Ο ΣΤΕΛΙΟΣ ΣΠΑΝΟΥΔΑΚΗΣ είναι από εκείνες τις περιπτώσεις που κάποιος προσπαθεί πολύ να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα και στο τέλος τα καταφέρνει. Το δικό του όνειρο, από πολύ μικρή ηλικία, ήταν να αφήσει την Αθήνα και να μείνει μόνιμα στα Χανιά. Ο έρωτάς του με τα Χανιά ήταν τόσο μεγάλος, που τον οδήγησε να προσπαθήσει ξανά μετά την πρώτη, αποτυχημένη προσπάθεια και εντέλει να τα καταφέρει. Τώρα, δέκα χρόνια μετά, δηλώνει απόλυτα δικαιωμένος από την απόφασή του. Ακολουθεί η ιστορία του Στέλιου με τα δικά του λόγια.
«Με λένε Στέλιο Σπανουδάκη, είμαι 46 χρονών, γεννήθηκα και µεγάλωσα στην Αθήνα. Σπούδασα γραφιστική και εικονογράφηση σε µια ιδιωτική σχολή και από τότε δουλεύω ως γραφίστας. Δεν έχω ασχοληθεί με κάτι άλλο ποτέ.
Εργάστηκα σε διάφορες εταιρείες και τυπογραφεία στην Αθήνα, και παράλληλα δούλευα πάντα και σαν freelancer. Αυτό που με ενδιαφέρει περισσότερο είναι η εικονογράφηση στο χέρι και οι εφαρμογές της συνδυαστικά µε τη γραφιστική, για αφίσες, μπλουζάκια, φεστιβάλ, µπάντες, μαγαζιά κ.λπ. Γνώρισα πολύ κόσµο μέσω του επαγγέλματός μου, συµµετείχα σε εκθέσεις, σεµινάρια. Όλα πήγαιναν καλά δηλαδή, αλλά πάντα κάτι µου έλειπε.
«Το καλό με τους τόπους εκτός Αθηνών είναι ότι με τα χρόνια σε γνωρίζουν και τους γνωρίζεις, κι έτσι δεν βαριέσαι ποτέ. Πας μια βόλτα μόνος σου, που λέει ο λόγος, και όλο και κάποιον θα βρεις να πιεις πράμα –που λέμε και στην Κρήτη– και να μιλήσεις, να αράξεις».
Από μικρός είχα κόλλημα µε τα Χανιά. Έχω καταγωγή από το Νότιο Ρέθυμνο από τη µεριά του πατέρα µου, και έτσι πάντα διατηρούσα επαφή µε την Κρήτη. Κάθε καλοκαίρι έκανα διακοπές στο χωριό μας, την Αγία Γαλήνη, αλλά εγώ εκεί, έρωτα µε τα Χανιά. Δεν ξέρω, αλλά µάλλον κάτι ένιωθα όποτε βρισκόµουν εκεί.

Έτσι, το 2006 έκανα την πρώτη απόπειρα. Εκείνη την περίοδο αναζητούσα δουλειά και σκέφτηκα “δεν ψάχνω και στα Χανιά;”. Έστειλα βιογραφικά σε διάφορες εταιρείες στην τύχη, και όταν συμφωνήσαμε µε µια διαφημιστική εταιρεία, κατέβηκα αµέσως, χωρίς δεύτερη σκέψη. Για να πω την αλήθεια, η οικογένεια και οι φίλοι µου ξαφνιάστηκαν, δεν το περίµεναν ότι θα το έκανα, αλλά µε τον καιρό το συνήθισαν, άλλωστε δεν µπορούσαν να κάνουν κι αλλιώς. Όταν ήθελα κάτι, πάντα το πραγματοποιούσα, ό,τι κι αν γινόταν.
Σε εκείνη την πρώτη απόπειρα, η μετάβαση ήταν πολύ καλή. Είχα ενθουσιαστεί! Ένιωθα ότι είµαι µόνιµα διακοπές στο νησί, και παρόλο που δούλευα, δεν είχε καµία σηµασία. Με την πρώτη ευκαιρία φεύγαµε με φίλους σε παραλίες, βουνά, χωριά. Ό,τι θες!
Δυστυχώς όµως µετά από τρία χρόνια χρειάστηκε να επιστρέψω στην Αθήνα για προσωπικούς λόγους και τότε ήταν που µε πήρε από κάτω σοβαρά. Οκ, μετά από κάποια φάση συνήλθα, περνούσα και πάλι ωραία, άλλωστε όλοι οι παιδικοί µου φίλοι και η οικογένειά µου βρίσκονται στην Αθήνα, αλλά µέσα µου πάντα µε έτρωγε κάτι. Έπρεπε οπωσδήποτε να ξανάρθω στα Χανιά!
Το 2015 λοιπόν, χρειάστηκε πάλι να ψάξω για δουλειά και πάµε πάλι από την αρχή. Μιλάω για εκείνο το “δεν ψάχνω και στα Χανιά;”. Βρήκα τελικά δουλειά σε ένα µεγάλο τυπογραφείο και φυσικά ήρθα αµέσως. Από τότε το ζω πραγµατικά όπως το είχα φανταστεί. Πιο συνειδητοποιηµένα και ώριµα πλέον, ξέρω τι θέλω και γιατί. Και συνεχίζει να υπάρχει ακόµα και σήµερα το συναίσθηµα των µόνιµων διακοπών στο νησί, αλλά πάνω από όλα έχω δίπλα µου σωστούς ανθρώπους. Τους καλύτερους, μπορώ να πω.
Τα Χανιά είναι µια από τι οµορφότερες πόλεις που έχω γνωρίσει, η παλιά πόλη βασικά. Κάνεις απλώς µια βόλτα µε τα πόδια και ηρεµεί το είναι σου – εκτός βέβαια από Ιούλιο, Αύγουστο και Σεπτέμβρη, που πήζει υπερβολικά από τους τουρίστες. Ευτυχώς όµως έχει άπειρα µέρη για να εξαφανιστείς στη φύση και παραλίες που δεν πιστεύεις ότι υπάρχουν. Ειδικά ο νότιος άξονας του νησιού είναι άλλο πράγµα.

Σε ό,τι αφορά τους ανθρώπους εδώ, αν καταφέρεις και σχηματίσεις τον δικό σου κύκλο µε άτοµα που ταιριάζουν στην ιδιοσυγκρασία σου, θα περάσεις τέλεια. Ομολογώ πως τον πρώτο χρόνο δυσκολεύτηκα πολύ, σχεδόν απογοητεύτηκα, αλλά στο τέλος τους βρήκα! Όπως παντού άλλωστε, οι ανθρώπινες σχέσεις είναι δύσκολες, όμως αρκεί να βρεις έστω έναν! Και ο ένας έγινε πολλοί και η ζωή κυλάει ευχάριστα.
Το γραφείο προέκυψε εντελώς τυχαία. Πέρυσι τα Χριστούγεννα ήµουν µε έναν φίλο και του έλεγα ότι τα τελευταία χρόνια δουλεύω µόνος µου από το σπίτι και σκέφτομαι τι να κάνω γενικά και µου είπε ότι κάπου διάβασε για µια επιδότηση που έτρεχε εκείνη την περίοδο για νέες επιχειρήσεις. Το έψαξα λοιπόν, έκανα την αίτηση και τελικά εγκρίθηκε. Έπειτα από µερικούς µήνες και µε μεγάλη δυσκολία κατάφερα να βρω χώρο να νοικιάσω και από τον περασμένο Ιούλιο είναι γεγονός. Είµαστε ανοιχτά, περάστε!
Σε ό,τι αφορά το µέλλον, θέλω να ασχοληθώ ακόμη περισσότερο µε αυτό που µε ενδιαφέρει, δηλαδή µε τα σχέδια-εικονογραφήσεις για merch και αφίσες από φεστιβάλ, events, συναυλίες, µπάντες, µαγαζιά κ.λπ., να το εξελίξω και να βελτιώνοµαι µέσα στον χρόνο. Α, ξέχασα, θέλω και ένα σπίτι πάνω στη θάλασσα…
Το καλό µε τους τόπους εκτός Αθηνών είναι ότι µε τα χρόνια σε γνωρίζουν και τους γνωρίζεις, κι έτσι δεν βαριέσαι ποτέ. Πας µια βόλτα µόνος σου, που λέει ο λόγος, και όλο και κάποιον θα βρεις να πιεις πράµα –που λέµε και στην Κρήτη– και να µιλήσεις, να αράξεις.
Η καθημερινότητα είναι πιο εύκολη και χαλαρή. Σκέψου µόνο τις αποστάσεις που δεν έχεις να διανύσεις για να πας κάπου, οπότε δεν το σκέφτεσαι και δεν αποκόβεσαι από ανθρώπους για αυτόν τον λόγο. Π.χ. σε µισή ώρα είµαι από το σπίτι µου στην παλιά πόλη µε τα πόδια. Τι να λέμε. Μεγάλη υπόθεση αυτό για εµάς τους Αθηναίους. Οι ντόπιοι εδώ δεν το καταλαβαίνουν, όλα τους φαίνονται µακριά, είναι να γελάς μερικές φορές.
Αγαπημένες ασχολίες τον χειμώνα είναι το περπάτημα σε μονοπάτια και φαράγγια, βόλτες σε ορεινά χωριά, άραγμα σε σπίτια µε φαγοπότια, καµιά µπίρα το βράδυ έξω. Και το καλοκαίρι ακριβώς τα ίδια, µόνο που αντί για φαράγγια πάµε σε παραλίες.
Αν µπορούσα να αλλάξω κάτι, αυτό θα ήταν ο υπερτουρισµός και η νοοτροπία γύρω από αυτό. Έχουμε γεµίσει µε airbnb, ξενοδοχεία, εστιατόρια, χιλιάδες ενοικιαζόμενα αυτοκίνητα. Δεν χωράμε και δεν έχουµε σπίτια να µείνουµε.

Επίσης βλέπεις νέα παιδιά που σπουδάζουν, και εδώ στο πολυτεχνείο αλλά και σε άλλες σχολές και παράλληλα δουλεύουν στην εστίαση για να τα βγάζουν πέρα και, εντάξει, καλά κάνουν. Το πρόβληµα είναι πως αφού τελειώσουν, αν τελειώσουν τις σπουδές τους, συνεχίζουν και δουλεύουν στην εστίαση σεζόν, περνάνε τα χρόνια, φτάνουν 50 χρονών και εξακολουθούν να δουλεύουν σεζόν, µε αποτέλεσµα να µη δούνε ποτέ κάτι διαφορετικό αλλά ούτε καν τις οµορφιές του τόπου τους, γιατί όλα τα καλοκαίρια δούλευαν. Τους ρωτάς για παραλίες και µέρη γενικά και δεν τα ξέρουν καν. Το διανοείσαι; Αυτό για µένα είναι το πιο λυπηρό και όσο µπορώ τα λέω σε νέα παιδιά που γνωρίζω.
Μετά από 10 συνεχόμενα χρόνια που ζω εδώ µόνιµα, πιστεύω πως έχω δικαιωθεί, διότι για εμένα προσωπικά η ποιότητα ζωής που έχω αυτή τη στιγµή δεν συγκρίνεται µε τη ζωή στην Αθήνα. Ούτε καριέρες, ούτε πλούτη. Ο πλούτος είναι στην ηρεµία µέσα µας, κι εδώ αυτό το βρήκα.
Από την Αθήνα δεν µπορώ να πω ότι µου λείπει κάτι τόσο πολύ, γιατί προσπαθώ να ανεβαίνω συχνά λόγω οικογένειας και φίλων. Σίγουρα οι δικοί µου άνθρωποι µου λείπουν ώρες-ώρες, γιατί δεν µπορώ να τους έχω όποτε θέλω, αλλά όποτε µου τη βαράει µπαίνω στο καράβι και φεύγω. Δεν τρέχει τίποτα.
Αν κάποιος θέλει πραγµατικά να αποκεντρωθεί και να ζήσει σε έναν µικρότερο τόπο, να το κάνει χωρίς φόβο. Με τον καιρό θα καταλάβει τι έχανε που δεν το έκανε νωρίτερα. Αλλά όλα είναι σχετικά και πολύ προσωπικά για τον καθένα, οπότε γενικά νοµίζω ότι πρέπει όλοι να κάνουµε αυτό που µας ευχαριστεί και μας κάνει χαρούμενους, είτε είναι σε µικρό είτε σε µεγάλο τόπο».
Instagram: @junkartillustration
Στείλτε τις προτάσεις σας για τη στήλη «Γειτονιές της Ελλάδας» στο [email protected]