Οικονομική θεωρία σε οχτώ λέξεις

Facebook Twitter
0

Στη ζωή δεν υπάρχουν λύσεις. Υπάρχουν μόνο επιλογές.

Η φράση αυτή δεν ανήκει σε μένα, πολύ θα το ήθελα. Είναι του Πολωνού συγγραφέα Στάνισλαβ Λεμ.

«Δεν υπάρχει δωρεάν γεύμα». Σίγουρα το έχετε ακούσει στ’ αγγλικά, ως  "there's no such thing as a free lunch" που σημαίνει ότι δεν μπορείς να πάρεις κάτι χωρίς να δώσεις κάτι. Ή, αν κάτι φαίνεται να είναι δωρεάν, το πληρώνεις με έμμεσο τρόπο. Ή, αν δεχτείς κάτι, δεν γίνεται να μην το ανταποδώσεις, είτε ηθικά ή με άλλο τρόπο. Ή ότι τα δώρα είναι κι ένας τρόπος δέσμευσης, εφόσον τα δεχτείς. Ή, στα ελληνικά, «το τσάμπα πέθανε».

"È finita la cuccagna!"

Όταν ο Fiorello La Guardia έγινε δήμαρχος της Νέας Υόρκης το 1934 ήταν το πρώτο πράγμα που είπε, δηλώνοντας έτσι ότι ήταν αποφασισμένος να παλέψει ενάντια στην διαφθορά και στην παρανομία. Λίγο πριν πεθάνει ο οικονομολόγος (και συνταγματάρχης) Leonard P. Ayres, διάφοροι δημοσιογράφοι τον πλησίασαν για να τον ρωτήσουν ποιο είναι το συμπέρασμα ή η γενική αρχή που έμαθε μετά από τόσα χρόνια δουλειάς και εργασίας γύρω από θέματα οικονομίας. Η απάντησή του ήταν επίσης «ότι δεν υπάρχει δωρεάν γεύμα.»

Κάθε επιλογή που κάνουμε αποκλείει άλλες, ταυτόχρονα μεταθέτει ευθύνες αλλού ή θέλουμε δε θέλουμε, έχουν επιπτώσεις σε άλλους. Όταν κάτι για εμάς είναι δωρεάν, σημαίνει ότι κάποιος άλλος το πληρώνει - δωρεάν δεν είναι σίγουρα. Ειδικά όταν κάτι διαφημίζεται ως δωρεάν από κάποιον που ο μοναδικός του στόχος είναι το κέρδος (πχ τράπεζα), αυτός που πληρώνει είναι αυτός που πιστεύει στην υπόσχεση. Τώρα είναι η εποχή που η Ελλάδα συνειδητοποιεί ότι όσο δεχόταν δωρεάν γεύματα χρεωνόταν και αντιδρά σοκαρισμένη: μα εγώ δεν τα ζήτησα ποτέ, γιατί να τα πληρώσω; Έτσι λένε και οι ωραίες γυναίκες που δέχονται δώρα από άντρες, χωρίς να τα επιστρέφουν. Το πρόβλημά μας βέβαια είναι ότι πολλοί δε δέχτηκαν δώρα αλλά τώρα τα πληρώνουν έτσι κι αλλιώς. Αυτά παθαίνεις αν είσαι ωραίος.

Κι όμως, υπάρχει (;)

Η περίφημη αυτή φράση ξεκίνησε από τα σαλούν τα οποία μαζί με ένα ή δύο ποτά σέρβιραν «δωρεάν γεύμα» προκειμένου να μαζέψουν κουρασμένους και φτωχούς γελαδάρηδες. Οι ταμπέλες “free lunch” μάζευαν πεινασμένους άντρες οι οποίοι βεβαίως ξέρανε από τότε, ότι δεν είναι ακριβώς δωρεάν, με την έννοια ότι έπρεπε να πιουν και δύο μπίρες πριν πλησιάσουν στον μπουφέ. Το φαγητό έπρεπε να φαγωθεί στα όρθια, κάνοντας το έργο δύσκολο σε περίπτωση που δεν είχαν καταναλωθεί αρκετά ποτά και επίσης για να είναι δύσκολο να φάει κανείς πολύ. Η τιμή του ποτού ήταν πιο ακριβή απ’ό,τι στα άλλα μαγαζιά αλλά κι έτσι, ήταν το πιο φτηνό μέρος για να φας κάτι.

Το σύστημα βασιζόταν στην ηθική των πελατών, πράγμα που σημαίνει ότι η σωστή λειτουργία βασιζόταν στο μάτι και στην πειθώ του μπάρμαν. Όλα έτσι κι αλλιώς τελείωσαν με την ποτοαπαγόρευση: μαζί με τα ανήθικα σαλούν, τέλος και τα δωρεάν γεύματα.

Σήμερα η τακτική αυτή συνεχίζεται στην Ιταλία, χωρίς να διαφημίζεται το δωρεάν φαγητό: απλώς, μαζί με το απογευματινό ποτό υπάρχει η συνήθεια του μπουφέ, ο οποίος είναι μερικές φορές τόσο εκτεταμένος, που το γεύμα καλύπτεται έτσι. Πονηροί οι Ιταλοί; Όχι τόσο, είναι πιο πολύ θέμα κουλτούρας και τρόπος ζωής. Τα ποτά είναι πιο ακριβά ίσως, αλλά για να συνεχίζεται σημαίνει ότι όταν πίνεις, πεινάς, και όταν φας, διψάς, και τα λοιπά και τα λοιπά.

Στην Αθήνα οι περιπτώσεις που δε σου πετάνε ένα μικροσκοπικό μπολ με υγρά φιστίκια είναι σπάνιες (αλήθεια, γιατί είναι πάντα υγρά; Άσε, καλύτερα να μην μάθω). Που και που βλέπω περιποιημένες συνθέσεις κι εκπλήσσομαι. Δεν ξέρω πόσο δύσκολο είναι να μην σερβίρεις μπαγιάτικα πατατάκια. Αν πάντως είναι μπαγιάτικα, παιδιά, αφήστε το καλύτερα. Επικεντρωθείτε στο σέρβις.

Και τι έτρωγαν στα σαλούν;

Φέτες κρύο κρέας…κίτρινο τυρί, φασόλια, σέλερι, αλμυρά πρέτσελ, ψωμί σίκαλης, καπνιστή ρέγγα, αλατισμένα φιστίκια, πιπεράτα λουκάνικα, ξινολάχανο, τσιπς πατάτας, πίκλες, σαρδέλες… Στις περιπτώσεις που ο ιδιοκτήτης ήταν Γερμανός, υπήρχαν λουκάνικα από αίμα, κι άλλων ειδών λουκάνικα. Στο Σικάγο σέρβιραν παχιές πίτες με κρέμα. Στο Νότο υπήρχαν μπολ με τσίλι κον κάρνε και νάτσος με λιωμένο τυρί… Μερικά σαλούν είχαν καθημερινά άλλο μενού, ψητό κρέας το Σάββατο, ψάρι φούρνου την Κυριακή, και τα λοιπά. Μερικά σαλούν ήταν πιο γενναιόδωρα από άλλα. Μερικά διαφήμιζαν «ένα στρείδι, ένα μύδι κι ένα βραστό αβγό με κάθε ποτό». Κορν μπιφ, ελιές, σάντουιτς διαφόρων ειδών, βούτυρο, στρείδια. Η αλήθεια είναι ότι μπορούσες να παραγγείλεις κάτι τόσο απλό όπως λεμονάδα ή νερό, και να φας, και ο μπάρμαν δεν σε κοίταζε καν στραβά, αρκεί να μην το έκανες συστηματικά. Η τάση όμως ήταν να μην αρκείσαι σε απλά ποτά και να σέβεσαι την προσπάθεια της επιχείρησης. (Saloons of the Old West, Richard Erdoes)

Γεύση
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Τα σαλιγκάρια και ένα λάθος αιώνων που οφείλει να διορθωθεί

Nothing Days / Τα σαλιγκάρια και ένα λάθος αιώνων που οφείλει να διορθωθεί

Από την πιο αρχαία καλλιέργεια στην ιστορία μέχρι τις γκουρμέ, ακριβές εκδοχές τους, τα σαλιγκάρια κατέληξαν από βασική τροφή να γίνουν υποτιμημένη και σπάνια, και η αφορμή για τοξικά σχόλια στα social media.
M. HULOT
Οι γεύσεις του καλοκαιριού που φυλάξαμε για το χειμώνα

Γεύση / Φρυγανισμένα, λιόκαφτα, παστά, ξιδάτα: Έτσι μένει η γεύση του καλοκαιριού

Η τέχνη της συντήρησης των τροφών πάει χιλιάδες χρόνια πίσω και έχει ακόμα λόγο ύπαρξης γιατί μεταμορφώνει τα υλικά σε κάτι άλλο. Και αυτό το «άλλο» έχει γαστρονομική και συναισθηματική αξία.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
Το πρώτο ελληνικό ουίσκι: Όταν μια παρέα φίλων εμφιάλωσε το όνειρό της

Radio Lifo / Aυτό είναι το πρώτο ελληνικό ουίσκι

Μια ομάδα εννέα φίλων, χωρίς καμία επαγγελματική σχέση με την ποτοποιία, κατάφερε με πείσμα και πολλή αγάπη για το ουίσκι να δημιουργήσει το πρώτο ελληνικό single malt whisky. Δύο από αυτούς, ο Γιάννης Χριστοφορίδης και ο Ντίνος Οικονομόπουλος, μιλούν στη Μερόπη Κοκκίνη γι' αυτό το «ταξίδι» από το κριθάρι και το νερό του Ταΰγετου μέχρι τα βαρέλια vinsanto και τις αμέτρητες δυσκολίες.
ΜΕΡΟΠΗ ΚΟΚΚΙΝΗ
«Το 2025 είναι εξαιρετική χρονιά για τον οινολόγο, ο καλλιεργητής όμως κλαίει»

Το κρασί με απλά λόγια / «Το 2025 είναι εξαιρετική χρονιά για τον οινολόγο, ο καλλιεργητής όμως κλαίει»

Πώς κύλησε ο φετινός τρύγος σε διαφορετικές γωνιές του κόσμου; Από τον βορρά ως τον νότο της Ελλάδας, αλλά και σε εμβληματικές περιοχές όπως το Μπορντώ, η Βουργουνδία και η Μεντόζα, οι Έλληνες οινολόγοι καταθέτουν την εμπειρία τους και μιλούν για τις προκλήσεις που φέρνει η κλιματική αλλαγή.
THE LIFO TEAM
Το Χάνι της Ρέρεσης είναι ένα από τα τελευταία της Ελλάδας

Γεύση / Παγόνια, αντίκες και μαγειρευτά σε ένα χάνι που αντέχει στον χρόνο

Το Χάνι της Ρέρεσης, ένα από τα τελευταία της Ελλάδας, παραμένει ανοιχτό για ταξιδιώτες και ντόπιους, με την κυρία Νίτσα να κρατά ζωντανή την παράδοση της φιλοξενίας σε ένα μαγειρείο που θυμίζει λαογραφικό μουσείο.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
47’ στο Hygge με την Anne Meurling

Γεύση / Hygge: Ένας φούρνος που μυρίζει θαλπωρή στην Ιπποκράτους

Με νοσταλγία για τις συνταγές της πατρίδας της, μια Σουηδέζα φτιάχνει ψωμί, γλυκά, αέρινο βούτυρο και άψογη μηλόπιτα, δημιουργώντας ατμόσφαιρα βόρειας Ευρώπης - μόλις δυο βήματα από τη λεωφόρο Αλεξάνδρας.
M. HULOT
«Μα πώς γεμίζει αυτή η τρύπα;»: Πριν από 40 χρόνια, τα «Δυο Λουξ» ξάφνιασαν τα Χανιά

Θρυλικά Μπαρ / «Μα πώς γεμίζει αυτή η τρύπα;»: Πριν από 40 χρόνια, τα «Δυο Λουξ» ξάφνιασαν τα Χανιά

Ξέρετε πολλές τσαγερί που να έχουν εξελιχθεί σε ολοήμερα στέκια, να έχουν μισθώσει λεωφορεία για να δουν οι θαμώνες τους μια έκθεση σε άλλον νομό ή να βγάζουν μια βάρκα γεμάτη με μελομακάρονα για κέρασμα στον δρόμο; Και όμως, αυτό το μέρος υπάρχει και έχει ξενυχτήσει γενιές στο λιμάνι των Χανίων.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Χταπόδι με σύκα: Μια για πολλούς άγνωστη και σίγουρα απρόσμενη συνταγή

Γεύση / Χταπόδι με σύκα: Μια για πολλούς άγνωστη και σίγουρα απρόσμενη συνταγή

«Όπου υπάρχουν συκιές, λίγο πιο πέρα αρχίζουν τα βότσαλα και μετά η Μεσόγειος και μετά το χταπόδι. Και κάπου, σ’ ένα πανηγυρικό τραπέζι, συναντώνται το χταπόδι και τα σύκα. Μαγειρεμένο το χταπόδι, μαγειρεμένα και τα λιόκαφτα, ξερά σύκα».
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ