Τρεις ριψοκίνδυνοι νέοι επιχειρηματίες στον χώρο του σινεμά

Επιχειρώντας στον ριψοκίνδυνο και μεταβαλλόμενο χώρο του σινεμά Facebook Twitter
Σε μια συναρπαστική αλλά δύσκολη στιγμή για την έβδομη τέχνη, λοιπόν, πόσο ριψοκίνδυνο είναι για έναν νέο επιχειρηματία να επενδύσει στο σινεμά, ειδικά όταν πρόκειται για μια μικρή αγορά όπως η ελληνική;
0

Τo σινεμά περνάει μια μακροχρόνια κρίση. Μια ματιά σε ό,τι συμβαίνει στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια το αποδεικνύει. Μέχρι σήμερα, και παρότι έχει περάσει μια δεκαετία από τη φθορά τους, δεν έχει γίνει κάτι για την επαναφορά των αιθουσών του Αττικόν και του Απόλλων. Τους τελευταίους μήνες έγινε γνωστό ότι κινδύνευαν να κλείσουν το Άστορ και το Ιντεάλ, και μπορεί το πρώτο να σώθηκε παρά τρίχα, ωστόσο η κατάσταση συνεχίζει να είναι αβέβαιη στην περίπτωση του Ιντεάλ, που κανείς δεν ξέρει πώς θα επαναλειτουργήσει.

Παρά τη μαζική κινητοποίηση για τη στήριξή των δύο αυτών ιστορικών κινηματογράφων του κέντρου, η προσέλευση του κόσμου στα σινεμά είναι αποκαρδιωτική. Η διανομή στην κλειστή αίθουσα δέχεται πίεση και ο κόσμος δεν επέστρεψε μετά την πανδημία. Αυτό φαίνεται με μια ματιά στα στοιχεία του freecinema.gr, το οποίο εξετάζει το ελληνικό box office σε εβδομαδιαία βάση. Αν συγκρίνει κανείς τα εισιτήρια που κόπηκαν π.χ. την εβδομάδα που πέρασε με την αντίστοιχη περίοδο πέρσι, είναι σημαντικά λιγότερα.

Το Athens Film Office του Δήμου Αθηναίων υποστηρίζει, μαζί με άλλους ελληνικούς οργανισμούς, την έκδοση αδειών, τη δημιουργία προγραμμάτων εκπαίδευσης και την προβολή της Αθήνας και της Ελλάδας συνολικότερα ως κινηματογραφικών προορισμών.

Βέβαια, η αγορά εξαρτάται από το πόσο δημοφιλής είναι η ταινία που προβάλλεται κάθε φορά, ωστόσο σπάνια βλέπουμε πλέον ταινίες να σπάνε αυτό το φράγμα. Επιπλέον, η κυριαρχία του Netflix και ο ερχομός νέων διεθνών streaming υπηρεσιών όπως η Disney+ και η AppleTV+ κάνει την κατάσταση ακόμη πιο περίπλοκη.

Από την άλλη, όσον αφορά τον τομέα της παραγωγής, τα πράγματα είναι περισσότερο ενθαρρυντικά αν παρατηρήσει κανείς πως αρκετά ξένα φιλμ γυρίζονται πλέον στην Ελλάδα. Αυτό συνέβη με την πρόσφατη θεσμοθέτηση κινήτρων από την πολιτεία για την προσέλκυση ξένων αλλά και ελληνικών παραγωγών. Το Athens Film Office του Δήμου Αθηναίων υποστηρίζει, μαζί με άλλους ελληνικούς οργανισμούς, την έκδοση αδειών, τη δημιουργία προγραμμάτων εκπαίδευσης και την προβολή της Αθήνας και της Ελλάδας συνολικότερα ως κινηματογραφικών προορισμών.

Στα τρία χρόνια λειτουργίας του έχει εξυπηρετήσει πάνω από 100 οπτικοακουστικές παραγωγές με πιο εμβληματικές την Τεχεράνη (Apple TV), το Rise (Disney), το Jack Ryan (Amazon Prime), την παγκόσμια διαφημιστική καμπάνια του Perrier, το Γάμος αλά ελληνικά 3, το Greek Salad (Amazon Prime), το Backstrom (Σουηδία), πλήθος ελληνικών ταινιών, σίριαλ καθώς και διαφημιστικά.

Η συνολική δαπάνη αυτών των παραγωγών ξεπερνά τα 100 εκατομμύρια ευρώ, δημιουργώντας χιλιάδες θέσεις εργασίας και δίνοντας παράλληλα την ευκαιρία σε Έλληνες επαγγελματίες να δουλέψουν με τα σύγχρονα στάνταρ της οπτικοακουστικής βιομηχανίας. Αυτό το διάστημα γυρίζονται τρεις ξένες παραγωγές στην Αθήνα και συνολικά πέντε στην Ελλάδα.

Σε μια συναρπαστική αλλά δύσκολη στιγμή για την έβδομη τέχνη, λοιπόν, πόσο ριψοκίνδυνο είναι για έναν νέο επιχειρηματία να επενδύσει στο σινεμά, ειδικά όταν πρόκειται για μια μικρή αγορά όπως η ελληνική; Τρία φρέσκα και πολλά υποσχόμενα πρότζεκτ στον χώρο του σινεμά αποτελούν τρανό παράδειγμα του ότι τελικά οι επιχειρηματικές κινήσεις που ρισκάρουν και είναι δημιουργικές πετυχαίνουν.

Ένας θερινός κινηματογράφος στο Πολεμικό Μουσείο

Επιχειρώντας στον ριψοκίνδυνο και μεταβαλλόμενο χώρο του σινεμά Facebook Twitter
Δεν είναι ένας απλός θερινός κινηματογράφος, το συνειδητοποιείς από την εντυπωσιακή είσοδό του στη Ριζάρη, αλλά και από το εσωτερικό που είναι ειδικά σχεδιασμένο ώστε να δίνει έμφαση στην άνεση και στην χαλάρωση αλλά και ιδιαίτερη προσοχή στην προσβασιμότητα για άτομα με κινητικές δυσκολίες.

Αν και είναι ακόμη σχετικά νωρίς για να μιλήσει κανείς με αναλυτικά στοιχεία για το Cine Πολεμικό Μουσείο που άνοιξε το περασμένο καλοκαίρι στην καρδιά του κέντρου της Αθήνας, στη Ριζάρη, ο Γιώργος Τσιτόπουλος, ένας από τρεις υπεύθυνους του χώρου, είναι ήδη ενθουσιασμένος από την ανταπόκριση του κόσμου. Ο κινηματογράφος άνοιξε μόλις πέρσι στις 28 Ιουλίου, «στη μέση η μάλλον στο τέλος της θερινής περιόδου», όπως μου αναφέρει, αν αναλογιστεί κανείς ότι τον Αύγουστο η Αθήνα νεκρώνει λόγω διακοπών. Ωστόσο ο περασμένος Σεπτέμβρης πήγε πάρα πολύ καλά και φέτος οι πρώτες ημέρες είναι αρκετά ενθαρρυντικές από άποψη προσέλευσης.

«Ήταν μια πάρα πολύ ριψοκίνδυνη κίνηση απ’ όλες τις απόψεις να ανοίξουμε τον περασμένο Ιούλιο, άλλα έπρεπε να προλάβουμε τη θερινή περίοδο, διαφορετικά θα πηγαίναμε έναν χρόνο πίσω», δηλώνει χαρακτηριστικά ο Γιώργος. «Ήμασταν ήδη πιεσμένοι μετά την πανδημία και με έναν πόλεμο σε εξέλιξη. Έγινε διακοπή και υπήρξε καθυστέρηση των εργασιών λόγω Covid-19, πήγαμε πίσω στις μεταφορές επειδή οι περισσότερες κατασκευές έρχονταν από το εξωτερικό και εδώ απλώς θα συναρμολογούνταν. Επιπλέον, από πλευρά κόστους τα πάντα ανέβαιναν ανεξέλεγκτα. Παρ’ όλα αυτά, αυτό που εισπράττουμε σήμερα, η αγάπη του κόσμου, μας έχει αποζημιώσει. Πιστεύουμε ότι είναι ένα πρότζεκτ που θα αποδώσει και επιχειρηματικά».

Ανέλαβε το συγκεκριμένο πρότζεκτ μαζί με τον Πάνο Παπαδάκο και τον Τάσο Τζαρήμα, χωρίς να έχουν καμιά εμπειρία από τον χώρο του κινηματογράφου, μια και προέρχονται από την εστίαση. Αποφάσισαν να επενδύσουν σε ένα κινηματογραφικό εγχείρημα χάρη στη μεγάλη αγάπη τους για το σινεμά. Φυσικά, σε αυτό συνέβαλε και η συνεργασία που είχαν με το Πολεμικό Μουσείο τα τελευταία έξι χρόνια.

Επιχειρώντας στον ριψοκίνδυνο και μεταβαλλόμενο χώρο του σινεμά Facebook Twitter
O Γιώργος Τσιτόπουλος, ένας από τρεις υπεύθυνους του Cine Πολεμικού Μουσείου. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LifO

Εκεί ανακάλυψαν τον χώρο όπου σήμερα βρίσκεται ο κινηματογράφος: ένα οικόπεδο εντελώς παρατημένο και ανεκμετάλλευτο τότε, που χρησιμοποιούνταν ως τουαλέτα κατοικίδιων. Όταν τον πρόσεξαν για πρώτη φορά, σκέφτηκαν αν μπορούσαν να τον αξιοποιήσουν και έψαξαν να βρουν σε ποιον ανήκει ‒ ανήκε στο Πολεμικό Μουσείο, εξού και το όνομα. Οι τρεις τους πλησίασαν τους ανθρώπους του μουσείου, τους εξήγησαν την ιδέα τους και αυτοί τελικά αποδείχθηκαν το μεγαλύτερό τους βοήθημα, όπως λέει ο Γιώργος. «Βρήκαμε ανθρώπους που είχαν την πρόθεση να αναδείξουν και με άλλους τρόπους το μουσείο. Σκεπτόμενοι πως έπρεπε να συνδυάσουμε τον πολιτιστικό χαρακτήρα που έχει ένα μουσείο με μια άλλη πολιτιστική δραστηριότητα, καθώς και το ότι το οικόπεδο ήταν ιδανικό μέρος για έναν κινηματογράφο, αποφασίσαμε να φτιάξουμε ένα θερινό σινεμά. Ήταν μεγάλο το ενδιαφέρον τους και η συμβολή τους στο να κινηθούν γρηγορότερα οι διαδικασίες», συμπληρώνει.

Η κατεύθυνση τους θα είναι περισσότερο προς mainstream ταινίες ενώ το πρόγραμμά θα αλλάζει σε εβδομαδιαία βάση, ανάλογα με τις νέες κυκλοφορίες. Αν σε κάτι ποντάρει το Cine Πολεμικό Μουσείο, πάντως, είναι η εμπειρία. Δεν είναι ένας απλός θερινός κινηματογράφος, το συνειδητοποιείς από την εντυπωσιακή είσοδό του στη Ριζάρη, που σου κινεί την περιέργεια, αλλά και από το εσωτερικό που είναι ειδικά σχεδιασμένο ώστε να δίνει έμφαση στην άνεση και στην χαλάρωση αλλά και ιδιαίτερη προσοχή στην προσβασιμότητα για άτομα με κινητικές δυσκολίες.

Επιχειρώντας στον ριψοκίνδυνο και μεταβαλλόμενο χώρο του σινεμά Facebook Twitter
Η χωρητικότητά του είναι 200 θέσεις και θα μπορούσε να ήταν περισσότερες (300), αν χτιζόταν με τον παραδοσιακό τρόπο. Ωστόσο, έχει τη διαρρύθμιση κήπου, ανά δύο καθίσματα υπάρχει ένα τραπεζάκι.

Γι’ αυτόν τον λόγο το 70% του χώρου είναι χτισμένο αμφιθεατρικά ώστε να μπορείς να βλέπεις απρόσκοπτα την ταινία, χωρίς να σε εμποδίζει ο μπροστινός, όπως συμβαίνει συχνά, ειδικά στους θερινούς κινηματογράφους. Η χωρητικότητά του είναι 200 θέσεις και θα μπορούσε να ήταν περισσότερες (300), αν χτιζόταν με τον παραδοσιακό τρόπο. Ωστόσο, έχει τη διαρρύθμιση κήπου, ανά δύο καθίσματα υπάρχει ένα τραπεζάκι. Το εγχείρημα έχει έναν υβριδικό χαρακτήρα.

Παράλληλα με τον κινηματογράφο λειτουργεί ένα καφέ-μπαρ-εστιατόριο από τις 9 το πρωί μέχρι τη 1 το βράδυ, μάλιστα το μπαρ του σινεμά σερβίρει κοκτέιλ και finger food. Στην είσοδο προσφέρεται ποτό καλωσορίσματος στους θεατές, με αλκοόλ για τους μεγάλους και απλό χυμό για τα παιδιά. Η οθόνη του, 13 μέτρα πλάτος και 6 μέτρα ύψος, είναι ό,τι μεγαλύτερο μπορεί να πετύχει κάποιος σε θερινό κινηματογράφο και το ηχοσύστημά του άνετα ανταγωνίζεται μια αίθουσα χειμερινού κινηματογράφου. Βοηθάει και το γεγονός ότι η γύρω περιοχή δεν είναι κατοικημένη, οπότε δεν υπάρχουν οι σχετικοί περιορισμοί· ο ήχος δεν επηρεάζει ούτε τον χώρο του μπαρ-εστιατορίου.

«Αν και υπάρχει κρίση αυτήν τη στιγμή στον κινηματογράφο και στις αίθουσες», μου λέει ο Γιώργος πριν κλείσουμε την συνέντευξη, «επενδύσαμε σε αυτό το περιβάλλον επειδή πιστεύουμε ακράδαντα ότι αν δώσεις στον θεατή το κάτι παραπάνω και δείξεις ότι τον σέβεσαι, μόνο καλά μπορείς να πας και να κερδίσεις. Τώρα, το πόσο καλά μπορεί να πάει και πόσο προσοδοφόρα μπορεί να είναι μια επιχειρηματική κίνηση, εξαρτάται από τις προσδοκίες του καθενός».

Cinobo, μια ελληνική κινηματογραφική streaming πλατφόρμα διαφορετική από τις άλλες

Επιχειρώντας στον ριψοκίνδυνο και μεταβαλλόμενο χώρο του σινεμά Facebook Twitter
Η Δάφνη Μπεχτσή σήμερα αισθάνεται δικαιωμένη. Το Cinobo έχει γίνει σημείο αναφοράς πλέον και συνώνυμο του ποιοτικού σινεμά. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO

Τo Cinobo είναι μια streaming κινηματογραφική πλατφόρμα για όσους αγαπούν το παγκόσμιο σινεμά και θέλουν να εξερευνήσουν τα κρυμμένα διαμάντια της έβδομης τέχνης, «και μια λύση στο endless scrolling», αναφέρει η Δάφνη Μπεχτσή. Γεννήθηκε μέσα στην καραντίνα, συνέχισε και μετά από αυτή και κατάφερε να γίνει θεσμός. Εμφανίστηκε με το πρώτο lockdown, ξεκινώντας ταπεινά, για να εξελιχθεί σε μια πλατφόρμα που μετρά πάνω από χίλιους τίτλους σήμερα.

Η Δάφνη, ο ιθύνων νου του εγχειρήματος, προέρχεται από μια οικογένεια που ασχολούνταν με τον κινηματογράφο. Πρακτικά, μεγάλωσε μέσα στα βιντεοκλάμπ, ενώ η αγαπημένη έξοδος του πατέρα της ήταν κάθε Κυριακή στον κινηματογράφο, όπως μου διηγείται. Η ίδια, αργότερα, λόγω δουλειάς, είχε την ευκαιρία να παρευρεθεί σε μεγάλα ευρωπαϊκά φεστιβάλ όπου έβλεπε ταινίες από όλο τον κόσμο από το πρωί ως το βράδυ.

«Τα φιλμ που με άγγιξαν ήταν ταινίες που έπρεπε να δει το κοινό, οι φίλοι μου, κι όμως, δεν ήταν διαθέσιμες μετά την προβολή τους. Ακόμα κι αν έφταναν στην Ελλάδα, θα έπαιζαν για μία εβδομάδα στις αίθουσες ή σε κάποιο φεστιβάλ και μετά θα έμεναν κλειδωμένες στα συρτάρια. Έτσι, αποφάσισα να δημιουργήσω μια πλατφόρμα που θα έδινε λύση σε αυτό. Επιπλέον, ανακάλυψα ότι δεν υπήρχε μια πλατφόρμα που να συγκεντρώνει το καλύτερο σινεμά από όλο τον κόσμο».

Ήταν μεγάλο το στοίχημα όταν ξεκίνησαν, από πολλές απόψεις, όπως μου εξηγεί. «Δεν υπήρχε καμία πρόβλεψη για την πανδημία και την εκτόξευση του streaming». Δημιουργήθηκε σε μια εποχή που τα βιντεοκλάμπ είχαν κλείσει, τα σινεμά είχαν ήδη αποδυναμωθεί, η πειρατεία και το Netflix ήταν στο απόγειό τους. «Οι ταινίες που μας αφορούσαν δεν έβρισκαν πλέον το κοινό τους. Όταν παρουσίασα το προτζεκτ σε άλλους διανομείς (ανθρώπους που διαχειρίζονται τα δικαιώματα για μεγάλους καταλόγους ταινιών) και τους προσκάλεσα να γίνουν συνεταίροι, οι αντιδράσεις ήταν αποθαρρυντικές. Σε εκείνο το στάδιο, άκουσα από άτομα του χώρου ακόμα και τη φράση “μόνο εσύ και οι φίλοι σου θα το βλέπετε”. Ταυτόχρονα, γνώριζα ότι γίγαντες ανταγωνιστές όπως η Apple, η Disney κ.λπ. ετοίμαζαν το λανσάρισμά τους».

«Το Cinobo είναι κάτι που δεν έλειπε μόνο από την Ελλάδα», τονίζει η Δάφνη. Αν και οι προκλήσεις και οι δυσκολίες δεν σταματούν ποτέ και ο ανταγωνισμός από εταιρείες-κολοσσούς δεν είναι εύκολη υπόθεση, ειδικά για μια εταιρεία που δεν είναι πολυεθνική και τα βγάζει πέρα με περιορισμένους πόρους, το όνειρό τους να χτίσουν τη μεγαλύτερη κινηματογραφική κοινότητα στην Ελλάδα παραμένει.

Κομβικό ρόλο έπαιξε η στήριξη, η καθοδήγηση και το mentoring από τον πατέρα της που είχε δεκαετίες εμπειρίας στον χώρο του home entertainment. Οι συμβουλές και η βοήθειά του ήταν καθοριστικές για τη δημιουργία του πρώτου business plan.

Σήμερα να αισθάνεται δικαιωμένη. Το Cinobo έχει γίνει σημείο αναφοράς πλέον και συνώνυμο του ποιοτικού σινεμά. Φτάνουν σε 800 χωριά και πόλεις της Ελλάδας, ενώ έχουν κλείσει το τρίτο έτος λειτουργίας τους με 3,6 εκατομμύρια ώρες παρακολούθησης ταινιών. Παράλληλα, έχουν αποκτήσει ένα πιστό και φανατικό κοινό που τους ακολουθεί σε κάθε τους βήμα. Επομένως, το επόμενο στάδιο θα μπορούσε να είναι η επέκταση στο εξωτερικό. 

«Το Cinobo είναι κάτι που δεν έλειπε μόνο από την Ελλάδα», τονίζει η Δάφνη. Αν και οι προκλήσεις και οι δυσκολίες δεν σταματούν ποτέ και ο ανταγωνισμός από εταιρείες-κολοσσούς δεν είναι εύκολη υπόθεση, ειδικά για μια εταιρεία που δεν είναι πολυεθνική και τα βγάζει πέρα με περιορισμένους πόρους, το όνειρό τους να χτίσουν τη μεγαλύτερη κινηματογραφική κοινότητα στην Ελλάδα παραμένει. Όσον αφορά την κρίση στις αίθουσες, το Cinobo είναι μια πλατφόρμα που τις αγαπάει και προσπαθεί να βοηθήσει να ξαναγίνει η έξοδος στο σινεμά συνήθεια, γι’ αυτό δημιούργησε τα Cinobo Pass, τα δωρεάν εισιτήρια για σινεμά που δίνει κάθε εβδομάδα στους συνδρομητές. Στόχος είναι να επιστρέψει ο κόσμος στα σινεμά.

«Για μένα, σινεμά και πλατφόρμες μπορούν και οφείλουν να έχουν κοινή πορεία», λέει η Δάφνη. «Η εμπειρία της σκοτεινής αίθουσας είναι και θα είναι μοναδική. Τίποτα δεν μπορεί να αντικαταστήσει τη μαγεία της. Από την άλλη πλευρά, βρισκόμαστε στη χρυσή εποχή της παραγωγής περιεχομένου. Οι πλατφόρμες streaming έχουν δημοκρατικό χαρακτήρα, ποικιλία στο περιεχόμενο, δίνουν ευκαιρίες στους ανεξάρτητους κινηματογραφιστές να φτάσουν σε παγκόσμιο κοινό. Αυτό που σίγουρα κάνει κακό στο σινεμά είναι η νοοτροπία ότι η συνταγή που δούλευε πριν από είκοσι χρόνια θα δουλέψει και σήμερα. Δεν έχει αλλάξει μόνο ο τρόπος προσφοράς των ταινιών και το σινεμά το ίδιο, έχει αλλάξει και ο θεατής και το τι απαιτήσεις έχει από την έξοδό του. Σήμερα υπάρχουν τόσο πολλές και ποικίλες μορφές εύκολης, άμεσης και φτηνής έως δωρεάν ψυχαγωγίας, που συχνά ανταγωνίζονται άμεσα το σινεμά ως έξοδο. Η αίθουσα στην Ελλάδα πρέπει να πάει στο επόμενο βήμα, κοιτώντας μπροστά και όχι πίσω,  για να αναζωπυρώσει αυτό που έχει χαθεί και να επιστρέψει ο κόσμος σε αυτήν».

Kino Athens, κάτι παραπάνω από ένα ανεξάρτητο φεστιβάλ κινηματογράφου

Επιχειρώντας στον ριψοκίνδυνο και μεταβαλλόμενο χώρο του σινεμά Facebook Twitter
Η ιδέα για τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου φεστιβάλ κινηματογράφου δεν ήταν καινούργια, αναφέρει η Νίνα Βελιγράδη που έχει τη διεύθυνσή του.

Ένα ακόμη κινηματογραφικό πρότζεκτ που γεννήθηκε μέσα σε αντίξοες συνθήκες είναι το KINO Athens, μια διεθνής κοινότητα με διαδραστικές φυσικές προβολές που γεφυρώνει τον κινηματογράφο με τις εικαστικές τέχνες μέσω του ήχου και της κινούμενης εικόνας. Οι προβολές διεξάγονται σε συνεργασία με καλλιτέχνες και επιμελητές.

Η ιδέα για τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου φεστιβάλ κινηματογράφου δεν ήταν καινούργια, όπως αναφέρει η Νίνα Βελιγράδη που έχει τη διεύθυνσή του. «Ξεκίνησε από τη Νέα Υόρκη το 2012, στο μικρό studio/apartment της τότε συνεργάτιδάς μου, Σοφίας Θεοφυλακτίδου, στο Μανχάταν. Επισκεπτόμασταν καθημερινά μουσεία, γκαλερί, εκθέσεις και εναλλακτικούς χώρους έκφρασης και αποφασίσαμε να σχεδιάσουμε κάτι ανάλογο και στην Αθήνα. Δυστυχώς, τότε δεν ευοδώθηκε η προσπάθεια». Χρειάστηκαν πάνω από δέκα χρόνια και μια πανδημία ώστε η Νίνα να το ξανασκεφτεί σοβαρά.

«Κατά τη διάρκεια της καραντίνας είχα αρκετό ελεύθερο χρόνο, άνοιξα τα παλιά μου συρτάρια για να τα καθαρίσω και βρήκα τον φάκελο του KINO Athens. Άρχισα να βλέπω όλη τη δουλειά που είχε γίνει τότε και αποφάσισα να την κάνω πραγματικότητα. Υλοποιήθηκε με την γενναιοδωρία και την υποστήριξη θεσμών και ανθρώπων. Γενικά, όταν έχεις μια καλή ιδέα, την οποία πιστεύεις και μπορείς να τη συζητήσεις με σαφήνεια, δεν είναι δύσκολο να βρεις υποστηρικτές».

Ξεκίνησε εν μέσω Covid-19 αρκετά δειλά πριν από περίπου δύο χρόνια στον εναλλακτικό χώρο πολιτισμού Bios, με ένα τακτικό πρόγραμμα εβδομαδιαίων προβολών, ομιλιών, DJ sets και διαλέξεων και στόχο την εξερεύνηση νέων μοντέλων κινηματογραφικής παρουσίασης, περιλαμβάνοντας τη σύγχρονη τέχνη και τον πειραματισμό. «Εστιάσαμε σε σύγχρονα έργα που δεν είχαν προβληθεί ξανά στην Ελλάδα και ενθάρρυναν τη συνάντηση πολιτισμών, ιδεών και καινοτόμων μορφών έκφρασης. Επίσης, θέλαμε να φέρουμε τον κόσμο σε επαφή με video art και σινεμά που δεν θα είχε την ευκαιρία να δει αλλού στην Ελλάδα. Όσο ασφαλής και να ήταν η συνθήκη του χώρου, ήταν δύσκολα επειδή ο Covid πλανιόταν παντού στην ατμόσφαιρα, στις προβολές και στις δραστηριότητες. Από άποψη επένδυσης, το κόστος δεν ήταν εξωπραγματικό, θα το έλεγα διαχειρίσιμο. Στη συνέχεια επικοινωνήσαμε με τον δήμο Αθηναίων, αναγνώρισαν το όραμά μας και μας υποστήριξαν στη διοργάνωση του 1ου Ανεξάρτητου Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας. Νομίζω ότι αυτό ήταν το σημείο καμπής στην αναδιαμόρφωση της KINO Athens. Το μέγεθος της ευθύνης της διοργάνωσης ενός φεστιβάλ μάς ανάγκασε να αποκτήσουμε νομική υπόσταση και ανθρώπινο δυναμικό».

Επιχειρώντας στον ριψοκίνδυνο και μεταβαλλόμενο χώρο του σινεμά Facebook Twitter
Ξεκίνησε εν μέσω Covid-19 αρκετά δειλά πριν από περίπου δύο χρόνια στον εναλλακτικό χώρο πολιτισμού Bios

Από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετώπισε ήταν όταν έπρεπε να αλλάξει ρόλο και από προγραμματίστρια ταινιών να αναλάβει όλη την διεύθυνση του φεστιβάλ. Εκεί κατανόησε ότι ο προγραμματισμός ταινιών είναι όχι μόνο πολιτική αλλά και οικονομική δραστηριότητα, οπότε οφείλει κανείς να έχει καλή στρατηγική που θα βοηθήσει τον συντονισμό της καλλιτεχνικής δραστηριότητας του φεστιβάλ. Μία ακόμη δυσκολία ήταν ότι το ατύχημα των Τεμπών συνέπεσε ακριβώς με τις ημερομηνίες του φεστιβάλ, οπότε έπρεπε να μετακινήσουμε τις ημερομηνίες διεξαγωγής του. Η αλλαγή αυτή δεν φάνηκε να επηρεάζει την ανταπόκριση στις προβολές, που ήταν κάτι παραπάνω από ενθαρρυντική.

Αυτήν τη στιγμή βρίσκονται στο στάδιο του σχεδιασμού της δεύτερης έκδοσης του Ανεξάρτητου Φεστιβάλ της Αθήνας. Θα έχει μεγαλύτερη διάρκεια –10 ημέρες– και περισσότερα venues. Προσπαθούν να επεκταθούν στην Τεχνόπολή, στο Σεράφειο και στο Ίδρυμα Κακογιάννη, γενικώς προς τον άξονα της Πειραιώς.

Για τη Νίνα σινεμά δεν σημαίνει βλέπω μόνο μία ταινία. «Σινεμά είναι βγαίνω από σπίτι μου, περπατάω στον δρόμο της γειτονιάς μου, φτάνω στον κινηματογράφο, κόβω εισιτήριο, μπαίνω στην αίθουσα, κλείνω το κινητό μου και βλέπω την ταινία. Η πανδημία του Covid έκανε πάρα πολύ κακό σε αυτήν τη διαδικασία. Για μένα το 2020 ήταν μια πάρα πολύ σκληρή χρονιά, δεν πήγαινα σινεμά και δεν προγραμμάτιζα, δεν είχα επαφή με τους θεατές. Οι θεατές είναι θεμελιώδους σημασίας. Μισώ τα φεστιβάλ που τους αντιμετωπίζουν ως κάτι που πρέπει να ανεχτείς για να πουλήσεις εισιτήρια».

Τη ρωτάω τι συμβουλή θα έδινε σε όσους θέλουν να ασχοληθούν με τον κινηματογράφο, όχι απαραίτητα ως δημιουργοί. «Η απογοήτευση είναι μέρος αυτής της δουλειάς, αν δεν ξέρεις να διαχειρίζεσαι την απογοήτευση, δεν κάνεις γι’ αυτήν. Και είναι το πρώτο πράγμα που λέω σε όλους μου τους συνεργάτες, αν στις απογοητεύσεις δεν ξέρεις να συνεχίζεις, δεν κάνεις για το KINO Athens».

Οθόνες
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΥΤΕΡΑ Δάφνη Μπεχτσή

Portraits 2023 / Δάφνη Μπεχτσή του Cinobo: «Το ενδιαφέρον είναι να ανακαλύψουμε το σινεμά που δεν μπαίνει σε πλαίσια»

Για το κοινό που αναζητά σινεφίλ, φεστιβαλικές ταινίες τις οποίες δύσκολα μπορεί να βρει πλέον στις κινηματογραφικές αίθουσες, το Cinobo είναι η πλατφόρμα που ικανοποιεί την ανάγκη αυτή. Η Δάφνη Μπεχτσή που το οραματίστηκε και το έστησε φιλοδοξεί να δημιουργήσει μια ζωντανή κοινότητα που θα στηρίζει το σινεμά σε όλες του τις μορφές.
M. HULOT

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Εμείς, το Τέρας»: Όλες οι ταινίες του μεγάλου αφιερώματος του 65ου Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης

Οθόνες / «Εμείς, το Τέρας»: Όλες οι ταινίες του μεγάλου αφιερώματος του 65ου Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης

Toντ Μπράουνινγκ, Ντέιβιντ Λιντς, Σαμπρόλ, Μιγιαζάκι, Κρόνενμπεργκ και Σπάικ Τζόνζι: Οι ταινίες που θα διερευνήσουν και θα διευρύνουν την έννοια του «τέρατος» στο φετινό Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Disclaimer: Ο Κουαρόν ακολουθεί τους δικούς του ρυθμούς ακόμα και στην τηλεόραση

Pulp Fiction / Disclaimer: Ο Κουαρόν ακολουθεί τους δικούς του ρυθμούς ακόμα και στην τηλεόραση

Το αφήγημα και η αφήγηση μιας πολύπλοκης τραγωδίας στην πρώτη τηλεοπτική σκηνοθεσία, αν και ευτυχώς κινηματογραφικής προσέγγισης, του βραβευμένου με Όσκαρ Μεξικανού σκηνοθέτη.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
«Apartment 7A»: Η Ρόζμαρι δεν μένει (ακόμα) εδώ

Οθόνες / «Apartment 7A»: Η Ρόζμαρι δεν μένει (ακόμα) εδώ

Άλλο ένα prequel εμβληματικής ταινίας τρόμου, αυτήν τη φορά του πολυσήμαντου «Μωρού της Ρόζμαρι», με τις Τζούλια Γκάρνερ και Νταϊάν Γουίστ σε ερμηνευτική φόρμα, αλλά το αποτέλεσμα να κινείται σε ρηχά νερά.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Will & Harper: Μαθήματα αποδοχής, συμπερίληψης και βαθιάς φιλίας

Daily / Will & Harper: Μαθήματα αποδοχής, συμπερίληψης και βαθιάς φιλίας

Όταν η παλιά του φιλική επαφή από το Saturday Night Live αποκάλυψε στον έκπληκτο Γουίλ Φέρελ ότι έχει ξεκινήσει διαδικασία φυλομετάβασης, ο διάσημος κωμικός είχε την ιδέα να κάνουν μαζί ένα ταξίδι στην αμερικανική ενδοχώρα και να καταγράψουν την εμπειρία τους σ’ αυτή την ταινία.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Ο σκληρός ρεαλισμός του Sam Fuller στο φαντασιακό ρεπερτόριο της Cindy Sherman

Pulp Fiction / Ο σκληρός ρεαλισμός του Sam Fuller στο φαντασιακό ρεπερτόριο της Cindy Sherman

Η διάσημη φωτογράφος ξεχωρίζει μία από τις πιο αγαπημένες της ταινίες, το The naked kiss του Σάμιουελ Φούλερ, ένα σκανδαλώδες, παραγνωρισμένο, αλλά πάντα μοντέρνο κοινωνικό νουάρ από το 1964.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Όλα όσα μου έμαθε η καθηγήτρια Μακγκόναγκαλ

Οθόνες / Όλα όσα μου έμαθε η καθηγήτρια Μακγκόναγκαλ

Η Μάγκι Σμιθ πέρασε στην αιωνιότητα, αφήνοντας πίσω της ένα έργο μνημειώδες και μια κληρονομιά αδιασάλευτη, τόσο θεατρικά όσο και κινηματογραφικά. Ως φόρο τιμής, επιλέγω τρεις αγαπημένες στιγμές από τον ρόλο που με σύστησε σε αυτή.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΝΤΑΤΣΗΣ
MAGGIE SMITH

Απώλειες / Μάγκι Σμιθ (1934-2024): Μια ηθοποιός καθηλωτική στη διακριτική της διαδρομή

Οι κυρίες τη θαύμασαν στο «Downton Abbey», τα παιδιά τη λάτρεψαν στον Χάρι Πότερ, το θέατρο και το σινεμά έχασαν τη βασίλισσα της ένρινης ειρωνείας και έναν εθνικό θησαυρό της Αγγλίας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΜΠΑΡΓΚΟ ΩΣ ΤΙΣ 21:00 Νύχτες Πρεμιέρας: 20 ταινίες που δεν πρέπει να χάσετε

Οθόνες / Νύχτες Πρεμιέρας 2024: Είκοσι ταινίες που δεν πρέπει να χάσετε

Ο νέος Αλμοδόβαρ, η ταινία τρόμου της χρονιάς, λιγότερο γνωστά αριστουργήματα του Κουροσάβα, κορυφαία βρετανικά φιλμ των '80s και πολλές ακόμα προτάσεις από το φετινό Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ