Τα πάντα μπορεί να συμβούν σε μια συναυλία της Grace Jones, όμως αυτή η γυναίκα δεν πτοείται με τίποτα. Ούτε όταν χάλασε κάποια στιγμή το μικρόφωνο κατά τη διάρκεια της εμφάνισής της στο πλαίσιο του Sani Festival στη Χαλκιδική. Τραγουδούσε μπροστά στο ελληνικό κοινό ένα καινούργιο της τραγούδι με τίτλο «Τhe Key», όπως μας πληροφόρησε, ένα απίστευτο, ζωηρό φανκ κομμάτι, που μπορεί να μην το άκουγες για πρώτη φορά, αλλά σε έκανε να θέλεις να σηκωθείς να χορέψεις.
Άριστη επαγγελματίας, δεν χαλάστηκε καθόλου. Αντάλλαξε μικρόφωνο με μια από τις backup τραγουδίστριες και η καταστροφή απετράπη∙ το μικρόφωνο επιδιορθώθηκε μέσα σε λίγα λεπτά και ήταν σαν να μη συνέβη τίποτα. Αμφιβάλλω και αν κανείς θα θυμάται τη συγκεκριμένη στιγμή από αυτή την απολαυστική συναυλία που θα μείνει αξέχαστη σε πολλούς.
Αρκετοί σοκαρίστηκαν από την εμφάνισή της και όχι άδικα. Τι να περιμένει κανείς από μια 77χρονη που κάνει περιοδεία; Είναι λογικό να είναι λίγο καχύποπτος ή να σκέφτεται ότι θα είναι άλλη μια αρπαχτή. Όμως η Jones, για όσους την ξέρουν, μόνο αυτό δεν είναι. Αντιθέτως, είναι η ζωντανή απόδειξη ότι η ηλικία δεν παίζει κανέναν ρόλο.
Το σετ της έκλεισε κλασικά με το «Slave to the Rhythm», στο οποίο έκανε χούλα χουπ επί 12 λεπτά ασταμάτητα − το χρονομετρήσαμε για να δούμε πόσο ακριβώς θα διαρκέσει.
Οι εκφράσεις και οι κινήσεις της −και φυσικά το αγέρωχο κορμί της− έμοιαζαν σαν να ανήκουν σε μια γυναίκα πολύ νεότερη. Προσωπικά, καταλαβαίνω τους καχύποπτους που εκπλήσσονται, γιατί μου συνέβη το ίδιο όταν την είχα δει, πριν από 7-8 χρόνια περίπου, στο Primavera Festival και παραμιλούσα μέχρι και σήμερα που την ξαναείδα. Η εμφάνισή της τότε είχε επισκιάσει ονόματα όπως οι Arcade Fire και οι Slayer.



Η συναυλία της στον λόφο της Σάνης διήρκεσε μιάμιση ώρα. Ερμήνευσε μόνο 13 τραγούδια από τη δισκογραφία της − όταν τα μετράς φαίνονται λίγα, αλλά μιλάμε για μεγάλης διάρκειας εκδοχές. Ξεκίνησε με το «Nightclubbing», καθισμένη σε έναν υπερυψωμένο θρόνο στη μέση της σκηνής, που έκανε τη φιγούρα της να φαίνεται ακόμη πιο επιβλητική και θεόρατη. Συνέχισε με τα «Private Life» και το «Τhis Is». Φορούσε ένα μαύρο, εντυπωσιακό κοστούμι, το οποίο αποχωριζόταν σιγά-σιγά.
Στο «Demolition Man» χτυπούσε με μανία ένα σετ ντραμς −παραλίγο να τα διαλύσει−, ενώ σε όλη τη διάρκεια της συναυλίας κυνηγούσε διάφορους τεχνικούς τριγύρω για να τους «δείρει». Μαζί της πάνω στη σκηνή ήταν η ανοιχτή ντουλάπα της και η βοηθός της, η Jane, που τη βοηθούσε να αλλάζει τα εξωφρενικά καπέλα που συνηθίζει να φοράει καθώς και διάφορα κοστούμια.
Λόγω της ιδιαιτερότητας του λόφου, η συναυλία ήταν στημένη έτσι ώστε οι θεατές να είναι καθιστοί, πράγμα που με ξένισε προσωπικά επειδή την είχα ξαναδεί και αυτή η συνθήκη έμοιαζε να υποβαθμίζει το σόου που κάνει. Βέβαια, οι θεατές δεν έμειναν για πολύ καθιστοί και μπορώ να πω ότι η συγκεκριμένη συνθήκη πρόσθεσε στο ξέσπασμα που ακολούθησε. Την ώρα που ερμήνευε το «Williams Blood», ένας από τους φαν της έκανε «ντου» προς τη σκηνή, στον χώρο που υπήρχε μπροστά στα καθίσματα. Ακολούθησαν κι άλλοι και φυσικά έγινε το έλα να δεις.
Η αμεσότητα που έχει με το κοινό, με το οποίο χαριεντίζεται και παίζει συνέχεια, είναι επίσης μέρος της περφόρμανς της. Με αφορμή το «ντου», ανέβηκε στους ώμους ενός τεχνικού για να κάνει ένα μικρό τουρ ανάμεσα στον κόσμο, στο «Pull Up to the Bumper». Δεν κατάφερε να διανύσει πολύ μεγάλη απόσταση και να φτάσει ως την άλλη μεριά − υπόψιν, όλο αυτό το διάστημα υπέγραφε όποιον δίσκο έφερναν οι φαν μπροστά της. Μας ζήτησε συγγνώμη και ανέβασε στη σκηνή μια τυχερή φαν της για να χορέψουν μαζί. Έφαγε μια μπανάνα επειδή πεινούσε, ήπιε και δυο ποτήρια κόκκινο κρασί, δημιουργώντας πανδαιμόνιο.




Το σετ της έκλεισε κλασικά με το «Slave to the Rhythm», στο οποίο έκανε χούλα χουπ επί 12 λεπτά ασταμάτητα − το χρονομετρήσαμε για να δούμε πόσο ακριβώς θα διαρκέσει. Μας παρουσίασε την μπάντα της, στην οποία, όπως μάθαμε αργότερα, στην κιθάρα ήταν ο Louis Eliot των Rialto. Σε ένα σημείο κάλεσε στη σκηνή και μας σύστησε την πανέμορφη, έφηβη, κοκκινομάλλα εγγονή της, Αθηνά.
Encore δεν έκανε, αλλά υποκλίθηκε φανερά συγκινημένη∙ μετά δεχόταν στο καμαρίνι της όσους πιστούς φαν δεν έλεγαν να ξεκολλήσουν από τον χώρο για πάνω από μια ώρα. Μακάρι να έρθει να παίξει και στην Αθήνα κάποια στιγμή. Μακάρι να έρχεται κάθε χρόνο, επειδή όσες φορές και να τη δεις, αποκλείεται να βαρεθείς. Αθάνατη, κατεργάρα, amazing Grace!