Κυκλοφορεί ξανά η ρομαντική κομεντί με πρωταγωνιστή τον David Bowie που σχεδόν κανείς δεν έχει δει

Κυκλοφορεί επιτέλους η ρομαντική κομεντί με πρωταγωνιστή τον David Bowie που κανείς σχεδόν δεν έχει δει Facebook Twitter
Η ταινία ίσα που κυκλοφόρησε το 1992 για να εξαφανιστεί αμέσως, και έκτοτε είναι σχεδόν αδύνατο να την δει κανείς.
0

Ακόμα και οι μεγαλύτεροι θαυμαστές του Ντέιβιντ Μπόουι μπορεί να αγνοούν τη μοναδική του απόπειρα στο είδος της ρομαντικής κομεντί. Δικαιολογημένα. Η ταινία ίσα που κυκλοφόρησε το 1992 για να εξαφανιστεί αμέσως, και έκτοτε είναι σχεδόν αδύνατο να την δει κανείς. Τώρα όμως, ο σκηνοθέτης της έχει επιτυχώς διεκδικήσει, αποκαταστήσει, και ξαναμοντάρει την ταινία που έχει τίτλο «The Linguini Incident», και κάνει το ντεμπούτο της σε Blu-ray αυτή την εβδομάδα.

Ο Ρίτσαρντ Σέπαρντ ήταν μόλις 25 ετών όταν σκηνοθέτησε αυτή την ιδιόρρυθμη, αρχετυπικά νεοϋορκέζικη indie ταινία. Όπως ήταν χαρακτηριστικό της εποχής, ο χαμηλός προϋπολογισμός συγκεντρώθηκε από πολλές πηγές. «Όλη η ταινία χρηματοδοτήθηκε πολύ περίεργα», λέει σήμερα ο σκηνοθέτης. «Είχαμε χρήματα από μικρές εταιρείες home video, χρήματα από πωλήσεις στο εξωτερικό αλλά και κάποια μυστηριώδη κεφάλαια – πολλά μυστηριώδη κεφάλαια…».

Το πρώτο του κατόρθωμα στο κάστ της ταινίας ήρθε νωρίς, όταν προσέλκυσε τη Ροζάνα Αρκέτ, γνωστή ήδη τότε από ταινίες ανάλογου ύφους όπως το «After Hours» του Σκορσέζε και το «Desperately Seeking Susan» όπου εμφανιζόταν και η Madonna.

Ο Σέπαρντ πήρε το θάρρος και έστειλε το σενάριο στον Μπόουι, με την ιδέα ότι μαζί με τον Μικ Τζάγκερ θα μπορούσαν σε ρόλους σπέσιαλ γκεστ σταρ να υποδυθούν τους φαντεζί  εστιάτορες της ταινίας. «Το στείλαμε αφελώς μόνο σ’ αυτούς, για να παίξουν αυτούς τους δύο μικρούς ρόλους, χωρίς να τους προσφέρουμε χρήματα, χωρίς τίποτα», θυμάται ο Σέπαρντ.

Τι την έκανε λοιπόν να ρισκάρει με αυτόν τον νεαρό, αρχάριο σκηνοθέτη; «Μου άρεσε το σενάριο», λέει σήμερα η ίδια. «Απλά πίστευα ότι ήταν καλογραμμένο και αστείο ... και μετά, σαν από θαύμα, εμφανίστηκε ο Ντέιβιντ Μπόουι, γεγονός πραγματικά συναρπαστικό».

Κυκλοφορεί επιτέλους η ρομαντική κομεντί με πρωταγωνιστή τον David Bowie που κανείς σχεδόν δεν έχει δει Facebook Twitter
Ο Μπόουι με τον σκηνοθέτη της ταινίας Ρίτσαρντ Σέπαρντ.

Ο Σέπαρντ πήρε το θάρρος και έστειλε το σενάριο στον Μπόουι, με την ιδέα ότι μαζί με τον Μικ Τζάγκερ θα μπορούσαν σε ρόλους σπέσιαλ γκεστ σταρ να υποδυθούν τους φαντεζί εστιάτορες της ταινίας. «Το στείλαμε αφελώς μόνο σ’ αυτούς, για να παίξουν αυτούς τους δύο μικρούς ρόλους, χωρίς να τους προσφέρουμε χρήματα, χωρίς τίποτα», θυμάται ο Σέπαρντ. «Προς μεγάλη μας έκπληξη όμως, λάβαμε ένα σημείωμα από τον Μπόουι που έλεγε: "Ενδιαφέρομαι για την ταινία σας, αλλά δεν θέλω να παίξω αυτόν τον ρόλο. Θα ήθελα να παίξω τον πρωταγωνιστή"».

Ο πρωταγωνιστής ήταν ο Μόντε, ένας Βρετανός μπάρμαν σε ένα ψαγμένο εστιατόριο του νεοϋορκέζικου downtown, ο οποίος προσπαθεί να πείσει μια από τις συναδέλφους του, τη φιλόδοξη Λούσι (Ροζάνα Αρκέτ), να παντρευτούν για να πάρει την πράσινη κάρτα, αντ' αυτού όμως παρασύρεται στο να τη βοηθήσει να ληστέψει τους εργοδότες τους. Την μουσική της ταινίας είχε γράψει ο μελλοντικός υποψήφιος για Όσκαρ, Τόμας Νιούμαν, ενώ χρέη διευθυντή φωτογραφίας έκανε ο Ρόμπερτ Γέομαν, αργότερα συνεργάτης του Γουές Άντερσον. Η ταινία γυρίστηκε το 1990, μέσα σε 30 ημέρες.

«Ήταν τόσο υπέροχος στο πλατό», λέει η Αρκέτ για τον Μπόουι. «Μου άρεσε πολύ να δουλεύω μαζί του, μου άρεσε η ενέργειά του και η ικανότητά του να μπορεί να συνδεθεί με τη στιγμή – αυτό που αποτελεί το όνειρο για έναν ηθοποιό».

Όμως η χαλαρή, συνεργατική ατμόσφαιρα που επικρατούσε στα γυρίσματα της ταινίας, εξατμίστηκε μετά το τέλος τους. Ο Σέπαρντ είχε πέντε εβδομάδες μόνο για να παραδώσει το τελικό μοντάζ, οπότε το κόψιμο που έκανε στην ταινία του ήταν περισσότερο μια πρόχειρη συρραφή. «Είχα μια λίστα με πράγματα που ήθελα να αλλάξω», εξηγεί, αλλά επειδή ήταν ένας ανίσχυρος αρχάριος σκηνοθέτης, η ταινία μονταρίστηκε χωρίς την επίβλεψή του.

Κυκλοφορεί επιτέλους η ρομαντική κομεντί με πρωταγωνιστή τον David Bowie που κανείς σχεδόν δεν έχει δει Facebook Twitter
«Ήταν τόσο υπέροχος στο πλατό», λέει η Αρκέτ για τον Μπόουι.

«Υπήρχαν περίεργα jump cuts, λήψεις που διαρκούσαν πολύ», λέει και προσθέτει: «Απλά, δεν είχε ρυθμό». Εκείνη η 98λεπτη εκδοχή κυκλοφόρησε με συνοπτικές διαδικασίες σε κάποιες αμερικανικές αίθουσες την άνοιξη του 1992 – ένα μεγαλύτερης διάρκειας cut διανεμήθηκε στην Ευρώπη. Οι κριτικές κυμάνθηκαν από την Janet Maslin των New York Times, η οποία την αποκάλεσε μια «χαρούμενα εκκεντρική κωμωδία», μέχρι τον Lawrence Cohn του Variety, ο οποίος την έκρινε ως μια «ανέμπνευστη και φτωχή παραγωγή». Όμως οι κριτικές δεν είχαν σημασία – κανείς σχεδόν δεν την είδε, ούτως ή άλλως. Το «Linguini Incident» χάθηκε στη λήθη.

Η καριέρα του Σέπαρντ δεν υπέφερε πάντως, καθώς αργότερα θα σκηνοθετούσε, μεταξύ άλλων, τον Πιρς Μπρόσναν στο «The Matador», τον Τζουντ Λο στο «Dom Hemingway» και την Άλισον Γουίλιαμς στο «The Perfection». Αλλά η άσχημη επίγευση αυτής της πρώτης του απόπειρας παρέμεινε για τον 59χρονο σήμερα δημιουργό. «Αυτή είναι η μόνη ταινία στην οποία υπάρχει το όνομά μου και δεν είναι δικό μου το τελικό cut», λέει.

Όχι πια. Πριν από τρία χρόνια, μία από τους παραγωγούς της ταινίας, επικοινώνησε με τον σκηνοθέτη και του πρότεινε να αποκτήσουν εκ νέου τα δικαιώματα του «The Linguini Incident», να το μοντάρουν από την αρχή ώστε να ταιριάζει με το αρχικό όραμα του Σέπαρντ και να το κυκλοφορήσουν για πρώτη φορά σε dvd και σε πλατφόρμες και streaming. Αυτό όμως δεν ήταν καθόλου εύκολο. Οι αρχικές εταιρείες παραγωγής και οι χρηματοδότες της ταινίας είχαν προ πολλού εξαφανιστεί ή χρεοκοπήσει, αφού είχαν πουλήσει τα δικαιώματα της ταινίας σε άλλες εταιρείες που επίσης δεν υπήρχαν πλέον.

Η σωτηρία της ταινίας υπήρξε ένα άρθρο που είχε δημοσιευτεί το 2004 στο περιοδικό Variety και αποκάλυπτε ότι το «Linguini Incident» ήταν μία από τις επτά ταινίες των οποίων τα πνευματικά δικαιώματα είχε διεκδικήσει και κερδίσει το Σωματείο Ηθοποιών της Οθόνης λόγω μη καταβολής ποσοστού δικαιωμάτων στους ηθοποιούς. Μετά από μια μακρά διαπραγμάτευση, επιτεύχθηκε τελικά συμφωνία με το σωματείο για να αγοράσουν πίσω τα δικαιώματα.

Κυκλοφορεί επιτέλους η ρομαντική κομεντί με πρωταγωνιστή τον David Bowie που κανείς σχεδόν δεν έχει δει Facebook Twitter
«Mε τη νέα 4Κ τεχνολογία, μπόρεσα να προσθέσω ζουμ, να αλλάξω τα κάδρα και να δώσω μια ενέργεια που βοηθάει στην αφήγηση αυτής της παράξενης και χαριτωμένης ιστορίας».

Το σωματείο όμως είχε στην κατοχή του μόνο τα πνευματικά δικαιώματα. Όταν ο Ρίντλεϊ Σκοτ ή ο Φράνσις Φορντ Κόπολα κάνουν ένα director's cut, έχουν στη διάθεσή τους όλο το πρωτότυπο υλικό – dailies, αρνητικά, προηγούμενες εκδοχές, απομονωμένες ηχητικές υποκρούσεις… Αλλά σ’ αυτή την περίπτωση, αυτά τα υλικά είχαν χαθεί προ πολλού.

Ο Σέπαρντ δεν μπορούσε καν να βρει μια κόπια 35 mm της ταινίας, το απολύτως απαραίτητο δηλαδή για τη σάρωση σε 4Κ που θα χρειαζόταν για να ξεκινήσει να δουλεύει. Τελικά, η αναζήτηση τον οδήγησε σ’ ένα κινηματογράφο στη Ζυρίχη που είχε προβάλει μια κόπια μερικά χρόνια νωρίτερα, και αυτή η αίθουσα τον συνέδεσε με έναν βρετανικό διανομέα που είχε τα ευρωπαϊκά δικαιώματα της ταινίας.

Δεδομένου ότι η κόπια που βρέθηκε ήταν από τη μεγαλύτερη, ευρωπαϊκή εκδοχή της ταινίας, η σάρωση σε 4K έδωσε στον Σέπαρντ περισσότερα περιθώρια για να δουλέψει. «Έτσι, στο νέο μοντάζ», λέει ο ίδιος, «μπόρεσα να επιταχύνω τον ρυθμό της ταινίας και να απαλλαγώ από όλα τα περίεργα jump cuts που δεν φαινόταν να λειτουργούν. Και στη συνέχεια, με τη νέα 4Κ τεχνολογία, μπόρεσα να προσθέσω ζουμ, να αλλάξω τα κάδρα και να δώσω μια ενέργεια που βοηθάει στην αφήγηση αυτής της παράξενης και χαριτωμένης ιστορίας».

Με στοιχεία από The New York Times

Οθόνες
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Είναι η «Κιούκα» η «ελληνική ταινία της χρονιάς»;

The Review / Τι είναι αυτό που κάνει την ταινία «Κιούκα» να συζητιέται τόσο;

O Χρήστος Παρίδης συνομιλεί με τη Βένα Γεωργακοπούλου για την ταινία «Κιούκα: Πριν το τέλος του καλοκαιριού» του 31χρονου Κωστή Χαραμουντάνη. Πώς καταφέρνει το όραμα ενός millennial σκηνοθέτη να ξεχωρίζει στο σύγχρονο ελληνικό σινεμά — και γιατί αξίζει την προσοχή μας;
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Ρίτσαρντ Γκιρ: Η αβάσταχτη γοητεία της σεμνότητας 

Οθόνες / Ρίτσαρντ Γκιρ: Η αβάσταχτη γοητεία της σεμνότητας 

Με αφορμή την έξοδο του «Oh, Canada» στις εγχώριες αίθουσες, ανατρέχουμε στο σύνολο της καριέρας ενός σταρ που οι περισσότεροι θεωρούμε δεδομένο, ίσως επειδή όσα κάνει στην οθόνη φαντάζουν τόσο ανεπιτήδευτα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Κάν’ το όπως ο Γκοντάρ

Ανταπόκριση από τις Κάννες / Κάν’ το όπως ο Γκοντάρ

Ως άλλος Αμερικανός στο Παρίσι του ’60, ο Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ με τη φετινή του συμμετοχή, το ασπρόμαυρο «Nouvelle Vague», αποτίνει φόρο τιμής στον θρυλικό auteur του γαλλικού Νέου Κύματος, υπενθυμίζοντάς μας την τέχνη (και το θράσος) της νεότητας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Στις σχολικές γιορτές ο Θοδωρής Σελέκος ζήλευε τα φτερά αγγέλου που είχε ο φίλος του ο Παναγιώτης

Οθόνες / Στις σχολικές γιορτές ο Θοδωρής Σελέκος ζήλευε τα φτερά αγγέλου που είχε ο φίλος του ο Παναγιώτης

Ο Θοδωρής Σελέκος μεγάλωσε στο Νέο Ηράκλειο και ασχολείται με τον κινηματογράφο . Στα πρώτα του βήματα ήταν μέρος της κολεκτίβας ATH KIDS. Έχει σκηνοθετήσει βιντεοκλίπ για καλλιτέχνες όπως ο Ethismos, ο Saske, οι Sworr και διαφημιστικά για brands όπως η Muerte Inc. Παλιότερα άκουγε περισσότερη hip-hop μουσική. Τώρα ακούει jazz και soul. Η πρώτη ταινία μικρού μήκους του ονομάζεται «Can you water a garden with tears?». Του αρέσει η ησυχία και οι αργές ταινίες.
ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΚΑΚΟΥΛΑΚΗ
Χολιγουντιανή απόβαση στην Κρουαζέτ, μια πολιτική διαμαρτυρία αλλά και «ψαλίδι» στο γυμνό

Κάννες 2025 / Χολιγουντιανή απόβαση στην Κρουαζέτ, μια πολιτική διαμαρτυρία αλλά και «ψαλίδι» στο γυμνό

Στην τελετή έναρξης του Φεστιβάλ Καννών, ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο εξαπέλυσε για ακόμη μία φορά σφοδρή κριτική κατά της αμερικανικής πολιτικής, μια μικρή γαλλική ταινία εγκαινίασε το φεστιβάλ, ενώ οι λαμπερές σταρ υποχρεώθηκαν να περιορίσουν τις ημίγυμνες εμφανίσεις τους στο κόκκινο χαλί.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ποιος είναι τελοσπάντων αυτός ο Λεός Καράξ;

Οθόνες / Λεός Καράξ: Ποιος είναι ο σκηνοθέτης του Holy Motors;

«Δεν είμαι εγώ», δηλώνει ο ασυμβίβαστος Γάλλος δημιουργός στον τίτλο της φιλμικής του αυτοβιογραφίας, εντείνοντας το μυστήριο γύρω από το πρόσωπό του και προσθέτοντας ακόμη μία ψηφίδα σε ένα συναρπαστικό καλλιτεχνικό work in progress.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Οι 10 αγαπημένες ταινίες του Ένκε Φεζολλάρι

Μυθολογίες / «Όποτε θέλω να κλάψω, βλέπω το The Hours»: Οι 10 αγαπημένες ταινίες του Ένκε Φεζολλάρι

Το πρώτο ερωτικό σκίρτημα ήρθε με το Persona του Μπέργκμαν. Όταν είδε το Happy Together του Wong Kar-Wai, ήθελε να ουρλιάξει. Τα παθιασμένα συναισθήματα έχουν τον πρώτο λόγο στην κινηματογραφική λίστα του ηθοποιού και σκηνοθέτη.
«Becoming Led Zeppelin»: Το χρονικό του βαρύτερου ροκ συγκροτήματος όλων των εποχών

Pulp Fiction / Led Zeppelin: Ένα ντοκιμαντέρ για το «βαρύτερο» ροκ συγκρότημα όλων των εποχών

Το ντοκιμαντέρ «Becoming Led Zeppelin» του Μπέρναρντ ΜακΜάχον παρουσιάζει την ιστορία του θρυλικού hard rock συγκροτήματος, φωτίζοντας το background των μελών του και τις περιστάσεις που οδήγησαν στην ίδρυσή του, φτάνοντας μέχρι και την κυκλοφορία του δεύτερου άλμπουμ τους και την απαρχή της απόλυτης δόξας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
movies

Οθόνες / Η Σταχτοπούτα αλλιώς και 5 ακόμα λόγοι για να πάτε σινεμά

Το διάσημο παραμύθι γίνεται ταινία τρόμου, εφηβικά δράματα και η καινούργια σκηνοθετική δουλειά του διεθνούς φήμης Έλληνα διευθυντή φωτογραφίας Φαίδωνα Παπαμιχαήλ – Τι παίζει από σήμερα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
THE LIFO TEAM
Φαίδων Παπαμιχαήλ: «Παντού με περνούν για ξένο, δεν έχω πλέον μητρική γλώσσα»

Pulp Fiction / «Παντού με περνούν για ξένο, δεν έχω πλέον μητρική γλώσσα»

Με αφορμή τη νέα του ταινία, ο σημαντικός διευθυντής φωτογραφίας και σκηνοθέτης Φαίδων Παπαμιχαήλ αφηγείται στον Θοδωρή Κουτσογιαννόπουλο τη συναρπαστική διαδρομή της ζωής του από τα πρώτα του βήματα μέχρι τις μεγαλύτερες στιγμές της καριέρας του.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
El Eternauta: Το θρυλικό κόμικ μεταφέρθηκε στο Netflix σε μια σειρά υψηλών προδιαγραφών

Daily / El Eternauta: Το θρυλικό κόμικ μεταφέρθηκε στο Netflix σε μια σειρά υψηλών προδιαγραφών

«Ο κοσμοναύτης του απείρου» έκανε πρεμιέρα πριν από μερικές μέρες, σε μια μεταφορά αντάξια του θρύλου που συνοδεύει τόσο το έργο όσο και τον δημιουργό του, ο οποίος βρήκε τραγικό τέλος στα χέρια της αργεντινής χούντας.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ