"Ας φάνε παντεσπάνι"

Facebook Twitter
1

Τα χρόνια που οδήγησαν στην γαλλική επανάσταση ήταν χρόνια πείνας, αληθινής πείνας.

«Στη Γαλλία για πρώτη φορά η κυβέρνηση αναμίχθηκε στο θέμα της διανομής ψωμιού που μέχρι τότε ήταν ευθύνη της κάθε πόλης. Οι γάλλοι μονάρχες του 18ου αιώνα άρχισαν να συνειδητοποιούν το ενδεχόμενο της κοινωνικής αναταραχής λόγω έλλειψης τροφής. Προκειμένου να κερδίσουν χρόνο αποθήκευσαν σιτάρι και έφτιαξαν νέους νόμους σχετικά με την πώλησή του. Τα μέτρα αρχικά βελτίωσαν την κατάσταση αλλά δεν ήταν όλοι σύμφωνοι για την τακτική που ακολουθήθηκε. Οι φούρνοι που ακολούθησαν τις εντολές του βασιλιά αμφισβητήθηκαν και η συμμόρφωσή τους στο νόμο ερμηνεύτηκε ως προσπάθεια να ελέγξουν την αγορά και να ανεβάσουν τις τιμές."

"Η αλήθεια είναι ότι οι μεγάλες αγορές σιταριού αύξησαν τις τιμές σε τοπικές αγορές και οι άνθρωποι άρχισαν να πεινούν και ο κόσμος άρχισε να μιλάει για «συνομωσία». Επιπλέον, οι νόμοι που επέτρεπαν το ελεύθερο εμπόριο (καπιταλιστικής μορφής) του σιταριού, οι οποίοι ευνοούσαν τη νέα παραγωγή λόγω ζήτησης, τροποποιήθηκαν πολλές φορές λόγω διαμαρτυριών από διάφορες ομάδες. Η πιο γνωστή αντίδραση προκάλεσε τον «πόλεμο για το αλεύρι» του 1775. Είχε δίκιο η γαλλική κυβέρνηση όταν αποφάσισε να επέμβει στη διανομή της τροφής αντί να αφήσει το σύστημα να αυτοσυντηρείται, όπως γινόταν στο παρελθόν και σε άλλες χώρες, στα χέρια τοπικής αυτοδιοίκησης και στα χέρια ιδιωτών; Θα ήταν δύσκολο να κάνει κάτι διαφορετικό. Ενώ ως τότε οι διαμαρτυρίες ήταν λόγω της φορολογίας, κατά το 18ο αιώνα γινόταν κυρίως λόγω της έλλειψης ψωμιού. Αν και οι διαμαρτυρίες δεν ήταν διαφορετικές από τα προηγούμενα χρόνια, δεν γινόταν να παραβλεφθούν.» (από το Food: A Culinary History, Jean-Louis Flandrin & Massimo Montanari)


«Ας φάνε παντεσπάνι» είναι η πασίγνωστη φράση που αποδίδεται στην Μαρία Αντουανέτα, μετάφραση από το γαλλικό  "Qu'ils mangent de la brioche". Τώρα που μεγαλώσατε θα έχετε ασφαλώς ξανακούσει ότι μπορεί να ήταν πολλά η Αντουανέτα αλλά όχι εντελώς ηλίθια (δε φαντάζομαι η άποψή σας να βασίζεται μόνο στην ταινία της Copolla έτσι;) και τέτοιο πράγμα μάλλον δεν είπε ποτέ.

Αυτή η φράση εμφανίστηκε πρώτη φορά στην αυτοβιογραφία του Ζακ Ρουσώ  την οποία έγραψε το 1765, όταν η Μαρία Αντουανέτα ήταν 9 χρονών και όχι ακόμα βασίλισσα. Αν το είχε πει στις δύσκολες μέρες πριν τη γαλλική επανάσταση είναι βέβαιο ότι οι αντίπαλοι της μοναρχίας δεν θα είχαν αφήσει τέτοιο διαμάντι να μείνει ανεκμετάλλευτο. Επίσης, παρόμοια ιστορία υπάρχει στην κινέζικη κουλτούρα με ρύζι και κρέας: «ένας αρχαίος αυτοκράτορας, όταν έμαθε ότι ο λαός του δεν είχε αρκετό ρύζι για να φάει, είπε: γιατί δεν τρώνε κρέας;»

Και τέλος, αντίθετα με την επικρατούσα άποψη, η βασίλισσα ήταν προστατευμένη και άπειρη, όμως ήξερε ότι υπάρχουν επαναστάτες και λαός πεινασμένος και έτοιμος για όλα. Στα γράμματα που έστελνε στους γονείς της στην Αυστρία οι ανησυχίες του παλατιού ήταν έκδηλες και μάλιστα η ίδια συμμετείχε σε προσπάθειες φιλανθρωπίας. Δε θα τη βγάλω και Αγία εννοείται, αλλά η θέση της στην ιστορία έχει παρασυρθεί από το λαϊκό αίσθημα σε όχι απόλυτα σωστή θέση.

Τι μαθαίνουμε από αυτή την υπόθεση; Ότι τα γραπτά μένουν αλλά αν σου βγει το όνομα, τα λόγια υπερισχύουν. Ότι μία καλή φήμη εξαπλώνεται καλύτερα από την αλήθεια.  Ότι ο κόσμος προτιμάει να πιστέψει μονοσήμαντες δηλώσεις παρά να αντιμετωπίσει το πρίσμα που πλησιάζει και δεν φτάνει ποτέ την αλήθεια. Ότι ο άνθρωπος θα διαλέξει κάτι πιασάρικο από κάτι ασαφές, ότι θα κάνει στην άκρη τις αμφιβολίες του προκειμένου να ασχοληθεί με τα υπόλοιπα (το σπίτι, τη γυναίκα του, το καφενείο) ή για καιροσκοπικούς λόγους (για να προωθήσει αυτό που νομίζει κάθε φορά ότι είναι τα συμφέροντά του). Ότι συχνά θυσιάζονται τυχαία πρόσωπα στο όνομα μιας ιδέας ενώ όσοι υποδαυλίζουν τα κακώς κείμενα παραμένουν ανώνυμοι και ασφαλείς από τον διασυρμό, μερικές φορές μάλιστα ανταμείβονται σε άλλες θέσεις. Ότι οι ψεύτικες ειδήσεις ανάβουν τα αίματα όσο και οι αληθινές. Ότι μία καλή ατάκα αρκεί για να σε κάνει διάσημο.

 

 

Γεύση
1

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Θύμηση, μια νέα κρεμερία στο Παγκράτι

Γεύση / Θύμηση: Ο Νίκος και ο πατέρας του έφεραν ξανά το γαλακτοπωλείο στο Παγκράτι

Παίρνει στοιχεία από τα παλιά γαλακτοπωλεία αλλά δεν στέκεται εκεί. Προσθέτει γλυκά –λευκά, όπως αυτά που του αρέσουν– και πίτες. Αυτή η κρεμερία είναι μία από τις καλύτερες ιδέες που έχουμε δει στο χώρο της ζαχαροπλαστικής φέτος.
ΜΙΝΑ ΚΑΛΟΓΕΡΑ
Τα σαλιγκάρια και ένα λάθος αιώνων που οφείλει να διορθωθεί

Nothing Days / Τα σαλιγκάρια και ένα λάθος αιώνων που οφείλει να διορθωθεί

Από την πιο αρχαία καλλιέργεια στην ιστορία μέχρι τις γκουρμέ, ακριβές εκδοχές τους, τα σαλιγκάρια κατέληξαν από βασική τροφή να γίνουν υποτιμημένη και σπάνια, και η αφορμή για τοξικά σχόλια στα social media.
M. HULOT
Οι γεύσεις του καλοκαιριού που φυλάξαμε για το χειμώνα

Γεύση / Φρυγανισμένα, λιόκαφτα, παστά, ξιδάτα: Έτσι μένει η γεύση του καλοκαιριού

Η τέχνη της συντήρησης των τροφών πάει χιλιάδες χρόνια πίσω και έχει ακόμα λόγο ύπαρξης γιατί μεταμορφώνει τα υλικά σε κάτι άλλο. Και αυτό το «άλλο» έχει γαστρονομική και συναισθηματική αξία.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
Το πρώτο ελληνικό ουίσκι: Όταν μια παρέα φίλων εμφιάλωσε το όνειρό της

Radio Lifo / Aυτό είναι το πρώτο ελληνικό ουίσκι

Μια ομάδα εννέα φίλων, χωρίς καμία επαγγελματική σχέση με την ποτοποιία, κατάφερε με πείσμα και πολλή αγάπη για το ουίσκι να δημιουργήσει το πρώτο ελληνικό single malt whisky. Δύο από αυτούς, ο Γιάννης Χριστοφορίδης και ο Ντίνος Οικονομόπουλος, μιλούν στη Μερόπη Κοκκίνη γι' αυτό το «ταξίδι» από το κριθάρι και το νερό του Ταΰγετου μέχρι τα βαρέλια vinsanto και τις αμέτρητες δυσκολίες.
ΜΕΡΟΠΗ ΚΟΚΚΙΝΗ
«Το 2025 είναι εξαιρετική χρονιά για τον οινολόγο, ο καλλιεργητής όμως κλαίει»

Το κρασί με απλά λόγια / «Το 2025 είναι εξαιρετική χρονιά για τον οινολόγο, ο καλλιεργητής όμως κλαίει»

Πώς κύλησε ο φετινός τρύγος σε διαφορετικές γωνιές του κόσμου; Από τον βορρά ως τον νότο της Ελλάδας, αλλά και σε εμβληματικές περιοχές όπως το Μπορντώ, η Βουργουνδία και η Μεντόζα, οι Έλληνες οινολόγοι καταθέτουν την εμπειρία τους και μιλούν για τις προκλήσεις που φέρνει η κλιματική αλλαγή.
THE LIFO TEAM
Το Χάνι της Ρέρεσης είναι ένα από τα τελευταία της Ελλάδας

Γεύση / Παγόνια, αντίκες και μαγειρευτά σε ένα χάνι που αντέχει στον χρόνο

Το Χάνι της Ρέρεσης, ένα από τα τελευταία της Ελλάδας, παραμένει ανοιχτό για ταξιδιώτες και ντόπιους, με την κυρία Νίτσα να κρατά ζωντανή την παράδοση της φιλοξενίας σε ένα μαγειρείο που θυμίζει λαογραφικό μουσείο.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
47’ στο Hygge με την Anne Meurling

Γεύση / Hygge: Ένας φούρνος που μυρίζει θαλπωρή στην Ιπποκράτους

Με νοσταλγία για τις συνταγές της πατρίδας της, μια Σουηδέζα φτιάχνει ψωμί, γλυκά, αέρινο βούτυρο και άψογη μηλόπιτα, δημιουργώντας ατμόσφαιρα βόρειας Ευρώπης - μόλις δυο βήματα από τη λεωφόρο Αλεξάνδρας.
M. HULOT
«Μα πώς γεμίζει αυτή η τρύπα;»: Πριν από 40 χρόνια, τα «Δυο Λουξ» ξάφνιασαν τα Χανιά

Θρυλικά Μπαρ / «Μα πώς γεμίζει αυτή η τρύπα;»: Πριν από 40 χρόνια, τα «Δυο Λουξ» ξάφνιασαν τα Χανιά

Ξέρετε πολλές τσαγερί που να έχουν εξελιχθεί σε ολοήμερα στέκια, να έχουν μισθώσει λεωφορεία για να δουν οι θαμώνες τους μια έκθεση σε άλλον νομό ή να βγάζουν μια βάρκα γεμάτη με μελομακάρονα για κέρασμα στον δρόμο; Και όμως, αυτό το μέρος υπάρχει και έχει ξενυχτήσει γενιές στο λιμάνι των Χανίων.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Χταπόδι με σύκα: Μια για πολλούς άγνωστη και σίγουρα απρόσμενη συνταγή

Γεύση / Χταπόδι με σύκα: Μια για πολλούς άγνωστη και σίγουρα απρόσμενη συνταγή

«Όπου υπάρχουν συκιές, λίγο πιο πέρα αρχίζουν τα βότσαλα και μετά η Μεσόγειος και μετά το χταπόδι. Και κάπου, σ’ ένα πανηγυρικό τραπέζι, συναντώνται το χταπόδι και τα σύκα. Μαγειρεμένο το χταπόδι, μαγειρεμένα και τα λιόκαφτα, ξερά σύκα».
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ

σχόλια

1 σχόλια