Chick flicks: Γιατί δεν γυρίζονται πια ρομαντικές ταινίες στο σινεμά;

Γιατί δεν γυρίζονται πια ρομαντικές ταινίες στο σινεμά; Facebook Twitter
Το «Materialists» είναι μια ταινία που εξετάζει το dating κυνικά, βάζει τον ορθολογισμό του στο μικροσκόπιο, ακολουθώντας μια προξενήτρα που σταδιακά επανέρχεται στην εργοστασιακή της ρύθμιση.
0


ΕΝΑ ΕΡΩΤΗΜΑ ΣΤΟ
οποίο καλείται να απαντήσει ο υπογράφων συχνά τα τελευταία χρόνια είναι πού πήγαν οι ρομαντικές ταινίες στο σινεμά και γιατί έχουν εξαφανιστεί οι ερωτικές ιστορίες από τον προγραμματισμό των μεγάλων αμερικανικών στούντιο. Η έξοδος του «Materialists» της Σελίν Σονγκ, μιας ταινίας που, παρεμπιπτόντως, έχει το πιο παραπλανητικό τρέιλερ από τον καιρό του «The Village» του Μ. Νάιτ Σιάμαλαν, δίνει μια καλή αφορμή ώστε να επιχειρήσουμε να δώσουμε μια απάντηση σε αυτό το φλέγον κινηματογραφικό ζήτημα, που απασχολεί μια διόλου ευκαταφρόνητη μερίδα σινεφίλ. 

Ο πρώτος (και βασικότερος) λόγος εντοπίζεται στη ριζική αλλαγή του τρόπου λειτουργίας της κινηματογραφικής βιομηχανίας. Η ταινία μεσαίου προϋπολογισμού για ενήλικες πέθανε οριστικά κάπου στα μέσα των ’10s − το «Gone Girl» (2014) του Ντέιβιντ Φίντσερ ήταν από τα τελευταία, πραγματικά επιτυχημένα δείγματα και, όχι τυχαία, μετά ο Αμερικανός δημιουργός στράφηκε στο Netflix για να συνεχίσει να κάνει αυτό που του αρέσει. Τα στούντιο πλέον παράγουν είτε υπερπαραγωγές άνω των 150 εκατομμυρίων δολαρίων, είτε ταινίες με προϋπολογισμό μεταξύ 5 και 30 εκατομμυρίων δολαρίων, μέσω των «ανεξάρτητων» παραρτημάτων τους – ακόμα και τη χρυσή περίοδο του αμερικανικού indie, τίποτα δεν ήταν πραγματικά ανεξάρτητο. Η πρακτική αυτή επηρέασε τα ρομαντικά δράματα και, πολύ περισσότερο, τις ρομαντικές κομεντί, παρά το γεγονός ότι μέχρι πριν από μερικά χρόνια φιγουράριζαν ψηλά στις λίστες με τις εμπορικότερες ταινίες της χρονιάς. Και τα επηρέασε γιατί ως είδη ανήκαν σε αυτή την κατηγορία της «μεσαίας» ταινίας. Δεν είναι τα σκηνικά ή τα ψηφιακά εφέ που ανεβάζουν το μπάτζετ τους αλλά το γεγονός ότι, για να δουλέψουν στα ταμεία, χρειάζονται σταρ εγνωσμένης αξίας, οι σταρ απαιτούν μερικά εκατομμύρια παραπάνω για να παίξουν κι έτσι το τελικό κόστος ανεβαίνει σε ένα ποσό ανάμεσα στις δύο οικονομικές κατηγορίες που ανέφερα.  

«Αποκαλούν υποτιμητικά “chick flicks” αυτές τις ταινίες. Aυτό σημαίνει ότι δεν είναι σοβαρές ταινίες. Κατ’ επέκταση, σημαίνει ότι και τα κορίτσια δεν είναι σοβαροί άνθρωποι και ότι ο έρωτας και το dating δεν είναι ένα θέμα που θα έπρεπε να απασχολεί τους σοβαρούς ανθρώπους»

Και θα αναρωτηθεί κανείς, αφού αυτές οι ταινίες μπορούν να φέρουν τα λεφτά τους πίσω και να βγάλουν και κάποιο κέρδος, τότε γιατί δεν χρηματοδοτούνται από τα μεγάλα στούντιο; Γιατί τους executives δεν τους νοιάζει τόσο να φέρει τα λεφτά της πίσω η ταινία. Τους ενδιαφέρει να κάνει ανοίγματα-ρεκόρ στο box-office κατά το πρώτο της τριήμερο, γιατί τα ανοίγματα αυτά φέρνουν μεγάλους, στομφώδεις τίτλους στα sites και, πάνω από όλα, παχυλά bonus στον λογαριασμό τους. Όσο κι αν σας φαίνεται παράξενο, στα σχετικά συμβόλαια του Χόλιγουντ, τα bonus που προβλέπονται για τα ανοίγματα στο box-office είναι μεγαλύτερα και από εκείνα για τις τελικές εισπράξεις και από αυτά για την κερδοφορία. 

Γιατί δεν γυρίζονται πια ρομαντικές ταινίες στο σινεμά; Facebook Twitter
Tο «Gone Girl» (2014) του Ντέιβιντ Φίντσερ ήταν από τα τελευταία, πραγματικά επιτυχημένα δείγματα ταινίας μεσαίου προϋπολογισμού για ενήλικες.

Και τα παραπάνω ανοίγματα έρχονται κυρίως χάρη στο brand name. Στο σημερινό κινηματογραφικό χρηματιστήριο, το brand name είναι η ακριβότερη μετοχή, γιατί έχει κοινό ήδη χτισμένο από το παρελθόν. Με αυτό ως δεδομένο, ακόμα κι αν η ταινία αποτύχει στα ταμεία –κι ας μην γελιόμαστε, οι περισσότερες ταινίες στο πρώτο στάδιο ζωής τους κατά την κυκλοφορία τους στις αίθουσες μπαίνουν μέσα–, ένας executive μπορεί να δικαιολογήσει ευκολότερα στα αφεντικά του την αποτυχία αν επένδυσε τα χρήματα του στούντιο σε μεταφορά περιπέτειας του τάδε υπερήρωα και αν η παραγωγή ήταν sequel της δείνα μεγάλης επιτυχίας του παρελθόντος, παρά αν πόνταρε τα χρήματα σε μια ελαφριά ρομαντζάδα με μόνο εμπορικό ατού την αναγνωρισιμότητα του Τίμοθι Σαλαμέ και της Ζεντάγια. Μπορεί, έτσι, να προβάλει το επιχείρημα ότι «αυτά αρέσουν σήμερα» και ότι στα χαρτιά «ήταν εγχείρημα χαμηλού ρίσκου». Και φυσικά όσο τα στούντιο συνεχίζουν αυτό το βιολί, εκ των πραγμάτων οι λοιπές ταινίες γίνονται ολοένα και υψηλότερου ρίσκου και δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος.

Η κατάσταση χειροτέρεψε από τότε που τα τρία μεγαλύτερα στούντιο της εποχής, η Disney, η Warner και η Universal, απέκτησαν δικές τους streaming πλατφόρμες. Τα δύο πρώτα, μάλιστα, επεκτάθηκαν σε όλο τον κόσμο και, σε συνάρτηση με όσα γράψαμε παραπάνω για το brand name και για τον προϋπολογισμό, οι ιθύνοντές τους αποφάσισαν ότι κυρίως οι ταινίες της πρώτης κατηγορίας, των 150 εκατομμυρίων δολαρίων και άνω, είναι κατάλληλες για τις αίθουσες. Ναι, προβάλλουν και μερικές από εκείνες με τον χαμηλότερο προϋπολογισμό, αλλά σχεδόν καταναγκαστικά, ώστε να διασφαλίσουν την οσκαρική τους πορεία, που φέρνει επίσης μεγάλους τίτλους (και bonus) – τα βρίζουμε τα Όσκαρ, αλλά αποτελούν έναν από τους λιγοστούς λόγους για τους οποίους μπορούμε (ακόμα) να βλέπουμε αμερικανικές ταινίες με χαρακτήρες δίχως υπερδυνάμεις. Έτσι, το ρομάντζο μετανάστευσε στο streaming, μόνο η Sony και η Universal ποντάρουν σποραδικά σε αυτό. Η πρώτη γιατί δεν έχει πλατφόρμα, η δεύτερη επειδή το Peacock, η streaming πλατφόρμα της, λειτουργεί μόνο εντός αμερικανικών συνόρων. Όχι τυχαία, η τελευταία ταινία της «Bridget Jones» δεν βγήκε στις αίθουσες στις ΗΠΑ, έκανε πρεμιέρα απευθείας στην πλατφόρμα του Peacock, κι ας έκοψε πολλά εισιτήρια στις αίθουσες του υπόλοιπου κόσμου – αλίμονο, δεν θα χαλάσουνε τη νόρμα.  

Γιατί δεν γυρίζονται πια ρομαντικές ταινίες στο σινεμά; Facebook Twitter
Η τελευταία ταινία της «Bridget Jones» δεν βγήκε στις αίθουσες στις ΗΠΑ, έκανε πρεμιέρα απευθείας στην πλατφόρμα του Peacock, κι ας έκοψε πολλά εισιτήρια στις αίθουσες του υπόλοιπου κόσμου.

Πέρα από τα ήθη της κινηματογραφικής βιομηχανίας, όμως, αυτή η ύφεση του ρομαντικού σινεμά οφείλεται ασφαλώς και στην τρέχουσα στάση του κοινού επί του έρωτος και άλλων δαιμονίων. Έχει κάτι μεταφυσικό ο έρως, βλέπεις. Είναι μια πολύ λεπτή κλωστή εκείνη που ενώνει δυο ανθρώπους, ορατή μόνο στους ίδιους και αόρατη σε αμέτοχους τρίτους, συνήθως έκπληκτους μπρος στο ταίριασμα δύο «αταίριαστων» ανθρώπων. Κι αν ο έρωτας, ειδικά ο παράφορος, ο amour fou, που λένε και οι Γάλλοι, δεν εξηγείται με τη λογική, τότε δεν έχει και θέση σε μια εποχή ψυχαναγκαστικά ορθολογιστική. «Αποκαλούν υποτιμητικά “chick flicks” αυτές τις ταινίες. Aυτό σημαίνει ότι δεν είναι σοβαρές ταινίες. Κατ’ επέκταση, σημαίνει ότι και τα κορίτσια δεν είναι σοβαροί άνθρωποι και ότι ο έρωτας και το dating δεν είναι ένα θέμα που θα έπρεπε να απασχολεί τους σοβαρούς ανθρώπους», έλεγε η Σελίν Σονγκ σε πρόσφατη συνέντευξή της για την προώθηση του «Materialists», προσθέτοντας (ορθά) και το ζήτημα του φύλου στην εξίσωση – παραμένει ανδροκρατούμενος ο κινηματογραφικός χώρος κι αυτό έχει επίδραση και στον προσανατολισμό των παραγωγών που παίρνουν πράσινο φως. 

Το «Materialists» είναι μια ταινία που εξετάζει το dating κυνικά, βάζει τον ορθολογισμό του στο μικροσκόπιο, ακολουθώντας μια προξενήτρα που σταδιακά επανέρχεται στην εργοστασιακή της ρύθμιση, η οποία, για τη Σελίν Σονγκ, είναι ο έρωτας που προκύπτει διά του αγνού συναισθήματος, σε βάρος της λογικής. Το πόσο οργανικά προκύπτει αυτή η μεταστροφή δεν αφορά το παρόν κείμενο – θα σας τα πει ο συνάδελφος Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος στην κριτική του για την ταινία. Έχει ενδιαφέρον, όμως, ότι για να οδηγήσει η Σονγκ την ταινία της σε μια κορύφωση συμβατή με το ύφος και το πνεύμα ρομαντικών αφηγήσεων του παρελθόντος, έπρεπε να περάσει πρώτα από τον δρόμο του κυνισμού και του ορθολογισμού. Μπορεί, δηλαδή, να είναι αφιλόξενο το κινηματογραφικό τοπίο για το ρομαντικό είδος, αλλά και ο ίδιος ο τομέας της ανθρώπινης κατάστασης στον οποίο αναφέρεται περνάει μια περίοδο επαναδιαπραγμάτευσης – αν όχι κρίσης. 

Γιατί δεν γυρίζονται πια ρομαντικές ταινίες στο σινεμά; Facebook Twitter
Το «La La Land» (2016) είναι η εμπορικότερη και, ενδεχομένως, η πιο αγαπητή ρομαντική ταινία της δεκαετίας.

Δεν είναι τυχαίο που η εμπορικότερη και, ενδεχομένως, η πιο αγαπητή ρομαντική ταινία της δεκαετίας είναι το «La La Land» (2016) – προσέξτε το έτος παραγωγής, πόσο πίσω πάμε για να βρούμε τη μεγάλη επιτυχία του είδους δηλαδή. Στην ταινία του Νταμιάν Σαζέλ έχουμε δυο ανθρώπους που τα βρίσκουν εύκολα, χωρίζουν εξίσου εύκολα όταν λόγω εξελίξεων στην καριέρα τους πρέπει να περάσουν λίγο χρόνο χωριστά, αλλά στη μεγάλη της κορύφωση έχουμε μια μακροσκελή σεκάνς της ζωής που δεν έζησαν και δυο βλέμματα ηττημένα, λες και παρακολουθούμε τους εραστές της «Casablanca» (1941). Πρακτικά, είναι μια ταινία απευθυνόμενη σε ανθρώπους που, περισσότερο από τον έρωτα, θέλησαν το δράμα της ματαίωσής τους – τον (ανεκπλήρωτο ή ατυχή) έρωτα ως εξωτερικό λόγο για να εξηγηθεί ένα κενό που στην πραγματικότητα είναι 100% ενδογενές. Είναι και μια ταινία που βάζει την καριέρα σε πρωτοκαθεδρία, που δεν δίνει στο βραχυπρόθεσμο ξεβόλεμα μόνο διάσταση δραματικού γεγονότος ανάλογου της εισβολής των ναζί στο Παρίσι στην προαναφερθείσα «Casablanca» ή της βύθισης του πλοίου στον «Τιτανικό», αλλά λαμβάνει ως δεδομένη την «τραγική» του διάσταση.

Ίσως κόπασε η απήχηση εκείνων των larger than life ρομαντικών αφηγήσεων του παρελθόντος για «καταραμένους» εραστές και το λάθος στ’ αστέρια τους, για ερωτευμένους που κινούν βουνά ώστε να κρατήσουν ανοιχτό το φως ενός φωσφορίζοντος «για πάντα» που κινδυνεύει να πνιγεί από το πηχτό σκοτάδι της ρουτίνας και της καθημερινότητας. Ίσως το ρομαντικό σινεμά (ή το σινεμά που αφορά τις ερωτικές σχέσεις, τέλος πάντων) οφείλει να προσαρμοστεί, να καλύψει το ευρύ φάσμα από την παραδοσιακή, μακρόχρονη μονογαμική σχέση ως το (ιδιαιτέρως δημοφιλές) situationship και τις πάσης φύσεως πολυγαμικές συνθήκες με τρόπο ικανό να αγγίξει την ευαίσθητη χορδή των σύγχρονων θεατών και να αφυπνίσει την (προσαρμοσμένη στις τρέχουσες συνθήκες) ρομαντική τους διάθεση. Ίσως έτσι μπορέσει να ανακτήσει τη θέση του στο κινηματογραφικό τοπίο. Ίσως, πάλι, να το πετύχει ευκολότερα και γρηγορότερα αν οι εραστές του φορούν κολάν κι έχουν την ικανότητα να γίνονται αόρατοι ή να ανοίγουν πύλες στις τέσσερις γωνιές του πολυσύμπαντος με μια μικρή κίνηση του καρπού τους.

Οθόνες
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Movies

Οθόνες / Η σπαρταριστή επιστροφή των «Τρελών Σφαιρών» και 9 ακόμα λόγοι για να πάτε σινεμά

Ο Λίαμ Νίσον δείχνει την κωμική στόφα του, η Άλισον Μπρι και ο Ντέιβ Φράνκο πρωταγωνιστούν στην πιο αναμενόμενη ταινία τρόμου της χρονιάς, η νέα ταινία των αδερφών Νταρντέν και 4 επανεκδόσεις – Τι παίζει από σήμερα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
THE LIFO TEAM

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ντέπυ Γοργογιάννη: «Ο intimacy coordinator θα ενταχθεί και στη δική μας κουλτούρα»

Θέατρο / Πώς γυρίζουμε σήμερα μια σκηνή βιασμού;

Το θέατρο και ο κινηματογράφος διεθνώς επανεξετάζουν τον τρόπο με τον οποίο στήνονται οι ερωτικές και βίαιες σκηνές: μέχρι ποιο σημείο μπορεί να εκτεθεί ένα σώμα; Η Ντέπυ Γοργογιάννη εξηγεί τον ρόλο του intimacy coordinator και τον τρόπο που τίθενται τα όρια.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Πριν από το break, ο Γιώργος Λάνθιμος τα λέει όλα

Οθόνες / Γιώργος Λάνθιμος: «Το θέμα είναι πώς ξαναβρίσκεις τη χαρά»

Παραδέχεται πως η δημιουργία ενός έργου τέχνης δεν είναι μια ανώδυνη διαδικασία. Και πως χρειάζεται ένα διάλειμμα. Πήρε στάση απέναντι σε όσα συμβαίνουν στη Γάζα γιατί «Αν είσαι άνθρωπος με οποιαδήποτε ενσυναίσθηση, δεν μπορείς να μη μιλήσεις». Λίγο πρίν την κυκλοφορία της ταινίας Βουγονία που σκηνοθετεί, ο Γιώργος Λάνθιμος μίλησε στη LifO.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Θανάσης Βαλτινός: Η νουβέλα «Η Κάθοδος των Εννιά» του διακεκριμένου συγγραφέα

Οθόνες / «Η Κάθοδος των Εννιά»: Η διάσημη νουβέλα του Θανάση Βαλτινού

Πεθαίνει σαν σήμερα ο διακεκριμένος Έλληνας συγγραφέας. Αυτή είναι η ιστορία ενός από τα εμβληματικότερα βιβλία του και η βραβευμένη μεταφορά της στον κινηματογράφο, το 1984, από τον Χρίστο Σιοπαχά.
ΦΩΝΤΑΣ ΤΡΟΥΣΑΣ
Η Ιζαμπέλ Ιπέρ έπαιξε σε 120 ταινίες. Σε αυτές τις 10 ξεπέρασε τον εαυτό της

Οθόνες / Η Ιζαμπέλ Ιπέρ έπαιξε σε 120 ταινίες. Σε αυτές τις 10 ξεπέρασε τον εαυτό της

Με αφορμή το αφιέρωμα που ετοίμασε το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για μία από τις σπουδαιότερες ηθοποιούς της εποχής μας, επιλέγουμε 10 ταινίες της, στις οποίες έχει αποτυπωθεί η τεράστια υποκριτική της δυναμική και η ικανότητά της να μεταμορφώνεται εσωτερικά με κάθε ρόλο.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Βιμ Βέντερς: Τι θα δούμε στο μεγάλο αφιέρωμα που έρχεται στη Στέγη

Οθόνες / Βιμ Βέντερς: Τι θα δούμε στο μεγάλο αφιέρωμα που έρχεται στη Στέγη

Ένα μοναδικό μεγάλο αφιέρωμα στον σπουδαίο δημιουργό για ένα τριήμερο σε όλους τους χώρους της Στέγης, με προβολές των ταινιών του, ένα masterclass και μια συζήτησή του με την Αφροδίτη Παναγιωτάκου στην Κεντρική Σκηνή.
M. HULOT
Steve Blame: «Το σημαντικότερο πράγμα στη ζωή είναι να παραμένεις καλός άνθρωπος»

Οθόνες / Steve Blame: «Το σημαντικότερο πράγμα στη ζωή είναι η καλοσύνη»

Υπήρξε από τις πιο αναγνωρίσιμες διεθνώς τηλεοπτικές περσόνες, όντας ο κεντρικός παρουσιαστής του MTV. Σήμερα ο 66χρονος τηλεοπτικός παραγωγός, συγγραφέας και σεναριογράφος ζει πλέον μόνιμα στην Αθήνα, όμως ο έρωτας με την Ελλάδα κρατάει από πολύ παλιά. Ο Steve Blame αφηγείται τη ζωή του στη LifO.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Oι 10 Καλύτερες Ελληνικές Ταινίες των ‘20s μέχρι τώρα

Η λίστα / Oι 10 καλύτερες ελληνικές ταινίες των '20s μέχρι τώρα

Ποιες ελληνικές ταινίες της τρέχουσας δεκαετίας έχουν ξεχωρίσει μέχρι στιγμής; Ρωτήσαμε 20 κριτικούς κινηματογράφου, ανθρώπους του ευρύτερου κινηματογραφικού χώρου και αθεράπευτους σινεφίλ και σας παρουσιάζουμε το top 10 που προέκυψε μέσα από το συναρπαστικό, σύνθετο μωσαϊκό του σύγχρονου ελληνικού σινεμά.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
«Η αλήθεια είναι πως δεν μπορώ να εξηγήσω απόλυτα γιατί επιστρέφω διαρκώς εκεί»

Γειτονιές της Ελλάδας / «Επιστρέφοντας, μπορεί να πιάσουμε πάλι το νήμα»

Ο σκηνοθέτης Δημήτρης Κουτσιαμπασάκος μας μιλά για το χωριό όπου γεννήθηκε, το Αρματολικό στη νότια Πίνδο, αλλά και για το νέο του ντοκιμαντέρ, «Τα τέρματα του Αυγούστου», που διαδραματίζεται εκεί.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης έχει τα πιο ψαγμένα αφιερώματα

Οθόνες / Το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης έχει τα πιο ψαγμένα αφιερώματα

Από μια ρετροσπεκτίβα στην Ιζαμπέλ Ιπέρ μέχρι έναν πλήρη οδηγό του έργου του Γιώργου Τσεμπερόπουλου και από το spotlight στον Μαρσέλ Πανιόλ μέχρι μια ανατρεπτική ματιά στην έννοια του plot twist, οι θεματικές ενότητες του φεστιβάλ διατηρούν αμείωτο το ενδιαφέρον μας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Γιούλη Τσαγκαράκη: «Κάθε σπίτι έχει τον δικό του Νετανιάχου, τον δικό του Τραμπ»

Οθόνες / Γιούλη Τσαγκαράκη: Η θεία Σταματίνα από τις «Σέρρες» του Γιώργου Καπουτζίδη μιλά στη LifO

Η ταλαντούχα ηθοποιός με τον ρόλο της ίντερσεξ θείας έσπασε ταμπού και άνοιξε ξανά μια σειρά συζητήσεων για το φύλο, την LGBTQI+ κοινότητα, τα ανθρώπινα δικαιώματα. Πώς ετοιμάστηκε για το ρόλο; Πώς βλέπει τις αντιδράσεις;
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Τι θα δούμε στο 66ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης

Σινεμά / Τι θα δούμε στο 66ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης

Η νέα ταινία της Ιζαμπέλ Ιπέρ, φιλμ που έρχονται από τις Κάννες, πρεμιέρες, οι μικρού μήκους του Γιώργου Τσεμπερόπουλου και οι ελληνικές συμμετοχές των διαγωνιστικών τμημάτων είναι μερικοί από τους λόγους που θα μας στείλουν και φέτος στις αίθουσες του αγαπημένου κινηματογραφικού θεσμού.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Το αμερικανικό σινεμά δίνει τη μία μάχη μετά την άλλη

Pulp Fiction / Το αμερικανικό σινεμά δίνει τη μία μάχη μετά την άλλη

Προτροπή για αντίσταση ή παραίνεση για τρομοκρατία; Το αριστούργημα του Πολ Τόμας Άντερσον «Μια μάχη μετά την άλλη», οι εξαιρετικές πρόσφατες αλληγορίες «Weapons» και «Eddington», αλλά και οι αξέχαστες κινηματογραφικές αναφορές τους απασχολούν τον Θοδωρή Κουτσογιαννόπουλο και τον αρχισυντάκτη της LiFO Γιάννη Πανταζόπουλο.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Επιτρέπεται να θαυμάζουμε σήμερα τη Λένι Ρίφενσταλ;

Ιδέες / Επιτρέπεται να θαυμάζουμε σήμερα τη Λένι Ρίφενσταλ;

Με αφορμή το νέο ντοκιμαντέρ για μια από τις πιο αμφιλεγόμενες προσωπικότητες του 20ού αιώνα, ξαναθυμόμαστε τι είχαν απαντήσει στη LiFO οι Πέπη Ρηγοπούλου, Θωμάς Μοσχόπουλος, Δημήτρης Στεφανάκης, Θάνος Παπακωνσταντίνου, Πάνος Κούτρας και Θεόφιλος Τραμπούλης.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Boots»: Μια σειρά για το τι σημαίνει «να είσαι gay στον στρατό»

Οθόνες / «Boots»: Kάτι καλό θα κάνει αυτή η σειρά για να την αποκαλούν «woke σκουπίδι»

H τηλεοπτική σειρά οκτώ επεισοδίων του Netflix, που έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις, προσεγγίζει με μοναδικό και συγκινητικό τρόπο το θέμα της ομοφοβίας στον στρατό. 
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ