Ο οπιοφάγος Ζαν Κοκτώ Facebook Twitter
"Το να καπνίζεις όπιο είναι να αποβιβάζεσαι από το κινούμενο τραίνο."

Ο οπιοφάγος Ζαν Κοκτώ

1

Κρυμμένη κάπου μέσα στην Παρισινή οικογενειακή οικία στην οδό Λα Μπρυγιέρ, βρισκόταν η "εξωπραγματική, μυθική ζώνη" του Ζαν Κοκτώ, όπου κάθε δωμάτιο έμοιαζε μυθικό και απόκοσμο, σαν ένα φανταστικό παλαιοπωλείο σε μια μακρυνή γωνιά του κόσμου, το οποίο γνώριζαν όλοι από περιγραφές. Γεννηθείς Ζαν Μωρίς Ευγένιος Κλεμάν Κοκτώ στο Μαιζόν Λαφίτ, λίγο έξω από το Παρίσι, ήταν ένα από τα τρία παιδιά μιας ευκατάστατης Καθολικής οικογένειας διπλωματών και δικηγόρων. Ως παιδί ήταν ακούραστος ταξιδευτής της φαντασίας, μια συνήθεια που εντάθηκε καθώς μεγάλωνε, ώσπου ο Κοκτώ - παιδί μεταμορφώθηκε στον Κοκτώ - καλλιτέχνη, δημιουργό ενός τεράστιου όγκου έργων: ποιημάτων, θεατρικών έργων, ταινιών, ημερολογίων και σκίτσων. Η Γερμανίδα γκουβερνάντα που διάβαζε παραμύθια στον ίδιο και τα αδέλφια του, το οικογενειακό δωμάτιο του μπιλιάρδου που φιλοξενούσε δύο Στραντιβάριους και μια γύψινη μάσκα του Αντίνοου, το σπίτι όπου παραθέριζαν το οποίο ήταν διακοσμημένο με σχέδια του Ένγκρ και πίνακες του Ντελακρουά, αυτές ήταν οι πρώιμες απολαύσεις του, η προέλευση της ευαισθησίας που τον έκανε να βλέπει κάθε χώρο, ανεξαρτήτως του πόσο οικείος ήταν, ως κάτι μαγικό που έχρηζε περαιτέρω εξερεύνησης.

Συνέχεε την ημέρα με τη νύχτα, το αδρανές σώμα του βαρύ στο στρώμα, το κεφάλι στηριγμένο σε ένα μαξιλάρι, τα πόδια μαζεμένα σε εμβρυϊκή στάση, ανασηκωνόταν μόνο για όσο χρειαζόταν ώστε να ρουφήξει από το μπαμπού όσο το όπιο έβραζε στην πίπα, όπως τα πνευμόνια ενός άρρωστου. Ο χρόνος σταματούσε και μαζί του έπαυε και η φρικτή αίσθηση της μανιώδους ταχύτητας.

Η αέναη και αδηφάγος καλλιτεχνική εργασία που ξεπερνά όχι μόνο τον δημιουργό αλλά και το κοινό του, ήταν ο κατ' εξοχήν δημιουργικός σκοπός του Κοκτώ. Η ίδια αρχή διέπει και την Παρέλαση, το μπαλέτο που έγραψε για τον Ντιαγκίλεφ το 1916 με μουσική επένδυση ένα αισθησιακό μίγμα πυροβολισμών, ήχων γραφομηχανής και έργων του Σατί, το οποίο αποδοκιμάστηκε μεν στην πρεμιέρα από το κοινό αλλά επαινέθηκε από τον Απολλιναίρ για τον "σουρεαλισμό" του. Το ίδιο ισχύει και για την πρώτη ταινία του "Το αίμα του ποιητή", ένα φασματικό κινηματογραφικό μανιφέστο με πρωταγωνιστή έναν καλλιτέχνη που περνάει μέσα από καθρέπτες και κοιτάζει μέσα από κλειδαρότρυπες, βασανιζόμενος από όσα βλέπει ("σκηνές ντοκυμαντέρ από ένα άλλο βασίλειο" όπως είχε πει ο ίδιος ο Κοκτώ), η οποία κορυφώνεται με μία πράξη αυτοκαταστροφής. Η τέχνη όμως μπορούσε επίσης να ξεπεράσει και τα υλικά της όρια, το φιλμ, την γλώσσα, την σκηνή. Η ίδια η ζωή μπορούσε να μετατραπεί σε έργο τέχνης, να βιωθεί με μείζονα τόλμη και έξαψη, συντροφευμένη από θαυμαστές, φυντάνια και τρελούς. Η ζωή ήταν, ή μπορούσε να γίνει όπως έλεγε και ο ίδιος αναφερόμενος στην παιδική του ηλικία, "ένα θέατρο στο οποίο ενσαρκώνεις κάθε ρόλο, κατακτώντας ανυπέρβλητα τον κόσμο".  

Η ζωή όμως μπορούσε να γίνει και μύηση στην ανημπόρια. "Το παιδί θέλει ένα δωμάτιο, να συγκεντρώσει εκεί τα υπάρχοντα του και τις αγάπες του," γράφει ο Κοκτώ. "Μισεί όσα διασκορπίζονται. Του αρέσει η αρρώστια, η οποία φέρνει τους ανθρώπους κοντά και του επιτρέπει να απομονώνεται." Και οι ασθένειες, μεταξύ άλλων η αλλεργική ρινίτιδα, η σκολίωση, οι ρευματισμοί και η αϋπνία, ο έρπης ζωστήρ και οι πονόδοντοι - όπως και η ύστερη εξάρτηση του από το όπιο, υπήρξαν για εκείνον οδυνηρές και μεταμορφωτικές. Για τον Κοκτώ κάθε άλγος αποδείκνυε μια ευαισθησία που εξευγενίζει το ευαίσθητο και αεικίνητο σώμα. Η αρρώστια για τον Κοκτώ μετατρεπόταν σε ένα οικοδόμημα εσωτερικής ζωής και την δημιουργία ενός χώρου ψευδαισθήσεων που μπορούσε να θαυμάζει και να αναπληρώνει διαρκώς. 

Ο οπιοφάγος Ζαν Κοκτώ Facebook Twitter
Σχέδια του Κοκτώ από την έκδοση του βιβλίου του «Το όπιο». Επάνω: χρήστης οπίου, δεξιά: πίπες οπίου
Ο οπιοφάγος Ζαν Κοκτώ Facebook Twitter
Ο οπιοφάγος Ζαν Κοκτώ Facebook Twitter
Ο οπιοφάγος Ζαν Κοκτώ Facebook Twitter
Σχέδια του Κοκτώ από την έκδοση του βιβλίου του «Το όπιο»



Είναι δύσκολο να μιλήσει κάποιος για τον Κοκτώ χωρίς να αναφερθεί στην διάσταση αυτοθυσίας που χαρακτήριζαν τις σχέσεις του. Όταν παραδέχθηκε πως τον γοητεύουν "άνθρωποι με ένα μυστηριώδες κύρος", μία ιδιότητα που ταύτιζε με την "έλλειψη καρδιάς", ο Κοκτώ ουσιαστικά δικαιολογούσε τον έρωτά του για τον νεαρό και χαρισματικό Ρεϊμόν Ραντιγκέ, τον οποίο συνάντησε το 1919 και ο οποίος έφυγε στα είκοσι του χρόνια από τυφοειδή πυρετό. Παρά τα ταξίδια τους στην Γαλλική Ριβιέρα όπου ο Ραντιγκέ έγραψε τα δύο μόνο βιβλία που κατόρθωσε να δημοσιεύσει ενώ ο Κοκτώ δούλευε τότε το "Θωμάς ο απατεώνας", παρά το μακρύ νεοκλασικό καλοκαίρι που πέρασαν διαβάζοντας Ρονσάρ και ντυ Μπελλαί, παρά την ευγενή προσπάθειά του να αποτάξει τον συμβολισμό δια παντός, να απαλλαγεί από τον Ντανταϊσμό της εποχής του και την επιθυμία του να καταστήσει "την παράδοση νεωτερικότερη της ρήξης", η σχέση του Ραντιγκέ με τον Κοκτώ ήταν τιμωρητικά και καταδικαστικά απαθής. Ήταν όμως και μία πρόκληση. Συγκινημένος από την σιωπή του Ραντιγκέ, ο Κοκτώ τον ερωτεύθηκε. Καθώς η σεξουαλικότητα του Ραντιγκέ ήταν απρόσιτη στον μεγαλύτερο μέντορά του - ο Ραντιγκέ εξάλλου επιδείκνυε τις ερωμένες του άκαρδα στον στενοχωρημένο Κοκτώ. Η σχέση τους πήρε την μορφή μιας περίπλοκης αλληλουχίας διασυνδεόμενων στερήσεων, προσομοιάζοντας μια αρνητική ερωτική θεολογία, όπου κάθε απουσία γέμιζε από ισχυρή φαντασιακή δημιουργία, όπως είχε διδάξει εαυτόν ο Κοκτώ ως παιδί. 

Εκ του σύνεγγυς, η φασματική αίγλη, η ψυχρότητα και ο αυταρχισμός του Ραντιγκέ θα έπρεπε να είναι απωθητικά. Μακρόθεν τα στοιχεία αυτά θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως σκηνικά βοηθήματα, τοποθετημένα σε έναν επιμήκη ορθογώνιο χώρο. Ο Κοκτώ διέθετε ένα σπουδαίο ταλέντο σεναριογράφου, λειτουργούσε με απληστία στην σκηνοθεσία του, χρησιμοποιώντας τα πλέον αδρανή και απρόσωπα στοιχεία των άλλων, κυρίως των πλέον προσφιλών του ανθρώπων όπως ο Ραντιγκέ, αλλά και συνεργατών του όπως ο Πικάσο, ο Στραβίνσκυ και ο Ντιαγκίλεφ.  Όπως γράφει στην βιογραφία του Ζαν Κοκτώ ο Κλώντ Αρνώ, όσο περισσότερο ο Ραντιγκέ "αποτραβιόταν στο αίνιγμα του, τόσο η ευαίσθητη φαντασία του Κοκτώ τον μεταμόρφωνε σε μία απρόσιτη οντότητα, άξια να λατρευτεί."  Στην σκοτεινιά αυτών των συσσωρευμένων απορρίψεων, κάθε σχέση του είχε στον οδυνηρό πυρήνα της μια άνευ ανταπόκρισης συναισθηματική συναλλαγή η οποία απαιτούσε υπέρογκες δόσεις λατρείας και αφοσίωσης που ο Κοκτώ χορηγούσε αφειδώς στους προστατευόμενους και τους μέντορές του. 

Ο οπιοφάγος Ζαν Κοκτώ Facebook Twitter

Στο όπιο στράφηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1920 εξαιτίας του θανάτου του Ραντιγκέ. "Ό,τι κάνουμε στην ζωή, ακόμα και η αγάπη, το κάνουμε επιβαίνοντας σε μία ταχεία που οδεύει προς τον θάνατο" έγραψε το 1930. "Το να καπνίζεις όπιο είναι να αποβιβάζεσαι από το κινούμενο τραίνο." Εκείνη την περίοδο, το κυρίως τέχνασμα του Κοκτώ για να σαμποτάρει αυτό το "κινούμενο τραίνο" ήταν ένα σχήμα λήψης οπίου ως εξής: τρεις πίπες το πρωί, τέσσερις το απόγευμα και άλλες τρεις το βράδυ ώστε να καταφεύγει σε έναν ευγενή, άνευ θανάτου φαντασιακό χώρο ο οποίος παρότι δεν μπορούσε να αναπαράξει πλήρως τις ιδιαίτερες δομές και απολαύσεις των σχέσεων του, τουλάχιστον ήταν εξίσου ικανοποιητικός και ισχύων. Ο Αρνώ περιγράφει την κατάσταση αυτή ως εξής: 

Συνέχεε την ημέρα με τη νύχτα, το αδρανές σώμα του βαρύ στο στρώμα, το κεφάλι στηριγμένο σε ένα μαξιλάρι, τα πόδια μαζεμένα σε εμβρυϊκή στάση, ανασηκωνόταν μόνο για όσο χρειαζόταν ώστε να ρουφήξει από το μπαμπού όσο το όπιο έβραζε στην πίπα, όπως τα πνευμόνια ενός άρρωστου. Ο χρόνος σταματούσε και μαζί του έπαυε και η φρικτή αίσθηση της μανιώδους ταχύτητας. Η ζωή κινούνταν με την όπισθεν, κι ένιωθε σαν βυθισμένος σαν σε ένα υγρό εμφάνισης φωτογραφιών που μετέτρεπε το αρνητικό στην εικόνα που είχε αιχμαλωτιστεί από την πραγματικότητα.

Δεν υπάρχει καλύτερη σύνοψη της ευαισθησίας του Κοκτώ: η μπερδεμένη, άνευ κατεύθυνσης καταστροφή κάθε κατανοητής μετάβασης ανάμεσα σε αισθήματα και ταυτότητες. Η διττή αγάπη της ανάπαυλας και της ταχύτητας. "Ο χρόνος σταματούσε" ώστε ο Κοκτώ να χτίσει μία ζωή στο περιθώριο του, κάπως σαν τον αδελφό και την αδελφή στα "Τρομερά παιδιά." Ο Κοκτώ είχε βέβαια και τους αφοσιωμένους συκοφάντες του. Ο Σαρτρ τον αποκαλούσε "Πρίγκηπα των πλαστών χρημάτων" και αποκαλούσε αξιοθρήνητο τον "ενοχλητικό, πνίγμονα τρόπο σκέψης του που εξακολουθεί να πετάγεται από τον ένα συλλογισμό στον άλλο χωρίς να καταλαβαίνει πως γυρίζει μέσα σε ένα κλουβί." Ο Μπρετόν τον απεχθανόταν, σε μία επιστολή του μάλιστα στον Τριστάν Τζαρά τον αποκαλεί ως "το πιο μισητό πλάσμα αυτής της εποχής." Στα τέλη της ζωής του, όταν ερωτήθηκε αν εκτιμούσε τον Κοκτώ ως ποιητή, ο Ζαν Ζενέ είχε απαντήσει κοφτά "Όχι."

Ο οπιοφάγος Ζαν Κοκτώ Facebook Twitter
ΕΙΚΟΝΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΝΤΟΜΗ ΖΩΗ ΤΟΥ ΡΕΪΜΟΝΤ ΡΑΝΤΙΓΚΕ: Δεξιόστροφα από πάνω: Ο συγγραφέας του «Ο διάβολος στο κορμί» το 1923 | Ο Ραντιγκέ, σε σχέδιο του Κοκτώ | Ο Ραντιγκέ με κινέζικη ομπρέλα, γύρω στο 1918 | Ο Ραντιγκέ με τον Κοκτώ στην παραλία της Lavandou, το 1922 | Ο Ραντιγκέ γυμνός στην παραλία του Piquey τον Σεπτέμμβρη του 1921

Ο Κοκτώ όμως, κι αυτό είναι ίσως εκείνο που τον συνδέει με τους Σαρτρ, Μπρετόν και Ζενέ, έγραφε πολύ μακριά από μια εδραιωμένη διανοητική παράδοση, γεγονός που καθιστούσε δυνατή την ύπαρξη του δικού του ιδιαίτερου μείγματος πάθους και ειλικρίνειας. Η κριτική του Σαρτρ περί "ενοχλητικού, πνίγμονα τρόπου σκέψης" θα μπορούσε να αποτελεί και αυτοπροσωπογραφία, εξάλλου πλέον είναι γνωστό πως ο συγγραφέας της Ναυτίας και του "Το Είναι και το Μηδέν" κατανάλωνε με μεγάλη συχνότητα τεράστιες δόσεις αμφεταμινών προκειμένου να ολοκληρώσει την Κριτική της Διαλεκτικής Σκέψης. Όπως είχε πει και στην Σιμόν ντε Μπωβουάρ, "Στην φιλοσοφία η συγγραφή συνιστούσε στην ανάλυση των ιδεών μου, κι ένα σωληνάριο Corydrane σήμαινε πως "οι ιδέες αυτές θα αναλυθούν εντός των επομένων δύο ημερών." Μπορεί το μυαλό του Σαρτρ να εργαζόταν εντατικά και διαιρετικά και ήταν δυνατόν να πραγματοποιήσει την ίδια εργασία σε σημαντικά μεγαλύτερες ταχύτητες, αλλά του Κοκτώ μπορούσε να συντονιστεί και να καθοδηγηθεί κατά βούληση, λαμβάνοντας σήματα από κόσμους που παραμένουν απρόσιτοι στους περισσότερους από εμάς. Μάλιστα κάποτε είχε καυχηθεί πως τα Τρομερά παιδιά του υπαγορεύθηκαν μέσα σε 17 ημέρες. 

Ο οπιοφάγος Ζαν Κοκτώ Facebook Twitter
Ο Μπρετόν τον απεχθανόταν, σε μία επιστολή του μάλιστα στον Τριστάν Τζαρά τον αποκαλεί ως "το πιο μισητό πλάσμα αυτής της εποχής." Στα τέλη της ζωής του, όταν ερωτήθηκε αν εκτιμούσε τον Κοκτώ ως ποιητή, ο Ζαν Ζενέ είχε απαντήσει κοφτά "Όχι."

Για εκείνον κάθε μορφή τέχνης, όπως και η σκέψη εξάλλου, ήταν μια εκτενής ανέξοδη τέχνη. Η γαλλική πνευματική παράδοση του esprit géométrique των Πασκάλ, Κοντιγιάκ και Φοντενέλ αντιστράφηκε πανηγυρικά δύο αιώνες αργότερα από τον δημιουργό του Ορφέα. "Ανορθολογικός, μη κλασικός και αντιβολταιρικός, ο Κοκτώ είχε την πεποίθηση πως σημαντικά πράγματα συνέβαιναν αλλού" γράφει ο Αρνώ, "πέρα και κάτω από την επιφάνεια - στα φτερά της πραγματικότητας, όπου το παρελθόν, παρόν και μέλλον ενώνονται σε μία μοναδική μορφή του χρόνου με άπειρη πυκνότητα." 

Οι συνέπειες εξακολουθούν να είναι αισθητές. Στις τέχνες σήμερα μπορεί η κεντρική, ρυθμιστική μονάδα να μην είναι η εικόνα (η κληρονομιά του προοπτικού συστήματος στην ζωγραφική για παράδειγμα, με την προσέγγιση του ανθρώπινου βλέμματος) ή το επίπεδο της εικόνας (η κληρονομιά του μοντερνισμού, όπου οι τυπικές ιδιότητες ενός έργου είναι τουλάχιστον εξίσου πολύτιμες με την απεικόνιση οικείων προσώπων ή αντικειμένων) ή ακόμη ακόμα το εννοιακό πρόβλημα, αλλά η διαδικασία. Υπ' αυτήν λοιπόν την νέα ευθυγράμμιση, η τέχνη προσομοιάζει ολοένα και περισσότερο σε ένα γιγαντιαίο κυκλοφορικό σύστημα: κάθε αντικείμενο, εικόνα, ήχος, κείμενο κλπ μπορούν να μετατραπούν σε δεδομένα, να κολυμπήσουν σε έναν ιξώδη, θορυβώδη απορριματοχώρο. Δεν είναι το esprit géométrique, αλλά το esprit infini—ένας βίος που τροφοδοτείται από το άπειρο — το οποίο αναγκαστικά είναι πάντα λίγο στο περιθώριο, πάντα όμορφο και γενναιόδωρο και διαυγές, και για το οποίο ο Κοκτώ πάντα θα είναι αξεπέραστος.

Τα στοιχεία από το The Nation. Μετάφραση και επιμέλεια κειμένου: Irène d' Athènes/ LIFO

 

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΑΥΤΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΙΣ 17.4.2017

Εικαστικά
1

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Μια νέα τοιχογραφία με τη ζωή των σεξεργατριών σε έναν δρόμο του Μεταξουργείου

Εικαστικά / Μια νέα τοιχογραφία για την αόρατη ζωή των σεξεργατριών στην οδό Ιάσωνος

Η διεθνής εικαστικός Paulina Olowska δημιουργεί μια τοιχογραφία στον πεζόδρομο του Μεταξουργείου για τις γυναίκες και γειτόνισσές της με τις οποίες καλημερίζεται και πίνει καφέ.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο ζωοπλάστης γλύπτης Ευριπίδης Βαβούρης (1911-1987) 

Εικαστικά / Ευριπίδης Βαβούρης: Πέρα από το «Λαγωνικό» της Φωκίωνος Νέγρη

Ο δημιουργός του γνωστού αγάλματος της Κυψέλης υπήρξε ένας στοχαστικός γλύπτης της Αθήνας με αξιόλογη πορεία, που απέδιδε πειστικά και με μεγάλη ευαισθησία τα κατοικίδια ζώα. Μια επίσκεψη στο ατελιέ του, που έχει διατηρηθεί σε άψογη κατάσταση, αποτέλεσε το ερέθισμα για να τον ανακαλύψουμε και να τον επανεκτιμήσουμε. 
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Ένας Ιούνιος γεμάτος τέχνη: 28 εκθέσεις που αξίζει να δείτε

Εικαστικά / Ένας Ιούνιος γεμάτος τέχνη: 28 εκθέσεις που αξίζει να δείτε

Μια σειρά από εκθέσεις σημαντικών καλλιτεχνών χαρακτηρίζουν την έναρξη του καλοκαιριού. Από τα Plásmata 3 της Στεγης έως την αναδρομική έκθεση του Takis κι από τη Marlene Dumas έως την Charline von Heyl.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Μαρλέν

Εικαστικά / Marlene Dumas: «Η τέχνη είναι πάντοτε μια πράξη εναντίον της βίας»

Η κορυφαία Νοτιοαφρικανή ζωγράφος παρουσιάζει την πρώτη ατομική της έκθεση στην Ελλάδα, στην οποία τα έργα της διαλέγονται με αρχαιότητες από τις μόνιμες συλλογές του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Πρόδρομος Τσιαβός: «Στην παρουσία μας στον δημόσιο χώρο ο στόχος μας δεν είναι απλά να κάνουμε μια έκθεση αλλά να ακούσουμε, να συζητήσουμε, να αφήσουμε κάτι πίσω μας»

Plāsmata 3 / Πρόδρομος Τσιαβός: «Στόχος μας δεν είναι απλά να κάνουμε μια έκθεση, αλλά να αφήσουμε κάτι πίσω μας»

Ο επικεφαλής Ψηφιακής Ανάπτυξης και Καινοτομίας του Ιδρύματος Ωνάση μιλά με υπόκρουση τα ασταμάτητα τιτιβίσματα των πουλιών που έρχονται από τα σκιερά δέντρα του Πεδίου του Άρεως.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Η Ραλλού Μάνου, ο Γρηγόρης Σεμιτέκολο και η Ναυσικά Πάστρα σε μια συνάντηση με τη σύγχρονη τέχνη σε ένα εργοστάσιο στον Πειραιά

Εικαστικά / Η Ραλλού Μάνου, ο Γρηγόρης Σεμιτέκολο και η Ναυσικά Πάστρα «συνομιλούν» με τη σύγχρονη τέχνη

Οι τρεις Έλληνες πρωτοπόροι καλλιτέχνες που στιγμάτισαν την ελληνική δημιουργία, σε μια απρόσμενη διαγενεακή συνάντηση με τη Sagg Napoli και τον Mungo Thomson, σε ένα εργοστάσιο στον Πειραιά.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
PLASMATA 3 TOPIC

Plāsmata 3 / Plāsmata 3: «Ο πιο σύντομος δρόμος είναι πάντα ο λιγότερο ενδιαφέρων»

Η Αφροδίτη Παναγιωτάκου, καλλιτεχνική διευθύντρια του Ιδρύματος Ωνάση, επιμελείται μαζί με την ομάδα της Στέγης μια έντυπη «ξενάγηση» στην έκθεση «Plāsmata 3: We’ve met before, haven’t we?», που παρουσιάζεται στο Πεδίον του Άρεως.
THE LIFO TEAM
O Jean Tinguely σατίριζε την εξάρτησή μας από την τεχνολογία πολύ πριν το AI

Εικαστικά / O Jean Tinguely σατίριζε την εξάρτησή μας από την τεχνολογία πολύ πριν το AI

Τα παράξενα μηχανικά γλυπτά του πρωτοποριακού καλλιτέχνη –του οποίου φέτος γιορτάζονται τα 100 χρόνια από τη γέννησή του με εκθέσεις σε όλο τον κόσμο– αποτελούν ένα σαρδόνιο σχόλιο και για τη σύγχρονη κοινωνία.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
2ο κομμάτι Αφροδίτη

Onassis Stegi / Ξενάγηση στα Plāsmata: Κεφάλαιο 2

«Μας αρέσει η παρέκκλιση και η απόκλιση. Στη ζωή, γενικά. Στους ανθρώπους. Και στην τέχνη. Και εδώ. Από τον Ροδώνα στη Γαρδένια, από τις Αριές στο θέατρο Αλίκη. Οι σπείρες έχουν φτιαχτεί για να τις περπατήσεις και τα παρτέρια για να σταθείς».
ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΚΟΥ

σχόλια

1 σχόλια