Μπούκα: Το μαγειρείο όπου γινόμαστε ξανά φοιτητές

Μπούκα: Το μαγειρείο όπου γινόμαστε ξανά φοιτητές Facebook Twitter
Όταν πρωτοάνοιξε ετοίμαζε γύρω στα δώδεκα με δεκατρία διαφορετικά φαγητά τη μέρα, πλέον, κάποιες μέρες βρίσκουμε τα διπλάσια σχεδόν. Φωτ.: Γιώργος Αδάμος/LIFO
0

Αν συμφωνήσουμε ότι το φαγητό ξυπνάει σε όλους μνήμες, τότε νομίζω ότι για τους περισσότερους αυτό των φοιτητικών μας ημερών δεν είναι και το ποιοτικότερο που έχουμε καταναλώσει στη ζωή μας. Τα λεφτά μας έφευγαν περισσότερο στις μπίρες παρά στους μεζέδες, υπήρχαν μέρες που δεν βάζαμε ούτε έναν στο τραπέζι μας, αφού μας απασχολούσε πώς θα βγει το βράδυ με ένα ορισμένο (και συνήθως χαμηλό) μπάτζετ παρά πώς θα πάει η μέρα.

Έχουμε πιει κρασιά που μας έχουν κάνει να ξεχάσουμε ολόκληρα βράδια, έχουμε διασκεδάσει σε μέρη στα οποία αδυνατούμε να μας κάνουμε εικόνα μεγαλώνοντας, αλλά παράλληλα τα νοσταλγούμε, μερικές φορές θα πληρώναμε να ξανακάνουμε τα ίδια. 

Στα δικά μου φοιτητικά χρόνια άνοιξε ένα μαγειρείο - turning point για τις τότε διατροφικές μας συνήθειες. Οι πολυτεχνίτες το τιμούσαν συστηματικά κι όλοι των υπόλοιπων σχολών πολύ συχνά.

Η σύντομη ιστορία της Μπούκας ξεκινά το 2006, όταν υπήρχε ένα μαγαζί με το ίδιο όνομα στη Θεσσαλονίκη. Εκεί εργάστηκε ο Μπάμπης Μήτσης όταν ανέβηκε να μάθει να μαγειρεύει στην πόλη του Βορρά.

Ποιος ξέρει, αν κάνετε το μεσημεριανό σας διάλειμμα για φαγητό εκεί, μπορεί να πετύχετε κόσμο που θα σας θυμίσει τα φοιτητικά σας χρόνια. Η γεύση μπορεί να το κάνει σίγουρα.

Το 2010 επέστρεψε, άνοιξε μαγαζί με το ίδιο όνομα σε μια περιοχή που δεν είχε μέχρι τότε new age μαγειρείο. Σε μια εποχή που οι περισσότεροι τότε νέοι μάγειρες έψαχναν να κάνουν κάτι πιο εξαντρίκ στα πιάτα τους εκείνος επένδυσε στη σταθερή αξία του φαγητού «σαν της μαμάς». Ο ιδιοκτήτης της θεσσαλονικιώτικης Μπούκας κατέβηκε τότε στην Αθήνα, ανέλαβε το σέρβις κι έτσι οι δυο τους συνεχίζουν να δουλεύουν μέχρι σήμερα μαζί. 

Μπούκα: Το μαγειρείο όπου γινόμαστε ξανά φοιτητές Facebook Twitter
Ο Μπάμπης Μήτσης μαγειρεύει από τις έξι και μισή το πρωί μέχρι να φτάσει δώδεκα το μεσημέρι και να αρχίσουν να φεύγουν οι πρώτες παραγγελίες. Φωτ.: Γιώργος Αδάμος/LIFO
Μπούκα: Το μαγειρείο όπου γινόμαστε ξανά φοιτητές Facebook Twitter
Το παστίτσιο του κόβεται σε μεγάλη μερίδα κι όλα αυτά τα χρόνια παραμένει σουξέ του. Φωτ.: Γιώργος Αδάμος/LIFO

Ο Μπάμπης Μήτσης μαγειρεύει από τις έξι και μισή το πρωί μέχρι να φτάσει δώδεκα το μεσημέρι και να αρχίσουν να φεύγουν οι πρώτες παραγγελίες.

Όταν πρωτοάνοιξε ετοίμαζε γύρω στα δώδεκα με δεκατρία διαφορετικά φαγητά τη μέρα, πλέον, κάποιες μέρες βρίσκουμε τα διπλάσια σχεδόν. Μαγειρεύει παραδοσιακά, αλλά βάζει και τις δικές του πιο μοντέρνες πινελιές, ενώ έχει σταθερά πολλές επιλογές για vegetarians και vegans. 

Το παστίτσιο του κόβεται σε μεγάλη μερίδα κι όλα αυτά τα χρόνια παραμένει σουξέ του, όπως και τα μπιφτέκια με σος μουστάρδας που φεύγουν αμέσως – κάποιοι περνάνε και κρατάνε μερίδα για να τα προλάβουν.

Οι φακές με γλυκοπατάτα και τζίντζερ είναι στα must, όπως και η φασολάδα του, τα ρεβίθια με σπανάκι, ο ξινός τραχανάς με την καπνιστή πάπρικα και το γιαούρτι. Το λάδι είναι δικό του από την Αργολίδα, το κρασί από τη Νεμέα, τα φασόλια του είναι από τον Φενεό, έχει κρεοπώλη στη Βαρβάκειο που δεν τον έχει αλλάξει ποτέ.

Θα δείτε σε μια κολόνα - μαυροπίνακα έναν μακροσκελή κατάλογο, ο οποίος βέβαια είναι ενδεικτικός για να πάρει κάποιος περαστικός μια ιδέα για τις τιμές, αφού τα πιάτα αλλάζουν καθημερινά. Υπάρχει και τυπωμένος κατάλογος, αλλά δεν τον χρησιμοποιεί κανείς: ή στη βιτρίνα γίνεται η επιλογή ή ο πελάτης ξέρει έτσι κι αλλιώς τι θέλει.

Μπούκα: Το μαγειρείο όπου γινόμαστε ξανά φοιτητές Facebook Twitter
Φωτ.: Γιώργος Αδάμος/LIFO

Το πιο οικονομικό του κυρίως πιάτο κοστίζει 3,80 ευρώ, κανένα δεν ξεπερνάει τα 6,50, εκτός αν –πιο σπάνια– έχει κάποιο πιάτο ημέρας σαν το αρνί στη γάστρα. Αν συνοδεύσετε το λαδερό σας με ένα κομμάτι φέτα, το γεύμα σας θα κοστίσει περίπου εξίμισι ευρώ, αν βάλετε και μια σαλάτα θα φτάσει γύρω στα έντεκα.

Η μπούκα μπορεί να βάζει τζίντζερ στις φακές, αλλά κατά τ’ άλλα διατηρεί κλασικό ωράριο μαγειρείου, κλείνει στις επτά το απόγευμα και μέχρι τις έξι εξυπηρετεί και με delivery. «Δεν έχω πελάτη που έρχεται για να φάει μόνο κάτι συγκεκριμένο, αλλά έχω πελάτες που από τη μέρα που ανοίξαμε δεν έχουν φύγει ποτέ» λέει ο Μπάμπης Μήτσης.

Ποιος ξέρει, αν κάνετε το μεσημεριανό σας διάλειμμα για φαγητό εκεί, μπορεί να πετύχετε κόσμο που θα σας θυμίσει τα φοιτητικά σας χρόνια. Η γεύση μπορεί να το κάνει σίγουρα.

Μπούκα: Το μαγειρείο όπου γινόμαστε ξανά φοιτητές Facebook Twitter
Φωτ.: Γιώργος Αδάμος/LIFO
Μπούκα: Το μαγειρείο όπου γινόμαστε ξανά φοιτητές Facebook Twitter
Φωτ.: Γιώργος Αδάμος/LIFO

Μπούκα, Σολωμού 29, Εξάρχεια, 2103800365



 

Γεύση
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Οι γεύσεις του καλοκαιριού που φυλάξαμε για το χειμώνα

Γεύση / Φρυγανισμένα, λιόκαφτα, παστά, ξιδάτα: Έτσι μένει η γεύση του καλοκαιριού

Η τέχνη της συντήρησης των τροφών πάει χιλιάδες χρόνια πίσω και έχει ακόμα λόγο ύπαρξης γιατί μεταμορφώνει τα υλικά σε κάτι άλλο. Και αυτό το «άλλο» έχει γαστρονομική και συναισθηματική αξία.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
Το πρώτο ελληνικό ουίσκι: Όταν μια παρέα φίλων εμφιάλωσε το όνειρό της

Radio Lifo / Aυτό είναι το πρώτο ελληνικό ουίσκι

Μια ομάδα εννέα φίλων, χωρίς καμία επαγγελματική σχέση με την ποτοποιία, κατάφερε με πείσμα και πολλή αγάπη για το ουίσκι να δημιουργήσει το πρώτο ελληνικό single malt whisky. Δύο από αυτούς, ο Γιάννης Χριστοφορίδης και ο Ντίνος Οικονομόπουλος, μιλούν στη Μερόπη Κοκκίνη γι' αυτό το «ταξίδι» από το κριθάρι και το νερό του Ταΰγετου μέχρι τα βαρέλια vinsanto και τις αμέτρητες δυσκολίες.
ΜΕΡΟΠΗ ΚΟΚΚΙΝΗ
«Το 2025 είναι εξαιρετική χρονιά για τον οινολόγο, ο καλλιεργητής όμως κλαίει»

Το κρασί με απλά λόγια / «Το 2025 είναι εξαιρετική χρονιά για τον οινολόγο, ο καλλιεργητής όμως κλαίει»

Πώς κύλησε ο φετινός τρύγος σε διαφορετικές γωνιές του κόσμου; Από τον βορρά ως τον νότο της Ελλάδας, αλλά και σε εμβληματικές περιοχές όπως το Μπορντώ, η Βουργουνδία και η Μεντόζα, οι Έλληνες οινολόγοι καταθέτουν την εμπειρία τους και μιλούν για τις προκλήσεις που φέρνει η κλιματική αλλαγή.
THE LIFO TEAM
Το Χάνι της Ρέρεσης είναι ένα από τα τελευταία της Ελλάδας

Γεύση / Παγόνια, αντίκες και μαγειρευτά σε ένα χάνι που αντέχει στον χρόνο

Το Χάνι της Ρέρεσης, ένα από τα τελευταία της Ελλάδας, παραμένει ανοιχτό για ταξιδιώτες και ντόπιους, με την κυρία Νίτσα να κρατά ζωντανή την παράδοση της φιλοξενίας σε ένα μαγειρείο που θυμίζει λαογραφικό μουσείο.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
47’ στο Hygge με την Anne Meurling

Γεύση / Hygge: Ένας φούρνος που μυρίζει θαλπωρή στην Ιπποκράτους

Με νοσταλγία για τις συνταγές της πατρίδας της, μια Σουηδέζα φτιάχνει ψωμί, γλυκά, αέρινο βούτυρο και άψογη μηλόπιτα, δημιουργώντας ατμόσφαιρα βόρειας Ευρώπης - μόλις δυο βήματα από τη λεωφόρο Αλεξάνδρας.
M. HULOT
«Μα πώς γεμίζει αυτή η τρύπα;»: Πριν από 40 χρόνια, τα «Δυο Λουξ» ξάφνιασαν τα Χανιά

Θρυλικά Μπαρ / «Μα πώς γεμίζει αυτή η τρύπα;»: Πριν από 40 χρόνια, τα «Δυο Λουξ» ξάφνιασαν τα Χανιά

Ξέρετε πολλές τσαγερί που να έχουν εξελιχθεί σε ολοήμερα στέκια, να έχουν μισθώσει λεωφορεία για να δουν οι θαμώνες τους μια έκθεση σε άλλον νομό ή να βγάζουν μια βάρκα γεμάτη με μελομακάρονα για κέρασμα στον δρόμο; Και όμως, αυτό το μέρος υπάρχει και έχει ξενυχτήσει γενιές στο λιμάνι των Χανίων.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Χταπόδι με σύκα: Μια για πολλούς άγνωστη και σίγουρα απρόσμενη συνταγή

Γεύση / Χταπόδι με σύκα: Μια για πολλούς άγνωστη και σίγουρα απρόσμενη συνταγή

«Όπου υπάρχουν συκιές, λίγο πιο πέρα αρχίζουν τα βότσαλα και μετά η Μεσόγειος και μετά το χταπόδι. Και κάπου, σ’ ένα πανηγυρικό τραπέζι, συναντώνται το χταπόδι και τα σύκα. Μαγειρεμένο το χταπόδι, μαγειρεμένα και τα λιόκαφτα, ξερά σύκα».
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
Η ιεροτελεστία του πανηγυρικού πιλαφιού του Δεκαπενταύγουστου στο Καρπάθιο

Γεύση / Tα πιλάφια του Δεκαπενταύγουστου: Έτσι τιμούν τη μεγάλη γιορτή σε Κάσο και Κάρπαθο

Ακολουθώντας τελετουργικό χρόνων, στήνουν καζάνια πάνω σε φωτιές και φτιάχνουν πιλάφι, κρέας κοκκινιστό και τηγανητές πατάτες για να τιμήσουν τη μεγαλύτερη γιορτή του καλοκαιριού.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ