Ο άντρας που (ξε)πέφτει: Για τη «Σεροτονίνη» του Ουελμπέκ

Ο άντρας που (ξε)πέφτει: Για τη «Σεροτονίνη» του Ουελμπέκ Facebook Twitter
Ο Ουελμπέκ μιλάει για έναν άνδρα που στο λάθος του παραμένει ένας άνδρας με τιμή και ντροπή, δηλαδή για έναν άνδρα προς εξαφάνιση όπως και η παλιά Γαλλία της παραγωγής και της προόδου.
0



ΑΝΑΦΕΡΟΜΑΣΤΕ ΣΥΧΝΑ στα λεγόμενα «γυναικεία» μυθιστορήματα (συνήθως κακέκτυπα μυθιστορημάτων που μιλάνε μάλλον προσβλητικά για κακέκτυπα γυναικών) αλλά να που υπάρχει και «ανδρική» λογοτεχνία. Όχι με την έννοια φυσικά ότι απευθύνεται κυρίως σε κιτς ανδρικά στερεότυπα αλλά, αντιθέτως, που μιλάει με πολύ βαθύ τρόπο για κάτι που έχει πάψει να είναι της μοδός, αν θεωρείται καν ότι υπάρχει, πλέον: για την ανδρική ψυχή. Αυτό ακριβώς είναι η «Σεροτονίνη» του Μισέλ Ουελμπέκ (εκδ. Εστία), ένα βιβλίο για έναν άνδρα που πέφτει.

Για το ουελμπεκικό σύμπαν δεν είναι φυσικά καθόλου καινούργιο όλο αυτό. Σχεδόν όλο το έργο του απηχεί κατά βάση αυτή τη διάσταση: μονήρεις άνδρες μέσης ηλικίας, σχετικά επιτυχημένοι επαγγελματικά στην πρότερη ζωή τους αλλά πλέον σε πλήρες προσωπικό αδιέξοδο, ικανό μάλιστα να τους οδηγήσει έως τον αργό και βασανιστικό θάνατο. Αυτό συμβαίνει και στην «Υποταγή» αλλά και στον «Χάρτη και την Επικράτεια». Ο κεντρικός ήρωας παρακμάζει την ίδια ώρα δε που βιώνει βαθιά παρακμή και η ίδια του η χώρα, η Γαλλία, βυθισμένη στα δικά της αδιέξοδα, οικονομικά, πολιτικά, ιδεολογικά, ανθρωπολογικά.

Ο ηττημένος άνδρας –και κυρίως ο ντροπιασμένος άνδρας που έχει πληγώσει ανεπανόρθωτα τους γύρω του, ερωμένες και φίλους του– σκάβει ένα λαγούμι πολλών μέτρων, χώνεται μέσα για πάντα και εξαφανίζεται από όλους και από όλα. Δεν μυξοκλαίγεται, δεν συνεχίζει να πληγώνει τους γύρω του με τις ανόητες ρητορείες του, και δεν κάνει τον τζάμπα μάγκα – διότι γνωρίζει ότι στην πραγματικότητα φέρθηκε σαν χυδαίος και πρόστυχος μαλάκας.

Αλλά τι σημαίνει για τον Ουελμπέκ ένας άνδρας που πέφτει; Εκείνο είναι που με ενδιαφέρει εδώ περισσότερο να αναδείξω. Δεν πρόκειται ακριβώς για έναν loser ή έναν παραιτημένο από τη ζωή. Θα αφεθεί βέβαια τελικά να φθάσει ως τον θάνατο ή σε μια ζωή ανούσια και καταθλιπτική αλλά όχι επειδή έτσι είναι ο χαρακτήρας του και η κλίση του. Αυτός ο ουελμπεκικός άνδρας που πέφτει είναι πάντα ένας άνδρας που αναζητεί τη γυναίκα και την αγάπη της (στη Σεροτονίνη περισσότερο από ποτέ και πιο ανοικτά από ποτέ), που ψάχνει αγωνιωδώς τη συνάντηση με εκείνη αλλά που δεν μπορεί να τη βρει, παρότι την έχει συναντήσει και είχε σαφώς την ευκαιρία του να ευτυχήσει μαζί της.

Με άλλα λόγια, δεν μπορεί να τη βρει καθαρά από τα δικά του ψυχικά αδιέξοδα, θύμα του κακού ανδρικού του εγωισμού, μιας υπόστασης που τον κατατρέχει από τότε που ήταν άνθρωπος των σπηλαίων, μέχρι σήμερα στα χρόνια του ναρκισιστικού Instagram και του πλήθους αποτυχημένων ή ανούσιων γάμων. Έτσι ο πεσμένος αυτός άνδρας επιλέγει την απόσυρση ως ένα είδος αυτοτιμωρίας και αυτοταπείνωσης. Είδε την ευτυχία να περνά με τη μορφή μιας υπέροχης συντρόφου, και επειδή την κλώτσησε, ξέρει ότι πρέπει να πληρώσει το τίμημα, αν είναι ειλικρινής με τον εαυτό του, και κυρίως αν είναι άνδρας.

Ο ηττημένος άνδρας –και κυρίως ο ντροπιασμένος άνδρας που έχει πληγώσει ανεπανόρθωτα τους γύρω του, ερωμένες και φίλους του– σκάβει ένα λαγούμι πολλών μέτρων, χώνεται μέσα για πάντα και εξαφανίζεται από όλους και από όλα. Δεν μυξοκλαίγεται, δεν συνεχίζει να πληγώνει τους γύρω του με τις ανόητες ρητορείες του, και δεν κάνει τον τζάμπα μάγκα – διότι γνωρίζει ότι στην πραγματικότητα φέρθηκε σαν χυδαίος και πρόστυχος μαλάκας. Αν κάτι λοιπόν μπορεί να διασώσει από την ανδρική του υπόσταση μπορεί να είναι μόνο αυτό: να το βουλώσει και να αυτοταπεινωθεί.

Αλλιώς ο άνδρας που πέφτει γίνεται ένας άνδρας που ξεπέφτει. Δηλαδή στην ουσία ένας μη άνδρας, ένας κοινός ξεφτίλας που όχι μόνο απέτυχε σε όλα τα βασικά στη ζωή του (δηλαδή στις ανθρώπινες σχέσεις), αλλά δεν μπορεί να διαχειριστεί αξιοπρεπώς ούτε την παρακμή του, και αποδεικνύεται έτσι δυο φορές μαλάκας: την πρώτη διότι πλήγωσε ανθρώπους που δεν το άξιζαν με τίποτε αλλά και μια δεύτερη φορά διότι συνέχισε να αυτοεξευτελίζεται χάρη στο γελοίο ναρκισισμό του που βλέπει όλους τριγύρω του ως αντικείμενα προς χρήση, σε έναν κόσμο στα μέτρα του.

Είναι πολύ ξεκάθαρο αυτό που θέλω να πω: ο άνδρας που ξεπέφτει είναι ένας μη άνδρας που έχει υποτάξει την ντροπή και την τιμή του στην αδυναμία του. Είναι με άλλα λόγια ένας άνθρωπος που δεν ντρέπεται, που δεν νιώθει να θέλει η γη να τον καταπιεί αφότου εκείνοι που πλήγωσε είδαν σε πλήρες φως τον ξεπεσμό του και τη χυδαιότητά του. Είναι εκείνος που συνεχίζει να «εξηγεί» και να ρητορεύει δημοσίως και να αυτοβιογραφείται (λες και ενδιαφέρει κανέναν ο αξιοθρήνητος εαυτός του) με μια δήθεν μελαγχολική εσάνς στα λόγια του για να δείξει δήθεν την «ευαισθησία» του – αυτός ο αναίσθητος ξεδιάντροπος, ο χυδαίος υποκριτής που ποτέ δεν θα μπορέσει και κυρίως ούτε θα θελήσει να έρθει ειλικρινά ενώπιον του πραγματικού εαυτού του.

Και ακόμη χειρότερα θα συνεχίσει να υποκρίνεται και να εξαπατά τους γύρω του μέχρι να τους απαλλάξει κάποια στιγμή από τη μίζερη ύπαρξή του (αν και συνήθως όλο αυτό το υποκριτικό παιχνίδι του εξασφαλίζει την μακροζωία, διότι ως γνωστό, οι καλύτεροι φεύγουν πάντα νωρίτερα από κάτι τέτοια ανθρωπάρια).

Προσοχή όμως στον γορίλα, διότι οι μεταμφιέσεις του είναι διαρκείς και τα προσωπεία του πάμπολλα. Είτε ως καλόβολος και ανεκτικός άνθρωπος που ενίοτε το παίζει δε και θύμα της ζωής, είτε ως διανοούμενος ή άνθρωπος της τέχνης (για να εξαγνίσει τις αμαρτίες του), θα επινοήσει πολλούς εαυτούς για να πιει το αίμα όσων τον προσεγγίζουν, σαν άλλο βαμπίρ που τρέφεται από εκείνους που έκαναν κάποτε το λάθος να τον εμπιστευτούν.

Ο Ουελμπέκ μιλάει για έναν άνδρα που στο λάθος του παραμένει ένας άνδρας με τιμή και ντροπή, δηλαδή για έναν άνδρα προς εξαφάνιση όπως και η παλιά Γαλλία της παραγωγής και της προόδου. Αντιθέτως, ο άνδρας που επιβιώνει σήμερα (και ακούγεται να μιλάει περισσότερο και πιο ηχηρά) είναι ο ξεπεσμένος άνδρας, ο ξεφτίλας άνδρας, ο μη άνδρας. Όχι αυτός που έχει και θηλυκά χαρακτηριστικά (αυτό είναι το ζητούμενο, άλλωστε, θα ήταν προχώρημα) αλλά εκείνος που έχει χάσει όλα τα ανδρικά, παραμένοντας μόνο άνδρας στην όψη και στην αστυνομική του ταυτότητα, και σε τίποτε άλλο.

Οι παλιοί τον έλεγαν με μια λέξη πολύ περιγραφική και εύηχη («κουφαλίτσα»), εγώ θα περιοριζόμουν να πω ότι αξίζει μόνο την απόλυτη περιφρόνησή μας. Θα συγχωρούσα πάντως και όσους υποστήριζαν ότι όσον αφορά τους χαμερπείς, η εκδίκηση είναι ένα πιάτο που τρώγεται ωραιότατα κρύο.

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

100 βιβλία που ξεχωρίσαμε για αυτό το καλοκαίρι

Βιβλίο / 100 βιβλία να διαβάσεις κάτω από ένα αρμυρίκι ή στην πόλη με το κλιματιστικό στο φούλ

Κλασική λογοτεχνία, σύγχρονοι συγγραφείς, δοκίμια, ιστορία, αυτοβελτίωση, βιβλία για το «μικρό» να μην είναι όλη την ώρα στο iPad. Kάτι για όλους για να περάσει όμορφα, ήσυχα και ποιοτικά το καλοκαίρι.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΜΑΡΙΑ ΔΡΟΥΚΟΠΟΥΛΟΥ
Κι όμως, πέρασε μισός αιώνας από την αυγή των Talking Heads

Βιβλίο / Κι όμως, πέρασε μισός αιώνας από την αυγή των Talking Heads

Τέτοιες μέρες πριν από πενήντα χρόνια, το γκρουπ έκανε το ντεμπούτο του στην σκηνή του θρυλικού κλαμπ CBGB στη Νέα Υόρκη, κι ένα νέο βιβλίο ακολουθεί την πορεία τους από τις πρώτες τους ημέρες μέχρι το είδος εκείνο της επιτυχίας που συνήθως έρχεται με τα δικά της προβλήματα
THE LIFO TEAM
Η βιογραφία του Μίλαν Κούντερα κυκλοφόρησε μόλις στα ελληνικά

Βιβλίο / Η βιογραφία του Μίλαν Κούντερα κυκλοφόρησε μόλις στα ελληνικά

Η Γαλλίδα κριτικός λογοτεχνίας της «Monde», Φλοράνς Νουαβίλ, στο «Μίλαν Κούντερα: Γράψιμο... Τι ιδέα κι αυτή!», αποκαλύπτει καίριες στιγμές και συγγραφικές αλήθειες του καλού της φίλου, αναιρώντας όλες τις κατηγορίες που συνδέονταν με το όνομά του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Πάουλο Σκoτ

Βιβλίο / Πάουλο Σκoτ: «Στη Βραζιλία ο ρατσισμός είναι παντού, στη λογοτεχνία, στους στίχους της σάμπα»

Πότε ρεαλιστικό, πότε στρατευμένο, πότε αστυνομικής υφής, πότε μια τρελή και ξεκαρδιστική σάτιρα. Οι «Φαινότυποι» του Πάουλο Σκοτ είναι ένα αξιοσημείωτο βιβλίο. Μιλήσαμε με τον Βραζιλιάνο συγγραφέα για τη λογοτεχνία, την κατάσταση στη Βραζιλία και την αξία των λογοτεχνικών βραβείων.
ΒΕΝΑ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Κώστας Σπαθαράκης, εκδότης.

Κώστας Σπαθαράκης / Κώστας Σπαθαράκης: «Δεν έχουμε αφηγήσεις για τις ερωτικές μας σχέσεις, για τα νιάτα μας»

Για τον άνθρωπο πίσω από τις εκδόσεις αντίποδες, το μεγαλύτερο όφελος ήταν ότι, ενώ του άρεσε να είναι χωμένος μέσα στα βιβλία – μια μοναχική και ίσως ναρκισσιστική συνήθεια –, στην πορεία έμαθε να τη μετατρέπει σε εργαλείο κοινωνικότητας και επαφής με τους γύρω του.
M. HULOT
Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού

Βιβλίο / Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: «Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού»

Ο πολυβραβευμένος Κολομβιανός συγγραφέας μιλά στη LiFO για τη βία που στοιχειώνει τη χώρα του, τη δύναμη της λογοτεχνίας να ανασύρει όσα κρύβει η Ιστορία, αλλά και για την αρχαιοελληνική φιλοσοφία ως σταθερή επιρροή του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
H Gen Z όχι μόνο διαβάζει αλλά συγχρόνως αλλάζει και την ίδια την έννοια της ανάγνωσης

Βιβλίο / Η Gen Z δεν διαβάζει απλώς· επαναπροσδιορίζει την ανάγνωση

Οι εκπρόσωποι αυτής της γενιάς λατρεύουν την απόδραση, παίρνουν την λεγόμενη fan fiction τόσο σοβαρά όσο και τη λίστα Booker, αναβιώνουν κλασικά βιβλία από την Τζέιν Όστεν έως τον Ντοστογιέφσκι και μοιράζονται ιστορίες στις δικές τους κοινότητες.
THE LIFO TEAM
Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Βιβλίο / Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Ο Πέρσιβαλ Έβερετ έγραψε ένα άκρως επίκαιρο, δεδομένων των τελευταίων ημερών, βιβλίο, που ταυτόχρονα φιλοδοξεί να καταστεί κλασικό, για τον ρατσισμό και τη χαμένη ανθρωπιά, και κέρδισε το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας των ΗΠΑ και το Πούλιτζερ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη, κιθαρίστα και σκιτσογράφο Κώστα Μπέζο, που ξαναγράφει την ιστορία της Ελλάδας πριν από το 1940

Βιβλίο / «Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη Κώστα Μπέζο

Τη δεκαετία του ’30 άνθισε στην Ελλάδα ένα μουσικό είδος «διαφυγής» από τη σκληρή πραγματικότητα, οι χαβάγιες. Ο Κώστας Μπέζος, αινιγματική μορφή μέχρι πρόσφατα και σημαντικός ρεμπέτης και σκιτσογράφος, έγραψε μια ανείπωτη ιστορία, διαφορετική από αυτή που η επίσημη ιστορία έχει καταγράψει για την εποχή του Μεσοπολέμου.  
M. HULOT
Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Βιβλίο / Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Η Καταλανή συγγραφέας, που έχει εξελιχθεί σε σημείο αναφοράς της σύγχρονης queer λογοτεχνίας, μεταφράζεται παγκοσμίως και τη θαυμάζει ο Αλμοδόβαρ, μιλά στη LiFO για το τι σημαίνει να ζεις ελεύθερα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΠΕΞ Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Βιβλίο / Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Το πρώτο βιβλίο του Φάνη Παπαδημητρίου είναι μια συγκινητική εξομολόγηση για το ατύχημα στα 19 του που τον καθήλωσε σε αμαξίδιο, την πάλη του με τον τζόγο και τον αγώνα που έδωσε να ξαναφτιάξει τη ζωή του «μετά το τσουνάμι που ήρθε και τα σάρωσε όλα».
M. HULOT
«Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Το πίσω ράφι  / «Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Πιστή στην κλασική μορφή του μυθιστορήματος, αλλά ταυτόχρονα ανατρεπτική και μεταμοντέρνα, η καυστική σάτιρα του Τζόναθαν Κόου για τη βρετανική άρχουσα τάξη των αρχών της δεκαετίας του ’90 διαβάζεται μονορούφι.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ