«Με συνάντησες σε μια πολύ παράξενη περίοδο της ζωής μου»: 25 χρόνια μετά, ακόμα ζούμε στον κόσμο του Fight Club

fight club Facebook Twitter
Αν και ο κεντρικός (διχασμένος) χαρακτήρας αυτοτραυματίζεται καθ' όλη τη διάρκεια της ταινίας, δεν διαγιγνώσκεται ποτέ με κάτι άλλο εκτός από αϋπνία.
0

TO FIGHT CLUB ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΕΙ την ανδρική οργή ως υποκουλτούρα. Το πολυεπίπεδο νεο-νουάρ του Ντέιβιντ Φίντσερ, μια αρκετά πιστή μεταφορά της ομώνυμης νουβέλας του Τσακ Πάλανιουκ, προσφέρει στους θυμωμένους νεαρούς άνδρες γλώσσα, τελετουργικό και έναν μύθο προέλευσης για την οργή τους.

Αν και η ταινία πραγματεύεται τα δεινά και τις ανησυχίες της Generation X, στα 25 χρόνια που πέρασαν από την κυκλοφορία της, που συνοδεύτηκε από πολωμένες κριτικές και χαμηλές πωλήσεις εισιτηρίων, το Fight Club έχει εισχωρήσει βαθιά στην κουλτούρα. Η διαλεκτική της μυστικοπάθειας («Ο πρώτος κανόνας του Fight Club είναι να μη μιλάς για το Fight Club…») και της προσβολής («Δεν είσαι χιονονιφάδα») έχουν εισχωρήσει τόσο στην καθημερινή συζήτηση όσο και στον πολιτικό διάλογο. Και φυσικά, στο μεταξύ, έχουν δημιουργηθεί πραγματικά, «υπόγεια» fight clubs, τόσο στις ΗΠΑ όσο και σε ολόκληρο τον κόσμο.

Οι διορατικές διαπιστώσεις του Fight Club σχετικά με τις συνέπειες της συσπείρωσης των ανδρών γύρω από τη δυσαρέσκεια παραμένουν εύστοχες και σήμερα. Μέσα στην ξέφρενη αφήγησή της, η ταινία προσφέρει μια πειστική θεωρία της σύγχρονης αρρενωπότητας που συνοψίζεται στο εξής: Οι άνδρες είναι χάλια στην επικοινωνία.

Αυτή την ιδέα τη βλέπουμε πιο καθαρά στις συνεχείς υπεκφυγές του ανώνυμου Αφηγητή (Έντουαρντ Νόρτον), ο οποίος υιοθετεί πρόθυμα την προσωπικότητα του alter ego του, Τάιλερ Ντέρντεν (Μπραντ Πιτ) –που αγέρωχα ξεστομίζει αποφθέγματα όπως «τα πράγματα που κατέχεις καταλήγουν αυτά να σε κατέχουν» και «η αυτοβελτίωση είναι αυνανισμός»– προκειμένου να αποφύγει να αντιμετωπίσει τις ανασφάλειές του.

Η περίφημη ανατροπή της ταινίας (και του βιβλίου), ότι δηλαδή αυτός και ο Τάιλερ είναι ένα και το αυτό και ότι ο χαρακτήρας του Μπραντ Πιτ είναι μια οφθαλμαπάτη, είναι το αποκορύφωμα της εξαπάτησής του. Είναι τόσο αφυδατωμένος στην έκφρασή του, ώστε δεν αναγνωρίζει καν τις δικές του επιθυμίες και φαντασιώσεις. Πρέπει να πουλήσει την οργή του στον ίδιο του τον εαυτό.

Ένα από τα δυνατά σημεία του Fight Club είναι ότι απορρίπτει την ιδέα ότι οι άνδρες είναι εκ φύσεως παθολογικά κλονισμένοι και με έντονη τάση προς τη βία.

Παρά την τραγική κατάληξη της διαδρομής του αφηγητή –που λίγο πριν από το τέλος λέει στη Μάρλα «με συνάντησες σε μια πολύ παράξενη περίοδο της ζωής μου»–, η γοητεία του Fight Club για πολλούς από τους άνδρες θεατές του φαινόταν πάντα να έχει τις ρίζες της περισσότερο στην απεικόνιση των «κολλητών» που ξεσαλώνουν παρά στις παγίδες της συναισθηματικής καταπίεσης.

Όταν η ταινία κυκλοφόρησε για πρώτη φορά, τόσο οι θετικές όσο και οι αρνητικές κριτικές επικεντρώθηκαν στη βία της: Ένας κριτικός περιέγραψε την ταινία ως «επικίνδυνη» εξαιτίας των «εξαιρετικά σαγηνευτικών» σκηνών ξυλοδαρμού, ενώ ο Ρότζερ Έμπερτ την αποκάλεσε «την πιο αγέρωχη φασιστική ταινία του Χόλιγουντ από την εποχή του Death Wish... ένα macho πορνό».

Έντουαρντ Νόρτον, Μπραντ Πιτ και Ντέιβιντ Φίντσερ Facebook Twitter
Έντουαρντ Νόρτον, Μπραντ Πιτ και Ντέιβιντ Φίντσερ στα γυρίσματα της ταινίας.

Αυτή η υποδοχή είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με κρίσιμα γεγονότα που συνέβησαν το 1999. Η ταινία βγήκε μερικούς μήνες μετά τη «σχολική» σφαγή στο Columbine και το καταστροφικό φεστιβάλ Woodstock '99, δύο περιπτώσεις ακραίας ανδρικής βίας που έλαβαν τεράστια δημοσιότητα.

Εκείνη τη χρονιά, η ψυχαγωγία έγινε ο αποδιοπομπαίος τράγος για την «κουλτούρα της βίας» στην Αμερική, όπως την περιέγραφε συχνά ο τότε πρόεδρος Μπιλ Κλίντον. Ο άλλος –και συχνά ανομολόγητος– λόγος για τον οποίο η ταινία φαίνεται να έκανε ορισμένους κριτικούς να βγαίνουν από τα ρούχα τους ήταν το γεγονός ότι οι χαρακτήρες του Fight Club είναι στη συντριπτική πλειονότητά τους λευκοί. Η δίψα τους για αίμα, τα ξυρισμένα κεφάλια και οι μυστικές τελετουργίες τους θύμιζαν ένθερμους θιασώτες της λευκής υπεροχής, από τους νεοναζί μέχρι τους skinheads και τις αδελφότητες στα κολέγια. Η ταινία σίγουρα παίζει με τη φωτιά.

Ο Φίντσερ όμως καθιστά σαφές στην ταινία ότι πρόκειται για μια αυτοκαταστροφική και ξενέρωτη υποκουλτούρα που απευθύνεται σε losers. Οι αγώνες είναι σχεδόν κωμικά βάναυσοι και χωρίς καμιά τεχνική ή στυλ. Η ταινία δεν παρουσιάζει θαυμαστά κατορθώματα όπως στις αθλητικές ταινίες ή τις ταινίες πολεμικών τεχνών, ούτε προσφέρει την αδρεναλίνη του κινηματογράφου δράσης. Η ιστορία διαδραματίζεται πολύ περισσότερο στο σπίτι του Τάιλερ παρά στο ρινγκ.

Ένα από τα δυνατά σημεία του Fight Club είναι ότι απορρίπτει την ιδέα ότι οι άνδρες είναι εκ φύσεως παθολογικά κλονισμένοι και με έντονη τάση προς τη βία. Αν και ο κεντρικός (διχασμένος) χαρακτήρας αυτοτραυματίζεται καθ' όλη τη διάρκεια της ταινίας, δεν διαγιγνώσκεται ποτέ με κάτι άλλο εκτός από αϋπνία. Όσο πραγματική κι αν είναι η αποξένωσή του, το υπονοούμενο είναι ότι επιλέγει να αποτραβηχτεί στον εαυτό του και να απομακρύνει τους ανθρώπους που θα μπορούσαν να νοιάζονται γι' αυτόν. Το Fight Club γίνεται η «ανδρική σπηλιά» του και η φυλακή του.

Το Fight Club είναι κατά βάθος μια στεγνή κριτική της αρρενωπότητας, ένα μπουρλέσκ των προτύπων και των συνηθειών μέσω των οποίων οι άνδρες ορίζουν και συχνά καταστρέφουν τον εαυτό τους για να αποφύγουν να συναισθανθούν ή να φανούν ευάλωτοι. Η ταινία, όπως και το Matrix, επίσης του 1999, μπορεί να είναι για πάντα καταδικασμένη να παρερμηνεύεται και να παρεξηγείται, το βαθύτερο νόημα της όμως εξακολουθεί να έχει απήχηση. Η ταινία αντιλαμβάνεται τόσο τη γοητεία του ανδρικού  άγχους όσο και την κενότητα του να χτίζεις μια ζωή γύρω από αυτό.

Με στοιχεία από The Atlantic

Οθόνες
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Γιατί επιστρέφουμε συνεχώς στο σινεμά των 90s;

Pulp Fiction / Γιατί επιστρέφουμε συνεχώς στο σινεμά των '90s;

Είναι η δεκαετία του '90 η καλύτερη όλων στο σινεμά; Ο Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος συζητά με την κριτικό και αρθρογράφο της LiFO Ειρήνη Γιαννάκη για τη δεκαετία που ξεκίνησε με το «Pretty Woman», το «Goodfellas», το «Χορεύοντας με τους λύκους» και το «Μόνος στο σπίτι» και έκλεισε με τα «Μάτια ερμητικά κλειστά», την «Έκτη αίσθηση», το «Matrix» και το «Fight Club».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Made in Vain»: Γιατί ένας άνθρωπος θέλει να γίνει bodybuilder;

Οθόνες / «Made in Vain»: Γιατί ένας άνθρωπος θέλει να γίνει bodybuilder;

Ένα αποκαλυπτικό ελληνικό ντοκιμαντέρ που αποτυπώνει την ωμή αλήθεια για το άθλημα του bodybuilding –έναν κόσμο όπου δοκιμάζονται τα όρια σώματος και πνεύματος– έρχεται στις αίθουσες την Πέμπτη 29 Μαΐου.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Είναι η «Κιούκα» η «ελληνική ταινία της χρονιάς»;

The Review / Τι είναι αυτό που κάνει την ταινία «Κιούκα» να συζητιέται τόσο;

O Χρήστος Παρίδης συνομιλεί με τη Βένα Γεωργακοπούλου για την ταινία «Κιούκα: Πριν το τέλος του καλοκαιριού» του 31χρονου Κωστή Χαραμουντάνη. Πώς καταφέρνει το όραμα ενός millennial σκηνοθέτη να ξεχωρίζει στο σύγχρονο ελληνικό σινεμά — και γιατί αξίζει την προσοχή μας;
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Ρίτσαρντ Γκιρ: Η αβάσταχτη γοητεία της σεμνότητας 

Οθόνες / Ρίτσαρντ Γκιρ: Η αβάσταχτη γοητεία της σεμνότητας 

Με αφορμή την έξοδο του «Oh, Canada» στις εγχώριες αίθουσες, ανατρέχουμε στο σύνολο της καριέρας ενός σταρ που οι περισσότεροι θεωρούμε δεδομένο, ίσως επειδή όσα κάνει στην οθόνη φαντάζουν τόσο ανεπιτήδευτα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Κάν’ το όπως ο Γκοντάρ

Ανταπόκριση από τις Κάννες / Κάν’ το όπως ο Γκοντάρ

Ως άλλος Αμερικανός στο Παρίσι του ’60, ο Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ με τη φετινή του συμμετοχή, το ασπρόμαυρο «Nouvelle Vague», αποτίνει φόρο τιμής στον θρυλικό auteur του γαλλικού Νέου Κύματος, υπενθυμίζοντάς μας την τέχνη (και το θράσος) της νεότητας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Στις σχολικές γιορτές ο Θοδωρής Σελέκος ζήλευε τα φτερά αγγέλου που είχε ο φίλος του ο Παναγιώτης

Οθόνες / Στις σχολικές γιορτές ο Θοδωρής Σελέκος ζήλευε τα φτερά αγγέλου που είχε ο φίλος του ο Παναγιώτης

Ο Θοδωρής Σελέκος μεγάλωσε στο Νέο Ηράκλειο και ασχολείται με τον κινηματογράφο . Στα πρώτα του βήματα ήταν μέρος της κολεκτίβας ATH KIDS. Έχει σκηνοθετήσει βιντεοκλίπ για καλλιτέχνες όπως ο Ethismos, ο Saske, οι Sworr και διαφημιστικά για brands όπως η Muerte Inc. Παλιότερα άκουγε περισσότερη hip-hop μουσική. Τώρα ακούει jazz και soul. Η πρώτη ταινία μικρού μήκους του ονομάζεται «Can you water a garden with tears?». Του αρέσει η ησυχία και οι αργές ταινίες.
ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΚΑΚΟΥΛΑΚΗ
Χολιγουντιανή απόβαση στην Κρουαζέτ, μια πολιτική διαμαρτυρία αλλά και «ψαλίδι» στο γυμνό

Κάννες 2025 / Χολιγουντιανή απόβαση στην Κρουαζέτ, μια πολιτική διαμαρτυρία αλλά και «ψαλίδι» στο γυμνό

Στην τελετή έναρξης του Φεστιβάλ Καννών, ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο εξαπέλυσε για ακόμη μία φορά σφοδρή κριτική κατά της αμερικανικής πολιτικής, μια μικρή γαλλική ταινία εγκαινίασε το φεστιβάλ, ενώ οι λαμπερές σταρ υποχρεώθηκαν να περιορίσουν τις ημίγυμνες εμφανίσεις τους στο κόκκινο χαλί.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ποιος είναι τελοσπάντων αυτός ο Λεός Καράξ;

Οθόνες / Λεός Καράξ: Ποιος είναι ο σκηνοθέτης του Holy Motors;

«Δεν είμαι εγώ», δηλώνει ο ασυμβίβαστος Γάλλος δημιουργός στον τίτλο της φιλμικής του αυτοβιογραφίας, εντείνοντας το μυστήριο γύρω από το πρόσωπό του και προσθέτοντας ακόμη μία ψηφίδα σε ένα συναρπαστικό καλλιτεχνικό work in progress.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Οι 10 αγαπημένες ταινίες του Ένκε Φεζολλάρι

Μυθολογίες / «Όποτε θέλω να κλάψω, βλέπω το The Hours»: Οι 10 αγαπημένες ταινίες του Ένκε Φεζολλάρι

Το πρώτο ερωτικό σκίρτημα ήρθε με το Persona του Μπέργκμαν. Όταν είδε το Happy Together του Wong Kar-Wai, ήθελε να ουρλιάξει. Τα παθιασμένα συναισθήματα έχουν τον πρώτο λόγο στην κινηματογραφική λίστα του ηθοποιού και σκηνοθέτη.
«Becoming Led Zeppelin»: Το χρονικό του βαρύτερου ροκ συγκροτήματος όλων των εποχών

Pulp Fiction / Led Zeppelin: Ένα ντοκιμαντέρ για το «βαρύτερο» ροκ συγκρότημα όλων των εποχών

Το ντοκιμαντέρ «Becoming Led Zeppelin» του Μπέρναρντ ΜακΜάχον παρουσιάζει την ιστορία του θρυλικού hard rock συγκροτήματος, φωτίζοντας το background των μελών του και τις περιστάσεις που οδήγησαν στην ίδρυσή του, φτάνοντας μέχρι και την κυκλοφορία του δεύτερου άλμπουμ τους και την απαρχή της απόλυτης δόξας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
movies

Οθόνες / Η Σταχτοπούτα αλλιώς και 5 ακόμα λόγοι για να πάτε σινεμά

Το διάσημο παραμύθι γίνεται ταινία τρόμου, εφηβικά δράματα και η καινούργια σκηνοθετική δουλειά του διεθνούς φήμης Έλληνα διευθυντή φωτογραφίας Φαίδωνα Παπαμιχαήλ – Τι παίζει από σήμερα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
THE LIFO TEAM
Φαίδων Παπαμιχαήλ: «Παντού με περνούν για ξένο, δεν έχω πλέον μητρική γλώσσα»

Pulp Fiction / «Παντού με περνούν για ξένο, δεν έχω πλέον μητρική γλώσσα»

Με αφορμή τη νέα του ταινία, ο σημαντικός διευθυντής φωτογραφίας και σκηνοθέτης Φαίδων Παπαμιχαήλ αφηγείται στον Θοδωρή Κουτσογιαννόπουλο τη συναρπαστική διαδρομή της ζωής του από τα πρώτα του βήματα μέχρι τις μεγαλύτερες στιγμές της καριέρας του.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ