρευτείς», επιμένει η εισβολέας, «δεν είναι μέρος για σένα αυτό εδώ, σπίτι χωρίς δωμάτια και τοίχους στην ηλικία σου». Αφού ασκήσει κριτική σε κάθε πτυχή της ζωής του –στα μαλλιά του που γκριζάρουν, στo άδειο ψυγείο, στον μοναχικό τρόπο ζωής του–, η συμπαθέστατη μητέρα-κροκόδειλος θ’ ανοίξει για μία ακόμη φορά το λαλίστατο στόμα της, λαχταρώντας να τον καταπιεί. Προσφορές ζεστού παστίτσιου, υπομνήσεις οικογενειακής θαλπωρής, υποσχέσεις για αγορά ευρύχωρου διαμερίσματος στο Παγκράτι –στην ίδια πολυκατοικία όπου διαμένει εκείνη–, δεν υπάρχει δόλωμα που θα μείνει αναξιοποίητο προκειμένου να παρασυρθεί ο γιόκας της στη φωλιά της – έστω δύο ορόφους παρακάτω. Πάνω απ’ όλα, του λέει φεύγοντας, «θέλω να είσαι καλά, να μη σε νιώθω μόνο σου και λυπημένο»...  

Με τις λέξεις εγκλωβισμένες στην πρώτη, την κυριολεκτική, σημασία τους, κάθε προοπτική πολυσημίας και βάθους εξαλείφεται ριζικά από το κείμενο: χωρίς παιχνίδι με το «αλλού», το νόημα πλήττει, μικραίνει, μαραζώνει θανάσιμα.

Η αποχώρηση της Μητέρας προσφέρει το τερέν στη Λουκία, την παιδιόθεν κολλητή φιλενάδα, που επισκέπτεται κι αυτή τον Μιχάλη εις αναζήτηση παρηγοριάς. Η έφηβη κόρη που διεκδικεί διακοπές, ο άφαντος πρώην σύζυγος με τις τσέπες σφιχτές, τα προβλήματα στη δουλειά, σχέδια εκδοτικά («κάτι φρέσκο, κάτι με άποψη... conceptual φωτογραφίσεις, αντισυμβατικές συνεντεύξεις, απρόβλεπτες συναντήσεις»), ο γκόμενος που της είπε ότι κάνει «σαν τη μάνα του», η μεγάλη απόφαση («τέρμα τα τσογλάνια»), η αναπόληση των άγριων καλοκαιριών της νεότητας («θυμάσαι πόσο γαμάτοι ήμασταν;»), η φιλία τους ως σανίδα σωτηρίας στους ωκεανούς μοναξιάς που τους περιμένουν στα ογδόντα («εμείς οι δύο μαζί θα γεράσουμε, γιατί μόνο εγώ σε καταλαβαίνω και μόνο εσύ με καταλαβαίνεις»), μια ατελείωτη σειρά μικρών και μεγάλων εξομολογήσεων ολοκληρώνουν τον χρόνο παραμονής της Λουκίας στο loft του Μιχάλη, ο οποίος παραμένει μπλαζέ και δηλώνει συνοπτικά: «Τους βαριέμαι όλους». 

Τα τρένα που περνούν (και δεν ξαναγυρνούν) Facebook Twitter
«Ζήσε τη ζωούλα σου όπως θες», λέει ο χαριτωμένος νεαρός στον μπλοκαρισμένο Μιχάλη, ανοίγοντας έτσι, με την αθωότητά του, μια φευγαλέα χαραμάδα φωτός μέσα στον ζόφο. Φωτ.: Χρήστος Συμεωνίδης

Εξαίρεση ως προς αυτό φαίνεται να αποτελεί ο Γιάννης, η μοναδική μακροχρόνια σχέση της ζωής του, που έρχεται κι αυτός να χτυπήσει την πόρτα του σήμερα. «Έχεις κάνει εξετάσεις τελευταία; Να πας για τσεκάπ, μεγαλώνεις», είναι το πρώτο που εκστομίζει ετούτο το φάντασμα του παρελθόντος. Όπως αποκαλύπτεται, ο τριανταπεντάχρονος πρώην όχι μόνο μετακομίζει μόνιμα στην Κύπρο μαζί με τον σύντροφό του, τον Θοδωρή, αλλά οι δυο τους ετοιμάζονται να παντρευτούν μέσα στο καλοκαίρι. Άλαλα τα χείλη των ασεβών, εν προκειμένω του Μιχάλη, που δυσκολεύεται να πιστέψει ότι ο Γιάννης πήρε τέτοια απόφαση: «Μαλάκα, τι έχετε πάθει όλοι; Τι γάμοι και σύμφωνα και οικογένειες μου λέτε ένας-ένας; Εμείς αυτά τα κοροϊδεύαμε, το ξέχασες; Δε γίνεται να 'χετε ξεχάσει πόσο ξερνούσαμε με όλ’ αυτά: λοβοτομή σας έκαναν;». 

Ανένδοτος ο Γιάννης, υπερασπίζεται με πάθος την επιλογή του, πεπεισμένος για την ενδεδειγμένη σειρά των πραγμάτων: «Να μεγαλώσουμε μαζί. Να ταξιδέψουμε μαζί. Να γεράσουμε μαζί. Να βγούμε στη σύνταξη μαζί», ορίστε τα ζητούμενα της επικείμενης γαμήλιας ένωσης. Στο κάτω κάτω, «είναι γελοίο να νομίζεις ότι μπορείς να συνεχίσεις να είσαι είκοσι χρονών σε όλη σου τη ζωή... Κάτι πρέπει να γίνει! Κάπως να πάει παραπέρα! Δεν κουράστηκες να ζεις τη μέρα της μαρμότας;», ρωτάει εμφατικά τον Μιχάλη, λίγο προτού εξαπολύσει εναντίον του την ultra φράση-μπαμπούλα όλων των εποχών, την υπαρξιακή βόμβα μεγατόνων, σχεδιασμένη να επαναφέρει στην τάξη ακόμη και τις πιο τολμηρές, ανυπότακτες ψυχές: «Θα γεράσεις μόνος σου!». 

Τα τρένα που περνούν (και δεν ξαναγυρνούν) Facebook Twitter
Η ανακουφιστική κωμική φρεσκάδα του ηθοποιού Γιάννη Τσουμαράκη στον ρόλο του δεκαεννιάχρονου αγοριού που επισκέπτεται τον Μιχάλη για λίγο σεξ εξασφαλίζει μια προσωρινή διαφυγή από την μπαναλιτέ των προτηγανισμένων συναντήσεων που προηγήθηκαν. Φωτ.: Χρήστος Συμεωνίδης

Στη μεγαλύτερη διάρκεια της παράστασης, η επέλαση των κλισέ μοιάζει ατελείωτη. Το άλλοθι της αληθοφάνειας (ότι, δηλαδή, «έτσι μιλάνε οι άνθρωποι»), ένας άψυχος, επιδερμικός «ρεαλισμός», δεν αρκεί για να απαλύνει την αβάσταχτη φτώχεια της γλώσσας που επιστρατεύεται εδώ στην πιο πεζή επικοινωνιακή λειτουργία της. Με τις λέξεις εγκλωβισμένες στην πρώτη, την κυριολεκτική, σημασία τους, κάθε προοπτική πολυσημίας και βάθους εξαλείφεται ριζικά από το κείμενο: χωρίς παιχνίδι με το «αλλού», το νόημα πλήττει, μικραίνει, μαραζώνει θανάσιμα. Το «Μπλε τρένο» που ζωγράφισε ο Μιχάλης στα νιάτα του, σύμβολο της αλλοτινής επιθυμίας του να δραπετεύσει σε χώρες μακρινές, έχει τώρα μετατραπεί σε ένα βουνό από παλιοσίδερα: τετριμμένοι διάλογοι, χιλιοειπωμένες φράσεις, ατάκες-αφορισμοί, «μου θυμίζεις τη μάνα μου» ή «δε θέλω να γίνω η μάνα μου» και άλλα παρεμφερή. Η επανάληψη του οικείου σε σημείο υπερκορεσμού όχι απλώς δεν συνιστά το υλικό της τέχνης, αλλά μας φυλακίζει στο προφανές, το αυτονόητο, το μασημένο. Όσο προσεκτικά κι αν εκπονείται, μια συλλογή από γενικότητες δεν παράγει ποτέ μοναδικότητες. 

Από την καταδίκη αυτή ξεφεύγουμε μονάχα στο τελευταίο από τα τέσσερα επεισόδια, εκεί όπου η κυριαρχία του (πετυχημένου) χιούμορ, καθώς και η ανακουφιστική κωμική φρεσκάδα του ηθοποιού Γιάννη Τσουμαράκη στον ρόλο του δεκαεννιάχρονου αγοριού που επισκέπτεται τον Μιχάλη για λίγο σεξ εξασφαλίζει μια προσωρινή διαφυγή από την μπαναλιτέ των προτηγανισμένων συναντήσεων που προηγήθηκαν.

Τα τρένα που περνούν (και δεν ξαναγυρνούν) Facebook Twitter
Το υποκριτικό στυλ «δεν αντιδρώ-δεν εκδηλώνομαι-είμαι βαρύ πεπόνι» που υιοθετείται μονολιθικά από τον Σπύρο Χατζηαγγελάκη ουδέποτε μάς ευαισθητοποιεί απέναντι στις υποτιθέμενες αναζητήσεις του Μιχάλη. Φωτ.: Χρήστος Συμεωνίδης

Γιατί δεν είναι μόνον ο λόγος ή οι χαρακτήρες που μοιάζουν να εξήλθαν από κάποιο λυσάρι «τύπων» (η «μάνα-παστίτσιο», ο «πρώην-παντρεύομαι», η «κολλητή-θα γεράσουμε μαζί»), υπηρετώντας καλόβολα τα οφθαλμοφανή συγγραφικά σχήματα. Οι εκφερόμενοι προβληματισμοί εντυπωσιάζουν επίσης με την απλοϊκότητα τους, με τις αφελώς σχηματοποιημένες αγωνίες τους: δεν είναι το σύμφωνο συμβίωσης αυτό που σκοτώνει το παιδί μέσα μας, την «αέναη παιδικότητά» μας¹, αυτό που μας καθιστά ενήλικες ή που σηματοδοτεί το τέλος της ανεξαρτησίας μας, όπως μοιάζει να ανησυχεί ο «ασυμβίβαστος» Μιχάλης, ενόσω εξοργίζεται με τον Γιάννη ή αντιστέκεται στις νουθεσίες των οικείων του να «μεγαλώσει» και να «σοβαρευτεί». 

Δεν είναι ο γάμος ή ο μη-γάμος –οποιοδήποτε «οριστικό βήμα ενηλικίωσης»²– αυτό που καθορίζει το γίγνεσθαι, την εξέλιξη, την πολλαπλότητα, την ανοιχτότητα των υποκειμένων, που περιορίζει ή αυξάνει τις δυνατότητες του επιθυμείν, του αισθάνεσθαι, του συνδέεσθαι με τους άλλους και με τον κόσμο. Το αναμάσημα παρόμοιων μικροαστικών ψευδοδιλημμάτων καταφέρνει μόνο να μεθοδεύει εκ νέου την υποταγή μας σε παραπλανητικές φούσκες και πλαστά αδιέξοδα. «Ζήσε τη ζωούλα σου όπως θες», λέει ο χαριτωμένος νεαρός στον μπλοκαρισμένο Μιχάλη, ανοίγοντας έτσι, με την αθωότητά του, μια φευγαλέα χαραμάδα φωτός μέσα στον ζόφο. 

Τα τρένα που περνούν (και δεν ξαναγυρνούν) Facebook Twitter
Ο Γιώργος Μπένος ως μέλος των μουτζαχεντίν της σοβαρότητας και αδέκαστος υπασπιστής της νομοτέλειας των πραγμάτων. Φωτ.: Χρήστος Συμεωνίδης
Τα τρένα που περνούν (και δεν ξαναγυρνούν) Facebook Twitter
Εξοικειωμένος με το ανακριτικό στυλ της, ο Μιχάλης παραμένει ψύχραιμος και ασυγκίνητος σε όλες τις επιθέσεις νοιαξίματος που εκείνη εξαπολύει εναντίον του. Φωτ.: Χρήστος Συμεωνίδης

Το υποκριτικό στυλ «δεν αντιδρώ-δεν εκδηλώνομαι-είμαι βαρύ πεπόνι» που υιοθετείται από τον Σπύρο Χατζηαγγελάκη ουδέποτε μάς ευαισθητοποιεί απέναντι στις υποτιθέμενες αναζητήσεις του Μιχάλη, ενώ περισσότερο πειστικός αποδεικνύεται ο Γιώργος Μπένος ως μέλος των μουτζαχεντίν της σοβαρότητας και αδέκαστος υπασπιστής της νομοτέλειας των πραγμάτων. Η Λουκία Πιστιόλα προσδίδει μια αύρα αυθεντικότητας στον, κατά τα λοιπά, ευκόλως αναγνώσιμο ρόλο της μάνας-«γύρνα-κοντά-μας». Τέλος, η σκηνοθεσία, συρρικνωμένη σε ένα ανέμπνευστο mise en place, επιτείνει απλώς την αίσθηση ρηχότητας και προχειρότητας που διακρίνει το σύνολο του εγχειρήματος.

[1, 2]. Από το σημείωμα του συγγραφέα στο δελτίο Τύπου της παράστασης.  

Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση «Blue Train» εδώ. 

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Χρήστος Λούλης: «Ανήκω στη γενιά που δούλεψε σε ένα κακοποιητικό θέατρο»

Θέατρο / Χρήστος Λούλης: «Ανήκω στη γενιά που δούλεψε σε ένα κακοποιητικό θέατρο»

25 χρόνια πριν, συμμετείχε στην παράσταση «Καθαροί πια» που σκηνοθέτησε ο Λευτέρης Βογιατζής. Σήμερα επιστρέφει στο σκληρό έργο της Σάρα Κέιν, έχοντας διαγράψει μια πορεία γεμάτη πρωταγωνιστικούς ρόλους. Τι τον κρατά ακόμα στο θέατρο; Πώς άλλαξε η δουλειά του; Τι θυμάται από τους παλιούς δασκάλους; Πώς ερωτεύτηκε ξανά το θέατρο; Ο σπουδαίος ηθοποιός μιλά για όλα στη LiFO.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Στη Θεσσαλονίκη θα περάσεις τέλεια, όποιο κι αν είναι το vibe σου

Εικαστικά / Στη Θεσσαλονίκη θα περάσεις τέλεια, όποιο κι αν είναι το vibe σου

Από την έκθεση με τις φωτογραφίες της Φρίντα Κάλο μέχρι τις άπειρες συναυλίες: Αυτά τα 22 events αξίζουν την προσοχή σας στην αγαπημένη πόλη της Θεσσαλονίκης.
ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΜΙΝΑ ΚΑΛΟΓΕΡΑ, ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ & ΧΡΗΣΤΟ ΠΑΡΙΔΗ
Βαγγέλης Μουλαράς: «Θέλω ο κόσμος να ξεχνιέται κι εγώ να είμαι πιο αληθινός από ποτέ»

Θέατρο / Βαγγέλης Μουλαράς: «Θέλω ο κόσμος να ξεχνιέται»

Ο stand-up κωμικός μιλά για τη μετάβαση από το «Δέκα με τόνο» στη νέα του παράσταση, για την ελευθερία της σκηνής, για τις κόντρες της κοινότητας των κωμικών, για την «τυραννία του hook» στα social και για τον μύθο του cancel στην Ελλάδα.
ΣΩΤΗΡΗΣ ΒΑΛΑΡΗΣ
Η Άννα Μαρία Παπαχαραλάμπους πιο ελεύθερη από ποτέ

Θέατρο / Η Άννα Μαρία Παπαχαραλάμπους πιο ελεύθερη από ποτέ

Κατήγγειλε δημόσια τη σεξουαλική παρενόχληση που υπέστη στο θέατρο, φέρνοντας στη Δικαιοσύνη την πιο πολύκροτη υπόθεση του ελληνικού MeToo. Σήμερα σκηνοθετεί και παίζει στο θέατρο, ενώ ο τηλεοπτικός της ρόλος διαφέρει πολύ απ' ό,τι έχει κάνει ως τώρα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Cleansed: Πώς μπορεί αυτό το έργο ακραίας βίας να μιλά για την αγάπη; 

Θέατρο / Ένα έργο ακραίας βίας. H Σάρα Κέιν έλεγε πως είναι μια ιστορία αγάπης

Το κοινό λιποθυμά ή φεύγει από τις αίθουσες. Οι κριτικοί διχάζονται για την αξία του. Στην Ελλάδα, φέτος, μετά το ανέβασμα του «Cleansed» το 2001 από τον Λευτέρη Βογιατζή, θα έχουμε την ευκαιρία να το δούμε ξανά σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά. Ποια είναι ιστορία του; Τι κρύβεται πίσω από την τόση βία;
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Λένα Παπαληγούρα

Θέατρο / Λένα Παπαληγούρα: «Όταν έχεις δυο παιδιά μαθαίνεις να κάνεις οικονομία δυνάμεων»

Η συνεργασία της με τον Τόμας Οστερμάιερ στον «Εχθρό του λαού», η ζωή με τα δυο της παιδιά, η δύναμη που χρειάζονται οι γυναικες σε έναν κόσμο που συχνά τις αδικεί. Μία από τις πιο αξιόλογες ηθοποιούς της γενιάς της μιλά για όλα στη LifO.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Η Ευαγγελία Ράντου χόρεψε με τους καλύτερους. Τώρα θέλει να δει το νησί της να χορεύει

Χορός / Η Ευαγγελία Ράντου χόρεψε με τους καλύτερους. Τώρα θα κάνει το νησί της να χορεύει

Η διακεκριμένη χορεύτρια επέστρεψε στην Κέρκυρα, ίδρυσε το Garage21 και διοργανώνει το ION_on move, ένα φεστιβάλ που φιλοδοξεί να μεταδώσει στην κοινότητα την αγάπη για τον σύγχρονο χορό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ιώκο Ιωάννης Κοτίδης: «Μοιράσου το τραύμα, αλλιώς δεν θα φύγει»

Θέατρο / Ιώκο Ιωάννης Κοτίδης: «Πώς να κάνεις το τραύμα, ουλή»

Με αφορμή τον ρόλο του ως ενός θύματος βιασμού που ζητά δικαίωση σε ένα «ναρκοθετημένο» δικαστήριο, o ηθοποιός μιλάει για τον τρόπο που προσέγγισε τη σεξουαλική βία σε μια παράσταση δύσκολη, αλλά και «μοιρασιάς».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ντέπυ Γοργογιάννη: «Ο intimacy coordinator θα ενταχθεί και στη δική μας κουλτούρα»

Θέατρο / Πώς γυρίζουμε σήμερα μια σκηνή βιασμού;

Το θέατρο και ο κινηματογράφος διεθνώς επανεξετάζουν τον τρόπο με τον οποίο στήνονται οι ερωτικές και βίαιες σκηνές: μέχρι ποιο σημείο μπορεί να εκτεθεί ένα σώμα; Η Ντέπυ Γοργογιάννη εξηγεί τον ρόλο του intimacy coordinator και τον τρόπο που τίθενται τα όρια.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Αγγελική Στελλάτου

Οι Αθηναίοι / Αγγελική Στελλάτου: «Έχει σημασία να μιλήσω για μένα;»

Το άστρο της ξεχώρισε δίπλα στον Δημήτρη Παπαιωάννου τα πρώτα χρόνια της Ομάδας Εδάφους. Μετά, διέγραψε τη δική της αταλάντευτη πορεία. Η Αγγελική Στελλάτου αφηγείται τη ζωή της στη LiFO, αν και πιστεύει ότι δεν «έχει σημασία να μιλάμε για εμάς σε έναν κόσμο όπου συμβαίνουν πράγματα τρομακτικά»
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Αντώνης Αντωνόπουλος διαβάζει την «Τελευταία μαγνητοταινία του Κραπ» του Σάμιουελ Μπέκετ

Lifo Videos / Ο Αντώνης Αντωνόπουλος διαβάζει την «Τελευταία μαγνητοταινία του Κραπ»

Σε ένα από τα σημαντικότερα έργα του Σάμιουελ Μπέκετ, μια σπουδαία μελέτη για τη θνητότητα, τη δημιουργικότητα και τη μνήμη, ένας 69χρονος άνδρας κάθεται μόνος του στα γενέθλιά του και ακούει ηχογραφήσεις του παρελθόντος του.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ήρα Κατσούδα: «Ένα αστείο δεν μπορεί να καταστρέψει τον κόσμο»

Θέατρο / Ήρα Κατσούδα: «Ένα αστείο δεν μπορεί να καταστρέψει τον κόσμο»

Η stand up κωμικός μιλά για την ελευθερία που κρύβεται στις «άχρηστες σκέψεις», για τη θέση των γυναικών στην κωμωδία και για το πώς το γέλιο μπορεί να γίνει εργαλείο αυτογνωσίας, χωρίς να χάνει ποτέ τη χαρά του.
ΣΩΤΗΡΗΣ ΒΑΛΑΡΗΣ
«Kontakthof»: Το έργο της Pina Bausch στο Εθνικό Θέατρο με ελληνικό θίασο

Χορός / «Kontakthof»: Το έργο της Pina Bausch στο Εθνικό Θέατρο με ελληνικό θίασο

Το έργο-σταθμός της γυναίκας που ανανέωσε την τέχνη του χορού δεν σταμάτησε από τα '70s να συναρπάζει το κοινό και να παραμένει «νέο» και επίκαιρο. Αυτόν τον Δεκέμβριο το Pina Bausch Foundation αναβιώνει τo «Kontakthof» στο Εθνικό Θέατρο με Έλληνες ηθοποιούς. Η LiFO μπήκε στις πρόβες και μίλησε με τους βασικούς συντελεστές.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΕΠΕΞ Γιάννης Μπέζος

Οι Αθηναίοι / Γιάννης Μπέζος: «Ίσως είμαι λίγο παλιομοδίτης»

Δεν έκανε ποτέ διαχωρισμούς ανάμεσα στο εμπορικό και το ποιοτικό. Πιστεύει πως κάνει μια παράξενη και αιρετική δουλειά: να πείσει τον θεατή να ξεχάσει πως είναι ο Μπέζος που πάρκαρε το αυτοκίνητό του έξω από το θέατρο - και να τον ταξιδέψει σε έναν άλλο κόσμο. Είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ