Η συναρπαστική διαδρομή του Κώστα Γαβρά, όπως αποτυπώνεται στην αυτοβιογραφία του Facebook Twitter
Η αυτοβιογραφία του Γαβρά αγκαλιάζει κορυφαίες στιγμές και σημαδιακές φυσιογνωμίες των τελευταίων εξήντα χρόνων, μιλά για θριάμβους, για αποτυχίες, για σχέδια που ναυάγησαν αλλά και για προτάσεις που απορρίφθηκαν, και αναδεικνύει τη συναρπαστική διαδρομή ενός ανθρώπου ο οποίος δεν ξέχασε ποτέ από πού ήρθε και δεν ξιπάστηκε ποτέ με όσα κατάφερε.

Η συναρπαστική διαδρομή του Κώστα Γαβρά, όπως αποτυπώνεται στην αυτοβιογραφία του

0

Γάλλος υπήκοος πάνω από μισό αιώνα, ο Κώστας Γαβράς έχει δεχτεί από την Ελλάδα διάφορες προτάσεις για αξιώματα – διευθυντής του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου, πρόεδρος του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, υπουργός Πολιτισμού...

Τις περισσότερες τις αρνήθηκε χωρίς πολλούς ενδοιασμούς. Εκείνη, πάντως, που τον αναστάτωσε όσο καμία άλλη, αφήνοντάς τον άγρυπνο κάμποσα μερόνυχτα, ήταν αυτή που δέχτηκε το καλοκαίρι του 2014. Το τι ακριβώς συνέβη το εξηγεί χαρτί και καλαμάρι στις τελευταίες σελίδες της αυτοβιογραφίας του (κυκλοφορεί σε λίγες μέρες από τον Gutenberg).

«Κατά τα τέλη Ιουλίου», γράφει, «η γυναίκα του φίλου μου και μεγάλου τραγουδιστή Γιώργου Νταλάρα, η Άννα, μου τηλεφωνεί για να μου ζητήσει να συναντήσω έναν φίλο τους, ο οποίος είχε να μου κάνει μία "σημαντική, πάρα πολύ σημαντική πρόταση". Η φωνή της Άννας είχε ένα παράξενο, συγκινημένο τρεμούλιασμα, σαν να ήξερε την πρόταση, χωρίς όμως να μπορεί να την αποκαλύψει. Ύστερα από δύο ημέρες ο "φίλος" κατέφθασε με δύο μπουκάλια από το καλύτερο ούζο (...). Στο Ίντερνετ είχα μελετήσει το βιογραφικό του: υπουργός της παρούσας συμμαχικής κυβέρνησης της δεξιάς με τους σοσιαλιστές, πολλές φορές υπουργός στις προηγούμενες σοσιαλιστικές κυβερνήσεις. Οι εξτρεμιστές είχαν επιχειρήσει πολλές φορές να τον σκοτώσουν. Ο υπουργός, ο άνθρωπος, στεκόταν απέναντί μου. Επί σχεδόν μισή ώρα μού έκανε μια πλήρη ανάλυση, βαθιά απαισιόδοξη, της κατάστασης στην Ελλάδα (...) Είχε την άποψη ότι ο δεξιός πρωθυπουργός, ο Σαμαράς, ήταν ένας καλός διαχειριστής χωρίς κάτι παραπάνω, ότι ο σοσιαλιστής αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, ο Βενιζέλος, ήταν σκέτη καταστροφή και ότι ο Τσίπρας ήταν καλός, αλλά η ομάδα του ήταν διασπασμένη και η μισή παρέμενε βαθύτατα εχθρική προς την Ευρώπη... Αναρωτιόμουν πού το πήγαινε. "Μόνο ένας Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορεί να δώσει μια νέα ώθηση, μια νέα ορμή, μια νέα ελπίδα για να αλλάξει η χώρα". "Όχι κι αυτό πια!" είπα μέσα μου»...

Μια ζωή στρατευμένος στο αίτημα για ελευθερία και έτοιμος να καταγγείλει κάθε εκτροπή προς τον ολοκληρωτισμό, ο σκηνοθέτης που δημιούργησε ένα καινούργιο κινηματογραφικό είδος, το πολιτικό θρίλερ, θέτοντας τις χολιγουντιανές φόρμες στην υπηρεσία της αμφισβήτησης και της αντίστασης, ακόμα και σήμερα, ενστικτωδώς, αντιμετωπίζει τους άλλους με «φιλοφροσύνη».


Παρότι η σύζυγός του όχι μόνο δεν ενθουσιάστηκε αλλά τον απείλησε ότι δεν πρόκειται να τον ακολουθήσει, ο Κώστας Γαβράς, κολακευμένος, φλέρταρε σοβαρά με την ιδέα να παίξει προς το τέλος της ζωής του έναν σημαντικό ρόλο στη χώρα από την οποία κατάγεται.


Έναν μήνα αργότερα, εντούτοις, τον Αύγουστο του 2014, έχει πια αντιληφθεί τι ακριβώς διακυβευόταν: «Η κυβέρνηση αναζητούσε μια συναινετική προσωπικότητα, η οποία θα μπορούσε να συσπειρώσει γύρω από το όνομά της τα δύο τρίτα των βουλευτών. Τα κίνητρα, ο ζήλος του υπουργού, του επαίτη επισκέπτη μου, δεν είχαν παρά μόνο έναν στόχο: έψαχναν για έναν μισθοφόρο, έναν πυροσβέστη που θα απέτρεπε την προαναγγελθείσα καταστροφή, την επικείμενη νίκη του Τσίπρα στις εκλογές. Αποφάσισα να κόψω κάθε επαφή...».

Με τίτλο δανεισμένο από μια φράση του Καζαντζάκη («Πήγαινε εκεί που δεν μπορείς να πας»), ογκώδης (κοντά στις πεντακόσιες σελίδες), διαρθρωμένη γύρω από τις ταινίες του (με τη σειρά που αυτές γυρίστηκαν) και πλημμυρισμένη στα κύρια ονόματα (συγγραφέων, ηθοποιών, κινηματογραφιστών, πολιτικών), η αυτοβιογραφία του Γαβρά αγκαλιάζει κορυφαίες στιγμές και σημαδιακές φυσιογνωμίες των τελευταίων εξήντα χρόνων, μιλά για θριάμβους, για αποτυχίες, για σχέδια που ναυάγησαν αλλά και για προτάσεις που απορρίφθηκαν, και αναδεικνύει τη συναρπαστική διαδρομή ενός ανθρώπου ο οποίος δεν ξέχασε ποτέ από πού ήρθε και δεν ξιπάστηκε ποτέ με όσα κατάφερε.

Η συναρπαστική διαδρομή του Κώστα Γαβρά, όπως αποτυπώνεται στην αυτοβιογραφία του Facebook Twitter
Αυτοπορτρέτο. © Costa-Gavras.


Μια ζωή στρατευμένος στο αίτημα για ελευθερία και έτοιμος να καταγγείλει κάθε εκτροπή προς τον ολοκληρωτισμό, ο σκηνοθέτης που δημιούργησε ένα καινούργιο κινηματογραφικό είδος, το πολιτικό θρίλερ, θέτοντας τις χολιγουντιανές φόρμες στην υπηρεσία της αμφισβήτησης και της αντίστασης, ακόμα και σήμερα, ενστικτωδώς, αντιμετωπίζει τους άλλους με «φιλοφροσύνη».

Όπως παραδέχεται, τα πρώτα του χρόνια στη Γαλλία κούναγε το κεφάλι και χαμογελούσε στους συνομιλητές του σαν να συμφωνούσε μαζί τους, για να φανεί ευχάριστος. Όσο κι αν δυσφορούσε, παρέμενε δέσμιος «μιας σχολικής, θρησκευτικής και κοινωνικής εκπαίδευσης γεμάτης από φόβους και υποταγές».


Γρήγορα ανακάλυψε ότι οι Γάλλοι συνομήλικοί του συνήθιζαν να κρατούν μια στάση ίσου προς ίσον, όρθωναν ανάστημα. «Αργότερα είδα και τα παιδιά μου να το κάνουν, κι αυτό με γέμισε χαρά. Ενώ εγώ, για να το πετύχω, πρέπει να κάνω προσπάθεια».


Η αυτοβιογραφία του Γαβρά ξεκινά με την έλευσή του στο Παρίσι, τον Οκτώβριο του '55, στα 22 του. Για ένα παιδί κυνηγημένου αριστερού, χωρίς πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων, το να εγκαταλείψει τη μετεμφυλιακή Ελλάδα «δεν σήμαινε "έναν μικρό θάνατο" αλλά το να ξαναγεννηθείς».


Σήμαινε «να ξεφύγεις από τη μιζέρια, όχι την οικονομική μιζέρια, που το πολύ πολύ τη συνηθίζεις, αλλά την άλλη, αυτή στην οποία κάθε ελπίδα για μελλοντικά σχέδια είναι αδιανόητη. Το να φύγεις ήταν να πας προς το φως».

Η συναρπαστική διαδρομή του Κώστα Γαβρά, όπως αποτυπώνεται στην αυτοβιογραφία του Facebook Twitter
Στα γυρίσματα του Ζ στην Αλγερία.


Πιτσιρικάς, στο χωριό, έβοσκε πρόβατα. Νεαρός, στην Αθήνα, πριν ενταχθεί στο χορευτικό συγκρότημα της Δόρας Στράτου, δούλευε ως παιδί για όλες τις δουλειές. Σε ένα από τα πολλά φλασμπάκ που διανθίζουν την αφήγησή του μαθαίνουμε πως είχε επιχειρήσει να καταταγεί στη Λεγεώνα των Ξένων, αλλά λόγω ηλικίας δεν τα κατάφερε.


Να τος όμως τώρα, φοιτητής στη Σορβόννη, να διασχίζει τους «μαιάνδρους και τα εκκωφαντικά σοκάκια» της ξένης γλώσσας, να εισχωρεί «στον γαλαξία των λέξεων που, διαδεχόμενες η μία την άλλη, διηγούνται τη ζωή, τους άντρες, τις γυναίκες, που προκαλούν το γέλιο ή το κλάμα, το πέταγμα ή το γκρέμισμα, που εν τέλει σου επιτρέπουν να πας εκεί που είναι αδύνατον να πας». Μια διαδικασία που του προκαλούσε, όπως γράφει, «μεταφυσική ανησυχία όσο και μια διαρκώς ανανεούμενη ικανοποίηση».


Παράλληλα με τις φιλολογικές σπουδές του παρακολουθεί τις προβολές στη Σινεματέκ, τις οποίες προλογίζει ο Ανρί Λανγκλουά. Εκεί μαθαίνει για την ύπαρξη της περίφημης IDHEC και αποφασίζει να δοκιμάσει την τύχη του. Η εργασία του –μια πεντασέλιδη έκθεση για την αρχαία τραγωδία‒ και οι ειλικρινείς απαντήσεις του στη συνέντευξη που ακολούθησε τού εξασφαλίζουν πρόσβαση σ' ένα περιβάλλον «μεθυστικό».


Η διετής φοίτησή του στη σχολή έχει «πρωτόγνωρη πυκνότητα». Βασικά, σπουδάζει σκηνοθεσία, αλλά παρακολουθεί κι άλλα μαθήματα ‒μοντάζ, καδράρισμα, ήχο, σκηνογραφία, φωτογραφία, εμφάνιση, εκτύπωση του φιλμ‒, ό,τι απαιτείται για να δημιουργηθεί ένα σύμπαν εκ του μηδενός.


«Ήδη από την ανάλυση των πρώτων φιλμ που κάναμε είχα καταλάβει ότι με το γράψιμο ενός σεναρίου έπρεπε να σκεφτείς παράλληλα και το μοντάζ».


Ώσπου ν' αποφοιτήσει, το '59, και να πιάσει δουλειά ως βοηθός βοηθού σκηνοθέτη, έχει αντιληφθεί επίσης ότι η «σκηνοθεσία δεν διδάσκεται». Το πιστεύει και σήμερα: «Η σκηνοθεσία είναι μια υπόθεση αποκλειστικά προσωπικού οράματος, επιδεξιότητας και, ιδιαίτερα, ταλέντου».

Η συναρπαστική διαδρομή του Κώστα Γαβρά, όπως αποτυπώνεται στην αυτοβιογραφία του Facebook Twitter
Με τον Υβ Μοντάν στις Κάννες το 1969.


Καθώς ο Γαβράς ανακαλεί τα χρόνια που πρωταρχικό του μέλημα ήταν η επιβίωση και η προοπτική να υπογράφει τις δικές του ταινίες έμοιαζε ουτοπική –«στη Γαλλία η συντριπτική πλειονότητα των σκηνοθετών προερχόταν από τη μεγαλοαστική τάξη»‒, παίρνουμε για γερή γεύση της πολιτικής και καλλιτεχνικής ατμόσφαιρας που επικρατούσε στο Παρίσι και γινόμαστε κοινωνοί όσων διδάχτηκε ο ίδιος πλάι σε σπουδαίους κινηματογραφιστές, όπως ο Ρενέ Κλεμάν, ο Ανρί Βερνέιγ, ο Κρις Μαρκέρ, ο Ρενέ Κλερ.


Έτσι εξηγείται και η αμφιθυμία του απέναντι στο Νέο Κύμα, αυτήν «τη φωτιά που την τροφοδοτούσε η όρεξη της ανανέωσης» αλλά και μια «διάθεση κατεδάφισης», και ένας «αισθητικός φανατισμός».


Ακόμα πιο αποφασιστικές αποδείχτηκαν οι συναντήσεις του με τη Σιμόν Σινιορέ, τον Ιβ Μοντάν, τον Χόρχε Σεμπρούν, καθώς και με τη μετέπειτα σύζυγό του Μισέλ Ρέι. Μια γυναίκα που ερωτεύτηκε με πάθος και την οποία εξακολουθεί να θαυμάζει για την αποστασιοποίησή της από τη φήμη και την εξουσία – «τις αντιμετωπίζει με σεβασμό, αλλά χωρίς αποδοχή ή δουλικότητα».

Η συναρπαστική διαδρομή του Κώστα Γαβρά, όπως αποτυπώνεται στην αυτοβιογραφία του Facebook Twitter
Ο Κωστας Γαβράς με την Sissy Spacek στο Φεστιβάλ των Καννών τo 1982.


Όσο μεγάλο ήταν το σοκ που δέχτηκε ο Γαβράς με τον πρώτο μισθό του ως βοηθού σκηνοθέτη («ποτέ στο εξής δεν ξανααισθάνθηκα τόσο πλούσιος») άλλο τόσο ήταν όταν άκουσε την –ήδη βραβευμένη με Όσκαρ Σινιορέ να τον προτρέπει να της απευθύνεται με το μικρό της όνομα («Ευχαρίστως Σιμόν» απάντησε, νιώθοντας την ίδια στιγμή «λίγο βλαχαδερό»).

Θυμάται ακόμα τη δική της απάντηση όταν της έδωσε να διαβάσει το πρώτο του σενάριο για το «Διαμέρισμα Δολοφόνων»: «Δεν είναι, βέβαια, το "Θωρηκτό Ποτέμκιν", αλλά είναι μια ταινία που μπορεί να γίνει αν σκέφτεσαι ότι μπορείς να τη σκηνοθετήσεις τόσο καλά όσο την έγραψες».


Αρχικά, το πολύβουο περιβάλλον της Σινιορέ και του Μοντάν «απείχε μίλια μακριά απ' ό,τι μου ήταν οικείο». Στα μάτια του, το πιο μυστηριώδες πρόσωπο από τους συνδαιτυμόνες στο εξοχικό τους στο Οτέιγ «ήταν ο Χόρχε».


Όταν, όμως, η συζήτηση πέρναγε στην πολιτική του Ντε Γκολ ή στις σχέσεις του γαλλικού Κ.Κ. με τη Σοβιετική Ένωση, οι σύντομες επεμβάσεις του Σεμπρούν «ήταν λαμπερές και πεντακάθαρες, χωρίς πάθος ή υπερβολές στην κριτική τους».

 

Ζ  (1969)


Μέσα απ' αυτό το περιβάλλον αναδύθηκαν ταινίες όπως το «Ζ», η «Ομολογία», η «Κατάσταση Πολιορκίας» και το «Ειδικό Δικαστήριο», εκτινάσσοντας την καριέρα του Γαβρά στα ύψη, επιτρέποντάς του να ταξιδέψει σε όλο τον πλανήτη και ανοίγοντάς του δρόμο για το Χόλιγουντ.


Ο ίδιος, βλέποντας από μέσα πώς λειτουργούν τα μεγάλα αμερικανικά στούντιο, φρόντισε να μην αλυσοδεθεί πάνω τους. Πάντως, όσο πολύτιμο υπήρξε γι' αυτόν το μάθημα του Ρενέ Κλεμάν στο να εμπνέει στους συνεργάτες του συνενοχή κι εμπιστοσύνη άλλο τόσο απελευθερωτική ήταν και η συμβουλή που του έδωσε ο Αμερικανός παραγωγός Έντι Λούις: «Για να κάνεις την ταινία σου, πάρε το χρόνο σου. Αν πετύχει, θα σε κάνουν ήρωα. Αν δεν πετύχει, είτε έχεις τηρήσει τον προϋπολογισμό και το πρόγραμμα εργασίας είτε όχι, θα σε απολύσουν».


Πώς γυρίστηκε το «Ζ» που κανείς δεν ήθελε να χρηματοδοτήσει; Πώς ο Γαβράς συνέχισε σταθερά να εκτοξεύει τα βέλη του προς κάθε κατεύθυνση, θίγοντας από τις σταλινικές δίκες στην Πράγα μέχρι την ανάμειξη της CIA στα πραξικοπήματα της Λατινικής Αμερικής, από το παλαιστινιακό ζήτημα ως τον ρόλο της καθολικής Εκκλησίας στον αφανισμό των Εβραίων, από την άνοδο της ακροδεξιάς ή την έκρηξη του μεταναστευτικού ως τον κυνισμό του πιο άγριου καπιταλισμού;


Τι αποκόμισε περιδιαβαίνοντας τη Χιλή με τον Πρόεδρο Αλιέντε ή διδάσκοντας σενάριο στην Κούβα μαζί με τον Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες; Γιατί αρνήθηκε να σκηνοθετήσει τον «Νονό»; Γιατί έστρεψε την πλάτη στον Σολζενίτσιν; Πώς επέβαλε τον Τζακ Λέμον για πρωταγωνιστή σε δραματικό ρόλο; Πώς και δεν γύρισε το βιβλίο της Φαλάτσι για τον Παναγούλη ή μια ταινία με τον Γκίμπσον για την υπόθεση Πολκ;

 

Le Capital


Γιατί ματαιώθηκε η συνεργασία του με τον Ρόμπερτ Ρέντφορντ; Πώς βίωσε ο ίδιος τον Μάη του '68, την πτώση του Τείχους, το χτύπημα στους Δίδυμους Πύργους; Πώς σκιαγραφεί τον Κάστρο, τον Αραφάτ, τον Μιτεράν, τον Σαρκοζί, τον Τσίπρα;


Ποια από τα «ναρκισσιστικά και ενθουσιώδη» πετάγματά του είδε να ξεφουσκώνουν «σαν σουφλέ»; Πόσες φορές είδε το ηθικό του να πέφτει, αλλά ξαναστάθηκε στα πόδια του; Το «Πήγαινε εκεί όπου είναι αδύνατο να πας» δίνει σε όλα απαντήσεις, ωθώντας σε να ξαναδείς τον «Αγνοούμενο», το «Στίγμα της προδοσίας», το «Μουσικό Κουτί», το «Χάνα Κ», το «Αμήν», ταινίες που προκάλεσαν σκάνδαλο και αφύπνισαν συνειδήσεις, παραμένοντας μέχρι σήμερα αγέραστες.

Η αυτοβιογραφία του πολυβραβευμένου σκηνοθέτη ολοκληρώνεται μ' ένα σχέδιό του που προκάλεσε τη χλεύη αρκετών συμπολιτών μας μόλις γνωστοποιήθηκε: να μεταφέρει στην οθόνη το «Ανίκητοι Ηττημένοι» του Βαρουφάκη, με την εμπειρία του τελευταίου ως υπουργού Οικονομικών από τη διαπραγμάτευση με τους δανειστές.


Διαβάζοντας τις σελίδες που προηγούνται, και ειδικά το κεφάλαιο με την εμπειρία του ίδιου του Γαβρά από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς ‒στον αγώνα να μην καταντήσουν οι πνευματικές δημιουργίες σκέτα εμπορεύματα‒, αντιλαμβάνεται κανείς καλύτερα πώς προέκυψε μέσα του αυτή η επιθυμία.


Σύμφωνα με τον ίδιο, από τότε που αποχώρησαν ο Ντελόρ και ο Πρόντι «η ιδέα της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν έπαψε να παρακμάζει και να διαφθείρεται. Είναι ένας αξιοθρήνητος θεσμός με μια θριαμβεύουσα γραφειοκρατία, η οποία δρα με τρόπο αναίσχυντο και δικτατορικό».


Στην αμείλικτη σύγκρουση ανάμεσα στους «Κυρίαρχους» και τους «Κυριαρχούμενους» το πρώτο εξάμηνο του 2015, ο Κώστας Γαβράς είδε να κρύβεται η πιθανότητα μιας ακόμα ταινίας. Τα ντοκουμέντα που έχει συγκεντρώσει γύρω από την «ευρω-ελληνική ζούγκλα» σχηματίζουν πλάι του ένα βουνό. Για να δούμε, θα καταφέρει να βγάλει κι αυτή την ταινία στο φως;

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

100 βιβλία που ξεχωρίσαμε για αυτό το καλοκαίρι

Βιβλίο / 100 βιβλία να διαβάσεις κάτω από ένα αρμυρίκι ή στην πόλη με το κλιματιστικό στο φούλ

Κλασική λογοτεχνία, σύγχρονοι συγγραφείς, δοκίμια, ιστορία, αυτοβελτίωση, βιβλία για το «μικρό» να μην είναι όλη την ώρα στο iPad. Kάτι για όλους για να περάσει όμορφα, ήσυχα και ποιοτικά το καλοκαίρι.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΜΑΡΙΑ ΔΡΟΥΚΟΠΟΥΛΟΥ
Κι όμως, πέρασε μισός αιώνας από την αυγή των Talking Heads

Βιβλίο / Κι όμως, πέρασε μισός αιώνας από την αυγή των Talking Heads

Τέτοιες μέρες πριν από πενήντα χρόνια, το γκρουπ έκανε το ντεμπούτο του στην σκηνή του θρυλικού κλαμπ CBGB στη Νέα Υόρκη, κι ένα νέο βιβλίο ακολουθεί την πορεία τους από τις πρώτες τους ημέρες μέχρι το είδος εκείνο της επιτυχίας που συνήθως έρχεται με τα δικά της προβλήματα
THE LIFO TEAM
Η βιογραφία του Μίλαν Κούντερα κυκλοφόρησε μόλις στα ελληνικά

Βιβλίο / Η βιογραφία του Μίλαν Κούντερα κυκλοφόρησε μόλις στα ελληνικά

Η Γαλλίδα κριτικός λογοτεχνίας της «Monde», Φλοράνς Νουαβίλ, στο «Μίλαν Κούντερα: Γράψιμο... Τι ιδέα κι αυτή!», αποκαλύπτει καίριες στιγμές και συγγραφικές αλήθειες του καλού της φίλου, αναιρώντας όλες τις κατηγορίες που συνδέονταν με το όνομά του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Πάουλο Σκoτ

Βιβλίο / Πάουλο Σκoτ: «Στη Βραζιλία ο ρατσισμός είναι παντού, στη λογοτεχνία, στους στίχους της σάμπα»

Πότε ρεαλιστικό, πότε στρατευμένο, πότε αστυνομικής υφής, πότε μια τρελή και ξεκαρδιστική σάτιρα. Οι «Φαινότυποι» του Πάουλο Σκοτ είναι ένα αξιοσημείωτο βιβλίο. Μιλήσαμε με τον Βραζιλιάνο συγγραφέα για τη λογοτεχνία, την κατάσταση στη Βραζιλία και την αξία των λογοτεχνικών βραβείων.
ΒΕΝΑ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Κώστας Σπαθαράκης, εκδότης.

Κώστας Σπαθαράκης / Κώστας Σπαθαράκης: «Δεν έχουμε αφηγήσεις για τις ερωτικές μας σχέσεις, για τα νιάτα μας»

Για τον άνθρωπο πίσω από τις εκδόσεις αντίποδες, το μεγαλύτερο όφελος ήταν ότι, ενώ του άρεσε να είναι χωμένος μέσα στα βιβλία – μια μοναχική και ίσως ναρκισσιστική συνήθεια –, στην πορεία έμαθε να τη μετατρέπει σε εργαλείο κοινωνικότητας και επαφής με τους γύρω του.
M. HULOT
Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού

Βιβλίο / Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: «Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού»

Ο πολυβραβευμένος Κολομβιανός συγγραφέας μιλά στη LiFO για τη βία που στοιχειώνει τη χώρα του, τη δύναμη της λογοτεχνίας να ανασύρει όσα κρύβει η Ιστορία, αλλά και για την αρχαιοελληνική φιλοσοφία ως σταθερή επιρροή του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
H Gen Z όχι μόνο διαβάζει αλλά συγχρόνως αλλάζει και την ίδια την έννοια της ανάγνωσης

Βιβλίο / Η Gen Z δεν διαβάζει απλώς· επαναπροσδιορίζει την ανάγνωση

Οι εκπρόσωποι αυτής της γενιάς λατρεύουν την απόδραση, παίρνουν την λεγόμενη fan fiction τόσο σοβαρά όσο και τη λίστα Booker, αναβιώνουν κλασικά βιβλία από την Τζέιν Όστεν έως τον Ντοστογιέφσκι και μοιράζονται ιστορίες στις δικές τους κοινότητες.
THE LIFO TEAM
Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Βιβλίο / Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Ο Πέρσιβαλ Έβερετ έγραψε ένα άκρως επίκαιρο, δεδομένων των τελευταίων ημερών, βιβλίο, που ταυτόχρονα φιλοδοξεί να καταστεί κλασικό, για τον ρατσισμό και τη χαμένη ανθρωπιά, και κέρδισε το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας των ΗΠΑ και το Πούλιτζερ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη, κιθαρίστα και σκιτσογράφο Κώστα Μπέζο, που ξαναγράφει την ιστορία της Ελλάδας πριν από το 1940

Βιβλίο / «Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη Κώστα Μπέζο

Τη δεκαετία του ’30 άνθισε στην Ελλάδα ένα μουσικό είδος «διαφυγής» από τη σκληρή πραγματικότητα, οι χαβάγιες. Ο Κώστας Μπέζος, αινιγματική μορφή μέχρι πρόσφατα και σημαντικός ρεμπέτης και σκιτσογράφος, έγραψε μια ανείπωτη ιστορία, διαφορετική από αυτή που η επίσημη ιστορία έχει καταγράψει για την εποχή του Μεσοπολέμου.  
M. HULOT
Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Βιβλίο / Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Η Καταλανή συγγραφέας, που έχει εξελιχθεί σε σημείο αναφοράς της σύγχρονης queer λογοτεχνίας, μεταφράζεται παγκοσμίως και τη θαυμάζει ο Αλμοδόβαρ, μιλά στη LiFO για το τι σημαίνει να ζεις ελεύθερα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΠΕΞ Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Βιβλίο / Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Το πρώτο βιβλίο του Φάνη Παπαδημητρίου είναι μια συγκινητική εξομολόγηση για το ατύχημα στα 19 του που τον καθήλωσε σε αμαξίδιο, την πάλη του με τον τζόγο και τον αγώνα που έδωσε να ξαναφτιάξει τη ζωή του «μετά το τσουνάμι που ήρθε και τα σάρωσε όλα».
M. HULOT
«Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Το πίσω ράφι  / «Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Πιστή στην κλασική μορφή του μυθιστορήματος, αλλά ταυτόχρονα ανατρεπτική και μεταμοντέρνα, η καυστική σάτιρα του Τζόναθαν Κόου για τη βρετανική άρχουσα τάξη των αρχών της δεκαετίας του ’90 διαβάζεται μονορούφι.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ