Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης: Η ζωή και το έργο ενός θρύλου της αρχαιολογίας
Kenneth Garrett, National Geographic Image Collection

Ο αρχαιολογικός θησαυρός της Νεκρόπολης του Τίλια Τεπέ περιλαμβάνει μια συλλογή από περίπου 20.000 χρυσά κτερίσματα και στολίδια που βρέθηκαν σε έξι τάφους (πέντε γυναικών και ενός άνδρα), με εξαιρετικά πλούσια κοσμήματα, που χρονολογείται ανάμεσα στον πρώτο αιώνα π.Χ. και στον πρώτο αιώνα μ.Χ. Μάλιστα, το Τιλιά Τεπέ θεωρήθηκε μια ανακάλυψη που σε επίπεδο πολύτιμου θησαυρού συγκρίθηκε από τους ειδικούς μόνο με τον τάφο του Τουταγχαμών.

Με τα ευρήματα της νεκρόπολης του ανακτόρου της Γκονούρ, ο Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης, απέδειξε ότι ο ελληνισμός εξαπλώθηκε στην περιοχή 1.600 χρόνια πριν από την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, στηρίζοντας με αποδείξεις τη σύνδεση του πολιτισμού του Ώξου με τον κρητομυκηναϊκό πολιτισμό. Ταυτόχρονα, αναπτύσσει τη θεωρία ότι ο ζωροαστρισμός πρωτοεμφανίστηκε στην περιοχή αυτή σε ανάκτορα και βωμούς που τα συνόδευαν ενδείξεις πυρολατρίας, κατά την τέλεση της οποίας γινόταν χρήση ναρκωτικής ουσίας κατασκευασμένης από όπιο, κάνναβη και εφέδρα.

Ο Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης ήταν φαινομενικά ένας απλός άνθρωπος που απολάμβανε τις χαρές της ζωής. Λάτρευε την κλασική μουσική, το φαγητό και προπάντων τη βότκα. Μεταξύ όλων αυτών διηγούνταν απίθανες στιγμές από τη ζωή του στις ερήμους του Τουρκμενιστάν και του Αφγανιστάν, όπου έφερε στο φως πολιτείες ολόκληρες με θαυμαστό πολιτισμό, πλούσιες σε χρυσάφι.

 

 

Από τον Γιάννη Πανταζόπουλο

31 Ιουλίου 2021

Η Νεκρόπολη του Τίλια Τεπέ είναι ένας αρχαιολογικός χώρος, μέρος της αρχαίας Βακτριανής, που σήμερα βρίσκεται στην Τζοουζτζάν, στο βόρειο Αφγανιστάν. Πρόκειται για τον φημισμένο αρχαιολογικό χώρο που έκανε τον ελληνικής καταγωγής αρχαιολόγο και ανασκαφέα του, Βίκτωρα Σαρηγιαννίδη, παγκοσμίως διάσημο χάρη στα εντυπωσιακά χρυσαφικά και λοιπά ευρήματα που έφερε στο φως. Το Ταλαγιέ Τεπέ ή Ταλά Τεπέ ή Τίλια Τεπέ, όπως τελικά έγινε γνωστό, σημαίνει «χρυσός λόφος» ή «χρυσό ύψωμα».

Ο αρχαιολογικός θησαυρός που ανακαλύφθηκε εκεί περιλαμβάνει μια συλλογή από περίπου 20.000 χρυσά κτερίσματα και στολίδια που βρέθηκαν σε έξι τάφους (πέντε γυναικών και ενός άνδρα), με εξαιρετικά πλούσια κοσμήματα, που χρονολογείται ανάμεσα στον πρώτο αιώνα π.Χ. και στον πρώτο αιώνα μ.Χ. Στέμματα, σκήπτρα, διαδήματα, περιδέραια, βραχιόλια και χιλιάδες περίτεχνα ελάσματα που έφεραν το ελληνικό δελφίνι, την Αριάδνη, την Αθηνά, την Αφροδίτη και επιγραφές του Διονύσου ήταν ραμμένα πάνω στα ρούχα επτά άγνωστων ηγεμόνων που ήταν θαμμένοι στον Χρυσό Λόφο. Μάλιστα, το Τιλιά Τεπέ θεωρήθηκε μια ανακάλυψη που σε επίπεδο πολύτιμου θησαυρού συγκρίθηκε από τους ειδικούς μόνο με τον τάφο του Τουταγχαμών.

Όπως διαβάζουμε σε δημοσιεύματα της εποχής, τα ευρήματα στον «χρυσό τύμβο» μαρτυρούσαν πολιτισμικές επιδράσεις από διάφορες περιοχές όπως η Ελλάδα, το Ιράν, η Ινδία, η Αίγυπτος, η Κίνα και η Σιβηρία. Για παράδειγμα, η Αφροδίτη με φτερά και βούλα στο μέτωπο συγκαταλέγεται στα στοιχεία που αποκάλυπταν μια ευρεία συνάντηση πολιτισμών, δηλαδή του ελληνικού, του ντόπιου, που λάτρευε τις φτερωτές θεότητες, και του ινδικού.

Ουσιαστικά, σε αυτό το μέρος άνθησε για δύο αιώνες μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου το ελληνιστικό βασίλειο της Βακτριανής. Επικεφαλής των αρχαιολογικών εργασιών, οι οποίες ξεκίνησαν το 1978, μόλις έναν χρόνο πριν από τη σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν, ήταν ο αρχαιολόγος Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης. Μαζί με την ομάδα του ήταν εκείνοι που έφεραν στο φως αυτούς τους μοναδικούς θησαυρούς και η ανακάλυψη αυτή χαρακτηρίστηκε από τις «μεγαλύτερες του αιώνα». Αυτός ο σημαντικός αρχαιολόγος, ο «Λέοντας της Καρακούμ», όπως τον αποκαλούσαν οι συνάδελφοί του, κέρδισε τη διεθνή αναγνώριση για το ανασκαφικό του έργο στο Αφγανιστάν και έκτοτε θεωρείται ένας θρύλος της παγκόσμιας αρχαιολογίας. Στην ανασκαφή αυτή συμμετείχαν εκατό Αφγανοί εργάτες αλλά και υπάλληλοι του Εθνικού Μουσείου της Καμπούλ.

DEV- Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης: Η ζωή και το έργο ενός θρύλου της αρχαιολογίας

Ταφικό αγαλματίδιο σε ανασκαφή και μετά την αποκατάσταση

Αεικίνητος, ακούραστος, παθιασμένος με τις αρχαιολογικές ανασκαφές και τις άγνωστες σελίδες της ιστορίας των πολιτισμών, ο Έλληνας Πόντιος της Τασκένδης, όπως τον γνώρισαν πολλοί, έχει αφήσει ανεξίτηλο το αποτύπωμά του στην ιστορία των ανασκαφών. Πραγματοποίησε ανασκαφές σε Ουζμπεκιστάν, Αφγανιστάν και Τουρκμενιστάν. Ο Σαρηγιαννίδης δημοσίευσε περίπου τριακόσιες επιστημονικές μελέτες, μεταξύ των οποίων τριάντα πέντε βιβλία που εκδόθηκαν σε διάφορες χώρες και σε πολλές γλώσσες. Ήταν επίτιμος ακαδημαϊκός της Ακαδημίας Επιστημών του Τουρκμενιστάν, μέλος της Εθνικής Ακαδημίας Ντέι Λίντσεϊ της Ιταλίας και μέλος της Ανθρωπολογικής Εταιρείας της Ελλάδας.

Η ανακάλυψη στον Χρυσό Λόφο της Βακτριανής, οι χαμένες στα βάθη της Ασίας ελληνιστικές πόλεις της Μαργιανής, ο πρώτος ζωροαστρικός ναός και ένα ανάκτορο στο Τουρκμενιστάν ηλικίας 4.500 ετών, που μοιάζει με εκείνα της Κνωσού, συνοδεύουν το αξεπέραστο επιστημονικό του έργο. Μάλιστα, είχε πει ο ίδιος: «Για την έρημο του Καρακούμ πίστευαν ότι δεν την είχε πατήσει ποτέ άνθρωπος. Πριν από τριάντα χρόνια αποφάσισα να δω αν αυτό αληθεύει. Και ανακαλύψαμε όχι μόνο την παρουσία του ανθρώπου αλλά τον πέμπτο πολιτισμό του κόσμου. Πριν, ξέραμε τους πολιτισμούς της Κίνας, της Ινδίας, της Αιγύπτου, της Μεσοποταμίας και τώρα γνωρίσαμε και ανακαλύψαμε τον πέμπτο πολιτισμό, αυτόν της Κεντρικής Ασίας, που είναι μια μικρή Μεσοποταμία. Σ’ αυτά τα τριάντα χρόνια ανακαλύψαμε επτά ναούς και ένα καταπληκτικό ανάκτορο. Αυτό το ανάκτορο ηλικίας 4.500 ετών είναι πρωτότυπο κατά το σχέδιό του και είχε σχέση με τα ανάκτορα της Μεσοποταμίας και της Ελλάδας, ενώ η περιοχή, βάσει των ευρημάτων, αποδεικνύεται πως είναι η πατρίδα του ζωροαστρισμού, που ως τη στιγμή της ανασκαφής ήταν γνωστός μόνο από φιλολογικές μαρτυρίες».

Γεννήθηκε στην Τασκένδη στις 23 Σεπτεμβρίου 1929 από Πόντιους γονείς που είχαν μεταφερθεί από τη Γιάλτα στο Ουζμπεκιστάν. Ο πατέρας του, Ιωάννης, γεννήθηκε σε ένα χωριό κοντά στην Τραπεζούντα και το 1927 παντρεύτηκε στην Κριμαία την Αθηνά Παπαδοπούλου, η οποία προερχόταν από οικογένεια εμπόρων της Γιάλτας.

Η αδελφή του Ίνα Σαρηγιαννίδη αφηγείται στη LiFO: «Ο Βίκτωρας ήταν ένας άνθρωπος αφοσιωμένος στην επαγγελματική του ενασχόληση. Είχε καταφέρει να μετατρέψει το χόμπι του σε δουλειά. Οφείλω, όμως, να σας πω ότι μικρός δεν ήθελε να γίνει αρχαιολόγος αλλά ανακριτής. Ωστόσο, όταν ήρθε η στιγμή να μπει στο πανεπιστήμιο, στην Τασκένδη, κρατούσε στα χέρια του το ελληνικό διαβατήριο, με αποτέλεσμα να του πουν: “Δεν θα γίνεις ποτέ ανακριτής”. Βέβαια, και σε αυτή την περίπτωση η τότε Σοβιετική Ένωση του ζήτησε να καταθέσει το διαβατήριό του, αλλιώς τα όνειρά του για τις ανασκαφές θα έσβηναν διά παντός. Τελικά, αναγκάστηκε να υποχωρήσει και στράφηκε στην αρχαιολογία, για την οποία έλεγε ότι έχει σχέση κατά κάποιον τρόπο με την ανάκριση, αφού εξερευνάς και μελετάς τα αρχαία πράγματα».

Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης: Η ζωή και το έργο ενός θρύλου της αρχαιολογίας

Χρυσό ειδώλιο αιγάγρου. Βασιλική νεκρόπολη στον Τιλιά Τεπέ της Βακτριανής. 1ος αι. π.Χ.-1ος αι. μ.Χ. Υδη.5,2 εκ., μηκ. 4εκ., βαρ. 18,1 γρ. Το χυτό, εξαιρετικής τέχνης κτέρισμα αποτελούσε ίσως τμήμα κάποιας ευρύτερης σύνθεσης.

 

Σπούδασε στο Κρατικό Πανεπιστήμιο Κεντρικής Ασίας στην Τασκένδη, απ’ όπου αποφοίτησε το 1953, ενώ το 1961 πήρε το μάστερ Αρχαιολογίας Εγγύς και Μέσης Ανατολής από το Ινστιτούτο Αρχαιολογίας της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών στη Μόσχα.

Ήδη από το 1947-48, ως φοιτητής, συμμετείχε σε αρχαιολογικές αποστολές, ενώ στα μέσα της δεκαετίας του 1950 μετακόμισε στη Μόσχα και έγινε συνεργάτης του Ινστιτούτου Ιστορίας του Υλιστικού Πολιτισμού (σήμερα Ινστιτούτο Αρχαιολογίας Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών), όπου συνέχισε τις σπουδές του και εξειδικεύτηκε στο τμήμα Αρχαιολογίας της Μέσης Ανατολής. Εκείνη την περίοδο ξεκίνησαν και οι αποστολές του στο νότιο Τουρκμενιστάν. Από το 1955 και μέχρι το τέλος της ζωής του εργαζόταν στο Ινστιτούτο Αρχαιολογίας της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών.

«Την αγάπησε την επιστήμη του και έγινε συνώνυμο της ζωής του. Όλη του τη ζωή σχεδόν εργάστηκε στο Ινστιτούτο Αρχαιολογίας της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών στη Μόσχα. Επίσης, ήταν τυχερός διότι στην αρχή δεν ήταν επικεφαλής της ανασκαφής στο Αφγανιστάν αλλά μόνο ενός τμήματος. Κατά τη διάρκεια των εργασιών συνειδητοποίησε ότι μπροστά του κάτι στο έδαφος έλαμπε. Από εκείνη τη στιγμή ήρθε στην επιφάνεια μία από τις μεγαλύτερες ανακαλύψεις και έγραψε ιστορία ως ο άνθρωπος που βρήκε τη νεκρόπολη του Γκονούρ στο έδαφος του σημερινού Τουρκμενιστάν και εντυπωσιακούς βασιλικούς τάφους στο βόρειο Αφγανιστάν» λέει η κ. Σαρηγιαννίδη. Και συμπληρώνει: «Τον θυμάμαι να αναφέρεται στην ανακάλυψη της Μαργιανής, δηλαδή του προϊστορικού Τουρκμενιστάν, και να υποστηρίζει ότι η έρημος Καρακούμ ήταν ακατοίκητη. Με τις συγκεκριμένες ανασκαφές ανακάλυψε τον πέμπτο πολιτισμό του κόσμου μετά τους αρχαίους πολιτισμούς της Κίνας, της Ινδίας, της Αιγύπτου και της Μεσοποταμίας. Επίσης, η Μαργιανή συμπεριλαμβάνεται στα γνωστά κέντρα πολιτισμού της Εποχής του Χαλκού, ενώ η ανασκαφή αυτή έφερε στο φως τον προϊστορικό οικισμό Γκονούρ, πρωτεύουσα της Μαργιανής, και νεκροταφείο με πλούσια ευρήματα, κινητά και ακίνητα. Φυσικά, αμφισβητήθηκε και από πολλούς συναδέλφους του, αλλά να υπενθυμίσουμε ότι το 2004 ήταν ο μόνος που πήγε στην πόλη της Καμπούλ για να κρίνει αν τα χρυσά που βρίσκονταν στο κρατικό θησαυροφυλάκιο ήταν τα πρωτότυπα και δεν είχε κλαπεί τίποτε από τους Ταλιμπάν». Στο σημείο αυτό η κ. Ίνα Σαρηγιαννίδη ανατρέχει στο παρελθόν: «Σχετικά με το πώς είναι δυνατό να βρέθηκαν σε παζάρια του Πακιστάν και σε παλαιοπωλεία της Ευρώπης διάφορα χρυσά αντικείμενα από το Τιλιά Τεπέ, ο Βίκτωρας πίστευε ότι προέρχονταν από τρεις ανεξερεύνητους από εκείνον τάφους του τύμβου, οι οποίοι θεωρούσε ότι είχαν συληθεί μετά την αποχώρηση των Σοβιετικών αρχαιολόγων».

Τι θυμάται πιο έντονα απ’ αυτόν; «Μεγαλώσαμε μαζί. Ποτέ δεν ξεχνώ τη ζωηράδα του, το κέφι του και την ατελείωτη ενέργειά του. Του άρεσε πολύ το τάβλι. Παθιαζόταν σε κάθε παιχνίδι. Δεν έχανε κανένα γλέντι, πάντα ήταν πρωταγωνιστής στις παρέες και με το χιούμορ του κέρδιζε τους πάντες. Ήταν ένας άνθρωπος που αγαπούσε τη ζωή σε όλες τις μορφές της. Και όλα τα βίωνε στον υπερθετικό βαθμό. Είχα χαρεί πολύ όταν ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωστής Στεφανόπουλος τον είχε τιμήσει με τον Χρυσό Σταυρό του Τάγματος της Τιμής της Ελληνικής Δημοκρατίας. Ο Βίκτωρας ήταν μια ξεχωριστή προσωπικότητα με πολυάριθμες αρετές. Αξίζει να τον θυμόμαστε όχι επειδή ήταν αδελφός μου αλλά επειδή άφησε ένα τεράστιο έργο στον τομέα της αρχαιολογίας» λέει συγκινημένη.

 
 

Από την πλευρά της, η κ. Ραχήλ Καπόν, από το φωτεινό διαμέρισμα της οδού Μακρυγιάννη στο οποίο βρίσκονται οι ομώνυμες εκδόσεις, μου λέει για τον διαπρεπή αρχαιολόγο: «Σπουδαίος άνθρωπος ο Βίκτωρας. Καλόκαρδος, ευφυής και με ιδιαίτερη αίσθηση του χιούμορ. Συνεργαστήκαμε στενά και καταφέραμε να δημιουργήσουμε ιστορικά λευκώματα τα οποία απεικονίζουν τις αρχαιολογικές ανασκαφές και τον πλούτο που βρέθηκε στα χώματα της Ασίας. Του άρεσαν η απλότητα, η ειλικρίνεια και δεν είχε κανένα ίχνος έπαρσης. Τον διέκριναν η μεθοδικότητα, το πείσμα και η υπομονή».

Μαζί με τον σύζυγό της λένε στη LiFO: «Με τον Βίκτωρα Σαρηγιαννίδη γνωριστήκαμε μέσω του Γιώργου Χουρμουζιάδη το 1997, όταν ετοιμάζαμε την έκδοσή μας “Το χρυσάφι του κόσμου”. Ο Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης ήταν φαινομενικά ένας απλός άνθρωπος που απολάμβανε τις χαρές της ζωής. Λάτρευε την κλασική μουσική, το φαγητό και προπάντων τη βότκα. Μεταξύ όλων αυτών μας διηγούνταν απίθανες στιγμές από τη ζωή του στις ερήμους του Τουρκμενιστάν και του Αφγανιστάν, όπου έφερε στο φως πολιτείες ολόκληρες με θαυμαστό πολιτισμό, πλούσιες σε χρυσάφι. Εκεί άφησαν τα ίχνη τους οι στρατιές του Μεγάλου Αλεξάνδρου, στις εσχατιές του αρχαίου κόσμου. Σε αυτές τις ανακαλύψεις, αποτέλεσμα επίμονου και πολύμοχθου έργου, αφιέρωσε ολόκληρη τη ζωή του, στη μελέτη, ανάδειξη και προστασία τους».

Και προσθέτουν: «Είχαμε τη χαρά να συνεργαστούμε στο “Χρυσάφι του κόσμου”, όπου συμπεριλάβαμε πολλές φωτογραφίες των ανεκτίμητων ευρημάτων του από την αρχαία Βακτριανή, που μερικά χρόνια αργότερα αντίκρισε το διεθνές κοινό για πρώτη φορά στο Μουσείο Guimet στο Παρίσι, αφότου ανακαλύφθηκε ότι σαν από θαύμα είχαν διασωθεί από τον πόλεμο που ταλάνιζε το Αφγανιστάν. Τα δύο βιβλία που κάναμε μαζί για την ανάδειξη του έργου του “Margiana and Protozoroastrism” (1998) και “Necropolis of Gonur” (2007) προβάλλουν την άψογη οργάνωση και μεθοδικότητα με την οποία εργαζόταν, από την ανασκαφή, την καταγραφή και τη μελέτη των ευρημάτων έως την υποδειγματική δημοσίευσή τους, και αποτελούν την παρακαταθήκη ενός ακούραστου, σεμνού εργάτη του πολιτισμού. Η επίσημη αναγνώριση των παραπάνω από ελληνικής πλευράς ήρθε όταν η Ακαδημία Αθηνών βράβευσε το “Necropolis of Gonur” το 2007. Εμείς θεωρούμε ότι ήμασταν ιδιαίτερα τυχεροί που στο διάβα της εκδοτικής μας πορείας συναντήσαμε τον Βίκτωρα ως επιστήμονα, άνθρωπο και φίλο και πάντοτε τον θυμόμαστε με αισθήματα αγάπης και θαυμασμού».

Στη συνέχεια, η κ. Καπόν μού δείχνει φωτογραφίες από τις ανασκαφές αλλά και τα πλίνθινα σπιτάκια στα οποία έμενε ο παγκοσμίου φήμης σκαπανέας. Το βλέμμα μου στέκεται στο βιβλίο του «Margiana and Protozoroastrism», στο οποίο παρουσιάζονται τα αποτελέσματα των ανασκαφών που πραγματοποίησε ο Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης στο αρχαίο βασίλειο της Μαργιανής, οι οποίες αποκάλυψαν έναν άγνωστο πολιτισμό της 2ης χιλιετίας π.Χ., και η θρησκεία του, γνωστή ως «ιρανικός παγανισμός», που αποτέλεσε τη βάση για τον ζωροαστρισμό.

Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης: Η ζωή και το έργο ενός θρύλου της αρχαιολογίας

- Η «Αφροδίτη της Βακτριανής». Χρυσό χυτό ειδώλιο με έκτυπο ανάγλυφο, που φέρει στην πίσω όψη τρεις κρίκους για στερέωση. Η θεά εικονίζεται πτερωτή. Υψ. 5 εκ., πλ.2,6 εκ., βαρ. 14 γρ.

- Δύο κοσμήματα κεφαλής με παράσταση βασιλιά πλαισιωμένου από δράκοντες. Από τον Τιλιά Τεπέ της Βακτριανής. 1ος π.Χ. -1ος μ.Χ. αι. 12,5 x 6,5 εκ., συνολ.βαρ.107,8 γρ. Χυτά, με διπλές όψεις και ένθετους ημιπολύτιμους λίθους.

Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης: Η ζωή και το έργο ενός θρύλου της αρχαιολογίας

Ασύλητος σκυθικός γυναικείος τάφος του 4ου αι.π.Χ. Κίεβο, Μουσείο Ιστορικών Θησαυρών της Ουκρανίας. Βρέθηκαν 250 ορθογώνια σφυρήλατα πλακίδια, βραχιόλια, δακτυλίδια και μεγαλόπρεπο στέμμα. Διακρίνονται ακόμη πήλινο σκεύος και καθρέπτης.

Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης: Η ζωή και το έργο ενός θρύλου της αρχαιολογίας

Πόρπη με παράσταση Διονύσου και Αριάδνης. Από τάφο στον Τιλιά Τεπέ της Βακτριανής. 1ος αι.π.Χ.-1ος αι. μ.Χ. Χυτευμένος χρυσός με έκτυπο ανάγλυφο και ένθετα τυρκουάζ και σμάλτο. Υψ.6,5 εκ., πλατ. 7 εκ., βάρος 92,27 γρ.

Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης: Η ζωή και το έργο ενός θρύλου της αρχαιολογίας

- Χρυσή ζώνη από τον τέταρτο τάφο στον Τιλιά Τεπέ της Βακτριανής. 1ος αι. π.Χ.-1ος αι. μ.Χ. Αποτελείται από πλεκτή ταινία και εννέα κυκλικά πλακίδια με παράσταση γυναικείας μορφής πάνω σε λιοντάρι. Μηκ. 97,5 εκ., πλ. 2 εκ., διαμ. 4 εκ., συν. Βαρ. 840 γρ.

- Από τον τέταρτο τάφο στον Τιλιά Τεπέ της Βακτριανής. 1ος αι. π.Χ.-1ος αι. μ.Χ. Τα χρυσά πλακίδια στη ράχη του νεκρού βρέθηκαν σχεδόν στη θέση τους, καθώς τα κοσμήματα ήταν ραμμένα πάνω στο ένδυμα.

Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης: Η ζωή και το έργο ενός θρύλου της αρχαιολογίας

- Η λεγόμενη «βασίλισσα των Σκυθών» από τον έκτο τάφο στον Τιλιά Τεπέ της Βακτριανής. 1ος αι. π.Χ. -1ος αι. μ.Χ. Στη θέση ταφής διακρίνεται το στέμμα, οι περόνες και άλλα κοσμήματα

- Χρυσό στέμμα από τον παραπάνω τάφο. Σε πλατιά ταινία στηρίζονται πέντε δένδρα (εικονίζονται τα τρία) κατάφορτα με πουλιά κα άνθη. Τα άνθη έχουν έξι πέταλα απ’ όπου κρέμονται δισκάρια και στο κέντρο φέρουν ένθετα τυρκουάζ και μαργαριτάρια. Μηκ.ταινίας 45 εκ., πλ.ταινίας 2,5 εκ., υψ. Δένδρων 13 εκ., συν.βαρ.214,14 γρ.

Επίσης, ξεφυλλίζοντας την αγγλόφωνη μελέτη με τίτλο «Η νεκρόπολη του Γκονούρ», εκπλήσσομαι από τα ευρήματα των ανασκαφών της νεκρόπολης με τους 3.000 τάφους. Σε αυτόν τον συναρπαστικό τόμο παρουσιάζονται και οι ανθρωπολογικές παρατηρήσεις που βασίστηκαν στους σκελετούς και στα πολυάριθμα ευρήματα. «Βλέπουμε χάλκινα και κεραμικά, λίθινα και οστέινα αντικείμενα, κοσμήματα, γλυπτά, σφραγίδες και λεπτοδουλεμένα ψηφιδωτά. Τα έργα αυτά, εφάμιλλα των καλλιτεχνικών δημιουργιών των μεγάλων κέντρων εκείνης της εποχής, μαρτυρούν ότι η τέχνη της Μαργιανής γνώρισε μεγάλη άνθηση στη 2η χιλιετία π.Χ.», εξηγεί η κυρία Καπόν.

Μεταξύ των πολλών ευρημάτων από την αρχαία Μαργιανή ήταν και σφραγίδες που παρουσίαζαν θεματική ομοιότητα με αντίστοιχες του κρητομυκηναϊκού πολιτισμού. Αυτό ισχυροποιεί το γεγονός ότι τα φύλα των Αχαιών που έφθασαν στην Ελλάδα στις αρχές της 2ης χιλιετίας π.Χ. αλλά και τα φύλα που την ίδια περίοδο κατευθύνθηκαν στην έρημο Καρακούμ συνυπήρχαν την 4η και 5η χιλιετία σε μια κοινή πολιτισμική κοιτίδα στην Ανατολή.

Όση ώρα συζητάμε με την κ. Καπόν συνειδητοποιούμε ότι μέσα στον τόμο «Margiana and Protozoroastrism» υπάρχει ακόμη ένα δακτυλογραφημένο κείμενο του Σαρηγιαννίδη που έχει τον τίτλο «Η Ελλάδα των Αχαιών και η Κεντρική Ασία - Μια επανατοποθέτηση του προβλήματος». Εκεί σημείωνε ο σημαντικός αρχαιολόγος: «Οι αρχαιολογικές έρευνες των δύο τελευταίων δεκαετιών στην Κεντρική Ασία, ιδιαίτερα στη Βακτρία και στη Μαργιανή, οδήγησαν στην ανακάλυψη ενός άγνωστου μέχρι τώρα πολιτισμού αρχαίου ανατολικού τύπου. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι αυτό το βακτριανο-μαργιανό κέντρο παρουσιάζει αρκετά σαφείς αντιστοιχίες με το νοτιοδυτικό Ιράν (Ελάμ) και κατά έμμεσο τρόπο με τη Μεσοποταμία και τη Συρία».

Σε άλλο σημείο του ίδιου κειμένου εξηγεί: «Οι μορφές των ανθρώπων-πτηνών ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένες στον κόσμο των Σύρων και των Χετταίων και στο κέντρο Βακτρίας - Μαργιανής. Εδώ παρίσταναν θεότητες του τοπικού βακτρικού πανθέου, που κάθονται περήφανα σε θρόνους, σε πραγματικά είτε φανταστικά ζώα. Από αυτή την άποψη ενδεικτική είναι η παράσταση σε σφραγίδα της κρητο-μυκηναϊκής περιόδου, στην οποία ημίγυμνη γυναίκα κάθεται σε φανταστικό ζώο, πράγμα που θυμίζει έντονα ανάλογη σύνθεση σε σφραγίδα της Βακτρίας […]. Χαρακτηριστικές για την τέχνη των Αχαιών της Ελλάδας είναι οι σκηνές με τους ακροβάτες που υπερπηδούν ταύρους, παρόμοιες παραστάσεις ανακαλύπτονται απροσδόκητα και στην Κεντρική Ασία. Αναφέρουμε ενδεικτικά την κυλινδρική σφραγίδα από τη Μαργιανή (μέσα της 2ης χιλιετίας π.Χ.) με παράσταση ακροβάτη που πραγματοποιεί άλμα επί κοντώ. Σε άλλο φυλαχτό διατηρήθηκε παράσταση μαινόμενου ταύρου και των ποδιών ιπτάμενου από πάνω του ανθρώπου. Και οι δύο αυτές συνθέσεις επιβεβαιώνουν αδιαμφισβήτητα ότι στη Μαργιανή ήταν διαδεδομένες τελετουργίες συνδεόμενες με ακροβάτες που πραγματοποιούσαν άλματα επί κοντώ πάνω στους ταύρους».

Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης: Η ζωή και το έργο ενός θρύλου της αρχαιολογίας

Εγχειρίδιο αμφίσημο, σιδερένιο, με χρυσή λαβή και χρυσή θήκη, διακοσμημένο με ένθετα τυρκουάζ. Στον άξονα της θήκης αναπτύσσεται σκηνή με πέντε ζώα που συνεχίζεται και στη λαβή, στην κυκλική άκρη της οποίας εικονίζεται μικρή αρκούδα. Μηκ. 37,5 εκ., βαρ. 433,95 γρ.

Λεπτομέρεια της λαβής του παραπάνω εγχειριδίου με τη χαριτωμένη μορφή μικρής αρκούδας.

 

Ας θυμηθούμε τι έγραφε ο Μανόλης Ανδρόνικος στον πρόλογο του βιβλίου του Βίκτωρα Σαρηγιαννίδη «Βασιλικοί τάφοι στη Βακτριανή»: «Σπάνια μπορείς να συναντήσεις Νεοέλληνα που να γνωρίζει την ιστορία που έγραψαν οι παλαιοί εκείνοι Έλληνες στη Bακτριανή κι ακόμη πιο πέρα, στη χώρα των Iνδών, ύστερα από τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Αρχικά οι περιοχές αυτές ανήκαν στο κράτος των Σελευκιδών. Από τα μέσα, όμως, του 3ου π.X. αιώνα άρχισαν οι πρώτες προσπάθειες τοπικών ηγεμόνων για ανεξαρτησία και λίγο πριν από το 210 π.X. ο Eυθύδημος, Έλληνας από τη Mαγνησία, αναγορεύεται βασιλιάς της Bακτριανής και κόβει νομίσματα με την προτομή του από τη μια και τον καθιστό Ηρακλή από την άλλη. Το ελληνοβακτριανό βασίλειο συνεχίζει την κυριαρχία του, κάποτε με λαμπρή παρουσία, έως τον Γάγγη ποταμό μέχρι τα μέσα περίπου του 1ου π.X. αιώνα, όταν ο τελευταίος ηγεμόνας, ο Eρμαίος, αναγκάζεται να υποκύψει περί το 30 π.X. στους εισβολείς Kουσάν που θα δημιουργήσουν το δικό τους ισχυρό βασίλειο από τα μέσα του 1ου μ.X. αιώνα και ύστερα».

Ουσιαστικά, η βασιλική νεκρόπολη του Tιλιά Tεπέ μαρτυρεί ότι ανήκει στη δεύτερη-τρίτη γενιά των νομάδων Γιουέντζι - Kουσάν, οι οποίοι έβαλαν τέλος στο ελληνοβακτριανό κράτος, αλλά στη συνέχεια θέλησαν να αντιγράψουν τον ελληνικό πολιτισμό των ελληνιστικών χρόνων. Κάπως έτσι οι νομάδες μετατράπηκαν σε αριστοκράτες οι οποίοι έχτισαν νέες πόλεις και φορούσαν ενδυμασίες διακοσμημένες με χρυσό, ενώ οι ηγεμόνες Γιουέντζι - Kουσάν είχαν τεράστια πλούτη στην κατοχή τους, τα οποία είχαν αποκτήσει ως λάφυρα. Αυτός ήταν και ο λόγος που δημιούργησαν τη νεκρόπολη, με την ταφή να γίνεται συνήθως πριν από το ξημέρωμα, αλλά να έχουν και τη δυνατότητα να ελέγχουν τα ταφικά μνημεία στα οποία ενυπήρχε ανεκτίμητος πλούτος. Όπως διαβάζουμε στο έργο του Βίκτωρα Σαρηγιαννίδη «Βασιλικοί τάφοι στη Βακτριανή»: «Oι τάφοι συγκεντρώνονται στο δυτικό τμήμα του λόφου, το οποίο ελεγχόταν αρκετά καλά από το κάστρο της πόλης Γιεμσί Tεπέ που βρισκόταν προφανώς το παλάτι της ντόπιας βασιλικής δυναστείας. Οι συγγενείς μέσα από το παλάτι, κοιτάζοντας απλώς από το παράθυρο, ήταν σε θέση να έχουν υπό τον έλεγχό τους τους τάφους που έκρυβαν αμύθητα πλούτη.

Στη συλλογή ευρημάτων του Tιλιά Tεπέ ξεχωρίζουν ορισμένες ομάδες αντικειμένων, οι οποίες αντανακλούν και διαφορετικές πολιτιστικές τεχνοτροπίες και παραδόσεις. H πρώτη ομάδα αποτελείται από λιγοστά αντικείμενα εισαγωγής, στα οποία συμπεριλαμβάνονται καθρέπτες που προέρχονται από την Κίνα, οστέινα τεχνουργήματα από την Ινδία, μαζί και το χτένι με εγχάρακτη διακόσμηση, νομίσματα από την Παρθία, την Ινδία, τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Στη δεύτερη ενότητα ανήκουν αντικείμενα κατασκευασμένα με ελληνιστική τεχνοτροπία, τα οποία έπεσαν λάφυρα στα χέρια νομάδων κατακτητών. Παράδειγμα αποτελεί το υπέροχο αγαλματίδιο αίγαγρου, το οποίο είναι κατασκευασμένο σύμφωνα με τις καλύτερες ρεαλιστικές παραδόσεις της ελληνιστικής τέχνης. Την τρίτη, σπουδαιότερη ενότητα, την απαρτίζουν τα αντικείμενα με τεχνοτροπία της ύστερης ελληνιστικής περιόδου, τοπικής προελεύσεως. Εδώ ανήκουν τα ελάσματα με την παράσταση ανθρώπου με πόδια φιδιού, με δελφίνι στον ώμο και κουπί στο χέρι. Οι δύο πόρπες από τον δεύτερο και τον τρίτο τάφο, που αποδίδουν το δημοφιλές στον κόσμο της Μεσογείου θέμα των “ερώτων πάνω στα δελφίνια”, υπογραμμίζουν ακόμα περισσότερο την απομάκρυνση από τις παλιές ελληνικές παραδόσεις».

Τι θυμάται πιο έντονα απ’ αυτόν; «Μεγαλώσαμε μαζί. Ποτέ δεν ξεχνώ τη ζωηράδα του, το κέφι του και την ατελείωτη ενέργειά του. Του άρεσε πολύ το τάβλι. Παθιαζόταν σε κάθε παιχνίδι. Δεν έχανε κανένα γλέντι, πάντα ήταν πρωταγωνιστής στις παρέες και με το χιούμορ του κέρδιζε τους πάντες. Ήταν ένας άνθρωπος που αγαπούσε τη ζωή σε όλες τις μορφές της. Και όλα τα βίωνε στον υπερθετικό βαθμό. Είχα χαρεί πολύ όταν ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωστής Στεφανόπουλος τον είχε τιμήσει με τον Χρυσό Σταυρό του Τάγματος της Τιμής της Ελληνικής Δημοκρατίας. Ο Βίκτωρας ήταν μια ξεχωριστή προσωπικότητα με πολυάριθμες αρετές. Αξίζει να τον θυμόμαστε όχι επειδή ήταν αδελφός μου αλλά επειδή άφησε ένα τεράστιο έργο στον τομέα της αρχαιολογίας» λέει συγκινημένη.

 
 

Για περίπου τριάντα πέντε χρόνια ο Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης, κάτω από αντίξοες συνθήκες στην άγρια έρημο του Καρακούμ της Τουρκμενίας, μένοντας σε σκηνή, εκτεθειμένος σε αμέτρητα επικίνδυνα φίδια, ανακαλύπτει το άγνωστο στον επιστημονικό κόσμο βασίλειο της Μαργιανής. Με τα ευρήματα της νεκρόπολης του ανακτόρου της Γκονούρ απέδειξε ότι ο ελληνισμός εξαπλώθηκε στην περιοχή 1.600 χρόνια πριν από την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, στηρίζοντας με αποδείξεις τη σύνδεση του πολιτισμού του Ώξου με τον κρητομυκηναϊκό πολιτισμό. Ταυτόχρονα, αναπτύσσει τη θεωρία ότι ο ζωροαστρισμός πρωτοεμφανίστηκε στην περιοχή αυτή σε ανάκτορα και βωμούς που τα συνόδευαν ενδείξεις πυρολατρίας, κατά την τέλεση της οποίας γινόταν χρήση ναρκωτικής ουσίας κατασκευασμένης από όπιο, κάνναβη και εφέδρα.

Αναμφίβολα, ο Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης άνοιξε νέους δρόμους στην αρχαιολογία, εργάστηκε αδιάκοπα στους μυθικούς τόπους που αγάπησε ο Κωνσταντίνος Καβάφης και αποκάλυψε άγνωστα κεφάλαια στην ιστορία του παγκόσμιου πολιτισμού. Ήταν και παραμένει ένας θρύλος της αρχαιολογίας με τεράστιο κύρος, διεθνή αναγνώριση και ανασκαφικό έργο, οικουμενικό και διαχρονικό.

Πέθανε στην πόλη της Μόσχας. Το ημερολόγιο έγραφε 23 Δεκεμβρίου 2013. Σήμερα, ο διακεκριμένος αρχαιολόγος είναι θαμμένος στο νεκροταφείο Τροεκούροβσκογε της ρωσικής πρωτεύουσας.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ