«ΠΛΗΘΟΣ Η ΦΙΛΟΛΟΓΙΑ των θαυμάτων για την σημερινή μεγάλη εορτή της χριστιανοσύνης και οι θρύλοι των πιστών άμμος!» γράφει ο αστυνομικός ρεπόρτερ Ευστάθιος Θωμόπουλος της εφημερίδας «Ακρόπολις» τον Δεκαπενταύγουστο του 1933.
«Οι κακόπιστοι ας μειδιούν και ας σκέπτωνται ό,τι θέλουν για την έλλειψι εγκύρων στοιχείων. Οι θρύλοι έχουν την αγία εγκυρότητα της πίστεως και αυτό σώνει και παρασώνει. Βλέπει κανείς αυτήν την αγία εγκυρότητα όχι μόνο στο βοερό και χαρμόσυνο πανηγύρι της Τήνου, αλλά παντού της Ελλάδος όπου –από τις όχθες του Έβρου ως τον μακρυνόν Ίσανο της Κρήτης– αναρίθμητα εκκλησάκια, σκαλωμένα σε άγριες και γραφικές αετοράχες, συγκεντρώνουν το 24ωρο της 15ης Αυγούστου άπειρα τα πλήθη των πιστών εις το προσκύνημα της γλυκυτέρας και υψηλοτέρας των ουρανών Θεοτόκου».
«Και όπως δεν μένει άνθρωπος δίκαιος ή άδικος», συνεχίζει ο Θωμόπουλος, «που να μη φθάσει με το τάμα του και το κεράκι του στο προσκύνημα της Μεγαλόχαρης στην γειτονική της περιοχής του εκκλησούλα της, άλλο τόσο δεν είναι και κανείς που να μη γνωρίζει ν' αφηγηθεί και από μία ιστορία θαύματος…»
«Η Παναγία κατά την γιορτή της τιμωρεί ακόμη και τους αισχροκερδείς. Και αφηγούνται σχετικώς οι Χιώτες για την Παναγία την Νερατζιώτισσα ότι μάρανε κατά τη νύχτα τα άνθη των νεραντζιών και των πορτοκαλιών σε κάποιον αισχροκερδή που πουλούσε πανάκριβα τις λουλουδένιες μαρμελάδες του».
Μέσα σ' αυτή την ανεξάντλητη φιλολογία, γενναίο είναι το μερίδιο των αφηγήσεων που αφορούν τους... «αστυνομικούς άθλους της Μεγαλόχαρης!». Δεν μπορεί να πει κανείς αν το μερίδιο αυτών των αγίων θρύλων είναι μεγαλύτερο από όλων των άλλων. Γεγονός είναι πάντως ότι, όπως διαβεβαίωσαν τον ρεπόρτερ της εφημερίδας «Ακρόπολις» οι αστυνομικοί, «παρ' όλη τη σύγχυση του απείρου πλήθους των προσκυνητών, τη θάλασσα των αναθημάτων, η όραση των “ποντικών” είναι ελαχίστη. Μηδαμινή, ανυπολόγιστη. Η Θεοτόκος μαζί με τ' άλλα σκέπει και προστατεύει την ασφάλεια και την περιουσία των πιστών, που έχουν φθάσει στα εκκλησάκια της για να προσφέρουν την λατρεία τους».
Για του λόγου το αληθές, ο Ευστάθιος Θωμόπουλος επικαλείται «το προ ετών εκδοθέν βιβλιαράκι του διοικητικού συμβουλίου του οργανισμού του ναού της Τήνου». Μέσα σε αυτό, μαζί με την ιστορία και τη σειρά των θαυμάτων του ιδρύματος, διαβάζει και μία περιπετειώδη, καθαρώς αστυνομικής φύσεως, υπόθεση, όπου «ο σηκώσας βέβηλον χείρα εις τα αναθήματα της Παναγίας, παραλύει και αυτοαποκαλύπτεται εις τους αστυνομικούς».
Και δεν είναι μόνο τα αντιλωποδυτικά θαύματα που αποδίδονται στη Θεομήτορα. Είναι και οι σωτήριες επεμβάσεις της σε ζητήματα τάξης, ηθικής και αισχροκέρδειας. «Γεγονός είναι», εξηγεί ο ρεπόρτερ, «ότι είτε διότι σκοπίμως από τους διευθύνοντες τα παλλαϊκά πανηγύρια του Δεκαπενταύγουστου πλάσθηκαν οι θρύλοι –κατά το "ο φόβος φυλάει τα έρημα"– είτε διότι συνέβησαν στην πραγματικότητα, η Μεγαλόχαρη στην παντοδυναμία της φορτώθηκε και τα βάρη της ιδιότητας του καταδιωκτικού λαγωνικού».

Οι αποδιδόμενοι στην Παναγία άθλοι
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Ε. Θωμόπουλου, αλλά χωρίς, όπως διευκρινίζει, να αναλαμβάνει την ευθύνη της αυθεντικότητάς τους, αυτοί είναι κάποιοι από τους αποδιδόμενους στην Παναγία άθλους:
«Ο περισσότερο ενδιαφέρων από τη σωρεία των άλλων είναι ο αναφερόμενος ως να έχει λάβει χώρα το 1930. Το πάθημα φορτώνεται σε ένα γνωστό άσσο της λαθροχειρίας, τον Κακάτιμο. Ο δαιμόνιος άνθρωπος, παραβαίνοντας την παράδοση των ομοίων του να σέβονται τους τόπους των αγίων προσκυνημάτων, αναμίχτηκε στο πλήθος των συνταραζομένων προ της θαυματουργού εικόνος και διά της μεθόδου του "πράσου" ξελάφρωσε δύο γυναίκας από το κομπόδεμα του μαντηλιού τους και το πορτοφόλι ενός άλλου. Ελαφρύς ξεγλίστρησε κατόπιν προς την έξοδο του ναού. Εν τούτοις ενώ ώρα ολόκληρη είχε περάσει, ο λωποδύτης –ω του θαύματος!– δεν μπορούσε να ξεκολλήσει από την πόρτα. Και έμενε εκεί με τα μαντήλια και το πορτοφόλι στα χέρια, ζαλισμένος, έως ότου η κραυγή μιας εκ των θυμάτων έκανε τον κόσμο ν' αναστατωθεί και τους αστυνομικούς να σπεύσουν προς το μέρος όπου αμήχανος ο Κακάτιμος περιφέρονταν. Εκεί και τον συνέλαβαν με την λεία της δεξιοτεχνίας του στα χέρια».
Παρόμοια σχεδόν είναι η αφήγηση η αναφερομένη ως «πάθημα δύο λωποδυτών που έβαλαν χέρι στο τάμα μιας ολοκλήρου κοινότητος, αποτελούμενο από έναν όγκο χρυσαφιού αξίας πολλών χιλιάδων δραχμών». Αυτοί απομακρύνθηκαν πολύ από τον ναό της Μεγαλόχαρης, αλλά αντί να στραφούν προς την παραλία, στράφηκαν προς το εσωτερικό του νησιού. Έχασαν και εκεί τον δρόμο και «ωσάν τρελλοί περιεφέροντο εις ένα πηγάδι, τρέχοντες γύρω από αυτό διά ν' ανακαλύψουν τον δρόμο! Τέλος, τους είδαν διαβαίνοντες χωρικοί, έτρεξαν κοντά τους, είδαν τα κλοπιμαία και τους συνέλαβαν!». Η Παναγία φέρεται και στις τρεις αυτές περιπτώσεις «συλλαμβάνουσα και παραδίδουσα τους λωποδύτας εις τας χείρας της Εξουσίας!».
Σκληρότερες επεμβάσεις της Μεγαλόχαρης
Στην Κρήτη εξάλλου αφηγούνται, μεταξύ άλλων, σκληρότερες επεμβάσεις της Μεγαλόχαρης: κάποιοι θέλησαν να κλέψουν ολόκληρο το περιεχόμενο του παγκαριού που ήταν γεμάτο από τις εισπράξεις της γιορτής. «Το πέτυχαν κόβοντας το κιγκλίδωμα του παραθυριού, από το οποίον μπουκάρησαν εντός του ναού». Δεν μπόρεσαν όμως να βγουν από τον ίδιο δρόμο και όχι μόνον δεν μπόρεσαν να βγουν, αλλά τα ίδια τα κομμένα σίδερα τους έπνιξαν. «Έκλεισαν πάλι μόνα τους –χάρις εις την αόρατον θείαν της επέμβασιν–, τους έκλεισαν τον λαιμό και την άλλη ημέρα τους εύρηκαν τούμπανο επάνω εις το παράθυρο και κάτω σωρούς χυμένα τα κλοπιμαία».
Επίσης, η Παναγία η Γηροκομίτισσα των Πατρών, στο μοναστηριακό εκκλησάκι της οποίας συγκεντρώνεται τη μέρα της Κοιμήσεώς της όλος ο νομός της Αχαΐας, έχει αναγνωρισθεί από τους πιστούς ως καθοδηγήτρια των καταδιωκτικών αρχών. Εκεί είχε γίνει αρπαγή ενός μέρους των θησαυρών των αναθημάτων από τους πιστούς της και οι ιερόσυλοι έφυγαν έφιπποι για να αποφύγουν τη σύλληψη. «Κανείς δεν είχε πάρει είδηση της κλοπής, διότι έγινε προς την χαραυγή, όταν η κούραση του ξενυχτιού και το αεράκι του Παναχαϊκού είχαν κλείσει τα βλέφαρα των πιστών σε γλυκύτατο υπνάκο. Αιφνιδίως όμως το άλογο του ανθυπομοιράρχου χλιμίντρησε και έκοψε το σχοινί από το δένδρο, στο οποίο ήταν δεμένο. Άρχισε να τρέχει, ο ανθυπομοίραρχος το πρόλαβε και πήδηξε πάνω του να το συγκρατήσει. Αλλά το θεόπνευστο άλογο στάθηκε μόλις μια στιγμή. Όταν ο ανθυπομοίραρχος το καβάλησε, έγινε σίφουνας. Οι χωροφύλακες, φοβούμενοι δυστύχημα, όρμησαν και αυτοί προς τα άλογά τους, ακλουθώντας το αφηνιασμένο άλογο του καπετάνιου. Κοντολογίς, ενώ ξημέρωνε, τα όργανα της χωροφυλακής χωρίς να το θέλουν βρέθηκαν αντιμέτωπα με τους αγιογδύτες, είδαν τί κρατούσαν και τους συνέλαβαν. Τότε ημέρεψε και το "θεόπνευστο" άλογο».
Στην Κύχρα της Ροδόπης η Μεγαλόχαρη έχει παρουσιάσει ακόμα και προσόντα ανιχνευτή. Αποκάλυψε δηλαδή σε έναν αποσπασματάρχη πού είχαν κρύψει οι λωποδύτες της γιορτής την είσπραξη του παγκαριού. Καθώς ο αποσπασματάρχης έτρεχε χωρίς να γνωρίζει πού πηγαίνει, σκόνταψε και έπεσε. Εκεί κάτω στη γη, είδε νεοσκαμμένο το μέρος, υποψιάσθηκε και όταν το έσκαψε βρήκε μέχρι τελευταίας δεκάρας τα κλοπιμαία.
«Η Παναγία κατά την γιορτή της τιμωρεί ακόμη και τους αισχροκερδείς. Και αφηγούνται σχετικώς οι Χιώτες για την Παναγία την Νερατζιώτισσα ότι μάρανε κατά τη νύχτα τα άνθη των νεραντζιών και των πορτοκαλιών σε κάποιον αισχροκερδή που πουλούσε πανάκριβα τις λουλουδένιες μαρμελάδες του. Αλλού πάλι έκανε ξύδι τα κρασιά και αλλού στείρεψε την πηγή, γιατί οι διπλανοί μαγαζάτορες από τον ναό της πωλούσαν ακριβά».
Η Θεοτόκος ως αστυνομία Ηθών
«Περισσότερον διασκεδαστική είναι η περίπτωσις του θαύματος που αφορά τους ερωτευμένους, οι οποίοι δεν συγκρατούν τας παρορμήσεις του αισθήματός των ούτε εις τους άγιους τόπους της Μεγαλόχαρης.
Την αφηγούνται σε όλες τις γωνίες της χώρας μας και διεκδικούν τη γνησιότητά της όλοι οι πιστοί Έλληνες. Ελαφρά είναι η παραλλαγή ανά τα διάφορα μέρη. Οπωσδήποτε, αφηγούνται με πλήθος λεπτομερειών ότι κάποτε ένας ερωτευμένος με την εκλεκτή του δεν σεβάστηκαν την Μεγαλόχαρη, στο πανηγύρι της οποίας είχαν πάει να προσκυνήσουν. Θέλησαν να φιληθούν. Αλλού λέγεται ότι "ο έρως των τους εξώθησεν έτι περαιτέρω". Πάντως όλοι βεβαιούν ότι οι ασεβείς ερωτευμένοι δεν μπορούσαν να ξεκολλήσουν τα χείλη τους. Έμεναν εκεί κολλημένοι παρ' όλες τας προσπάθειές τους, κοινός περίγελως του κόσμου των πιστών, έως ότου έγινε δέησις και ξεκόλλησαν!»
«Τοιουτοτρόπως η Θεομήτωρ», σχολιάζει κλείνοντας την έρευνά του ο Ευστάθιος Θωμόπουλος, «δεν ημπορείτε να έχετε αντίρρησιν – μαζί με τας τόσας θεοδωρήτους ενεργείας της υπέρ των πιστών ασθενών και μη, τους εξασφαλίζει την ασφάλειαν, την περιουσίαν των και την ηθικήν. Και είναι τελεσφόρος αυτή η πίστις προς την φιλολογίαν των... αστυνομικών θαυμάτων της. Ούτε λεηλασίαι σημειούνται από τους “ποντικούς” εις τα πλήθη των πιστών, ούτε η Τήνος π.χ. γίνεται τόπος ερωτικών ραντεβού. Τιμή και δόξα λοιπόν προς την πίστιν και από αυτής της πλευράς».